Σχετική νομοθεσία :
Ν. 4046/2012 : Έγκριση των Σχεδίων Συμβάσεων Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης μεταξύ του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Ε.Τ.Χ.Σ.), της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Τράπεζας της Ελλάδος, του Σχεδίου του Μνημονίου
Ν. 4093/2012 : Έγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013−2016. Επείγοντα μέτρα εφαρμογής του Ν. 4046/2012 και του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Πολιτικής 2013−2016
Ν. 4093/2012., Παρ.Ε' : Ρυθμίσεις για γα δημόσια έσοδα, τη φορολογική απεικόνιση των συναλλαγών και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Οικονομικών
Ν. 4093/2012., Παρ.Ε'1 :Κώδικας φορολογικής απεικόνισης συναλλαγών και λοιπές φορολογικές διατάξεις
1. Ο Κώδικας Βιβλίων και Στοιχείων (Π.Δ.186/1992, Α' 84), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, καταργείται και αντικαθίσταται με τον Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών που έχει ως εξής:
«ΚΩΔΙΚΑΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ
Άρθρο 1
Υπόχρεοι απεικόνισης συναλλαγών
1. Κάθε ημεδαπό πρόσωπο των παραγράφων 1 και 4 του άρθρου 2 και των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 101 του ν. 2238/1994 κοινοπραξία, κοινωνία ή νομική οντότητα που ασκεί δραστηριότητα στην ελληνική επικράτεια και αποβλέπει στην απόκτηση εισοδήματος από εμπορική ή βιομηχανική ή βιοτεχνική ή γεωργική επιχείρηση ή από ελευθέριο επάγγελμα ή από οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση, καθώς και οι αστικές κερδοσκοπικές ή μη εταιρείες, έχει τις υποχρεώσεις του παρόντος νόμου σχετικά με την τήρηση βιβλίων, έκδοση στοιχείων και υποβολή δεδομένων για διασταύρωση.
2. Τις υποχρεώσεις της προηγουμένης παραγράφου έχει και κάθε αλλοδαπό πρόσωπο ή νομική οντότητα που αποκτά πραγματική-φυσική επαγγελματική εγκατάσταση στην ελληνική επικράτεια ή ασκεί δραστηριότητα στην ελληνική επικράτεια αποβλέποντας στην απόκτηση εισοδήματος από εμπορική ή βιομηχανική ή βιοτεχνική ή γεωργική επιχείρηση ή από ελευθέριο επάγγελμα ή από οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση. Εξαιρετικά, τις υποχρεώσεις αυτές έχει και κάθε αλλοδαπό νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που δεν έχει εγκατάσταση στην ελληνική επικράτεια, εφόσον ανεγείρει ακίνητο κυριότητάς της εντός της ελληνικής επικράτειας ή πραγματοποιεί σε τέτοιο ακίνητο προσθήκες ή επεκτάσεις. Τα αναφερόμενα στο προηγούμενο εδάφιο δεν ισχύουν για τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 3.
Άρθρο 2
Τρόπος απεικόνισης συναλλαγών
1. Από την απεικόνιση των συναλλαγών στα βιβλία και από τα στοιχεία πρέπει να προκύπτουν συγκεντρωτικά και αναλυτικά στοιχεία των καταχωρήσεων και να υποστηρίζονται αυτές, ώστε να είναι ευχερής η αναλυτική πληροφόρηση και εφικτή η επαλήθευση αυτών από τον φορολογικό έλεγχο, για τις ανάγκες όλων των φορολογικών αντικειμένων.
2. Τα βιβλία και τα στοιχεία τηρούνται στην ελληνική γλώσσα και στο ευρώ, εκτός αν έχει νομίμως επιτραπεί η τήρηση αυτών κατ' άλλον τρόπο. Τα στοιχεία που εκδίδονται για συναλλαγές με το εξωτερικό επιτρέπεται να διατυπώνονται σε ξένη γλώσσα και να αναγράφεται σε αυτά το ξένο νόμισμα στο οποίο γίνεται η συναλλαγή.
Ειδικά, τα τιμολόγια και τα στοιχεία που επέχουν θέση τιμολογίου συνενωμένα ή μη με στοιχεία διακίνησης μπορεί να εκφράζονται σε ξένη γλώσσα για συναλλαγές και στο εσωτερικό της χώρας. Η φορολογική αρχή δικαιούται, για ορισμένους υπόχρεους απεικόνισης συναλλαγών ή σε ορισμένες περιπτώσεις, να ζητά για λόγους ελέγχου, μετάφραση των στοιχείων που εκφράζονται σε ξένη γλώσσα, τα οποία προσκομίζονται μεταφρασμένα εντός ευλόγου προθεσμίας, η οποία τίθεται από την φορολογική αρχή. Τα ποσά που αναφέρονται στα ανωτέρω στοιχεία είναι δυνατόν να εκφράζονται σε οποιοδήποτε νόμισμα, υπό την προϋπόθεση ότι το ποσό του οφειλόμενου φόρου εκφράζεται στο εθνικό νόμισμα του κράτους-μέλους στο οποίο πραγματοποιείται η παράδοση των αγαθών ή η παροχή των υπηρεσιών με τη χρήση του μηχανισμού μετατροπής που προβλέπεται στο άρθρο 91 της Οδηγίας 2006/112/ΕΕ.
3. Κάθε εγγραφή στα βιβλία, που αφορά συναλλαγή ή άλλη πράξη του υπόχρεου, πρέπει να στηρίζεται σε στοιχεία που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου ή σε δημόσια έγγραφα ή σε άλλα πρόσφορα αποδεικτικά στοιχεία.
4. Μηχανογραφικές καταστάσεις ή βεβαιώσεις, σε έγγραφη ή μαγνητική μορφή, οι οποίες εκδίδονται ή παράγονται από τράπεζες ή άλλους πιστωτικούς οργανισμούς και πιστοποιούν την πραγματοποίηση από αυτές εισπράξεων ή πληρωμών για λογαριασμό του Δημοσίου, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή ασφαλιστικών οργανισμών, επέχουν θέση παραστατικών εγγράφων των δοσοληψιών που αναφέρονται σε αυτές.
5. Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, ως «ηλεκτρονικό τιμολόγιο» νοείται το τιμολόγιο που περιέχει τις απαιτούμενες σύμφωνα με τον παρόντα νόμο πληροφορίες και το οποίο εκδίδεται και λαμβάνεται σε οποιαδήποτε ηλεκτρονική μορφή. Η χρήση ηλεκτρονικού τιμολογίου υπόκειται στην αποδοχή του αποκτώντος τα αγαθά ή του λήπτη των υπηρεσιών.
Η αυθεντικότητα της προέλευσης, η ακεραιότητα του περιεχομένου και η αναγνωσιμότητα των τιμολογίων, σε χαρτί ή σε ηλεκτρονική μορφή, διασφαλίζεται από τη χρονική στιγμή της έκδοσής τους έως τη λήξη της περιόδου φύλαξής τους. Κάθε υπόχρεος ορίζει τον τρόπο διασφάλισης της αυθεντικότητας της προέλευσης, της ακεραιότητας του περιεχομένου και της αναγνωσιμότητάς του με κάθε πρόσφορο τρόπο ο οποίος διασφαλίζει την αξιοπιστία της διαδρομής μεταξύ τιμολογίου και παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών. Με τον όρο «αυθεντικότητα της προέλευσης» νοείται η διασφάλιση της ταυτότητας του προμηθευτή ή του εκδότη του τιμολογίου. Με τον όρο «ακεραιότητα του περιεχομένου» νοείται ότι το περιεχόμενο που απαιτείται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία δεν έχει αλλοιωθεί.
Για την υλοποίηση των προαναφερομένων η αυθεντικότητα της προέλευσης και η ακεραιότητα του περιεχομένου ενός ηλεκτρονικού τιμολογίου, θεωρείται ότι διασφαλίζεται με τους πιο κάτω ενδεικτικά αναφερόμενους τρόπους:
α) Προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του π.δ. 150/2001 (Α' 125).
β) Ηλεκτρονική ανταλλαγή δεδομένων (EDI), όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 της σύστασης 1994/820/Ε.Κ. της Επιτροπής, της 19ης Οκτωβρίου 1994 (Επίσημη Εφημερίδα Ε.Κ. EL 388/28.12.1994), εφόσον η συμφωνία σχετικά με αυτή την ανταλλαγή προβλέπει τη χρησιμοποίηση διαδικασιών που να εξασφαλίζουν τη γνησιότητα της προέλευσης και την ακεραιότητα των δεδομένων.
γ) Σήμανση με τη χρήση ειδικών ασφαλών διατάξεων σήμανσης του ν. 1809/1988.
Στην περίπτωση που πλήθος τιμολογίων αποστέλλεται ή τίθεται στη διάθεση του ίδιου αποκτώντος αγαθά ή λήπτη υπηρεσιών, οι κοινές ενδείξεις στα διάφορα τιμολόγια είναι δυνατόν να παρατίθενται μία μόνο φορά, όταν είναι δυνατή η πρόσβαση στο σύνολο των πληροφοριών κάθε τιμολογίου.
Ειδικά, για συναλλαγές με ιδιώτες το αντίτυπο των φορολογικών στοιχείων ή παραστατικών που προορίζεται για τον πελάτη, μπορεί να μην αποστέλλεται σε χαρτί, εφόσον ο πελάτης αποδέχεται τη λήψη ηλεκτρονικών αρχείων, τα οποία περιέχουν όλα τα δεδομένα και τις ενδείξεις που αποτυπώνονται στο στέλεχος ή το ηλεκτρονικό αρχείο του εκδότη των στοιχείων.
6. Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών μπορεί να συγχωνεύει ή συνενώνει οποιοδήποτε βιβλίο ή βιβλία, στοιχείο ή στοιχεία, βιβλίο και στοιχείο ή βιβλία και στοιχεία σε άλλο, με την προϋπόθεση ότι από το βιβλίο ή το στοιχείο που προκύπτει από τη συγχώνευση ή τη συνένωση παρέχονται τουλάχιστον τα δεδομένα των συγχωνευομένων ή συνενωμένων βιβλίων ή στοιχείων. Επί συνένωσης βιβλίου με στοιχείο το βιβλίο μπορεί να τηρείται σε περισσότερα του ενός αντίτυπα.
7. Σε περίπτωση βλάβης μηχανήματος ή γενικά μη λειτουργίας του λογισμικού παρατείνεται η προθεσμία ενημέρωσης των βιβλίων με εξαίρεση της αναλυτικής πληροφόρησης της παραγράφου 23 του άρθρου 4. Η παράταση αυτή δεν μπορεί να υπερβεί την προθεσμία υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.
8. Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών που χρησιμοποιεί ηλεκτρονικό υπολογιστή (Η/Υ) για την τήρηση των βιβλίων ή την έκδοση των στοιχείων υποχρεούται να θέτει στη διάθεση του προϊσταμένου της Δ.Ο. Υ., το κατάλληλο προσωπικό για τη χρήση του λογισμικού της επιχείρησης, για όσο χρόνο απαιτηθεί, κατά τη διάρκεια του ελέγχου και να επιτρέπει, σε συνεργείο ελέγχου που συμμετέχει και υπάλληλος με ειδικότητα πληροφορικής, την απευθείας λήψη οποιουδήποτε στοιχείου ή πληροφορίας από τα αρχεία του ηλεκτρονικού υπολογιστή. Επίσης, υποχρεούται να παρέχει κάθε πληροφορία στον φορολογικό έλεγχο σχετικά με τις εφαρμογές λογισμικού που αναφέρονται τουλάχιστον στην εφαρμογή των διατάξεων της Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών. Τις υποχρεώσεις του προηγούμενου εδαφίου έχει και όποιος αναλαμβάνει τη μηχανογραφική τήρηση των βιβλίων των υπόχρεων.
Άρθρο 3
Εξαιρέσεις - Απαλλαγές
1. Το Δημόσιο, το ημεδαπό ή αλλοδαπό νομικό πρόσωπο ή επιτροπή ή ένωση προσώπων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, το αλλοδαπό νομικό πρόσωπο που δεν έχει εγκατάσταση στην Ελλάδα και αποκτά κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα επί ακινήτου στην ημεδαπή, οι ξένες αποστολές και οι διεθνείς οργανισμοί υποχρεούνται μόνο στη λήψη, έκδοση, υποβολή και διαφύλαξη των στοιχείων που ορίζονται ρητά από τον παρόντα νόμο.
Τα πρόσωπα αυτά, εκτός από το Δημόσιο, όταν ενεργούν πράξεις παράδοσης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών που υπάγονται στο φόρο προστιθέμενης αξίας (Φ. Π. Α.) ή στο φόρο εισοδήματος θεωρούνται υπόχρεοι απεικόνισης συναλλαγών μόνο για τις δραστηριότητες αυτές και έχουν τις υποχρεώσεις των άρθρων 1 έως 10.
2. Δεν είναι υπόχρεοι απεικόνισης συναλλαγών τα φυσικά πρόσωπα, με εξαίρεση τους ελεύθερους επαγγελματίες, τα οποία, ευκαιριακά και ως παρεπόμενη απασχόληση, πωλούν προϊόντα ή παρέχουν υπηρεσίες για τις οποίες εκδίδονται στοιχεία από τον αντισυμβαλλόμενο.
3. Απαλλάσσεται από την υποχρέωση τήρησης βιβλίων και έκδοσης αποδείξεων λιανικής ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών φυσικό πρόσωπο, που πραγματοποίησε κατά την προηγούμενη ετήσια διαχειριστική περίοδο ακαθάριστα έσοδα μέχρι πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ από την πώληση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών, αθροιστικά ή διαζευκτικά.
Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζονται επί ελευθέρων επαγγελματιών, επί υπόχρεων απεικόνισης συναλλαγών που πραγματοποιούν ακαθάριστα έσοδα από πωλήσεις κατά ποσοστό τουλάχιστον εξήντα τοις εκατό (60%) σε άλλο υπόχρεο απεικόνισης συναλλαγών και σε πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 3 και αγρότες του ειδικού καθεστώτος Φ.Π.Α. ή εξαγωγές ανεξάρτητα από ποσοστό, επί των υπόχρεων στην τήρηση πληροφοριών του άρθρου 4, καθώς και επί προσώπων που επιλέγουν την ένταξή τους στο κανονικό καθεστώς Φ. Π. Α. ως και επί επιτηδευματιών που παρέχουν υπηρεσίες από επαγγελματική εγκατάσταση ή παρέχουν υπηρεσίες επισκευής ή συντήρησης τεχνικών έργων ή εγκαταστάσεων επιτηδευματιών ή μη.
4. Σε περιπτώσεις μετασχηματισμού επιχειρήσεων, η νέα εταιρεία έχει όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου, που είχε οποιαδήποτε από τις επιχειρήσεις ή κλάδους που μετασχηματίστηκαν.
5. Έξοδα πρώτης εγκατάστασης, αγορές και λοιπές συναλλαγές που πραγματοποιούνται από τον ιδρυτή, πριν τη σύσταση νομικού προσώπου ή υποκαταστήματος αλλοδαπού προσώπου ή κοινοπραξίας ή την έναρξη λειτουργίας ατομικής επιχείρησης και οποιασδήποτε επιχείρησης γενικά, καταχωρούνται στα βιβλία των προσώπων αυτών μετά τη σύστασή τους ή την υποβολή της δήλωσης έναρξης εργασιών, κατά περίπτωση.
Άρθρο 4
Τήρηση Απλογραφικών ή Διπλογραφικών βιβλίων.
1. Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών τηρεί απλογραφικά ή διπλογραφικά βιβλία όπως ορίζεται στις παραγράφους 2 έως 5 του άρθρου αυτού ή απαλλάσσεται από την τήρηση βιβλίων όπως ορίζεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 3 από την έναρξη κάθε διαχειριστικής του περιόδου.
2. Στην τήρηση διπλογραφικών βιβλίων εντάσσονται οι ημεδαπές και αλλοδαπές ανώνυμες και περιορισμένης ευθύνης εταιρίες, καθώς και οι ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρίες. Κατ' εξαίρεση, μπορούν να τηρήσουν απλογραφικά βιβλία οι αλλοδαπές γενικά επιχειρήσεις που εγκαθίστανται στην Ελλάδα με βάση τις διατάξεις των αναγκαστικών νόμων 89/1967 (Α' 132) και 378/1968 (Α' 82), τα υποκαταστήματα των αλλοδαπών αεροπορικών επιχειρήσεων που λειτουργούν στην Ελλάδα και απαλλάσσονται από τη φορολογία εισοδήματος με τον όρο της αμοιβαιότητας, καθώς και οι αλλοδαπές Α. Ε. και Ε.Π.Ε. του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 1.
3. Σε απλογραφικά βιβλία εντάσσονται με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού:
α) Ο πράκτορας εφημερίδων και περιοδικών, καθώς και ο πρατηριούχος χονδρικής πώλησης καπνοβιομηχανικών προϊόντων.
Όποιος από τους παραπάνω υπόχρεους απεικόνισης συναλλαγών διατηρεί και κλάδο παροχής άλλων υπηρεσιών ή πώλησης αγαθών τηρεί, για όλες τις δραστηριότητές του τα βιβλία της κατηγορίας που αντιστοιχεί στο σύνολο των ετήσιων ακαθάριστων εσόδων του.
β) Ο εκμεταλλευτής πλοίου δεύτερης κατηγορίας του άρθρου 3 του ν. 27/1975.
γ) Ο πρατηριούχος υγρών καυσίμων για την εμπορία βενζίνης και πετρελαίου και ο πωλητής πετρελαίου εσωτερικής καύσης (DIESEL) θέρμανσης.
Όποιος από τους παραπάνω υπόχρεους απεικόνισης συναλλαγών των περιπτώσεων β' και γ' διατηρεί και κλάδο πώλησης άλλων αγαθών ή παροχής υπηρεσιών τηρεί για τον κλάδο αυτόν τα βιβλία της κατηγορίας που αντιστοιχεί στα ετήσια ακαθάριστα έσοδά του.
δ) Ο νέος υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών κατά την έναρξη εργασιών του.
ε) Τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 3, σε περίπτωση υποχρέωσης τήρησης διπλογραφικών βιβλίων.
4. Στην κατηγορία που αντιστοιχεί στα ετήσια ακαθάριστα έσοδά τους, οι λοιποί υπόχρεοι απεικόνισης συναλλαγών, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων και των αστικών επαγγελματικών εταιρειών δικηγόρων των προεδρικών διαταγμάτων 518/1989 (Α' 220) και 81/2005 (Α' 120), για τους οποίους δεν προβλέπεται ένταξη με βάση τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου αυτού.
5. Για την εφαρμογή των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων τα όρια για την ένταξη σε τήρηση απλογραφικών ή διπλογραφικών βιβλίων, ορίζονται με βάση το ύψος των ετήσιων ακαθάριστων εσόδων της προηγούμενης διαχειριστικής περιόδου, ως ακολούθως:
Βιβλία Όρια ακαθάριστων εσόδων
Απλογραφικά (Β' Κατηγορίας) μέχρι και 1.500.000 ευρώ
Διπλογραφικά (Γ' Κατηγορίας) άνω των 1.500.000 ευρώ
Αν η προηγούμενη διαχειριστική περίοδος είναι μικρότερη ή μεγαλύτερη του 12μήνου τα ετήσια ακαθάριστα έσοδα για την ένταξη σε κατηγορία βιβλίων βρίσκονται με αναγωγή.
Όταν πωλούνται αγαθά για λογαριασμό τρίτου ως ακαθάριστο έσοδο για την τήρηση βιβλίων θεωρείται η αξία των αγαθών που πωλήθηκαν.
6. Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών, από την έναρξη της διαχειριστικής του περιόδου, μπορεί να τηρήσει βιβλία ανώτερης κατηγορίας από εκείνη στην οποία εντάσσεται, με την προϋπόθεση της τήρησης όλων των βιβλίων και των στοιχείων, που ορίζονται για την κατηγορία αυτή.
7. Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών που εντάσσεται σε τήρηση διπλογραφικών βιβλίων για την άσκηση του επαγγέλματός του, τηρεί λογιστικά βιβλία κατά τη διπλογραφική μέθοδο με οποιοδήποτε λογιστικό σύστημα, σύμφωνα με τις γενικά παραδεκτές αρχές της λογιστικής.
8. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 13 και 14 του παρόντος άρθρου, για την τήρηση των ημερολογίων και καθολικών εφαρμόζεται υποχρεωτικά το Ελληνικό Γενικό Λογιστικό Σχέδιο (π.δ. 1123/1980, Α' 283), μόνο ως προς την δομή, την ονοματολογία και το περιεχόμενο των πρωτοβαθμίων, δευτεροβαθμίων και των υπογραμμισμένων τριτοβαθμίων λογαριασμών, και από τους λογαριασμούς της ομάδας 9 μόνο ο λογαριασμός 94, εφόσον τα ακαθάριστα έσοδα από πωλήσεις αγαθών (λογαριασμοί 70, 71) υπερβαίνουν τα πέντε εκατομμύρια ευρώ ανά λογαριασμό. Η ανάπτυξη των δευτεροβαθμίων λογαριασμών, σε μη θεσμοθετημένους από τις διατάξεις του Γενικού Λογιστικού Σχεδίου τριτοβαθμίους λογαριασμούς, καθώς και η ανάπτυξη των τριτοβαθμίων λογαριασμών σε επίπεδο τεταρτοβαθμίων, γίνεται σύμφωνα με τις αρχές της λογιστικής και τις ανάγκες του υπόχρεου απεικόνισης συναλλαγών.
Διατάξεις που επιβάλλουν την τήρηση κλαδικών λογιστικών σχεδίων κατισχύουν των διατάξεων των προηγούμενων εδαφίων.
Από τους λογαριασμούς του γενικού και των αναλυτικών καθολικών πρέπει να προκύπτουν συγκεντρωτικά και αναλυτικά στοιχεία των καταχωρήσεων, ώστε να είναι ευχερής η πληροφόρηση ή η επαλήθευση από το φορολογικό έλεγχο, για τις ανάγκες όλων των φορολογικών αντικειμένων.
9. Το πρώτο, το δεύτερο και τα δύο τελευταία εδάφια της παραγράφου 21 του άρθρου αυτού έχουν ανάλογη εφαρμογή και επί τήρησης διπλογραφικών βιβλίων.
10. Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών που τηρεί διπλογραφικά βιβλία τηρεί επίσης:
10.1. Μητρώο παγίων περιουσιακών στοιχείων κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην παράγραφο 2.2.103 του Γενικού Λογιστικού Σχεδίου. Τα έπιπλα και σκεύη μπορεί να παρακολουθούνται στο μητρώο παγίων ανά συντελεστή απόσβεσης.
10.2. Βιβλίο απογραφών στο οποίο μετά από καταμέτρηση καταγράφονται και αποτιμώνται όλα τα στοιχεία της επαγγελματικής του περιουσίας που κατέχει κατά τη λήξη της διαχειριστικής του περιόδου. Την ίδια υποχρέωση έχουν στο τέλος κάθε έτους και τα νομικά πρόσωπα του άρθρου 101 του ν. 2238/1994 που έχουν τεθεί σε εκκαθάριση που διαρκεί πέραν του έτους. Για την αποτίμηση των στοιχείων της απογραφής εφαρμόζονται υποχρεωτικά οι κανόνες αποτίμησης του π.δ. 1123/1980.
Όταν τα λογιστικά βιβλία τηρούνται σύμφωνα με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα (Δ.Λ.Π.), η αξία των μενόντων αποθεμάτων των ιδιοπαραχθέντων έτοιμων προϊόντων και της παραγωγής σε εξέλιξη, όπως αυτή προσδιορίζεται με βάση τα Δ.Λ.Π. δεν αναπροσαρμόζεται με τις διαφοροποιήσεις στοιχείων κόστους μεταξύ λογιστικής και φορολογικής βάσης. Οι διαφορές αυτές, εφόσον υπάρχουν, ποσοτικοποιούνται σε ετήσια συνολική βάση, ανεξάρτητα αν αποτελούν στοιχεία κόστους των πωληθέντων ή των μενόντων προϊόντων και καταχωρούνται στον Πίνακα των Φορολογικών Αποτελεσμάτων Χρήσης και στον Πίνακα Συμφωνίας Λογιστικής Φορολογικής Βάσης (Π.Σ.Λ.Φ. Β.), που ορίζονται από τις διατάξεις της παραγράφου 14 του άρθρου αυτού. Στο βιβλίο απογραφών καταχωρούνται: α) Τα αποθέματα τα οποία καταγράφονται στο βιβλίο ή σε καταστάσεις διακεκριμένα για κάθε αποθηκευτικό χώρο. Τα αποθέματα που βρίσκονται σε τρίτους καταχωρούνται ανά τρίτο χωρίς να απαιτείται καταχώρηση και κατά αποθηκευτικό χώρο τρίτου. Η καταχώρηση, η οποία περιλαμβάνει το είδος, τη μονάδα μέτρησης, την ποσότητα, την κατά μονάδα αξία, στην οποία αποτιμήθηκε κάθε είδος, καθώς και τη συνολική του αξία, γίνεται με μία εγγραφή για ολόκληρη την ποσότητα κάθε είδους αγαθού, για κάθε αποθηκευτικό χώρο. Τα πιο πάνω αναφερόμενα αγαθά που βρίσκονται σε υποκατάστημα ή σε αποθηκευτικό χώρο καταχωρούνται διακεκριμένα στο βιβλίο απογραφών της έδρας και τα δεδομένα των αγαθών αυτών δίνονται άμεσα στον έλεγχο που διενεργείται στο υποκατάστημα ή στον αποθηκευτικό χώρο.
β) Τα πάγια περιουσιακά στοιχεία τα οποία αναγράφονται κατά ομοειδείς κατηγορίες τουλάχιστον με την αξία κτήσης ή κόστος ιδιοκατασκευής, προσαυξημένο με τις δαπάνες επεκτάσεων ή προσθηκών και βελτιώσεων, τις αποσβέσεις τους και την αναπόσβεστη αξία τους.
Σε περίπτωση ολοσχερούς απόσβεσης παγίου περιουσιακού στοιχείου διατηρείται στο μητρώο παγίων περιουσιακών στοιχείων αναπόσβεστη αξία ενός λεπτού του ευρώ, όταν το περιουσιακό αυτό στοιχείο εξακολουθεί να παραμένει στην κυριότητα του υπόχρεου απεικόνισης συναλλαγών.
Κατ' εξαίρεση, τα έπιπλα και σκεύη μπορεί να καταχωρούνται στο βιβλίο απογραφών, κατά συντελεστή αποσβέσεων, με το συνολικό ποσό της αξίας κτήσης τους, τις αποσβέσεις και την αναπόσβεστη αξία τους.
γ) Τα λοιπά στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού, τα οποία μπορεί να καταχωρούνται στο βιβλίο απογραφών με τα υπόλοιπα μόνο των πρωτοβάθμιων λογαριασμών, εφόσον ανάλυση καθενός λογαριασμού δίνεται στον έλεγχο. Ειδικά για τις μετοχές, τις ομολογίες και τα λοιπά χρεόγραφα καταχωρείται για κάθε είδος η ποσότητα, η αξία κτήσης κι η τρέχουσα αξία.
δ) Τα αποθέματα κυριότητας άλλου υπόχρεου απεικόνισης συναλλαγών που βρίσκονται κατά τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου στις εγκαταστάσεις του κατ' είδος και ποσότητα, εφόσον τα δεδομένα αυτά δεν προκύπτουν από άλλα βιβλία.
ε) Ο νόμιμα συνταχθείς ισολογισμός και λογαριασμός αποτελεσμάτων χρήσης, ο πίνακας διάθεσης αποτελεσμάτων, η κατάσταση του λογαριασμού γενικής εκμετάλλευσης, σύμφωνα με τα υποδείγματα των παραγράφων 4.1.202, 4.1.302 και 4.1.402 του άρθρου 1 του π.δ. 1123/1980, καθώς και οι πίνακες που ορίζονται από τις περιπτώσεις α' και γ' της παραγράφου 15 του άρθρου αυτού. Ειδικά τα νομικά πρόσωπα του άρθρου 101 του ν. 2238/1994 που τελούν υπό εκκαθάριση που διαρκεί πέραν του έτους συντάσσουν και καταχωρούν στο βιβλίο απογραφών προσωρινό ισολογισμό λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσης και κατάσταση του λογαριασμού γενικής εκμετάλλευσης, σύμφωνα με τα υποδείγματα του προηγούμενου εδαφίου.
11. Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών που τηρεί διπλογραφικά βιβλία, υποχρεούται να τηρεί ηλεκτρονικό φάκελο ελέγχου ανά διαχειριστική περίοδο, ο οποίος ενημερώνεται μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα της λήξης της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος με τα αναλυτικά δεδομένα του τελευταίου προσωρινού και του οριστικού ισοζυγίου των λογαριασμών όλων των βαθμίδων, των ημερολογίων, του βιβλίου απογραφών και ισολογισμού, των πληροφοριών της παραγράφου 23 του άρθρου αυτού, και του μητρώου παγίων, εφόσον αυτά τηρούνται μηχανογραφικά.
12. Η ενημέρωση των διπλογραφικών βιβλίων γίνεται:
α) Του ή των ημερολογίων μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από την έκδοση ή λήψη του κατά περίπτωση δικαιολογητικού και επί ταμειακών πράξεων από τη διενέργειά τους. Η προθεσμία αυτή δεν μπορεί να υπερβεί την εμπρόθεσμη υποβολή της δήλωσης Φ.Π.Α.. Στην ίδια προθεσμία ενημερώνεται το γενικό καθολικό και τα αναλυτικά καθολικά με εξαίρεση αυτά των ασφαλιστικών επιχειρήσεων τα οποία μπορεί να ενημερώνονται μέχρι την εικοστή (20ή) του μεθεπόμενου μήνα.
β) Του Μητρώου Πάγιων Περιουσιακών Στοιχείων και του ιδιαίτερου Φορολογικού Μητρώου Πάγιων Περιουσιακών Στοιχείων μέχρι την προθεσμία κλεισίματος του Ισολογισμού.
γ) Η ποσοτική καταχώριση των αποθεμάτων στο βιβλίο απογραφών ή σε καταστάσεις μέχρι την 20ή ημέρα του μεθεπόμενου μήνα από τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου.
δ) Του βιβλίου απογραφών με την αξία των αποθεμάτων και των λοιπών περιουσιακών στοιχείων, καθώς και το κλείσιμο του ισολογισμού μέχρι την εμπρόθεσμη υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.
13. Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών που συντάσσει τις Ετήσιες Οικονομικές του Καταστάσεις σύμφωνα με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα (Δ.Λ. Π.) τηρεί τα λογιστικά του βιβλία ή με βάση τις αρχές και τους κανόνες των Δ.Λ.Π. ή με βάση τις αρχές και τους κανόνες της ισχύουσας φορολογικής νομοθεσίας.
14. Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών που τηρεί τα βιβλία του σύμφωνα με τους κανόνες των Δ.Λ.Π. υποχρεούται:
Α. Να συντάσσει Πίνακα Συμφωνίας Λογιστικής-Φορολογικής Βάσης (Π.Σ.Λ.Φ.Β.).
Στον Πίνακα αυτόν καταχωρούνται σε χωριστές στήλες για κάθε πρωτοβάθμιο διαφοροποιημένο λογαριασμό σε χρέωση ή πίστωση:
α) Η αξία όπως προκύπτει από τα τηρούμενα βιβλία (Λογιστική βάση).
β) Η αξία όπως προσδιορίζεται με βάση τους κανόνες της φορολογικής νομοθεσίας (Φορολογική βάση).
γ) Η διαφορά μεταξύ Λογιστικής και Φορολογικής βάσης.
Β. Να τηρεί ιδιαίτερο Φορολογικό Μητρώο Πάγιων Περιουσιακών Στοιχείων, το οποίο μπορεί να είναι ενσωματωμένο στο κύριο Μητρώο Πάγιων Περιουσιακών Στοιχείων της εταιρείας και χρησιμοποιείται ως βάση του ποσοτικού προσδιορισμού των αναγκαίων καταχωρήσεων στον Π.Σ.Λ.Φ.Β. και στον Πίνακα Φορολογικών Αποτελεσμάτων, στο βαθμό που, κατά την εφαρμογή των Δ.Λ.Π., προκύπτουν διαφορές στην αποτίμηση πάγιων περιουσιακών στοιχείων είτε λόγω της διαφοροποίησης της προ των αποσβέσεων αξίας τους είτε λόγω της διαφοροποίησης των συσσωρευμένων αποσβέσεων.
Γ. Να συντάσσει Πίνακες Φορολογικών Αποτελεσμάτων Χρήσης, Σχηματισμού Φορολογικών Αποθεματικών και Ανακεφαλαιωτικό Πίνακα Φορολογικών Αποθεματικών, των οποίων τα δεδομένα προκύπτουν από λογαριασμούς που τηρούνται με τη διπλογραφική μέθοδο.
15. Οι συναλλαγές του υποκαταστήματος με εξηρτημένη λογιστική, αντί να καταχωρούνται σε ιδιαίτερα βιβλία ή καταστάσεις, καταχωρούνται στα βιβλία της έδρας και ειδικά οι αγορές, οι πωλήσεις και το ταμείο κάθε υποκαταστήματος παρακολουθούνται χωριστά από τα αντίστοιχα δεδομένα της έδρας ή άλλου υποκαταστήματος και δίνεται άμεσα στον έλεγχο το υπόλοιπο ταμείου κάθε υποκαταστήματος για το οποίο δεν τηρούνται βιβλία μέχρι την ημέρα που σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 12 του άρθρου αυτού έπρεπε να έχει γίνει η ενημέρωση των ημερολογίων.
Στο υποκατάστημα από τα βιβλία του οποίου εξάγεται αυτοτελές λογιστικό αποτέλεσμα τηρούνται ίδια διπλογραφικά βιβλία και εξάγεται τελικό αποτέλεσμα το οποίο ενσωματώνεται με λογιστική εγγραφή στα βιβλία της έδρας.
16. Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών που εντάσσεται σε τήρηση απλογραφικών βιβλίων τηρεί:
α) Βιβλίο εσόδων - εξόδων.
β) Βιβλίο απογραφών ή καταστάσεις απογραφής, εφόσον τα ετήσια ακαθάριστα έσοδά του από την πώληση αγαθών υπερέβησαν το όριο των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ. Τα έσοδα της πρώτης διαχειριστικής περιόδου δεν ανάγονται σε ετήσια βάση.
17. Στο βιβλίο εσόδων - εξόδων καταχωρούνται διακεκριμένα:
α) Το είδος του δικαιολογητικού, ο αύξων αριθμός και η χρονολογία έκδοσης ή λήψης του, καθώς και το ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία του εκδότη των στοιχείων αγορών και εξόδων.
β) Τα έσοδα από την πώληση εμπορευμάτων, προϊόντων, πρώτων και βοηθητικών υλών, υλικών συσκευασίας, από την παροχή υπηρεσίας και από λοιπές πράξεις.
γ) Οι δαπάνες για αγορά αγαθών, διακεκριμένα και ανάλογα με τον προορισμό τους για μεταπώληση ή παραγωγή προϊόντων, οι δαπάνες λήψης υπηρεσιών, τα γενικά έξοδα και λοιπές πράξεις.
δ) Η αξία αγοράς και πώλησης των παγίων στοιχείων.
ε) Ο Φ. Π. Α. που αντιστοιχεί στις πιο πάνω πράξεις.
στ) Οι αυτοπαραδόσεις αγαθών ή η ιδιοχρησιμοποίηση υπηρεσιών.
ζ) Τα έσοδα και έξοδα για λογαριασμό τρίτου που αφορούν πράξεις για τις οποίες εκδίδονται εκκαθαρίσεις των παραγράφων 7 και 8 του άρθρου 6 του παρόντος.
η) Οι επιστροφές και οι εκπτώσεις που γίνονται με ιδιαίτερο στοιχείο επί των πιο πάνω πράξεων, οι οποίες καταχωρούνται αφαιρετικά από τις αντίστοιχες στήλες.
Το ποσό κάθε πράξης των περιπτώσεων β' , γ' , δ' και στ' αναλύεται στον χρόνο ενημέρωσης, σε ιδιαίτερες στήλες του τηρούμενου βιβλίου ή σε καταστάσεις ανάλογα με τις ανάγκες του Φ.Π.Α..
18. Η καταχώρηση - ενημέρωση του βιβλίου εσόδων - εξόδων με τις πιο πάνω πράξεις γίνεται μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα κάθε ημερολογιακού τριμήνου και όχι πέραν του χρόνου της εμπρόθεσμης υποβολής της περιοδικής δήλωσης Φ. Π. Α..
