ΠΟΛ. 1201 / 23.08.2013

Θέμα: Τροποποίηση της ΑΥΟ ΠΟΛ.1126/2013, όσον αφορά στην προώθηση του διαμετακομιστικού εμπορίου

Έχοντας υπόψη :
1. τις διατάξεις του

2. τις διατάξεις του Ν. 2960/2001 “Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας” (ΦΕΚ Α΄265/22.11.2001), όπως ισχύει και ιδίως των και 142-177,

3. τις διατάξεις του Ν. 2859/2000 “Κώδικας ΦΠΑ” (ΦΕΚ Α΄248/07.11.2000), όπως ισχύει και ιδίως των και

4. τις διατάξεις των άρθρων 194 και 211 της Οδηγίας αριθ. 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με το κοινό σύστημα του φόρου προστιθεμένης αξίας, όπως ισχύει (L 347/11.12.2006),

5. τις διατάξεις του καν. (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου περί θεσπίσεως Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα (L 302/19.10.1992), όπως ισχύει και ιδίως των άρθρων 4, 5α και 13-15,

6. τις διατάξεις του καν. (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 της Επιτροπής περί θεσπίσεως ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα (L 253/11.10.1993), όπως ισχύει και ιδίως των άρθρων 4ια-4κ, 14α-14β και 14ζ-14κδ,

7. τις διατάξεις της

8. τις διατάξεις του Π.Δ 63/2005 “Κωδικοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά όργανα” (ΦΕΚ Α΄98/22.04.2005), όπως ισχύει,

9. την απόφαση αριθ. 07927 ΕΞ 2012/19.09.2012 (ΦΕΚ 2574/Β/19.09.2012) περί ανάθεσης αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Οικονομικών Γ. Μαυραγάνη,

10. την ανάγκη τροποποίησης της Α.Υ.Ο ΠΟΛ. 1126/2013 ώστε να αντιμετωπιστούν προβλήματα απόδοσης ΑΦΜ σε εγκατεστημένα εκτός Ε.Ε πρόσωπα που ανήκουν σε Ομίλους εταιρειών, οι οποίοι επιθυμούν να δραστηριοποιηθούν στα πλαίσια της ρύθμισης του άρθρου 7 του Ν. 4132/2013,

11. το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη στον Κρατικό Προϋπολογισμό.

ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ

Η ΑΥΟ ΠΟΛ 1126/2013 τροποποιείται ως εξής:
1. Η περ. iii της παρ. 1 του άρθρου 4 αντικαθίσταται ως εξής:
«iii. Κατόπιν υποβολής της αίτησης και εντός προθεσμίας δέκα (10) εργάσιμων ημερών υποβάλλεται από τον αιτούντα φάκελος που περιλαμβάνει τα στοιχεία που αναφέρονται στο σημείο (θ) της περίπτωσης i και στο σημείο (ι) της περίπτωσης ii της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.»

2. Η παρ. 2 του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Εφόσον η αίτηση περιλαμβάνει τα στοιχεία α-η της περίπτωσης i και α-θ της περίπτωσης ii της παραγράφου 1 του άρθρου 4 και έχει κατατεθεί ο φάκελος που προβλέπεται στην περίπτωση iii της παραγράφου 1 του άρθρου 4 της παρούσας, δύναται η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων να χορηγεί προέγκριση της άδειας εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών, από την κατάθεση της αίτησης, με σκοπό την δυνατότητα έναρξης πραγματοποίησης συναλλαγών. Προέγκριση της άδειας δεν μπορεί να χορηγηθεί στην περίπτωση που ο αιτών είναι πρόσωπο εγκατεστημένο εκτός Ε.Ε.
Η διοικητική πράξη που εκδίδεται από τη Γεν. Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων για την προέγκριση της άδειας γνωστοποιείται στον αιτούντα και στις αρμόδιες τελωνειακές και φορολογικές αρχές.».

3. Το άρθρο 9 της ΑΥΟ ΠΟΛ 1126/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Για τη χορήγηση ΑΦΜ στα πρόσωπα που χορηγείται άδεια σύμφωνα με το άρθρο 1 εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται στην

2. Ειδικά για τους υποκείμενους στο φόρο που είναι εγκατεστημένοι σε τρίτες χώρες, η συμπλήρωση της δήλωσης του Παραρτήματος Ι της ανωτέρω ΑΥΟ προσαρμόζεται στα στοιχεία των προσώπων αυτών. Η ανωτέρω δήλωση μπορεί να υποβληθεί μόνο μετά την οριστική έγκριση της άδειας που προβλέπεται στο άρθρο 1.

Για λόγους ταυτοποίησης, τα πρόσωπα αυτά υποχρεούνται να υποβάλουν πιστοποιητικό από τη φορολογική αρχή της χώρας που είναι εγκατεστημένα από το οποίο να προκύπτουν τα στοιχεία που δηλώνονται για την έναρξη των εργασιών. Το πιστοποιητικό αυτό μπορεί να υποβάλλεται ηλεκτρονικά στην ηλεκτρονική διεύθυνση: «doyathinon@1836.syzefxis.gov.gr».

3. Κατά παρέκκλιση των οριζομένων στην παρ. 2, η δήλωση του Παραρτήματος Ι της ΑΥΟ ΠΟΛ 1113/13 μπορεί να υποβάλλεται από υποκείμενους εγκατεστημένους σε τρίτες χώρες, μετά τη χορήγηση προέγκρισης, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 6, εφόσον πληρούνται οι κατωτέρω προϋποθέσεις:

  • α) Οι εν λόγω υποκείμενοι στο φόρο συμμετέχουν σε όμιλο εταιρειών και η αίτηση για χορήγηση της άδειας που προβλέπεται στο άρθρο 1 έχει υποβληθεί από εταιρεία του ομίλου εγκατεστημένη εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
  • β) Οι εν λόγω υποκείμενοι προσκομίζουν πιστοποιητικό ΑΕΟ, ή ο αιτών με την αίτησή του δηλώνει ότι εγγυάται την εκπλήρωση των υποχρεώσεων του υποκείμενου που είναι εγκατεστημένος σε τρίτη χώρα.

Σχετική μνεία περί των ανωτέρω περιλαμβάνεται στη χορηγούμενη προέγκριση.

4. Η αρμόδια Δ.Ο.Υ. γνωστοποιεί τον ΑΦΜ του υποκειμένου στις αρμόδιες τελωνειακές και φορολογικές αρχές για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης.»

 

Σχετική νομοθεσία

Ν. 4132/2013 : Κατεπείγουσες ρυθμίσεις του Υπουργείου Υγείας και άλλες διατάξεις
Ν. 4132/2013., Άρθ.7., Παρ.1. : Στο άρθρο 29 του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα του ν. 2960/2001 (Α' 265), όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 4α, ως ακολούθως:
«4α. Κατά την εισαγωγή μη υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης αγαθών ο φόρος προστιθεμένης αξίας που βεβαιώνεται επί του οικείου τελωνειακού παραστατικού δεν εισπράττεται από την αρμόδια τελωνειακή αρχή εισαγωγής, υπό την προϋπόθεση ότι αναγράφεται στην περιοδική δήλωση ΦΠΑ του εισαγωγέα και εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

  • α) Ο εισαγωγέας είναι μη εγκατεστημένο στη χώρα μας υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο.
  • β) Η πραγματοποιούμενη στατιστική αξία των εισαγωγών ανέρχεται σε ετήσια βάση σε τουλάχιστον 300.000.000 ευρώ. Κατά τα πέντε (5) πρώτα έτη ένταξης στο καθεστώς αναστολής καταβολής του ΦΠΑ κατά την εισαγωγή, το ανωτέρω όριο προσδιορίζεται σε 120.000.000 ευρώ ετησίως.
  • γ) Ποσοστό άνω του 90% της αξίας των εισαγόμενων αγαθών σε ετήσια βάση παραδίδεται σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τρίτες χώρες.
  • δ) Παρέχεται άδεια από τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων για την έκδοση της οποίας λαμβάνονται υπόψη στοιχεία όπως χρηματοπιστωτική φερεγγυότητα, συμμόρφωση προς τις τελωνειακές απαιτήσεις, δυνατότητα παροχής οποιουδήποτε εγγράφου ή πληροφορίας ζητηθεί από τις αρμόδιες τελωνειακές αρχές. Στη σχετική άδεια αναφέρονται ρητά οι εταιρείες του Ομίλου που θα δραστηριοποιούνται στα πλαίσια εφαρμογής της παρούσας διάταξης.

Σε περίπτωση εισαγωγής αγαθών από εισαγωγέα που ανήκει σε Όμιλο εταιρειών, οι ανωτέρω προϋποθέσεις β) και γ) υπολογίζονται για το σύνολο των εταιρειών του Ομίλου που ορίζονται στην άδεια. Ως «όμιλος εταιρειών» νοείται κάθε Όμιλος που περιλαμβάνει ελέγχουσα και ελεγχόμενες εταιρείες. Ως «ελέγχουσα εταιρεία» νοείται εταιρεία του Ομίλου που ασκεί επιρροή, άμεση ή έμμεση, σε άλλη εταιρεία η οποία καλείται ελεγχόμενη λόγω των δικαιωμάτων κυριότητας, χρηματοοικονομικής συμμετοχής ή ειδικών κανόνων δικαίου.
Σε περίπτωση που μετά την υπαγωγή του εισαγωγέα στην παρούσα διάταξη διαπιστωθεί ότι δεν πληρούται μία από τις ανωτέρω προϋποθέσεις α), β) ή γ) παύει να ισχύει στο εξής η άδεια της ανωτέρω περίπτωσης δ'.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις έκδοσης της άδειας, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της ανωτέρω διάταξης.»

Άρθ.7., Παρ.2. : Στην περίπτωση η' της παρ. 1 του άρθρου 35 του Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/2000, Α' 248) προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια ως εξής:
«Κατ' εξαίρεση του προηγούμενου εδαφίου, υπόχρεος στο φόρο είναι ο μη εγκατεστημένος στην Ελλάδα υποκείμενος στο φόρο, που διαθέτει ΑΦΜ/ΦΠΑ στην Ελλάδα, λήπτης των αγαθών, στην περίπτωση που ο προμηθευτής των αγαθών δεν είναι εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώρας και ανήκει σε όμιλο, σε επιχειρήσεις του οποίου ομίλου έχει χορηγηθεί αναστολή καταβολής του φόρου κατά την εισαγωγή αγαθών στην Ελλάδα, σύμφωνα με την παρ. 4α του άρθρου 29 του ν. 2960/2001 (Α' 265).

Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου, καθώς και της παρ. 4α του άρθρου 29 του ν. 2960/2001, δεν ισχύει η υποχρέωση που προβλέπεται στην περίπτωση δ' της παραγράφου 4 του άρθρου 36.
Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών χορηγείται έγκριση στα πρόσωπα που εμπίπτουν στις διατάξεις των δύο προηγούμενων εδαφίων και καθορίζεται ο τρόπος, οι διαδικασίες και οι λεπτομέρειες καταβολής του φόρου, καθώς και τα απαραίτητα στοιχεία που πρέπει να υποβάλλονται από τα πρόσωπα αυτά.»

Ν. 2960/2001 : Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας
Ν. 2960/2001., Άρθ. 1., Παρ. 1 : Η Τελωνειακή Νομοθεσία, που θεσπίζεται με τον παρόντα Κώδικα, εφαρμόζεται από τις Τελωνειακές Αρχές:

  • α) στις εμπορικές συναλλαγές της χώρας με τρίτες χώρες, σε συνδυασμό με την αντίστοιχη κοινοτική νομοθεσία,
  • β) στα προϊόντα που υπόκεινται σε Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και
  • γ) στα κοινοτικά ή μη εμπορεύματα που τελούν υπό ειδική τελωνειακή παρακολούθηση

Άρθ. 1., Παρ. 2 : ....................

Ν. 2960/2001., Άρθ. 3 : Αρμοδιότητες
Άρθ.3., Παρ.1. : Στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Τελωνειακής Υπηρεσίας εμπίπτει η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντα Κώδικα, του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα, της Εθνικής και Κοινοτικής Νομοθεσίας για την παρακολούθηση των προϊόντων που υπόκεινται σε Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και των προδρόμων ουσιών, η βεβαίωση και είσπραξη δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων επιβαλλόμενων σύμφωνα με την ανωτέρω Νομοθεσία, η διαχείριση του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Τελωνείων (Ο.Π.Σ.Τ.), καθώς και η ανταλλαγή και διαχείριση πληροφοριών που περιέρχονται σε αυτή, μέσω πληροφοριακών συστημάτων ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο και αφορούν θέματα αρμοδιότητάς της.

Στην αρμοδιότητα της Τελωνειακής Υπηρεσίας επίσης εμπίπτει η εφαρμογή συναφούς νομοθεσίας, που της έχει ανατεθεί, καθώς και η βεβαίωση και είσπραξη επιβαρύνσεων, που επιβάλλονται σύμφωνα με τη νομοθεσία αυτήν.

Άρθ.3., Παρ.2. : Η Τελωνειακή Υπηρεσία είναι επίσης αρμόδια, δια των οργάνων της στα σημεία εισόδου - εξόδου, σε τελωνειακούς περιβόλους και στο εν γένει τελωνειακό έδαφος, για την προάσπιση της δημόσιας υγείας και την προστασία του κοινωνικού συνόλου, να ελέγχει πρόσωπα, αποσκευές, εμπορεύματα και μεταφορικά μέσα, για τον εντοπισμό αφ' ενός παράνομης διακίνησης ναρκωτικών, ψυχοτρόπων ή τοξικών ουσιών, όπλων, εκρηκτικών, πυρηνικών υλικών, κεφαλαίων προερχόμενων από οικονομικές εγκληματικές δραστηριότητες, πολιτιστικών αγαθών, πειρατικών προϊόντων, προϊόντων παραποίησης ή απομίμησης, ασέμνων ειδών, και αφ' ετέρου παρατυπιών που αφορούν μεταφορές, αλιεία, λαθρομετανάστευση, προστασία περιβάλλοντος, διακίνηση ειδών πνευματικής ιδιοκτησίας, άγριας πανίδας και χλωρίδας, προδρόμων ουσιών, καθώς και παρατυπιών που δεν κατoνομάζονται στην παρούσα παράγραφο και διαπιστώνονται κατά τους ελέγχους, που της έχουν ανατεθεί, με Ειδικές Κοινοτικές - Εθνικές Διατάξεις, Διεθνείς Συνθήκες και συμφωνίες για την προστασία των εθνικών συμφερόντων και των συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.). Η τελωνειακή υπηρεσία είναι αρμόδια για τον έλεγχο των ρευστών διαθεσίμων που κομίζονται από πρόσωπα τα οποία εισέρχονται ή εξέρχονται από την Κοινότητα στα πλαίσια της εφαρμογής κοινοτικών ρυθμίσεων. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Oικονομικών καθορίζεται η διαδικασία ελέγχου εισόδου – εξόδου στην Κοινότητα των ρευστών διαθεσίμων, το είδος της δήλωσης που θα υποβάλλεται, καθώς και κάθε άλλη ειδικότερη διαδικασία εφαρμογής.

