«Ομιλία υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας  κ. Γιάννη Βρούτση στην εκδήλωση με θέμα «Ανεργία-Κοινωνικό και Οικονομικό Πρόβλημα-Δράσεις για την αντιμετώπιση της»

 

«Κυρίες και κύριοι, αισθάνομαι ιδιαίτερη τιμή και χαρά που συμμετέχω ως  ομιλητής στη σημερινή εκδήλωση.   Όχι  μόνο επειδή η θεματολογία της, επίκαιρη και άκρως ενδιαφέρουσα,  βρίσκεται στην «καρδιά» του πολιτικού, οικονομικού και κοινωνικού προβληματισμού των ημερών μας.   Αλλά και για έναν εξίσου σημαντικό λόγο:  τόσο οι συνδιοργανωτές, το ΚΕΠΕ και η εφημερίδα ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ,  σύμβολα αξιοπιστίας το καθένα στο χώρο τους,  όσο και το πάνελ των εκλεκτών συνομιλητών, εγγυώνται ότι θα διεξαχθεί  μια ποιοτική, δημιουργική και, κυρίως, ψύχραιμη, συζήτηση.  Και ξέρετε, αυτό το τελευταίο, η ψυχραιμία και ο ρεαλισμός δεν είναι και τα  πλέον δυνατά σημεία του δημόσιου διαλόγου στη χώρα μας. Ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στα ακανθώδη ζητήματα της εργασίας και της  απασχόλησης.  Περισσεύει η υπερβολή και οι αφορισμοί, ενώ χρειαζόμαστε τεκμηριωμένες,  ευφυείς και  δημιουργικές συνεισφορές.  Για αυτό το λόγο, ελπίζω και πιστεύω ότι οι απόψεις και τα συμπεράσματα  της σημερινής εκδήλωσης  θα εμπλουτίσουν το δημόσιο διάλογο για τα ζητήματα της απασχόλησης,  θα ενισχύσουν κατά κάποιο τρόπο την εθνική προσπάθεια για την  αντιμετώπιση της ανεργίας.  Μια προσπάθεια που αποτελεί την κορυφαία προτεραιότητα του υπουργείου  Εργασίας και, συνολικά, της κυβέρνησης για το 2014.   Έχοντας ολοκληρώσει με επιτυχία έναν δύσκολο, αλλά αναγκαίο κύκλο δημοσιονομικής προσαρμογής, όλες μας οι προσπάθειες επικεντρώνονται πλέον στην ανάταξη των συνεπειών της ύφεσης.   Και στην αποκατάσταση της ισορροπίας στην αγορά εργασίας.   Ώστε η ολοκλήρωση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και η ανάκαμψη  της ελληνικής οικονομίας να μεταφράζεται σε ένα ορατό και μετρήσιμο κοινωνικό μέρισμα απασχόλησης.    Γιατί η ανεργία αποτελεί τη σκληρότερη και πλέον επώδυνη πτυχή της κρίσης.    Ιδιαίτερα ο εγκλωβισμός σε μακροχρόνια επεισόδια ανεργίας ακυρώνει οικογενειακούς προγραμματισμούς, τραυματίζει ζωές και αξιοπρέπεια, απειλεί ευθέως την κοινωνική συνοχή.   Η αδράνεια του ανθρώπινου δυναμικού και, κυρίως, των νέων υπονομεύει τόσο τη βραχυχρόνια οικονομική ανάκαμψη όσο και το μακροχρόνιο αναπτυξιακό ορίζοντα της χώρας.  Παράλληλα, το ίδιο ζήτημα,  αυτή τη φορά σε ευρωπαϊκό επίπεδο – γιατί η ανεργία είναι και ευρωπαϊκό πρόβλημα - συνιστά κομβικό σημείο στην ατζέντα της Ελληνικής Προεδρίας η οποία μόλις ξεκίνησε.  Τώρα, ας δούμε κάποια αδρά και αντικειμενικά δεδομένα του προβλήματος που συζητάμε στη σημερινή εκδήλωση.    Είναι αλήθεια, ότι το ποσοστό ανεργίας εκτοξεύθηκε από τα επίπεδα του 9% στο 26% σε διάστημα μόλις τριών ετών.   Από τα μέσα του 2009 έως τα μέσα του 2012.  Έκτοτε η ανοδική ορμή της ανεργίας εξασθένησε και εντός του 2013  παρατηρήθηκε μια σχετική σταθεροποίηση του ποσοστού ανεργίας γύρω στο 27%.   Μάλιστα, για πρώτη φορά εντός του 2013 και ύστερα από 60 μήνες συνεχόμενης αύξησης (ακόμη και τους θερινούς μήνες), το ποσοστό ανεργίας έδειξε  - σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ  - σημάδια οριακής  αποκλιμάκωσης:    Από το 27,4% το α΄ τρίμηνο, κατέβηκε στο 27,1% το β΄τρίμηνο καιμειώθηκε περαιτέρω στο 27,0% το γ΄τρίμηνο.   