Στην περίπτωση που κατά την διάρκεια της χρήσης λαμβάνονται στοιχεία αγοράς αγαθών πριν από την παραλαβή τους, η ενημέρωση των βιβλίων γίνεται κατά την παραλαβή των αγαθών. Εφόσον στο τέλος της χρήσης λαμβάνονται στοιχεία αγοράς αγαθών που δεν έχουν ακόμα παραληφθεί, καταχωρούνται σχετικές εγγραφές σε ιδιαίτερες στήλες του βιβλίου εσόδων - εξόδων και τακτοποιούνται με την παραλαβή των αγαθών
Επιπλέον, μέχρι τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος του οικείου οικονομικού έτους καταχωρείται ανακεφαλαιωτικά, συγκεντρωτικά και όχι ανά παραστατικό, ανάλυση των δεδομένων της παραγράφου 17 του άρθρου αυτού, ανάλογα με τις ανάγκες της φορολογίας εισοδήματος για τον προσδιορισμό του αποτελέσματος και την συμπλήρωση των φορολογικών δηλώσεων ή καταστάσεων που ορίζονται με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
19. Σε ιδιαίτερο χώρο του βιβλίου εσόδων - εξόδων ή σε καταστάσεις καταχωρείται, μέχρι τον χρόνο της εμπρόθεσμης υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος για κάθε πάγιο περιουσιακό στοιχείο, η ημερομηνία και η αξία κτήσης του, το οικείο δικαιολογητικό, ο συντελεστής απόσβεσής του, οι αποσβέσεις και η αναπόσβεστη αξία.
20. Στο βιβλίο απογραφών ή σε καταστάσεις απογραφής καταχωρούνται τα εμπορεύματα, τα προϊόντα, τα ημιέτοιμα, οι Α' και Β' ύλες, καθώς και τα υλικά συσκευασίας, τα οποία κατέχει ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών κατά τη λήξη της διαχειριστικής του περιόδου και βρίσκονται σε δικές του εγκαταστάσεις ή σε εγκαταστάσεις τρίτων. Η καταχώρηση αυτή γίνεται με τον τρόπο που ορίζεται με τις διατάξεις της περίπτωσης α' της υποπαραγράφου 10.2 της παραγράφου 10 του άρθρου 4. Τα πιο πάνω αναφερόμενα αγαθά που βρίσκονται σε υποκατάστημα ή σε αποθηκευτικό χώρο καταχωρούνται διακεκριμένα στο βιβλίο απογραφών της έδρας και τα δεδομένα των αγαθών αυτών δίνονται άμεσα στον έλεγχο που διενεργείται στο υποκατάστημα ή στον αποθηκευτικό χώρο.
Το βιβλίο ενημερώνεται, με την ποσοτική καταχώρηση των αποθεμάτων, μέχρι την 20ή Φεβρουαρίου του επόμενου έτους, η δε αξία τίθεται μέχρι τον χρόνο της εμπρόθεσμης υποβολής, της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.
21. Τα ποσά των ακαθάριστων εσόδων και ο Φ. Π. Α. που αντιστοιχεί σε αυτά μπορεί να καταχωρούνται καθημερινά στις στήλες που αφορούν, με ένα ποσό, για κάθε ένα είδος και σειρά στοιχείων που εκδόθηκαν την ίδια ημέρα με αναγραφή του πρώτου και τελευταίου αριθμού.
Σε περίπτωση χρήσης φορολογικής ταμειακής μηχανής αναγράφεται ο αριθμός του ημερήσιου δελτίου «Ζ», όπως ορίζεται από τις εκάστοτε ισχύουσες αποφάσεις περί Τεχνικών Προδιαγραφών των φ.τ.μ..
Παρέχεται η δυνατότητα καταχώρησης των ημερήσιων δελτίων «Ζ» με μία μηνιαία συγκεντρωτική εγγραφή με βάση δελτίο μηνιαίας αναφοράς, που εκτυπώνεται από την φ.τ.μ., και στο οποίο εμφανίζονται τα αντίστοιχα αθροίσματα των επί μέρους ημερήσιων δελτίων «Ζ», με αναγραφή στο βιβλίο εσόδων - εξόδων της περιόδου που αφορά, καθώς και του πρώτου και του τελευταίου αριθμού του ημερήσιου δελτίου «Ζ» του αντίστοιχου μήνα. Τα ημερήσια δελτία «Ζ» θα συνεχίσουν να εκδίδονται και να διαφυλάσσονται κατά τα οριζόμενα από τις εκάστοτε ισχύουσες αποφάσεις περί τεχνικών προδιαγραφών των φ.τ.μ. και των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 9. Στον ίδιο χρόνο διαφυλάσσονται και τα παραπάνω δελτία αναφοράς.
Τα ποσά των ακαθάριστων εσόδων και ο Φ. Π. Α που αντιστοιχεί σε αυτά μπορεί επίσης να καταχωρούνται καθημερινά στις στήλες που αφορούν, με ένα ποσό, με την προϋπόθεση ότι θα δίνεται άμεσα στον έλεγχο όταν ζητηθεί από αυτόν κατάσταση με ανάλυση των εσόδων για κάθε ένα είδος και σειρά στοιχείων που εκδόθηκαν την ίδια ημέρα με αναγραφή του πρώτου και τελευταίου αριθμού ή του αύξοντα αριθμού του ημερήσιου δελτίου «Ζ» κατά περίπτωση.
Τα ποσά των εξόδων μέχρι εκατόν πενήντα (150) ευρώ έκαστο και ο Φ.Π.Α. που αντιστοιχεί σε αυτά μπορεί να καταχωρούνται καθημερινά στις στήλες που αφορούν συγκεντρωτικά με ένα ποσό, με αναγραφή και του πλήθους των αντίστοιχων δικαιολογητικών.
22. Στο υποκατάστημα, πλην των πρόσκαιρων εγκαταστάσεων, τηρείται βιβλίο εσόδων - εξόδων για τις συναλλαγές κάθε υποκαταστήματος με δυνατότητα μη τήρησής του, εφόσον οι αγορές και οι πωλήσεις κάθε υποκαταστήματος παρακολουθούνται χωριστά στο βιβλίο εσόδων - εξόδων της έδρας, από τα αντίστοιχα δεδομένα της έδρας ή άλλου υποκαταστήματος.
Όταν στο υποκατάστημα τηρείται ιδιαίτερο βιβλίο εσόδων - εξόδων τα δεδομένα του καταχωρούνται διακεκριμένα συγκεντρωτικά στο αντίστοιχο βιβλίο της έδρας μέχρι την προθεσμία ενημέρωσής του.
23. Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών της παραγράφου αυτής, ανεξάρτητα από την κατηγορία των βιβλίων που τηρεί, εκμεταλλευτής χώρου διαμονής ή φιλοξενίας, εκπαιδευτηρίου, κλινικής ή θεραπευτηρίου, κέντρων αισθητικής, γυμναστηρίων, χώρου στάθμευσης, καθώς και οι γιατροί και οδοντίατροι, παρέχουν ασφαλείς πληροφορίες για τις συναλλαγές τους μέχρι την έκδοση του στοιχείου, για το οποίο έχουν υποχρέωση, όπου και αναγράφονται τα στοιχεία του πελάτη. Η διασφάλιση των πληροφοριών αυτών γίνεται είτε με την καταχώριση χειρόγραφα σε θεωρημένα έντυπα ή, επί μηχανογραφικής τήρησης, με τη χρήση ειδικών ασφαλών διατάξεων σήμανσης του ν. 1809/1988 (Α' 222). Η παρούσα παράγραφος παύει να ισχύει από την 1η Ιανουαρίου 2014.
Άρθρο 5
Δελτίο Αποστολής
1. Δελτίο αποστολής εκδίδεται από τον υπόχρεο απεικόνισης συναλλαγών:
α) σε κάθε περίπτωση χονδρικής πώλησης ή παράδοσης ή διακίνησης αγαθών προς οποιονδήποτε και για οποιονδήποτε σκοπό, εφόσον δεν εκδόθηκε συνενωμένο δελτίο αποστολής με φορολογικό στοιχείο αξίας,
β) σε κάθε περίπτωση παραλαβής από αυτόν αγαθών για διακίνηση, από μη υπόχρεο σε έκδοση δελτίου ή από αρνούμενο την έκδοσή του,
γ) επί διακίνησης αγαθών μεταξύ των επαγγελματικών εγκαταστάσεών του,
δ) επί ποσοτικής παραλαβής σε επαγγελματική του εγκατάσταση, χωρίς στοιχείο διακίνησης, εμπορεύσιμων ή πάγιων αγαθών από οποιονδήποτε τρίτο για αγορά, πώληση, απλή διαμεσολάβηση προς πώληση, αποθήκευση, φύλαξη, χρήση, καθώς και για επεξεργασία στην περίπτωση που ο αποστολέας είναι υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών ή αγρότης του ειδικού καθεστώτος. Όταν κατά την παραλαβή των αγαθών εκδίδεται άμεσα τιμολόγιο αγοράς δεν απαιτείται να εκδίδεται δελτίο αποστολής.
2. Δελτίο αποστολής εκδίδεται και από τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 3, σε περίπτωση αποστολής αγαθών σε υπόχρεο απεικόνισης συναλλαγών, λόγω πώλησης ή για να πωληθούν για λογαριασμό τους.
3. Δελτίο αποστολής εκδίδεται και από τους αγρότες του ειδικού καθεστώτος Φ.Π.Α., εφόσον διακινούν οπωρολαχανικά, νωπά αλιεύματα, άνθη και φυτά για πώληση απευθείας ή μέσω τρίτων, για επεξεργασία ή συσκευασία, ανεξάρτητα από το χρησιμοποιούμενο μεταφορικό μέσο. Για τα λοιπά αγροτικά προϊόντα εκδίδουν δελτία αποστολής μόνον, όταν τα διακινούν με δημόσιας χρήσης μεταφορικά μέσα και για τις αιτίες που προαναφέρονται.
4. Συγκεντρωτικό δελτίο αποστολής εκδίδεται σε περίπτωση μεταφοράς και διανομής αγαθών, που η ποσότητά τους καθορίζεται από τον παραλήπτη, κατά την παραλαβή τους. Στην περίπτωση που χρησιμοποιούνται οχήματα ιδιωτικής χρήσης για τη διακίνηση κάθε είδους αγαθών, αντί της έκδοσης Συγκεντρωτικού Δελτίου Αποστολής δύναται να τηρείται θεωρημένο βιβλίο κινητής αποθήκης, ξεχωριστά σε κάθε όχημα, στο οποίο καταχωρούνται εντός δεκαπέντε (15) ημερών, τα δελτία αποστολής εφοδιασμού του οχήματος με αγαθά και τα εκδιδόμενα παραστατικά για τη διάθεση αυτών, τα οποία φυλάσσονται επί του οχήματος μέχρι την ενημέρωση του βιβλίου αυτού.
Κατά την παράδοση των αγαθών εκδίδεται, κατά παραλήπτη, δελτίο αποστολής ή συνενωμένο δελτίο αποστολής με φορολογικό στοιχείο αξίας ή απόδειξη λιανικής πώλησης, εφόσον στην τελευταία περίπτωση πρόκειται για υπόχρεο τήρησης βιβλίων. Στο στοιχείο που εκδίδεται, κατά περίπτωση, αναγράφεται και το είδος και η ποσότητα των αγαθών, με εξαίρεση τις αποδείξεις που εκδίδονται από φορολογική ταμειακή μηχανή και εφόσον δεν τηρείται ο λογαριασμός 94 του Ε.Γ.Λ.Σ., καθώς και η ακριβής ώρα παράδοσής τους. Με την επιστροφή στην επιχείρηση αναγράφεται στο πρωτότυπο του συγκεντρωτικού δελτίου αποστολής η ποσότητα των αγαθών που επιστρέφονται ή εκδίδεται δελτίο αποστολής, στο οποίο αναγράφονται το είδος και η ποσότητα των επιστρεφόμενων αγαθών, καθώς και ο αύξων αριθμός του συγκεντρωτικού δελτίου αποστολής.
Το συγκεντρωτικό δελτίο αποστολής αυτής της παραγράφου, κατάλληλα γραμμογραφημένο σε στήλες, μπορεί να εκδίδεται την πρώτη ημέρα της διακίνησης των αγαθών, ανεξαρτήτως απόστασης, εφόσον, κάθε ημέρα και μέχρι τριάντα (30) ημέρες πριν από την εκκίνηση του μεταφορικού μέσου αναγράφονται σε ιδιαίτερη στήλη τα υπόλοιπα των ποσοτήτων κάθε είδους αγαθών που διακινούνται την ημέρα αυτή.
5. Στο δελτίο αποστολής αναγράφονται:
α) Τα στοιχεία του αποστολέα και παραλήπτη, όπως ορίζονται από τις διατάξεις της παραγράφου 10 του άρθρου 6. Όταν τα αγαθά αποστέλλονται σε ιδιώτη αναγράφεται μόνο το ονοματεπώνυμο και η διεύθυνσή του. Στο συγκεντρωτικό δελτίο αποστολής, ως παραλήπτης, αναγράφεται η λέξη «Διάφοροι».
β) Η ακριβής ώρα παράδοσης ή έναρξης της αποστολής, που σημειώνεται τουλάχιστον στο πρώτο αντίτυπο, με τετραψήφιο αριθμό.
γ) Ο αριθμός κυκλοφορίας του πρώτου χρησιμοποιούμενου, κατά τη μεταφορά των αγαθών, φορτηγού αυτοκινήτου δημόσιας ή ιδιωτικής χρήσης ή το όνομα του πλωτού μέσου επί θαλάσσιων μεταφορών.
δ) Ο τόπος από τον οποίο τα αγαθά αποστέλλονται, καθώς και ο τόπος προορισμού, όταν δε συμπίπτει με τη διεύθυνση του καταστήματος ή του υποκαταστήματος του αποστολέα και του καταστήματος του παραλήπτη, κατά περίπτωση.
ε) Η ημερομηνία έκδοσης αυτού. Σε περίπτωση που το δελτίο αποστολής εκδίδεται για τη διακίνηση αγαθών με ενδιάμεσο σταθμό, αναγράφεται σε αυτό εκτός από την ημερομηνία και ώρα διακίνησής τους μέχρι τον ενδιάμεσο αυτό σταθμό και η ημερομηνία και η ώρα της κυρίως διακίνησής τους από το σταθμό αυτό μέχρι το τελικό σημείο προορισμού τους.
στ) Ο σκοπός της διακίνησης.
ζ) Το είδος, η μονάδα μέτρησης, η ποσότητα κάθε είδους, το άθροισμα των ποσοτήτων των ειδών, αριθμητικώς και ολογράφως, ανεξάρτητα αν για τον προσδιορισμό της ποσότητας κάθε είδους χρησιμοποιήθηκε η ίδια ή διαφορετική μονάδα μέτρησης. Δεν υπάρχει υποχρέωση αναγραφής του αθροίσματος των ποσοτήτων αριθμητικώς και ολογράφως όταν το δελτίο αποστολής εκδίδεται με τη χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή (Η/Υ).
η) Επί αποστολής αγαθών εκτός της χώρας με σκοπό την αποθήκευση και εν συνεχεία την πώληση, αναγράφεται και η αξία των αγαθών που αποστέλλονται.
θ) Ο αριθμός του τιμολογίου αγοράς ή πώλησης ηρτημένων καρπών.
6. Τα αγαθά που αποστέλλονται ή παραλαμβάνονται, συνοδεύονται κατά τη διακίνησή τους με το πρώτο αντίτυπο του δελτίου αποστολής, που παραδίδεται στον παραλήπτη τους. Όταν για τη διακίνηση αγαθών, εκδίδεται δελτίο αποστολής δεν επιτρέπεται στη συνέχεια για την ίδια συναλλαγή η έκδοση συνενωμένου δελτίου αποστολής με φορολογικό στοιχείο αξίας και αντίστροφα. Το στοιχείο αυτό συνοδεύει τα αγαθά σε όλη τη διαδρομή και παραδίδεται στον παραλήπτη τους.
Επί μεταφοράς αγαθών με μεταφορικά μέσα δημόσιας χρήσης, ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών ή τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 3 και οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος Φ.Π.Α. παραδίδουν στο μεταφορέα ή το μεταφορικό γραφείο τα στοιχεία του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής, που συνοδεύουν τα αγαθά μέχρι την παράδοσή τους στον παραλήπτη.
Επί αποστολής αγαθών από πρόσωπο μη υπόχρεο στην έκδοση των στοιχείων του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής, το πρόσωπο αυτό παραδίδει στο μεταφορέα ή το μεταφορικό γραφείο ενυπόγραφη δήλωση μεταφοράς, στην οποία αναγράφεται το ονοματεπώνυμο, το επάγγελμα και η διεύθυνσή του, καθώς και τα αντίστοιχα στοιχεία του παραλήπτη, ο τόπος προορισμού και συνοπτική περιγραφή των ειδών.
7. Το δελτίο αποστολής, σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής από τον τόπο έναρξης της διακίνησης μέχρι τον τόπο παράδοσης ή προορισμού, συνοδεύει τα διακινούμενα αγαθά και επιδεικνύεται άμεσα στο φορολογικό έλεγχο.
Η επικαιρότητα του δελτίου αποστολής, εξαρτάται από την απόσταση, τον τρόπο της μεταφοράς, το είδος των χρησιμοποιούμενων μεταφορικών μέσων και τις ειδικότερες συνθήκες της μεταφοράς.
Το βάρος της απόδειξης της χρονικής διάρκειας των δελτίων αποστολής φέρει ο υπόχρεος σε έκδοσή τους, ο οποίος μπορεί να αναγράφει στα δελτία αποστολής, γεγονότα ή καταστάσεις, που δικαιολογούν τη χρονική διάρκεια αυτών.
8. Κατ' εξαίρεση δεν απαιτείται η έκδοση δελτίου αποστολής στις εξής περιπτώσεις:
α) Διακινήσεις ειδών που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για τον χαρακτηρισμό αυτών ως αγαθών, υπό την έννοια ότι πρόκειται για ενσώματα είδη που δεν εμπεριέχονται σε αυτά δικαιώματα ή δεν έχουν εμπορευματική αξία για τον αποστολέα, τον παραλήπτη ή άλλον τρίτο και δεν προκύπτει από τη διάθεση αυτών, αυτούσιων ή μη, έσοδο.
β) Διακινήσεις ανταλλακτικών παγίων από τον υπόχρεο απεικόνισης συναλλαγών μεταξύ των εγκαταστάσεών του, εφόσον δεν αποτελούν γι' αυτόν αντικείμενο εμπορίας και προορίζονται αποκλειστικά για την αποκατάσταση βλαβών στις εγκαταστάσεις του και οι διακινήσεις αυτές διενεργούνται με μεταφορικά μέσα ιδιωτικής χρήσης κυριότητάς του ή μισθωμένα δημόσιας χρήσης.
γ) Μεταφοράς, με μεταφορικά μέσα ιδιωτικής χρήσης ή μισθωμένα δημόσιας χρήσης:
γα) αυτούσιων λατομικών προϊόντων (άμμου, σκύρων κ.λπ.) από κατασκευαστικές επιχειρήσεις, που παράγονται από τις ίδιες επιχειρήσεις για τα έργα που εκτελούνται από αυτές,
γβ) μεταλλεύματος, από εργοτάξιο σε εργοτάξιο και από εργοτάξιο σε χώρους αποθήκευσης, επεξεργασίας και εκφόρτωσης, κατά περίπτωση, που ενεργούνται από μεταλλευτικές επιχειρήσεις και
γγ) πέτρας, χαλικιού, αργιλοπετρώματος και αργιλοχώματος, από επιχειρήσεις παραγωγής αδρανών υλικών, ασβέστη και τσιμέντου, από τους χώρους περισυλλογής ή εξόρυξης στους χώρους επεξεργασίας.
δ) Διακίνηση αγαθών που αναφέρονται στις διατάξεις της περίπτωσης β' της παραγράφου 16 του άρθρου 6, τα οποία διατίθενται μέσω δικτύου με συνεχή ροή.
Άρθρο 6
Τιμολόγηση Συναλλαγών
1. Για την πώληση αγαθών για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτου και την παροχή υπηρεσιών από υπόχρεο απεικόνισης συναλλαγών σε άλλο υπόχρεο, σε πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 3 ή σε αγρότες του ειδικού καθεστώτος Φ.Π.Α. ή σε πρόσωπα εκτός της χώρας, για την άσκηση του επαγγέλματός τους ή την εκτέλεση του σκοπού τους, κατά περίπτωση, εκδίδεται τιμολόγιο, τουλάχιστον διπλότυπο.
Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών οφείλει να εξασφαλίζει την έκδοση τιμολογίου από τον ίδιο σύμφωνα με τα οριζόμενα από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, καθώς επίσης εξ ονόματός του και για λογαριασμό του από τον πελάτη του ή από τρίτον, για τις παραδόσεις αγαθών ή παροχή υπηρεσιών που πραγματοποιούνται από αυτόν, είτε στο εσωτερικό της χώρας, είτε σε άλλα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είτε σε τρίτη χώρα.
2. Για τις χονδρικές πωλήσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών, που επαναλαμβάνονται κάθε ημέρα ή και κατά αραιότερα χρονικά διαστήματα μέσα στον ίδιο μήνα, προς τον ίδιο υπόχρεο απεικόνισης συναλλαγών ή πρόσωπο της παραγράφου 1 του άρθρου 3 ή σε αγρότες του ειδικού καθεστώτος Φ.Π.Α., ο πωλητής μπορεί, αντί της έκδοσης τιμολογίου για κάθε πώληση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών, να τηρεί κατάσταση κατά αγοραστή - πελάτη, στην οποία καταχωρείται για κάθε πώληση αγαθών ή για κάθε παροχή υπηρεσιών η ημερομηνία παράδοσης των αγαθών ή παροχής των υπηρεσιών, το είδος, η ποσότητα και η αξία των αγαθών ή το είδος των υπηρεσιών και το ποσό της αμοιβής που συμφωνήθηκε. Με βάση τα δεδομένα της κατάστασης αυτής εκδίδεται το τιμολόγιο την τελευταία ημέρα του μήνα εκείνου που αφορά, στο οποίο δεν απαιτείται αναλυτική περιγραφή, εφόσον η πιο πάνω κατάσταση συντάσσεται σε δύο αντίτυπα, ένα των οποίων επισυνάπτεται στο τιμολόγιο. Η κατάσταση αυτή δεν απαιτείται όταν το τιμολόγιο που εκδίδεται περιέχει αναλυτικά όλα τα δεδομένα που απαιτούνται από τις κατ' ιδίαν διατάξεις.
3. Επίσης, ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών εκδίδει τιμολόγιο όταν εισπράττει επιδοτήσεις, οικονομικές ενισχύσεις, αποζημιώσεις, επιστροφές τόκων, εισφορές και άλλα ανόργανα έσοδα. Για την υποχρέωση έκδοσης τιμολογίου, ως είσπραξη θεωρείται και η πίστωση του λογαριασμού του δικαιούχου, εφόσον αυτός εγγράφως έλαβε γνώση της πίστωσης αυτής.
4. Τιμολόγιο εκδίδεται και από τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 3 για τις πωλήσεις αγαθών ή τις παροχές υπηρεσιών, που πραγματοποιούν σε υπόχρεο απεικόνισης συναλλαγών ή σε πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 3 ή αγρότες του ειδικού καθεστώτος Φ.Π.Α..
5. Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών και τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 3 αποδεικνύουν τις συναλλαγές με τη σύνταξη, εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στις παραγράφους 14 και 15 αυτού του άρθρου, τίτλου κτήσης στον οποίο περιλαμβάνονται, τα στοιχεία των συμβαλλομένων καθώς και τα στοιχεία της συναλλαγής, όπως αναφέρονται στις παραγράφους 10 και 11 του άρθρου αυτού, για τα αγαθά που αγοράζουν από πρόσωπα που δεν έχουν υποχρέωση για έκδοση τιμολογίου κατά την πώληση αγαθών. Στην περίπτωση άρνησης από υπόχρεο έκδοσης τιμολογίου ή έκδοσης ανακριβούς τιμολογίου το γεγονός γνωστοποιείται άμεσα από τον αγοραστή των αγαθών ή τον λήπτη των υπηρεσιών στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. του αντισυμβαλλόμενου σε Κεντρικές Υποδομές.
6. Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών και τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 3 όταν αγοράζουν αγροτικά προϊόντα από αγρότες του ειδικού καθεστώτος Φ.Π.Α. εκδίδουν τιμολόγιο.
Για το χρόνο έκδοσης του τιμολογίου του προηγούμενου εδαφίου ισχύουν αναλόγως τα οριζόμενα, για την πώληση αγαθών, στις διατάξεις των παραγράφων 14 και 15 του άρθρου αυτού, για δε τις επαναλαμβανόμενες αγορές τα οριζόμενα στην παραπάνω παράγραφο 2.
7. Τα αγαθά που παραλαμβάνονται από τρίτο προς πώληση ή προς επεξεργασία για λογαριασμό του καταχωρούνται, κατ' είδος και ποσότητα σε διπλότυπη κατάσταση κατά εντολέα. Στην ίδια κατάσταση καταχωρούνται κατ' είδος, ποσότητα και αξία τα αγαθά που πωλούνται ή παραδίδονται μετά την επεξεργασία, οι δαπάνες που πραγματοποιούνται για λογαριασμό του τρίτου, ο
Φ.Π.Α. και κάθε άλλο στοιχείο απαραίτητο για την εκκαθάριση. Την τελευταία ημέρα κάθε μήνα εκδίδεται εκκαθάριση κατά εντολέα, στην οποία αναγράφονται τα πλήρη στοιχεία του εντολέα, η συνολική αξία των πωλήσεων ή της αμοιβής κατά συντελεστή Φ.Π.Α., το ποσό του Φ.Π.Α., η προμήθεια που αναλογεί, ο Φ.Π.Α. της προμήθειας, καθώς και οι δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν για λογαριασμό του εντολέα. Η εκκαθάριση με το ένα αντίτυπο της κατάστασης και τα δικαιολογητικά των δαπανών, που εκδόθηκαν στο όνομα του εντολέα και αναγράφονται αναλυτικά στην κατάσταση, αποστέλλονται στον εντολέα μέχρι τη δεκάτη πέμπτη (15η) ημέρα του μήνα της εκκαθάρισης και προκειμένου για τον τελευταίο μήνα της διαχειριστικής περιόδου μέχρι την εικοστή (20ή) ημέρα του επόμενου μήνα. Η εκκαθάριση και η κατάσταση, ως προς τον εντολέα, υποκαθιστούν τα στοιχεία πώλησης αυτού.
Η πιο πάνω κατάσταση μπορεί να μη συντάσσεται εάν τα στοιχεία της αναγράφονται στην εκκαθάριση.
8. Οι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου εφαρμόζονται ανάλογα και επί αγοράς αγαθών ή λήψης υπηρεσιών για λογαριασμό τρίτου.
Επί αγοράς αγαθών ή λήψης υπηρεσιών από πρόσωπο που δεν έχει υποχρέωση έκδοσης τιμολογίου εφαρμόζεται αναλόγως η
παράγραφος 5 του παρόντος άρθρου. Στην περίπτωση αυτή στο τιμολόγιο αναγράφεται και το ονοματεπώνυμο και η διεύθυνση του εντολέα, διαφορετικά η αγορά θεωρείται, κατ' αμάχητο τεκμήριο, ότι έγινε για λογαριασμό του αντιπροσώπου.
Στις περιπτώσεις χορήγησης αμοιβών (προμηθειών), που απαλλάσσονται από το Φ.Π.Α., σε υπόχρεο απεικόνισης συναλλαγών, δύναται ο λήπτης των υπηρεσιών, υπόχρεο απεικόνισης συναλλαγών, να εκδίδει εκκαθάριση έως το τέλος του δεύτερου μήνα από τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου των συμβαλλομένων με την προϋπόθεση, ότι αφορά το σύνολο των περιπτώσεων στην ίδια διαχειριστική περίοδο.
9. Στο τιμολόγιο αναγράφονται η ημερομηνία έκδοσης αυτού, τα πλήρη στοιχεία των συμβαλλομένων, η ημερομηνία της συναλλαγής, εφόσον δεν συμπίπτει με την ημερομηνία έκδοσης του τιμολογίου, και τα στοιχεία αυτής.
Ακόμη, στο τιμολόγιο αναγράφονται υποχρεωτικά και οι ακόλουθες ενδείξεις:
α) Όταν η πράξη απαλλάσσεται από το Φ.Π.Α., η αντίστοιχη εθνική διάταξη ή διάταξη της Οδηγίας 2006/112/ΕΚ σύμφωνα με την οποία η παράδοση αγαθών ή η παροχή υπηρεσιών απαλλάσσεται από το φόρο αυτό.
β) Επί ενδοκοινοτικής παράδοσης ενός καινούργιου μεταφορικού μέσου, τα στοιχεία που απαριθμούνται στην παράγραφο 4 του άρθρου 11 του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν. 2859/2000, Α' 248).
γ) Όταν εφαρμόζεται το καθεστώς του περιθωρίου κέρδους των πρακτορείων ταξιδιών, η αναφορά «Καθεστώς περιθωρίου - Ταξιδιωτικά πρακτορεία».
δ) Όταν ο υπόχρεος στο Φ.Π.Α. είναι φορολογικός αντιπρόσωπος κατά την έννοια του άρθρου 35 του Κώδικα Φ.Π.Α., τα πλήρη στοιχεία του προσώπου αυτού, καθώς και ο Α.Φ.Μ. του.
ε) Όταν ο λήπτης είναι υπόχρεος καταβολής του φόρου, η αναφορά «Αντίστροφη επιβάρυνση».
στ) Όταν εφαρμόζεται ένα από τα ειδικά καθεστώτα που ισχύουν στον τομέα των μεταχειρισμένων αγαθών και αντικειμένων καλλιτεχνικής, συλλεκτικής και αρχαιολογικής αξίας, η αναφορά «Καθεστώς περιθωρίου - Μεταχειρισμένα αγαθά», «Καθεστώς περιθωρίου - Έργα τέχνης» ή «Καθεστώς περιθωρίου - Αντικείμενα συλλεκτικής και αρχαιολογικής αξίας» αντιστοίχως.
10. Ως πλήρη στοιχεία των συμβαλλομένων νοούνται το ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία, η διεύθυνση και ο Α.Φ. Μ.. Για το Δημόσιο και τα εξομοιούμενα με αυτό πρόσωπα, καθώς και για τους διεθνείς οργανισμούς και τις ξένες αποστολές, αναγράφεται τουλάχιστον η επωνυμία και η διεύθυνση, καθώς και ο Α.Φ.Μ..
11. Ως πλήρη στοιχεία της συναλλαγής νοούνται το είδος των αγαθών, η ποσότητα, η μονάδα μέτρησης, η τιμή μονάδας και η αξία ή το είδος των υπηρεσιών και η αμοιβή, η οποία, όπου συντρέχει περίπτωση, αναλύεται κατά συντελεστή Φ.Π.Α. ή απαλλαγή από το Φ.Π.Α.. Οι παρεχόμενες εκπτώσεις αναγράφονται κατά τις ίδιες διακρίσεις. Στο καθαρό ποσό περιλαμβάνονται οι κατά το χρόνο της συναλλαγής συναλλακτικές και ειδικές φορολογικές επιβαρύνσεις και προστίθεται ο Φ.Π.Α. που αναλογεί. Ακόμη αναγράφεται το συνολικό ποσό της αξίας της συναλλαγής ή της αμοιβής. Επί αγοράς ηρτημένων καρπών ορισμένου κτήματος στο τιμολόγιο αναγράφεται ως ποσότητα αυτή που υπολογίζεται να αποληφθεί.
Ειδικά επί παροχής ιατρικών υπηρεσιών το είδος αυτών αναγράφεται κατά γενική κατηγορία.
12. Στο τιμολόγιο που εκδίδει ο αντιπρόσωπος οίκου εξωτερικού, αναφέρει τον ΑΦΜ του, καθώς και το πλήρες ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνσή του. Επίσης, εκδίδει τιμολόγιο με το ίδιο περιεχόμενο και στις περιπτώσεις που παίρνει προμήθεια και από τον παραγγελέα ή μόνο από αυτόν.
13. Για τις επιστροφές και τις εκπτώσεις ή άλλες διαφορές, εκτός του Φ.Π.Α., οι οποίες αναφέρονται σε προηγούμενες συναλλαγές, εκδίδεται πιστωτικό τιμολόγιο από τον εκδότη του τιμολογίου ή άλλου στοιχείου που εκδόθηκε αντί τιμολογίου, στο οποίο αναγράφονται, εκτός των στοιχείων των συμβαλλομένων, το είδος, η ποσότητα, η μονάδα μέτρησης, η τιμή και η αξία κατά συντελεστή Φ. Π. Α. των επιστρεφομένων αγαθών, το ποσό των εκπτώσεων και των τυχόν διαφορών, ο αύξων αριθμός ή οι αριθμοί των στοιχείων της συναλλαγής που αφορά η επιστροφή ή η παρεχόμενη έκπτωση, καθώς και ο Φ.Π.Α.. Επί εκπτώσεων που υπολογίζονται με βάση τις πωλήσεις δεν απαιτείται η αναγραφή των πιο πάνω αριθμών. Πιστωτικό τιμολόγιο για το Φ.Π.Α. εκδίδεται μόνο στις περιπτώσεις που προβλέπεται αυτό ρητά από σχετικές διατάξεις.
14. Το τιμολόγιο εκδίδεται κατά την παράδοση ή την έναρξη της αποστολής των αγαθών στον παραλήπτη, κατά περίπτωση. Κατ' εξαίρεση, όταν για τη διακίνηση έχει εκδοθεί δελτίο αποστολής, το τιμολόγιο εκδίδεται το αργότερο σε ένα (1) μήνα από την παράδοση ή αποστολή των αγαθών στον αγοραστή και πάντως μέσα στην ίδια διαχειριστική περίοδο των συμβαλλομένων. Στις προαναφερόμενες περιπτώσεις έκδοσης του τιμολογίου σε χρόνο μεταγενέστερο της παράδοσης ή αποστολής των αγαθών, όταν αυτές αφορούν ενδοκοινοτικές αποστολές ή παραδόσεις αγαθών, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 28 του ν. 2859/2000, το τιμολόγιο εκδίδεται το αργότερο μέχρι τη 15η του επόμενου μήνα της παράδοσης ή αποστολής αγαθών και πάντως μέσα στην ίδια διαχειριστική περίοδο των συμβαλλομένων. Το τιμολόγιο αγοράς ηρτημένων καρπών εκδίδεται κατά το χρόνο κατάρτισης της σύμβασης. Επί επιστροφής αγαθών το πιστωτικό τιμολόγιο εκδίδεται το αργότερο σε ένα (1) μήνα από το χρόνο της παραλαβής τους και πάντως μέσα στην ίδια διαχειριστική περίοδο που παραλήφθηκαν τα αγαθά. Στην περίπτωση παροχής υπηρεσίας το τιμολόγιο εκδίδεται με την ολοκλήρωση της παροχής. Όταν η παροχή υπηρεσίας διαρκεί, εκδίδεται τιμολόγιο κατά το χρόνο που καθίσταται απαιτητό μέρος της αμοιβής, για το μέρος αυτό και την υπηρεσία που παρασχέθηκε. Πάντως, το τιμολόγιο δεν μπορεί να εκδοθεί πέραν της διαχειριστικής περιόδου που παρασχέθηκε η υπηρεσία. Στην περίπτωση εκτέλεσης τεχνικών έργων ή εγκαταστάσεων, το τιμολόγιο εκδίδεται μέσα σε ένα (1) μήνα από την προσωρινή επιμέτρηση και πάντως μέσα στην ίδια φορολογική περίοδο που πραγματοποιήθηκε η επιμέτρηση. Ειδικά σε περίπτωση παροχής σε πελάτη δικαιώματος λήψης υπηρεσιών, για συγκεκριμένο ή μη χρονικό διάστημα, έναντι προκαθορισμένης αμοιβής, ανεξάρτητα αν αυτή αφορά συγκεκριμένο ή μη πλήθος υπηρεσιών, το τιμολόγιο εκδίδεται κατά το χρόνο που η αμοιβή είναι απαιτητή και ο πελάτης αποκτά το σχετικό δικαίωμα λήψης των υπηρεσιών και πάντως μέσα στην ίδια διαχειριστική περίοδο των συμβαλλομένων.
15. Εάν ο αγοραστής των αγαθών ή υπηρεσιών είναι πρόσωπο της παραγράφου 1 του άρθρου 3, το τιμολόγιο μπορεί να εκδοθεί μέχρι το τέλος της διαχειριστικής περιόδου μέσα στην οποία έγινε η παράδοση ή η αποστολή των αγαθών ή η παροχή των υπηρεσιών ή η πιστοποίηση δημόσιων έργων ή η οριστικοποίηση από τις αρμόδιες αρχές της πώλησης συγγραμμάτων.
Όλα τα φορολογικά στοιχεία του παρόντος άρθρου, τα οποία εκδίδονται στο τέλος της διαχειριστικής περιόδου, επιτρέπεται να εκδίδονται μέχρι την εικοστή (20ή) ημέρα του επόμενου μήνα με ημερομηνία έκδοσης την τελευταία ημέρα της διαχειριστικής περιόδου, εφόσον παραδίδονται μέχρι την ημέρα αυτή, σε αυτόν που αφορούν.