Άρθ.3., Παρ.3. : Στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Τελωνειακής Υπηρεσίας ανήκει η εποπτεία, ο έλεγχος και η φύλαξη, όπου απαιτείται, των χώρων που έχουν αναγνωρισθεί ως τελωνειακοί περίβολοι και αποθήκες προσωρινής εναπόθεσης ή έχουν εγκριθεί ως Ελεύθερες Ζώνες. Με την επιφύλαξη των επόμενων εδαφίων της παρούσας παραγράφου, καθώς και των διατάξεων της Ποινικής Δικονομίας, που αφορούν την τέλεση ανακριτικών πράξεων, η είσοδος εντός των χώρων αυτών οποιουδήποτε υπαλλήλου άλλης δημόσιας διωκτικής υπηρεσίας επιτρέπεται κατόπιν έγγραφης ειδοποίησης και έγκρισης του Προϊσταμένου της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής. Η αρμοδιότητα της Ελληνικής Αστυνομίας σε υποκείμενους σε τελωνειακή επιτήρηση χώρους Μεθοριακών Τελωνείων και Τελωνείων Διεθνών Λιμένων και Αερολιμένων περιορίζεται αποκλειστικά και μόνο στον έλεγχο των διαβατηρίων. Η εγκατάσταση αστυνομικών ή λιμενικών φυλακίων στα σημεία εισόδου - εξόδου και σε τελωνειακούς περιβόλους αποσκοπεί στην τήρηση της έννομης τάξης εντός των χώρων αυτών και δεν παρέχεται στα αστυνομικά ή λιμενικά όργανα η αρμοδιότητα ελέγχου εμπορευμάτων, μεταφορικών μέσων, αποθηκών και αποσκευών ταξιδιωτών.

Άρθ.3., Παρ.4. : Οι τελωνειακοί υπάλληλοι μπορούν να ελέγχουν την ταυτότητα των προσώπων που εισέρχονται, εξέρχονται ή κυκλοφορούν στους τελωνειακούς περιβόλους, καθώς και στο τελωνειακό έδαφος της χώρας, σε συνδυασμό με τους διενεργούμενους τελωνειακούς ελέγχους. Κατά πάντα χρόνο οι υπάλληλοι της Τελωνειακής Υπηρεσίας επισκέπτονται κάθε χώρο υποκείμενο σε τελωνειακή επιτήρηση, όπως αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης, αποθήκες προσωρινής εναπόθεσης, Ελεύθερες Ζώνες και πάσης φύσεως εγκαταστάσεις, για επιθεώρηση και έλεγχο των ευρισκόμενων σ' αυτές εμπορευμάτων και των συνοδευτικών εγγράφων και στοιχείων τα οποία αποδεικνύουν τη νόμιμη κατοχή και σύννομη διαχείριση.

Άρθ.3., Παρ.5. : Για τη διαπίστωση τελωνειακής παράβασης οι τελωνειακοί υπάλληλοι καθώς και οι, από τον Υπουργό Οικονομικών με ειδικές διαταγές συγκεκριμένου περιεχομένου και χρονικής ισχύος, εξουσιοδοτημένοι οικονομικοί υπάλληλοι, κατόπιν έγκαιρης ενημέρωσης του Προϊσταμένου του Τελωνείου, μπορούν να διενεργούν ελέγχους επί όλων των αγαθών, ανεξάρτητα από την προέλευσή τους, τόσο κατά το στάδιο της διακίνησης όσο και κατά το στάδιο της εναπόθεσής τους στους χώρους της ασκούμενης επιχειρηματικής δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένων και των υφιστάμενων αποθεμάτων με βάση τα τηρούμενα στοιχεία και να ενεργούν ελέγχους των βιβλίων και λοιπών στοιχείων οποιασδήποτε επιχείρησης ή ιδιώτη. Επιπλέον οι τελωνειακοί υπάλληλοι μπορούν να προβαίνουν σε κάθε εξέταση ή έρευνα και να ενεργούν όλες τις ανακριτικές πράξεις προς διαπίστωση των αδικημάτων λαθρεμπορίας, δασμοφοροδιαφυγής ή οποιασδήποτε άλλης τελωνειακής παράβασης, έχοντας τα καθήκοντα και δικαιώματα των ειδικών προανακριτικών υπαλλήλων, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (Κ.Π.Δ.).

Άρθ.3., Παρ.6. : Οι τελωνειακοί υπάλληλοι για τον έλεγχο, τη διαπίστωση της απόκρυψης, κατοχής ή μεταφοράς με οποιονδήποτε τρόπο ή μέσο υποκειμένων ειδών ή απαγορευμένων ουσιών, σε περίπτωση που υπάρχουν σοβαρές υπόνοιες, μπορούν να χρησιμοποιούν κάθε κατάλληλο επιστημονικό μέσο.

Οι τελωνειακοί υπάλληλοι κατά την εκτέλεση των ελεγκτικών και διωκτικών καθηκόντων τους δικαιούνται να οπλοφορούν. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται οι προϋποθέσεις οπλοφορίας, οι περιπτώσεις οπλοχρησίας, ο τρόπος εκπαίδευσης και προμήθειας του αναγκαίου οπλισμού, καθώς και οι σχετικές αναγκαίες λεπτομέρειες για τις μεθόδους και τον τρόπο αντιμετώπισης του οργανωμένου εγκλήματος στον τομέα του λαθρεμπορίου και της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών και όπλων.

Άρθ.3., Παρ.7. : Η Τελωνειακή Υπηρεσία συνεργάζεται με άλλες Υπηρεσίες του εσωτερικού ή του εξωτερικού στον τομέα της αρμοδιότητάς της και παρέχει τη συνδρομή της σε αυτές, όπως ορίζεται από ειδικές σχετικές διατάξεις. Οι άλλες Διωκτικές και Στρατιωτικές Αρχές και άλλες Υπηρεσίες και Φορείς του Δημόσιου Τομέα, έχουν υποχρέωση να συνδράμουν τους τελωνειακούς υπαλλήλους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, εφόσον ζητηθεί, ενώ σε ουδένα έλεγχο υπόκεινται οι τελωνειακοί υπάλληλοι, από ιδιωτικό Φορέα Ασφάλειας ή Φρούρησης Χώρου υποκειμένου σε τελωνειακό έλεγχο, εφόσον δηλωθεί η ιδιότητά τους.

Άρθ.3., Παρ.8. : Για την εξυπηρέτηση των στόχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) και του εξαγωγικού της εμπορίου, η Τελωνειακή Υπηρεσία δια των οργάνων συνεργάζεται με τους οικονομικούς παράγοντες της χώρας και τους Διεθνείς Φορείς Εμπορίου και Διακίνησης Εμπορευμάτων προκειμένου να διασφαλίζεται:

  • α) η πληροφόρηση και ενημέρωση του πολίτη και των παραγωγικών, εισαγωγικών και εξαγωγικών φορέων και τάξεων και
  • β) το δικαίωμα ίσης μεταχείρισης και προσφυγής.

Ν. 2960/2001., Άρθ. 11 : Απόρρητο στοιχείων
Άρθ.11., Παρ. 1. : Όλα τα τελωνειακά παραστατικά, που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία, υποβάλλονται στις τελωνειακές αρχές είτε γραπτά είτε με τη χρήση μηχανογραφικής μεθόδου και από την ημερομηνία αποδοχής τους, από την αρμόδια τελωνειακή αρχή, αποτελούν τίτλους υπέρ του Δημοσίου.

Άρθ.11., Παρ. 2. : Τα στοιχεία που απορρέουν από τα τελωνειακά παραστατικά είναι απόρρητα και απαγορεύεται η γνωστοποίησή τους σε οποιονδήποτε τρίτο, εκτός από τη δικαστική αρχή, μόνο εφόσον έχει διαταχθεί ανάκριση, προς διακρίβωση της τέλεσης αξιόποινης πράξης σε βάρος των συμφερόντων του Δημοσίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η χορήγηση πληροφοριών από τα παραστατικά έγγραφα των τελωνείων στις δημόσιες αρχές επιτρέπεται μόνο στις περιπτώσεις που ανακύπτουν θέματα προστασίας του δημόσιου συμφέροντος και διεκδίκησης πόρων.

Ν. 2960/2001., Άρθ. 29 : Γένεση, βεβαίωση, είσπραξη, απόσβεση τελωνειακής οφειλής
Άρθ.29., Παρ.1. : Τελωνειακή οφειλή είναι η υποχρέωση κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου έναντι Τελωνειακής Αρχής για καταβολή του συνόλου των δασμών, των φόρων, συμπεριλαμβανομένου του φόρου προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.), και των λοιπών δικαιωμάτων του Δημοσίου, που αναλογούν σε εμπορεύματα και τα επιβαρύνουν κατά τις οικείες διατάξεις.

Άρθ.29., Παρ.2. : Επιφυλασσομένων των διατάξεων του Τελωνειακού Κοινοτικού Κώδικα η τελωνειακή οφειλή γεννάται:

  • α) τη στιγμή της αποδοχής της σχετικής διασάφησης για θέση σε ανάλωση ή ελεύθερη κυκλοφορία ή εξαγωγή ενός εμπορεύματος υποκειμένου σε δασμούς, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις,
  • β) από την παράτυπη εισαγωγή στο τελωνειακό έδαφος ενός εμπορεύματος,
  • γ) από την υπεξαίρεση υποκειμένου σε δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις εμπορεύματος κατά την τελωνειακή επιτήρηση,
  • δ) από τη μη εκτέλεση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη θέση των εμπορευμάτων σε ένα καθεστώς ή προορισμό ή από τη μη τήρηση ενός από τους όρους που είχαν τεθεί για την υπαγωγή των εμπορευμάτων αυτών στο συγκεκριμένο καθεστώς,
  • ε) όπως και σε κάθε άλλη περίπτωση ειδικότερα καθοριζόμενη.

Άρθ.29., Παρ.3. : Η τελωνειακή οφειλή υπολογίζεται από τις αρμόδιες Τελωνειακές Αρχές, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 26 του παρόντος Κώδικα, βεβαιώνεται επί των οικείων παραστατικών εγγράφων αρχικά ή συμπληρωματικά, ή με έκδοση καταλογιστικής πράξης όπου απαιτείται, και εγγράφεται στα ειδικά λογιστικά βιβλία.

Άρθ.29., Παρ.4. : Η είσπραξη της τελωνειακής οφειλής πραγματοποιείται κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις περί Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων και με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.
4α. Κατά την εισαγωγή μη υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης αγαθών ο φόρος προστιθεμένης αξίας που βεβαιώνεται επί του οικείου τελωνειακού παραστατικού δεν εισπράττεται από την αρμόδια τελωνειακή αρχή εισαγωγής, υπό την προϋπόθεση ότι αναγράφεται στην περιοδική δήλωση ΦΠΑ του εισαγωγέα και εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

  • α) Ο εισαγωγέας είναι μη εγκατεστημένο στη χώρα μας υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο.
  • β) Η πραγματοποιούμενη στατιστική αξία των εισαγωγών ανέρχεται σε ετήσια βάση σε τουλάχιστον 300.000.000 ευρώ. Κατά τα πέντε (5) πρώτα έτη ένταξης στο καθεστώς αναστολής καταβολής του ΦΠΑ κατά την εισαγωγή, το ανωτέρω όριο προσδιορίζεται σε 120.000.000 ευρώ ετησίως.
  • γ) Ποσοστό άνω του 90% της αξίας των εισαγόμενων αγαθών σε ετήσια βάση παραδίδεται σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τρίτες χώρες.
  • δ) Παρέχεται άδεια από τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων για την έκδοση της οποίας λαμβάνονται υπόψη στοιχεία όπως χρηματοπιστωτική φερεγγυότητα, συμμόρφωση προς τις τελωνειακές απαιτήσεις, δυνατότητα παροχής οποιουδήποτε εγγράφου ή πληροφορίας ζητηθεί από τις αρμόδιες τελωνειακές αρχές. Στη σχετική άδεια αναφέρονται ρητά οι εταιρείες του Ομίλου που θα δραστηριοποιούνται στα πλαίσια εφαρμογής της παρούσας διάταξης.

Σε περίπτωση εισαγωγής αγαθών από εισαγωγέα που ανήκει σε Όμιλο εταιρειών, οι ανωτέρω προϋποθέσεις β) και γ) υπολογίζονται για το σύνολο των εταιρειών του Ομίλου που ορίζονται στην άδεια. Ως «όμιλος εταιρειών» νοείται κάθε Όμιλος που περιλαμβάνει ελέγχουσα και ελεγχόμενες εταιρείες. Ως «ελέγχουσα εταιρεία» νοείται εταιρεία του Ομίλου που ασκεί επιρροή, άμεση ή έμμεση, σε άλλη εταιρεία η οποία καλείται ελεγχόμενη λόγω των δικαιωμάτων κυριότητας, χρηματοοικονομικής συμμετοχής ή ειδικών κανόνων δικαίου.

Σε περίπτωση που μετά την υπαγωγή του εισαγωγέα στην παρούσα διάταξη διαπιστωθεί ότι δεν πληρούται μία από τις ανωτέρω προϋποθέσεις α), β) ή γ) παύει να ισχύει στο εξής η άδεια της ανωτέρω περίπτωσης δ΄.Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις έκδοσης της άδειας, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της ανωτέρω διάταξης.

Άρθ.29., Παρ.5. : Η απόσβεση της τελωνειακής οφειλής επέρχεται με την καταβολή ή διαγραφή του ποσού της οφειλής κατά τα οριζόμενα στην Εθνική και Κοινοτική Νομοθεσία.

Άρθ.29., Παρ.6. : Υπόχρεος για την καταβολή της τελωνειακής οφειλής είναι ο διασαφιστής, το πρόσωπο στο όνομα του οποίου κατατίθεται Δήλωση Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και Λοιπών Φορολογιών, καθώς και κάθε άλλο πρόσωπο σε βάρος του οποίου γεννάται η οφειλή κατά τις διατάξεις της τελωνειακής νομοθεσίας.

Για την καταβολή της τελωνειακής οφειλής ευθύνονται επίσης, προσωπικά και αλληλέγγυα και τα φυσικά πρόσωπα, όπως αυτά αναφέρονται στις περιπτώσεις (α) και (γ) της παραγράφου 3 του άρθρου 153 του παρόντος Κώδικα, καθώς και οι διαχειριστές εταιρειών περιορισμένης ευθύνης και οι εκκαθαριστές ανωνύμων εταιρειών ή συνεταιρισμών ή εταιρειών περιορισμένης ευθύνης, κατά το χρόνο διάλυσης ή συγχώνευσής τους, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσης αυτής.

Άρθ.29., Παρ.7. : Τελωνειακή οφειλή, που βεβαιώθηκε με οποιονδήποτε τρόπο κατ' εφαρμογή των διατάξεων της τελωνειακής νομοθεσίας, για την οποία απέβησαν άκαρπες όλες οι νόμιμες ενέργειες για την είσπραξή της και έχει υποπέσει σε παραγραφή κατά τις οικείες διατάξεις του νόμου “περί δημοσίου λογιστικού” (ν. 2362/1995 ΦΕΚ 247 Α'), διαγράφεται.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ορίζονται το αρμόδιο όργανο, οι όροι και οι προϋποθέσεις, ο τρόπος, η διαδικασία, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τη διαγραφή της οφειλής που έχει υποπέσει σε παραγραφή.

Ν. 2960/2001., Άρθ. 31 : Συμπληρωματική βεβαίωση - Είσπραξη εκ των υστέρων
Άρθ.31., Παρ.1. : Το Δημόσιο διατηρεί αμείωτες τις απαιτήσεις του κατά του κυρίου των εμπορευμάτων για δασμούς, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις που δεν είχαν εισπραχθεί, όπως επίσης και για εκείνες που είχαν ελλιπώς βεβαιωθεί ή εισπραχθεί. Τα ποσά θεωρούνται ότι είχαν ελλιπώς βεβαιωθεί ή εισπραχθεί, όταν δεν βεβαιώθηκαν ή δεν εισπράχθηκαν, ολικά ή μερικά, λόγω οποιασδήποτε παράλειψης που έγινε κατά τον τελωνισμό των εμπορευμάτων, εφόσον αυτό προκύπτει από το κείμενο του τελωνειακού παραστατικού που κατατέθηκε, τις πράξεις επ' αυτού και τα δικαιολογητικά έγγραφα, που επισυνάπτονται σε αυτό, με τα οποία προσδιορίζονται τα κρίσιμα στοιχεία για την ορθή βεβαίωση των δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων που οφείλονται.