Είναι ενδιαφέρον, πάντως, να σημειώσουμε ότι, σύμφωνα και με τις εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, η άνοδος της ανεργίας ήδη τα τρία πρώτα χρόνια της κρίσης υπήρξε εντονότερη από ό,τι θα αναμενόταν με βάση τη σχέση ανεργίας – ανάπτυξης πριν το 2008.   Επρόκειτο κατ’ ουσία για μια κατάρρευση της αγοράς εργασίας.   Και αυτό το φαινόμενο φαίνεται να οφείλεται τόσο στα έντονα υφεσιακά συμπτώματα της κρίσης, όσο και σε προϋπάρχουσες δυσκαμψίες που εμπόδισαν μια πιο ήπια προσαρμογή της απασχόλησης.   Παράδειγμα, στην Ελλάδα δεν υπήρχε ένας οργανωμένος και ώριμος θεσμικός μηχανισμός για τη μείωση του χρόνου εργασίας σε αντιστάθμισμα για τη διάσωση των θέσεων απασχόλησης.   Δεν υπήρχε ούτε η θεσμική ετοιμότητα ούτε η κοινή συναντίληψη των κοινωνικών εταίρων για την σύναψη συλλογικών συμφωνιών που θα προστάτευαν την απασχόληση.   Σε αυτά τα ζητήματα, όμως, θα αναφερθώ εκτενέστερα στη συνέχεια της εισήγησής μου.   Για να επανέλθουμε στα αριθμητικά και στατιστικά δεδομένα της απασχόλησης, θα ήθελα να σημειώσω τις ενθαρρυντικές ενδείξεις των ροών της μισθωτής απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας.   Πρόκειται για τις γνωστές ροές προσλήψεων και απολύσεων, οι οποίες σήμερα πλέον καταγράφονται ψηφιακά και με ακρίβεια από το πληροφοριακό σύστημα «Εργάνη» που διασυνδέει την Επιθεώρηση Εργασίας, τον ΟΑΕΔ και το ΙΚΑ.   Πράγματι, για πρώτη φορά από το 2006, το συνολικό ετήσιο ισοζύγιο αυτών των ροών – προσλήψεις μείον απολύσεις – προέκυψε θετικό και μάλιστα κατά 133.488 θέσεις εργασίας.   Προφανέστατα, η ανεργία είναι ένα σύνθετο και δυναμικό μέγεθος.  Αποτελεί συνισταμένη πολλών αμφίδρομων ροών και όχι μόνο αυτών της  μισθωτής εργασίας.  Παράδειγμα, η αυτοαπασχόληση. Μιλώ για τις διακοπές ή ενάρξεις  επαγγέλματος ελεύθερων επαγγελματιών, το κλείσιμο μικροεπιχειρήσεων, το άνοιγμα άλλων.    Είναι οι ροές από την εργασία στη συνταξιοδότηση, από την εκπαίδευση ή τις οικογενειακές υποχρεώσεις στο εργατικό δυναμικό, κ.λπ.   Ωστόσο, οι ενδείξεις της «Εργάνης» για τη μισθωτή εργασία αποτελούν, κατά κάποιο τρόπο, πρόδρομα σήματα μιας διαφαινόμενης τάσης σταθεροποίησης της αγοράς εργασίας.   Και υπ’ αυτή την έννοια, μας επιτρέπουν μια συγκρατημένη αισιοδοξία ότι η ανεργία έχει πλέον προσεγγίσει το ανώτερο σημείο του βασανιστικού κύκλου της και ότι από το 2014 θα αρχίσει να μειώνεται.  Σε αυτό το συμπέρασμα εξάλλου, καταλήγουν και οι εκτιμήσεις των  περισσότερων θεσμικών και ερευνητικών φορέων της χώρας, αλλά και  διεθνών οργανισμών.  Όπως της Τράπεζας της Ελλάδος που προβλέπει μείωση της ανεργίας το  2014 κατά 1% τουλάχιστον.   Τα κρίσιμα ερωτήματα, βέβαια, που εγείρονται στο σημείο αυτό είναι δύο: Πρώτον, πως θα εξασφαλιστεί ότι από εδώ και εμπρός θα έχουμε μια  διαρκή, γρήγορη και, κυρίως, βιώσιμη αποκλιμάκωση της ανεργίας;  Δεύτερον, τι μπορεί και πρέπει να πράξει η πολιτεία σήμερα;  Για τους ανέργους που παγιδεύονται σε μακροχρόνια διαστήματα  αδράνειας, βλέποντας τις δεξιότητές τους να διαβρώνονται. Για τους ανέργους που κινδυνεύουν να παραμείνουν άνεργοι, ακόμη και αν  αύριο – στο καλύτερο αύριο για την ελληνική οικονομία - υπάρχουν πολλές και καλές νέες θέσεις εργασίας.   Για να απαντήσουμε σε αυτά τα δύο ερωτήματα, πρέπει καταρχήν να επαναλάβουμε το αυτονόητο:   Οι νέες και βιώσιμες θέσεις εργασίας δεν δημιουργούνται ούτε με νομοθετήματα, ούτε με υπουργικές αποφάσεις.    Δημιουργούνται από υγιείς και δυναμικές επιχειρήσεις.   Και αυτός ακριβώς είναι - πέρα από τη δημοσιονομική εξυγίανση - ο  ουσιαστικός στόχος του προγράμματος διάσωσης της ελληνικής οικονομίας. Η μετάβαση σε ένα άλλο, βιώσιμο, εξωστρεφές και παραγωγικό μοντέλο  οικονομίας, με μια επιχειρηματικότητα υψηλού ανταγωνιστικού δυναμισμού, ως κύρια  πηγή δημιουργίας νέων και ποιοτικών θέσεων εργασίας.   