ΠΟΛ. 1228 / 04.10.2013
Θέμα: Έναρξη ή μεταβολή εργασιών λογιστή φοροτεχνικού χωρίς την προσκόμιση επαγγελματικής ταυτότητας σε ισχύ.
Σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις περί της άσκησης της δραστηριότητας λογιστή φοροτεχνικού, δεν προβλέπεται πλέον, η προσκόμιση στη Δ.Ο.Υ., της άδειας άσκησης επαγγέλματος λογιστή φοροτεχνικού ή της επαγγελματικής του ταυτότητας, ως προαπαιτούμενο δικαιολογητικό για τη χορήγηση της βεβαίωσης έναρξης ή μεταβολής εργασιών σε λογιστή φοροτεχνικό.
Κατόπιν των ανωτέρω, παύουν να ισχύουν οι οδηγίες που έχουν δοθεί στις Δ.Ο.Υ. με τις παρακάτω εγκυκλίους :
1. « Πίνακας Κωδικών Αριθμών Δραστηριοτήτων που εμπίπτουν στις διατάξεις του Π.Δ. 340/1998 όπως ισχύει»
2. , «Επαγγελματική ταυτότητα λογιστή φοροτεχνικού»
3. , «Ανάκληση αδειών άσκησης επαγγέλματος λογιστή φοροτεχνικού»
4. , «Έναρξη εργασιών σε λογιστή φοροτεχνικό»
5. Η παράγραφος « Β' Δ/νση Μητρώου » της με αριθμ. πρωτ. 1040521/822/Α0012/9-4-2002 εγκυκλίου « Εφαρμογή των διατάξεων του του (ΦΕΚ 285 Α') σχετικά με την υποχρέωση υπογραφής δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος από λογιστή - φοροτεχνικό».
Σχετική νομοθεσία:
Ν. 2873/2000 : Φορολογικές ελαφρύνσεις και απλουστεύσεις και άλλες διατάξεις
Ν. 2873/2000 άρθ.38. : Ρυθμίσεις θεμάτων λογιστών-φοροτεχνικών
Άρθ.38. Παρ.1. : Στις περιπτώσεις των παραγράφων 4, 5, 6 και 7 του άρθρου 13 του ν. 2771/1999 (ΦΕΚ 280 Α') για την απόκτηση της άδειας ασκήσεως επαγγέλματος λογιστή φοροτεχνικού λαμβάνεται υπόψη και η προϋπηρεσία που έχει αποκτηθεί και στο Δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα.
Άρθ.38. Παρ.2. : Οι επιτηδευματίες, καθώς και οι κοινοπραξίες ή κοινωνίες επιτηδευματιών, κατά τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 2 του π.δ. 186/1992, οι οποίοι: α) τηρούν βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ. ή β) τηρούν βιβλία δεύτερης κατηγορίας του Κ.Β.Σ. και κατά την προηγούμενη διαχειριστική περίοδο έχουν πραγματοποιήσει ακαθάριστα έσοδα: αα) πάνω από εκατό χιλιάδες (100.000,00) ευρώ, αν πρόκειται για εμπορική ή μικτή επιχείρηση, ββ) πάνω από πενήντα χιλιάδες (50.000,00) ευρώ, αν πρόκειται για επιτηδευματία που ασκεί εμπορική επιχείρηση παροχής υπηρεσιών ή ελευθέριο επάγγελμα, υποβάλλουν τις κάθε είδους δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και φόρου προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.), αρχικές, συμπληρωματικές, τροποποιητικές, περιοδικές και εκκαθαριστικές, αφού προηγουμένως έχουν υπογραφεί και από λογιστή φοροτεχνικό, κάτοχο της σχετικής άδειας ασκήσεως επαγγέλματος.