Άρθ.31., Παρ.2. : Επίσης, ως ελλιπώς βεβαιωθέντα ή εισπραχθέντα θεωρούνται και τα ποσά που βεβαιώθηκαν ή εισπράχθηκαν ελλιπώς, αν κατά τον εκ των υστέρων έλεγχο αποδειχθεί ότι δεν τηρήθηκαν οι προβλεπόμενοι για το καθεστώς, στο οποίο έχουν υπαχθεί τα εμπορεύματα, όροι ή ότι τα προσκομισθέντα πιστοποιητικά που χρησιμοποιήθηκαν για προτιμησιακή μεταχείριση του εμπορεύματος δεν είναι αυθεντικά ή έγκυρα.

Άρθ.31., Παρ.3. : Όσα έχουν εισπραχθεί ή έχουν βεβαιωθεί και εισπραχθεί ελλιπώς βεβαιώνονται συμπληρωματικά με πράξη της Τελωνειακής Αρχής και εισπράττονται απ' αυτή σύμφωνα με τις διατάξεις περί Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων.

Άρθ.31., Παρ.4. : Η προθεσμία άσκησης προσφυγής κατά της πράξης βεβαίωσης των ποσών που, από οποιαδήποτε αιτία, δεν εισπράχθηκαν ή ελλιπώς βεβαιώθηκαν ή εισπράχθηκαν, όπως επίσης και η άσκηση προσφυγής, δεν έχουν ανασταλτικό αποτέλεσμα, εκτός εάν καταβληθεί ποσοστό τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) της οφειλής που βεβαιώθηκε όταν αφορά εθνικούς πόρους και κατατεθεί εγγύηση ισόποση με το εκατό τοις εκατό (100%) της οφειλής όταν αφορά ίδιους πόρους της κοινότητας. Η ρύθμιση αυτή εφαρμόζεται και για τις πράξεις βεβαίωσης της Τελωνειακής Αρχής για εμπορεύματα που παραδόθηκαν με τελωνειακό καθεστώς, που επιφέρει αναστολή είσπραξης των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων. Η αίτηση αναστολής ενώπιον των αρμόδιων διοικητικών δικαστηρίων κατά της πράξης βεβαίωσης δεν αναστέλλει την εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης.

Ν. 2859/2000 : Κύρωση Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας
Ν. 2859/2000., Άρθ. 2. : Αντικείμενο του φόρου
Άρθ.2., Παρ. 1. : Αντικείμενο του φόρου είναι:

  • α) η παράδοση αγαθών και η παροχή υπηρεσιών, εφόσον πραγματοποιούνται από επαχθή αιτία στο εσωτερικό της χώρας από υποκείμενο στο φόρο που ενεργεί με αυτή την ιδιότητα,
  • β) η εισαγωγή αγαθών στο εσωτερικό της χώρας,
  • γ) η ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών που πραγματοποιείται από επαχθή αιτία στο εσωτερικό της χώρας από υποκείμενο στο φόρο, ο οποίος ενεργεί με αυτή την ιδιότητα ή από μη υποκείμενο στο φόρο νομικό πρόσωπο, όταν ο πωλητής είναι υποκείμενος στο φόρο εγκαταστημένος σε άλλο κράτος - μέλος, ενεργεί με αυτή την ιδιότητα και δεν απαλλάσσεται από το φόρο λόγω ύψους πραγματοποιηθέντος ετήσιου κύκλου εργασιών, σύμφωνα με τη νομοθεσία της χώρας του, ούτε υπάγεται στις διατάξεις των παραγράφων 2, 3 και 5 του άρθρου 13.

Ειδικά, η ενδοκοινοτική απόκτηση καινούργιων μεταφορικών μέσων υπάγεται στο φόρο, ανεξάρτητα από την ιδιότητα του εγκατεστημένου στο εσωτερικό της χώρας προσώπου,

  • δ) η ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών, τα οποία υπάγονται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, που πραγματοποιείται από υποκείμενο στο φόρο ή από μη υποκείμενο στο φόρο νομικό πρόσωπο, εφόσον τα πρόσωπα αυτά εμπίπτουν στις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 11.

Άρθ.2., Παρ. 2. : Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου θεωρούνται:

  • α) ως "εσωτερικό της χώρας" η ελληνική επικράτεια, εκτός της περιοχής του Αγίου Όρους,
  • β) ως "έδαφος της Κοινότητας" και ως "τρίτο έδαφος", όπως αυτά καθορίζονται στο Παράρτημα II του παρόντος.

Ν. 2859/2000., Άρθ. 3. : Υποκείμενοι στο φόρο
Άρθ.3., Παρ.1. : Στο φόρο υπόκειται:

  • α) κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ημεδαπό ή αλλοδαπό ή ένωση προσώπων, εφόσον ασκεί κατά τρόπο ανεξάρτητο οικονομική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από τον τόπο εγκατάστασης, τον επιδιωκόμενο σκοπό ή το αποτέλεσμα της δραστηριότητας αυτής,
  • β) κάθε πρόσωπο, το οποίο πραγματοποιεί περιστασιακά παράδοση ενός καινούργιου μεταφορικού μέσου, το οποίο αποστέλλεται ή μεταφέρεται προς άλλο κράτος - μέλος.

Δε θεωρείται ότι ασκούν οικονομική δραστηριότητα κατά τρόπο ανεξάρτητο οι μισθωτοί και λοιπά φυσικά πρόσωπα, τα οποία συνδέονται με τον εργοδότη τους με σύμβαση εργασίας ή με οποιαδήποτε άλλη νομική σχέση που δημιουργεί δεσμούς εξάρτησης, όσον αφορά τους όρους εργασίας ή την αμοιβή και συνεπάγεται την ευθύνη του εργοδότη.

  • γ) κάθε πρόσωπο, το οποίο πραγματοποιεί ευκαιριακά πράξεις του άρθρου 6, εφόσον με δήλωσή του ενταχθεί στο κανονικό καθεστώς Φ.Π.Α.
  • δ) η κοινοπραξία που κατασκευάζει ακίνητο με το σύστημα της αντιπαροχής, καθώς και η κοινωνία που κατασκευάζει ακίνητο σε οικόπεδο ή αγροτεμάχιο που ανήκει στα μέλη της, για τις παραδόσεις και αυτοπαραδόσεις που διενεργούνται από τα μέλη τους, σύμφωνα με τα άρθρα 6 και 7.

Άρθ.3., Παρ.2. : Το ελληνικό Δημόσιο, οι δήμοι, οι κοινότητες και τα άλλα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου δε θεωρούνται υποκείμενοι στο φόρο για τις πράξεις παράδοσης αγαθών και παροχής υπηρεσιών που ενεργούν κατά την εκπλήρωση της αποστολής τους, ακόμη και αν εισπράττουν τέλη, δικαιώματα ή εισφορές. Εν τούτοις τα πρόσωπα αυτά θεωρούνται ως υποκείμενοι στο φόρο κατά το μέτρο που η μη υπαγωγή στο φόρο των δραστηριοτήτων τους οδηγεί σε στρέβλωση των όρων του ανταγωνισμού. Τα πρόσωπα αυτά έχουν οπωσδήποτε την ιδιότητα του υποκειμένου στο φόρο, εφόσον ασκούν τις δραστηριότητες που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι του παρόντος νόμου, εκτός αν αυτές είναι ασήμαντες.

Άρθ.3., Παρ.3. : Η αληθής έννοια της παραγράφου 2 είναι ότι, τα πρόσωπα που αναφέρονται στις διατάξεις της παραγράφου αυτής, εξαιρούνται μόνο για τις πράξεις που ενεργούν ως δημόσια εξουσία.

Ν. 2859/2000., Άρθ. 4. : Οικονομική δραστηριότητα
Άρθ.4., Παρ. 1. : Οικονομική δραστηριότητα, κατά την έννοια της διάταξης της παραγράφου 1 του άρθρου 3, θεωρείται οποιαδήποτε από τις δραστηριότητες του παραγωγού, του εμπόρου ή αυτού που παρέχει υπηρεσίες.
Στις δραστηριότητες αυτές περιλαμβάνονται και η εξόρυξη, οι δραστηριότητες των αγροτών και των ελεύθερων επαγγελματιών, καθώς και η εκμετάλλευση ενός ενσώματου ή άυλου αγαθού με σκοπό την απόκτηση από αυτό εσόδων.

Άρθ.4., Παρ. 2. : Οικονομική δραστηριότητα ασκεί η κοινωνία επί ακινήτου που κατασκευάζει οικοδομή προς πώληση στο κοινόκτητο οικόπεδο ή αγροτεμάχιο εφόσον:

  • α) οι κοινωνοί διενεργούν κατ’ επάγγελμα κατασκευή οικοδομών προς πώληση,
  • β) κάποιος ή κάποιοι εκ των κοινωνών διενεργούν κατ’ επάγγελμα κατασκευή οικοδομών προς πώληση ενώ κάποιος ή κάποιοι δεν διενεργούν τέτοιες πράξεις κατά συνήθη δραστηριότητα,
  • γ) όλοι ή κάποιοι εκ των κοινωνών διενεργούν κατά συνήθη δραστηριότητα κατασκευή οικοδομών προς πώληση έστω και εάν δεν έχουν υποβάλει δήλωση έναρξης ή μεταβολών σύμφωνα με το άρθρο 36 για τη δραστηριότητά τους αυτή.

Τα αναφερόμενα στις παραπάνω περιπτώσεις β΄ και γ΄ δεν έχουν εφαρμογή εφόσον οι κοινωνοί, οι οποίοι δεν διενεργούν κατ’ επάγγελμα ή κατά συνήθη δραστηριότητα κατασκευή οικοδομών προς πώληση, απέκτησαν με οποιονδήποτε τρόπο το εμπράγματο δικαίωμά τους πριν την 1.1.2006, ή στις περιπτώσεις που αυτό αποκτάται 1.1.2006 και μετά εφόσον προέρχεται από κληρονομιά ή γονική παροχή.

Ν. 2859/2000., Άρθ. 5. : Παράδοση αγαθών
Άρθ.5., Παρ.1. : Παράδοση αγαθών, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 2, θεωρείται κάθε πράξη με την οποία μεταβιβάζεται το δικαίωμα να διαθέτει κάποιος ως κύριος ενσώματα κινητά αγαθά, καθώς και τα ακίνητα του άρθρου 6. Εξομοιώνονται με ενσώματα αγαθά η ηλεκτρική ενέργεια, το αέριο, η θερμότητα ή το ψύχος και παρόμοια αγαθά.

Άρθ.5., Παρ.2. : Κατά την πώληση ή αγορά αγαθών από παραγγελιοδόχο που ενεργεί στο όνομα του, θεωρείται ότι συντελείται παράδοση αγαθών μεταξύ αυτού και του παραγγελέα. Στην περίπτωση αυτή ο παραγγελιοδόχος θεωρείται, κατά περίπτωση, αγοραστής ή πωλητής ως προς τον παραγγελέα.

Άρθ.5., Παρ.3. : Ως παράδοση λογίζεται επίσης:

  • α) η πώληση αγαθών με τον όρο της παρακράτησης της κυριότητας μέχρι την αποπληρωμή του τιμήματος,
  • β) η μεταβίβαση, με καταβολή αποζημίωσης, της κυριότητας αγαθού, που ενεργείται κατόπιν επιταγής δημόσιας αρχής ή στο όνομα της ή σε εκτέλεση νόμου.

Άρθ.5., Παρ.4. : Δε θεωρείται ως παράδοση αγαθών η μεταβίβαση αγαθών επιχείρησης ως συνόλου, κλάδου ή μέρους της από επαχθή ή χαριστική αιτία ή με τη μορφή εισφοράς σε υφιστάμενο ή συνιστώμενο νομικό πρόσωπο. Στην περίπτωση αυτή το πρόσωπο που αποκτά τα αγαθά θεωρείται, για την εφαρμογή του νόμου αυτού, ότι υπεισέρχεται ως διάδοχος στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του προσώπου που μεταβιβάζει. Η διάταξη αυτή δεν έχει εφαρμογή, αν το πρόσωπο που μεταβιβάζει ή το πρόσωπο που αποκτά τα αγαθά ενεργεί πράξεις για τις οποίες δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης του φόρου.

Ν. 2859/2000., Άρθ. 10. : Εισαγωγή αγαθών
Άρθ.10., Παρ.1. : Ως εισαγωγή αγαθών, κατά την έννοια του άρθρου 2, θεωρείται:

  • α) Η είσοδος στο εσωτερικό της χώρας αγαθών που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις των άρθρων 9 και 10 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας ή προκειμένου για αγαθά υπαγόμενα στη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα, που δεν βρίσκονται σε ελεύθερη κυκλοφορία,
  • β) Η είσοδος στο εσωτερικό της χώρας αγαθών προερχόμενων από τρίτες χώρες, εκτός από αυτά που αναφέρονται στην περίπτωση α'.

Άρθ.10., Παρ.2. : H εισαγωγή αγαθών πραγματοποιείται στην Ελλάδα, εφόσον τα αγαθά βρίσκονται στο εσωτερικό της χώρας κατά το χρόνο της εισόδου των στο εσωτερικό της Κοινότητας.

Άρθ.10., Παρ.3. : Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, αν τα αγαθά που εμπίπτουν στην περίπτωση α' της παραγράφου 1 έχουν υπαχθεί από τη στιγμή της εισόδου των στο εσωτερικό της Κοινότητας σε ένα από τα καθεστώτα, που αναφέρονται στα εδάφια αα' και ββ' της περίπτωσης β' της παραγράφου 1 του άρθρου 25, σε καθεστώς προσωρινής εισαγωγής με πλήρη απαλλαγή από εισαγωγικούς δασμούς ή σε καθεστώς εξωτερικής διαμετακόμισης, η εισαγωγή των αγαθών αυτών πραγματοποιείται στην Ελλάδα, εφόσον τα αγαθά αυτά εξέρχονται από τα καθεστώτα αυτά στο εσωτερικό της χώρας.

Eπίσης, αν αγαθά που εμπίπτουν στην περίπτωση β' της παραγράφου 1 έχουν τεθεί από το χρόνο της εισόδου τους στο εσωτερικό της Κοινότητας στα καθεστώτα προσωρινής εισαγωγής ή εσωτερικής κοινοτικής διαμετακόμισης, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 61, η εισαγωγή των αγαθών αυτών πραγματοποιείται στην Ελλάδα, εφόσον τα αγαθά εξέρχονται από τα καθεστώτα αυτά στο εσωτερικό της χώρας.