Η έμφαση στην πραγματική παραγωγή, ως τμήμα μιας παγκόσμιας αλυσίδας αξίας, και όχι στις κρατικοδίαιτες και παρασιτικές εκδοχές μιας ευκαιριακής επιχειρηματικότητας.   Εκεί ακριβώς θα κριθεί η βιωσιμότητα και ο ρυθμός μείωσης της ανεργίας για τα επόμενα χρόνια.   Και σε αυτό ακριβώς στοχεύει η πραγματοποίηση γενναίων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων σε όλο το φάσμα της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής υποδομής.   Σε αυτό το πλαίσιο, ο ρόλος του υπουργείου Εργασίας, ο ρόλος των πολιτικών για την αγορά εργασίας και την απασχόληση δεν είναι ούτε υπολειμματικός ούτε αμυντικός.    Το αντίθετο.  Ως υπουργείο Εργασίας, η συμβολή μας είναι διττή.  Απο τη μια πλευρά, διαμορφώνουμε ένα θεσμικό περιβάλλον, φιλικό για  την απασχόληση.  Με στοχευμένες μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και την κοινωνική  ασφάλιση, δημιουργούμε ένα ευέλικτο, λειτουργικό και αποδοτικό πλαίσιο της υγιούς επιχειρηματικότητας και της εργασίας. Από την άλλη, με σύγχρονες δομές και μηχανισμούς, χρηματοδοτικά εργαλεία και προγράμματα παρέμβασης, στηρίζουμε την ένταξη και επανένταξη των ανέργων στην απασχόληση. Ουσιαστικά διαφυλάσσουμε και προστατεύουμε το σημαντικότερο πόρο της ελληνικής οικονομίας που είναι οι ίδιοι οι άνθρωποί της.   Και στα δύο πεδία, η παρέμβαση του υπουργείου Εργασίας είναι πυκνή και, σε μεγάλο βαθμό, αποτελεσματική.   Καταρχήν, να μιλήσουμε για τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας.  Ένα μεγάλο κεφάλαιο, στο οποίο η χώρα μας είχε μείνει πίσω.  Η διαφορά μας με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες στις οποίες  επιχειρούνται παρόμοιες αλλαγές είναι απογοητευτική.  Απο τη μια, στην Ευρώπη, επικρατούν μεν έντονες αντιπαραθέσεις αλλά  και συναινέσεις, ανοιχτός και ειλικρινής δημόσιος διάλογος, κλίμα εμπιστοσύνης. Ακόμη και στις πιο δύσκολες αποφάσεις.   Απο την άλλη, εδώ στην Ελλάδα, δαιμονοποίηση οποιασδήποτε μεταρρύθμισης στους θεσμούς της απασχόλησης, αλλεργικές αντιδράσεις και μόνο στο άκουσμα της λέξης «ευελιξία».   Όλες οι αλλαγές χαρακτηρίζονται συλλήβδην ως «ζούγκλα», ακόμη και αν πρόκειται για αυτονόητες προσαρμογές και διορθώσεις στρεβλώσεων.   Χρόνιων στρεβλώσεων  που αποδεδειγμένα υπέθαλψαν και  πολλαπλασίασαν το εύρος και τις επώδυνες διαστάσεις της σημερινής κρίσης.  Σήμερα, κατά κάποιο τρόπο, πληρώνουμε το τίμημα της αναβλητικότητας και των αδρανειών του παρελθόντος.   Και για αυτό το λόγο πρέπει να κερδίσουμε το χαμένο χρόνο. Θα μου επιτρέψετε, λοιπόν, να αναφερθώ στις σημαντικότερες  μεταρρυθμίσεις που έχουν ήδη γίνει ή γίνονται στην αγορά εργασίας.  Καταρχήν, συρρικνώνουμε με αποφασιστικό τρόπο κάθε θεσμική ή  διοικητική επιβάρυνση που επιβάλλει πρόσθετα εμπόδια και κόστη στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας στην επίσημη ιδιωτική οικονομία.  Πιστεύουμε ότι στην αγορά εργασίας πρέπει να υπάρχουν λίγες, απλές και αξιόπιστες ρυθμίσεις που ισχύουν για όλους.   Απλοί και καθαροί κανόνες  που ελαχιστοποιούν το κόστος συμμόρφωσης για μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις και εμπεδώνουν κλίμα εμπιστοσύνης στην οικονομία και την αγορά εργασίας.   Ας πάρουμε ως παράδειγμα το μη μισθολογικό κόστος, το οποίο στην Ελλάδα κυμαίνεται - τουλάχιστον τις δύο τελευταίες δεκαετίες - σε πολύ υψηλά επίπεδα.