Άρθ.38. Παρ.3. : Ο λογιστής φοροτεχνικός είναι υπεύθυνος για την ορθή μεταφορά των οικονομικών δεδομένων από τα στοιχεία στα βιβλία, για την ακρίβεια των δηλώσεων ως προς τη συμφωνία αυτών με τα φορολογικά και οικονομικά δεδομένα που προκύπτουν από τα τηρούμενα βιβλία. Επίσης, είναι υπεύθυνος για την ορθή φορολογική αναμόρφωση των αποτελεσμάτων με τις δαπάνες που δεν αναγνωρίζονται και τις οποίες παραθέτει αναλυτικά σε κατάσταση που συνυποβάλλεται με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος. Το περιεχόμενο της κατάστασης αυτής υπόκειται σε έλεγχο σύμφωνα με το άρθρο 66 του Κ.Φ.Ε. Τέλος, με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος δηλώνεται ότι κατά τη διαρρεύσασα διαχειριστική περίοδο έχουν υποβληθεί ορθά όλες οι δηλώσεις παρακρατούμενου φόρου εισοδήματος και απόδοσης των έμμεσων φόρων.
Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής, ο λογιστής φοροτεχνικός υπογράφει τις δηλώσεις της παραγράφου 2, καθώς και τα συνυποβαλλόμενα έντυπα ή καταστάσεις, όπως αυτά καθορίζονται κάθε φορά με τις οικείες αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών. Επίσης, κατά την υποβολή των δηλώσεων οι λογιστές φοροτεχνικοί αναγράφουν υποχρεωτικά το ονοματεπώνυμο, τη διεύθυνση κατοικίας τους ή της έδρας του επαγγέλματός τους, κατά περίπτωση, τον Α.Φ.Μ., την αρμόδια Δ.Ο.Υ για τη φορολογία τους, τον αριθμό μητρώου της άδειας άσκησης επαγγέλματός τους και την κατηγορία της άδειάς τους.
Άρθ.38. Παρ.4. : Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται ο χρόνος έναρξης της υπογραφής των δηλώσεων από λογιστή φοροτεχνικό, οι κατηγορίες των υπόχρεων, η ακριβής εξειδίκευση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, Φ.Π.Α. και των συνυποβαλλόμενων εντύπων και καταστάσεων, ο τρόπος υποβολής αυτών, τα απαιτούμενα στοιχεία του υπογράφοντος λογιστή φοροτεχνικού, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Με τις ίδιες αποφάσεις, για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 2, δύνανται να αυξομειώνονται τα ποσά των ακαθαρίστων εσόδων που αναφέρονται σε αυτήν.
Άρθ.38. Παρ. 5 : Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του άρθρου αυτού και των υπουργικών αποφάσεων που θα εκδοθούν κατ' εξουσιοδότηση του παρόντος προβλέπονται οι ακόλουθες κυρώσεις:
α) Για τους υπόχρεους επιτηδευματίες αυτοτελές πρόστιμο, κατά τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου του άρθρου 4 του ν. 2523/1997.
Αν ο υπόχρεος κατά του οποίου έχει εκδοθεί πράξη επιβολής προστίμου, μετά την κοινοποίηση αυτής, υποπέσει πάλι σε όμοια παράβαση, κατά την ίδια χρήση, το προβλεπόμενο πρόστιμο μπορεί να ανέλθει μέχρι το διπλάσιο του ανώτατου ορίου.
β) Για τους υπεύθυνους σύνταξης των δηλώσεων επιβάλλεται πρόστιμο της τάξεων του πρώτου εδαφίου του άρθρου 4 του ν. 2523/1997 μέχρι το διπλάσιο του ανώτατου ορίου, αν οι δηλώσεις είναι ανακριβείς σε σχέση με τα προκύπτοντα από τα βιβλία και στοιχεία δεδομένα και ο υπόχρεος επιτηδευματίας, συνεπεία αυτής της ανακρίβειας, δεν απέδωσε ή απέδωσε ανακριβώς φόρο ή έλαβε επιστροφή ποσού πάνω από πέντε τοις εκατό (5%) του προκύπτοντος φόρου, ο οποίος υπερβαίνει σε κάθε περίπτωση το ποσό των διακοσίων χιλιάδων (200.000) δραχμών. Το πρόστιμο αυτό είναι αυτοτελές ανά δήλωση.