Ειδικά, όλα τα φορολογικά στοιχεία του παρόντος άρθρου που εκδίδονται στο τέλος κάθε μήνα, επιτρέπεται να εκδίδονται μέχρι τη δέκατη πέμπτη (15η) ημέρα του επόμενου μήνα με ημερομηνία έκδοσης την τελευταία ημέρα του προηγούμενου μήνα, με εξαίρεση τα τιμολόγια που εκδίδονται στο χρόνο που προβλέπεται από τις διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου 14, τα οποία επιτρέπεται να εκδίδονται εντός του επόμενου δεκαπενθημέρου από τον προβλεπόμενο αυτόν χρόνο και με ημερομηνία έκδοσης αυτή της συμπλήρωσης ενός μήνα από την παράδοση ή την αποστολή των αγαθών στον αγοραστή.
16. Εξομοιώνονται με τιμολόγια:
α) Τα συντασσόμενα συμβόλαια μεταβίβασης στις πωλήσεις ακινήτων, βιομηχανοστασίων, πλοίων, αυτοκινήτων, αεροσκαφών και λοιπών μηχανημάτων, καθώς και λοιπά συντασσόμενα έγγραφα στις πωλήσεις μετοχών, παραγώγων, ομολογιών, ομολόγων, εντόκων γραμματίων και λοιπών συναφών που περιλαμβάνουν τα στοιχεία των τιμολογίων,
β) Λοιπά στοιχεία που εκδίδονται για πωλήσεις φυσικού αερίου μέσω δικτύου, ύδατος μη ιαματικού, αεριόφωτος, ηλεκτρικού ρεύματος, θερμικής ενέργειας ή παροχής τηλεπικοινωνιακών, ταχυδρομικών, τραπεζικών, χρηματιστηριακών, χρηματοδοτικών εργασιών, καθώς και στις περιπτώσεις είσπραξης ανταποδοτικών τελών και λοιπών συναφών δικαιωμάτων από το Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α., δημοτικές επιχειρήσεις και επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, εφόσον περιλαμβάνουν τα στοιχεία του τιμολογίου.
γ) Η απόδειξη λιανικής, στην οποία αναγράφεται γενική περιγραφή του είδους των αγαθών ή υπηρεσιών ή η γενική περιγραφή του είδους που προκύπτει από το αντικείμενο εργασιών που εμφανίζεται στα στοιχεία του εκδότη για τις περιπτώσεις παροχής υπηρεσιών, καθώς και τις πωλήσεις μη εμπορεύσιμων αγαθών για τον αγοραστή υπόχρεο απεικόνισης συναλλαγών ή τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 3 ή αγρότες του ειδικού καθεστώτος Φ.Π.Α., αξίας κάθε συναλλαγής μέχρι εκατό (100) ευρώ.
17. Τα πρόσωπα που εκδίδουν τιμολόγιο εξ ονόματος και για λογαριασμό του υπόχρεου απεικόνισης συναλλαγών μπορεί να είναι εγκατεστημένα στην Ελλάδα, σε άλλα κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε τρίτη χώρα, με τους ακόλουθους όρους και προϋποθέσεις:
α) Τα πρόσωπα αυτά να είναι υποκείμενα στο φόρο στη χώρα εγκατάστασής τους. Ειδικά, όταν τα πρόσωπα αυτά είναι εγκατεστημένα σε χώρα με την οποία δεν υφίσταται νομική πράξη για την αμοιβαία συνδρομή ανάλογης εμβέλειας με την προβλεπόμενη από τις διατάξεις του ν. 1402/1983 (Α' 167), του ν. 1914/1990 (Α' 178) και τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 του Συμβουλίου της 7ης Οκτωβρίου 2003 (Επίσημη Εφημερίδα L 264/2003, σελ. 1-11), θα πρέπει να αποδεικνύεται η άσκηση δραστηριότητας από τα πρόσωπα αυτά στη χώρα εγκατάστασής τους από επίσημο έγγραφο της οικείας φορολογικής αρχής.
β) Να υπάρχει προηγούμενη συμφωνία, πριν την έκδοση του πρώτου τιμολογίου, μεταξύ τους που αποδεικνύεται με οποιονδήποτε πρόσφορο τρόπο και από την οποία να προκύπτουν, μεταξύ άλλων, η ακριβής διεύθυνση της εγκατάστασης από την οποία θα εκδίδονται τα τιμολόγια, η ρητή αποδοχή της συγκεκριμένης διαδικασίας, που καθορίζεται με το άρθρο αυτό, οι όροι της τιμολόγησης, καθώς και οι διαδικασίες αποδοχής του κάθε τιμολογίου από τον υπόχρεο απεικόνισης συναλλαγών.
Ειδικά, στην περίπτωση έκδοσης τιμολογίων από τον πελάτη ή τον τρίτο που είναι εγκατεστημένος σε χώρα με την οποία δεν υφίσταται νομική πράξη για την αμοιβαία συνδρομή με την προβλεπόμενη από τις διατάξεις του ν. 1402/1983, του ν. 1914/1990 και τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 του Συμβουλίου της 7ης Οκτωβρίου 2003, η ανωτέρω συμφωνία απαιτείται να έχει καταρτισθεί εγγράφως, η οποία να έχει κατατεθεί πριν την έκδοση του πρώτου τιμολογίου στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. του υπόχρεου απεικόνισης συναλλαγών για λογαριασμό του οποίου ο πελάτης ή ο τρίτος εκδίδει τιμολόγια.
γ) Τα εκδιδόμενα τιμολόγια από τον πελάτη του υπόχρεου απεικόνισης συναλλαγών ή τον τρίτο πρέπει να φέρουν τα πλήρη στοιχεία του πελάτη ή του τρίτου, καθώς και του υπόχρεου απεικόνισης συναλλαγών για λογαριασμό του οποίου εκδίδονται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του παρόντος νόμου διακριτά και με σαφή αναφορά στην ιδιότητα εκάστου. Ο πελάτης ανεξάρτητα του τόπου εγκατάστασής του εκδίδει το τιμολόγιο στο όνομα και για λογαριασμό του υπόχρεου απεικόνισης συναλλαγών με την ένδειξη «αυτοτιμολόγηση».
δ) Για τα τιμολόγια που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου αυτού.
18. Ως στοιχεία που επέχουν θέση τιμολογίου γίνονται δεκτά όλα τα έγγραφα ή μηνύματα σε χαρτί ή με ηλεκτρονική μορφή, τα οποία πληρούν τους όρους που καθορίζονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
Άρθρο 7
Αποδείξεις Λιανικών Συναλλαγών
1. Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών εκδίδει απόδειξη λιανικής, τουλάχιστον διπλότυπη, για κάθε πώληση αγαθού, για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτου, ή παροχή υπηρεσίας προς φυσικό πρόσωπο, για την ικανοποίηση ατομικών ή οικογενειακών αναγκών ή προς τα μέλη προμηθευτικού συνεταιρισμού με βάση διατακτικές του ή αλλαγή λιανικώς πωληθέντος αγαθού.
2. Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών εκδίδει απόδειξη επιστροφής στις εξής περιπτώσεις:
α) Στην επιστροφή λιανικώς πωληθέντος αγαθού, στην οποία αναγράφεται το ονοματεπώνυμο και η διεύθυνση του πελάτη, εφόσον επιστρέφεται ποσό άνω των τριάντα (30) ευρώ.
β) Στην έκπτωση, μετά την έκδοση της απόδειξης λιανικής, που αφορά διαρκή καταναλωτικά αγαθά, των οποίων η αρχική τιμή είχε επιβαρυνθεί λόγω διακανονισμού, ή αγαθά που διαπιστώνεται εκ των υστέρων ελάττωμα, στην οποία αναγράφεται το ονοματεπώνυμο και η διεύθυνση του πελάτη, το είδος και η ποσότητα, καθώς και ο αύξων αριθμός της σχετικής απόδειξης.
3. Στην απόδειξη λιανικής ή επιστροφής αναγράφεται και η αξία της πώλησης ή το ποσό της αμοιβής ή επιστροφής ή έκπτωσης, κατά συντελεστή Φ.Π.Α.. Το ποσό της αμοιβής αναγράφεται και ολογράφως όταν η απόδειξη εκδίδεται χειρόγραφη. Επί παροχής υπηρεσιών από ασκούντες ελευθέριο επάγγελμα και υπόχρεους τήρησης πληροφοριών της παραγράφου 23 του άρθρου 4 χωρίς αμοιβή, στην απόδειξη λιανικής αναγράφεται η ένδειξη «δωρεάν», εφόσον δεν εκδίδεται στοιχείο αυτοπαράδοσης.
Σε περίπτωση αλλαγής λιανικώς πωληθέντος αγαθού αναγράφεται χωριστά τουλάχιστον η αξία του αγαθού που παραδίδεται στον πελάτη, η αξία του αγαθού που επιστρέφεται και η τυχόν διαφορά και εφόσον επιστρέφεται ποσό άνω των τριάντα (30) ευρώ το ονοματεπώνυμο και η διεύθυνση του πελάτη.
Οι ασκούντες ελευθέριο επάγγελμα, αναγράφουν και το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση του πελάτη.
Οι εκμεταλλευτές γεωργικών μηχανημάτων ή ελαιουργείου ή αλευρόμυλου ή εργοστασίου αποφλοίωσης ρυζιού αναγράφουν και το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση του πελάτη, καθώς και το είδος, την ποσότητα και την αξία του στην τρέχουσα τιμή, όταν η αμοιβή καταβάλλεται σε είδος.
Ο υπόχρεος τήρησης του λογαριασμού 94 του Ε. Γ.Λ.Σ., σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 4, αναγράφει στην απόδειξη λιανικής ή στην απόδειξη επιστροφής, κατά περίπτωση, και το είδος και την ποσότητα του αγαθού που πωλήθηκε ή επιστράφηκε ή αλλάχθηκε.
4. Ο χρόνος έκδοσης των αποδείξεων, ορίζεται, κατά περίπτωση ως εξής:
α) Στην πώληση αγαθών, κατά την παράδοση ή την έναρξη της αποστολής του αγαθού. Κατ' εξαίρεση, όταν για τη διακίνηση έχει εκδοθεί δελτίο αποστολής, η απόδειξη μπορεί να εκδίδεται το αργότερο μέχρι τη δέκατη πέμπτη (15η) ημέρα του επόμενου μήνα με ημερομηνία έκδοσης την τελευταία ημέρα του μήνα αποστολής και πάντως όχι πέραν της διαχειριστικής περιόδου. Όταν η αποστολή των αγαθών γίνεται σε τρίτο, με εντολή του αγοραστή, σε χρόνο μεταγενέστερο από την έκδοση της απόδειξης λιανικής, στο δελτίο αποστολής αναγράφεται ο αριθμός της απόδειξης αυτής.
β) Στην παροχή υπηρεσιών, στο χρόνο που ορίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 14 και του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 15 του άρθρου 6, με εξαίρεση την περίπτωση παροχής υπηρεσιών από τους ασκούντες ελευθέριο επάγγελμα προς το Δημόσιο και τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, όπου η απόδειξη εκδίδεται με κάθε επαγγελματική τους είσπραξη, καθώς και στη περίπτωση παροχής υπηρεσιών θεάματος ή μεταφοράς προσώπων, όπου η έκδοση πραγματοποιείται το αργότερο, κατά το χρόνο έναρξης του θεάματος ή της μεταφοράς.
γ) Στην περίπτωση εκτέλεσης οποιουδήποτε τεχνικού έργου ή εγκατάστασης που ανήκει σε ιδιώτη, κατά την παράδοση του έργου ή της εγκατάστασης και μέχρι το τέλος της διαχειριστικής περιόδου για το έργο που έχει εκτελεστεί.
5. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν έχουν εφαρμογή στις συναλλαγές των περιπτώσεων α' και β' της παραγράφου 16 του άρθρου 6, εφόσον από τις επιχειρήσεις πώλησης των ειδών ή παροχής των υπηρεσιών αυτών ή από τα πρόσωπα είσπραξης ανταποδοτικών τελών, εκδίδονται άλλα έγγραφα, που περιλαμβάνουν τα στοιχεία της απόδειξης λιανικής και αντίτυπο αυτών των εγγράφων παραδίδεται στον πελάτη, καθώς και στην είσπραξη αμοιβής από συμβολαιογράφο, εφόσον η αμοιβή του αναγράφεται στο συμβόλαιο για το οποίο εισπράττεται.
Κατ' εξαίρεση, για τις πωλήσεις ύδατος μη ιαματικού, ηλεκτρικού ρεύματος και παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών στα εκδιδόμενα φορολογικά στοιχεία ή άλλα παραστατικά αναγράφεται και το ονοματεπώνυμο του πελάτη - καταναλωτή, η διεύθυνσή του και ο αριθμός φορολογικού μητρώου ή ο αριθμός της αστυνομικής του ταυτότητας, αν στερείται αριθμού φορολογικού μητρώου. Τις υποχρεώσεις του προηγούμενου εδαφίου έχουν και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις.
6. Η έκδοση εισιτηρίων θεάτρων, κινηματογράφων, συναυλιών και λοιπών συναφών καλλιτεχνικών εκδηλώσεων, καθώς και η έκδοση εισιτηρίων μεταφοράς προσώπων δύνανται να ανατίθενται σε τρίτο.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις.
Άρθρο 8
Έγγραφα μεταφοράς και Στοιχεία Λοιπών Συναλλαγών
1. Ο μεταφορέας με βάση τα έγγραφα των δύο τελευταίων εδαφίων της παραγράφου 7 του άρθρου 5, εκδίδει κατά την παραλαβή των προς μεταφορά αγαθών και το αργότερο πριν την εκκίνηση του μεταφορικού μέσου, για κάθε μεταφορά, φορτωτική κατά φορτωτή και παραλήπτη σε τέσσερα (4) αντίτυπα. Το πρώτο αντίτυπο συνοδεύει τα αγαθά, αποτελεί αποδεικτικό παράδοσης αυτών και παραμένει στο μεταφορέα, το δεύτερο παραδίδεται στο φορτωτή, το τρίτο έχει την ένδειξη «Αποδεικτικό Δαπάνης» και παραδίδεται σε αυτόν που καταβάλλει τα κόμιστρα και το τέταρτο παραμένει ως στέλεχος.
2. Το μεταφορικό γραφείο ή ο διαμεταφορέας, με βάση τα έγγραφα των δύο τελευταίων εδαφίων της παραγράφου 7 του άρθρου 5, εκδίδει για κάθε μεταφορά, φορτωτική κατά αποστολέα και παραλήπτη σε τέσσερα (4) αντίτυπα. Το πρώτο αντίτυπο προορίζεται για το μεταφορικό γραφείο ή τον διαμεταφορέα, το δεύτερο παραδίδεται στον αποστολέα, το τρίτο έχει την ένδειξη «Αποδεικτικό Δαπάνης» και παραδίδεται σε αυτόν που καταβάλλει τα κόμιστρα και το τέταρτο παραμένει ως στέλεχος.
Όταν η φόρτωση των αγαθών γίνεται από τις εγκαταστάσεις του μεταφορικού γραφείου ή του διαμεταφορέα, η φορτωτική εκδίδεται με την παραλαβή των προς μεταφορά αγαθών και το αργότερο πριν την εκκίνηση του μεταφορικού μέσου και το πρώτο αντίτυπο αυτής συνοδεύει τα αγαθά και επιστρέφεται στο μεταφορικό γραφείο ή στον διαμεταφορέα.
Όταν η μεταφορά ενεργείται κατ' εντολή του μεταφορικού γραφείου ή του διαμεταφορέα απευθείας από τον αποστολέα στον παραλήπτη, η φορτωτική του μεταφορικού γραφείου ή του διαμεταφορέα εκδίδεται μέχρι το τέλος της επόμενης ημέρας από την ολοκλήρωση της μεταφοράς και με ημερομηνία έκδοσης αυτή της προηγούμενης ημέρας.
Στην περίπτωση αυτή το πρώτο αντίτυπο της φορτωτικής μπορεί να παραμένει στο μεταφορικό γραφείο ή στον διαμεταφορέα εφόσον φυλάσσεται για όσο χρόνο ορίζεται από τις διατάξεις του νόμου αυτού και επιδεικνύεται όταν ζητηθεί από τον έλεγχο.
Για τη μεταφορά των αγαθών το μεταφορικό γραφείο ή ο διαμεταφορέας, όταν η φόρτωση γίνεται από τις εγκαταστάσεις του, εκδίδει διπλότυπη κατάσταση αποστολής αγαθών, στην οποία αναγράφει το είδος και τους αριθμούς των δεμάτων, το είδος και την ποσότητα των μεταφερόμενων αγαθών και τον τόπο του προορισμού τους. Το ένα αντίτυπο της κατάστασης αυτής παραδίδεται στον μεταφορέα για την έκδοση της συγκεντρωτικής φορτωτικής. Εφόσον στην κατάσταση επισυνάπτεται αντίγραφο των τετραπλότυπων φορτωτικών που εκδόθηκαν αναγράφεται μόνο ο αριθμός κάθε φορτωτικής, το συνολικό βάρος των αγαθών που μεταφέρονται και ο συνολικός αριθμός των δεμάτων.
3. Η φορτωτική περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία:
α) το ονοματεπώνυμο ή την επωνυμία, το επάγγελμα και τη διεύθυνση του αποστολέα ή φορτωτή και του παραλήπτη των αγαθών, καθώς και τον Α.Φ.Μ. του καταβάλλοντος τα κόμιστρα,
β) όταν η μεταφορά ενεργείται απευθείας από τον αποστολέα στον παραλήπτη, κατ' εντολή μεταφορικού γραφείου, διαμεταφορέα ή άλλου τρίτου, στη φορτωτική αναγράφονται και τα πλήρη στοιχεία του εντολέα,
γ) την ημερομηνία και τον τόπο έκδοσης της φορτωτικής, καθώς και την ημερομηνία έναρξης της μεταφοράς από το μεταφορέα,
δ) τον τόπο προορισμού των προς μεταφορά αγαθών,
ε) το είδος και τον αριθμό του συνοδευτικού στοιχείου του αποστολέα,
στ) τους αριθμούς των δεμάτων, το είδος κατά γενική κατηγορία και την ποσότητα των μεταφερομένων αγαθών,
ζ) το κόμιστρο και τις λοιπές επιβαρύνσεις της μεταφοράς,
η) τον αριθμό κυκλοφορίας του αυτοκινήτου ή το όνομα του πλωτού μέσου, προκειμένου περί θαλασσίων μεταφορών.
4. Ο μεταφορέας εκδίδει φορτωτική και όταν μεταφέρει αγαθά δικά του. Από την υποχρέωση αυτή εξαιρούνται οι δημόσιες μεταφορικές επιχειρήσεις.
5. Ο μεταφορέας, αντί φορτωτικής, μπορεί να εκδίδει διπλότυπη απόδειξη για μεταφορές αποσκευών που συνοδεύονται από τον ταξιδιώτη ή μικροδεμάτων ή για μεταφορές εντός της αστικής περιοχής των πόλεων ή για μεταφορές εμφόρτων ή κενών οχημάτων με πλωτά μέσα. Στην απόδειξη αυτή, που εκδίδεται πριν από την εκκίνηση του μεταφορικού μέσου και το ένα αντίτυπό της παραδίδεται στον καταβάλλοντα το κόμιστρο, αναγράφονται:
α) επί μεταφοράς αποσκευών, τουλάχιστον το κόμιστρο,
β) επί μεταφοράς μικροδεμάτων, τα στοιχεία του φορτωτή και του παραλήπτη, το είδος κατά γενική κατηγορία, η ποσότητα των αγαθών και το κόμιστρο,
γ) επί αστικών μεταφορών, τα στοιχεία της προηγούμενης περίπτωσης β' , ο αριθμός του συνοδευτικού στοιχείου του αποστολέα και η ώρα εκκίνησης του μεταφορικού μέσου,
δ) επί μεταφοράς οχημάτων με πλωτά μέσα, τα στοιχεία αυτού που καταβάλλει το ναύλο και το ποσό αυτού.
6. Ο μεταφορέας, το μεταφορικό γραφείο ή ο διαμεταφορέας εκδίδει διορθωτικό σημείωμα μεταφοράς σε τρία αντίτυπα: α) όταν επιστρέφει ποσό κομίστρων, β) όταν κατά την παράδοση των αγαθών στον παραλήπτη διαπιστωθούν ποσοτικές διαφορές και γ) σε κάθε περίπτωση πραγματοποίησης της μεταφοράς κατά τρόπο, τόπο και χρόνο διαφορετικό από αυτόν που αναγράφεται στη φορτωτική και για κάθε άλλη διαφορά. Στο σημείωμα αυτό, που υπογράφεται από το μεταφορέα και τον παραλήπτη, γράφονται τα στοιχεία του μεταφορέα, του φορτωτή ή αποστολέα και του παραλήπτη, ο αριθμός της φορτωτικής, το ποσό της διαφοράς των κομίστρων, καθώς και οι διαφορές που διαπιστώθηκαν. Το πρώτο αντίτυπο αποστέλλεται στο φορτωτή ή αποστολέα, το δεύτερο παραδίδεται στον παραλήπτη και το τρίτο παραμένει ως στέλεχος.
7. Ο μεταφορέας που πραγματοποιεί διεθνείς μεταφορές οδικές, σιδηροδρομικές, θαλάσσιες ή εναέριες, δύναται να εκδίδει γι' αυτές τις μεταφορές άλλα ισοδύναμα με τα παραπάνω στοιχεία, εφόσον αυτά προβλέπονται από διεθνείς συμβάσεις, στις οποίες έχει προσχωρήσει και η χώρα μας.
8. Ο μεταφορέας που πραγματοποιεί θαλάσσιες ή εναέριες μεταφορές δύναται να αναθέτει την έκδοση των εγγράφων μεταφοράς σε αντιπρόσωπο ή σε πράκτορα, εφόσον πριν από την ανάθεση γνωστοποιήσει τούτο εγγράφως στη Δ.Ο. Υ., στην οποία υπάγεται ο αντιπρόσωπός του ή ο πράκτοράς του.
9. Επί μεταφοράς αγαθών ενός φορτωτή με μεταφορικά μέσα δημόσιας χρήσης, που προορίζονται να παραδοθούν σε περισσότερους από έναν παραλήπτες, μπορεί να εκδίδεται μία συγκεντρωτική φορτωτική κατά αποστολέα για κάθε μεταφορά, αντί της έκδοσης φορτωτικών κατά φορτωτή και παραλήπτη, με την προϋπόθεση ότι το συνολικό κόμιστρο καταβάλλεται στο μεταφορέα από τον φορτωτή. Στη συγκεντρωτική φορτωτική αναγράφονται το ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία, το επάγγελμα και η διεύθυνση του φορτωτή, ο τόπος φόρτωσης, το συνολικό κόμιστρο αριθμητικώς και ολογράφως, η χρονολογία εκκίνησης του μεταφορικού μέσου, καθώς και για κάθε παραλήπτη ο αριθμός και το είδος του συνοδευτικού φορολογικού στοιχείου, το είδος κατά γενική κατηγορία, η ποσότητα των αγαθών που προορίζονται γι' αυτόν και ο τόπος προορισμού (εκφόρτωσης).
10. Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου μεταφορέας θεωρείται αυτός που ενεργεί τη μεταφορά αγαθών με κόμιστρο, με μεταφορικά μέσα που ανήκουν σε αυτόν ή εκμεταλλεύεται αυτός, και φορτωτής αυτός που αναθέτει στον μεταφορέα το έργο της μεταφοράς.
11. Ο μεταφορέας, επί μεταφοράς αγαθών με ή χωρίς παροχή και άλλων υπηρεσιών, μπορεί να εκδίδει, αντί φορτωτικής, τιμολόγιο ή απόδειξη, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 6 και 7, εφόσον τηρείται το ημερολόγιο μεταφοράς, που προβλέπεται από τις διατάξεις της Α.Υ.Ο. 1077844/641/0015/ ΠΟΛ.1144/6.8.1992 (Β' 517). Τα προαναφερόμενα ισχύουν και για τα μεταφορικά γραφεία ή τους διαμεταφορείς, χωρίς την προϋπόθεση της τήρησης ημερολογίου μεταφοράς.
Στο περιεχόμενο του τιμολογίου ή της απόδειξης αναγράφονται, εκτός των άλλων, τα πλήρη στοιχεία του καταβάλλοντος τα κόμιστρα, τα μεταφερόμενα αγαθά, κατά γενική κατηγορία, το κόμιστρο ή την αμοιβή, τις λοιπές επιβαρύνσεις της μεταφοράς και τον αναλογούντα Φ.Π.Α..
12. Στις περιπτώσεις αυτοπαράδοσης αγαθών ή ιδιοχρησιμοποίησης υπηρεσιών, που προβλέπονται από το ν. 2859/2000, εκδίδεται απόδειξη αυτοπαράδοσης. Αντί της απόδειξης αυτής μπορεί να εκδίδεται άλλο στοιχείο αξίας, εφόσον κατά την έκδοσή τους αναγράφεται η ένδειξη «απόδειξη αυτοπαράδοσης».
13.α) Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών που τηρεί βιβλία οποιασδήποτε κατηγορίας και τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 3 για κάθε δαπάνη που αφορά την άσκηση της επιχείρησής του ή την εκτέλεση του σκοπού τους, αντίστοιχα, για την οποία ο δικαιούχος δεν υποχρεούται στην έκδοση στοιχείου του παρόντος νόμου, εκδίδει διπλότυπη απόδειξη δαπάνης. Διπλότυπη απόδειξη δαπάνης εκδίδεται επίσης και από τον εκμεταλλευτή επιβατικού αυτοκινήτου δημόσιας χρήσης για την καταβολή στους οδηγούς αμοιβών οι οποίες δεν υπάγονται στο φόρο προστιθέμενης αξίας.
β) Στην απόδειξη δαπάνης, η οποία υπογράφεται και από το δικαιούχο και στα δύο αντίτυπα, αναγράφονται: α) τα πλήρη στοιχεία των συμβαλλομένων όπως περιγράφονται στην παράγραφο 10 του άρθρου 6, β) η αιτιολογία και το ποσό της δαπάνης αριθμητικώς και ολογράφως. Δεν απαιτείται η αναγραφή του ποσού ολογράφως στις αποδείξεις που εκδίδονται με Η/Υ, γ) οι τυχόν φόροι και οι λοιπές φορολογικές επιβαρύνσεις.
γ) Για τα δώρα που γίνονται από τον υπόχρεο απεικόνισης συναλλαγών σε διάφορα πρόσωπα, για την επαγγελματική του προβολή ή για την εκπλήρωση κοινωνικής του υποχρέωσης, συνυφασμένης με την επαγγελματική του δραστηριότητα, αξίας του καθενός μέχρι εκατόν πενήντα (150) ευρώ, μπορεί να συντάσσεται σχετική κατάσταση, με το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση των προσώπων αυτών, αντί της έκδοσης της διπλότυπης απόδειξης του πρώτου εδαφίου της περίπτωσης α' της παραγράφου αυτής για κάθε πρόσωπο.
δ) Όταν καταβάλλονται μισθοί, ημερομίσθια, ή άλλες παροχές σε μισθωτούς δύναται, αντί της έκδοσης απόδειξης δαπάνης, να συντάσσεται κατάσταση στην οποία υπογράφουν οι δικαιούχοι για τα ποσά που λαμβάνουν. Επί καταβολής μισθών και ημερομισθίων με τη μεσολάβηση τράπεζας δεν απαιτείται υπογραφή της κατάστασης, εφόσον υπάρχει σχετική εξουσιοδότηση των δικαιούχων της αμοιβής, που δίδεται μία φορά με ταυτόχρονη εντολή προς την τράπεζα για πίστωση συγκεκριμένου λογαριασμού.
Άρθρο 9
Διασφάλιση συναλλαγών και Διαφύλαξη Δεδομένων
1. Η αυθεντικότητα των στοιχείων διακίνησης διασφαλίζεται με τη χρήση θεωρημένων από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. εντύπων, επί χειρόγραφης έκδοσής τους, ή με τη χρήση ειδικών ασφαλών διατάξεων σήμανσης του νόμου 1809/1988 (Α' 222), επί μηχανογραφικής έκδοσής αυτών, και των στοιχείων αξίας λιανικών συναλλαγών για παροχή υπηρεσίας με θεώρηση από την αρμόδια Δ.Ο.Υ.. Τα οριζόμενα στο προηγούμενο εδάφιο δεν εφαρμόζονται για τα εισιτήρια επιχειρήσεων μεταφοράς προσώπων με λεωφορεία, σιδηρόδρομους και αεροπλάνα, όταν εκτελούν συγκοινωνίες, καθώς και για τα εισιτήρια πλοίων, εφόσον φορολογούνται κατ' ειδικό τρόπο και απαλλάσσονται του Φ.Π.Α.. Η παρούσα παράγραφος παύει να ισχύει από την 1η Ιανουαρίου 2014.
2. Κατά τη διάρκεια της διαχειριστικής περιόδου και μέχρι την υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, τα βιβλία τηρούνται, τα δε στοιχεία, καθώς και τα λοιπά δικαιολογητικά εγγραφών, φυλάσσονται στην επαγγελματική εγκατάσταση που αφορούν και επιδεικνύονται άμεσα στο φορολογικό έλεγχο.
Με γνωστοποίηση στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία της έδρας του υπόχρεου απεικόνισης συναλλαγών μπορεί τα βιβλία να τηρούνται, τα δε στοιχεία, καθώς και τα λοιπά δικαιολογητικά εγγραφών, να φυλάσσονται σε άλλο τόπο, με την προϋπόθεση ότι επιδεικνύονται στην προθεσμία που ορίζεται από την αρμόδια φορολογική αρχή.
Επίσης, με τις προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου, μπορεί τα βιβλία να ενημερώνονται σε άλλο τόπο με τα πρωτογενή φορολογικά στοιχεία και λοιπά δικαιολογητικά εγγραφών, τα οποία , μετά την ενημέρωση τους, επιστρέφονται στην επαγγελματική εγκατάσταση που αφορούν.
Οι πληροφορίες της παραγράφου 23 του άρθρου 4 και των αποφάσεων που έχουν εκδοθεί, κατ' εξουσιοδότηση του παρόντος νόμου, τηρούνται στην επαγγελματική εγκατάσταση που ασκείται η σχετική δραστηριότητα.
3. Μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος τα βιβλία, τα στοιχεία, τα λοιπά δικαιολογητικά των εγγραφών, καθώς και τα ηλεκτρομαγνητικά μέσα αποθήκευσης αυτών κάθε διαχειριστικής περιόδου, μπορεί να φυλάσσονται σε οποιονδήποτε τόπο εντός ή εκτός της Ελληνικής Επικράτειας και επιδεικνύονται στην προθεσμία που ορίζεται από την αρμόδια φορολογική αρχή. Όταν ο τόπος αποθήκευσης ευρίσκεται εκτός Ελλάδας, υποχρεούται να γνωστοποιεί στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. πριν την αποθήκευση, τον τόπο αυτόν, καθώς και κάθε μεταβολή του τόπου αυτού.
4. Ειδικά, για τη διαφύλαξη των τιμολογίων εφαρμόζονται τα εξής:
α) Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών οφείλει να μεριμνά για την αποθήκευση των αντιγράφων των τιμολογίων που εκδίδονται από τον ίδιο ή εξ ονόματός του και για λογαριασμό του, από τον πελάτη του ή από τρίτους, καθώς και όλων των τιμολογίων που λαμβάνει. Αντίτυπα των τιμολογίων που εκδίδονται εξ ονόματος και για λογαριασμό του υπόχρεου απεικόνισης συναλλαγών, παραδίδονται σε αυτόν μέσα στην προθεσμία που ορίζουν οι διατάξεις περί Απεικόνισης Συναλλαγών για την ενημέρωση των τηρούμενων βιβλίων.
β) Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών μπορεί να καθορίζει τον τόπο αποθήκευσης, υπό τον όρο να θέτει στη διάθεση των αρμόδιων αρχών, έπειτα από οποιαδήποτε αίτησή τους, τα τιμολόγια ή τις πληροφορίες που έχουν αποθηκευτεί, μέσα στις προθεσμίες που τίθενται με την αίτηση των αρχών αυτών, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. Όταν ο τόπος αποθήκευσης ευρίσκεται εκτός Ελλάδας, υποχρεούται να γνωστοποιεί στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. πριν την αποθήκευση, τον τόπο αυτόν, καθώς και κάθε μεταβολή του τόπου αυτού.
γ) Όταν η αποθήκευση δεν πραγματοποιείται με ηλεκτρονικά μέσα που να εξασφαλίζουν την πλήρη και επιγραμμική (online) πρόσβαση στα σχετικά δεδομένα, o υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών υποχρεούται να αποθηκεύει στο εσωτερικό της χώρας τα τιμολόγια που εκδίδει ή λαμβάνει.
δ) Όταν η αποθήκευση γίνεται σε χώρα με την οποία δεν υφίσταται νομική πράξη για την αμοιβαία συνδρομή με την προβλεπόμενη από τις διατάξεις του ν. 1402/1983, του ν. 1914/1990 και τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 του Συμβουλίου της 7ης Οκτωβρίου 2003 και σχετικά με το δικαίωμα πρόσβασης με ηλεκτρονικά μέσα, τηλεκφόρτωσης και χρήσης που προβλέπεται στην περίπτωση στ', ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών υποχρεούται να αποθηκεύει στο εσωτερικό της χώρας, τα τιμολόγια που εκδίδει ή λαμβάνει.
ε) Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών υποχρεούται στη διαφύλαξη των τιμολογίων με την αρχική τους μορφή με την οποία διαβιβάσθηκαν ή τέθηκαν στη διάθεσή του, σε χαρτί ή με ηλεκτρονικά μέσα. Επίσης, όταν τα τιμολόγια διαφυλάσσονται με ηλεκτρονικά μέσα, διαφυλάσσονται με ηλεκτρονικά μέσα και τα δεδομένα που εξασφαλίζουν τη γνησιότητα της προέλευσης και την ακεραιότητα του περιεχομένου κάθε τιμολογίου.
στ) Όταν ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών αποθηκεύει, με ηλεκτρονικά μέσα τα οποία εξασφαλίζουν πρόσβαση με απευθείας σύνδεση (online) πρόσβαση στα σχετικά δεδομένα, τιμολόγια τα οποία εκδίδει ή λαμβάνει, οι αρμόδιες αρχές του κράτους - μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος και, όταν ο Φ. Π. Α. οφείλεται σε ένα άλλο κράτος - μέλος, οι αρμόδιες αρχές εκείνου του κράτους - μέλους έχουν δικαίωμα πρόσβασης, λήψης και χρήσης αυτών των τιμολογίων.
ζ) Με τον όρο «διαφύλαξη τιμολογίου με ηλεκτρονικά μέσα» νοείται η διαφύλαξη δεδομένων που πραγματοποιείται με ηλεκτρονικό εξοπλισμό επεξεργασίας (περιλαμβανομένης της ψηφιακής συμπίεσης) και διαφύλαξης, καθώς και με ενσύρματα, ασύρματα, οπτικά ή άλλα ηλεκτρομαγνητικά μέσα.
5. Τα βιβλία, τα στοιχεία, τα λοιπά δικαιολογητικά των εγγραφών στα βιβλία, καθώς και τα ηλεκτρομαγνητικά μέσα στα οποία αποθηκεύονται δεδομένα βιβλίων, για τα οποία δεν υπάρχει υποχρέωση εκτύπωσής τους, διατηρούνται στον εκάστοτε οριζόμενο από τις σχετικές φορολογικές διατάξεις χρόνο παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για επιβολή φόρου και οπωσδήποτε όσο χρόνο εκκρεμεί σχετική υπόθεση ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων ή του Συμβουλίου της Επικρατείας.
6. Επιτρέπεται στους υπόχρεους απεικόνισης συναλλαγών, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά από άλλες διατάξεις, να διαφυλάττουν τα εκδοθέντα και ληφθέντα φορολογικά στοιχεία σε μικροφίλμ ή σε ηλεκτρονική μορφή (οπτικοί δίσκοι CD-ROM τεχνολογίας WORM) με φωτογράφιση ή ψηφιοποίηση από τα αντίστοιχα στελέχη, μετά την υποβολή των περιοδικών δηλώσεων του φόρου προστιθέμενης αξίας ή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, κατά περίπτωση, για όσο χρόνο ορίζεται στις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου του άρθρου αυτού, εφόσον υπάρχει και σύστημα αναζήτησης, εμφάνισης και εκτύπωσης (αναπαραγωγής) των φορολογικών στοιχείων, με την προϋπόθεση ότι τίθενται στη διάθεση της αρμόδιας φορολογικής αρχής στην προθεσμία που ορίζεται από αυτή. Ειδικά για τα χρησιμοποιούμενα ηλεκτρονικά μέσα του ανωτέρω εδαφίου απαιτείται, προ της χρησιμοποίησής τους, σήμανση από αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών. Η αδυναμία αναπαραγωγής αντιγράφων λογίζεται ως μη διαφύλαξη των σχετι-κών φορολογικών στοιχείων. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση μη σήμανσης των ηλεκτρονικών μέσων αρχειοθέτησης.