Το μέγεθος της «φορολογικής σφήνας» (tax wedge), δηλαδή η διαφορά μεταξύ αυτού που πληρώνει ο εργοδότης και αυτού που τελικά λαμβάνει ο εργαζόμενος, αποτελεί ένα ισχυρό αντικίνητρο για προσλήψεις στην επίσημη οικονομία.   Με αυτή τη λογική, μειώσαμε ήδη στο τέλος του 2012 τις εργοδοτικές εισφορές κατά 1,1 ποσοστιαία μονάδα.   Και σκοπεύουμε με ορίζοντα το 2016 να περικόψουμε κατά 3,9 ακόμη μονάδες, ώστε να έχουμε μια αξιόλογη σωρευτική μείωση κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες.   Δεν είναι ένα εύκολο εγχείρημα.  Θα πρέπει να βρεθούν δημοσιονομικά ισοδύναμα.   Ωστόσο, αξίζει να επιμείνουμε γιατί η ίδια η μείωση των ασφαλιστικών  εισφορών εμπεριέχει μια θετική δυναμική.  Η μείωση των δαπανών των επιχειρήσεων και η τόνωση της  ανταγωνιστικότητάς τους αντανακλάται στην αύξηση των δημοσίων εσόδων, λόγω βελτίωσης των αποτελεσμάτων χρήσης στις επιχειρήσεις.    Πράγματι, οικονομετρικά υποδείγματα φανερώνουν ότι μια μείωση των εισφορών κατά 3,9 ποσοστιαίες μονάδες θα οδηγήσει σε πρόσληψη τουλάχιστον 30.000 ατόμων, περιορίζοντας σημαντικά την αναζήτηση δημοσιονομικών ισοδυνάμων απο τα 800 εκατ ευρώ σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα.   Βέβαια, σε μέσο– και μακροχρόνιο ορίζοντα οι θετικές επιπτώσεις θα είναι ακόμη πιο σημαντικές.   Ακόμη, περιορίζουμε δραστικά τις κάθε λογής γραφειοκρατικές υποχρεώσεις των επιχειρήσεων προς την Επιθεώρηση Εργασίας και τον ΟΑΕΔ.   Οι αναγγελίες πρόσληψης γίνονται πλέον με ένα κλικ στο πρότυπο πληροφοριακό σύστημα «Εργάνη», με ένα τεκμαρτό όφελος για τις επιχειρήσεις πάνω από 60 εκ ευρώ, σε κερδισμένες ανθρωποώρες.  Προχωρούμε επιπλέον σε δραστική απλοποίηση – κωδικοποίηση της εργατικής νομοθεσίας.  Ένα έργο που – χωρίς καμία έκπτωση στη θεσμική προστασία της εργασίας – θα διευκολύνει νέες, μικρές και μεγάλες επενδύσεις.   Στην αύξηση των προσλήψεων και στην τόνωση της απασχόλησης, εκτιμούμε ότι θα συμβάλλουν και μια σειρά άλλων μέτρων για την ενδυνάμωση της ευελιξίας στην αγορά εργασίας.   Τόσο με την ευέλικτη οργάνωση του χρόνου εργασίας, αλλά πάντοτε με παράλληλο σεβασμό του 40ωρου την εβδομάδα, όσο και με τη δυνατότητα των επιχειρήσεων να αυξομειώνουν χωρίς δυσκολίες το προσωπικό τους.  Για αυτό το λόγο, με το νόμο 4093/2012, προσαρμόσαμε το κόστος αποζημίωσης απόλυσης, συγκλίνοντας στα μέσα επίπεδα των ευρωπαϊκών χωρών.  Θυμίζω στο σημείο αυτό, τη σφοδρή αντίδραση και τις «μαύρες προβλέψεις» για μαζικές απολύσεις που υποτίθεται θα ακολουθούσαν αυτή τη μείωση των αποζημιώσεων απόλυσης.  Τίποτε από αυτά δεν επιβεβαιώθηκε.  Άλλο κεφάλαιο είναι οι ομαδικές απολύσεις.  Είναι φανερό ότι και εδώ χρειάζεται ένας εξορθολογισμός. Πρέπει – όπως  συμβαίνει σε όλες τις προηγμένες χώρες σε όλο τον κόσμο – να δίνεται η δυνατότητα στις επιχειρήσεις να αναδιοργανώνουν την παραγωγική τους δομή.    Παράδειγμα, όταν μια επιχείρηση χρειάζεται – αποδεδειγμένα - να συρρικνώσει μια εγκατάσταση ή δραστηριότητα της και να επεκτείνει μια άλλη με περισσότερες προοπτικές ανάπτυξης.   Ωστόσο, αυτό που θέλουμε εμείς ως υπουργείο Εργασίας, είναι οι επιχειρήσεις να  αναλαμβάνουν υποχρεώσεις και συνυπευθυνότητα έναντι του προσωπικού που απομακρύνουν.   