Άρθ.38. Παρ.6. : Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 7 του ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α') προστίθενται τρία νέα εδάφια ως εξής:
«Επίσης οι εταιρείες της προηγούμενης παραγράφου, που ο ετήσιος κύκλος εργασιών τους υπερβαίνει το ποσό των τριών (3) δισεκατομμυρίων δραχμών, υποχρεούνται να υπολογίζουν εσωλογιστικά, σε μηνιαία ή τριμηνιαία βάση, το λειτουργικό κόστος, το κόστος παραγωγής και τα αναλυτικά αποτελέσματα.
Οι εταιρείες οι οποίες δεν υποχρεούνται με τις διατάξεις του άρθρου 8 του Κ.Β.Σ. (π.δ. 186/1992) στην τήρηση βιβλίου αποθήκης, είτε με αποφάσεις της Επιτροπής Λογιστικών Βιβλίων (άρθρο 37 Κ.Β.Σ.) έχει δοθεί πλήρης ή μερική απαλλαγή από την τήρηση του βιβλίου αποθήκης κατά την εξαγωγή, καθώς και οι εταιρείες των οποίων ο ετήσιος κύκλος εργασιών τους δεν υπερβαίνει τα τρία (3) δισεκατομμύρια δραχμές, απαλλάσσονται από την ενημέρωση των λογαριασμών της αναλυτικής λογιστικής σε μηνιαία ή τριμηνιαία βάση και υπολογίζουν εσωλογιστικά το κόστος (λειτουργικό και παραγωγής) και τα αναλυτικά αποτελέσματα μόνο στο τέλος της χρήσης. Ειδικές διατάξεις της χρηματιστηριακής νομοθεσίας, που επιβάλλουν πρόσθετες υποχρεώσεις στις εταιρείες των οποίων οι μετοχές είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών, κατισχύουν των διατάξεων των δύο προηγούμενων εδαφίων. Οι επιχειρήσεις αυτές, εφόσον δεν τηρούν βιβλίο αποθήκης κατά την εξαγωγή, θα υπολογίζουν εσωλογιστικά το κόστος και τα αναλυτικά αποτελέσματα με διενέργεια τριμηνιαίων απογραφών.»
Άρθ.38. Παρ.7. : Η ισχύς των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει από 1ης Ιανουαρίου 2001.
Άρθ.38. Παρ. 8. : Από 1ης Ιανουαρίου 2006 παύουν να ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου αυτού για το φόρο προστιθέμενης αξίας.
Κατόπιν τούτου και μέχρι την ολοκλήρωση της διασύνδεσης των μητρώων λογιστών φοροτεχνικών και Νομικών Προσώπων λογιστικών φοροτεχνικών υπηρεσιών του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας με το αρχείο που τηρείται στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών και αφορά στους λογιστές φοροτεχνικούς που μπορούν να υποβάλλουν ηλεκτρονικά δηλώσεις, τα φυσικά πρόσωπα που προσέρχονται στη Δ.Ο.Υ. για να υποβάλλουν δήλωση έναρξης/μεταβολής εργασιών, δηλώνοντας τη δραστηριότητα λογιστή φοροτεχνικού, υποχρεούνται πλέον να προσκομίζουν, στη θέση του επικυρωμένου αντιγράφου άδειας λογιστή φοροτεχνικού, επαγγελματική ταυτότητα σε ισχύ.)
Συνεπώς, τα φυσικά πρόσωπα που προσέρχονται στη Δ.Ο.Υ. για να υποβάλλουν δήλωση έναρξης εργασιών, δηλώνοντας την εν λόγω δραστηριότητα, υποχρεούνται να προσκομίζουν το επικυρωμένο αντίγραφο αδείας λογιστή φοροτεχνικού)
Άρθ.38. Παρ.1. : Στις περιπτώσεις των παραγράφων 4, 5, 6 και 7 του άρθρου 13 του ν. 2771/1999 (ΦΕΚ 280 Α') για την απόκτηση της άδειας ασκήσεως επαγγέλματος λογιστή φοροτεχνικού λαμβάνεται υπόψη και η προϋπηρεσία που έχει αποκτηθεί και στο Δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα.