Ν. 2859/2000., Άρθ. 17. : Χρόνος γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης στην εισαγωγή αγαθών
Άρθ.17., Παρ.1. : Η φορολογική υποχρέωση γεννάται και ο φόρος γίνεται απαιτητός από το Δημόσιο, κατά το χρόνο που πραγματοποιείται η εισαγωγή των αγαθών, σύμφωνα με το άρθρο 10 του παρόντος.
Όταν αγαθά τίθενται από τη στιγμή της εισαγωγής τους, σε ένα από τα καθεστώτα, που προβλέπονται στα εδάφια αα' και ββ της περίπτωσης β της παραγράφου 1 του άρθρου 25, σε καθεστώς προσωρινής εισαγωγής με πλήρη απαλλαγή από εισαγωγικούς δασμούς, σε καθεστώς εξωτερικής διαμετακόμισης ή σε ένα από τα καθεστώτα που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 61, η φορολογική υποχρέωση γεννάται και ο φόρος γίνεται απαιτητός κατά το χρόνο κατά τον οποίο τα αγαθά εξέρχονται από τα καθεστώτα αυτά στο εσωτερικό της χώρας.

Άρθ.17., Παρ.2 : Όταν τα εισαγόμενα αγαθά υπόκεινται σε δασμούς, γεωργικές εισφορές ή φόρους ισοδυνάμου αποτελέσματος, που έχουν θεσπισθεί στα πλαίσια κοινής πολιτικής, η φορολογική υποχρέωση γεννάται και ο φόρος γίνεται απαιτητός κατά το χρόνο που η φορολογική υποχρέωση γεννάται και γίνονται απαιτητές από το Δημόσιο οι παραπάνω επιβαρύνσεις.

Άρθ.17., Παρ.3. : Για σκάφη αναψυχής, τα οποία βρίσκονταν σε καθεστώς προσωρινής εισαγωγής στο εσωτερικό της χώρας κατά την 31.12.1992 βάσει δελτίων κίνησης που έχουν χορηγήσει οι αρμόδιες τελωνειακές αρχές και ανήκουν σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που έχουν σε άλλο κράτος - μέλος την έδρα της οικονομικής τους δραστηριότητας ή τη μόνιμη εγκατάσταση τους, την κατοικία ή τη συνήθη διαμονή τους, η φορολογική υποχρέωση γεννάται κατά τη λήξη του καθεστώτος στο οποίο είχαν υπαχθεί.
Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζονται, εφόσον αποδεικνύεται ότι:

  • α) τα σκάφη αυτά εξάγονται,
  • β) καταβλήθηκε ο φόρος κατά την εισαγωγή των σκαφών αυτών στο εσωτερικό της χώρας,
  • γ) καταβλήθηκε ο φόρος στο κράτος-μέλος που πραγματοποιήθηκε η αγορά τους, χωρίς να τύχουν απαλλαγής ή επιστροφής του φόρου αυτού λόγω εξαγωγής,
  • δ) έχουν νηολογηθεί ή, έχουν χρησιμοποιηθεί αποδεδειγμένα, για πρώτη φορά, πριν από την 1.1.1985 και
  • ε) η τρέχουσα αξία τους δεν υπερβαίνει το ποσό των 4.400 ευρώ.

Άρθ.17., Παρ.4. : Όταν τα εισαγόμενα αγαθά δεν υπόκεινται σε καμία επιβάρυνση της παραγράφου 2, η φορολογική υποχρέωση γεννάται κατά την είσοδο των αγαθών στο τελωνειακό έδαφος και ο φόρος γίνεται απαιτητός κατά το χρόνο που λαμβάνεται υπόψη για την επιβολή των δασμών, σύμφωνα με τις διατάξεις της τελωνειακής νομοθεσίας.

Ν. 2859/2000., Άρθ. 20. : Φορολογητέα αξία στην εισαγωγή αγαθών
Άρθ.20., Παρ.1. : Στην εισαγωγή αγαθών η φορολογητέα αξία διαμορφώνεται:

  • α) από τη δασμολογητέα αξία των εισαγόμενων αγαθών, όπως αυτή προσδιορίζεται από τις ισχύουσες κοινοτικές διατάξεις,
  • β) από τους δασμούς, φόρους, τέλη, εισφορές και δικαιώματα που οφείλονται εκτός του εσωτερικού της χώρας, καθώς και όσα εισπράττονται κατά την εισαγωγή υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων, εκτός από το φόρο του παρόντος νόμου,
  • γ) από τα παρεπόμενα έξοδα της εισαγωγής αγαθών, όπως τα έξοδα προμήθειας, μεσιτείας, τόκων, συσκευασίας, φόρτωσης, εκφόρτωσης, ασφάλισης και μεταφοράς μέχρι του πρώτου τόπου του προορισμού τους στο εσωτερικό της χώρας, εφόσον και κατά το μέρος που δεν έχουν συμπεριληφθεί στη δασμολογητέα αξία.

Ως πρώτος τόπος προορισμού νοείται ο τόπος, ο οποίος αναγράφεται στη φορτωτική ή σε οποιoδήποτε έγγραφο με το οποίο εισάγονται τα αγαθά στη χώρα. Αν δεν υπάρχει τέτοια ένδειξη, ως πρώτος τόπος προορισμού θεωρείται ο τόπος της πρώτης εκφόρτωσης των αγαθών στο εσωτερικό της χώρας,

  • δ) από τα αναφερόμενα στην προηγούμενη περίπτωση γ' έξοδα, τα οποία πραγματοποιούνται, για τυχόν μεταφορά των αγαθών από τον πρώτο τόπο προορισμού σε άλλο τόπο στο εσωτερικό της χώρας ή στο εσωτερικό άλλου κράτους - μέλους της Κοινότητας που είναι γνωστός κατά το χρόνο τελωνισμού τους και τη θέση τους σε ανάλωση.

Άρθ.20., Παρ.2. : Σε περίπτωση εισαγωγής αγαθών, τα οποία είχαν εξαχθεί προσωρινά εκτός της Κοινότητας για τελειοποίηση και επανεισαγωγή, η φορολογητέα αξία, που προβλέπουν οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου, διαμορφώνεται με βάση τις ισχύουσες κοινοτικές διατάξεις.

Άρθ.20., Παρ.3. : Όταν τα στοιχεία προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας κατά την εισαγωγή εκφράζονται σε νόμισμα άλλου κράτους, για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας λαμβάνεται υπόψη η ισοτιμία του νομίσματος αυτού προς το ευρώ, σύμφωνα με τις ισχύουσες κοινοτικές διατάξεις, για τον υπολογισμό της δασμολογητέας αξίας.

Άρθ.20., Παρ.4. : Προκειμένου περί πετρελαιοειδών προϊόντων υπαγόμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης ανεξάρτητα με την προέλευση τους και με την επιφύλαξη των διατάξεων της περίπτωσης ατού άρθρου 7 του Ν.1038/1980 όπως ισχύει, για τη διαμόρφωση της βάσης επιβολής του φόρου προστιθέμενης αξίας, πέραν των στοιχείων της παραγράφου 1 του παρόντος, συνυπολογίζεται και το κατά περίπτωση καθοριζόμενο κόστος τήρησης των αποθεμάτων ασφαλείας.

Ν. 2859/2000., Άρθ. 35. : Υπόχρεοι στο φόρο
Άρθ.35.., Παρ.1. : Για την παράδοση αγαθών, την ενδοκοινοτική από­κτηση αγαθών και την παροχή υπηρεσιών, υπόχρεοι στο φόρο είναι:

  • α) ο εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώρας υποκείμενος στον φόρο, για τις ενεργούμενες από αυ­τόν πράξεις, για τις οποίες ο τόπος φορολογίας βρί­σκεται στο εσωτερικό της χώρας,
  • β) ο εγκατεστημένος στο εσωτερικό άλλου κράτους -μέλους υποκείμενος στον φόρο, για τις ενεργούμενες από αυτόν πράξεις, για τις οποίες ο τόπος φορολογίας βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας, εκτός των πρά­ξεων που αναφέρονται στις περιπτώσεις ε', στ' και η' και εφόσον δεν έχει ορίσει φορολογικό αντιπρόσωπο, σύμφωνα με την περίπτωση ε' της παραγράφου 4 του άρθρου 36,
  • γ) ο φορολογικός αντιπρόσωπος του εγκατεστημένου εκτός Ελλάδος υποκείμενου στον φόρο, για τις πραγματοποιούμενες από αυτόν πράξεις, για τις οποί­ες ο τόπος φορολογίας βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας, εκτός των πράξεων που αναφέρονται στις κα­τωτέρω περιπτώσεις ε', στ ' και η',
  • δ) ο εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώρας λή­πτης των αγαθών, στην περίπτωση παράδοσης αγαθών που πραγματοποιείται κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 39α, καθώς και σε κάθε περίπτωση που ο αγοραστής ή εισαγωγέας αγαθών ή λήπτης υπηρεσιών έτυχε μερικής ή ολικής απαλλαγής από τον φόρο με υπουργικές αποφάσεις,
  • ε) ο λήπτης των αγαθών, εφόσον είναι υποκείμενος στον φόρο, για τις κατωτέρω πράξεις για τις οποίες ο τόπος φορολογίας βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας, εφόσον οι πράξεις αυτές πραγματοποιούνται από μη εγκατεστημένο στο εσωτερικό της χώρας υποκείμενο στον φόρο:
    • αα) παράδοση αγαθών κατά την έννοια των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 15, και στο τιμολόγιο ή άλλο ισοδύναμο με αυτό στοιχείο που εκδίδεται, γίνεται ρητή αναφορά ότι πρόκειται για παράδοση αγαθών που πραγματοποιείται μετά από ενδοκοινοτική απόκτηση κατά την έννοια των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 15 και αναγράφεται τόσο ο αριθμός φορο­λογικού μητρώου, με τον οποίο ο υποκείμενος αυτός πραγματοποίησε την ενδοκοινοτική απόκτηση και τη μετέπειτα παράδοση αγαθών, όσο και ο αριθμός φο­ρολογικού μητρώου του παραλήπτη,
    • ββ) παράδοση αγαθών, που πραγματοποιείται στο εσωτερικό της χώρας κατά την έννοια των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 13,
  • στ) ο λήπτης των υπηρεσιών, εφόσον είναι υποκείμενος στον φόρο ή μη υποκείμενο στον φόρο νομικό πρόσωπο το οποίο διαθέτει ΑΦΜ/ΦΠΑ στο εσωτερικό της χώρας, για τις παροχές υπηρεσιών για τις οποίες ο τόπος φο­ρολογίας βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του άρθρου 14, εφόσον οι υπηρεσίες αυτές παρέχο­νται από μη εγκατεστημένο στο εσωτερικό της χώρας υποκείμενο στον φόρο,
  • ζ) ο εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώρας λή­πτης αγαθών και υπηρεσιών, για τις πράξεις για τις οποίες υπόχρεος, κατ' αρχήν, είναι ο φορολογικός αντι­πρόσωπος σύμφωνα με την περίπτωση γ' και για τις οποίες δεν έχει οριστεί φορολογικός αντιπρόσωπος, σύμφωνα με την περίπτωση δ' της παραγράφου 4 του άρθρου 36,
  • η) ο εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώρας λή­πτης αγαθών και υπηρεσιών σε κάθε άλλη περίπτωση, εφόσον είναι υποκείμενος στον φόρο και οι πράξεις πραγματοποιούνται από μη εγκατεστημένο στο εσω­τερικό της χώρας υποκείμενο στον φόρο, ο οποίος δεν διαθέτει ΑΦΜ/ΦΠΑ στο εσωτερικό της χώρας. Κατ’ εξαίρεση του προηγούμενου εδαφίου, υπόχρεος στο φόρο είναι ο μη εγκατεστημένος στην Ελλάδα υποκείμενος στο φόρο, που διαθέτει ΑΦΜ/ΦΠΑ στην Ελλάδα, λήπτης των αγαθών, στην περίπτωση που ο προμηθευτής των αγαθών δεν είναι εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώρας και ανήκει σε όμιλο, σε επιχειρήσεις του οποίου ομίλου έχει χορηγηθεί αναστολή καταβολής του φόρου κατά την εισαγωγή αγαθών στην Ελλάδα, σύμφωνα με την παρ. 4α του άρθρου 29 του ν. 2960/2001 (Α΄ 265).

Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου, καθώς και της παρ. 4α του άρθρου 29 του ν. 2960/2001, δεν ισχύει η υποχρέωση που προβλέπεται στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 36.
Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών χορηγείται έγκριση στα πρόσωπα που εμπίπτουν στις διατάξεις των δύο προηγούμενων εδαφίων και καθορίζεται ο τρόπος, οι διαδικασίες και οι λεπτομέρειες καταβολής του φόρου, καθώς και τα απαραίτητα στοιχεία που πρέπει να υποβάλλονται από τα πρόσωπα αυτά.

  • θ) το πρόσωπο που πραγματοποιεί ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών,
  •  ι) οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, το οποίο αναγρά­φει τον φόρο στα τιμολόγια που εκδίδει ή σε άλλα ισοδύναμα με αυτά στοιχεία

1α. Για την εφαρμογή της παραγράφου 1, ένας υποκείμενος στον φόρο που έχει μόνιμη εγκατάσταση στο εσωτερικό της χώρας, θεωρείται ως υποκείμενος στον φόρο μη εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώ­ρας όταν πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋ­ποθέσεις:

  • α) πραγματοποιεί φορολογητέα παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών στο εσωτερικό της χώρας,
  • β) η ενδεχόμενη εγκατάσταση που ο προμηθευτής ή ο παρέχων διατηρεί στο εσωτερικό της χώρας δεν παρεμβαίνει στην εν λόγω παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών.

Άρθ.35.., Παρ.2. : Οποιοδήποτε πρόσωπο χρεώνει φόρο σε φορολογικό στοιχείο που εκδίδει, έστω και αν ο φόρος αυτός είναι μεγαλύτερος του προβλεπομένου, υποχρεούται στην απόδοση του φόρου αυτού στο Δημόσιο.

Άρθ.35.., Παρ.3. : Για την εισαγωγή αγαθών, υπόχρεος στο φόρο είναι ο λογιζόμενος ως κύριος των εισαγόμενων αγαθών, σύμφωνα με τις διατάξεις της τελωνειακής νομοθεσίας.

Άρθ.35.., Παρ.4. : Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών:

  • α) ορίζεται ο τρόπος καταβολής του φόρου στις περιπτώσεις που υπόχρεος είναι ο λήπτης υποκείμενος στο φόρο,
  • β) είναι δυνατόν να ορίζεται ότι υπόχρεος στο φόρο είναι ο εγκαταστημένος σε τρίτη χώρα υποκείμενος στο φόρο, εφόσον υπάρχει σύμβαση αμοιβαίας συνδρομής, μεταξύ της Ελλάδος και της χώρας εγκατάστασης του,
  • γ) είναι δυνατόν να ορίζεται ως υπόχρεος στο φόρο, ο λήπτης αγαθών ή υπηρεσιών και σε άλλες περιπτώσεις, εκτός αυτών που αναφέρονται στην περίπτωση δ' της παραγράφου 1,
  • δ) ορίζεται κάθε διαδικαστικό θέμα και λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.

Ν. 2859/2000., Άρθ. 36. : Υποχρεώσεις των υποκειμένων στο φόρο
Άρθ.36, Παρ.1. : O υποκείμενος στο φόρο υποχρεούται να υποβάλλει τις παρακάτω δηλώσεις:

  • α) δήλωση έναρξης των εργασιών του, η οποία υποβάλλεται πριν από την έναρξη των εργασιών αυτών. Ως έναρξη εργασιών θεωρείται ο χρόνος πραγματοποίησης της πρώτης συναλλαγής στα πλαίσια της επιχείρησης. Προκειμένου για νομικά πρόσωπα, ως χρόνος έναρξης θεωρείται ο χρόνος της νόμιμης σύστασης αυτών. Στην περίπτωση νομικών προσώπων, η καθυστέρηση υποβολής της δήλωσης έναρξης μέχρι τριάντα (30) ημέρες δεν συνεπάγεται την επιβολή κυρώσεων, εφόσον δεν έχουν πραγματοποιήσει καμία συναλλαγή,
  • β) δήλωση μεταβολών-μετάταξης, με την οποία δηλώνει οποιαδήποτε μεταβολή, όπως αλλαγή της επωνυμίας, του τόπου επαγγελματικής του εγκατάστασης, του αντικειμένου εργασιών, την πραγματοποίηση ενδοκοινοτικών αποκτήσεων αγαθών και παραδόσεων αγαθών που απαλλάσσονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28, την ίδρυση ή κατάργηση υποκαταστημάτων, την αλλαγή των τηρούμενων βιβλίων Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων και του καθεστώτος φόρου προστιθέμενης αξίας που ανήκει.

