«Στο πεδίο των συντάξεων του Δημοσίου έχουμε ξεκινήσει στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, από το καλοκαίρι του 2012, μια προσπάθεια με συγκεκριμένες νομοθετικές πρωτοβουλίες και διοικητικές πράξεις, επιδιώκοντας τόσο την εξυγίανση και την ενίσχυση της αποδοτικότητας του εν λόγω πεδίου, όσο και τη βελτίωση της καθημερινότητας για πολλούς συμπατριώτες μας.
Και υπάρχουν ήδη μετρήσιμα και απτά αποτελέσματα αυτή της προσπάθειας.
Συγκεκριμένα:

1ον. Καταβλήθηκε εχθές, Τετάρτη 10 Ιουλίου, και σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα, η προκαταβολή σύνταξης για τον Ιούλιο σε 1.126 υπαλλήλους του Δημοσίου που εξήλθαν της υπηρεσίας μετά το Μάρτιο του 2013 και εφόσον ικανοποιούνται οι οριζόμενες από το Νόμο προϋποθέσεις.
Δηλαδή, η υλοποίηση της προκαταβολής σύνταξης, 50% του βασικού μισθού που ελάμβαναν κατά την 31η Οκτωβρίου 2011, συνεχίζεται ομαλά και με εντατικό ρυθμό.
Εφεξής, λοιπόν, την 10η μέρα κάθε μήνα θα πιστώνεται στους λογαριασμούς των εξερχομένων της υπηρεσίας δικαιούχων η προβλεπόμενη προκαταβολή σύνταξης μέσω της Ενιαίας Αρχής Πληρωμών.
Σημειώνεται, για ακόμα μία φορά, ότι πρόκειται για συνταξιοδοτική ρύθμιση που είναι πέραν των δεσμεύσεων της χώρας έναντι των εταίρων και δανειστών μας, επιδιώκοντας την έμπρακτη στήριξη της καθημερινότητας μεγάλης μερίδας των συμπολιτών μας.

2ον. Συνεχίζεται η προσπάθεια από τις υπηρεσίες του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους για την περαιτέρω σύντμηση του χρόνου απονομής της σύνταξης των δικαιούχων που έχουν καταθέσει σχετική αίτηση πριν από το Μάρτιο του 2013, ώστε να λάβουν το συντομότερο δυνατόν το σύνολο της σύνταξης που δικαιούνται.
Αποτέλεσμα της εν λόγω προσπάθειας, και, ειδικότερα, της προόδου που έχει συντελεστεί τον τελευταίο μήνα είναι να έχει μειωθεί, μεσοσταθμικά, η χρονική διάρκεια για την απονομή της σύνταξης από τους 11 – 12 μήνες το καλοκαίρι του 2012 στους 5 – 6 μήνες κατά την τρέχουσα περίοδο.
Παράλληλα, με βάση τα τρέχοντα δεδομένα, υπολογίζεται από τις υπηρεσίες ότι μέχρι τον Αύγουστο θα έχουν συρρικνωθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό οι εκκρεμότητες προς τους δικαιούχους που έχουν καταθέσει αίτηση συνταξιοδότησης πριν το Μάρτιο του 2013, αλλά και θα έχουν πολλαπλασιαστεί οι πολίτες που θα λαμβάνουν προκαταβολή σύνταξης, διευθετώντας ουσιαστικά το πρόβλημα του μεγάλου εισοδηματικού κενού που αντιμετώπιζαν τα τελευταία χρόνια οι συνταξιούχοι του Δημοσίου.

3ον. Προχωρά, με εντατικούς ρυθμούς, η διαδικασία εξακρίβωσης των πραγματικά δικαιούχων συνταξιούχων και αποκατάστασης δικαιοσύνης, αξιοποιώντας τα στοιχεία της απογραφής που ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο του 2012.
Με βάση τα στοιχεία της εν λόγω διαδικασίας, μέχρι και το τέλος Ιουνίου 2013:
•    Οι μη απογραφέντες συνταξιούχοι του Δημοσίου ανέρχονταν σε 1.996, στους οποίους έχει διακοπεί η καταβολή των συντάξεων τους σύμφωνα με τις διατάξεις του Π.Δ. 169/2007 (ΦΕΚ Α’ 210, 31.08.2007).
Η έρευνα συνεχίζεται μέχρι και σήμερα για τον εντοπισμό, περίπτωση προς περίπτωση, των 1.996 μη καταγραφέντων συνταξιούχων.
•    Το ποσό των αχρεωστήτως καταβληθεισών συντάξεων ανέρχονταν σε 33.653.571 ευρώ, εκ των οποίων ύστερα από την αναζήτηση των αρμοδίων υπηρεσιών βρέθηκαν τα 17.410.214 ευρώ.
•    Για το υπόλοιπο ποσό των 16.243.357 ευρώ, η αναζήτηση συνεχίζεται από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
•    Κατά τη διαδικασία της απογραφής, προέκυψε ότι σε 2.628 περιπτώσεις συνταξιούχων που είχαν αποβιώσει, η σύνταξη καταβάλλονταν κανονικά μετά το θάνατο τους και για διάστημα μεγαλύτερο των 6 μηνών από την ημερομηνία διαγραφής τους από τις αρμόδιες υπηρεσίες.
Από αυτές, έχουν εντοπιστεί μέχρι στιγμής 149 περιπτώσεις με οφειλόμενα ποσά άνω των 30.000 ευρώ έκαστη, για τις οποίες δεν είχε γίνει η επιβεβλημένη ενημέρωση των Υπηρεσιών για να προβούν στη διακοπή καταβολής της σύνταξης, ενώ δεν βρέθηκε και το ποσό των 10.569.347 ευρώ που είχε κατατεθεί στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς.
Οι περιπτώσεις αυτές έχουν παραπεμφθεί στις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες.
Το δημοσιονομικό όφελος που προκύπτει από την  διαδικασία διαγραφής των θανόντων συνταξιούχων ανέρχεται σε 831.535 ευρώ ανά μήνα.

Τα αποτελέσματα αυτά, σε καμία περίπτωση δεν δύναται να αποτελέσουν αφορμή εφησυχασμού.
Αντιθέτως, συνιστούν έναυσμα εντατικοποίησης της προσπάθειας, ώστε να βελτιωθεί περαιτέρω η καθημερινότητα των συμπολιτών μας σε ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο πεδίο, όπως αυτό των συντάξεων.»