Να συνεισφέρουν με ενεργό τρόπο στη διαδικασία αποκατάστασής τους.  Αυτό είναι το σημαντικό σημείο στις αναδιαρθρώσεις και σε αυτό θα  επικεντρώσουμε την προσοχή μας, ενόψει του νέου πλαισίου για τις ομαδικές απολύσεις.   Μια δεύτερη δέσμη παρεμβάσεων αφορά στους μηχανισμούς διαμόρφωσης των αμοιβών στην οικονομία.   Ούτως ώστε η εξέλιξη του κόστους εργασίας να είναι περισσότερο ορθολογική.   Να συμβαδίζει με την εξέλιξη της παραγωγικότητας.   Προφανέστατα, όπως προανέφερα,  μια αναιμική οικονομία που επιβιώνει  οριακά χάρη στο χαμηλό κόστος εργασίας, δεν συνιστά στρατηγική μας επιλογή.   Ωστόσο, δεν μπορεί η εξέλιξη του κόστους εργασίας να γίνεται ανεξάρτητα από τα πραγματικά μεγέθη και δυνατότητες της οικονομίας.    Γιατί κάτι τέτοιο θα οδηγήσει σε επιδείνωση των όρων ανταγωνισμού στη διεθνή αρένα για τα ελληνικά αγαθά, προϊόντα και υπηρεσίες.  Η σημαντικότερη αλλαγή που πραγματοποιήσαμε σε αυτό το πεδίο, λοιπόν, είναι η θεσμοθέτηση ενός νέου, αξιόπιστου μηχανισμού για τον προσδιορισμό του κατώτατου μισθού στην οικονομία που συμβαδίζει με τα ευρωπαϊκά πρότυπα.  Ένα σύγχρονο και αποτελεσματικό σύστημα που προσδιορίζει το κατώτερο «κατώφλι» ασφαλείας των αμοιβών στην οικονομία, βασιζόμενο στην κοινωνική διαβούλευση και τα πραγματικά δεδομένα της οικονομίας και της ανταγωνιστικότητας.   Και πάνω από αυτό, εργαζόμενοι και εργοδότες θα έχουν – όπως και σήμερα εξάλλου έχουν - τη δυνατότητα να συμφωνούν μόνοι τους υψηλότερους μισθούς από τον κατώτατο.   Ανάλογα με την παραγωγικότητα του κλάδου ή της επιχείρησης. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, είναι απαραίτητες νέες κοινωνικές  συμφωνίες, και όχι μόνο στα μισθολογικά ζητήματα.  Αυτό όμως προϋποθέτει την ενδυνάμωση και διεύρυνση της  αντιπροσωπευτικής βάσης των κοινωνικών εταίρων.  Ούτως ώστε οι αποφάσεις τους, στο πλαίσιο της συλλογικής αυτονομίας, να  έχουν ευρύ πεδίο εφαρμογής και ισχύος.  Θέλουμε και περιμένουμε από τους κοινωνικούς εταίρους ωριμότητα και  συλλογική υπευθυνότητα, να πάρουν πρωτοβουλίες συνεννόησης και συνεργασίας.   Είναι στο χέρι τους.   Με την ευκαιρία αυτή, θα ήθελα, ξανά να επισημάνω τη σημαντική,  πραγματική και συμβολική, αξία της πρόσφατης κλαδικής σύμβασης των ξενοδοχοϋπαλλήλων.   Είναι η πρώτη κλαδική σύμβαση - μετά τις νέες ρυθμίσεις στην αγορά εργασίας  - που προβλέπει αυξήσεις. Σηματοδοτεί, ουσιαστικά, ένα νέο κλίμα προσδοκιών στην αγορά.    Μια τρίτη δέσμη παρεμβάσεων αφορά στη διασφάλιση της νομιμότητας στην αγορά εργασίας.  Και αυτό γιατί οι συνθήκες ανομίας, η αδήλωτη και ανασφάλιστη εργασία, αποτελούν τη μεγάλη «πληγή» της οικονομίας, της απασχόλησης και του ασφαλιστικού συστήματος.    Μειώνοντας και απλοποιώντας, όπως προανέφερα, τις ρυθμίσεις και γραφειοκρατικές αγκυλώσεις στην αγορά εργασίας, εξαλείφουμε τα όποια κίνητρα ωθούν σε παραβατικές συμπεριφορές.   Διαμορφώσαμε, όμως, και ένα νέο μίγμα στοχευμένων, αποδοτικών και μη δαπανηρών διοικητικών ελέγχων.  Επιβάλλαμε το υψηλότερο πρόστιμο που έχει ποτέ επιβληθεί.  Κλείσαμε και τα τελευταία «παράθυρα» της νομοθεσίας που αξιοποιούσαν  κάποιες επιχειρήσεις, προκειμένου να αποφύγουν τον έλεγχο. Όπως π.χ. με το ειδικό βιβλίο υπερωριών, όπου θα αναγράφονται πλέον οι υπερωρίες πριν την πραγματοποίηση τους.