Η δήλωση αυτή υποβάλλεται εντός τριάντα (30) ημερών από το χρόνο που έγιναν οι μεταβολές αυτές,

  • γ) δήλωση οριστικής παύσης εργασιών.

Η δήλωση αυτή υποβάλλεται για μεν τα φυσικά πρόσωπα εντός δέκα (10) ημερών από την οριστική παύση των εργασιών τους, για δε τα νομικά πρόσωπα και τις ενώσεις προσώπων εντός τριάντα (30) ημερών από τη λύση τους. Σε περίπτωση κληρονομικής διαδοχής επιχείρησης ως συνόλου, η δήλωση παύσης εργασιών υποβάλλεται από τους κληρονόμους, μέσα σε δέκα (10) ημέρες, από την ενεργό ανάμιξη τους στην κληρονομούμενη επιχείρηση και όχι πέραν των δέκα (10) ημερών από την λήξη της προθεσμίας αποποίησης, που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 1847 του Αστικού Κώδικα, σε κάθε άλλη περίπτωση.
Οι δηλώσεις των περιπτώσεων αυτών επιτρέπεται να υποβάλλονται ηλεκτρονικά.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις για την ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων αυτών ή την υποχρεωτική ηλεκτρονική υποβολή, τη διαδικασία υποβολής, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

  • δ) ο υποκείμενος στον φόρο υποχρεούται να δηλώ­νει την έναρξη ή την παύση παροχής υπηρεσιών προς υποκείμενο στον φόρο εγκατεστημένο σε άλλο κράτος - μέλος, για τις οποίες ο τόπος δεν είναι το εσωτερικό της χώρας, σύμφωνα με την περίπτωση α' της παρα­γράφου 2 του άρθρου 14,
  • ε) ο υποκείμενος στον φόρο ή το μη υποκείμενο στον φόρο νομικό πρόσωπο το οποίο διαθέτει ΑΦΜ/ΦΠΑ στο εσωτερικό της χώρας υποχρεούται να δηλώνει την έναρξη ή παύση λήψης υπηρεσιών από υποκείμενο στον φόρο εγκατεστημένο σε άλλο κράτος - μέλος, για τις οποίες ο τόπος φορολόγησης είναι το εσωτερικό της χώρας, σύμφωνα με την περίπτωση α' της παραγράφου 2 του άρθρου 14

Άρθ.36, Παρ.2. : Σε κάθε υποκείμενο στο φόρο χορηγείται μοναδικός αριθμός φορολογικού μητρώου (Α.Φ.Μ.) ως εξής:

  • α) Στα φυσικά πρόσωπα με τη δήλωση απόδοσης Α.Φ.Μ. εκτός αν έχει χορηγηθεί Α.Φ.Μ. με δήλωση φορολογίας εισοδήματος. Ο αριθμός αυτός δεν καταργείται με την οριστική παύση των εργασιών.
  • β) Στα νομικά πρόσωπα και στις ενώσεις προσώπων μετά την υποβολή της δήλωσης έναρξης εργασιών. Ο αριθμός αυτός δεν καταργείται με την αλλαγή της νομικής μορφής των προσώπων αυτών, αλλά με την οριστική λύση ή διάλυση τους.
  • γ) Στις υπό ίδρυση επιχειρήσεις χορηγείται Α.Φ.Μ. που παραμένει ο ίδιος για την επιχείρηση και μετά το πέρας των εργασιών της ίδρυσης.

Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ορίζεται κάθε διαδικαστικό θέμα, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού.
Στους υποκείμενους στο φόρο που είναι εγκατεστημένοι σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο Α.Φ.Μ. χορηγείται με την υποβολή δήλωσης έναρξης εργασιών. Ο αριθμός αυτός δεν μεταβάλλεται σε περίπτωση ορισμού, αλλαγής ή παύσης φορολογικού αντιπροσώπου.

Άρθ.36, Παρ.3. : Τις υποχρεώσεις των παραγράφων 1 και 2 έχουν ανεξάρτητα αν είναι υποκείμενα στο φόρο και τα αλλοδαπά νομικά πρόσωπα, τα οποία:
α. ιδρύουν υποκατάστημα ή αποκτούν άλλη εγκατάσταση στο εσωτερικό της χώρας, β. εγκαθιστούν γραφείο στο εσωτερικό της χώρας, γ. συμμετέχουν σε ημεδαπά νομικά πρόσωπα, εκτός από τη συμμετοχή σε ανώνυμες εταιρίες, δ. αποκτούν ακίνητο στο εσωτερικό της χώρας και ε. έχουν οποιαδήποτε δραστηριότητα στο εσωτερικό της χώρας, η οποία συνεπάγεται την υποβολή φορολογικών δηλώσεων.

Άρθ.36, Παρ.4. : Ο υποκείμενος στο φόρο υποχρεούται επίσης:

  • α) να τηρεί βιβλία και να εκδίδει στοιχεία, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, εκτός αν είναι εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δεν διαθέτει εγκατάσταση στην Ελλάδα.

Ειδικά, ο υποκείμενος στο φόρο που παραλαμβάνει ενσώματα κινητά αγαθά, τα οποία του αποστέλλονται από άλλο κράτος-μέλος από ή για λογαριασμό υποκείμενου στο φόρο που διαθέτει αριθμό φορολογικού μητρώου Φ.Π.Α. σε αυτό το άλλο κράτος-μέλος, με σκοπό την εκτέλεση υπηρεσιών πραγματογνωμοσύνης ή εργασιών σε αυτά, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι εργασίες της περίπτωσης ε της παραγράφου 2 του άρθρου 8, υποχρεούται να καταχωρεί τα σχετικά στοιχεία που επιτρέπουν την εξακρίβωση των αγαθών αυτών σε λογαριασμούς βιβλίων που τηρεί ή σε ειδικό βιβλίο,

  • β) να επιδίδει τις προβλεπόμενες από τις διατάξεις του άρθρου 38 δηλώσεις.

Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται προκειμένου για υποκείμενους στο φόρο που πραγματοποιούν αποκλειστικά πράξεις που απαλλάσσονται από το φόρο, χωρίς δικαίωμα έκπτωσης. Ειδικά για τη δήλωση που προβλέπεται από την παράγραφο 8 του άρθρου 38 , η υποχρέωση αυτή υφίσταται ανεξάρτητα από την ιδιότητα του προσώπου ως υποκείμενου ή μη στο φόρο,

  • γ) να υποβάλλει στον αρμόδιο Προϊστάμενο Δ.Ο.Υ:
    • i) Ειδική δήλωση Φ.Π.Α., όταν ενεργεί πράξεις που προβλέπουν οι διατάξεις της παραγράφου 1 και της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 6. Η δήλωση αυτή υποβάλλεται κατά το χρόνο γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 16. Με την υποβολή της δήλωσης αυτής, καταβάλλεται εφάπαξ ο αναλογών στην παράδοση του ακινήτου φόρος, αφού συμψηφισθεί ο φόρος εισροών κατά το ποσοστό που βαρύνει τη μεταβιβαζόμενη ιδιοκτησία, όπως έχει διαμορφωθεί μέχρι τη χρονική στιγμή γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης. Η ίδια δήλωση υποβάλλεται και για τις πράξεις που προβλέπουν οι διατάξεις της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 7, χωρίς την καταβολή του φόρου, ο οποίος καταβάλλεται με την περιοδική δήλωση Φ.Π.Α. της οικείας φορολογικής περιόδου.
    •  ii) Ειδικά έντυπα απεικόνισης του συνολικού κόστους της οικοδομής και κατανομής αυτού στις επί μέρους ιδιοκτησίες, προϋπολογιστικά και απολογιστικά.
    •  iii) Γνωστοποίηση για τη χρησιμοποίηση ακινήτου, το οποίο κατασκευάστηκε ως εμπορεύσιμο στοιχείο επιχείρησης, ως παγίου σε φορολογητέα δραστηριότητα, καθώς και για ακίνητο το οποίο απαλλοτριώθηκε. Η γνωστοποίηση αυτή υποβάλλεται ταυτόχρονα με την περιοδική δήλωση της φορολογικής περιόδου κατά την οποία άρχισε η χρησιμοποίηση ή πραγματοποιήθηκε η απαλλοτρίωση.
    • iv) Υπεύθυνη δήλωση με την οποία γνωστοποιεί τις τυχόν αιτίες για τις οποίες πρόκειται να συνταχθεί έγ­γραφο με το οποίο διορθώνεται, συμπληρώνεται, τρο­ποποιείται ή επαναλαμβάνεται άλλο έγγραφο το οποίο αφορά πράξεις της παραγράφου 1 και της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του άρθρου 6.

Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ορίζεται ο τύπος, το περιεχόμενο και η διαδικασία υποβολής της ειδικής δήλωσης και των ειδικών εντύπων, καθώς και ο χρόνος υποβολής των εντύπων αυτών και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής.

  • δ) να ορίζει φορολογικό αντιπρόσωπο του, πριν από την ενέργεια οποιασδήποτε φορολογητέας πράξης στο εσωτερικό της χώρας, εφόσον πρόκειται για υποκείμενο στο φόρο που δεν είναι μόνιμα εγκαταστημένος στο εσωτερικό της χώρας ή στο εσωτερικό άλλου κράτους - μέλους και για την οποία είναι ο ίδιος υπόχρεος στο φόρο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35.

Ο ορισμός του φορολογικού αντιπροσώπου γίνεται με την κατάθεση αντιγράφου του σχετικού πληρεξούσιου εγγράφου στον προϊστάμενο Δ.Ο.Υ., που είναι αρμόδιος για τη φορολογία εισοδήματος του φορολογικού αντιπροσώπου.
Το αντίγραφο αυτό πρέπει να είναι θεωρημένο από την ελληνική προξενική αρχή του τόπου, όπου είναι εγκαταστημένος ο υποκείμενος στο φόρο, ή από την Αρχή που έχει οριστεί για τη θεώρηση, σύμφωνα με την από 5.10.1961 Σύμβαση της Χάγης.

  • ε) Φορολογικό αντιπρόσωπο δύνανται να ορίζουν, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου αυτής, και οι υποκείμενοι στο φόρο που είναι εγκατεστημένοι σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δεν διαθέτουν εγκατάσταση στην Ελλάδα. Ο φορολογικός αντιπρόσωπος της περίπτωσης αυτής δεν υποχρεούται στην τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων για τις πράξεις που πραγματοποιεί ο εντολέας του.
  • στ) να τηρεί θεωρημένο ειδικό βιβλίο όπου θα καταγράφει τα αγαθά που απέστειλε ή μετέφερε ή τα οποία απεστάλησαν ή μεταφέρθηκαν για λογαριασμό του σε άλλο κράτος-μέλος, για τις ανάγκες των πράξεων που αναφέρονται στις περιπτώσεις γ', δ' και ε' της παραγράφου 3 του άρθρου 7.

Στο βιβλίο αυτό καταχωρούνται επίσης τα μετακινούμενα αγαθά από άλλο κράτος-μέλος προς το εσωτερικό της χώρας σύμφωνα με την περίπτωση γ' του άρθρου 12.

Άρθ.36, Παρ.5. : Ο υποκείμενος στο φόρο που πραγματοποιεί ενδοκοινοτικές αποκτήσεις αγαθών, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 11 και 12, καθώς και παραδόσεις αγαθών, οι οποίες απαλλάσσονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28, υποχρεούται επίσης:

  • α) να υποβάλλει ανακεφαλαιωτικό πίνακα, για τις παραδόσεις αγαθών που πραγματοποιεί σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων α' και γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 28 και του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 15,
  • β) να χρησιμοποιεί για τις συναλλαγές αυτές τον αριθμό φορολογικού μητρώου του με το πρόθεμα "EL" πριν απ' αυτόν, καθώς επίσης και να αναγράφει στα στοιχεία που εκδίδει τον αριθμό του φορολογικού μητρώου (Φ.Π.Α.) του συναλλασσόμενου με το ανάλογο πρόθεμα που ισχύει σε κάθε κράτος-μέλος και
  • γ) να υποβάλλει στατιστική δήλωση (INTRASTAT) για τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές που πραγματοποιεί για κάθε μήνα,
  • δ) να υποβάλλει ανακεφαλαιωτικό πίνακα για τις ενδοκοινοτικές αποκτήσεις αγαθών που πραγματοποιεί μετά την 1.1.1996, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 11 και του άρθρου 12, καθώς και για τις αποκτήσεις που πραγματοποιεί και αποδεικνύει ότι έγιναν με σκοπό τη μεταγενέστερη παράδοση εντός άλλου κράτους – μέλους, σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 15.

5.α. Ο υποκείμενος στον φόρο που πραγματοποιεί παροχές υπηρεσιών, για τις οποίες ο τόπος δεν είναι το εσωτερικό της χώρας, σύμφωνα με την περίπτωση α της παραγράφου 2 του άρθρου 14, και για τις οποίες ο λήπτης είναι υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο ή μη υποκείμενο στον φόρο νομικό πρόσωπο που διαθέτει ΑΦΜ/ΦΠΑ σε άλλο κράτος - μέλος, υποχρεούται:

  • α) να χρησιμοποιεί, για τις εν λόγω παροχές υπη­ρεσιών, τον αριθμό φορολογικού μητρώου του με το πρόθεμα «EL» πριν από αυτόν, καθώς επίσης και να αναγράφει στα στοιχεία που εκδίδει τον αριθμό του φορολογικού μητρώου (Φ.Π.Α.) του συναλλασσόμενου με το ανάλογο πρόθεμα που ισχύει σε κάθε κράτος-μέλος και
  • β) να υποβάλλει ανακεφαλαιωτικό πίνακα, για τις εν λόγω παροχές υπηρεσιών.

Οι ανωτέρω υποχρεώσεις δεν ισχύουν προκειμένου για υπηρεσίες οι οποίες απαλλάσσονται από τον φόρο στο κράτος - μέλος του λήπτη των υπηρεσιών αυτών.5.β. Ο υποκείμενος στον φόρο ή το μη υποκείμενο στον φόρο νομικό πρόσωπο που διαθέτει ΑΦΜ/ΦΠΑ στο εσωτερικό της χώρας, που λαμβάνει υπηρεσίες από υποκείμενο στον φόρο εγκατεστημένο σε άλλο κράτος - μέλος, για τις οποίες ο τόπος είναι το εσω­τερικό της χώρας, σύμφωνα με την περίπτωση α' της παραγράφου 2 του άρθρου 14, και για τις οποίες είναι ο ίδιος υπόχρεος στον φόρο, υποχρεούται για τις εν λόγω υπηρεσίες που λαμβάνει:

  • α) να χρησιμοποιεί τον αριθμό φορολογικού μητρώου του με το πρόθεμα «EL» πριν από αυτόν,
  • β) να υποβάλλει ανακεφαλαιωτικό πίνακα.

Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει προκειμένου για υπη­ρεσίες οι οποίες απαλλάσσονται από τον φόρο στο εσωτερικό της χώρας.
5.γ. Οι πράξεις που αναφέρονται στις παραγράφους 5, 5.α και 5.β καταχωρούνται στους ανακεφαλαιωτικούς πίνακες την ημερολογιακή περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας ο φόρος καθίσταται απαιτητός, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 16 και 18 και στην περίπτωση μείωσης της φορολογητέας αξίας μετά την πραγματοποίηση της πράξης, την ημερολογιακή περίοδο που πραγματοποιείται η μείωση.

Άρθ.36, Παρ.6. : Ο υποκείμενος στο φόρο ο οποίος ενεργεί αποκλειστικά πράξεις για τις οποίες δεν του παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης, τα νομικά πρόσωπα που δεν υπόκεινται στο φόρο και οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος του άρθρου 41, εφόσον διενεργούν ενδοκοινοτικές αποκτήσεις αγαθών, οι οποίες δεν καλύπτονται από την παρέκκλιση της παραγράφου 2 του άρθρου 11 υποχρεούνται:

  • α) να υποβάλλουν τις δηλώσεις που προβλέπονται από την παράγραφο 1 και να λαμβάνουν Α.Φ.Μ., όπως προβλέπεται από την παράγραφο 2,
  • β) να υποβάλλουν δήλωση, με την οποία γνωστοποιούν τη διενέργεια φορολογητέων ενδοκοινοτικών αποκτήσεων αγαθών. Η δήλωση αυτή υποβάλλεται κατά το χρόνο που διαπιστώνεται η συνδρομή των προϋποθέσεων για τη φορολόγηση, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 11,
  • γ) να υποβάλλουν τη δήλωση που προβλέπεται από την παράγραφο 6 του άρθρου 38,
  • δ) να υποβάλλουν δήλωση με την οποία γνωστοποιούν την παύση των φορολογητέων ενδοκοινοτικών αποκτήσεων αγαθών. Η δήλωση αυτή υποβάλλεται μέχρι τις 10 Ιανουαρίου του έτους κατά το οποίο δεν προβλέπεται η πραγματοποίηση φορολογητέων ενδοκοινοτικών αποκτήσεων αγαθών,
  • ε) να υποβάλλουν τον ανακεφαλαιωτικό πίνακα που προβλέπεται στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 5 και τη δήλωση που προβλέπεται στην περίπτωση γ΄ της ίδιας παραγράφου και να εφαρμόζουν όσα προβλέπονται στην περίπτωση β΄ αυτής.

Άρθ.36, Παρ.7. : Τις υποχρεώσεις που προβλέπει το άρθρο αυτό έχουν κατά περίπτωση και τα εξής πρόσωπα:

  • α) ο εκκαθαριστής, ο κηδεμόνας, ο προσωρινός διαχειριστής και ο μεσεγγυούχος, στις περιπτώσεις κληρονομιάς και μεσεγγύησης,
  • β) ο επίτροπος, ο κηδεμόνας και ο αντιλήπτορας, στις περιπτώσεις ανηλίκων, απόντων, δικαστικά ή νόμιμα απαγορευμένων και των προσώπων που βρίσκονται υπό δικαστική αντίληψη,
  • γ) ο προσωρινός ή οριστικός σύνδικος, σε περίπτωση πτώχευσης του υποκείμενου στο φόρο,
  • δ) ο φορολογικός αντιπρόσωπος, στις περιπτώσεις που ορίζεται υπόχρεος στο φόρο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35,
  • ε) οι κληρονόμοι και οι δωρεοδόχοι του υποκείμενου στο φόρο για τις φορολογικές υποχρεώσεις του, μέχρι το θάνατο του ή τη σύσταση της δωρεάς εν ζωή,
  • στ) κάθε πρόσωπο το οποίο, με βάση νόμο ή δικαστική απόφαση, υποκαθιστά τον υποκείμενο στο φόρο,
  • ζ) ο εκπρόσωπος ή μέλος της ένωσης προσώπων, κατ' ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων της φορολογίας εισοδήματος,
  • η) ο ιδρυτής της επιχείρησης για τις υποχρεώσεις αυτής μέχρι το χρόνο έναρξης της λειτουργίας της επιχείρησης.

Άρθ.36, Παρ.8. : Απαλλάσσονται από τις υποχρεώσεις του παρόντος άρθρου, εκτός αν άλλως ορίζεται σ' αυτό:

  • α) τα πρόσωπα, τα οποία καθίστανται υποκείμενα στο φόρο από περιστασιακή παράδοση καινούργιου μεταφορικού μέσου σε άλλο κράτος- μέλος,
  • β) οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος του άρθρου 41,
  • γ) τα νομικά πρόσωπα που δεν υπόκεινται στο φόρο,
  • δ) τα φυσικά πρόσωπα τα οποία πραγματοποιούν απαλλασσόμενες πράξεις της περίπτωσης κστ' της παραγράφου 1 του άρθρου 22 και μόνο για τις πράξεις αυτές.

Άρθ.36, Παρ.9. : Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται:

  • α) ο τύπος, το περιεχόμενο και η διαδικασία υποβολής των δηλώσεων,
  • β) ο τρόπος τήρησης και το περιεχόμενο του ειδικού βιβλίου που προβλέπεται στις περιπτώσεις α' και στ' της παραγράφου 4 αυτού του άρθρου,
  • γ) ο τύπος, το περιεχόμενο και ο χρόνος υποβολής των ανακεφαλαιωτικών πινάκων, που προβλέπονται από τις διατάξεις των περιπτώσεων α' και δ' της παραγρά­φου 5, καθώς και των παραγράφων 5α και 5β,
  • δ) ο χρόνος και ο τρόπος διαχωρισμού των ακαθαρίστων εσόδων από λιανικές πωλήσεις κατά συντελεστή φόρου,
  • ε) ο τύπος και το περιεχόμενο του στοιχείου, προκειμένου για παράδοση καινούργιου μεταφορικού μέσου και
  • στ) ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης έναρξης και παύσης πραγματοποίησης ενδοκοινοτικών αποκτή­σεων αγαθών, ενδοκοινοτικών παραδόσεων αγαθών, ενδοκοινοτικών λήψεων υπηρεσιών και ενδοκοινοτικών παροχών υπηρεσιών,
  • ζ) το χρονικό διάστημα εργασιών ίδρυσης επιχείρησης.

Άρθ.36, Παρ.10. : Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών ορίζονται τα τυχόν πρόσθετα στοιχεία του κοινοτικού εντύπου INTRASTAT, η διαδικασία και ο χρόνος υποβολής της δήλωσης που προβλέπεται στην περίπτωση γ' της παραγράφου 5.

Άρθ.36, Παρ.11. : Οι δηλώσεις που αναφέρονται στην περίπτωση β' της παραγράφου 4, καθώς και οι ανακεφαλαιωτικοί πίνακες που αναφέρονται στις παραγράφους 5, 5α και 5β, επιτρέπεται να υποβάλλονται μέσω διαβίβασης του αρχείου με ηλεκτρονικά μέσα.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, μπορεί να ορίζεται υποχρεωτική η ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων και των πινάκων αυτών ή υποχρεωτική η διαβίβαση του αρχείου με ηλεκτρονικά μέσα και να κα­θορίζεται η διαδικασία και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

Ν. 2859/2000., Άρθ. 38. : Δήλωση και συναφείς υποχρεώσεις
Άρθ.38.,Παρ.1. : Οι υπόχρεοι στο φόρο, που ενεργούν φορολογητέες πράξεις ή πράξεις απαλλασσόμενες του φόρου, για τις οποίες έχουν δικαίωμα έκπτωσης του φόρου εισροών με βάση τις διατάξεις του άρθρου 30 , οφείλουν να υποβάλλουν στη Δ.Ο.Υ., που είναι αρμόδια για την επιβολή του φόρου εισοδήματος τους, τις πιο κάτω δηλώσεις:

  • α) περιοδική δήλωση για κάθε φορολογική περίοδο που προκύπτει ποσό για καταβολή, ως εξής:
    • αα) Κάθε μήνα και μέχρι την 20ή ημέρα του επόμενου μήνα, εφόσον τηρούν βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων. Το ίδιο ισχύει και για το Δημόσιο που δεν είναι υποχρεωμένο να τηρεί βιβλία του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων όταν ασκεί δραστηριότητες για τις οποίες υπάγεται στο φόρο.
    • ββ) Κάθε ημερολογιακό τρίμηνο και μέχρι την 20ή ημέρα του μήνα που ακολουθεί το τρίμηνο, εφόσον τηρούν βιβλία πρώτης ή δεύτερης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.

Η περιοδική δήλωση περιλαμβάνει, για κάθε φορολογική περίοδο, την αξία των φορολογητέων παραδόσεων αγαθών και παροχής υπηρεσιών, την αξία των ενδοκοινοτικών αποκτήσεων αγαθών, στα οποία περιλαμβάνονται και τα καινούργια μεταφορικά μέσα και τα αγαθά που υπάγονται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης, την αξία των πράξεων παροχής υπηρεσιών, για τις οποίες οφείλεται φόρος από το λήπτη των υπηρεσιών αυτών, το φόρο που αναλογεί, την αξία των απαλλασσόμενων πράξεων, τις εκπτώσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 30, 31 και 32, καθώς και τη διαφορά φόρου που προκύπτει. Περιοδική δήλωση δεν υποβάλλουν οι επιχειρήσεις που δηλώνουν ότι βρίσκονται σε αδράνεια ή αναστολή εργασιών, εφόσον υποβάλλουν την αναφερόμενη στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 36 δήλωση μεταβολών.

  • β) Εκκαθαριστική δήλωση μέχρι την 25η ημέρα του δεύτερου μήνα που ακολουθεί τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου, εφόσον κατά τη λήξη της περιόδου αυτής δεν τηρούσαν βιβλία ή τηρούσαν βιβλία πρώτης ή δεύτερης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων ή μέχρι την 10η ημέρα του πέμπτου μήνα που ακολουθεί τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου, εφόσον κατά τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου τηρούσαν βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.

Η δήλωση αυτή περιλαμβάνει τα δεδομένα των περιοδικών δηλώσεων της διαχειριστικής περιόδου, μετά το διακανονισμό που έγινε, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 33.

1.α. Εφημεριδοπώλες, η δραστηριότητα των οποίων προσδιορίζεται από τις διατάξεις του ν.δ. 2943/1954 (ΦΕΚ 181 Α΄), δεδομένου ότι πραγματοποιούν πράξεις για τις οποίες δεν επιβάλλουν Φ.Π.Α., έχοντας παράλληλα δικαίωμα έκπτωσης του φόρου των εισροών τους, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 19, μπορούν να επιλέγουν τη μη υποβολή περιοδικών και εκκαθαριστικών δηλώσεων, εφόσον με δήλωσή τους επιλέγουν τη μη διενέργεια έκπτωσης του φόρου εισροών. Η δήλωση αυτή υποβάλλεται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. μέσα σε τριάντα ημέρες από την έναρξη της διαχειριστικής περιόδου και δεν μπορεί να ανακληθεί πριν την παρέλευση πενταετίας. Ειδικά κατά την πρώτη εφαρμογή για πράξεις που πραγματοποιήθηκαν από 1.7.2010, η εν λόγω δήλωση μπορεί να υποβληθεί μέχρι 31.5.2011.

Άρθ.38.,Παρ.2. : Η διαφορά φόρου που προκύπτει με τις παραπάνω δηλώσεις, αν είναι θετική και άνω των τριών (3) ευρώ καταβάλλεται στο Δημόσιο σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 54, αν είναι θετική μέχρι τρία (3) ευρώ μεταφέρεται για καταβολή στην επόμενη φορολογική περίοδο, και αν είναι αρνητική μεταφέρεται για έκπτωση ή επιστρέφεται, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 34.

Με την υποβολή περιοδικής ή εκκαθαριστικής δήλωσης καταβάλλεται το συνολικά οφειλόμενο ποσό.
Η περιοδική δήλωση, είναι αποδεκτή, και εφόσον με την υποβολή της καταβάλλεται ποσό τουλάχιστον δέκα (10) ευρώ. Στην περίπτωση αυτή ο οφειλόμενος φόρος βεβαιώνεται με την υποβολή της δήλωσης. Το υπόλοιπο οφειλόμενο ποσό καταβάλλεται ως εξής:

  • α) Στην περίπτωση εμπρόθεσμης δήλωσης σε δύο (2) δόσεις, η πρώτη των οποίων καθίσταται ληξιπρόθεσμη την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του μήνα κατά τον οποίο υποβάλλεται η δήλωση και η οποία ισούται με το ποσό που υπολείπεται για τη συμπλήρωση του πενήντα τοις εκατό (50%) του οφειλόμενου φόρου, και η δεύτερη δόση καθίσταται ληξιπρόθεσμη την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του επόμενου μήνα. Στην περίπτωση που το σύνολο του οφειλόμενου φόρου δεν υπερβαίνει το ποσό των εκατό (100) ευρώ, το υπόλοιπο του μη καταβληθέντος με τη δήλωση φόρου καθίσταται ληξιπρόθεσμο, στο σύνολό του, την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του μήνα κατά τον οποίο υποβάλλεται η δήλωση. Το ποσό που βεβαιώνεται για καταβολή στον επόμενο μήνα προσαυξάνεται κατά δύο τοις εκατό (2%) και η προσαύξηση αυτή βεβαιώνεται με την υποβολή της δήλωσης. Στην περίπτωση που με την υποβολή της δήλωσης καταβάλλεται τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) του οφειλόμενου φόρου, δεν βεβαιώνεται προς καταβολή ποσό στο τέλος του μήνα που υποβάλλεται η δήλωση.
  • β) Στην περίπτωση εκπρόθεσμης δήλωσης, καταβάλλεται εφάπαξ και καθίσταται ληξιπρόθεσμο την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του μήνα για τον οποίο ισχύει ο πρόσθετος φόρος που υπολογίσθηκε.

Ως καταβολή λογίζεται και η απόσβεση της οφειλής δια συμψηφισμού, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 83 του ν.δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε., Α΄ 90).
Εκκαθαριστική δήλωση χωρίς την καταβολή του οφειλόμενου ποσού δεν επάγει έννομα αποτελέσματα.
Εκπρόθεσμη δήλωση είναι αποδεκτή μέχρι την ημερομηνία καταχώρισης στο οικείο βιβλίο της πράξης προσδιορισμού του φόρου, η οποία εκδίδεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 49 και 50 παράγραφος 1 ή μέχρι την ημερομηνία κοινοποίησης της πράξης προσδιορισμού του φόρου που εκδίδεται κατόπιν ελέγχου σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 48Α και 50 παράγραφος 2, για μη καταλογισθέντα με τις εν λόγω πράξεις επιβολής φόρου ποσά. Μετά τις ανωτέρω ημερομηνίες η υποβολή δήλωσης για καταλογισθέντα ποσά δεν παράγει κανένα έννομο αποτέλεσμα.

Άρθ.38.,Παρ.3. : Οι δηλώσεις υποβάλλονται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.. Κατ'εξαίρεση οι εποχιακές επιχειρήσεις και οι επιχειρήσεις που εδρεύουν σε νησί όπου δεν εδρεύει Δ.Ο.Υ., μπορούν να υποβάλλουν τις δηλώσεις τους σε οποιαδήποτε Δ.Ο.Υ.. Επίσης αρνητική εκκαθαριστική δήλωση μπορεί να αποσταλεί ταχυδρομικά με απόδειξη από τις επιχειρήσεις αυτές.