7. Τα αθεώρητα βιβλία που ενημερώνονται μηχανογραφικά, μπορεί να μην εκτυπώνονται, εφόσον τα δεδομένα τους φυλάσσονται σε ηλεκτρομαγνητικά μέσα αποθήκευσης, με την προϋπόθεση ότι, τα δεδομένα αυτά εκτυπώνονται άμεσα όταν ζητηθεί από το φορολογικό έλεγχο. Η μη διαφύλαξη των ηλεκτρομαγνητικών μέσων ή η αδυναμία αναπαραγωγής του περιεχομένου αυτών εξομοιώνεται με μη τήρηση των βιβλίων ή των καταστάσεων που εμπεριέχονται σε αυτά.
Τα αναφερόμενα στο προηγούμενο εδάφιο ισχύουν και για τα αποθηκευμένα δεδομένα, που επέχουν θέση στελέχους των εκδιδόμενων φορολογικών στοιχείων.
Άρθρο 10
Διασταυρώσεις και Απόδειξη Συναλλαγών
1. Ο υπόχρεος απεικόνισης συναλλαγών και τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 3 υποβάλλουν καταστάσεις, για μηχανογραφική επεξεργασία και διασταύρωση πληροφοριών, με τις συναλλαγές που πραγματοποίησαν για την επαγγελματική τους εξυπηρέτηση ή την εκπλήρωση του σκοπού τους, από αγορές αγαθών και λήψη υπηρεσιών, από χονδρικές πωλήσεις αγαθών και παροχή υπηρεσιών και από καταβολή ή είσπραξη αμοιβών, αποζημιώσεων, οικονομικών ενισχύσεων και άλλων δικαιωμάτων.
Οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος Φ.Π.Α. υποβάλλουν καταστάσεις, μόνο για τα τιμολόγια πώλησης των προϊόντων τους, που δύνανται να εκδίδουν οι ίδιοι για το σύνολο της παραγωγής τους.
2. Τα αναγκαία για διασταύρωση στοιχεία που αφορούν εισαγωγές ή εξαγωγές αγαθών των αναφερομένων στην προηγούμενη παράγραφο προσώπων, λαμβάνονται από το Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Τελωνείων (Ο.Π.Σ.Τ. - ICIS).
3. Οι καταστάσεις της προηγούμενης παραγράφου 1 περιέχουν το ονοματεπώνυμο και το πατρώνυμο ή την επωνυμία, καθώς και τον Α.Φ.Μ. του υπόχρεου και το έτος που αφορούν.
Στις καταστάσεις αυτές καταχωρούνται το ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία, ο Α.Φ.Μ. των συναλλασσομένων με τον υπόχρεο (προμηθευτών, πελατών κ.λπ.), ο συνολικός αριθμός των τιμολογίων ή άλλων φορολογικών στοιχείων και η συνολική αξία, προ Φ. Π. Α..
Εξαιρετικά, δεν συμπεριλαμβάνονται στις καταστάσεις αυτές συναλλαγές, εφόσον η συνολική αξία, προ Φ.Π.Α., ενός εκάστου στοιχείου που έχει εκδοθεί γι' αυτές δεν υπερβαίνει τα τριακόσια (300) ευρώ.
4. Οι καταστάσεις της παραγράφου 1 υποβάλλονται μέχρι την εικοστή πέμπτη (25η) Ιουνίου κάθε χρόνου με τις συναλλαγές του προηγούμενου ημερολογιακού έτους.
Οι καταστάσεις υποβάλλονται αποκλειστικά με ηλεκτρονικό τρόπο επικοινωνίας στο διαδικτυακό τόπο της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων.
Οι ανωτέρω καταστάσεις δεν υποβάλλονται, όταν τα δεδομένα τους διαβιβάζονται ηλεκτρονικά στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20 του ν. 3842/2010α' 58).
5. Δεν υποχρεούνται στην υποβολή των καταστάσεων της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού:
α) οι τράπεζες για τους τόκους καταθέσεων που χορηγούν, καθώς και για τους τόκους και τις προμήθειες που χορηγούν σε άλλες τράπεζες ή πρόσωπα του άρθρου 1 και πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 3 ή αγρότες του ειδικού καθεστώτος Φ.Π.Α. ή λαμβάνουν από τα παραπάνω πρόσωπα, με την εξαίρεση των προμηθειών που λαμβάνουν από πρόσωπα του άρθρου 1 ή πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 3 ή πρόσωπα του ειδικού καθεστώτος Φ. Π. Α. που πωλούν αγαθά ή παρέχουν υπηρεσίες σε κατόχους - χρήστες πιστωτικών καρτών,
β) τα πρόσωπα του άρθρου 1 και τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 3 για τους τόκους καταθέσεων που λαμβάνουν από τράπεζες, για τους τόκους και τις προμήθειες που καταβάλλουν σε τράπεζες ή λαμβάνουν από αυτές, καθώς και για τους μισθούς, τα ημερομίσθια και τις συντάξεις που χορηγούν, με την εξαίρεση των προμηθειών που καταβάλλουν στις τράπεζες λόγω πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών σε κατόχους - χρήστες πιστωτικών καρτών,
γ) τα πρόσωπα του άρθρου 1 και τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 3 ή πρόσωπα του ειδικού καθεστώτος Φ. Π. Α. για τις πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών εκτός της χώρας, καθώς και για τις αγορές αγαθών ή υπηρεσιών από επιχειρήσεις που δεν ασκούν δραστηριότητα εντός της χώρας,
δ) τα πρόσωπα του άρθρου 1 και τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 3 για τα ασφάλιστρα, τις επιστροφές ασφαλίστρων και τις εκπτώσεις επί των ασφαλίστρων που αναγράφονται στα σχετικά ασφαλιστήρια συμβόλαια ή στις πρόσθετες πράξεις.
6. Για την απόδειξη της συναλλαγής από το λήπτη φορολογικού στοιχείου που αφορά αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών αξίας τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ και άνω απαιτείται η τμηματική ή ολική εξόφληση να γίνεται μέσω τραπεζικού λογαριασμού ή με επιταγή έκδοσης του λήπτη του στοιχείου. Σε περίπτωση εκχώρησης επιταγών τρίτων εκδίδεται άμεσα λογιστική απόδειξη εκχώρησης αξιογράφων, στην οποία αναγράφονται τα στοιχεία των εκχωρούμενων επιταγών.
Με επιταγή του αγοραστή ή με κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό αποκλειστικά και μόνο εξοφλούνται επίσης, μερικά ή ολικά, και τα φορολογικά στοιχεία αξίας τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ και άνω, που αφορούν αγορές αγροτικών προϊόντων από πρόσωπο που παράγει τα προϊόντα αυτά, καθώς επίσης και το ποσό που αποδίδεται από τον αντιπρόσωπο στον εντολέα, επίσης πρόσωπο που παράγει τα ως άνω αγροτικά προϊόντα, για τις διενεργηθείσες πωλήσεις των προϊόντων αυτών, για λογαριασμό του, με βάση την εκκαθάριση της παραγράφου 7 του άρθρου 6, μετά την αφαίρεση της δικαιούμενης προμήθειας. Από την ως άνω υποχρέωση εξαιρούνται τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 3.
Κατ' εξαίρεση, των αναφερομένων στα προηγούμενα εδάφια, επιτρέπεται ο συμψηφισμός αμοιβαίων ανταπαιτήσεων μεταξύ των αντισυμβαλλομένων.
7. Στα εκδιδόμενα από τις τράπεζες και λοιπά πιστωτικά ιδρύματα, παραστατικά στοιχεία πάσης φύσεως εισπράξεων ή πληρωμών μετρητοίς για συναλλαγές φυσικών ή νομικών προσώπων ή κοινοπραξιών ποσού άνω των δώδεκα χιλιάδων (12.000) ευρώ αναγράφεται και ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου του συναλλασσομένου. Σε περίπτωση αλλοδαπού φυσικού προσώπου αναγράφεται ο αριθμός διαβατηρίου ή ταυτότητας.
Στις εκδιδόμενες επιταγές που καλύπτουν εξόφληση επαγγελματικών συναλλαγών, ανεξαρτήτως ποσού, αναγράφεται υποχρεωτικά ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου του εκδότη, του εκάστοτε οπισθογράφου, καθώς και του τελευταίου κομιστή που εισπράττει αυτήν. Επίσης αναγράφεται υποχρεωτικά ο Α.Φ.Μ. του εκδότη της επιταγής που προσκομίζεται για εξόφληση οφειλής προς το Δημόσιο ανεξαρτήτως ποσού.
8. Το βάρος της απόδειξης της συναλλαγής φέρει τόσον ο εκδότης, όσον και ο λήπτης του στοιχείου, οι οποίοι δικαιούνται να επιβεβαιώνουν τα αναγκαία στοιχεία του αντισυμβαλλόμενου από τη δήλωση έναρξης εργασιών ή από άλλο πρόσφορο αποδεικτικό στοιχείο, επιφυλασσομένων των διατάξεων περί φορολογικού απορρήτου, τα οποία οι συμβαλλόμενοι υποχρεούνται εκατέρωθεν να παρέχουν, φέροντας ο καθένας και την ευθύνη για την ακρίβεια των στοιχείων που παρέχει.
Η επιβεβαίωση των στοιχείων των συναλλασσομένων μπορεί να γίνεται και από βάση δεδομένων ή αρχείο υπόχρεων απεικόνισης συναλλαγών, που είναι διαθέσιμα από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών, καμπτομένου στην περίπτωση αυτή του ισχύοντος φορολογικού απορρήτου.
Άρθρο 11
Εξουσίες της Φορολογικής Αρχής
1. Ο αρμόδιος οικονομικός επιθεωρητής, μετά από εισήγηση του προϊσταμένου της Δ. Ο. Υ. της έδρας του υπόχρεου απεικόνισης συναλλαγών μπορεί με ειδικά αιτιολογημένη απόφασή του:
α) να επιτρέπει τη μη έκδοση δελτίου αποστολής ή την έκδοσή του κατά διαφορετικό τρόπο, επί διακίνησης αγαθών μεταξύ των επαγγελματικών εγκαταστάσεων του υπόχρεου απεικόνισης συναλλαγών, εφόσον δεν είναι εξαιρετικά δύσκολη η παρακολούθηση των διακινουμένων αγαθών,
β) να απαλλάσσει τον υπόχρεο, κατά την έναρξη εργασιών από την τήρηση απλογραφικών βιβλίων και από την έκδοση των αποδείξεων λιανικής, στην περίπτωση που εκτιμάται ότι κατά τη διαχειριστική περίοδο αυτή δεν θα υπερβεί το όριο των ακαθαρίστων εσόδων της παραγράφου 3 του άρθρου 3.
2. Ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. δε θεωρεί φορολογικά στοιχεία σε υπόχρεο ο οποίος:
α) δεν έχει εκπληρώσει τις ληξιπρόθεσμες και απαιτητές υποχρεώσεις του από πάσης φύσης φόρους του Δημοσίου από την επαγγελματική του δραστηριότητα, από δάνεια με την εγγύηση του Δημοσίου, πρόστιμα για παραβάσεις των διατάξεων του νόμου αυτού, τέλη ή εισφορές που βεβαιώνονται από τις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες, όταν το σύνολο των υποχρεώσεων αυτών, χωρίς τις νόμιμες προσαυξήσεις ξεπερνά τις έξι χιλιάδες (6.000) ευρώ, εκτός αν έχει υπαχθεί σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής των ληξιπρόθεσμων χρεών του από τα κατά νόμο αρμόδια όργανα και είναι απόλυτα συνεπής στην καταβολή των δόσεων αυτών. Επί ομόρρυθμων, ετερόρρυθμων και περιορισμένης ευθύνης εταιρειών, κοινοπραξιών, κοινωνιών και αστικών εταιρειών πρέπει να ερευνάται, μόνο κατά την πρώτη θεώρηση μετά τη σύστασή τους, εάν έχουν εκπληρώσει τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις και τα μέλη των εταιρειών ή της κοινοπραξίας ή της κοινωνίας ή της αστικής εταιρείας,
β) δεν έχει υποβάλει στη δημόσια οικονομική υπηρεσία δηλώσεις απόδοσης οποιουδήποτε παρακρατούμενου ή επιρριπτόμενου φόρου, τέλους, εισφοράς από οποιαδήποτε αιτία, καθώς και δηλώσεις φόρου εισοδήματος.
Κατ' εξαίρεση των όσων ορίζονται πιο πάνω ο προϊστάμενος της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. μπορεί, με απόφασή του, να εγκρίνει τη θεώρηση περιορισμένου αριθμού φορολογικών στοιχείων, αφού καταβάλλει ο υπόχρεος μέρος της οφειλής του που καθορίζεται με την ίδια απόφαση.
Το όριο της περίπτωσης α'ισχύει και σε κάθε περίπτωση μη θεώρησης βιβλίων και στοιχείων με βάση μη φορολογικές διατάξεις, εξαιρουμένων των χρεών προς τα Επιμελητήρια.
Ομοίως, κατ' εξαίρεση, με απόφαση του προϊσταμένου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. μπορεί να θεωρούνται βιβλία και περιορισμένος αριθμός στοιχείων σε υπόχρεους απεικόνισης συναλλαγών που οφείλουν ληξιπρόθεσμα και απαιτητά χρέη μη φορολογικά και έχουν κώλυμα θεώρησης από άλλες μη φορολογικές διατάξεις. Κάθε σχετική περίπτωση θα αναγγέλλεται εγγράφως στα αρμόδια κατά περίπτωση, για τα χρέη αυτά, πρόσωπα.
Η παρούσα παράγραφος παύει να ισχύει από την 1 η Ιανουαρίου 2014.
Άρθρο 12
Εξουσίες Υπουργού Οικονομικών
Ο Υπουργός των Οικονομικών εκδίδει τις αναγκαίες αποφάσεις σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 1-11 και της Οδηγίας 2006/112/ΕΕ, καθώς και αποφάσεις για την περαιτέρω απλοποίηση της διαδικασίας,
Άρθρο 13
Θέση σε ισχύ
Οι διατάξεις του παρόντος Κώδικα ισχύουν από 1.1.2013.
Άρθρο 14
Μεταβατικές διατάξεις
1. Κάθε διάταξη αντίθετη στις διατάξεις των άρθρων 113 δεν ισχύει σε θέματα που ρυθμίζονται από αυτά και παύουν να ισχύουν διοικητικά έγγραφα και εγκύκλιοι διαταγές, που αφορούν τις διατάξεις αυτές.
2. Όπου από τις κείμενες διατάξεις γίνεται παραπομπή στις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων (π.δ. 99/1977, Α' 34) και του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (π.δ.186/1992, Α' 84), μετά την ισχύ του παρόντος νόμου νοούνται οι συναφείς διατάξεις των άρθρων 1-12.
3. Όπου στις κείμενες διατάξεις γίνεται παραπομπή σε βιβλία δεύτερης κατηγορίας νοούνται τα απλογραφικά βιβλία των παραγράφων 16 έως και 22 του άρθρου 4 και όπου γίνεται παραπομπή σε βιβλία τρίτης κατηγορίας νοούνται τα διπλογραφικά βιβλία των παραγράφων 7 έως και 15 του άρθρου 4.
4. Αποφάσεις της Κεντρικής Επιτροπής Λογιστικών Βιβλίων, της Επιτροπής Λογιστικών Αμφισβητήσεων και της Επιτροπής Λογιστικών Βιβλίων εξακολουθούν να ισχύουν για το χρόνο που ορίζεται και τα θέματα που ρυθμίζονται αντίστοιχα από αυτές, εφόσον με τις διατάξεις του παρόντος Κώδικα υφίστανται οι σχετικές υποχρεώσεις.
5. Οι διατάξεις των άρθρων 5, 7 και 8 παύουν να ισχύουν την 1 η Ιανουαρίου 2014. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών συστήνεται Ομάδα Εργασίας, προκειμένου να επεξεργασθεί και να υποβάλει μέχρι 30.6.2013 τις προτάσεις της για περαιτέρω απλοποίηση και βελτίωση των προβλεπομένων από τον παρόντα Κώδικα διατάξεων και αντίστοιχες τροποποιήσεις που απαιτούνται στην εμπορική και λογιστική νομοθεσία.»
2. α. Τα τρία πρώτα εδάφια της παραγράφου 21 του άρθρου 55 ν.4002/2011 (Α' 180) αντικαθίστανται ως εξής:
«21. Η τοποθέτηση και η λήξη θητείας των προϊσταμένων των κατωτέρω οργανικών μονάδων, επιπέδου Τμήματος, Υποδιεύθυνσης και Διεύθυνσης του Υπουργείου Οικονομικών, διενεργείται χωρίς τη διαδικασία που προβλέπεται στις διατάξεις των άρθρων 84, 85 και 86 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007, Α' 26) και του άρθρου πέμπτου του ν. 3839/2010 (Α' 51), με μόνη απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, για θητεία ενός έτους που μπορεί να ανανεώνεται μέχρι δύο φορές ή να διακόπτεται πριν τη λήξη της, με όμοια απόφαση και κύριο κριτήριο την επίτευξη των ποιοτικών και ποσοτικών στόχων που τους έχουν τεθεί.
Οι υπάλληλοι που τοποθετούνται προϊστάμενοι σε αυτές τις οργανικές μονάδες πρέπει να διαθέτουν τα τυπικά προσόντα που προβλέπονται για τη θέση που καταλαμβάνουν, σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3 του άρθρου 84 του Υπαλληλικού Κώδικα, να μην έχει επιβληθεί σε βάρος τους οποιαδήποτε ποινή και να μην εκκρεμεί πειθαρχική δίωξη.
Με την απόφαση τοποθέτησης καθορίζονται ποσοτικοί και ποιοτικοί στόχοι για κάθε τρίμηνο της θητείας και για κάθε οργανική μονάδα, οι οποίοι ελέγχονται ανά τρίμηνο.»
β. Σε περίπτωση που οι αποφάσεις τοποθέτησης, που έχουν εκδοθεί μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, καθορίζουν ποσοτικούς και ποιοτικούς στόχους σε ετήσια βάση, οι στόχοι αυτοί κατανέμονται αναλογικά σε κάθε τρίμηνο της θητείας.
γ. Στο τέλος του στοιχείου ε' του πέμπτου εδαφίου της παραγράφου 21 του άρθρου 55 του ν. 4002/2011(Α' 180) προστίθενται οι λέξεις: «και όσες άλλες Δ.Ο. Υ. διατηρούνται σε λειτουργία.»
δ. Το στοιχείο στ' του πέμπτου εδαφίου της παραγράφου 21 του άρθρου 55 του ν. 4002/2011 καταργείται και το στοιχείο ζ' του ίδιου ως άνω εδαφίου αναριθμείται ως στοιχείο στ'.
ε. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του ν. 3943/2011 (Α' 66) προστίθενται δύο εδάφια ως εξής: «Οι ελεγκτές αξιολογούνται σε τριμηνιαία βάση στη βάση του αριθμού και του είδους των ελέγχων, καθώς και των επιτευχθέντων εσόδων. Αμέσως μετά την επιλογή των ελεγκτών συνάπτεται συμβόλαιο αποδοτικότητας, στο οποίο εξειδικεύονται οι συγκεκριμένοι στόχοι που οφείλουν να εκπληρώσουν.»
στ. Κατ' εξαίρεση, από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και μέχρι 30 Ιουνίου 2013, οι θέσεις Ελεγκτών Βεβαίωσης και Αναγκαστικής Είσπραξης των Εσόδων του Κράτους προκηρύσσονται και οι υποψήφιοι επιλέγονται από πίνακα που καταρτίζει η Ειδική Επιτροπή που προβλέπεται στην παράγραφο 16 του άρθρου 4 του ν. 3943/2011 (Α' 66) μετά από συνέντευξη, προκειμένου η Επιτροπή να διαμορφώσει γνώμη για την προσωπικότητα και την ουσιαστική ικανότητα άσκησης των ειδικών καθηκόντων της θέσης. Για το χρονικό αυτό διάστημα, δεν απαιτείται η διενέργεια της προβλεπόμενης στο προηγούμενο εδάφιο συνέντευξης στην περίπτωση της επιλογής υπαλλήλων με τουλάχιστον διετή προηγούμενη εμπειρία σε ελεγκτικά καθήκοντα.
Ν. 4093/2012., Παρ.Ε'2 : 1. Στο Υπουργείο Οικονομικών συνιστάται Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων καταργουμένης ταυτοχρόνως της Γενικής Γραμματείας Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων. Συνιστάται επίσης θέση Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων με βαθμό 1 ο της κατηγορίας Ειδικών Θέσεων, ο οποίος προΐσταται της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, ενώ καταργείται ταυτοχρόνως η θέση του Γενικού Γραμματέα Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων με βαθμό 1ο της κατηγορίας Ειδικών Θέσεων.
2. Η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων συγκροτείται από όλες τις οργανικές μονάδες και τις Ειδικές Αποκεντρωμένες Υπηρεσίες, που υπάγονται στις παρακάτω Γενικές Διευθύνσεις και Υπηρεσίες:
α. Γραφείο Γενικού Γραμματέα.
β. Γενική Διεύθυνση Φορολογίας.
γ. Γενική Διεύθυνση Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων.
δ. Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης.
ε. Γενική Διεύθυνση Γενικού Χημείου του Κράτους.
στ. Γενική Διεύθυνση Οικονομικής Επιθεώρησης.
ζ. Γενική Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης.
η. Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.).
3. α. Στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών μεταφέρονται στις 31 Ιουλίου 2013 οι αρμοδιότητες, το προσωπικό και οι διαθέσιμοι πόροι των ακόλουθων οργανικών μονάδων της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων που αφορούν στην άσκηση της φορολογικής και τελωνειακής διοίκησης:
i) Διεύθυνση Εφαρμογών Ηλεκτρονικών Υπολογιστών (Δ 30) με την εξαίρεση των Τμημάτων Προϋπολογισμού και Δημοσίων Δαπανών, Μισθοδοσίας και Συντάξεων.
ii) Διεύθυνση Εισαγωγής και Ελέγχου Στοιχείων Ηλεκτρονικών Υπολογιστών (Δ32).
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και τίθεται σε ισχύ το αργότερο στις 31 Ιουλίου 2013 μπορούν να εξειδικευθούν περαιτέρω οι προαναφερόμενες λειτουργίες της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων που μεταφέρονται στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, καθώς και να ρυθμιστούν ειδικότερα ζητήματα που αφορούν στη μεταφορά του προσωπικού και των διαθέσιμων πόρων. Με όμοια απόφαση είναι δυνατόν να προβλεφθεί προγενέστερη ημερομηνία εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας υποπερίπτωσης. Μεταξύ της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων και της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων συνάπτεται μέχρι τις 31 Ιουλίου 2013 μνημόνιο συνεργασίας που μπορεί να τροποποιείται όποτε κριθεί απαραίτητο και καθορίζει τις υπηρεσίες που παρέχονται από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων.
β. Οι αρμοδιότητες προληπτικού ελέγχου εφαρμογής της φορολογικής νομοθεσίας και προσωρινού φορολογικού ελέγχου, ιδίως στους παρακρατούμενους και επιρριπτόμενους φόρους, με έμφαση στο Φ.Π.Α., καθώς και ο έλεγχος εφαρμογής των διατάξεων της τελωνειακής νομοθεσίας, όπως προβλέπονται στην περίπτωση β΄ της παρ. 2 του άρθρου 30 του ν. 3296/2004, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού και των πόρων που είναι αναγκαίοι για την άσκηση των ανωτέρω αρμοδιοτήτων, μεταβιβάζονται στις 31 Οκτωβρίου 2013 στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών. Ο έλεγχος των υποθέσεων για τις οποίες εκδίδεται εντολή ελέγχου μέχρι τις 30 Οκτωβρίου 2013 ολοκληρώνεται από το Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.). Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μπορεί να καθορίζονται ειδικότερα θέματα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της παρούσας υποπερίπτωσης και να προβλεφθεί προγενέστερη ημερομηνία εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας υποπερίπτωσης.
γ. Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων που προβλέπονται στην υποπερίπτωση β΄ της παρούσας περίπτωσης, οι αρμόδιες υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων μπορούν να προβαίνουν σε ελέγχους των μεταφορικών μέσων, καταστημάτων, αποθηκών και άλλων χώρων, όπου βρίσκονται αγαθά, ανεξάρτητα από τον φορέα εκμετάλλευσής τους και του τελωνειακού καθεστώτος, υπό το οποίο τελούν όπως επίσης σε κατασχέσεις βιβλίων, εγγράφων, αγαθών, μέσων μεταφοράς και άλλων στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων και ηλεκτρονικών μέσων αποθήκευσης και μεταφοράς δεδομένων, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις περιπτώσεις α΄ και δ΄ της παρ. 4 του άρθρου 30 του ν. 3296/2004. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου σε καμία περίπτωση δεν αποστερεί το Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.) από τις παραπάνω εξουσίες, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων που αυτό διατηρεί.
δ. Η Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων του Υπουργείου Οικονομικών μεταφέρεται στις 31 Ιουλίου 2013 στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού και των διαθέσιμων πόρων. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και τίθεται σε ισχύ το αργότερο στις 31 Ιουλίου 2013 μπορεί να ρυθμισθούν ειδικότερα θέματα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της διάταξης αυτής και να προβλεφθεί προγενέστερη ημερομηνία μεταφοράς της Υπηρεσίας αυτής.
4. α. Εντός του πλαισίου των αρμοδιοτήτων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, ο Γενικός Γραμματέας οφείλει ενδεικτικά και όχι περιοριστικά:
(1) να διαμορφώνει και να επικαιροποιεί σε ετήσια βάση το στρατηγικό σχεδιασμό της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, όπως επίσης ποιοτικούς και ποσοτικούς στόχους και κριτήρια αξιολόγησης των οργανικών μονάδων που υπάγονται στην αρμοδιότητά του και του προσωπικού τους και να ενημερώνει σχετικά τον Υπουργό Οικονομικών,
(2) να επιλέγει και να τοποθετεί τους προϊσταμένους των οργανικών μονάδων και υπηρεσιών που υπάγονται στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, σύμφωνα με τα κριτήρια και κατά παρέκκλιση της διαδικασίας που προβλέπεται στον Υπαλληλικό Κώδικα (ν. 3548/2007) και να αποφασίζει την πρόωρη λήξη της θητείας τους, λόγω μη εκπλήρωσης των τεθέντων ποιοτικών και ποσοτικών στόχων,
(3) να διασφαλίζει ότι το πρόγραμμα και οι δραστηριότητες των επί μέρους οργανικών μονάδων και υπηρεσιών που υπάγονται στις αρμοδιότητές του συμβαδίζουν με το στρατηγικό σχεδιασμό και τους τεθέντες στόχους και να ελέγχει και εποπτεύει όλες τις δραστηριότητες της Γενικής Γραμματείας,
(4) να υποβάλλει προτάσεις νομοθετικών ρυθμίσεων που κατατίθενται στη Βουλή από τον Υπουργό Οικονομικών σε ζητήματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές του,
(5) να εισηγείται στον Υπουργό Οικονομικών την υποβολή προτάσεων για την έκδοση προεδρικών διαταγμάτων με τα οποία επέρχονται αλλαγές στον αριθμό, την οργάνωση, τις αρμοδιότητες και τη διάρθρωση των οργανικών μονάδων και υπηρεσιών που υπάγονται στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, καθώς και στην κατανομή του ανθρώπινου δυναμικού, με την επιφύλαξη του δεύτερου εδαφίου της υποπαραγράφου γ΄ της παρ. 5 του άρθρου 55 του ν. 4002/2011 (Α΄180).
(6) να μεταφέρει πόρους μεταξύ των οργανικών μονάδων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων,
(7) να λαμβάνει μέτρα για τη διασφάλιση της διαφάνειας και την καταπολέμηση της διαφθοράς στις υπηρεσίες που υπάγονται στις αρμοδιότητές του, συμπεριλαμβανομένης και της κίνησης της διαδικασίας πειθαρχικής δίωξης,
(8) να οργανώνει προγράμματα μετεκπαίδευσης και εξειδίκευσης του προσωπικού που υπάγεται στις υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων.
Μέχρι το διορισμό του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, σύμφωνα με την παράγραφο 4β του παρόντος άρθρου, οι ανωτέρω αρμοδιότητες ασκούνται από τον Υπουργό ή τον Υφυπουργό Οικονομικών σύμφωνα με τις ισχύουσες κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου διατάξεις.
(9) να αποφασίζει για τις προϋποθέσεις πρόσληψης προσωπικού στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων και για την υποβολή στο Α.Σ.Ε.Π. των αντίστοιχων αιτημάτων για τις σχετικές προκηρύξεις, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
(10) Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που εκδίδεται κατόπιν εισήγησης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μπορεί να καθορίζεται ειδικό σύστημα προαγωγών και βαθμολογικής και υπηρεσιακής εξέλιξης των υπαλλήλων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων κατά παρέκκλιση των κριτηρίων και της διαδικασίας που προβλέπονται στις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007) και κάθε άλλη διάταξη. Το σύστημα μπορεί να περιλαμβάνει το οργανόγραμμα των μονάδων που συγκροτούν τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων και κανόνες που σχετίζονται με τις προαγωγές και τη μετακίνηση υπαλλήλων. Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων έχει πλήρη εξουσία εφαρμογής του συστήματος που καθορίζεται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παρούσα υποπερίπτωση. Οι κείμενες διατάξεις που δεν συνδέονται με το σύστημα προαγωγών και βαθμολογικής εξέλιξης παραμένουν σε ισχύ για το προσωπικό της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων.
β. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, ή του καθ' ύλην αρμόδιου Υφυπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, περιέρχονται στον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων περαιτέρω αρμοδιότητες που κατά την κείμενη νομοθεσία ασκούνται από τον Υπουργό Οικονομικών, ή τον αρμόδιο Υφυπουργό, ή τους προϊσταμένους των οργανικών μονάδων του Υπουργείου Οικονομικών, εντός του πεδίου των αρμοδιοτήτων τους, σχετικά με την οργάνωση και άσκηση της φορολογικής διοίκησης, την εφαρμογή της φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας που άπτεται της είσπραξης εσόδων, καθώς και την παρακολούθηση και αξιολόγηση του έργου των υπαγόμενων στην αρμοδιότητά του οργανικών μονάδων του Υπουργείου Οικονομικών και των υπαλλήλων τους. Οι αρμοδιότητες που μεταβιβάζονται κατά το προηγούμενο εδάφιο δεν μπορούν να αναμεταβιβασθούν στον Υπουργό Οικονομικών με μεταγενέστερη κανονιστική διοικητική πράξη.
Με αποφάσεις του, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων μπορεί να μεταβιβάζει στους προϊσταμένους των οργανικών μονάδων και ειδικών αποκεντρωμένων υπηρεσιών που υπάγονται στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, τις αναγκαίες αρμοδιότητες προκειμένου αυτοί να ανταποκριθούν στους στόχους που τους τίθενται, όπως και να ανακαλεί τη μεταβίβαση αυτή των αρμοδιοτήτων, ανεξάρτητα του εάν έλαβε χώρα πριν ή μετά το διορισμό του. Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων ορίζει έναν από τους προϊσταμένους Γενικής Διεύθυνσης της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων να τον αναπληρώνει σε περίπτωση προσωρινής αδυναμίας εκπλήρωσης των καθηκόντων του, καθώς και για το χρονικό διάστημα από τη λήξη της θητείας του μέχρι το διορισμό του διαδόχου του.
γ. Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων υποβάλλει στη Βουλή μέσω του Υπουργού Οικονομικών ως το τέλος Φεβρουαρίου κάθε έτους αναλυτική ετήσια έκθεση απολογισμού και προγραμματισμού των δραστηριοτήτων της Γενικής Γραμματείας, η οποία συζητείται στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής κατά τα οριζόμενα στον Κανονισμό της Βουλής, και αναρτάται στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Οικονομικών. Στην έκθεση δραστηριοτήτων δεν περιλαμβάνονται εξειδικευμένα στοιχεία, η γνωστοποίηση των οποίων μπορεί να παρεμποδίσει την υλοποίηση του προγράμματος και την επίτευξη των στόχων είσπραξης.
5. α. Ως Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων επιλέγεται πρόσωπο εγνωσμένου κύρους που διαθέτει: 1) Πτυχίο Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος και, κατά προτίμηση, μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών στη φορολογική διοίκηση και το φορολογικό σύστημα εν γένει. 2) Σημαντική επαγγελματική εμπειρία κατά προτίμηση στον ιδιωτικό τομέα, στη φορολογική διοίκηση και το φορολογικό σύστημα. 3) Σημαντική διοικητική εμπειρία, σε θέσεις ευθύνης, σε διοίκηση ανθρώπινου δυναμικού, κατάρτιση στρατηγικών σχεδίων, διαχείριση έργων και δραστηριοτήτων (project management), στοχοθεσία, συντονισμό ομάδων και παρακολούθηση επίτευξης στόχων. 4) Γνώση ξένων γλωσσών, ιδίως δε της Αγγλικής, που αποδεικνύεται από σπουδές, δημοσιεύσεις και άλλα πρόσφορα μέσα. 5) Ισχυρό ιστορικό φορολογικής συμμόρφωσης.
β. Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων επιλέγεται και διορίζεται για πενταετή θητεία με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ύστερα από εισήγηση του Υπουργού Οικονομικών. Με την ανάληψη των καθηκόντων του ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων υπογράφει συμβόλαιο αποδοτικότητας με τον Υπουργό Οικονομικών, όπου περιλαμβάνονται οι υποχρεώσεις του και οι ποιοτικοί και ποσοτικοί στόχοι, οι οποίοι θα πρέπει να επιτευχθούν από τον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων κατά τη διάρκεια της θητείας του, όπως επίσης και σε ετήσια βάση.
γ. Η θητεία του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων μπορεί να ανανεωθεί μία μόνο φορά με την ίδια διαδικασία.
δ. Συστήνεται Γνωμοδοτικό Συμβούλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων. Το Συμβούλιο του προηγούμενου εδαφίου αποτελείται από πέντε μέλη που ορίζονται με θητεία που δεν μπορεί να υπερβαίνει τα τρία χρόνια. Δύο από τα μέλη του Συμβουλίου επιλέγονται μεταξύ προσώπων με σημαντική διεθνή επαγγελματική εμπειρία στη διοίκηση δημοσίων εσόδων. Τα μέλη του Συμβουλίου δεν είναι πλήρους απασχόλησης. Επιπλέον, στο Συμβούλιο συμμετέχει ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων χωρίς δικαίωμα ψήφου, ως εκ της ιδιότητάς του. Το Γνωμοδοτικό Συμβούλιο αναφέρεται στον Υπουργό Οικονομικών, παρέχει συμβουλές σε μείζονα θέματα στρατηγικής της φορολογικής και τελωνειακής διοίκησης συμπεριλαμβανομένων και θεμάτων ανθρώπινου δυναμικού, ελέγχει την επίδοση της φορολογικής και τελωνειακής διοίκησης σε σχέση με το σχεδιασμό και τους τεθέντες στόχους, υποστηρίζει τη φορολογική και τελωνειακή διοίκηση στις σχέσεις της με άλλους φορείς και επιβεβαιώνει ότι ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων ασκεί τις εξουσίες του δεόντως. Το Συμβούλιο δεν έχει οποιαδήποτε άλλη αρμοδιότητα, ούτε πρόσβαση σε στοιχεία που αφορούν σε συγκεκριμένους φορολογουμένους.
Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το αργότερο μέχρι τη 15η Ιουλίου 2013 ρυθμίζονται όλα τα αναγκαία θέματα για τη λειτουργία του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου και ιδίως:
α) καθορίζονται τα ελάχιστα προσόντα των μελών του Συμβουλίου,
β) ορίζονται τα μέλη του Συμβουλίου και η διάρκεια της θητείας τους,
γ) καθορίζεται η αποζημίωση των μελών του Συμβουλίου για την άσκηση των καθηκόντων τους,
δ) τίθενται κανόνες για την αντιμετώπιση συγκρούσεων συμφερόντων,
ε) καθορίζεται η ελάχιστη συχνότητα των συνεδριάσεων,
στ) θεσπίζεται πλαίσιο ως προς τον τρόπο αναφοράς του Συμβουλίου στον Υπουργό Οικονομικών,
ζ) ρυθμίζονται θέματα διοικητικής υποστήριξης του Συμβουλίου.
ε. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 55 παρ. 13-16 του π.δ.63/2005, για την υποστήριξη του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων στην άσκηση των καθηκόντων του συνιστάται μια επιπλέον θέση διοικητικού υπαλλήλου κατηγορίας ΠΕ, δύο επιπλέον θέσεις ειδικού συμβούλου και δύο επιπλέον θέσεις ειδικού συνεργάτη.