Άρθ.38. Παρ.2. : Οι επιτηδευματίες, καθώς και οι κοινοπραξίες ή κοινωνίες επιτηδευματιών, κατά τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 2 του π.δ. 186/1992, οι οποίοι: α) τηρούν βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ. ή β) τηρούν βιβλία δεύτερης κατηγορίας του Κ.Β.Σ. και κατά την προηγούμενη διαχειριστική περίοδο έχουν πραγματοποιήσει ακαθάριστα έσοδα: αα) πάνω από εκατό χιλιάδες (100.000,00) ευρώ, αν πρόκειται για εμπορική ή μικτή επιχείρηση, ββ) πάνω από πενήντα χιλιάδες (50.000,00) ευρώ, αν πρόκειται για επιτηδευματία που ασκεί εμπορική επιχείρηση παροχής υπηρεσιών ή ελευθέριο επάγγελμα, υποβάλλουν τις κάθε είδους δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και φόρου προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.), αρχικές, συμπληρωματικές, τροποποιητικές, περιοδικές και εκκαθαριστικές, αφού προηγουμένως έχουν υπογραφεί και από λογιστή φοροτεχνικό, κάτοχο της σχετικής άδειας ασκήσεως επαγγέλματος.
Άρθ.38. Παρ.3. : Ο λογιστής φοροτεχνικός είναι υπεύθυνος για την ορθή μεταφορά των οικονομικών δεδομένων από τα στοιχεία στα βιβλία, για την ακρίβεια των δηλώσεων ως προς τη συμφωνία αυτών με τα φορολογικά και οικονομικά δεδομένα που προκύπτουν από τα τηρούμενα βιβλία. Επίσης, είναι υπεύθυνος για την ορθή φορολογική αναμόρφωση των αποτελεσμάτων με τις δαπάνες που δεν αναγνωρίζονται και τις οποίες παραθέτει αναλυτικά σε κατάσταση που συνυποβάλλεται με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος. Το περιεχόμενο της κατάστασης αυτής υπόκειται σε έλεγχο σύμφωνα με το άρθρο 66 του Κ.Φ.Ε. Τέλος, με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος δηλώνεται ότι κατά τη διαρρεύσασα διαχειριστική περίοδο έχουν υποβληθεί ορθά όλες οι δηλώσεις παρακρατούμενου φόρου εισοδήματος και απόδοσης των έμμεσων φόρων.
Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής, ο λογιστής φοροτεχνικός υπογράφει τις δηλώσεις της παραγράφου 2, καθώς και τα συνυποβαλλόμενα έντυπα ή καταστάσεις, όπως αυτά καθορίζονται κάθε φορά με τις οικείες αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών. Επίσης, κατά την υποβολή των δηλώσεων οι λογιστές φοροτεχνικοί αναγράφουν υποχρεωτικά το ονοματεπώνυμο, τη διεύθυνση κατοικίας τους ή της έδρας του επαγγέλματός τους, κατά περίπτωση, τον Α.Φ.Μ., την αρμόδια Δ.Ο.Υ για τη φορολογία τους, τον αριθμό μητρώου της άδειας άσκησης επαγγέλματός τους και την κατηγορία της άδειάς τους.
Άρθ.38. Παρ.4. : Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται ο χρόνος έναρξης της υπογραφής των δηλώσεων από λογιστή φοροτεχνικό, οι κατηγορίες των υπόχρεων, η ακριβής εξειδίκευση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, Φ.Π.Α. και των συνυποβαλλόμενων εντύπων και καταστάσεων, ο τρόπος υποβολής αυτών, τα απαιτούμενα στοιχεία του υπογράφοντος λογιστή φοροτεχνικού, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Με τις ίδιες αποφάσεις, για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 2, δύνανται να αυξομειώνονται τα ποσά των ακαθαρίστων εσόδων που αναφέρονται σε αυτήν.