Άρθ.38.,Παρ.4. : Όταν ο υποκείμενος στο φόρο διακόπτει οριστικά τις εργασίες της επιχείρησης του και αναχωρεί εκτός του εσωτερικού της χώρας ή μεταφέρει εκτός αυτού την οικονομική του δραστηριότητα, υποχρεούται, πριν από την αναχώρηση ή τη μεταφορά της δραστηριότητας του:

  • α) να επιδώσει τις προβλεπόμενες από το άρθρο αυτό δηλώσεις καινά καταβάλει τον οφειλόμενο φόρο,
  • β) να ορίσει στην Ελλάδα αντιπρόσωπο του φερέγγυο, που αναλαμβάνει την ευθύνη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων που προβλέπονται από τον παρόντα νόμο.

Στις παραπάνω περιπτώσεις η Φορολογική Αρχή μπορεί να ζητά κάθε αναγκαία εγγύηση, που κατά την κρίση της διασφαλίζει τα συμφέροντα του Δημοσίου.

Άρθ.38.,Παρ.5. : Σε περίπτωση εισαγωγής αγαθών, ο υπόχρεος στο φόρο καταθέτει διασάφηση εισαγωγής ή άλλο τελωνειακό παραστατικό έγγραφο στο τελωνείο εισαγωγής, σύμφωνα με τις τελωνειακές διατάξεις.

Άρθ.38.,Παρ.6. : Ο υποκείμενος στο φόρο, ο οποίος ενεργεί αποκλειστικά πράξεις για τις οποίες δεν του παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης, τα νομικά πρόσωπα που δεν υπάγονται στο φόρο σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 3, καθώς και οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος του άρθρου 41, που πραγματοποιούν φορολογητέες ενδοκοινοτικές αποκτήσεις αγαθών ή λαμβάνουν υπηρεσίες για τις οποίες είναι υπόχρεοι για την καταβολή του φόρου, υποχρεούνται να υποβάλλουν εκκαθαριστική δήλωση και για χρήσεις που δεν έχει πραγματοποιηθεί καμία από τις ανωτέρω πράξεις, καθώς και περιοδική δήλωση μόνο για τις φορολογικές περιόδους κατά τις οποίες πραγματοποιούν τις ως άνω φορολογητέες πράξεις. Οι δηλώσεις αυτές περιλαμβάνουν την αξία των ενδοκοινοτικών αποκτήσεων αγαθών και κάθε άλλης πράξης, για τις οποίες ο φόρος κατέστη απαιτητός κατά την ίδια φορολογική περίοδο, καθώς και το φόρο που αναλογεί στις πράξεις αυτές.

Άρθ.38.,Παρ.7. : Οποιοδήποτε πρόσωπο που πραγματοποιεί ενδοκοινοτική απόκτηση καινούργιου μεταφορικού μέσου, υποχρεούται να υποβάλλει στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή ειδική δήλωση για την καταβολή του φόρου που αναλογεί στην απόκτηση αυτή.

Η δήλωση αυτή υποβάλλεται το αργότερο μέχρι τη 10η του επόμενου μήνα από εκείνον κατά τον οποίο ο φόρος κατέστη απαιτητός και πάντως πριν από την έκδοση άδειας κυκλοφορίας του μεταφορικού μέσου στο εσωτερικό της χώρας από την, κατά περίπτωση, αρμόδια αρχή.

Την υποχρέωση αυτή έχουν και τα πρόσωπα, τα οποία καλύπτονται από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 11, στην περίπτωση που αποκτούν αγαθά, τα οποία υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης από άλλο κράτος-μέλος.
Προκειμένου περί μεταφορικών μέσων, υπαγόμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, η ημερομηνία υποβολής της ειδικής αυτής δήλωσης είναι εκείνη που προβλέπεται για τον ειδικό φόρο κατανάλωσης.

Άρθ.38.,Παρ.8. : Τα πρόσωπα που καθίστανται υποκείμενα στο φόρο από περιστασιακή παράδοση καινούριου μεταφορικού μέσου υποχρεούνται να υποβάλουν έκτακτη περιοδική δήλωση, πριν από την άσκηση του δικαιώματος επιστροφής του φόρου, που προβλέπεται από το άρθρο 34.

Άρθ.38.,Παρ.9. : .........................................

Άρθ.38.,Παρ.10. : Η ειδική δήλωση της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 36 ανακαλείται στις περιπτώσεις ματαίωσης του συμβολαίου, ύστερα από αίτηση του υποκειμένου η οποία υποβάλλεται με την ίδια αίτηση για ακύρωση της πράξης προσδιορισμού του φόρου σύμφωνα με την περίπτωση α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 56.

Άρθ.38.,Παρ.11. : Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών:

  • α) ορίζονται ο τύπος και το περιεχόμενο των δηλώσεων, τα στοιχεία που υποβάλλονται με αυτές, ο τρόπος υποβολής των δηλώσεων,
  • β) μπορεί να ορίζεται μεγαλύτερη ή μικρότερη φορολογική περίοδος η οποία σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερη του ενός μηνός, για την υποβολή της περιοδικής δήλωσης,
  • γ) μπορεί να χορηγείται διαφορετική προθεσμία για την υποβολή της περιοδικής ή εκκαθαριστικής δήλωσης, ή παράταση της προθεσμίας για την υποβολή των ανωτέρω δηλώσεων, καθώς και των ανακεφαλαιωτικών πινάκων των περιπτώσεων α΄ και δ΄ της παραγράφου 5 και των παραγράφων 5α και 5β του άρθρου 36 λόγω ειδικών συνθηκών. Η απόφαση παράτασης εκδίδεται το αργότερο μέχρι τη λήξη της προβλεπόμενης προθεσμίας και ισχύει από το χρόνο έκδοσής της,
  • δ) καθορίζεται ο τρόπος άσκησης της επιλογής που αναφέρεται στην παράγραφο 1α.

Οδηγίας αριθ. 2006/112/ΕΚ : Ενσωµάτωση Οδηγιών 2006/98/ ΕΚ, 2008/8/ΕΚκαι 2007/ 74/EK, διατάξεων των Οδηγιών 2006/112/ΕΚ και 2006/69/ΕΚ, διατάξεις φορολογίας εισοδήµατος, κεφαλαίου, ΦΠΑ και λοιπών φορολογιών και λοιπές διατάξεις.

Καν(ΕΟΚ)αριθ.2454/93: Για τον καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου περί θεσπίσεως του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα

Καν. (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 : Περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα

ΠΟΛ 1126/2013 : Όροι και προϋποθέσεις χορήγησης άδειας αναστολής καταβολής του Φ.Π.Α. κατά την εισαγωγή αγαθών και εφαρμογή του συστήματος αντιστροφής της υποχρέωσης για τις παραδόσεις αγαθών στο εσωτερικό της χώρας.

ΠΟΛ. 1113/2013 : Διαδικασία χορήγησης Α.Φ.Μ. και υποβολής περιοδικών δηλώσεων ΦΠΑ για την καταβολή του φόρου από υποκείμενους στο φόρο που είναι εγκατεστημένοι σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.


(Σ.Σ. Άρθ.7., Παρ.1. : Στο άρθρο 29 του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα του ν. 2960/2001 (Α' 265), όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 4α, ως ακολούθως:
«4α. Κατά την εισαγωγή μη υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης αγαθών ο φόρος προστιθεμένης αξίας που βεβαιώνεται επί του οικείου τελωνειακού παραστατικού δεν εισπράττεται από την αρμόδια τελωνειακή αρχή εισαγωγής, υπό την προϋπόθεση ότι αναγράφεται στην περιοδική δήλωση ΦΠΑ του εισαγωγέα και εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
  • α) Ο εισαγωγέας είναι μη εγκατεστημένο στη χώρα μας υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο.
  • β) Η πραγματοποιούμενη στατιστική αξία των εισαγωγών ανέρχεται σε ετήσια βάση σε τουλάχιστον 300.000.000 ευρώ. Κατά τα πέντε (5) πρώτα έτη ένταξης στο καθεστώς αναστολής καταβολής του ΦΠΑ κατά την εισαγωγή, το ανωτέρω όριο προσδιορίζεται σε 120.000.000 ευρώ ετησίως.
  • γ) Ποσοστό άνω του 90% της αξίας των εισαγόμενων αγαθών σε ετήσια βάση παραδίδεται σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τρίτες χώρες.
  • δ) Παρέχεται άδεια από τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων για την έκδοση της οποίας λαμβάνονται υπόψη στοιχεία όπως χρηματοπιστωτική φερεγγυότητα, συμμόρφωση προς τις τελωνειακές απαιτήσεις, δυνατότητα παροχής οποιουδήποτε εγγράφου ή πληροφορίας ζητηθεί από τις αρμόδιες τελωνειακές αρχές. Στη σχετική άδεια αναφέρονται ρητά οι εταιρείες του Ομίλου που θα δραστηριοποιούνται στα πλαίσια εφαρμογής της παρούσας διάταξης.

Σε περίπτωση εισαγωγής αγαθών από εισαγωγέα που ανήκει σε Όμιλο εταιρειών, οι ανωτέρω προϋποθέσεις β) και γ) υπολογίζονται για το σύνολο των εταιρειών του Ομίλου που ορίζονται στην άδεια. Ως «όμιλος εταιρειών» νοείται κάθε Όμιλος που περιλαμβάνει ελέγχουσα και ελεγχόμενες εταιρείες. Ως «ελέγχουσα εταιρεία» νοείται εταιρεία του Ομίλου που ασκεί επιρροή, άμεση ή έμμεση, σε άλλη εταιρεία η οποία καλείται ελεγχόμενη λόγω των δικαιωμάτων κυριότητας, χρηματοοικονομικής συμμετοχής ή ειδικών κανόνων δικαίου.

Σε περίπτωση που μετά την υπαγωγή του εισαγωγέα στην παρούσα διάταξη διαπιστωθεί ότι δεν πληρούται μία από τις ανωτέρω προϋποθέσεις α), β) ή γ) παύει να ισχύει στο εξής η άδεια της ανωτέρω περίπτωσης δ'.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις έκδοσης της άδειας, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της ανωτέρω διάταξης.»

Άρθ.7., Παρ.2. : Στην περίπτωση η' της παρ. 1 του άρθρου 35 του Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/2000, Α' 248) προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια ως εξής:
«Κατ' εξαίρεση του προηγούμενου εδαφίου, υπόχρεος στο φόρο είναι ο μη εγκατεστημένος στην Ελλάδα υποκείμενος στο φόρο, που διαθέτει ΑΦΜ/ΦΠΑ στην Ελλάδα, λήπτης των αγαθών, στην περίπτωση που ο προμηθευτής των αγαθών δεν είναι εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώρας και ανήκει σε όμιλο, σε επιχειρήσεις του οποίου ομίλου έχει χορηγηθεί αναστολή καταβολής του φόρου κατά την εισαγωγή αγαθών στην Ελλάδα, σύμφωνα με την παρ. 4α του άρθρου 29 του ν. 2960/2001 (Α' 265).

Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου, καθώς και της παρ. 4α του άρθρου 29 του ν. 2960/2001, δεν ισχύει η υποχρέωση που προβλέπεται στην περίπτωση δ' της παραγράφου 4 του άρθρου 36.

Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών χορηγείται έγκριση στα πρόσωπα που εμπίπτουν στις διατάξεις των δύο προηγούμενων εδαφίων και καθορίζεται ο τρόπος, οι διαδικασίες και οι λεπτομέρειες καταβολής του φόρου, καθώς και τα απαραίτητα στοιχεία που πρέπει να υποβάλλονται από τα πρόσωπα αυτά.» )


(Σ.Σ. Άρθ. 1., Παρ. 1 : Η Τελωνειακή Νομοθεσία, που θεσπίζεται με τον παρόντα Κώδικα, εφαρμόζεται από τις Τελωνειακές Αρχές:
  • α) στις εμπορικές συναλλαγές της χώρας με τρίτες χώρες, σε συνδυασμό με την αντίστοιχη κοινοτική νομοθεσία,
  • β) στα προϊόντα που υπόκεινται σε Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και
  • γ) στα κοινοτικά ή μη εμπορεύματα που τελούν υπό ειδική τελωνειακή παρακολούθηση

Άρθ. 1., Παρ. 2 : .................... )


(Σ.Σ.:

Άρθ.3., Παρ.1. : Στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Τελωνειακής Υπηρεσίας εμπίπτει η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντα Κώδικα, του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα, της Εθνικής και Κοινοτικής Νομοθεσίας για την παρακολούθηση των προϊόντων που υπόκεινται σε Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) και των προδρόμων ουσιών, η βεβαίωση και είσπραξη δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων επιβαλλόμενων σύμφωνα με την ανωτέρω Νομοθεσία, η διαχείριση του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Τελωνείων (Ο.Π.Σ.Τ.), καθώς και η ανταλλαγή και διαχείριση πληροφοριών που περιέρχονται σε αυτή, μέσω πληροφοριακών συστημάτων ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο και αφορούν θέματα αρμοδιότητάς της.
Στην αρμοδιότητα της Τελωνειακής Υπηρεσίας επίσης εμπίπτει η εφαρμογή συναφούς νομοθεσίας, που της έχει ανατεθεί, καθώς και η βεβαίωση και είσπραξη επιβαρύνσεων, που επιβάλλονται σύμφωνα με τη νομοθεσία αυτήν.

Άρθ.3., Παρ.2. : Η Τελωνειακή Υπηρεσία είναι επίσης αρμόδια, δια των οργάνων της στα σημεία εισόδου - εξόδου, σε τελωνειακούς περιβόλους και στο εν γένει τελωνειακό έδαφος, για την προάσπιση της δημόσιας υγείας και την προστασία του κοινωνικού συνόλου, να ελέγχει πρόσωπα, αποσκευές, εμπορεύματα και μεταφορικά μέσα, για τον εντοπισμό αφ' ενός παράνομης διακίνησης ναρκωτικών, ψυχοτρόπων ή τοξικών ουσιών, όπλων, εκρηκτικών, πυρηνικών υλικών, κεφαλαίων προερχόμενων από οικονομικές εγκληματικές δραστηριότητες, πολιτιστικών αγαθών, πειρατικών προϊόντων, προϊόντων παραποίησης ή απομίμησης, ασέμνων ειδών, και αφ' ετέρου παρατυπιών που αφορούν μεταφορές, αλιεία, λαθρομετανάστευση, προστασία περιβάλλοντος, διακίνηση ειδών πνευματικής ιδιοκτησίας, άγριας πανίδας και χλωρίδας, προδρόμων ουσιών, καθώς και παρατυπιών που δεν κατoνομάζονται στην παρούσα παράγραφο και διαπιστώνονται κατά τους ελέγχους, που της έχουν ανατεθεί, με Ειδικές Κοινοτικές - Εθνικές Διατάξεις, Διεθνείς Συνθήκες και συμφωνίες για την προστασία των εθνικών συμφερόντων και των συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.). Η τελωνειακή υπηρεσία είναι αρμόδια για τον έλεγχο των ρευστών διαθεσίμων που κομίζονται από πρόσωπα τα οποία εισέρχονται ή εξέρχονται από την Κοινότητα στα πλαίσια της εφαρμογής κοινοτικών ρυθμίσεων. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Oικονομικών καθορίζεται η διαδικασία ελέγχου εισόδου – εξόδου στην Κοινότητα των ρευστών διαθεσίμων, το είδος της δήλωσης που θα υποβάλλεται, καθώς και κάθε άλλη ειδικότερη διαδικασία εφαρμογής.