6. Η θητεία του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων λήγει πρόωρα σε περίπτωση παραίτησης του Γενικού Γραμματέα, καθώς και αυτοδίκαιης θέσης σε αργία κατά τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 103 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007, Α' 26), όπως εκάστοτε ισχύει. Η θητεία του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων μπορεί επίσης να λήξει, με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου που εκδίδεται μετά από εισήγηση του Υπουργού Οικονομικών, σε περίπτωση μόνιμης αδυναμίας εκτέλεσης των καθηκόντων του λόγω νόσου ή αναπηρίας, σωματικής ή πνευματικής, όπως επίσης εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις δυνητικής θέσης σε αργία κατά τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 104 του Υπαλληλικού Κώδικα, όπως εκάστοτε ισχύει. Κατά την ίδια διαδικασία, ο Υπουργός Οικονομικών μπορεί να εισηγηθεί την πρόωρη λήξη της θητείας του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων σε περίπτωση προφανούς απόκλισης από την επίτευξη των τεθέντων στην παράγραφο 4β του παρόντος άρθρου ποιοτικών και ποσοτικών στόχων, μετά την συμπλήρωση δύο ετών από την τοποθέτησή του. Μετά τη λήξη της θητείας του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων και μέχρι το διορισμό του διαδόχου του, καθώς και σε περίπτωση προσωρινής αδυναμίας εκτέλεσης των καθηκόντων του, οι αρμοδιότητές του ασκούνται από τον Γενικό Διευθυντή που ορίζεται σύμφωνα με την περίπτωση 3 της παρούσας υποπαραγράφου. Τα ενδιάμεσα αυτά διαστήματα δεν επιτρέπεται κατά κανόνα να υπερβαίνουν τους δύο μήνες.
7. α. Κατά τη διάρκεια της θητείας του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων αναστέλλεται η άσκηση οποιουδήποτε δημόσιου λειτουργήματος, καθώς και η άσκηση καθηκόντων σε οποιαδήποτε θέση στο Δημόσιο, Ο.Τ. Α., Ν. Π.Δ.Δ. και νομικά πρόσωπα του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Επιτρέπεται κατ’ εξαίρεση μέχρι 30.12.2013 και χωρίς αμοιβή η παράλληλη άσκηση των καθηκόντων του Γενικού Γραμματέα Πληροφοριακών Συστημάτων. Επίσης αναστέλλεται η άσκηση οποιουδήποτε επαγγέλματος και ο ίδιος οφείλει, πριν την ανάληψη των καθηκόντων του, να παύσει οποιαδήποτε έννομη σχέση με εταιρεία, από την οποία μπορεί να προκληθεί σύγκρουση συμφερόντων.
β. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να προβλέπεται ετήσια ειδική ανταμοιβή (bonus) του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων ως ποσοστό επί των εισπράξεων της Γενικής Γραμματείας που υπερβαίνουν τον ετήσιο στόχο.
8. Όπου στις κείμενες διατάξεις αναφέρεται ο Γενικός Γραμματέας της Γενικής Γραμματείας Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων, νοείται ο Γενικός Γραμματέας της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων.
Ν.4141/2013 : Eπενδυτικά εργαλεία ανάπτυξης, παροχή πιστώσεων και άλλες διατάξεις
Ν.4141/2013., Άρθ.35. : Ρυθμίσεις για την Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων
Άρθ.35., Παρ.1. : Η προβλεπόμενη αξιολόγηση της παραγράφου 21 του άρθρου 55 του ν.4002/2011 (Α΄ 180) επεκτείνεται και για τους λοιπούς υπαλλήλους, ανεξαρτήτως βαθμού και θέσης, όλων των υπηρεσιών που υπάγονται στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων ως προς την επίτευξη των ποιοτικών και ποσοτικών στόχων που τίθενται. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται τα κριτήρια αξιολόγησης των υπαλλήλων αυτών, ο τρόπος, η διαδικασία, τα όργανα αξιολόγησης και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής του συνόλου της διαδικασίας.
Άρθ.35., Παρ.2. : Στην υποπαράγραφο γ΄ της παρ. 5 του άρθρου 55 του ν.4002/2011 (Α΄ 180), όπως αυτή προστέθηκε με την παρ. 9 του άρθρου 4 του ν. 4038/2012(Α΄ 14), προστίθεται εδάφιο δεύτερο, ως εξής:
«Με αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ύστερα από γνώμη του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, μπορεί να καθορίζεται ή να ανακαθορίζεται η εσωτερική διάρθρωση, ειδικά, των Υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών και να συστήνονται ή να καταργούνται οργανικές μονάδες επιπέδου τμήματος, υποδιεύθυνσης ή διεύθυνσης της εν λόγω Γενικής Γραμματείας.»
Άρθ.35., Παρ.3. : Ο τίτλος της υποπαραγράφου Ε.2. της παρ. Ε΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α΄ 222) αντικαθίσταται ως εξής:
«ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Ε.2. ΣΥΣΤΑΣΗ ΘΕΣΗΣ ΓΕΝΙΚΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ».
Άρθ.35., Παρ.4. : Στο τέλος της περίπτωσης 2 της υποπαραγράφου Ε.2 της παραγράφου Ε΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 προστίθεται υποπερίπτωση η΄, ως εξής:
«η. Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.).»
Άρθ.35., Παρ.5. : α. Στο τέλος της υποπερίπτωσης 5 της περίπτωσης 3.α της υποπαραγράφου Ε.2 της παραγράφου Ε΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 μετά τις λέξεις «κατανομή του ανθρώπινου δυναμικού» προστίθενται λέξεις ως εξής:
«, με την επιφύλαξη του δεύτερου εδαφίου της υποπαραγράφου γ΄ της παρ. 5 του άρθρου 55 του ν. 4002/2011 (Α΄180).»
β. Μετά το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης 6.α της υποπαραγράφου Ε.2 της παραγράφου Ε΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Επιτρέπεται κατ’ εξαίρεση μέχρι 30.12.2013 και χωρίς αμοιβή η παράλληλη άσκηση των καθηκόντων του Γενικού Γραμματέα Πληροφοριακών Συστημάτων.»
γ. Στο τέλος της υποπαραγράφου Ε.2 της παραγράφου Ε΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 προστίθεται περίπτωση 7, ως εξής:
«7. Όπου στις κείμενες διατάξεις αναφέρεται ο Γενικός Γραμματέας της Γενικής Γραμματείας Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων, νοείται ο Γενικός Γραμματέας της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων.»
Άρθ.35., Παρ.6. : Καταργείται η ειδικότητα του Κτηματικού από τον κλάδο των Εφοριακών, όπως αυτή ορίστηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 34 του ν.1882/1990. Οι οργανικές θέσεις των Εφοριακών υπαλλήλων που έφεραν τη συγκεκριμένη ειδικότητα προστίθενται στο σύνολο των οργανικών θέσεων των Εφοριακών υπαλλήλων χωρίς ειδικότητα.
Ν.4152/2013 : Επείγοντα μέτρα εφαρμογής των νόμων 4046/2012, 4093/2012 και 4127/2013
Ν.4152/2013., Παρ. Β' : Οργανωτικές διατάξεις υπουργείου οικονομικών
Ν.4152/2013., Παρ. Β'1 : Μεταφορά αρμοδιοτήτων στη γενική γραμματεία δημοσίων εσόδων
1. Στην υποπαράγραφο Ε.2. του ν. 4093/2012 (Α΄ 222) προστίθεται περίπτωση 3 ως εξής και αναριθμούνται αντιστοίχως οι υφιστάμενες περιπτώσεις 3-7:
«3. α. Στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών μεταφέρονται στις 31 Ιουλίου 2013 οι αρμοδιότητες, το προσωπικό και οι διαθέσιμοι πόροι των ακόλουθων οργανικών μονάδων της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων που αφορούν στην άσκηση της φορολογικής και τελωνειακής διοίκησης:
i) Διεύθυνση Εφαρμογών Ηλεκτρονικών Υπολογιστών (Δ 30) με την εξαίρεση των Τμημάτων Προϋπολογισμού και Δημοσίων Δαπανών, Μισθοδοσίας και Συντάξεων.
ii) Διεύθυνση Εισαγωγής και Ελέγχου Στοιχείων Ηλεκτρονικών Υπολογιστών (Δ32).
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και τίθεται σε ισχύ το αργότερο στις 31 Ιουλίου 2013 μπορούν να εξειδικευθούν περαιτέρω οι προαναφερόμενες λειτουργίες της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων που μεταφέρονται στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, καθώς και να ρυθμιστούν ειδικότερα ζητήματα που αφορούν στη μεταφορά του προσωπικού και των διαθέσιμων πόρων. Με όμοια απόφαση είναι δυνατόν να προβλεφθεί προγενέστερη ημερομηνία εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας υποπερίπτωσης. Μεταξύ της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων και της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων συνάπτεται μέχρι τις 31 Ιουλίου 2013 μνημόνιο συνεργασίας που μπορεί να τροποποιείται όποτε κριθεί απαραίτητο και καθορίζει τις υπηρεσίες που παρέχονται από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων.
β. Οι αρμοδιότητες προληπτικού ελέγχου εφαρμογής της φορολογικής νομοθεσίας και προσωρινού φορολογικού ελέγχου, ιδίως στους παρακρατούμενους και επιρριπτόμενους φόρους, με έμφαση στο Φ.Π.Α., καθώς και ο έλεγχος εφαρμογής των διατάξεων της τελωνειακής νομοθεσίας, όπως προβλέπονται στην περίπτωση β΄ της παρ. 2 του άρθρου 30 του ν. 3296/2004, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού και των πόρων που είναι αναγκαίοι για την άσκηση των ανωτέρω αρμοδιοτήτων, μεταβιβάζονται στις 31 Οκτωβρίου 2013 στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών. Ο έλεγχος των υποθέσεων για τις οποίες εκδίδεται εντολή ελέγχου μέχρι τις 30 Οκτωβρίου 2013 ολοκληρώνεται από το Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.). Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μπορεί να καθορίζονται ειδικότερα θέματα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της παρούσας υποπερίπτωσης και να προβλεφθεί προγενέστερη ημερομηνία εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας υποπερίπτωσης.
γ. Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων που προβλέπονται στην υποπερίπτωση β΄ της παρούσας περίπτωσης, οι αρμόδιες υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων μπορούν να προβαίνουν σε ελέγχους των μεταφορικών μέσων, καταστημάτων, αποθηκών και άλλων χώρων, όπου βρίσκονται αγαθά, ανεξάρτητα από τον φορέα εκμετάλλευσής τους και του τελωνειακού καθεστώτος, υπό το οποίο τελούν όπως επίσης σε κατασχέσεις βιβλίων, εγγράφων, αγαθών, μέσων μεταφοράς και άλλων στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων και ηλεκτρονικών μέσων αποθήκευσης και μεταφοράς δεδομένων, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις περιπτώσεις α΄ και δ΄ της παρ. 4 του άρθρου 30 του ν. 3296/2004. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου σε καμία περίπτωση δεν αποστερεί το Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.) από τις παραπάνω εξουσίες, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων που αυτό διατηρεί.
δ. Η Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων του Υπουργείου Οικονομικών μεταφέρεται στις 31 Ιουλίου 2013 στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού και των διαθέσιμων πόρων. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και τίθεται σε ισχύ το αργότερο στις 31 Ιουλίου 2013 μπορεί να ρυθμισθούν ειδικότερα θέματα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της διάταξης αυτής και να προβλεφθεί προγενέστερη ημερομηνία μεταφοράς της Υπηρεσίας αυτής.»
2. Στο τέλος της υποπερίπτωσης α΄ της περίπτωσης 3 της υποπαραγράφου Ε.2. του ν. 4093/2012 προστίθενται στοιχεία 9 και 10 ως εξής: «(9) να αποφασίζει για τις προϋποθέσεις πρόσληψης προσωπικού στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων και για την υποβολή στο Α.Σ.Ε.Π. των αντίστοιχων αιτημάτων για τις σχετικές προκηρύξεις, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
(10) Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που εκδίδεται κατόπιν εισήγησης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μπορεί να καθορίζεται ειδικό σύστημα προαγωγών και βαθμολογικής και υπηρεσιακής εξέλιξης των υπαλλήλων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων κατά παρέκκλιση των κριτηρίων και της διαδικασίας που προβλέπονται στις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007) και κάθε άλλη διάταξη. Το σύστημα μπορεί να περιλαμβάνει το οργανόγραμμα των μονάδων που συγκροτούν τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων και κανόνες που σχετίζονται με τις προαγωγές και τη μετακίνηση υπαλλήλων. Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων έχει πλήρη εξουσία εφαρμογής του συστήματος που καθορίζεται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παρούσα υποπερίπτωση. Οι κείμενες διατάξεις που δεν συνδέονται με το σύστημα προαγωγών και βαθμολογικής εξέλιξης παραμένουν σε ισχύ για το προσωπικό της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων.»
3. Στην περίπτωση 4 της υποπαραγράφου Ε.2. του ν. 4093/2012, πριν από την αναρίθμησή της με την περίπτωση 1 της παρούσας υποπαραγράφου, προστίθεται στοιχείο δ΄ ως εξής και αναριθμείται το επόμενο στοιχείο ε΄.
«δ. Συστήνεται Γνωμοδοτικό Συμβούλιο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων. Το Συμβούλιο του προηγούμενου εδαφίου αποτελείται από πέντε μέλη που ορίζονται με θητεία που δεν μπορεί να υπερβαίνει τα τρία χρόνια. Δύο από τα μέλη του Συμβουλίου επιλέγονται μεταξύ προσώπων με σημαντική διεθνή επαγγελματική εμπειρία στη διοίκηση δημοσίων εσόδων. Τα μέλη του Συμβουλίου δεν είναι πλήρους απασχόλησης. Επιπλέον, στο Συμβούλιο συμμετέχει ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων χωρίς δικαίωμα ψήφου, ως εκ της ιδιότητάς του. Το Γνωμοδοτικό Συμβούλιο αναφέρεται στον Υπουργό Οικονομικών, παρέχει συμβουλές σε μείζονα θέματα στρατηγικής της φορολογικής και τελωνειακής διοίκησης συμπεριλαμβανομένων και θεμάτων ανθρώπινου δυναμικού, ελέγχει την επίδοση της φορολογικής και τελωνειακής διοίκησης σε σχέση με το σχεδιασμό και τους τεθέντες στόχους, υποστηρίζει τη φορολογική και τελωνειακή διοίκηση στις σχέσεις της με άλλους φορείς και επιβεβαιώνει ότι ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων ασκεί τις εξουσίες του δεόντως. Το Συμβούλιο δεν έχει οποιαδήποτε άλλη αρμοδιότητα, ούτε πρόσβαση σε στοιχεία που αφορούν σε συγκεκριμένους φορολογουμένους.
Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το αργότερο μέχρι τη 15η Ιουλίου 2013 ρυθμίζονται όλα τα αναγκαία θέματα για τη λειτουργία του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου και ιδίως:
α) καθορίζονται τα ελάχιστα προσόντα των μελών του Συμβουλίου,
β) ορίζονται τα μέλη του Συμβουλίου και η διάρκεια της θητείας τους,
γ) καθορίζεται η αποζημίωση των μελών του Συμβουλίου για την άσκηση των καθηκόντων τους,
δ) τίθενται κανόνες για την αντιμετώπιση συγκρούσεων συμφερόντων,
ε) καθορίζεται η ελάχιστη συχνότητα των συνεδριάσεων,
στ) θεσπίζεται πλαίσιο ως προς τον τρόπο αναφοράς του Συμβουλίου στον Υπουργό Οικονομικών,
ζ) ρυθμίζονται θέματα διοικητικής υποστήριξης του Συμβουλίου.»
4. Το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης γ΄ της παρ. 5 του άρθρου 55 του ν. 4002/2011, όπως προστέθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 35 του ν. 4141/2013 (Α΄ 81), αντικαθίσταται ως εξής:
«Με αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, ύστερα από γνώμη του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης που διατυπώνεται εντός δεκατεσσάρων ημερών, μπορεί να καθορίζεται ή να ανακαθορίζεται η εσωτερική διάρθρωση, ειδικά, των Υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών και να συστήνονται ή να καταργούνται ή να συγχωνεύονται ή να αναστέλλεται η λειτουργία οργανικών μονάδων επιπέδου αυτοτελούς γραφείου ή αυτοτελούς τμήματος ή τμήματος ή υποδιεύθυνσης ή διεύθυνσης της εν λόγω Γενικής Γραμματείας.»
Ν.4152/2013., Παρ. Β' 2 : Κεντρική μονάδα κρατικών ενισχύσεων
1. Συνιστάται οργανική μονάδα επιπέδου Διεύθυνσης, με τίτλο «Κεντρική Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων» υπαγόμενη απευθείας στον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος μπορεί να εκχωρεί την αρμοδιότητα στον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Οικονομικών.
2. Τα Υπουργεία και οι εποπτευόμενοι από αυτά φορείς, προωθούν στην Κεντρική Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων όλα τα σχέδια που αφορούν σε διαχείριση ή παροχή κρατικών πόρων, πριν την τελική έγκριση και υιοθέτησή τους και σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στον παρόντα νόμο. Η Κεντρική Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων εξετάζει τα προτεινόμενα σχέδια ως προς τη συμβατότητά τους με τους κανόνες κρατικών ενισχύσεων και εκφράζει έγγραφη γνώμη, η οποία προσαρτάται σε κάθε σχέδιο.
3. Η Κεντρική Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων επιπλέον:
α. Έχει την πλήρη ευθύνη για την κοινοποίηση των σχεδίων κρατικών ενισχύσεων, εκ μέρους της Ελληνικής Δημοκρατίας, σύμφωνα με το άρθρο 108 της Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ). Διαχειρίζεται το ηλεκτρονικό σύστημα κοινοποιήσεων SANI (State Aid Notification System: Διαδραστική Αναφορά Κρατικών Ενισχύσεων) και είναι ο μοναδικός συνομιλητής των αρμόδιων οργάνων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά τη διαδικασία των κοινοποιήσεων.
β. Αποτελεί το μοναδικό επίσημο σημείο επαφής για θέματα κρατικών ενισχύσεων τόσο με την Επιτροπή όσο και με άλλους Ευρωπαϊκούς και διεθνείς φορείς.
γ. Συντονίζει τα θέματα κρατικών ενισχύσεων σε εθνικό επίπεδο: συνεργάζεται με τα υπουργεία και τους λοιπούς φορείς και αρχές μέσω του δικτύου αποκεντρωμένων μονάδων κρατικών ενισχύσεων.
δ. Επιβλέπει και παρακολουθεί την πορεία και την πρόοδο των υποθέσεων κρατικών ενισχύσεων, ειδικότερα όσων είναι στο στάδιο της εξέτασης από την Επιτροπή ή όσων αφορούν ανάκτηση παράνομων κρατικών ενισχύσεων. Η Κεντρική Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων βοηθά στη διαμόρφωση απαντήσεων προς την Επιτροπή σε θέ ματα που σχετίζονται με τις Κρατικές Ενισχύσεις.
ε. Ελέγχει όλες τις απαντήσεις πριν την υποβολή τους στην Επιτροπή. Μεριμνά για την τήρηση προθεσμιών και καταληκτικών ημερομηνιών που έχουν τεθεί από την Επιτροπή.
στ. Συμμετέχει στη διαμόρφωση της πολιτικής των κρατικών ενισχύσεων και τον έλεγχο της συμβατότητας των χορηγούμενων από δημόσιους φορείς και αρχές σχεδίων Κρατικών ενισχύσεων, σύμφωνα με τα άρθρα 107 και 108 της ΣΛΕΕ.
ζ. Συμμετέχει στη διαμόρφωση και τον έλεγχο της συμβατότητας της πολιτικής των Υπηρεσιών Γενικού Οικονομικού Συμφέροντος, σύμφωνα με το άρθρο 106 της ΣΛΕΕ. Συνεργάζεται με τους αρμόδιους φορείς και συντάσσει την περιοδική έκθεση για τις Υπηρεσίες Γενικού Οικονομικού Συμφέροντος.
η. Παρακολουθεί και συντάσσει τον ετήσιο πίνακα Κρατικών Ενισχύσεων SARI (State Aid Reporting Interactive: Διαδραστική Αναφορά Κρατικών Ενισχύσεων).
θ. Συμμετέχει στα συμβουλευτικά όργανα της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού της Επιτροπής για τον καθορισμό των νέων κανόνων - ανακοινώσεων και διαδικασιών στα θέματα κρατικών ενισχύσεων.
ι. Παρέχει εκπαίδευση και τεχνογνωσία σε θέματα κρατικών ενισχύσεων στις αποκεντρωμένες μονάδες, σε συνεργασία με αρμόδιους φορείς.
ια. Παρέχει υποστηρικτικό υλικό στις αποκεντρωμένες μονάδες σε θέματα πολιτικής και διαδικασιών κρατικών ενισχύσεων.
ιβ. Τηρεί κεντρικό πληροφοριακό σύστημα μητρώου όλων των υφιστάμενων κρατικών ενισχύσεων κατά τα οριζόμενα στην υποπαράγραφο Β.8. του παρόντος νόμου.
ιγ. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν εισηγήσεως του Προϊσταμένου της Κεντρικής Μονάδας Κρατικών Ενισχύσεων, καθορίζονται περαιτέρω λεπτομέρειες διευρυμένα καθήκοντα σχετικά με το ρόλο και τις αρμοδιότητες της Κεντρικής Μονάδας Κρατικών Ενισχύσεων σύμφωνα με τις αναθεωρήσεις της πολιτικής των κρατικών ενισχύσεων, όπως αυτή χαράσσεται από τα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ν.4152/2013., Παρ. Β' 3 : Στελέχωση της κεντρικής μονάδας κρατικών ενισχύσεων
1. Συνιστάται στην Κεντρική Μονάδα θέση Προϊσταμένου αυτής με βαθμό Διευθυντή. Ως προϊστάμενος της Κεντρικής Μονάδας Κρατικών Ενισχύσεων ορίζεται δημόσιος υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ του Υπουργείου Οικονομικών ή υπάλληλος από το στενό και ευρύτερο δημόσιο τομέα και τις ανεξάρτητες αρχές, κατά τη διαδικασία του άρθρου 55 παρ. 21 του ν. 4002/2011 (Α΄180) και, μετά τη λήξη ισχύος των διατάξεων του ν. 4093/2012 (Α΄ 222) «Έγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016 – Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής του ν. 4046/2012 και του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016», κατά τις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα.
2. Η ανωτέρω Μονάδα στελεχώνεται από υπαλλήλους όλων των κλάδων κατηγοριών και ειδικοτήτων του Υπουργείου Οικονομικών, καθώς και από υπαλλήλους από το στενό και ευρύτερο δημόσιο τομέα και τις ανεξάρτητες αρχές, οι οποίοι αποσπώνται για το σκοπό αυτό στην Κεντρική Μονάδα. Κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων στη Μονάδα μπορούν να αποσπασθούν υπάλληλοι από τη Μονάδα Οργάνωσης Διαχείρισης (ΜΟΔ) Α.Ε. και τα Όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το προσωπικό της Μονάδας που μεταφέρεται ή αποσπάται είναι έως είκοσι (20) άτομα. Οι υπηρετούντες στο Υπουργείο Οικονομικών δικηγόροι με έμμισθη εντολή υποστηρίζουν νομικά το έργο της Κεντρικής Μονάδας Κρατικών Ενισχύσεων.
3. Η Κεντρική Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων μπορεί να απασχολεί υπαλλήλους της κατηγορίας Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού.
4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ορίζεται:
α. η διάρθρωση και ο αριθμός των υπαλλήλων που απαιτούνται για τις ανάγκες στελέχωσης της Κεντρικής Μονάδας Κρατικών Ενισχύσεων, ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα. Οι υπάλληλοι μεταφέρονται και αποσπώνται σε αυτή με την ίδια εργασιακή σχέση, την οργανική θέση, βαθμό, κλάδο και ειδικότητα που κατέχουν, με συνεκτίμηση της αίτησής τους και των αναγκών της Μονάδας,
β. τα ειδικότερα και πρόσθετα τυπικά και ουσιαστικά τους προσόντα,
γ. τα ειδικότερα και πρόσθετα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα του Προϊσταμένου, καθώς και η θητεία του, σύμφωνα και με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου,
δ. η διαδικασία επιλογής του προϊσταμένου και των υπαλλήλων.
Ν.4152/2013., Παρ. Β' 4 : Δίκτυο αποκεντρωμένων μονάδων κρατικών ενισχύσεων
1. Η επιφορτισμένη με τις κρατικές ενισχύσεις υπηρεσία κάθε Υπουργείου μετονομάζεται σε «Αποκεντρωμένη Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων».
2. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του αρμοδίου καθ’ ύλην Υπουργού μπορεί να συνιστάται, όπου δεν υπάρχει ήδη κατά τη δημοσίευση του παρόντος, Αποκεντρωμένη Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων στα Υπουργεία και στους φορείς της εποπτείας τους, που ενδέχεται να χορηγούν κρατικές ενισχύσεις. Κύριο έργο των Αποκεντρωμένων Μονάδων είναι η προετοιμασία και η προώθηση σχεδίων για γνωμοδότηση ή και έγκριση από την Κεντρική Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων. Η Αποκεντρωμένη Μονάδα κάθε Υπουργείου είναι επίσης αρμόδια και υπεύθυνη για τα σχέδια που προετοιμάζονται και προωθούνται από τους εποπτευόμενους φορείς της.
3. Έργο των Αποκεντρωμένων Μονάδων είναι επίσης :
α. Ο έλεγχος αναφορικά με την ύπαρξη κρατικών ενισχύσεων, όλων των σχεδίων νόμου που εισάγονται προς ψήφιση από τον φορέα στον οποίο ανήκει ή που εποπτεύει η εκάστοτε Αποκεντρωμένη Μονάδα.
β. Ο έλεγχος αναφορικά με την ύπαρξη κρατικών ενισχύσεων, όλων των λοιπών πράξεων που εκδίδονται από τον φορέα στον οποίο ανήκει ή που εποπτεύει η εκάστοτε Αποκεντρωμένη Μονάδα.
γ. Η έγκριση όλων των σχεδίων κρατικών ενισχύσεων που δεν απαιτούν κοινοποίηση (όπως οι ενισχύσεις ήσσονος σημασίας) κατόπιν οδηγιών της Κεντρικής Μονάδας.
δ. Η προώθηση στην Κεντρική Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων όλων των σχεδίων που ενδεχομένως εμπεριέχουν μεταφορά και διάθεση κρατικών πόρων σε κάποιον ωφελούμενο, που συνοδεύονται από αναλυτική περιγραφή και τεκμηρίωση. Η Αποκεντρωμένη Μονάδα μπορεί να προτείνει βελτιώσεις πριν από την προώθηση του σχεδίου στην Κεντρική Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων.
ε. Σε περίπτωση κοινοποίησης ενός σχεδίου από την Κεντρική Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Αποκεντρωμένη Μονάδα υποχρεούται να παρέχει στην Κεντρική Μονάδα κάθε είδους βοήθεια και υποστήριξη που θα της ζητηθεί.
στ. Τα σχέδια κοινοποιούνται μέσω του ηλεκτρονικού συστήματος SANI και καταχωρούνται από τον επικυρωμένο χρήστη της Αποκεντρωμένης Μονάδας στο εν λόγω σύστημα.
ζ. Στο τέλος κάθε έτους, οι Αποκεντρωμένες Μονάδες υποχρεούνται στην ηλεκτρονική υποβολή της ετήσιας έκθεσης κρατικών ενισχύσεων μέσω του διαδραστικού συστήματος SARI, που περιλαμβάνει τις δαπάνες που έχουν πραγματοποιηθεί για τις υφιστάμενες κρατικές ενισχύσεις του φορέα τους. Η ηλεκτρονική αυτή υποβολή πραγματοποιείται επίσης από επικυρωμένο χρήστη. Οι επικυρωμένοι χρήστες και στις δύο περιπτώσεις ορίζονται μετά από αίτηση της Αποκεντρωμένης Μονάδας προς την Κεντρική Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων.
η. Φροντίζουν για την ενημέρωση του μητρώου παρακολούθησης κρατικών ενισχύσεων του άρθρου 30 του παρόντος νόμου, ως προς τα μέτρα αρμοδιότητάς τους.
Ν.4152/2013., Παρ. Β' 5 : Διυπουργική επιτροπή κρατικών ενισχύσεων
1. Με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου που εκδίδεται κατόπιν προτάσεως του Πρωθυπουργού, συγκροτείται Διυπουργική Επιτροπή Κρατικών Ενισχύσεων η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, σύμφωνα με το άρθρο 15 παρ. 2β και το άρθρο 16 παρ. 6 του π.δ. 63/2005 «Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα» (Α΄ 98/2005). Η Επιτροπή συγκροτείται από:
α) Τον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος προεδρεύει, με αναπληρωτή του τον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Οικονομικών.
β) Τους Υπουργούς Εξωτερικών, Ανάπτυξης, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και τους εκάστοτε αρμόδιους Υπουργούς, θέματα στην αρμοδιότητα των οποίων έρχονται προς συζήτηση. Αναπληρωτές ορίζονται οι αντίστοιχοι Γενικοί Γραμματείς των Υπουργείων.
γ) Γραμματέας της Επιτροπής ορίζεται ο υπάλληλος της Κεντρικής Μονάδας Κρατικών Ενισχύσεων.
2. Έργο της Επιτροπής είναι η διερεύνηση και επίλυση:
α) Των θεμάτων κρατικών ενισχύσεων που έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα της Ελληνικής Δημοκρατίας.
β) Των υποθέσεων κρατικών ενισχύσεων όπου υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις ανάμεσα στους αρμόδιους φορείς και στην Κεντρική Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων ή/και των αρμόδιων φορέων μεταξύ τους.
γ) Των θεμάτων που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε υψηλό επίπεδο με τα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
3. Η Επιτροπή μπορεί να προσκαλεί κατά περίπτωση εκπροσώπους Δημόσιων Φορέων, Ανεξάρτητων Αρχών και Δημοσίων Επιχειρήσεων, κατά την εξέταση θεμάτων.
4. Η Επιτροπή συγκαλείται μετά από πρόσκληση του Προϊσταμένου της Κεντρικής Μονάδας Κρατικών Ενισχύσεων ή ενός εκ των μελών της Επιτροπής. Ο προϊστάμενος της Κεντρικής Μονάδας Κρατικών Ενισχύσεων συμμετέχει σε όλες τις συνεδριάσεις της επιτροπής ως εισηγητής χωρίς δικαίωμα ψήφου.
5. Οι αποφάσεις της Επιτροπής είναι δεσμευτικές για το σύνολο των εμπλεκόμενων φορέων. Τηρούνται γραπτά πρακτικά, στα οποία παρατίθενται αναλυτικά οι λόγοι που οδήγησαν στη λήψη της απόφασης.
Οι αποφάσεις της Επιτροπής λαμβάνονται κατά πλειοψηφία, τηρουμένων των διατάξεων του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας.
Ν.4152/2013., Παρ. Β' 6 : Διαδικασία γνωμοδότησης από την κεντρική μονάδα κρατικών ενισχύσεων
Τα σχέδια, τα οποία μπορεί να περιέχουν μεταφορά και διάθεση κρατικών πόρων προς δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς, που ασκούν οικονομική δραστηριότητα, συ μπεριλαμβανομένων εγγυήσεων, χορηγήσεων, εκχωρήσεων, φορολογικών και άλλων απαλλαγών, αποκρατικοποιήσεων, επενδύσεων, υπόκεινται σε αναλυτικό έλεγχο για πιθανή ύπαρξη κρατικών ενισχύσεων.
Η διαδικασία γνωμοδότησης από την Κεντρική Μονά δα Κρατικών Ενισχύσεων είναι η εξής:
1. Η χορηγούσα αρχή ετοιμάζει το προσχέδιο και το υποβάλει για εξέταση στην Αποκεντρωμένη Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων, στην οποία υπόκειται.
2. Η Αποκεντρωμένη Μονάδα διενεργεί εντός είκοσι εργάσιμων ημερών προκαταρκτικό έλεγχο για την ύπαρξη κρατικών ενισχύσεων. Κατά τον έλεγχο, συμπληρώνεται αντίστοιχο ερωτηματολόγιο κατά το πρότυπο των ερωτηματολογίων της Ε.Ε. που εκπονείται από το Κέντρο Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Οικονομικού Δικαίου (ΚΔΕΟΔ) σε συνεργασία με την Κεντρική Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων.
3. Τα σχέδια, νομοθετικής ή διοικητικής φύσης, τα οποία μπορεί να περιέχουν άμεση ή έμμεση κρατική ενίσχυση υποβάλλονται για γνωμοδότηση στην Κεντρική Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων, προ της υπογραφής τους από το αρμόδιο όργανο ή της ψήφισής τους από το Κοινοβούλιο.
4. Ανάλογα με την περίπτωση, η Κεντρική Μονάδα αποφασίζει και ενεργεί ως εξής:
α) Αν το σχέδιο δεν περιέχει κρατική ενίσχυση, η Κεντρική Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων εκφράζει προ της υιοθέτησης του σχεδίου, έγγραφη θετική γνώμη εντός είκοσι εργάσιμων ημερών, η οποία προσαρτάται και συνοδεύει το σχέδιο. Με τη θετική γνώμη, το σχέδιο υιοθετείται.
β) Αν το σχέδιο εμπεριέχει στοιχεία κρατικών ενισχύσεων, η Κεντρική Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων γνωμοδοτεί προς τη χορηγούσα αρχή, μέσω των Αποκεντρωμένων Μονάδων, ως προς απαιτούμενες βελτιώσεις προκειμένου το μέτρο να είναι συμβατό με τους κανόνες κρατικών ενισχύσεων, όπως αυτοί διαμορφώνονται από την Επιτροπή. Εάν κριθεί αναγκαίο, το σχέδιο κοινοποιείται στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 108 της ΣΛΕΕ.
5. Ένα σχέδιο δεν μπορεί να υλοποιηθεί χωρίς τη θετική γνώμη της Κεντρικής Μονάδας Κρατικών Ενισχύσεων. Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ της Κεντρικής Μονάδας και της χορηγούσας αρχής, η υπόθεση παραπέμπεται στη Διυπουργική Επιτροπή, σύμφωνα με τα όσα ορίζονται στην υποπαράγραφο Β.5.
6. Σε περίπτωση που θεσπιστεί ρύθμιση η οποία δεν έχει υποβληθεί στη Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων, η Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων ενημερώνει σχετικά τον αρμόδιο φορέα, ο οποίος οφείλει να απόσχει από την υλοποίηση του μέτρου, μέχρι την έκδοση γνώμης.
7. Οι αποφάσεις μεταφοράς κρατικών πόρων συνυπογράφονται από τον Υπουργό Οικονομικών, ύστερα από γνώμη της Μονάδας Κρατικών Ενισχύσεων.
Ν.4152/2013., Παρ. Β' 7 : Υποστήριξη από ΚΔΕΟΔ
Όλα τα στάδια της διαδικασίας των υποπαραγράφων Β.2., Β.4. και Β.6. του παρόντος νόμου συνεπικουρούνται από τη Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων του ΚΔΕΟΔ, η οποία υποχρεούται να εξετάζει κατά προτεραιότητα τα θέματα που της υποβάλλονται από την Κεντρική και τις Αποκεντρωμένες Μονάδες Κρατικών Ενισχύσεων.
Ν.4152/2013., Παρ. Β' 8 : Κεντρικό πληροφοριακό σύστημα κρατικών ενισχύσεων
1. Δημιουργείται Κεντρικό Πληροφοριακό Σύστημα Κρατικών Ενισχύσεων, στο οποίο θα συνδεθούν όλα τα υφιστάμενα, καθώς και τα υπό προκήρυξη περιφερειακά συστήματα του δικτύου των Αποκεντρωμένων Μονάδων Κρατικών Ενισχύσεων.
2. Το Κεντρικό Πληροφοριακό Σύστημα θα περιλαμβάνει όλες τις κρατικές ενισχύσεις, που έχουν δοθεί στην ελληνική επικράτεια κατόπιν εγκριτικής απόφασης της ΕΕ, τις ενισχύσεις που έχουν δοθεί βάσει του κανονισμού 1998/2006 (L 379/5 EL της 28.12.2006), καθώς και αυτές του Γενικού Απαλλακτικού Κανονισμού 800/2008 (L 214/3 EL της 9.8.2008).
3. Για τον καθορισμό των τεχνικών προδιαγραφών συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών Ο μάδα Διοίκησης Έργου με αντικείμενο το σχεδιασμό, υλοποίηση, υποστήριξη και διαχείριση του Πληροφοριακού Συστήματος.
Ν.4152/2013., Παρ. Β' 9 : Εφαρμογή της υποχρέωσης ανάκτησης παράνομων κρατικών ενισχύσεων
1. Η Κεντρική Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων σε συνεργασία με τις Αποκεντρωμένες Μονάδες είναι υπεύθυνη για την εφαρμογή των αποφάσεων που αφορούν ανάκτηση παράνομων κρατικών ενισχύσεων.
Ειδικότερα:
α. Σε περίπτωση που η απόφαση της Ε.Ε. δεν περιέχει αναλυτικές πληροφορίες για την ταυτότητα των αποδεκτών ούτε για τα ποσά της ενίσχυσης που πρέπει να ανακτηθούν, η Κεντρική Μονάδα συντονίζει και καθοδηγεί τις Αποκεντρωμένες Μονάδες, οι οποίες προσδιορίζουν χωρίς καθυστέρηση τις επιχειρήσεις που αφορά η απόφαση, καθώς και το ακριβές ποσό της ενίσχυσης που πρέπει να ανακτηθεί από κάθε επιχείρηση (C 272/05 EL της 15.11.2007 Ανακοίνωσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για αποτελεσματική εφαρμογή των ανακτήσεων).