Αξιοποιούμε τις νέες, σύγχρονες πληροφοριακές υποδομές του υπουργείου Εργασίας («ΗΛΙΟΣ», «ΕΡΓΑΝΗ») για τον ορθολογικό και στοχευμένο σχεδιασμό των ελέγχων.   Αναπτύσσουμε το ολοκληρωμένο επιχειρησιακό Σχέδιο «ΑΡΤΕΜΙΣ» για την καταπολέμηση της αδήλωτης και ανασφάλιστης εργασίας.    Με απτά και μετρήσιμα αποτελέσματα, για πρώτη φορά στην Ελλάδα.   Οι στατιστικοί δείκτες φανερώνουν «κύμα» μετατροπής «μαύρης εργασίας»  σε νόμιμες θέσεις εργασίας.  Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ το Φεβρουάριο, το ποσοστό της  ανασφάλιστης εργασίας στο πλαίσιο των στοχευμένων ελέγχων που πραγματοποιεί η Επιθεώρηση Εργασίας και το ΙΚΑ, ανερχόταν στο 40%, το Νοέμβριο συρρικνώθηκε στο μισό, στο 20%.  Επίσης, τα έσοδα του ΙΚΑ και το Δεκέμβριο παρουσίασαν αύξηση για τρίτο συνεχόμενο μήνα, ύστερα από τέσσερα ολόκληρα χρόνια.   Ο ασφυκτικός και αποτελεσματικός έλεγχος της νομιμότητας στην αγορά εργασίας, εκφράστηκε φέτος επιπλέον και με τη σημαντική μείωση των καταγγελιών για τη μη πληρωμή δώρου Χριστουγέννων στις ιδιωτικές επιχειρήσεις.   Σήμερα που ολοκληρώθηκαν οι σχετικές καταγραφές, μπορούμε να κάνουμε τις συγκρίσεις με πέρυσι:  Φέτος, λοιπόν, είχαμε καταγγελίες για 719 επιχειρήσεις που δεν κατέβαλλαν δώρο στους εργαζομένους τους, έναντι 1.450 πέρυσι το ίδιο ακριβώς χρονικό διάστημα: μείωση πάνω από 50%.  Οι καταγγελίες αφορούσαν 5.814 εργαζόμενους, έναντι 7.294 πέρυσι: μείωση πάνω απο 20%.  Ας επαναφέρουμε, όμως, στο σημείο αυτό στη μνήμη μας τις «προφητείες» – χωρίς στοιχεία – που ενώ δεν είχε τελειώσει ακόμη η εορταστική περίοδος, μιλούσαν για διπλασιασμό των κρουσμάτων μη πληρωμής Δώρου Χριστουγέννων.  Αυτό ακριβώς εννοούσα στην αρχή της εισήγησής μου για έλλειψη ψυχραιμίας.   Μπορεί η «ρητορεία του φόβου» και οι «μοιρολογίστρες» να πουλάνε στα πρωτοσέλιδα.   Αλλά δεν αποτελούν σοβαρή και δημιουργική συνεισφορά στην εθνική προσπάθεια.   Και για να περάσω στη γενικότερη πολιτική αρένα, δεν μπορώ να μην αναφέρω τις ουτοπικές και εκτός πραγματικότητας υποσχέσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Όπως, για την άμεση επαναφορά όλων των συντάξεων και μισθών στα προηγούμενα επίπεδά τους.  Για κάτι τέτοιο χρειάζονται τουλάχιστον 5 δις ευρώ άμεσα, μόνο για τις συντάξεις.    Για το που θα βρεθούν, όμως, αυτά τα χρήματα, απάντηση καμία απο την Αξιωματική Αντιπολίτευση.  Δεν μπορεί κάποιοι να υποδύονται τον Άι-Βασίλη όλο το χρόνο. Θα ήθελα τώρα να αναφερθώ στον άλλο πυλώνα της παρέμβασης του  υπουργείου Εργασίας.  Στις πολιτικές μας για την ενίσχυση του δικτύου κοινωνικής προστασίας  των ανέργων, στις δομές και τις ενεργητικές παρεμβάσεις για την επιστροφή τους στην απασχόληση.    Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, υλοποιούνται στοχευμένες ενεργητικές πολιτικές για τους ανέργους, απο τα οποία ωφελούνται περισσότεροι απο 300.000 άνεργοι.   Πρόκειται για προγράμματα συνολικού προϋπολογισμού περίπου 1,2 δις ευρώ, με τα οποία έχει εξαντληθεί κάθε διαθέσιμος κοινοτικός πόρος μέσω του παλαιού ΕΣΠΑ.    Ενδεικτικά και μόνο αναφέρω ότι 45.000 νέοι έως 29 ετών απέκτησαν εισιτήριο εισόδου στην αγορά εργασίας, μέσω ενός σπονδυλωτού προγράμματος κατάρτισης, πρακτικής άσκησης και επιδοτούμενης απασχόλησης.   Επιπλέον 50.000 άνεργοι – κυρίως απο οικογένειες χωρίς κανέναν εργαζόμενο - τοποθετούνται αυτό το διάστημα σε θέσεις κοινωφελούς εργασίας στην Τοπική Αυτοδιοίηση και σε κοινωνικές υπηρεσίες του δημοσίου.   Σημειώνω ότι ακόμη και τα μικρά εμπόδια που δημιουργήθηκαν λόγω κωλυσιεργειών ή καθυστερήσεων κάποιων Δήμων, επιλύθηκαν άμεσα με απόφασή μου για την απρόσκοπτη τοποθέτηση των ανέργων σε άλλες υπηρεσίες. Ακόμη και αν οι συνολικές θέσεις έχουν καλυφθεί.  Τα ενεργητικά προγράμματα απασχόλησης θα εντατικοποιηθούν μέσα στο 2014, με την αξιοποίηση και των πόρων του νέου ΕΣΠΑ για την περίοδο 2014 - 2020. Μόνο τους πρώτους μήνες του 2014, θα προκηρυχθούν άμεσα προγράμματα συνολικής δαπάνης 350 εκ ευρώ που θα ωφελήσουν περίπου 74.000 ανέργους.   Θα αξιοποιηθούν όλα τα σύγχρονα ενεργητικά εργαλεία απο την καλύτερη ευρωπαϊκή εμπειρία:  δράσεις επιδότησης της απασχόλησης αλλά και της μικροεπιχειρηματικότητας, προγράμματα ενδοεπιχειρησιακής κατάρτισης, προώθηση της κοινωνικής οικονομίας, κ.λπ.