Άρθ.38. Παρ. 5 : Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του άρθρου αυτού και των υπουργικών αποφάσεων που θα εκδοθούν κατ' εξουσιοδότηση του παρόντος προβλέπονται οι ακόλουθες κυρώσεις:
α) Για τους υπόχρεους επιτηδευματίες αυτοτελές πρόστιμο, κατά τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου του άρθρου 4 του ν. 2523/1997.
Αν ο υπόχρεος κατά του οποίου έχει εκδοθεί πράξη επιβολής προστίμου, μετά την κοινοποίηση αυτής, υποπέσει πάλι σε όμοια παράβαση, κατά την ίδια χρήση, το προβλεπόμενο πρόστιμο μπορεί να ανέλθει μέχρι το διπλάσιο του ανώτατου ορίου.
β) Για τους υπεύθυνους σύνταξης των δηλώσεων επιβάλλεται πρόστιμο της τάξεων του πρώτου εδαφίου του άρθρου 4 του ν. 2523/1997 μέχρι το διπλάσιο του ανώτατου ορίου, αν οι δηλώσεις είναι ανακριβείς σε σχέση με τα προκύπτοντα από τα βιβλία και στοιχεία δεδομένα και ο υπόχρεος επιτηδευματίας, συνεπεία αυτής της ανακρίβειας, δεν απέδωσε ή απέδωσε ανακριβώς φόρο ή έλαβε επιστροφή ποσού πάνω από πέντε τοις εκατό (5%) του προκύπτοντος φόρου, ο οποίος υπερβαίνει σε κάθε περίπτωση το ποσό των διακοσίων χιλιάδων (200.000) δραχμών. Το πρόστιμο αυτό είναι αυτοτελές ανά δήλωση.
Άρθ.38. Παρ.6. : Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 7 του ν. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α') προστίθενται τρία νέα εδάφια ως εξής:
«Επίσης οι εταιρείες της προηγούμενης παραγράφου, που ο ετήσιος κύκλος εργασιών τους υπερβαίνει το ποσό των τριών (3) δισεκατομμυρίων δραχμών, υποχρεούνται να υπολογίζουν εσωλογιστικά, σε μηνιαία ή τριμηνιαία βάση, το λειτουργικό κόστος, το κόστος παραγωγής και τα αναλυτικά αποτελέσματα.
Οι εταιρείες οι οποίες δεν υποχρεούνται με τις διατάξεις του άρθρου 8 του Κ.Β.Σ. (π.δ. 186/1992) στην τήρηση βιβλίου αποθήκης, είτε με αποφάσεις της Επιτροπής Λογιστικών Βιβλίων (άρθρο 37 Κ.Β.Σ.) έχει δοθεί πλήρης ή μερική απαλλαγή από την τήρηση του βιβλίου αποθήκης κατά την εξαγωγή, καθώς και οι εταιρείες των οποίων ο ετήσιος κύκλος εργασιών τους δεν υπερβαίνει τα τρία (3) δισεκατομμύρια δραχμές, απαλλάσσονται από την ενημέρωση των λογαριασμών της αναλυτικής λογιστικής σε μηνιαία ή τριμηνιαία βάση και υπολογίζουν εσωλογιστικά το κόστος (λειτουργικό και παραγωγής) και τα αναλυτικά αποτελέσματα μόνο στο τέλος της χρήσης. Ειδικές διατάξεις της χρηματιστηριακής νομοθεσίας, που επιβάλλουν πρόσθετες υποχρεώσεις στις εταιρείες των οποίων οι μετοχές είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών, κατισχύουν των διατάξεων των δύο προηγούμενων εδαφίων. Οι επιχειρήσεις αυτές, εφόσον δεν τηρούν βιβλίο αποθήκης κατά την εξαγωγή, θα υπολογίζουν εσωλογιστικά το κόστος και τα αναλυτικά αποτελέσματα με διενέργεια τριμηνιαίων απογραφών.»
Άρθ.38. Παρ.7. : Η ισχύς των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου αρχίζει από 1ης Ιανουαρίου 2001.
άρθ.38. Παρ. 8. : Από 1ης Ιανουαρίου 2006 παύουν να ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου αυτού για το φόρο προστιθέμενης αξίας.</span>