β. Η Κεντρική Μονάδα συντονίζει τις ενέργειες της Ελληνικής Δημοκρατίας σχετικά με την ανάκτηση της ενίσχυσης από τους τελικούς αποδέκτες σύμφωνα με οριζόμενα στο άρθρο 14 παρ. 1 του υπ’ αριθμ. 659/1999 Διαδικαστικού Κανονισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 108 της ΣΛΕΕ όπως ισχύει.
γ. Η Κεντρική Μονάδα είναι το κεντρικό σημείο επαφής με την Ε.Ε. αναφορικά με την εφαρμογή της ανάκτησης. Σε περίπτωση δυσκολιών, ενημερώνει την Επιτροπή προτείνοντας απαραίτητες ρυθμίσεις για την εφαρμογή της απόφασης.
δ. Η Κεντρική Μονάδα συμβουλεύει τις αποκεντρωμένες Μονάδες ως προς τον υπολογισμό των τόκων της ανάκτησης, χρησιμοποιώντας το επιτόκιο αναφοράς και τη μέθοδο ανατοκισμού όπως αυτή έχει προσδιοριστεί στο Κεφάλαιο V του Κανονισμού ΕΚ 794/2004 και υπολογίζονται από την ημερομηνία κατά την οποία η ενίσχυση τέθηκε στη διάθεση του δικαιούχου μέχρι την πραγματική της επιστροφή. Επίσης, ελέγχει τα τελικά ποσά πριν τα υποβάλει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
2. Οι Αποκεντρωμένες Μονάδες:
α. Παρέχουν στην Κεντρική Μονάδα τις απαραίτητες πληροφορίες για τον προσδιορισμό των τελικών αποδεκτών της ενίσχυσης και υπολογίζουν το προς ανάκτηση (κατά το μέρος που τα παραπάνω δεν προσδιορίζονται στην απόφαση της Ε.Ε).
β. Παίρνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για την εφαρμογή της ανάκτησης, σε συνεργασία και συμφωνία με τις οδηγίες της Κεντρικής Μονάδας.
Ν.4152/2013., Παρ. Β' 10 : Διαδικασία ανάκτησης παράνομων κρατικών ενισχύσεων
1. Με την ενημέρωσή της για απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που αφορά ανάκτηση από την Ελληνική Δημοκρατία παράνομων κρατικών ενισχύσεων, η Κεντρική Μονάδα έρχεται σε επαφή με τη χορηγούσα αρχή, ώστε να συλλέξει όλη την απαραίτητη πληροφόρηση.
2. Η Κεντρική Μονάδα συμβουλεύει τις Αποκεντρωμένες Μονάδες στον προσδιορισμό των ωφελούμενων από την ενίσχυση φορέων, των ποσών των ενισχύσεων, αν αυτά δεν προσδιορίζονται στην απόφαση ανάκτησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, και των αναλογούντων τόκων. Επίσης, προσδιορίζει τις ενέργειες που θα οδηγήσουν στην ανάκτηση και ζητά από τις Αποκεντρωμένες Μονάδες να τις υιοθετήσει άμεσα. Οι Αποκεντρωμένες Μονάδες υποχρεούνται να εφαρμόσουν τις ενέργειες αυτές μέσα στην οριζόμενη προθεσμία και να αναφέρουν τα αποτελέσματα στην Κεντρική Μονάδα.
Η Κεντρική Μονάδα ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τις ενέργειες και τα μέτρα που έχουν ληφθεί για την ανάκτηση της παράνομης κρατικής ενίσχυσης και συνεχίζει την τακτική ενημέρωση για την πορεία της ανάκτησης.
3. Οι ωφελούμενοι από παράνομη κρατική ενίσχυση είναι υποχρεωμένοι να επιστρέψουν το ποσό με τους αναλογούντες τόκους, σύμφωνα με τις διαδικασίες που ορίζονται από το ν. 4002/2011 όπως κάθε φορά ισχύει, υπό την προϋπόθεση ότι εξασφαλίζεται η άμεση και αποτελεσματική εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 14 του υπ΄ αριθμ. 659/1999 Διαδικαστικού Κανονισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 108 της ΣΛΕΕ, όπως ισχύει (L 83 EL της 27.3.1999).
Κατ' εξαίρεση, όταν η ανάκτηση αφορά κρατική ενίσχυση που έχει χορηγηθεί σε παραλήπτες που δραστηριοποιούνται σε παραμεθόριες περιοχές της Ελλάδας, λαμβάνεται ειδική μέριμνα για τις συγκεκριμένες προϋποθέσεις που αφορούν στους παραλήπτες αυτούς, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας έκδοσης απόφασης ανάκτησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σύμφωνα με τις γενικές αρχές του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
4. Αναστέλλεται η χορήγηση κάθε συμβιβάσιμης ενίσχυσης σε οποιονδήποτε αποδέκτη οφείλει να επιστρέψει παράνομη και ασυμβίβαστη ενίσχυση που υπόκειται σε προηγούμενη απόφαση ανάκτησης μέχρις ότου ο εν λόγω αποδέκτης έχει επιστρέψει την παλαιά παράνομη και ασυμβίβαστη ενίσχυση.
5. Σε περίπτωση εταιρειών σε καθεστώς πτώχευσης, οι Αποκεντρωμένες Μονάδες, υποβοηθούμενες από την Κεντρική Μονάδα, διασφαλίζουν ότι τα ποσά της ανάκτησης εγγράφονται στον πίνακα των απαιτήσεων σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον Πτωχευτικό Κώδικα, ο οποίος κυρώθηκε με το ν. 3588/2007 (Α΄153), όπως αυτός ισχύει, άρθρο 135 επόμενα.
6. Στο άρθρο 202 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (Α΄97), προστίθεται παράγραφος 4 ως ακολούθως, η δε υφιστάμενη παράγραφος 4 αναριθμείται σε παράγραφο 5.
«4. Αναστολή κατά πράξεως που μετά από απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, διατάσσει την ανάκτηση παράνομης ή ασυμβίβαστης με την εσωτερική αγορά κρατικής ενίσχυσης, κατά την έννοια του άρθρου 108 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ, χορηγείται αν πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) έχει ασκηθεί προσφυγή ακυρώσεως ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εφόσον και καθ’ ο μέρος αμφισβητείται η νομιμότητα της απόφασης αυτής. Αν δεν έχει ασκηθεί η κατά τα ανωτέρω προσφυγή, το δικαστήριο υποχρεούται να αποστείλει σχετικό προδικαστικό ερώτημα,
β) πιθανολογείται σοβαρά η παρανομία της ενωσιακής πράξης ανάκτησης και
γ) ο αιτών επικαλείται και αποδεικνύει ότι η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης θα του προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη.
Η χορήγηση αναστολής αποκλείεται αν από τη στάθμιση της βλάβης του συμφέροντος του αιτούντος και του συμφέροντος της Ευρωπαϊκής Ένωσης κρίνεται ότι οι αρνητικές συνέπειες από την αποδοχή της αίτησης αναστολής είναι σοβαρότερες από την ωφέλεια του αιτούντος. Κατά την εκτίμηση των παραπάνω προϋποθέσεων, το δικαστήριο οφείλει να λαμβάνει υπόψη τις αποφάσεις των δικαστηρίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης επί της νομιμότητας της ενωσιακής πράξης, καθώς και τη διάταξη που τυχόν εκδόθηκε κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.»
7. Στην παράγραφο 5 του άρθρου 205 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999, προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Ειδικώς, αποφάσεις για την αναστολή που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 202, μπορούν επίσης, να ανακληθούν ύστερα από αίτηση διαδίκου ή τρίτου που έχει έννομο συμφέρον, αν εκδοθεί απόφαση του αρμοδίου δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης επί αιτήσεως οριστικής ή προσωρινής δικαστικής προστασίας κατά της απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η οποία διατάσσει την ανάκτηση παράνομης κρατικής ενίσχυσης.»
8. Το άρθρο 22 του ν. 4002/2011 (Α΄ 180) τροποποιείται ως εξής:
α. Στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 22 οι λέξεις «καθώς και ο τρόπος καταβολής (εφάπαξ ή δόσεις, ημερομηνία καταβολής)» αντικαθίστανται με τις λέξεις «καθώς και ο χρόνος καταβολής που δεν μπορεί να υπερβαίνει την προθεσμία ανάκτησης που τίθεται στην απόφαση της παραγράφου 1.».
β. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 22 οι λέξεις «για τη σύνταξη και αποστολή του χρηματικού καταλόγου στην αρμόδια ΔΟΥ» αντικαθίστανται με τις λέξεις «κατά την έννοια των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 1» και προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Αν η ανακτητέα κρατική ενίσχυση αφορά περισσότερες της μίας δραστηριότητες που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα περισσοτέρων υπηρεσιών, αρμόδια είναι η υπηρεσία που εποπτεύει την κύρια δραστηριότητα του νομικού προσώπου.»
Ν.4152/2013., Παρ. Β' 11 : Τελικές μεταβατικές διατάξεις
Η στελέχωση της Μονάδας Κρατικών Ενισχύσεων όπως αυτή προβλέπεται στο άρθρο 26 του παρόντος νό μου ολοκληρώνεται εντός προθεσμίας 3 μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος. Μέχρι την ολοκλήρωση της στελέχωσης αυτής, οι σχετικές με τις κρατικές ενισχύσεις αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Ευρωπαϊκής Ένωσης της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών εξακολουθούν να ασκούνται από αυτή στη συνέχεια οι αρμοδιότητες αυτές μεταφέρονται στην Κεντρική Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων της υποπαραγράφου Β.2. του παρόντος νόμου.
Ν.4127/2013 : Έγκριση της επικαιροποίησης του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013−2016
Ν.4111/2013 : Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, τροποποιήσεις του Ν. 4093/2012, και άλλες επείγουσες ρυθμίσεις
Ν.4111/2013., Άρθ. 5 : Αρμοδιότητες του Προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών
Παρ.1. Στο άρθρο 3Β του ν. 2362/1995 (Α΄ 247), το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 5 του ν. 3871/2010 (Α΄ 141), μετά την παράγραφο 2 προστίθεται νέα παράγραφος, ως εξής:
«3. Για την εκτέλεση των καθηκόντων που προβλέπονται στην παράγραφο 2, ο Προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών (ΓΔΟΥ) του Υπουρ γείου έχει τα ακόλουθα ειδικά δικαιώματα και αρμοδιότητες:
α) Είναι υπεύθυνος για το συντονισμό της προετοιμασίας του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής και του ετήσιου προϋπολογισμού του Υ πουργείου του και των εποπτευόμενων από το Υπουργείο φορέων, ακολουθώντας τις οδηγίες που παρέχονται από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους (ΓΛΚ) και για την υποβολή τους μετά από έγκριση από τον αρμόδιο Υπουργό στο ΓΛΚ. Ο Προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών λαμβάνοντας υπόψη τα προβλεπόμενα δικαιώματα και κυρώσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 4 και 5 του παρόντος άρθρου, όπως αυτές αναριθμούνται στην παρούσα, εφόσον κρίνει ότι το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής ή ο ετήσιος προϋπολογισμός που υποβάλλει για το Υπουργείο του παραβιάζει τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης ή ότι τα προτεινόμενα ανώτατα όρια δαπανών δεν μπορούν να τηρηθούν κατά τη διάρ κεια της εκτέλεσης του προϋπολογισμού, υποβάλλει σημείωμα προς τον Υπουργό του και το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους διατυπώνοντας τις απόψεις του.
β) Ο Προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών οφείλει να διασφαλίζει ότι η Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών καταρτίζει προβλέψεις για τις μηνιαίες ταμειακές ανάγκες και παρακολουθεί την εκτέλεση του προϋπολογισμού του Υπουργείου και των εποπτευόμενων φορέων σε μηνιαία βάση. Σε περίπτωση που κρίνει ότι συντρέχει κίνδυνος μη τήρησης του προϋπολογισμού και των ανώτατων ορίων δαπανών, ενημερώνει τον Υπουργό και τον Γενικό Γραμματέα, προτείνοντας τις απαραίτητες διορθωτικές παρεμβάσεις, περιλαμβανομένων και τυχόν ανακατανομών πιστώσεων.
γ) Ο Προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών είναι υπεύθυνος να εγκρίνει όλες τις οικονομικές δεσμεύσεις και να διασφαλίζει ότι η Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών τηρεί ορθά το μητρώο δεσμεύσεων για το Υπουργείο και διαβιβάζει όλες τις σχετικές πληροφορίες για τις αναληφθείσες δεσμεύσεις στο Ελεγκτικό Συνέδριο και το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους. Οφείλει επίσης να εξασφαλίζει ότι η Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών έχει τα απαιτούμενα συστήματα ώστε να επιτρέπεται η επεξεργασία, η έγκριση και η παρακολούθηση όλων των δεσμεύσεων, μέχρι την πληρωμή των σχετικών υποχρεώσεων.
δ) Όλες οι υπηρεσίες του Υπουργείου ή των εποπτευόμενων φορέων οφείλουν να παρέχουν έγκαιρα στον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών όλες τις πληροφορίες και τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του.
ε) Όλες οι πολιτικές, τα προγράμματα ή οι προτάσεις που έχουν αντίκτυπο στον προϋπολογισμό ή το μεσοπρόθεσμο πλαίσιο δημοσιονομικής στρατηγικής του Υ πουργείου ή των εποπτευόμενων φορέων πριν υιοθετηθούν πρέπει να υποβάλονται στον προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών για τη γνώμη του σχετικά με τη δημοσιονομική επίπτωση. Η εν λόγω γνώμη θα πρέπει να είναι στη διάθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, των Υπουργών και των Γενικών Γραμματέων του Υπουργείου, καθώς και των Προϊσταμένων Οικονομικών Υπηρεσιών των φορέων που εποπτεύονται από το Υπουργείο.
στ) Ο Προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών οφείλει να εφαρμόζει τις κατευθυντήριες γραμμές οικονομικής διαχείρισης που εκδίδονται α πό το ΓΛΚ και μπορεί να προτείνει υποχρεωτικές κατευθυντήριες γραμμές και οδηγίες σχετικά με τη δημοσιονομική διαχείριση για θέματα του Υπουργείου και των εποπτευόμενων φορέων, οι οποίες στη συνέχεια εγκρίνονται από τον Γενικό Γραμματέα ή τον Υπουργό. Η αρμοδιότητα για την έγκριση των εν λόγω κατευθυντήριων γραμμών ή οδηγιών δύναται να μεταβιβάζεται και στον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών.»
Άρθ.5., Παρ.2. Οι παράγραφοι 3, 4 και 5 του άρθρου 3Β του ν. 2362/1995, το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 5 του ν. 3871/2010, αναριθμούνται σε 4, 5 και 6 αντίστοιχα
Ν.4111/2013., Άρθ.13. : Λοιπές διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Οικονομικών
Άρθ.13., Παρ.1. : Στην περίπτωση 11 της υποπαραγράφου Γ1 της παραγράφου Γ΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, μετά τις λέξεις «του ν. 3528/2007 (Α΄ 26)» προστίθενται οι λέξεις «και της παρ. 5 του άρθρου 65 του ν. 3584/2007 (Α΄ 143)».
Άρθ.13., Παρ.2. : Στο τελευταίο εδάφιο της υποπαραγράφου α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του ν. 4024/2011 (Α΄226), μετά τις λέξεις «του παρόντος νόμου» προστίθενται, από τότε που ίσχυσε ο ν. 4024/2011, ( η φράση «και το ερευνητικό προσωπικό που αμείβεται σύμφωνα με το β΄ μέρος του ν. 3205/2003».
Άρθ.13., Παρ.3. : α. Στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 4 του ν. 3864/2010 (Α΄ 119), μετά τις λέξεις «η ιδιότητα υπαλλήλου» και πριν τις λέξεις «του Υπουργείου Οικονομικών» προστίθενται οι λέξεις «ή γενικού γραμματέα».
β. Στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του ν. 3864/2010 οι λέξεις «εξ ολοκλήρου» διαγράφονται και μετά τις λέξεις «σε μετρητά» προστίθενται οι λέξεις «ή με ομόλογα του ΕΤΧΣ ή με άλλα χρηματοοικονομικά μέσα του ΕΤΧΣ».
γ. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 7 του ν. 3864/2010 προστίθενται εδάφια ως εξής: «Ομοίως, μπορεί να ληφθεί με απόφαση του διοι κητικού συμβουλίου κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο
13 του κ.ν. 2190/1920. Σε κάθε περίπτωση, η απόφαση της γενικής συνέλευσης για αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου ή για έκδοση υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολο γιών ή για εξουσιοδότηση του διοικητικού συμβουλίου προς τα ανωτέρω, θα πρέπει να αναφέρει ρητά ότι λαμβάνεται στο πλαίσιο του παρόντος νόμου.»
δ. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 7 του ν. 3864/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «Για την έκδοση των μετατρέψιμων ομολογιών ή χρηματοοικονομικών μέσων, η προθεσμία για τη σύγκληση της γενικής συνέλευσης και των επαναληπτικών της, καθώς και για την υποβολή εγγράφων στις εποπτικές αρχές συντέμνεται στο ένα τρίτο των προθεσμιών που προβλέπονται στον κ.ν 2190/1920 , όπως ισχύει.»
ε. Το σημείο 9 της υποπαραγράφου Δ1 της παραγράφου Δ΄ του ν. 4093/2012 καταργείται.
Άρθ.13., Παρ.4. : Μετά την περίπτωση δ΄ της παραγράφου 18 του άρθρου 2 του ν. 3986/2011 (Α΄ 152) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Κατ’ εξαίρεση, τα έσοδα από μερίσματα επί των κερδών δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών που εισπράττει το ΤΑΙΠΕΔ αποτελούν έσοδα του τακτικού Κρατικού Προϋπολογισμού, μέχρι την αξιοποίηση των μετοχών των παραπάνω επιχειρήσεων και οργανισμών, και μεταφέρονται, το αργότερο μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την είσπραξή τους, σε πίστωση του ειδικού λο γαριασμού της περίπτωσης δ΄ του άρθρου 5 του ν. 3049/2002 (Α΄ 212), με την ονομασία «Ελληνικό Δημόσιο – Λογαριασμός Εσόδων – Αποκρατικοποιήσεις».»
Άρθ.13., Παρ.5. : α. Οι πάσης φύσεως αποδοχές του εφημεριακού κλήρου και του λοιπού προσωπικού των Ιερών Μητροπόλεων που καταβάλλονται από τον εκτός προϋπολογισμού λογαριασμό με τίτλο «Κεφάλαιο προς πληρωμή μισθού εφημεριακού κλήρου» βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, στον οποίο γράφονται ειδικές προς τούτο πιστώσεις. Ως πάσης φύσεως αποδοχές νοούνται ο βασικός μισθός ή ημερομίσθιο και ο,τιδήποτε συνεντέλλεται με αυτόν και καταβάλλεται με μισθοδοτική κατάσταση.
β. Ο τηρούμενος στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες λογαριασμός με τίτλο «Κεφάλαιο προς πληρωμή μισθού εφημεριακού κλήρου» καταργείται την 30ή Απριλίου 2013.
γ. Οι Ιερές Μητροπόλεις υποχρεούνται να εντάξουν την καταβολή των πάσης φύσεως αποδοχών της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου στο σύστημα της Ενιαίας Αρχής Πληρωμής, το αργότερο έως τις 30 Απριλίου 2013. Έως την ημερομηνία αυτή, είναι δυνατή η καταβολή των ως άνω αποδοχών μέσω του εκτός προϋπολογισμού λογαριασμού με τίτλο «Κεφάλαιο προς πληρωμή μισθού εφημεριακού κλήρου».
Άρθ.13., Παρ.6. : Στο τέλος της παραγράφου 1γ του άρθρου 2 του ν. 3545/2010, όπως αυτή προστέθηκε με το άρθρο 3 της από 12 Δεκεμβρίου 2012 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου που κυρώνεται με το άρθρο 53 του παρόντος σχεδίου νόμου, προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Για τους υπάλληλους και τους δημόσιους λειτουργούς της εκκαθαρίζουσας αρχής που εμπλέκονται στην εκκαθάριση αποδοχών και δεν συμμορφώνονται με τα παραπάνω, θα επέρχονται οι κυρώσεις που προβλέπονται στις διατάξεις των άρθρων 256 ΠΚ (απιστία σχετική με την υπηρεσία), 259 ΠΚ (παράβαση καθήκοντος) και 261 ΠΚ (παρότρυνση υφιστάμενων και ανοχή).»
Άρθ.13., Παρ.7. : α. Με την επιφύλαξη της περίπτωσης στ΄ της παρούσας παραγράφου, καταργείται από τη δημοσίευση του παρόντος το δικαίωμα της ανώνυμης εταιρίας με την ε πωνυμία «Οργανισμός Διεξαγωγής Ιπποδρομιών Ελλάδος Α.Ε.» (εφεξής ΟΔΙΕ Α.Ε.) να διεξάγει την προβλεπόμενη στο άρθρο 2 του α.ν. 598/1968 (Α΄256) και στο άρθρο 2 του π.δ. 56/1999 (Α΄ 59) δραστηριότητα.
β. Δύναται να παραχωρείται, μέσω διεθνούς πλειοδοτικού διαγωνισμού, σε εταιρεία ειδικού σκοπού (Παραχωρησιούχο), η οποία θα συστήνεται από τον ανάδοχο: (α) το μη αποκλειστικό δικαίωμα οργανώσεως και διεξαγωγής ιπποδρομιών στην Ελλάδα· (β) το αποκλειστικό δικαίωμα διοργανώσεως και διεξαγωγής αμοιβαίων σε σχέση με τις διεξαγόμενες εντός της Ελληνικής Επικράτειας ιπποδρομίες στοιχημάτων, λαχειοφόρων ή μη εντός και εκτός του χώρου των ιπποδρομιών· (γ) το αποκλειστικό δικαίωμα ανάληψης δραστηριοτήτων συναφών προς τα ιπποδρομικά στοιχήματα σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, συμπεριλαμβανομένης της διοργάνωσης, διεξαγωγής και εκμετάλλευσης αμοιβαίων στοιχημάτων για αλλοδαπές ιπποδρομίες ή της συμμετοχής στη διοργάνωση, διεξαγωγή και εκμετάλλευση αλλοδαπών αμοιβαί ων στοιχημάτων επί ιπποδρομιών· (δ) το αποκλειστικό δικαίωμα διοργανώσεως και διεξαγωγής προσθέτου αμοιβαίου στοιχήματος επί ιπποδρομιών (sweepstake)· (ε) το αποκλειστικό δικαίωμα διοργανώσεως και διεξαγωγής αμοιβαίων στοιχημάτων επί ιπποδρομιών που διε νεργούνται μέσω διαδικτύου. Στην παραχώρηση αυτή δεν εφαρμόζεται το άρθρο 479 ΑΚ.
Η Ο.Δ.Ι.Ε. Α.Ε. δύναται να εκμισθώνει στον Παραχω ρησιούχο οποιεσδήποτε εγκαταστάσεις και οποιαδήποτε κινητά και ακίνητα ιδιοκτησίας της που ευρίσκονται στο Μαρκόπουλο Αττικής. Η Γενική Συνέλευση των μετόχων της Ο.Δ.Ι.Ε. Α.Ε. καθορίζει ελεύθερα τη διαδικασία για την εκμίσθωση, η οποία μπορεί να εξελιχθεί παράλληλα με τον ανωτέρω διεθνή πλειοδοτικό διαγωνισμό. Το ύ ψος του μισθώματος καθορίζεται από τη Γενική Συνέλευση των μετόχων της Ο.Δ.Ι.Ε. Α.Ε. αφού ληφθεί υπόψη αποτίμηση ανεξάρτητου αποτιμητή και γνωστοποιείται στους υποψήφιους επενδυτές πριν την υποβολή δεσμευτικών προσφορών. Η μίσθωση και τα εκατέρωθεν δικαιώματα και υποχρεώσεις διέπονται αποκλειστικά από τους όρους που συμφωνούνται μεταξύ της Ο.Δ.Ι.Ε. Α.Ε. και του Παραχωρησιούχου, με την επιφύλαξη των γενικών διατάξεων του Αστικού Κώδικα, μη εφαρμοζομένου του π.δ. 34/1995 (Α' 30). Η ανωτέρω μίσθωση υπάγεται στον προσυμβατικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου που διενεργείται σύμφωνα με το νόμο επί του διεθνούς πλει οδοτικού διαγωνισμού που προβλέπεται στην παρούσα περίπτωση β' .
γ. Η αποκλειστικότητα του δικαιώματος διοργάνωσης και διεξαγωγής αμοιβαίων στοιχημάτων επί των ιπποδρομιών μέσω του διαδικτύου ισχύει μέχρι τις 12 Οκτω βρίου 2020. Μετά τη συγκεκριμένη ημερομηνία, ο παραχωρησιούχος διατηρεί το αποκλειστικό δικαίωμα διοργάνωσης και διεξαγωγής αμοιβαίων στοιχημάτων μόνο επί ιπποδρομιών που διοργανώνει ο ίδιος. Η χορήγηση αδειών για τη διοργάνωση και διεξαγωγή αμοιβαίων στοιχημάτων επί ιπποδρομιών μέσω διαδικτύου από τρίτους, μετά τη 12η Οκτωβρίου 2020, γίνεται με τους όρους και τις προϋποθέσεις του άρθρου 45 του ν. 4002/2011.
δ. Στη σύμβαση παραχώρησης της περίπτωσης β΄ της παρούσας παραγράφου καθορίζονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα θέματα: ο χρόνος έναρξης της ισχύος της παραχώρησης, η διάρκεια της σύμβασης και οι όροι ανανέωσής της ή/και τροποποίησής της, το αντάλλαγμα για την παραχώρηση και ο τρόπος καταβολής του, η λήψη απαραίτητων μέτρων για την οργάνωση και διεξαγωγή ιπποδρομιών, θέματα που αφορούν το δίκτυο πρακτορείων διενέργειας των αμοιβαίων στοιχημάτων και παιγνίων του, ο τρόπος καθορισμού του ποσοστού των ακαθάριστων εισπράξεων που θα διατίθενται για τα έπαθλα ιππο δρομιών, οι ειδικότερες υποχρεώσεις του Παραχωρησιούχου, και ιδιαίτερα οι σχετικές με την οργάνωση και λειτουργία των αμοιβαίων στοιχημάτων, οι λόγοι και η διαδικασία ανάκλησης της παραχωρήσεως, οι κυρώσεις ή άλλες συνέπειες σε βάρος του δικαιούχου σε περίπτωση παραβάσεως των υποχρεώσεών του ή των διατάξεων, οι οποίες διέπουν εκάστοτε τη διοργάνωση των ιπποδρομιών και τη διεξαγωγή του στοιχήματος, ο τρόπος επίλυσης των αναφυομένων διαφορών και ρυθμίζεται κάθε θέμα σχετικό με το παρεχόμενο δικαίωμα.
ε. Όσοι επιτρέπεται να διοργανώνουν και διεξάγουν επίγειο ή διαδικτυακό ή με κάθε άλλο πρόσφορο μέσο ιπποδρομιακό στοίχημα, προκαθορισμένης απόδοσης ή αμοιβαίο, δύνανται να το διεξάγουν είτε επί ιπποδρομιών που οργανώνουν οι ίδιοι είτε επί ιπποδρομιών που οργανώνουν άλλοι φορείς, στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή. Στην τελευταία περίπτωση απαιτείται η προηγούμενη συναίνεση του φορέα που οργανώνει και διεξάγει τη σχετική ιπποδρομία.
στ. Μέχρι τη θέση σε ισχύ της σύμβασης παραχώρησης της περίπτωσης β΄ της παρούσας παραγράφου, ο ΟΔΙΕ Α.Ε. θα συνεχίσει να ασκεί την προβλεπόμενη στο άρθρο 2 του α.ν. 598/1968 και στο άρθρο 2 του π.δ. 56/1999 δραστηριότητα. Κατά το μεταβατικό αυτό διάστημα, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΔΙΕ, δύναται να ορίζεται το ακριβές ποσοστό ανά είδος στοιχήματος το οποίο θα αποδίδεται για έπαθλα ιπποδρομιών, για την εφαρμογή του άρθρου 5 παρ. 1 στοιχείο β΄ του α.ν. 598/1968, με ανώτατο όριο ποσοστό 25% επί του ποσού των αντιστοίχων εισπράξεων το οποίο απομένει μετά τη διανομή των υπό στοιχείου α΄ της ίδιας διάταξης κερδών κάθε στοιχήματος. Με τη θέση σε ισχύ της σύμβασης παραχώρησης της περίπτωσης β΄ της παρούσας παραγράφου και πάντως το αργότερο ένα (1) έτος
μετά τη δημοσίευση του παρόντος, ο ΟΔΙΕ Α.Ε. τίθεται εκ του νόμου σε λύση και εκκαθάριση. Από τη θέση σε εκκαθάριση δεν θίγονται τυχόν συμβάσεις που έχουν κα ταρτισθεί μεταξύ του ΟΔΙΕ Α.Ε. και του Παραχωρησιούχου, οι οποίες διατηρούνται σε ισχύ.
ζ. Από την κατά τα ανωτέρω θέση του ΟΔΙΕ Α.Ε. σε εκκαθάριση και με την επιφύλαξη διατηρήσεως σε ισχύ του άρθρου 40 του π.δ. 56/1999, καταργούνται ο α.ν. 598/1968, το π.δ. 56/1999, το άρθρο 23 του ν. 1646/1986, το άρθρο 8 του ν. 191/1975 και ο Κανονισμός Προμηθειών του ΟΔΙΕ (υ.α. 356/1994, Β΄911).
η. Κάθε άλλη αναφορά των κείμενων διατάξεων στον ΟΔΙΕ Α.Ε. θα νοείται ως αναφερόμενη στον εκάστοτε Παραχωρησιούχο.
θ. Αρμόδια αρχή για την εποπτεία οργάνωσης και διεξαγωγής αμοιβαίων στοιχημάτων επί ιπποδρομιών είναι η Ε.Ε.Ε.Π., κατ’ εφαρμογή των άρθρων 16 και 17 του ν.3229/2004 (A΄ 38) σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 25 έως 54 του ν. 4002/2011 (A΄ 180) και τις διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 4038/2012 (Α΄ 14), συμπληρωματικά δε τις διατάξεις του ν. 3051/2002 (Α΄ 220).
Στα παίγνια που ρυθμίζονται με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων της παρ. 1 του άρθρου 29 του ν. 4002/2011, συμπεριλαμβάνεται και το κάθε μορφής ιπποδρομιακό στοίχημα.
Οι παράγραφοι 11 β και 12 του άρθρου 27 του ν. 2843/2000 (Α' 219) εφαρμόζονται αναλογικά στους πράκτορες του ιπποδρομιακού στοιχήματος.
Ο κανονισμός Λειτουργίας Πρακτορείων Αμοιβαίου Ιπποδρομιακού Στοιχήματος (αριθ. απόφασης 23041/2006 του Υφυπουργού Πολιτισμού, Β' 689/2006) καταργείται από την επομένη της θέσης σε ισχύ της σύμβασης παραχώρησης της παρ. 7β του άρθρου 13 του ν. 4111/2013 (α' 18).
Στο προσωπικό των ΔΕΚΟ του Κεφαλαίου Α΄ του ν. 3429/2005 (Α΄ 314), οι μετοχές των οποίων έχουν μεταβιβασθεί ή εκχωρηθεί στο ΤΑΙΠΕΔ ή μεταβιβάζονται ή εκχωρούνται με οποιονδήποτε τρόπο εφεξής σε αυτό και μέχρι την αποκρατικοποίησή τους, εξακολουθεί να εφαρμόζεται το υπηρεσιακό και βαθμολο γικό μισθολογικό καθεστώς που ισχύει και για το προσωπικό των λοιπών ΔΕΚΟ του Κεφαλαίου Α΄ του ν. 3429/2005.
Άρθ.13., Παρ.8. : Στα ένδικα βοηθήματα ασκήθηκαν από 9.11.2012 και μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, δυνάμει της παραγράφου 23 του άρθρου τρίτου του ν.4092/2012, θεωρείται ότι η προϋπόθεση παραδεκτής άσκησης αυτών, η οποία τίθεται με την εν λόγω παράγραφο, πληρούται εφόσον το προβλεπόμενο ποσό καταβληθεί στην αρμόδια ΔΟΥ εντός 15 ημερών από την έναρξη ισχύος του παρόντος και υπό την προϋπόθεση ότι η υπόθεση δεν έχει συζητηθεί.
Άρθ.13., Παρ.9. : α. Οι διατάξεις με τις οποίες έχει ανατεθεί, με βάση την παράγραφο 5 του άρθρου 41 του π.δ. 63/2005 (Α΄98), η άσκηση αρμοδιοτήτων της Γενικής Γραμματείας Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την κατάργηση της Γραμματείας αυτής με τη διάταξη της περίπτωσης 1 της υποπαραγράφου Ε2 της παραγράφου Ε΄ του άρθρου μόνου του ν.4093/2012 (Α΄ 222) και αναφέρονται πλέον στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, η οποία συνιστάται με την ανωτέρω διάταξη.
β. Η διάταξη της προηγούμενης περίπτωσης ισχύει από την ημερομηνία θέσης σε ισχύ της διάταξης της υποπαραγράφου Ε2 της παραγράφου Ε΄ του άρθρου μόνου του ν.4093/2012 .
Ν.2362/1995 : Δημόσιο Λογιστικό - Έλεγχος δαπανών κλπ. διατάξεις
Ν.3871/2010 : Δημοσιονομική Διαχείριση και Ευθύνη
Ν.3871/2010., Άρθ.5. : Μετά το άρθρο 3 του ν. 2362/1995 προστίθενται άρθρα 3Α και 3Β ως εξής:
«Άρθρο 3Α Αρμόδιοι Υπουργοί και επικεφαλής λοιπών φορέων της Γενικής Κυβέρνησης
Κάθε αρμόδιος Υπουργός και επικεφαλής των λοιπών φορέων της Γενικής Κυβέρνησης έχει τις ακόλουθες δημοσιονομικές αρμοδιότητες και ευθύνες:
Άρθ.3Α., Παρ.1. Διαχειρίζεται και εκτελεί τον προϋπολογισμό του φορέα του, σύμφωνα με τις διατάξεις και τις αρχές του παρόντος νόμου.
Άρθ.3Α., Παρ.2. Καταρτίζει και παρουσιάζει σχέδιο του ετήσιου προϋπολογισμού του, σύμφωνα με τα ανώτατα όρια και τους στόχους που ορίζονται στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής και την επικαι ροποίησή του.
Άρθ.3Α., Παρ.3. Εκτελεί τον προϋπολογισμό του εντός των ορίων των πιστώσεων που τίθενται από τον ετήσιο προϋπολογισμό και των ορίων ποσοστών διάθεσης που θέτει ο Υπουργός Οικονομικών.
Άρθ.3Α., Παρ.4. Παρακολουθεί και κατευθύνει τους φορείς που εποπτεύει για την κατάρτιση του προϋπολογισμού τους εντός των ορίων του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής και την ορθή εκτέλεσή τους.
Άρθ.3Α., Παρ.5. Διαχειρίζεται τα δημόσια περιουσιακά στοιχεία και πόρους, σύμφωνα με τις αρχές και τις διατάξεις που διαλαμβάνονται στον παρόντα νόμο και τις εκδιδόμενες κατ' εξουσιοδότησή του, κανονιστικές πράξεις.
Άρθ.3Α., Παρ.6. Εκπονεί και υποβάλλει εκθέσεις εκτέλεσης προϋπολογισμού του φορέα του και των εποπτευόμενων φορέων του, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, τις εκδιδόμενες κατ' εξουσιοδότησή του, κανονιστικές πράξεις, καθώς και τις οδηγίες και εντός του χρονικού πλαισίου που θέτει το Υπουργείο Οικονομικών.
Άρθ.3Α., Παρ.7. Εκπονεί και υποβάλλει χρηματοοικονομικά στοιχεία του φορέα του και των εποπτευόμενων φορέων του και εκθέσεις σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, τις εκδιδόμενες κατ' εξουσιοδότησή του, κανονιστικές πράξεις, καθώς και τις οδηγίες και εντός του χρονικού πλαισίου που θέτει το Υπουργείο Οικονομικών.
«Άρθρο 3Β Προϊστάμενος Οικονομικών Υπηρεσιών Υπουργείων και λοιπών φορέων της Γενικής Κυβέρνησης
Άρθ.3Β., Παρ.1. Στις οικονομικές υπηρεσίες κάθε φορέα της Γενικής Κυβέρνησης τοποθετείται προϊστάμενος, του οποίου τα προσόντα είναι ανάλογα με τη θέση και την ευθύνη που αυτή συνεπάγεται. Τα προσόντα και η διαδικασία επιλογής καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Οικονομικών και των καθ' ύλην αρμόδιων Υπουργών και κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων.