Θα ήθελα να σταθώ ιδιαίτερα στο μεγάλο πρόγραμμα «Εγγύηση για τη Νεολαία» (Youth Guarantee).    Πρόκειται για μια παρέμβαση διευρυμένης κλίμακας, στο πλαίσιο της πανευρωπαϊκής Πρωτοβουλίας για τους Νέους (Youth Employment Initiative).  Έχουμε ήδη καταθέσει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ένα ολοκληρωμένο Εθνικό Σχέδιο με μια μεγάλη γκάμα επιμέρους εξειδικευμένων δράσεων, περιμένουμε τις παρατηρήσεις της Επιτροπής και το πρόγραμμα θα ξεκινήσει μέχρι το Μάιο.   Με την παρέμβαση αυτή θα προσφερθεί μια δυνατή ευκαιρία να εισέλθουν στην αγορά εργασίας, περίπου 230.000 νέοι έως 24 ετών,όσοι δηλαδή είναι οι νέοι που αυτή τη στιγμή ούτε εργάζονται, αλλά ούτε συμμετέχουν σε κάποιο κύκλο εκπαίδευσης ή κατάρτισης.  Είτε με απευθείας προσφορά εργασίας, για να αποκτήσουν το πρώτο τους «ένσημο».   Είτε με ουσιαστική, στοχευμένη και πιστοποιημένη ενίσχυση των προσόντων τους, με κατάρτιση, μαθητεία ή περαιτέρω εκπαίδευση, προκειμένου να πετύχουν την είσοδό τους στην απασχόληση το συντομότερο δυνατό.  Το πρόγραμμα έχει συνολικό προϋπολογισμό 340 εκατ ευρώ, εκ των οποίων τα 170 προέρχονται απο το ειδικό κονδύλι της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Πρωτοβουλία των Νέων και τα υπόλοιπα 170 απο το νέο ΕΣΠΑ.  Πέρα απο την ποσοτική διάσταση των προγραμμάτων, όμως, εξίσου αν όχι περισσότερο κρίσιμο στοιχείο είναι η ποιότητα και αποδοτικότητα  των παρεμβάσεών μας.    Έτσι, θεωρώ ιδιαίτερα σημαντικό το γεγονός ότι, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, δημιουργούμε μόνιμα συστήματα διάγνωσης των αναγκών της αγοράς εργασίας – σε διασύνδεση με το πληροφοριακό σύστημα «Εργάνη» -αλλά και αξιολόγησης των ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης.  Για πρώτη φορά, θα αποτυπωθεί ο σφυγμός και οι ανάγκες της πραγματικής παραγωγής με απόλυτη αξιοπιστία, ώστε οι επόμενες ενεργητικές παρεμβάσεις να πιάνουν τόπο.   Συνεχίζουμε και ολοκληρώνουμε την αναδιάρθρωση του ΟΑΕΔ (reengineering) σε συνεργασία με τις αντίστοιχες Δημόσιες Υπηρεσίες Απασχόλησης της Γερμανίας, της Σουηδίας και του Ην. Βασιλείου,   ενώ συνδέουμε την εκπαίδευση με την εργασία, αναβαθμίζοντας το θεσμό της μαθητείας στο πρότυπο του διττού συστήματος (dual system) των προηγμένων κεντροευρωπαϊκών χωρών.