Άρθ.3Β., Παρ.2. Ο Προϊστάμενος Οικονομικών Υπηρεσιών είναι υπεύθυνος για την διασφάλιση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης του φορέα του και των χρηματοδοτούμενων από αυτόν φορέων της Γενικής Κυβέρνησης και εποπτεύει τις διαδικασίες που αφορούν στον προϋπολογισμό και τη λογιστική αποτύπωση των δραστηριοτήτων του φορέα του, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
Ειδικότερα μεριμνά για:
(α) την παροχή έγκαιρων και αξιόπιστων πληροφοριών σχετικά με τον προϋπολογισμό του οικείου φορέα προς τον επικεφαλής του τελευταίου, τον επικεφαλής του φορέα από τον οποίο ενδεχομένως χρηματοδοτείται, τον Υπουργό Οικονομικών, τη Βουλή και την κοινή γνώμη μέσω του τύπου ή του διαδικτύου,
(β) τη διασφάλιση της πιστής τήρησης των ανωτάτων ορίων του προϋπολογισμού του φορέα του και της ανάληψης δεσμεύσεων από τον φορέα αυτό και τους εποπτευόμενους φορείς του, για τη διενέργεια δαπανών μόνον εφόσον υπάρχει αντίστοιχη πίστωση στον οικείο προϋπολογισμό,
(γ) τη διαχείριση και αξιοποίηση των πόρων του φορέα του και των εποπτευόμενων από αυτόν φορέων, σύμφωνα με τις αρχές του παρόντος νόμου,
(δ) την τήρηση των υποχρεωτικών οδηγών, οδηγιών και εγκυκλίων που εκδίδει το Υπουργείο Οικονομικών και το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και
(ε) τη διαβίβαση στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους των δημοσιονομικών στοιχείων του φορέα του, σύμφωνα με τις κατ' εξουσιοδότηση του παρόντος νόμου, κανονιστικές πράξεις.
Άρθ.3Β., Παρ.3. Σε περίπτωση κατά την οποία ο Προϊστάμενος λάβει εντολή από οποιαδήποτε αρμόδια αρχή να προβεί σε ενέργεια, η οποία θα έχει ως αποτέλεσμα την ανάληψη υποχρέωσης ή εκτέλεσης δαπάνης που υπερβαίνει τα τιθέμενα όρια ή οποιαδήποτε άλλη ενέργεια σχετικά με τα οριζόμενα στις προηγούμενες παραγράφους, οφείλει αμέσως να αρνηθεί και να ενημερώσει εγγράφως την εν λόγω αρχή.
Αν η αρμόδια αρχή επιμείνει στην εκτέλεση της εντολής της, οφείλει να την επαναλάβει εγγράφως με ταυτόχρονη κοινοποίησή της στον Πρόεδρο της Βουλής, στον Γενικό Επίτροπο Επικρατείας, στο Ελεγκτικό Συνέδριο και στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους.
Στην περίπτωση αυτή την ευθύνη ως προς τη νομιμότητα της ενέργειας φέρει πλέον ο εντολέας.
Άρθ.3Β., Παρ.4. Η παράβαση των οριζομένων στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου, από τον Προϊστάμενο των Οικονομικών Υπηρεσιών συνιστά πειθαρχικό αδίκημα σύμφωνα με το άρθρο 106 του ν. 3528/2007 (ΦΕΚ 26 Α') και επισύρει την πειθαρχική ποινή της περίπτωσης ε' της παραγράφου 1 του άρθρου 109 του ίδιου νόμου. Οι διατάξεις του άρθρου 104 του παραπάνω νόμου, για τη δυνητική θέση σε αργία, εφαρμόζονται και στην προκειμένη περίπτωση, ο δε αρμόδιος υπουργός ή ο επικεφαλής του φορέα αναστέλλει υποχρεωτικά την άσκηση των καθηκόντων του Προϊσταμένου, εφαρμο ζομένης κατά τα λοιπά της παραγράφου 2 του ίδιου άρθρου. Επίσης ο Προϊστάμενος ευθύνεται και για κάθε ζημία που προξένησε στον οικείο φορέα από δόλο ή βαριά αμέλεια.»
Ν.3943/2011 : Καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, στελέχωση των ελεγκτικών υπηρεσιών και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Οικονομικών
Ν.3943/2011., Άρθ.49. : Άλλες διατάξεις
Άρθ.49., Παρ.1. : α. Κατόπιν αιτήσεων των ενδιαφερομένων το Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.) του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων (Τ.Π.Δ.) δύναται να ρυθμίζει εν γένει οφειλές από χορηγηθέντα από αυτό δάνεια σε δήμους, πρώην κοινότητες ή στους καθολικούς διαδόχους τους, που προκύπτουν από την εφαρμογή του ν.3852/2010 (ΦΕΚ 81 Α'), καθώς και στις περιφέρειες, που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις συνομολόγησης δανείων του άρθρου 264 του ν.3852/2010 και των σε εκτέλεση αυτών εκδοθεισών υπουργικών αποφάσεων ή που εντάσσονται στο ειδικό πρόγραμμα για την οικονομική τους εξυγίανση του άρθρου 262 του ίδιου νόμου. Η διάρκεια αποπληρωμής των οφειλών αυτών μπορεί να παρατείνεται μέχρι τα τριάντα πέντε έτη από την ημερομηνία της παρούσας ρύθμισης και με λοιπούς ειδικότερους όρους και ειδικό κατά περίπτωση επιτόκιο που θα καθορίζεται από το Δ.Σ. του Τ.Π.Δ.. Οι κατά τα ανωτέρω οφειλές μπορούν να εξοφληθούν και με συνομολόγηση νέου δανείου από το Τ.Π.Δ. με διάρκεια μέχρι τα είκοσι πέντε έτη από τη συνομολόγηση, με ειδικότερους όρους, επιτόκιο και προϋποθέσεις που θα καθορίζονται από το Διοικητικό Συμβούλιο του Τ.Π.Δ., καθώς και από τα οριζόμενα στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 11 του άρθρου 18 του ν. 3870/2010.
β. Η δυνατότητα του Δ.Σ του Τ.Π.Δ. της προηγούμενης περίπτωσης παρέχεται και για τη ρύθμιση:
i. των εν γένει οφειλών των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ν.Π.Ι.Δ. των Ο.Τ.Α. και των Περιφερειών, των Συνδέσμων Ο.Τ.Α. των Δημοτικών εν γένει Επιχειρήσεων, με οικονομική αδυναμία ομαλής εξυπηρέτησης των οφειλών τους από τους ίδιους.
ii. των εν γένει οφειλών των Ν.Π.Δ.Δ., Ν.Π.Ι.Δ. κοινωφελούς χαρακτήρα, Δημοσίων Οργανισμών, Δημοσίων Επιχειρήσεων, Φιλανθρωπικών και άλλων Κοινωφελών Ιδρυμάτων, με οικονομική αδυναμία ομαλής εξυπηρέτησης των οφειλών τους.
γ. Τα πάσης αιτίας υφιστάμενα στο Τ.Π.Δ., έως τη δημοσίευση του παρόντος, χρεωστικά ανοίγματα των δήμων και πρώην κοινοτήτων δύναται να ρυθμιστούν άπαξ με συνομολόγηση ισόποσων δανείων από το Τ.Π.Δ., εντός αποκλειστικής προθεσμίας μέχρι 31.12.2011, κατόπιν αιτήσεων των δήμων. Τα δάνεια αυτά χορηγούνται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 11 του άρθρου 18 του ν. 3870/2010. Με την παρέλευση άπρακτης της παραπάνω προθεσμίας, τα χρεωστικά ανοίγματα, όπως εμφανίζονται στα βιβλία του Τ.Π.Δ., βεβαιώνονται ή επαναβεβαιώνονται στην Κεντρική Υπηρεσία του Τ.Π.Δ. από 1.1.2012 οίκοθεν υπέρ του Τ.Π.Δ. με βάση τα σχετικά στοιχεία που διαθέτει, κατά του οικείου δήμου και εισπράττονται κατά τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε.. Η τυχόν αρχική βεβαίωση των ποσών αυτών σε Δ.Ο.Υ. δεν θίγεται αλλά εξακολουθεί να παράγει όλα τα αποτελέσματα από τη βεβαίωση αυτή σύμφωνα με το νόμο.
Τα χρεωστικά ανοίγματα που ρυθμίζονται σύμφωνα με τα προηγούμενα εδάφια απαλλάσσονται από τόκους υπερημερίας και άλλες προσαυξήσεις μέχρι την ημέρα της ρύθμισης.
Οι όροι και τα κριτήρια δανειοδότησης κατά την περίπτωση αυτή καθορίζονται με απόφαση του Δ.Σ. του Τ.Π.Δ. και σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 176 του ν.3463/2006 (ΦΕΚ 114 Α'). Τα δάνεια αυτά επιβαρύνονται με κυμαινόμενο επιτόκιο, αναπροσαρμοζόμενο ανά εξάμηνο, ίσο με αυτό της εκάστοτε προηγούμενης έκδοσης εξάμηνων τίτλων Ελληνικού Δημοσίου προσαυξημένου κατά μια μονάδα (1%), η δε διάρκεια αποπληρωμής τους δεν υπερβαίνει τα είκοσι πέντε έτη.
Οι ρυθμίσεις των περιπτώσεων α', β' και γ' της παρούσας παραγράφου δεν θίγονται από την τυχόν ένταξη του οφειλέτη στο ειδικό πρόγραμμα οικονομικής εξυγίανσης του άρθρου 262 του ν. 3852/2010.
δ. Τα εδάφια γ' και δ' της παραγράφου 7 του άρθρου 17 του ν. 3491/2006 (ΦΕΚ 207 Α') καταργούνται.
Το χρεωστικό υπόλοιπο, καθώς και το εναπομείναν χρέος από την κεφαλαιοποίηση της παρ. 12 του άρθρου 17 του ν. 2744/1999 (ΦΕΚ 222 Α'), όπως εμφανίζεται οριστικά στο λογαριασμό του Τ.Π.Δ. ως απαίτηση κατά το κλείσιμο του έτους 2006 και το οποίο ανέρχεται σε ύψος 23.055.765,94 ευρώ, εξοφλείται σε πέντε συνεχείς, ισόποσες, ετήσιες και άτοκες δόσεις με παρακράτηση από τα καθαρά κέρδη που αποδίδει το Τ.Π.Δ. στο Ελληνικό Δημόσιο, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Η πρώτη δόση καταβάλλεται από τα κέρδη της οικονομικής χρήσης 2011.
Το ανωτέρω συνολικό ποσό θα συμψηφιστεί με παρακράτηση σε πέντε ετήσιες ισόποσες δόσεις, αρχής γενομένης από την οικονομική χρήση 2012, από την απόδοση των οφειλών του Ελληνικού Δημοσίου προς τους Ο.Τ.Α. α' βαθμού, όπως αυτές προσδιορίστηκαν στο άρθρο 27 του ν.3756/2009 (ΦΕΚ 53 Α').
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Οικονομικών μπορεί να ρυθμίζεται κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας.
ε. Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Οικονομικών καθορίζονται ειδικές προϋποθέσεις με τις οποίες οι Ο.Τ.Α. μπορούν να προβαίνουν σε δανειακές συμβάσεις για τη χρηματοδότηση χρεών στις περιπτώσεις που καθίσταται αδύνατη η εξασφάλιση της υποχρέωσής τους περί κατάρτισης ισοσκελισμένου προϋπολογισμού, λαμβανομένων υπόψη και των υποχρεώσεων που απορρέουν από την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 4 παρ. 5 του π.δ. 113/2010 (ΦΕΚ 94 Α').
Άρθ.49., Παρ.2. : Οι λογαριασμοί του πρώτου και του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 6 του άρθρου 260 του ν.3852/2010, οι οποίοι τηρούνται στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων υπό τους τίτλους «Κεντρικοί Αυτοτελείς Πόροι των Περιφερειών για την κάλυψη λειτουργικών και λοιπών γενικών δαπανών» και «Κεντρικοί Αυτοτελείς Πόροι των Περιφερειών για κάλυψη επενδυτικών δαπανών», αντιστοίχως, ενοποιούνται σε ένα λογαριασμό υπό τον τίτλο «Κεντρικοί Αυτοτελείς Πόροι των Περιφερειών».
Άρθ.49., Παρ.3. : Η επιβολή κατασχέσεως κατά δήμου ή συνδέσμου δήμων ή περιφέρειας επί των Κ.Α.Π. ή επί δανείων του δήμου ή συνδέσμου δήμων ή περιφέρειας εις χείρας του Τ.Π.Δ. ως τρίτου, η προθεσμία προς υποβολή δηλώσεως από το Τ.Π.Δ. επί της κατασχέσεως, η προθεσμία ασκήσεως ανακοπής και η άσκηση ανακοπής κατά της κατασχέσεως ή της δηλώσεως του Τ.Π.Δ. δεν αναστέλλουν την απόδοση των Κ.Α.Π. ή των δανείων προς το δήμο ή το σύνδεσμο δήμων ή την περιφέρεια από το Τ.Π.Δ..
Η ικανοποίηση του κατασχόντος πραγματοποιείται, εφόσον υπάρξει τελεσίδικη δικαστική απόφαση αποδοχής της ανακοπής του, για τα ποσά, τα οποία θα αποδοθούν στον ίδιο δήμο ή σύνδεσμο δήμων ή την περιφέρεια δια του Τ.Π.Δ. μετά την έκδοση της ανωτέρω δικαστικής απόφασης.
Άρθ.49., Παρ.4. : Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 283 του ν. 3852/2010 προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Οι δήμοι και οι περιφέρειες υπεισέρχονται αυτοδικαίως σε πάσης φύσεως υποχρεώσεις και δικαιώματα, εξαιρουμένων των εμπραγμάτων, που βάσει διατάξεων νόμων και κανονιστικών πράξεων συνδέονται με αρμοδιότητες που μεταφέρονται σε αυτούς. Όταν οι υποχρεώσεις, που προέρχονται από τη μεταφορά αρμοδιοτήτων, αφορούν στην πληρωμή δαπανών, οι δήμοι και οι περιφέρειες είναι υπόχρεοι για την καταβολή τους στην περίπτωση που δεν έχει εκδοθεί το προβλεπόμενο από τον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων σχετικό παραστατικό από τους δικαιούχους ή δεν έχει εκδοθεί τελεσίδικη δικαστική απόφαση μέχρι 31.12.2010 για τους δήμους ή 30.6.2011 για τις περιφέρειες.
Ομοίως οι δήμοι και οι περιφέρειες είναι δικαιούχοι απαιτήσεων που συνδέονται με τις μεταφερόμενες αρμοδιότητες, για τις οποίες δεν έχουν αποσταλεί οι χρηματικοί κατάλογοι προς ταμειακή βεβαίωση μέχρι τις ανωτέρω προθεσμίες. Στις περιπτώσεις αυτές, οι σχετικές εκκρεμείς δίκες της πρώην Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης ή της πρώην κρατικής περιφέρειας συνεχίζονται, αυτοδικαίως, από το δήμο ή την περιφέρεια που αφορά το αντικείμενο της δίκης, χωρίς να διακόπτονται και χωρίς να απαιτείται ειδική διαδικαστική πράξη συνέχισής τους.
Οι δήμοι και οι περιφέρειες από την έναρξη άσκησης των μεταφερόμενων σε αυτούς αρμοδιοτήτων υπεισέρχονται αυτοδικαίως στις συμβάσεις μίσθωσης ακινήτων που είχαν συναφθεί για τη στέγαση των υπηρεσιών που συνδέονται με τις αρμοδιότητες αυτές, εφόσον οι οικείες υπηρεσίες εξακολουθούν να στεγάζονται στα μισθωμένα ακίνητα.
Σε περίπτωση που στο ακίνητο στεγάζονται από κοινού και υπηρεσίες άλλων φορέων, η υπεισέλευση πραγματοποιείται κατ' αναλογία των χρησιμοποιούμενων ανά φορέα τετραγωνικών μέτρων. Ομοίως, αναλογικά επιμερίζονται και οι λοιπές λειτουργικές δαπάνες.»
Άρθ.49., Παρ.5. : Στις υποχρεωτικές δαπάνες της περίπτωσης β' της παρ. 1 του άρθρου 158 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006 (ΦΕΚ 114 Α'), περιλαμβάνονται και οι δαπάνες που αφορούν αποζημίωση για την υπερωριακή απασχόληση προσωπικού, καθώς και εκείνες που απορρέουν από την εκτέλεση των συμβάσεων έργου.
Άρθ.49., Παρ.6. : Οι ρυθμίσεις του άρθρου 16 του ν. 3887/2010 (ΦΕΚ 174 Α') εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την 31η Δεκεμβρίου 2010 έως τη λήξη του τρέχοντος σχολικού έτους, εκτός αν ολοκληρωθούν έως τότε οι σχετικοί διαγωνισμοί προς ανάδειξη νέων μειοδοτών. Δαπάνες οι οποίες αφορούν στη μεταφορά μαθητών μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, για την οποία δεν τηρήθηκε η διαδικασία του ανωτέρω άρθρου, θεωρούνται νόμιμες εφόσον ο Γενικός Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης διαπιστώσει με σχετική πράξη του την εκτέλεση του μεταφορικού έργου και το ύψος της σχετικής δαπάνης.
Άρθ.49., Παρ.7. : Στο τέλος του άρθρου 109 του ν. 3852/2010 προστίθεται παράγραφος 7 ως εξής:
«7. α) Από 1.1.2011 η Δημοτική Επιχείρηση Ύδρευσης Αποχέτευσης Μείζονος περιοχής Βόλου (ΔΕΥΑΜΒ) διέπεται σχετικά με την εν γένει λειτουργία της από τις σχετικές διατάξεις του ν. 1069/1980. Οι αντίστοιχες διατάξεις του ν. 890/1979 καταργούνται. Η θητεία του παρόντος διοικητικού συμβουλίου λήγει με την εγκατάσταση του νέου, το οποίο ορίζεται κατά τις διατάξεις του άρθρου 3 του ν. 1069/1980.
β) Μέχρι την κατάρτιση και ψήφιση του προϋπολογισμού είναι επιτρεπτή η πραγματοποίηση δαπανών, χωρίς τους περιορισμούς των δωδεκατημορίων, από δήμους και περιφέρειες, οι οποίες αφορούν την εκπλήρωση ανειλημμένων συμβατικών υποχρεώσεων.»
Άρθ.49., Παρ.8. : α. Κενές ή κενούμενες οργανικές θέσεις μόνιμου προσωπικού και προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, καθώς και με θητεία δημοσίου δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου σε οργανική θέση με δυνατότητα ανανέωσης, των φορέων της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 3812/2009, καλύπτονται μετά από προηγούμενη έγκριση της ΠΥΣ 33/2006 (ΦΕΚ 280 Α'), όπως εκάστοτε ισχύει.
Ειδικά για τις δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμούς των Κεφαλαίων Α' και Β' του ν. 3429/2005 (ΦΕΚ 314 Α'), προηγείται εισήγηση της Ειδικής Γραμματείας Δημοσίων Επιχειρήσεων και Οργανισμών.
β. Κάθε γενική και ειδική διάταξη αντίθετη προς τις διατάξεις της προηγούμενης περίπτωσης, καθώς και οι εξαιρέσεις που ορίζονται στο άρθρο 4 της ΠΥΣ 33/2006, όσον αφορά στο προσωπικό της προηγούμενης περίπτωσης, καταργείται.
γ. Οι διατάξεις της περίπτωσης δ' της παρ. 4 του άρθρου 3 του ν. 3899/2010 (ΦΕΚ 212 Α') δεν ισχύουν για το προσωπικό ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, που προσλαμβάνεται στους Ο.Τ.Α. για κάλυψη αναγκών ανταποδοτικού χαρακτήρα.»
Άρθ.49., Παρ.9. : Καθιερώνεται από 1ης Ιανουαρίου 2011 η υποχρέωση των οικείων Διευθύνσεων Διοικητικού/Προσωπικού των φορέων της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3812/2009, για την τήρηση των στοιχείων για το διορισμό/πρόσληψη προσωπικού ή μεταφορά από τους φορείς των περιπτώσεων στ' έως θ' του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 3812/2009, καθώς και την αποχώρηση, μόνιμου, με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικού και υπαλλήλων επί θητεία, εφόσον παρέχεται δυνατότητα ανανέωσης, στην Κεντρική Βάση Δεδομένων Ανθρώπινου Δυναμικού της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του Υπουργείου Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.
Τα στοιχεία της απόφασης διορισμού/πρόσληψης, με-ταφοράς ή αποχώρησης του προσωπικού αυτού πριν τη δημοσίευση της σχετικής πράξης ή της έκδοσής της, όπου δεν απαιτείται δημοσίευση αυτής, καταγράφονται υποχρεωτικά με ευθύνη της οικείας Διεύθυνσης Διοικητικού/Προσωπικού, στο ηλεκτρονικό προσωπικό μητρώο της ανωτέρω βάσης δεδομένων.
Για την ως άνω καταγραφή εκδίδεται σχετική βεβαίωση η οποία αποτελεί ουσιώδη τύπο του κύρους της διαδικασίας πρόσληψης/διορισμού, μεταφοράς ή αποχώρησης του ανωτέρω προσωπικού.
Η παράλειψη της ανωτέρω διαδικασίας συνιστά το πειθαρχικό παράπτωμα της περίπτωσης β' της παρ. 1 του άρθρου 107 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., όπως κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3528/2007 (ΦΕΚ 26 Α').
Άρθ.49., Παρ.10. : Όλες οι ατομικές πράξεις διορισμού ή πρόσληψης του τακτικού προσωπικού των φορέων της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3812/2009, πριν από την έκδοση ή τη δημοσίευσή τους, όπου αυτή απαιτείται, αποστέλλονται για τον έλεγχο της τήρησης του λόγου μία πρόσληψη ανά πέντε αποχωρήσεις στο σύνολο των φορέων στη Διεύθυνση Προσλήψεων Προσωπικού της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης. Ο έλεγχος αφορά στη διασφάλιση της τήρησης των οριζομένων στην απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, που εκδίδεται κατ' εξουσιοδότηση των διατάξεων της παρ. 5 του άρθρου 11 του ν. 3833/2010, όπως ισχύει. Για την τήρηση των ανωτέρω εκδίδεται σχετική βεβαίωση η οποία αποτελεί ουσιώδη τύπο του κύρους της διαδικασίας διορισμού ή πρόσληψης.
Άρθ.49., Παρ.11. : α) Στο τέλος της παραγράφου 1 περίπτωση α.i. του άρθρου 18 του ν. 3870/2010 (ΦΕΚ 138 Α') προστίθεται εδάφιο, ως εξής:
«Το ανωτέρω προσωπικό, κατά το χρονικό διάστημα που δεν λειτουργούν οι σχολικές μονάδες, απασχολείται για τον καθαρισμό υπηρεσιών του οικείου Δήμου, καθώς και Ν.Π.Δ.Δ. αυτού.»
β) Η παράγραφος 1 περίπτωση β'του ίδιου άρθρου αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Για την κάλυψη του κόστους μισθοδοσίας του εν λόγω προσωπικού, το ποσοστό των Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων (Κ.Α.Π.) των Δήμων της παραγράφου 1, περίπτωση α'του άρθρου 259 του ν. 3852/2010 (ΦΕΚ 87 Α') που εγγράφεται στον τακτικό προϋπολογισμό αυξάνεται από 1.1.2011 σε 21,3%. Ειδικά για το έτος 2011, η αναλογούσα αύξηση των Κ.Α.Π. των Δήμων διενεργείται με μεταφορά των αντίστοιχων πιστώσεων από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων.»
Άρθ.49., Παρ.12.: α) Η παράγραφος 1 του άρθρου 3Β του ν. 2362/1995 (ΦΕΚ 247 Α') αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Σε κάθε Υπουργείο συνιστάται Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών, υπαγόμενη στον Γενικό Γραμματέα αυτού. Στη Γενική Διεύθυνση αυτή υπάγονται όλες οι υφιστάμενες οικονομικές οργανικές μονάδες του Υπουργείου. Για τις προϋποθέσεις, τα κριτήρια και τη διαδικασία επιλογής του προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3528/2007 (ΦΕΚ 26 Α'), όπως τροποποιήθηκε με τις διατάξεις του ν. 3839/2010 (ΦΕΚ 51 Α'), καθώς και οι διατάξεις των άρθρων τέταρτου και πέμπτου του ν. 3839/2010. Στους λοιπούς φορείς της Γενικής Κυβέρνησης οι αρμοδιότητες του παρόντος άρθρου ασκούνται από τον ανώτερο κατά περίπτωση προϊστάμενο Οικονομικών Υπηρεσιών ή τον υπεύθυνο οικονομικών του φορέα. Στο Υπουργείο Εξωτερικών οι αρμοδιότητες της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών ασκούνται από τη Γενική Διεύθυνση Προσωπικού, Διοικητικής Οργάνωσης και Οικονομικής Διαχείρισης και τον Προϊστάμενό της, ο οποίος ορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3566/2007, όπως ισχύει. Σε περίπτωση απουσίας, μη τοποθέτησης ή κωλύματος του Προϊσταμένου, οι αρμοδιότητές του ασκούνται από τον Υπηρεσιακό Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Εξωτερικών, στον οποίο υπάγεται η Γενική Διεύθυνση Προσωπικού, Διοικητικής Οργάνωσης και Οικονομικής Διαχείρισης».
β) Στην παράγραφο 2 του άρθρου 3Β του ν. 2362/1995 αντικαθίστανται και προστίθενται λέξεις ως εξής:
αα) Στο πρώτο εδάφιο, αντί της λέξης «χρηματοδοτούμενων» τίθεται η λέξη «εποπτευόμενων».
ββ) Στην περίπτωση α' αντί των λέξεων «τον επικεφαλής του φορέα από τον οποίο ενδεχομένως χρηματοδοτείται» τίθενται οι λέξεις «τον Προϊστάμενο Οικονομικών Υπηρεσιών του φορέα από τον οποίο εποπτεύεται».
γγ) Στην περίπτωση ε'μετά τις λέξεις «του φορέα του» προστίθενται οι λέξεις «καθώς και των εποπτευόμενων από αυτόν φορέων».
γ. Στο άρθρο 3Β του ν. 2362/1995 προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:
«5. Μέχρι την επιλογή και την τοποθέτηση Προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών στα Υπουργεία, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1, τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες των παραγράφων 2 και 3 ασκούνται από τον Γενικό Γραμματέα του οικείου Υπουργείου που ορίζεται με απόφαση του οικείου Υπουργού, πλην του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, όπου καθήκοντα Οικονομικού Υπευθύνου ασκεί ο Γενικός Διευθυντής Οικονομικού Σχεδιασμού και Υποστήριξης.»
Ν. 4002/2011 : Τροποποίηση της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου. Ρυθμίσεις για την ανάπτυξη και τη δημοσιονομική εξυγίανση. Θέματα αρμοδιότητας Υπουργείων Οικονομικών, Πολιτισμού και Τουρισμού και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.
Ν. 4002/2011., Άρθ. 24. : Δημοσιονομικές Διατάξεις και ρυθμίσεις θεμάτων Ν.Σ.Κ.
Άρθ.24., Παρ.1. : Στο τέλος της περίπτωσης ι΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν. 3812/2009 προστίθενται οι λέξεις «ειδικοί ερευνητές και επιστήμονες συνεργάτες της παραγράφου 4 του άρθρου 5 του ν. 1682/1987.».
Άρθ.24., Παρ.2. : Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργείται η παράγραφος 4 του άρθρου 64 του ν. 1943/1991
(Α΄ 50), όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 9 του ν. 2085/1992 (Α΄170) και το άρθρο 10 του ν. 3320/2005 (Α΄ 48) και παύει η χορήγηση της προβλεπόμενης από τις διατάξεις αυτές επιδότησης αγοράς ή ανέγερσης κατοικίας, ανεξάρτητα από το χρόνο τοποθέτησης, μετάθεσης ή μετάταξης του υπαλλήλου σε υπηρεσία προβληματικής περιοχής.
Άρθ.24., Παρ.3. : Στην παράγραφο 2 του άρθρου 38 του ν. 3986/2011 (Α΄ 152) προστίθεται περίπτωση γ΄, ως εξής:
«γ) Οι ειδικές εισφορές των προηγούμενων περιπτώσεων που αναλογούν στο χρονικό διάστημα από 1.1.2011 έως 31.7.2011 κατανέμονται ισόποσα και συνεισπράττονται με τις εισφορές των επόμενων μηνών του έτους 2011 σύμφωνα και με όσα ορίζονται στην κοινή υπουργική απόφαση που εκδίδεται κατ’ εξουσιοδότηση της προηγούμενης περίπτωσης.»
Άρθ.24., Παρ.4. : Το άρθρο 18 του π.δ. 238/2003 (Α΄ 214), όπως αυτό αντικαταστάθηκε με την παρ. 10 του άρθρου 13 του ν. 3790/2009(Α΄ 143), αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 18 Υποψήφιοι
Λειτουργοί του Ν.Σ.Κ. διορίζονται, κατόπιν διαγωνισμού, όσοι είναι δικηγόροι ή δικαστικοί λειτουργοί που έχουν συμπληρώσει το 26ο έτος και δεν έχουν υπερβεί το 35ο έτος της ηλικίας τους. Για τους δικηγόρους απαιτείται διετής άσκηση δικηγορίας και στην περίπτωση που είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος νομικού τμήματος αρκεί ετήσια άσκηση δικηγορίας. Για τη συμμετοχή στο διαγωνισμό απαιτείται άριστη γνώση της αγγλικής ή γαλλικής ή γερμανικής γλώσσας, που αποδεικνύεται σύμφωνα με το άρθρο 28 του π.δ. 50/2001 (Α΄ 39).»
Άρθ.24., Παρ.5. : α. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 24 του ν. 3200/2003 (Α΄ 281), όπως αυτό αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 14 του άρθρου 13 του ν. 3790/2009 (Α΄143), αντικαθίσταται ως εξής:
«Στους τακτικούς υπαλλήλους του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ανεξάρτητων Αρχών, των οποίων η νομική υπηρεσία διεξάγεται από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, κατά των οποίων ασκείται ποινική δίωξη για αδικήματα που τους αποδίδονται κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, παρέχεται η δυνατότητα υπεράσπισής τους ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων, από λειτουργούς του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, με απόφαση του Προέδρου του Ν.Σ.Κ., μετά από προηγούμενη έγκριση του αρμόδιου Υπουργού, εφόσον: α) με την έκθεση επί της ένορκης διοικητικής εξέτασης, δεν διαπιστώνεται η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος σχετικού με την πράξη, για την οποία διώκονται και β) δεν θα εκπροσωπηθούν από δικηγόρο, κατά την ενώπιον του δικαστηρίου διαδικασία.»
β. Όπου, σε εφαρμογή της διάταξης της παρ. 5 του άρθρου 2 του ν. 2993/2002 (Α΄ 58), προβλέπεται η συμμετοχή λειτουργού του Ν.Σ.Κ. σε συμβούλια, επιτροπές ή ομάδες εργασίας, ο λειτουργός του Ν.Σ.Κ. μπορεί να αντικαθίσταται, ύστερα από αρνητική για την υπόδειξή του γνώμη του Προέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, από δημόσιο υπάλληλο, κατηγορίας ΠΕ Α΄ βαθμού ή αντίστοιχης κατηγορίας και βαθμού, με εικοσαετή συνολική υπηρεσία, που ορίζεται από το όργανο που είναι αρμόδιο για την έκδοση της πράξης συγκρότησης ή από δικηγόρο με δεκαετή τουλάχιστον δικηγορική υπηρεσία, που υποδεικνύεται από τον Πρόεδρο του οικείου δικηγορικού συλλόγου.
Άρθ.24., Παρ.6. : α) Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 15 του άρθρου 28 του ν. 2579/1998 (Α΄ 31), όπως αυτό αντικαταστάθηκε με την παρ. 11 του άρθρου 13 του ν. 3790/2009 (Α΄ 143), αντικαθίσταται ως εξής:
«Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού επιτρέπεται η μετάταξη διοικητικών υπαλλήλων του Δημοσίου, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους. Η μετάταξη γίνεται ύστερα από δημόσια προκήρυξη, με αίτηση του ενδιαφερομένου και σύμφωνη γνώμη του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου του Ν.Σ.Κ., σε κενές οργανικές θέσεις του διοικητικού προσωπικού, κατηγορίας και κλάδου αντίστοιχου των προσόντων του μετατασσόμενου. Με απόφαση του Προέδρου του Ν.Σ.Κ., που τοιχοκολλάται στο κατάστημα της Κεντρικής Υπηρεσίας του Ν.Σ.Κ. και αναρτάται στην ιστοσελίδα του, καθορίζονται ο τρόπος δημοσίευσης, το περιεχόμενο της προκήρυξης, τα ειδικά προσόντα των υποψηφίων και κάθε άλλο σχετικό θέμα.»
β) Διοικητικές πράξεις διαδικασίας μετατάξεων που έχουν εκδοθεί, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 15 του άρθρου 28 του ν. 2579/1998, όπως ίσχυε πριν την τροποποίησή του με τις διατάξεις της προηγούμενης υποπαραγράφου α΄ της παρούσας παραγράφου, ανακαλούνται αυτοδικαίως και η σχετική διαδικασία ματαιώνεται, εφόσον μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος δεν έχει δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως η πράξη μετάταξης.»
Άρθ.24., Παρ.7. : Με απόφαση του Προέδρου του Ν.Σ.Κ., σε ειδικές περιπτώσεις, εφόσον κρίνεται απαραίτητο για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που προβλέπονται στο άρθρο 2 του ν. 3086/2002 (Α΄ 324), επιτρέπεται η ανάθεση συλλογής ή επεξεργασίας στοιχείων, καθώς και η σύνταξη τεχνικών ή άλλων εκθέσεων, σε τρίτους. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, οι τρίτοι οφείλουν να τηρούν εχεμύθεια για όσα γεγονότα ή πληροφορίες περιήλθαν σε γνώση τους, στο πλαίσιο της ανάθεσης αυτής.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Προέδρου του Ν.Σ.Κ. καθορίζονται οι ειδικότερες προϋποθέσεις, η διαδικασία ανάθεσης των υπηρεσιών που προβλέπεται στην παράγραφο αυτή, κατά παρέκκλιση των διατάξεων των άρθρων 82 έως και 85 του ν. 2362/1995 (Α΄ 247) και κάθε αναγκαίο ζήτημα για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.
Άρθ.24., Παρ.8. : Το δεύτερο από το τέλος εδάφιο της περίπτωσης δ΄ του άρθρου 5 του ν. 3049/2002 (Α΄ 212) αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρμόδια υπηρεσία για τη διαχείριση του λογαριασμού είναι η Διεύθυνση 25η (Δ25) του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.»
Άρθ.24., Παρ.9. : Στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 44 του ν. 3986/2011 (Α΄152) οι λέξεις «καταργουμένης, από την ίδια ως άνω ημερομηνία» αντικαθίστανται με τις λέξεις «αναστελλομένης, από την ίδια ως άνω ημερομηνία και καθ’ όλη τη διάρκεια του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής.»
Άρθ.24., Παρ.10. : Η παράγραφος 21 του άρθρου 66 του ν. 3984/2011 (Α΄150) καταργείται από τότε που ίσχυσε.
Άρθ.24., Παρ.11. : Στο τέλος της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 38 του ν.3986/2011 (Α΄ 152) προστίθενται λέξεις και εδάφιο από τότε που ίσχυσε η διάταξη ως εξής: «, συμπεριλαμβανομένων και των Τραπεζών. Από τις διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων εξαιρείται το προσωπικό που καταβάλλει την εισφορά υπέρ κλάδου ανεργίας, που προβλέπεται από την παράγραφο 1 του άρθρου 32 του ν.δ. 2961/1954 (Α΄ 197), όπως έχει τροποποιηθεί με την παράγραφο 6 του άρθρου 44 του ν. 2084/1992 (Α΄ 165) και την παράγραφο 9 του άρθρου 44 του παρόντος νόμου.»
Άρθ.24., Παρ.12. : α) Στο τέλος του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 3Β του ν. 2362/1995 (Α΄ 247), όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 12α του ν.3943/2011 (Α΄ 66), μετά τη λέξη «του ν. 3839/2010» προστίθεται η φράση «, εφόσον από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν προβλέπεται διαφορετική ρύθμιση».