Για την καλύτερη σύζευξη της προσφοράς με τη ζήτηση εργασίας, δίνουμε έμφαση στην εξωστρέφεια του ΟΑΕΔ και τη δικτύωσή του με επιμελητήρια, πανεπιστήμια, Δήμους και άλλους φορείς προώθησης της απασχόλησης.  Για όλα αυτά, όμως, εκτιμώ ότι θα σας ενημερώσει με περισσότερες λεπτομέρειες ο Διοικητής του ΟΑΕΔ, ο κ. Αμπατζόγλου.   Τώρα, σε ό,τι αφορά στο πεδίο της κοινωνικής προστασίας.  Πρέπει να επισημάνω ότι προσπαθήσαμε να ισχυροποιήσουμε – ποσοτικά  και ποιοτικά - όσο το δυνατόν περισσότερο τις δράσεις κοινωνικής αλληλεγγύης.   Παράδειγμα, μέσα στα όρια των δημοσιονομικών μας δυνατοτήτων χορηγήσαμε ειδικό βοήθημα ανεργίας σε ελεύθερους επαγγελματίες που έκλεισαν την επιχείρησή τους.  Επεκτείναμε το επίδομα ανεργίας των μακροχρόνια ανέργων σε όλο το ηλικιακό φάσμα 20-66 ετών, διευρύνοντας τον αριθμό των δικαιούχων και τη σχετική δαπάνη.  Ωστόσο, πρέπει να παραδεχθούμε ότι δουλεύουμε πάνω σε ένα υφιστάμενο και αποσπασματικό σύστημα κοινωνικής προστασίας, το οποίο συχνά αποδεικνύεται διάτρητο και ανεπαρκές.   Και για αυτό χρειάζεται να διαμορφώσουμε απο την αρχή το κοινωνικό πρόσωπο της χώρας.   Να υφάνουμε ξανά - αυτή τη φορά σε στέρεες βάσεις με και με όρους δικαιοσύνης, διαφάνειας και αποτελεσματικότητας - έναν ισχυρό ιστό κοινωνικής προστασίας.   Χωρίς αποκλεισμούς, αδικίες και μικροπολιτικές προσεγγίσεις. Για αυτό το λόγο, εκτιμώ ότι μία απο τις μεγάλες μεταρρυθμιστικές τομές  που σύντομα γίνεται πραγματικότητα είναι η θεσμοθέτηση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος.   Γιατί πιστεύουμε ακράδαντα ότι η κοινωνική συνοχή και ηρεμία είναι όχι μόνο αποτέλεσμα,αλλά και ουσιαστικό προαπαιτούμενο της αναπτυξιακής επανεκκίνησης της οικονομίας.   Προσπάθησα να περιγράψω τους άξονες και τα κύρια πεδία παρέμβασης του υπουργείου Εργασίας για την την ανάσχεση της ανεργίας και την  αποτελεσματική προστασία εργαζομένων και ανέργων.     Κλείνοντας αυτή την – ελπίζω όχι κουραστική εισήγηση - θα ήθελα να τονίσω ότι η δημοσιονομική προσαρμογή από μόνη της δεν αποτελούσε και δεν αποτελεί τον αυτοσκοπό ή τον τελικό στόχο του προγράμματος  σωτηρίας της χώρας.   Ήταν το επώδυνο, δύσκολο, αλλά απαραίτητο ενδιάμεσο στάδιο για την αποκατάσταση της αξιοπιστίας της χώρας, για την έξοδό της από την κρίση.

Για να στηθεί ξανά από την αρχή η οικονομία, η παραγωγή, το κράτος και οι θεσμοί σε στέρεη, βιώσιμη και υγιή βάση.   Για να μη χρειαστεί ποτέ ξανά να βρεθούμε σε αυτή την κατάσταση.  Από εδώ και μπρος, λοιπόν, οφείλουμε να διοχετεύσουμε όλες μας τις  δυνάμεις στην ολοκλήρωση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και αλλαγών.   Χρειάζεται η ωρίμανση και το «δέσιμο» όσων αλλαγών έχουν ήδη γίνει, η αφομοίωσή τους από την αγορά και την οικονομία, ώστε να καταστούν λειτουργικές και αποτελεσματικές.   Με ψυχραιμία, κοινωνική συνεννόηση και αποφασιστικότητα. Τότε οι θυσίες των συμπολιτών μας θα πιάσουν «τόπο».  Δεν είμαι απο τους ανθρώπους που θα επιχειρήσουν τεχνητές ενέσεις  αισιοδοξίας.  Και μάλιστα σε μια διαμορφωμένη κατάσταση στην αγορά εργασίας που  όμοιά της δεν έχει γνωρίσει η Ελλάδα τα  τελευταία σαράντα χρόνια. Ωστόσο, όλα τα στοιχεία και οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι μέσα στο  2013  βιώσαμε τη δυσκολότερη φάση της απασχόλησης.  Τα πιο δύσκολα έχουν περάσει.  Δεν βρισκόμαστε πια στην αρχή του δρόμου, αμήχανοι και αδύναμοι, όπως  πριν λίγα χρόνια.  Φτάνουμε στο τέλος της διαδρομής πιο πλούσιοι από εμπειρίες, διδάγματα  και δύναμη.  Η επίτευξη του πρωτογενούς πλεονάσματος και η σταδιακή εξάλειψη των  δίδυμων ελλειμμάτων είναι μια σημαντική κατάκτηση. Δεν είναι καθόλου μακριά η στιγμή που η ελληνική οικονομία, πιο δυναμική  από ποτέ, θα αρχίσει ξανά να «γεννά» νέες θέσεις εργασίας, εισοδήματα και ευημερία.  Και τα άμεσα διλήμματα που τίθενται, μιας και σε λίγους μήνες έχουμε τις Ευρωεκλογές είναι αυτονόητα.  Θα αναμετρηθεί η ευρωπαϊκή προοπτική και σταθερότητα απέναντι στα «μέσα – έξω» και τα λόγια του αέρα. Θα αναμετρηθεί ο λαϊκισμός με τη σοβαρότητα και υπευθυνότητα.  Είμαι σίγουρος για την επιλογή, γιατί έχω εμπιστοσύνη στο κριτήριο της  ελληνικής κοινωνίας».