β) Στην παράγραφο 1 του άρθρου 3Β του ν. 2362/1995 προστίθεται πέμπτο εδάφιο ως εξής:
«Δικαίωμα υποβολής αίτησης υποψηφιότητας για την πλήρωση θέσης Προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών έχουν υπάλληλοι όλων των κλάδων κατηγορίας ΠΕ όλων των Υπουργείων. Ως Προϊστάμενοι της ανωτέρω Γενικής Διεύθυνσης επιλέγονται υπάλληλοι με τριετή τουλάχιστον εμπειρία σε θέματα οικονομικής διαχείρισης ή διαχειριστικού ελέγχου. Αν δεν υπάρχουν υπάλληλοι με τις προϋποθέσεις αυτές, επιλέγονται υπάλληλοι με δύο (2) τουλάχιστον έτη εμπειρίας στα ίδια θέματα. Κατά την πρώτη εφαρμογή η προκήρυξη όλων των θέσεων προϊσταμένων Γενικών Διευθύνσεων Οικονομικών Υπηρεσιών των Υπουργείων γίνεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και των καθ’ ύλην αρμόδιων Υπουργών και η επιλογή των προϊσταμένων των θέσεων αυτών γίνεται με τα κριτήρια που προβλέπονται στο άρθρο πέμπτο του ν. 3839/2010.»
Ν.4024/2011 : Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, ενιαίο μισθολόγιο βαθμολόγιο, εργασιακή εφεδρεία και άλλες διατάξεις εφαρμογής του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2012-2015.
Ν.4024/2011., Άρθ. 39 : Ρυθμίσεις θεμάτων Υπουργείου Οικονομικών
Άρθ.39., Παρ.1. : Για την έγκαιρη ανάπτυξη και απρόσκοπτη υποστήριξη παραγωγικής λειτουργίας πληροφοριακών συστημάτων που είναι αναγκαία για την υλοποίηση των έκτακτων δημοσιονομικών μέτρων και δράσεων κατ' εφαρμογή των νόμων 3842/2010,3845/2010,3943/2011 και 3986/2011 επιτρέπεται, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων, η μετάταξη υπαλλήλων από άλλο φορέα του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών.
Η μετάταξη πραγματοποιείται σε αντίστοιχη κενή οργανική θέση ή σε θέση με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και σε περίπτωση που δεν υπάρχουν, σε προσωποπαγείς θέσεις ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου που συνιστώνται αυτοδικαίως με την απόφαση της μετάταξης.
Ο ανώτατος αριθμός των μετατασσόμενων υπαλλήλων ανέρχεται σε σαράντα (40).
Οι μετατασσόμενοι υπάλληλοι ανήκουν στον κλάδο ΠΕ Πληροφορικής ή ΤΕ Πληροφορικής.
Η μετάταξη ενεργείται μετά από δημόσια πρόσκληση που απευθύνει ο Γενικός Γραμματέας Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών και στην οποία προσδιορίζονται τα ειδικότερα γενικά και ειδικά προσόντα, τα κριτήρια και η διαδικασία επιλογής των μετατασσόμενων.
Η μετάταξη γίνεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών.
Η μετάταξη γίνεται με το βαθμό και το μισθολογικό κλιμάκιο που κατέχει ο μετατασσόμενος και διατηρεί το ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό καθεστώς που τηρούσε πριν τη μετάταξη.
Άρθ.39., Παρ.2. : α) Ως εξωτερικοί σύμβουλοι φορέων του δημόσιου τομέα κατά τη διάταξη του δεύτερου εδαφίου της παρ. 14 του άρθρου 8 του ν. 2592/1998 (Α' 57) θεωρούνται και όσοι λαμβάνουν σύνταξη από το Δημόσιο ή από οποιονδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης και διορίζονται σε θέσεις προϊσταμένων, ειδικών συμβούλων και ειδικών συνεργατών και άλλων μετακλητών υπαλλήλων προβλεπόμενες στο άρθρο 3 της Υ293/15.12.2010 απόφασης του Πρωθυπουργού «Αναδιάρθρωση και σύνθεση σε προσωπικό του Πολιτικού Γραφείου Πρωθυπουργού» (Β' 1985) και στα άρθρα 28 έως 32, 55, 56 και 78, όπως ισχύουν, του π.δ. 63/2005 «Κώδικας Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά όργανα» (Α' 98). Η διάταξη αυτή ισχύει και για όσους διορίστηκαν στις παραπάνω θέσεις μετά τις 5.10.2009, οι οποίοι μπορούν να υποβάλουν, μέσα σε προθεσμία δύο μηνών από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους ή στον οικείο ασφαλιστικό φορέα τη δήλωση επιλογής που προβλέπεται στην πιο πάνω διάταξη του ν. 2592/1998.
β) Ως δικαστικοί λειτουργοί και κύριο προσωπικό του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους κατά την παρ. 4 του άρθρου 2 του ν. 3833/2010 (Α' 40) θεωρούνται, από την έναρξη ισχύος της διάταξης αυτής, οι εν ενεργεία και οι συνταξιούχοι.
Άρθ.39., Παρ.3. : α) Η παράγραφος 3 του άρθρου 11 του ν. 2882/2001 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Η αναγκαστική απαλλοτρίωση αίρεται αυτοδικαίως εάν δεν συντελεστεί μέσα σε ενάμισι έτος από τη δημοσίευση της απόφασης προσωρινού καθορισμού της αποζημίωσης και, σε περίπτωση απευθείας οριστικού καθορισμού αυτής, από τη δημοσίευση της σχετικής απόφασης. Η αρμόδια για την κήρυξη της απαλλοτρίωσης αρχή υποχρεούται να εκδώσει μέσα σε τέσσερις μήνες από τη λήξη της προθεσμίας του προηγούμενου εδαφίου βεβαιωτική πράξη για την επελθούσα αυτοδίκαιη άρση. Η πράξη αυτή δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Εφόσον οι θιγόμενοι ιδιοκτήτες επιθυμούν τη διατήρηση της απαλλοτρίωσης που άρθηκε αυτοδίκαια λόγω παρέλευσης της ως άνω δεκαοκτάμηνης προθεσμίας, μπορούν να υποβάλλουν αίτηση και υπεύθυνη δήλωση προς την αρχή που εξέδωσε την απαλλοτριωτική απόφαση, μέσα σε προθεσμία ενός έτους από την παρέλευση της προθεσμίας, περί διατήρησης της απαλλοτρίωσης και καταβολής της δικαστικά καθορισμένης προσωρινής ή οριστικής αποζημίωσης. Αν το αίτημα γίνει δεκτό από την αρχή που κήρυξε την απαλλοτρίωση και υποχρεούται στην καταβολή της αποζημίωσης, δεν επιτρέπεται ο ανακαθορισμός της αποζημίωσης ή η αναζήτηση τόκων υπερημερίας.
Οι διατάξεις του τέταρτου και πέμπτου εδαφίου της παραγράφου 1 εφαρμόζονται και σε απαλλοτριώσεις που έχουν κηρυχθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και έχει επέλθει αυτοδίκαιη άρση, λόγω παρέλευσης της δεκαοκτάμηνης προθεσμίας. Στην περίπτωση αυτή οι ενδιαφερόμενοι μπορεί να υποβάλλουν αίτηση για τη διατήρηση της απαλλοτρίωσης μέχρι τις 31.12.2012.»
β) Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 11 του ν. 2882/2001 αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Πριν παρέλθει χρονικό διάστημα έξι μηνών από την ανάκληση ή την άρση της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης δεν επιτρέπεται, χωρίς συναίνεση του ιδιοκτήτη, η κήρυξη νέας απαλλοτρίωσης του ίδιου ακινήτου για τον ίδιο σκοπό.»
γ) Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 7 του ν. 2882/2001 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Αν η συζήτηση για τον πρώτο καθορισμό τιμής μονάδος αποζημίωσης ακινήτου απορριφθεί από το αρμόδιο Δικαστήριο ως απαράδεκτη επειδή ο ιδιοκτήτης είναι άγνωστος ή δεν κλητεύθηκε νόμιμα, η απαλλοτρίωση συντελείται με την καταβολή ή παρακατάθεση της αποζημίωσης που έχει καθορισθεί δικαστικά για άλλα ομοειδή ακίνητα που περιλαμβάνονται στην ίδια απαλλοτριωτική πράξη, εφόσον ο θιγόμενος ιδιοκτήτης υποβάλλει σχετικό αίτημα στην Αρχή που είναι αρμόδια για την κήρυξη της απαλλοτρίωσης εντός δέκα ετών από την έκδοση της απόφασης καθορισμού και έχει αναγνωρισθεί ως δικαιούχος της αποζημίωσης.»
Άρθ.39., Παρ.4. : Η προβλεπόμενη από τις διατάξεις του νόμου 281 της 24/27 Οκτωβρίου 1936 ή από άλλη ειδική ή γενική διάταξη έγκριση των προϋπολογισμών, των τροποποιήσεων αυτών, των απολογισμών και των ισολογισμών των νομικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου ή των ειδικών λογαριασμών, από τον Υπουργό Οικονομικών, καταργείται. Της παρούσας διάταξης εξαιρούνται οι φορείς που εποπτεύονται από τον Υπουργό Οικονομικών.
Άρθ.39., Παρ.5. : Στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Πρόεδρο, Αντιπροέδρους και μέλη της Κυβέρνησης, Υφυπουργούς, Γενικούς και Ειδικούς Γραμματείς Δημοσίων Υπηρεσιών και Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και στους αιρετούς των Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού παρακρατείται ποσό που αντιστοιχεί στις μηνιαίες αποδοχές τους (χορηγία, αποζημίωση, μισθό, αντιμισθία), σε τρεις ισόποσες μηνιαίες δόσεις, αρχής γενομένης από τον πρώτο μήνα μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Τα ανωτέρω ισχύουν και για τους βουλευτές του Ελληνικού Κοινοβουλίου, κατά τα οριζόμενα στον Κανονισμό Λειτουργίας της Βουλής. Το ποσό της βουλευτικής αποζημίωσης που παρακρατείται από τη Βουλή των Ελλήνων, σύμφωνα με τα ανωτέρω, αποδίδεται ως έσοδο στον Κρατικό Προϋπολογισμό.
Οι Ελληνες βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αποδίδουν, υπέρ Δημοσίου, ποσό ίσο με το μηνιαίο μισθό τους.
Άρθ.39., Παρ.6. : α) Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3889/2010 (Α' 182) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Τα έσοδα και οι πόροι του νομικού προσώπου που ορίζεται στο άρθρο 4, μεταφέρονται και κατατίθενται υποχρεωτικά στο δεσμευμένο τομέα του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων με απόδοση ίση με αυτή της παρεχόμενης από το «Κοινό Κεφάλαιο Νομικών Προσώπων Δημοσίου και Ασφαλιστικών Φορέων» (Κοινό Κεφάλαιο) που διαχειρίζεται η Τράπεζα της Ελλάδος.»
β) Στο άρθρο 3 του ν. 3889/2010 (Α' 182) προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:
«4. Κατά τη διάρκεια εφαρμογής του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής, η διάθεση των πόρων του Πράσινου Ταμείου κατ' έτος, όπως προβλέπονται στο άρθρο 8, για τις λειτουργικές του δαπάνες και την επίτευξη των σκοπών του, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το πέντε τοις εκατό (5%) επί του συνόλου των διαθεσίμων του κατά το τέλος του προηγούμενου έτους. Τα επιπλέον του ανωτέρω ποσοστού διαθέσιμα επιτρέπεται να περιέρχονται στον Κρατικό Προϋπολογισμό με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.»
γ) Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του ν. 3889/2010 προστίθενται οι λέξεις «, με την επιφύλαξη του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου.»
Άρθ.39., Παρ.7. : α) Στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 3Β του ν. 2362/1995, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 12α του άρθρου 49 του ν. 3943/2011 (Α' 66) και συμπληρώθηκε με την παράγραφο 12β του άρθρου 24 του ν. 4002/2011 (Α' 180), αντί των λέξεων «και των καθ' ύλην αρμόδιων Υπουργών» τίθενται οι λέξεις «και του Υπουργού Οικονομικών»
β) Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 3Β του ν. 2362/1995, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 12α του άρθρου 49 του ν. 3943/2011 και συμπληρώθηκε με την παρ. 12β του άρθρου 24 του ν. 4002/2011, προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Κατ' εξαίρεση του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, ειδικά στα Υπουργεία Εθνικής Αμυνας και Προστασίας του Πολίτη, τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες των παραγράφων 2 και 3 ασκεί στο Υπουργείο Εθνικής Αμυνας ο Γενικός Διευθυντής Οικονομικού Σχεδιασμού και Υποστήριξης και στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Διαχείρισης Ευρωπαϊκών και Αναπτυξιακών Προγραμμάτων του άρθρου 3 του ν. 3938/2011 (Α' 61).»
Άρθ.39., Παρ.8. : Στο άρθρο 11 του ν. 2472/1997 (Α' 50) προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής:
«6. Ειδικά όταν πρόκειται για αρχεία που τελούν υπό την επεξεργασία του Υπουργείου Οικονομικών ή του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και αφορούν τη μη εκπλήρωση υποχρεώσεων σε σχέση με φόρους, τέλη, δασμούς και ασφαλιστικές εισφορές, εφόσον το αρχείο πρόκειται να δημοσιοποιηθεί για λόγους δημοσίου συμφέροντος και σε αυτό περιέχονται δεδομένα για περισσότερα από χίλια (1.000) φυσικά πρόσωπα, η ενημέρωση των υποκειμένων των δεδομένων, κατά την παράγραφο 3, μπορεί να γίνεται με δημόσιες ανακοινώσεις κοινής λήψης μέσω των μέσων μαζικής ενημέρωσης και του διαδικτύου στις οποίες καλούνται τα υποκείμενα των δεδομένων να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους εντός προθεσμίας που τάσσεται με την πρόσκληση η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των οκτώ (8) ημερών από τη δημόσια ανακοίνωση.»
Άρθ.39., Παρ.9. : Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών συνιστάται στην Τράπεζα της Ελλάδος λογαριασμός του Ελληνικού Δημοσίου με τίτλο «Ε.Δ. Λογαριασμός Κοινωνικής Εξισορρόπησης» ο οποίος χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την κατάθεση των ποσών που εισπράττονται από την εκτέλεση του Εθνικού Επιχειρησιακού Προγράμματος Καταπολέμησης της Φοροδιαφυγής του άρθρου 1 του ν. 3943/2011 (Α' 66) κατά το μέρος που οι εισπράξεις υπερβαίνουν τις προβλέψεις του Κρατικού Προϋπολογισμού για έσοδα παρελθόντων οικονομικών ετών από είσπραξη άμεσων ή και έμμεσων φόρων.
Το προϊόν του λογαριασμού κατανέμεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών για τη χρηματοδότηση μέτρων και δράσεων με σκοπό την προστασία των ασθενέστερων οικονομικά στρωμάτων και των ευπαθών κοινωνικών ομάδων.
Με την ίδια απόφαση καθορίζονται ειδικότερα τα ποσά που πιστώνονται στο Λογαριασμό Κοινωνικής Εξισορρόπησης, ο τρόπος κίνησης του λογαριασμού και εμφάνι σής του στη δημόσια ληψοδοσία και κάθε αναγκαίο ζήτημα για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.
Άρθ.39., Παρ.10. : α) Οι ρυθμίσεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται αναλόγως και για τις ανάγκες στελέχωσης της Υπηρεσίας Σχεδιασμού και Παρακολούθησης της εφαρμογής των Προγραμμάτων Οικονομικής Προσαρμογής του Υπουργείου Οικονομικών για ανώτατο αριθμό δεκαπέντε (15) μετατασσόμενων υπαλλήλων, οι οποίοι μετατάσσονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών από άλλο Υπουργείο ή Ν.Π.Δ.Δ..
β) Στο τέλος της περίπτωσης α' της παραγράφου 3 του άρθρου 23 του ν. 4002/2011 (Α' 180) προστίθενται οι λέξεις, καθώς και από υπαλλήλους άλλων Υπουργείων ή Ν.Π.Δ.Δ. που μετατάσσονται ή αποσπώνται στην Υπηρεσία.»
γ) Στο τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης β' της παραγράφου 3 του άρθρου 23 του ν. 4002/2011 , όπως προστέθηκε με την παράγραφο 5 του άρθρου 8 του ν. 4021/2011 (Α' 218), αντί «με βαθμό α'» τίθεται με «βαθμό 1».
δ) Στο τέλος της περίπτωσης β' της παραγράφου 3 του άρθρου 23 του ν. 4002/2011 ,προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Η τοποθέτηση των προϊσταμένων των Τμημάτων διενεργείται με μόνη απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Οι υπάλληλοι που τοποθετούνται προϊστάμενοι πρέπει να διαθέτουν τα τυπικά προσόντα που προβλέπονται για τη θέση.»
Άρθ.39., Παρ.11. : Στο άρθρο 2 του ν. 3213/2003 (Α' 309) προστίθεται παράγραφος 4 που έχει ως εξής:
«4. Αντίγραφα δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης που υποβάλλονται σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία στη Γ' Μονάδα της Αρχής του άρθρου 7 του ν. 3691/2008, διαβιβάζονται στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ρυθμίζονται τα σχετικά με την ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης του προηγούμενου εδαφίου.»
Άρθ.39., Παρ.12. : Δαπάνες που δημιουργήθηκαν μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου σε εκτέλεση όρων των επιχειρησιακών συμβάσεων εργασίας ή αποφάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου της Ανώνυμης Εταιρείας «Οργανισμός Σχολικών Κτιρίων Ανώνυμη Εταιρεία» (ΟΣΚ ΑΕ), για πληρωμές σε πρόσωπα απασχολούμενα στην άνω ανώνυμη εταιρεία και σε βάρος του προϋπολογισμού της και αφορούν τακτικές αποδοχές και αποζημιώσεις κάθε είδους, επιδόματα και εφάπαξ παροχές ένεκα συνταξιοδότησης, θεωρούνται ότι διενεργήθηκαν νόμιμα.
Ν.4038/2012 : Επείγουσες ρυθμίσεις που αφορούν την εφαρμογή του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2012−2015
Ν.4038/2012., Άρθ. 1 : Επείγουσες ρυθμίσεις για την επιχειρησιακή και δημοσιονομική διαχείριση έργων ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και άλλες ρυθμίσεις του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρ ρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης
Άρθ. 1., Παρ. 1. : Ο τίτλος του Κεφαλαίου Θ΄ του ν.3979/2011 (Α' 138) αντικαθίσταται ως εξής:
«Κεφάλαιο Θ' – Επιχειρησιακή και Δημοσιονομική Διαχείριση Έργων Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης».
Άρθ. 1., Παρ. 2. : Οι παράγραφοι 1, 2, 3 και 5, 6 του άρθρου 38 του ν.3979/2011 αντικαθίστανται ως εξής:
« 1. Οι δαπάνες για την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και των συναφών προς αυτές πληροφοριακών συστημάτων, όλων των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης που προβλέπονται στο άρθρο 1Β του ν.3871/2010 (Α' 141), πλην όσων εξαιρούνται σύμφωνα με την παράγραφο 6, εξοφλούνται μέσω Ενιαίου Συστήματος Πληρωμών (Ε.ΣΥ.Π.), που συνιστάται και λειτουργεί στη Γενική Γραμματεία Δημοσιονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, για τις πληρωμές δαπανών του Δημοσίου.
2. Στο Ε.ΣΥ.Π. δημιουργείται Μητρώο Φορέων, στο οποίο εντός πέντε (5) μηνών από την έναρξη λειτουργίας του Ε.ΣΥ.Π. καταχωρίζονται με δική τους μέριμνα υποχρεωτικά όλοι οι φορείς της παραγράφου 1.
3. Μέσα σε πέντε (5) μήνες από την έναρξη λειτουργίας του Ε.ΣΥ.Π., οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών οφείλουν να καταχωρίσουν στο Ε.ΣΥ.Π., μέσω πληροφοριακού συστήματος διαχείρισης, κάθε παραστατικό που αφορά υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών προς τους φορείς της παραγράφου 1. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται ο χρόνος έναρξης λειτουργίας του Ε.ΣΥ.Π., η διαδικασία και ο ειδικότερος τρόπος καταχώρισης, η οργάνωση και λειτουργία του πληροφοριακού συστήματος διαχείρισης, τα τέλη και οι δαπάνες που εξοφλούνται μέσω Ε.ΣΥ.Π., η διαδικασία, ο χρόνος και τα στοιχεία καταχώρισης στο Ε.ΣΥ.Π, η διαλειτουργικότητα των πληροφοριακών συστημάτων του Ε.ΣΥ.Π. με άλλα συστήματα για την παρακολούθηση και εκτέλεση του προϋπολογισμού και για τη μεταφορά των πιστώσεων από τους φορείς της Κεντρικής Κυβέρνησης, ο τρόπος εξόφλησης τελών και δαπανών των λοιπών φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, ο χρόνος εξόφλησης των παραστατικών όπως και κάθε άλλο σχετικό θέμα.»
«5. Από την έναρξη πληρωμών των δαπανών υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών μέσω του Ε.ΣΥ.Π., διακόπτεται κάθε είδους επιχορήγηση ή χρηματοδότηση για τέτοιας κατηγορίας δαπάνες προς τους φορείς της Κεντρικής Κυβέρνησης που προβλέπονται στο άρθρο 1Β του ν.3871/2010. Για τους λοιπούς φορείς της Γενικής Κυβέρνησης και μόνο για το διάστημα από την έναρξη λειτουργίας του Ε.ΣΥ.Π. και για χρονικό διάστημα πέντε (5) μηνών, η εξόφληση γίνεται μέσω ειδικού τραπεζικού λογαριασμού που διατηρεί για το σκοπό αυτόν το Ε.ΣΥ.Π.
6. Οι φορείς που λόγω της ειδικής φύσεως ή αποστολής τους καλύπτονται από το απόρρητο (εθνική άμυνα, εθνική ασφάλεια, διεθνείς σχέσεις της χώρας) εξαιρούνται από την εφαρμογή του παρόντος άρθρου. Ο καθορισμός των φορέων αυτών γίνεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, που εκδίδεται εντός δύο μηνών από την έναρξη λειτουργίας του Ε.ΣΥ.Π..»
Άρθ. 1., Παρ. 3. : Η παράγραφος 7 του άρθρου 38 του ν.3979/2011 καταργείται.
Άρθ. 1., Παρ. 4. : α. Οι παράγραφοι 1, 2 και 4, 5 του άρθρου 39 του ν.3979/2011 αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Δημιουργείται ενιαίο σύστημα παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και προμήθειας των αναγκαίων γι' αυτές πληροφοριακών συστημάτων με τον τίτλο «Δίκτυο Δημόσιου Τομέα» και με σκοπό τη συγκέντρωση της ζήτησης υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και την κάλυψη του συνόλου των αναγκών και αιτημάτων για την παροχή και προμήθεια των σχετικών υπηρεσιών και συστημάτων των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης. Το «Δίκτυο Δημόσιου Τομέα» λειτουργεί υπό την εποπτεία του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, το οποίο συγκεντρώνει τα αιτήματα των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, αξιολογεί τις σχετικές ανάγκες, προβαίνει σε ορθολογική κατανομή τους και διενεργεί τους σχετικούς διαγωνισμούς και αναθέσεις σύμφωνα με την ευρωπαϊκή και εθνική νομοθεσία για τις δημόσιες συμβάσεις.
2. Με την ένταξη των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης στο Δίκτυο Δημόσιου Τομέα εκδίδεται από τον Υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης διαπιστωτική πράξη και διακόπτεται κάθε άλλη σύμβαση παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που είχαν συνάψει οι ανωτέρω φορείς με παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, τηρουμένων των όρων λήξης και καταγγελίας της σύμβασης που περιέχονται στις οικείες συμβάσεις.»
«4. Φορείς της Γενικής Κυβέρνησης που λόγω της ειδικής φύσης ή αποστολής τους λαμβάνουν υπηρεσίες ειδικής φύσης για λόγους απορρήτου (εθνική άμυνα, εθνική ασφάλεια, διεθνείς σχέσεις της χώρας) εξαιρούνται από την εφαρμογή του παρόντος. Ο καθορισμός των φορέων αυτών γίνεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού που εκδίδεται εντός δύο (2) μηνών από την έκδοση της ανωτέρω διαπιστωτικής πράξης.
5. Με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης ρυθμίζονται τα θέματα που αφορούν τον τρόπο λειτουργίας του Δικτύου, τις διαδικασίες και το χρόνο έναρξης λειτουργίας του Δικτύου και ένταξης των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης στο Δίκτυο του Δημόσιου Τομέα και κάθε άλλο σχετικό θέμα.»
β. Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 40 του ν.3979/2011 (Α' 138) τροποποιούνται ως εξής:
«2. Με την ίδια προγραμματική σύμβαση οι φορείς της παραγράφου 1 μπορεί να αναλαμβάνουν την επιχειρησιακή οργάνωση, την υποστήριξη και τη διαχείριση της λειτουργίας του Δικτύου Δημόσιου Τομέα και τη σύναψη εκ μέρους του και για λογαριασμό του των επί μέρους συμβάσεων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και προμηθειών των αναγκαίων πληροφοριακών συστημάτων, σύμφωνα με την εθνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία για τις δημόσιες συμβάσεις.
3. Με την κοινή υπουργική απόφαση της παραγράφου 1 καθορίζονται οι όροι των προγραμματικών συμβάσεων, ο τρόπος εκτέλεσης αυτών, τα θέματα ευθύνης και κυρώσεων για την πλημμελή εκτέλεσή τους και κάθε άλλο σχετικό θέμα.»
γ. Η παράγραφος 4 του άρθρου 40 καταργείται.
Άρθ. 1., Παρ. 5. : Μετά το δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 6 του ν.4024/2011 προστίθεται τρίτο εδάφιο ως εξής:
«Για υπαλλήλους οι οποίοι αποκτούν αναγνωρισμένο και συναφές διδακτορικό δίπλωμα ή μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών μετά το διορισμό τους, ο χρόνος που απαιτείται για τη βαθμολογική τους εξέλιξη μειώνεται συνολικά κατά έξι (6) και δύο (2) έτη αντίστοιχα.
Ως μεταπτυχιακό και ως διδακτορικό δίπλωμα νοούνται εκείνα που χορηγούνται με αντίστοιχο ιδιαίτερο τίτλο μετά τη λήψη του πτυχίου ή διπλώματος Πανεπιστημίου ή Τ.Ε.Ι.. Για τα μεταπτυχιακά και τα διδακτορικά διπλώματα εκπαιδευτικών ιδρυμάτων του εξωτερικού απαιτείται βεβαίωση ισοτιμίας από την αρμόδια αρχή. Για τη συνδρομή ή όχι της προϋπόθεσης της συνάφειας αποφαίνεται το οικείο Υπηρεσιακό Συμβούλιο.
Η ισχύς της παρούσας παραγράφου ανατρέχει στο χρόνο έναρξης ισχύος του ν.4024/2011.»
Άρθ. 1., Παρ. 6. : Το τρίτο εδάφιο της παρ. 8 του άρθρου 10 του ν.4024/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«Το κώλυμα επιλογής της παραγράφου 7 δεν πρέπει να συντρέχει τόσο κατά το χρόνο λήξης της προθεσμίας υποβολής της αίτησης υποψηφιότητας όσο και κατά την ημερομηνία τοποθέτησης από το αρμόδιο όργανο.»
Άρθ. 1., Παρ. 7. : Μετά το προτελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 28 του ν. 4024/2011 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Στην περίπτωση που συντρέχουν στο ίδιο πρόσωπο περισσότερες από μία από τις παραπάνω ρυθμίσεις, εφαρμόζεται η ευνοϊκότερη ρύθμιση, καθώς και η μισή χρονική ρύθμιση της επόμενης ευνοϊκότερης ρύθμισης.
Η ισχύς της παρούσας παραγράφου ανατρέχει στο χρόνο έναρξης ισχύος του ν. 4024/2011 .»
Άρθ. 1., Παρ. 8. : Στην περίπτωση α' της παραγράφου 1 του άρθρου 33 του ν. 4024/2011 προστίθενται υποπεριπτώσεις ζ', η' και θ' ως εξής:
- «ζ) Του ναυτικού προσωπικού των Πλοηγικών Σταθμών, όπως προσδιορίζεται από τις διατάξεις του άρθρου 7 του ν.3142/1955 «Περί Πλοηγικής Υπηρεσίας» (Α' 43).
- η) Του εκπαιδευτικού προσωπικού των Ακαδημιών Εμπορικού Ναυτικού.
- θ) Του κλάδου ΔΕ τηλεφωνητών, οι οποίες καλύπτονται αποκλειστικά από τυφλούς, κατόχους πτυχίου σχολών εκπαίδευσης τυφλών τηλεφωνητών που εποπτεύονται από το Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
Η ισχύς της παρούσας παραγράφου ανατρέχει στο χρόνο έναρξης ισχύος του ν. 4024/2011.»
Άρθ. 1., Παρ. 9. : Οι πράξεις πρόσληψης και λύσης της σύμβασης εργασίας για οποιονδήποτε λόγο του προσωπικού που υπηρετεί στο Δημόσιο, στα Ν.Π.Δ.Δ. και στους Ο.Τ.Α α' και β' βαθμού με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, καθώς και με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, εφόσον παρέχεται δυνατότητα ανανέωσης, δημοσιεύονται εφεξής στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Άρθ. 1., Παρ. 10. : Οι πράξεις πρόσληψης, διορισμού, λύσης της σύμβασης εργασίας, καθώς και μεταφοράς σε υπηρεσία του Δημοσίου, του προσωπικού των φορέων των περιπτώσεων στ' έως θ' της παρ.1 του άρθρου 1 του ν.3812/2009 που εργάζονται με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου ή με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου εφόσον παρέχεται δυνατότητα ανανέωσης, ή επί θητεία εφόσον παρέχεται δυνατότητα ανανέωσης, δημοσιεύονται εφεξής στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Άρθ. 1., Παρ. 11. : Μέχρι την παροχή πρόσβασης στο Ηλεκτρονικό Προσωπικό Μητρώο της Κεντρικής Βάσης Δεδομένων Ανθρώπινου Δυναμικού του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης (Μητρώο Ανθρώπινου Δυναμικού του Ελληνικού Δημοσίου), οι φορείς των περιπτώσεων στ' έως θ' της παρ.1 του άρθρου 1 του ν.3812/2009, δημοσιεύουν τις πράξεις πρόσληψης/διορισμού, μεταφοράς ή αποχώρησης του προσωπικού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως χωρίς την αναγραφή του Αριθμού Βεβαίωσης και της ημερομηνίας καταχώρισης.
Άρθ. 1., Παρ. 12. : Η προθεσμία που προβλέπεται στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παρ. 5 του άρθρου 7 του ν. 4024/2011 (Α' 226) παρατείνεται για τρεις (3) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.
Άρθ. 1., Παρ. 13. : Η αληθής έννοια της περίπτωσης ζ' της παρ. 7 του άρθρου 33 του ν. 4024/2011 σχετικά με τον αναπληρωτή οργανικής μονάδας επιπέδου Γενικής Διεύθυνσης, είναι ότι καταλαμβάνει όσους, κατά την έναρξη ισχύος του ν. 4024/2011 , έχουν οριστεί και ασκούν καθήκοντα προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης, ως αναπληρωτές αυτού σε θέσεις που έχουν κενωθεί ή συσταθεί.
Άρθ. 1., Παρ. 14. : Το εκπαιδευτικό προσωπικό των Κέντρων Επιμόρφωσης Στελεχών Εμπορικού Ναυτικού Πλοιάρχων, Μηχανικών, Ραδιοηλεκτρονικών Ραδιοεπικοινωνιών και των Δημόσιων Σχολών Σωστικών Πυροσβεστικών Μέσων ΑΣΠΡΟΠΥΡΓΟΥ και ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ εξαιρείται από τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 34 του ν. 4024/2011 από τότε που ίσχυσε.
Άρθ. 1., Παρ. 15. : Ο κανονισμός συντάξεως και η εντολή πληρωμής για το προσωπικό που εμπίπτει στις περιπτώσεις β' και γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 33 και της παρ. 3 του άρθρου 34 του ν. 4024/2011 (Α' 226) εκδίδεται κατ' απόλυτη προτεραιότητα και πάντως εντός τεσσάρων μηνών από την αυτοδίκαιη απόλυσή τους και την υποβολή των σχετικών δικαιολογητικών για την αναγνώριση της σύνταξης.
Άρθ. 1., Παρ. 16. : Στο τέλος του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 3Β του ν.2632/1995 (Α' 247), όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 12α' του άρθρου 49 του ν.3943/2011 (Α' 66), προστίθεται φράση ως εξής:
«και εφόσον κριθεί σκόπιμο, ιδίως λόγω του περιορισμένου αντικειμένου της και άλλες οργανικές μονάδες του υπουργείου με υποστηρικτικό ιδίως χαρακτήρα».
Άρθ. 1., Παρ. 17. : .......
Άρθ. 1., Παρ. 18. : Η περίπτωση α' και το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης β' της παρ. 3 του άρθρου 3 του ν.3074/2002 (Α' 296), όπως ισχύουν, αντικαθίστανται ως εξής:
«3.α. Η πλήρωση των θέσεων των Επιθεωρητών - Ελεγκτών γίνεται με απόσπαση, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης με επιφύλαξη μόνο των διατάξεων που επιβάλλουν υποχρέωση παραμονής των υπαλλήλων για ορισμένο χρονικό διάστημα σε υπηρεσίες παραμεθόριων ή νησιωτικών περιοχών στις οποίες διορίστηκαν ή μετατάχθηκαν, μόνιμων υπαλλήλων του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. και δευτεροβάθμιων και πρωτοβάθμιων Ο.Τ.Α. κατηγορίας ΠΕ με βαθμό τουλάχιστον Δ' και δωδεκαετή δημόσια υπηρεσία ή αποφοίτων της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης, με τετραετή, τουλάχιστον, υπηρεσία μετά την αποφοίτησή τους, οι οποίοι έχουν διακριθεί για την επαγγελματική τους κατάρτιση, την υπηρεσιακή επίδοση και το ήθος τους.
β. Η πλήρωση των θέσεων των Βοηθών Επιθεωρητών-Ελεγκτών γίνεται με απόσπαση, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης με επιφύλαξη μόνο των διατάξεων που επιβάλλουν υποχρέωση παραμονής των υπαλλήλων για ορισμένο χρονικό διάστημα σε υπηρεσίες παραμεθόριων περιοχών στις οποίες διορίστηκαν ή μετατάχθηκαν, μόνιμων υπαλλήλων του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. και δευτεροβάθμιων και πρωτοβάθμιων Ο.Τ.Α. κατηγορίας ΠΕ με βαθμό τουλάχιστον Δ', οι οποίοι έχουν διακριθεί για την επαγγελματική τους κατάρτιση, την υπηρεσιακή επίδοση και το ήθος τους.»
Άρθ. 1., Παρ. 19. : Στους ΕπιθεωρητέςΕλεγκτές Δημόσιας Διοίκησης που αποσπώνται στο Σ.Ε.Ε.Δ.Δ. απονέμεται ο βαθμός Α' για όσο χρόνο διαρκεί η θητεία τους, με την απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης με την οποία αυτοί αποσπώνται στο Σώμα. Η μισθολογική διαφορά που προκύπτει βαρύνει τους προϋπολογισμούς των υπηρεσιών προέλευσης των Επιθεωρητών-Ελεγκτών. Στο βαθμό Α' κατατάσσονται και οι Οικονομικοί Επιθεωρητές του Κλάδου Οικονομικών Επιθεωρητών του Υπουργείου Οικονομικών. Εφόσον τα έτη πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας υπερβαίνουν τα ελάχιστα προβλεπόμενα για κατάταξη στο εισαγωγικό μισθολογικό κλιμάκιο του βαθμού Α', οι υπάλληλοι των προηγούμενων εδαφίων κατατάσσονται στα επόμενα μισθολογικά κλιμάκια σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.4024/2011. Στους υπαλλήλους των προηγούμενων εδαφίων χορηγείται το επίδομα που προβλέπεται στην υποπερίπτωση γγ' της περίπτωσης α' του πρώτου εδαφίου του άρθρου 18 του ν.4024/2011.
Ν.4151/2013. : Ρυθμίσεις για την τροποποίηση και τη βελτίωση συνταξιοδοτικών, δημοσιονομικών, διοικητικών και λοιπών διατάξεων του Υπουργείου Οικονομικών
Ν.4151/2013., Άρθ.19. : Γενικές Διευθύνσεις Οικονομικών Υπηρεσιών
Στο τέλος του άρθρου 3Β του ν. 2632/1995 (Α'247), όπως αυτό προστέθηκε με το ν. 3871/2010 (Α'141) και έχει τροποποιηθεί και ισχύει, προστίθεται παράγραφος 7 ως εξής:
«7. Με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, ρυθμίζονται ζητήματα, σχετικά με τις αρμοδιότητες, τη διάρθρωση, την οργάνωση και λειτουργία των Γενικών Διευθύνσεων Οικονομικών Υπηρεσιών των Υπουργείων. Με όμοια απόφαση, είναι δυνατή, σε περίπτωση διάσπασης ή συγχώνευσης Υπουργείων, η σύσταση, συγχώνευση ή κατάργηση αντίστοιχου αριθμού Γενικών Διευθύνσεων Οικονομικών Υπηρεσιών και η ρύθμιση θεμάτων σχετικά με τις αρμοδιότητες, τη διάρθρωση και τη λειτουργία τους.»