Άρθ.3., Παρ.3. : Στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Τελωνειακής Υπηρεσίας ανήκει η εποπτεία, ο έλεγχος και η φύλαξη, όπου απαιτείται, των χώρων που έχουν αναγνωρισθεί ως τελωνειακοί περίβολοι και αποθήκες προσωρινής εναπόθεσης ή έχουν εγκριθεί ως Ελεύθερες Ζώνες. Με την επιφύλαξη των επόμενων εδαφίων της παρούσας παραγράφου, καθώς και των διατάξεων της Ποινικής Δικονομίας, που αφορούν την τέλεση ανακριτικών πράξεων, η είσοδος εντός των χώρων αυτών οποιουδήποτε υπαλλήλου άλλης δημόσιας διωκτικής υπηρεσίας επιτρέπεται κατόπιν έγγραφης ειδοποίησης και έγκρισης του Προϊσταμένου της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής. Η αρμοδιότητα της Ελληνικής Αστυνομίας σε υποκείμενους σε τελωνειακή επιτήρηση χώρους Μεθοριακών Τελωνείων και Τελωνείων Διεθνών Λιμένων και Αερολιμένων περιορίζεται αποκλειστικά και μόνο στον έλεγχο των διαβατηρίων. Η εγκατάσταση αστυνομικών ή λιμενικών φυλακίων στα σημεία εισόδου - εξόδου και σε τελωνειακούς περιβόλους αποσκοπεί στην τήρηση της έννομης τάξης εντός των χώρων αυτών και δεν παρέχεται στα αστυνομικά ή λιμενικά όργανα η αρμοδιότητα ελέγχου εμπορευμάτων, μεταφορικών μέσων, αποθηκών και αποσκευών ταξιδιωτών.

Άρθ.3., Παρ.4. : Οι τελωνειακοί υπάλληλοι μπορούν να ελέγχουν την ταυτότητα των προσώπων που εισέρχονται, εξέρχονται ή κυκλοφορούν στους τελωνειακούς περιβόλους, καθώς και στο τελωνειακό έδαφος της χώρας, σε συνδυασμό με τους διενεργούμενους τελωνειακούς ελέγχους. Κατά πάντα χρόνο οι υπάλληλοι της Τελωνειακής Υπηρεσίας επισκέπτονται κάθε χώρο υποκείμενο σε τελωνειακή επιτήρηση, όπως αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης, αποθήκες προσωρινής εναπόθεσης, Ελεύθερες Ζώνες και πάσης φύσεως εγκαταστάσεις, για επιθεώρηση και έλεγχο των ευρισκόμενων σ' αυτές εμπορευμάτων και των συνοδευτικών εγγράφων και στοιχείων τα οποία αποδεικνύουν τη νόμιμη κατοχή και σύννομη διαχείριση.

Άρθ.3., Παρ.5. : Για τη διαπίστωση τελωνειακής παράβασης οι τελωνειακοί υπάλληλοι καθώς και οι, από τον Υπουργό Οικονομικών με ειδικές διαταγές συγκεκριμένου περιεχομένου και χρονικής ισχύος, εξουσιοδοτημένοι οικονομικοί υπάλληλοι, κατόπιν έγκαιρης ενημέρωσης του Προϊσταμένου του Τελωνείου, μπορούν να διενεργούν ελέγχους επί όλων των αγαθών, ανεξάρτητα από την προέλευσή τους, τόσο κατά το στάδιο της διακίνησης όσο και κατά το στάδιο της εναπόθεσής τους στους χώρους της ασκούμενης επιχειρηματικής δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένων και των υφιστάμενων αποθεμάτων με βάση τα τηρούμενα στοιχεία και να ενεργούν ελέγχους των βιβλίων και λοιπών στοιχείων οποιασδήποτε επιχείρησης ή ιδιώτη. Επιπλέον οι τελωνειακοί υπάλληλοι μπορούν να προβαίνουν σε κάθε εξέταση ή έρευνα και να ενεργούν όλες τις ανακριτικές πράξεις προς διαπίστωση των αδικημάτων λαθρεμπορίας, δασμοφοροδιαφυγής ή οποιασδήποτε άλλης τελωνειακής παράβασης, έχοντας τα καθήκοντα και δικαιώματα των ειδικών προανακριτικών υπαλλήλων, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (Κ.Π.Δ.).

Άρθ.3., Παρ.6. : Οι τελωνειακοί υπάλληλοι για τον έλεγχο, τη διαπίστωση της απόκρυψης, κατοχής ή μεταφοράς με οποιονδήποτε τρόπο ή μέσο υποκειμένων ειδών ή απαγορευμένων ουσιών, σε περίπτωση που υπάρχουν σοβαρές υπόνοιες, μπορούν να χρησιμοποιούν κάθε κατάλληλο επιστημονικό μέσο.
Οι τελωνειακοί υπάλληλοι κατά την εκτέλεση των ελεγκτικών και διωκτικών καθηκόντων τους δικαιούνται να οπλοφορούν. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται οι προϋποθέσεις οπλοφορίας, οι περιπτώσεις οπλοχρησίας, ο τρόπος εκπαίδευσης και προμήθειας του αναγκαίου οπλισμού, καθώς και οι σχετικές αναγκαίες λεπτομέρειες για τις μεθόδους και τον τρόπο αντιμετώπισης του οργανωμένου εγκλήματος στον τομέα του λαθρεμπορίου και της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών και όπλων.

Άρθ.3., Παρ.7. : Η Τελωνειακή Υπηρεσία συνεργάζεται με άλλες Υπηρεσίες του εσωτερικού ή του εξωτερικού στον τομέα της αρμοδιότητάς της και παρέχει τη συνδρομή της σε αυτές, όπως ορίζεται από ειδικές σχετικές διατάξεις. Οι άλλες Διωκτικές και Στρατιωτικές Αρχές και άλλες Υπηρεσίες και Φορείς του Δημόσιου Τομέα, έχουν υποχρέωση να συνδράμουν τους τελωνειακούς υπαλλήλους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, εφόσον ζητηθεί, ενώ σε ουδένα έλεγχο υπόκεινται οι τελωνειακοί υπάλληλοι, από ιδιωτικό Φορέα Ασφάλειας ή Φρούρησης Χώρου υποκειμένου σε τελωνειακό έλεγχο, εφόσον δηλωθεί η ιδιότητά τους.< Άρθ.3., Παρ.8. : Για την εξυπηρέτηση των στόχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) και του εξαγωγικού της εμπορίου, η Τελωνειακή Υπηρεσία δια των οργάνων συνεργάζεται με τους οικονομικούς παράγοντες της χώρας και τους Διεθνείς Φορείς Εμπορίου και Διακίνησης Εμπορευμάτων προκειμένου να διασφαλίζεται:

  • α) η πληροφόρηση και ενημέρωση του πολίτη και των παραγωγικών, εισαγωγικών και εξαγωγικών φορέων και τάξεων και
  • β) το δικαίωμα ίσης μεταχείρισης και προσφυγής. )


(Σ.Σ. Απόρρητο στοιχείων

Άρθ.11., Παρ. 1. : Όλα τα τελωνειακά παραστατικά, που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία, υποβάλλονται στις τελωνειακές αρχές είτε γραπτά είτε με τη χρήση μηχανογραφικής μεθόδου και από την ημερομηνία αποδοχής τους, από την αρμόδια τελωνειακή αρχή, αποτελούν τίτλους υπέρ του Δημοσίου.

Άρθ.11., Παρ. 2. : Τα στοιχεία που απορρέουν από τα τελωνειακά παραστατικά είναι απόρρητα και απαγορεύεται η γνωστοποίησή τους σε οποιονδήποτε τρίτο, εκτός από τη δικαστική αρχή, μόνο εφόσον έχει διαταχθεί ανάκριση, προς διακρίβωση της τέλεσης αξιόποινης πράξης σε βάρος των συμφερόντων του Δημοσίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η χορήγηση πληροφοριών από τα παραστατικά έγγραφα των τελωνείων στις δημόσιες αρχές επιτρέπεται μόνο στις περιπτώσεις που ανακύπτουν θέματα προστασίας του δημόσιου συμφέροντος και διεκδίκησης πόρων. )


(Σ.Σ. Γένεση, βεβαίωση, είσπραξη, απόσβεση τελωνειακής οφειλής.

Άρθ.29., Παρ.1. : Τελωνειακή οφειλή είναι η υποχρέωση κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου έναντι Τελωνειακής Αρχής για καταβολή του συνόλου των δασμών, των φόρων, συμπεριλαμβανομένου του φόρου προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.), και των λοιπών δικαιωμάτων του Δημοσίου, που αναλογούν σε εμπορεύματα και τα επιβαρύνουν κατά τις οικείες διατάξεις.

Άρθ.29., Παρ.2. : Επιφυλασσομένων των διατάξεων του Τελωνειακού Κοινοτικού Κώδικα η τελωνειακή οφειλή γεννάται:

  • α) τη στιγμή της αποδοχής της σχετικής διασάφησης για θέση σε ανάλωση ή ελεύθερη κυκλοφορία ή εξαγωγή ενός εμπορεύματος υποκειμένου σε δασμούς, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις,
  • β) από την παράτυπη εισαγωγή στο τελωνειακό έδαφος ενός εμπορεύματος,
  • γ) από την υπεξαίρεση υποκειμένου σε δασμοφορολογικές επιβαρύνσεις εμπορεύματος κατά την τελωνειακή επιτήρηση,
  • δ) από τη μη εκτέλεση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη θέση των εμπορευμάτων σε ένα καθεστώς ή προορισμό ή από τη μη τήρηση ενός από τους όρους που είχαν τεθεί για την υπαγωγή των εμπορευμάτων αυτών στο συγκεκριμένο καθεστώς,
  • ε) όπως και σε κάθε άλλη περίπτωση ειδικότερα καθοριζόμενη.

Άρθ.29., Παρ.3. : Η τελωνειακή οφειλή υπολογίζεται από τις αρμόδιες Τελωνειακές Αρχές, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 26 του παρόντος Κώδικα, βεβαιώνεται επί των οικείων παραστατικών εγγράφων αρχικά ή συμπληρωματικά, ή με έκδοση καταλογιστικής πράξης όπου απαιτείται, και εγγράφεται στα ειδικά λογιστικά βιβλία.

Άρθ.29., Παρ.4. : Η είσπραξη της τελωνειακής οφειλής πραγματοποιείται κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις περί Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων και με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.
4α. Κατά την εισαγωγή μη υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης αγαθών ο φόρος προστιθεμένης αξίας που βεβαιώνεται επί του οικείου τελωνειακού παραστατικού δεν εισπράττεται από την αρμόδια τελωνειακή αρχή εισαγωγής, υπό την προϋπόθεση ότι αναγράφεται στην περιοδική δήλωση ΦΠΑ του εισαγωγέα και εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

  • α) Ο εισαγωγέας είναι μη εγκατεστημένο στη χώρα μας υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο.
  • β) Η πραγματοποιούμενη στατιστική αξία των εισαγωγών ανέρχεται σε ετήσια βάση σε τουλάχιστον 300.000.000 ευρώ. Κατά τα πέντε (5) πρώτα έτη ένταξης στο καθεστώς αναστολής καταβολής του ΦΠΑ κατά την εισαγωγή, το ανωτέρω όριο προσδιορίζεται σε 120.000.000 ευρώ ετησίως.
  • γ) Ποσοστό άνω του 90% της αξίας των εισαγόμενων αγαθών σε ετήσια βάση παραδίδεται σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τρίτες χώρες.
  • δ) Παρέχεται άδεια από τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων για την έκδοση της οποίας λαμβάνονται υπόψη στοιχεία όπως χρηματοπιστωτική φερεγγυότητα, συμμόρφωση προς τις τελωνειακές απαιτήσεις, δυνατότητα παροχής οποιουδήποτε εγγράφου ή πληροφορίας ζητηθεί από τις αρμόδιες τελωνειακές αρχές. Στη σχετική άδεια αναφέρονται ρητά οι εταιρείες του Ομίλου που θα δραστηριοποιούνται στα πλαίσια εφαρμογής της παρούσας διάταξης.

Σε περίπτωση εισαγωγής αγαθών από εισαγωγέα που ανήκει σε Όμιλο εταιρειών, οι ανωτέρω προϋποθέσεις β) και γ) υπολογίζονται για το σύνολο των εταιρειών του Ομίλου που ορίζονται στην άδεια. Ως «όμιλος εταιρειών» νοείται κάθε Όμιλος που περιλαμβάνει ελέγχουσα και ελεγχόμενες εταιρείες. Ως «ελέγχουσα εταιρεία» νοείται εταιρεία του Ομίλου που ασκεί επιρροή, άμεση ή έμμεση, σε άλλη εταιρεία η οποία καλείται ελεγχόμενη λόγω των δικαιωμάτων κυριότητας, χρηματοοικονομικής συμμετοχής ή ειδικών κανόνων δικαίου.

Σε περίπτωση που μετά την υπαγωγή του εισαγωγέα στην παρούσα διάταξη διαπιστωθεί ότι δεν πληρούται μία από τις ανωτέρω προϋποθέσεις α), β) ή γ) παύει να ισχύει στο εξής η άδεια της ανωτέρω περίπτωσης δ΄.Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις έκδοσης της άδειας, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της ανωτέρω διάταξης.

Άρθ.29., Παρ.5. : Η απόσβεση της τελωνειακής οφειλής επέρχεται με την καταβολή ή διαγραφή του ποσού της οφειλής κατά τα οριζόμενα στην Εθνική και Κοινοτική Νομοθεσία.

Άρθ.29., Παρ.6. : Υπόχρεος για την καταβολή της τελωνειακής οφειλής είναι ο διασαφιστής, το πρόσωπο στο όνομα του οποίου κατατίθεται Δήλωση Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και Λοιπών Φορολογιών, καθώς και κάθε άλλο πρόσωπο σε βάρος του οποίου γεννάται η οφειλή κατά τις διατάξεις της τελωνειακής νομοθεσίας.

Για την καταβολή της τελωνειακής οφειλής ευθύνονται επίσης, προσωπικά και αλληλέγγυα και τα φυσικά πρόσωπα, όπως αυτά αναφέρονται στις περιπτώσεις (α) και (γ) της παραγράφου 3 του άρθρου 153 του παρόντος Κώδικα, καθώς και οι διαχειριστές εταιρειών περιορισμένης ευθύνης και οι εκκαθαριστές ανωνύμων εταιρειών ή συνεταιρισμών ή εταιρειών περιορισμένης ευθύνης, κατά το χρόνο διάλυσης ή συγχώνευσής τους, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσης αυτής.

Άρθ.29., Παρ.7. : Τελωνειακή οφειλή, που βεβαιώθηκε με οποιονδήποτε τρόπο κατ' εφαρμογή των διατάξεων της τελωνειακής νομοθεσίας, για την οποία απέβησαν άκαρπες όλες οι νόμιμες ενέργειες για την είσπραξή της και έχει υποπέσει σε παραγραφή κατά τις οικείες διατάξεις του νόμου “περί δημοσίου λογιστικού” (ν. 2362/1995 ΦΕΚ 247 Α'), διαγράφεται.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ορίζονται το αρμόδιο όργανο, οι όροι και οι προϋποθέσεις, ο τρόπος, η διαδικασία, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τη διαγραφή της οφειλής που έχει υποπέσει σε παραγραφή. )


(Σ.Σ. Συμπληρωματική βεβαίωση - Είσπραξη εκ των υστέρων

Άρθ.31., Παρ.1. : Το Δημόσιο διατηρεί αμείωτες τις απαιτήσεις του κατά του κυρίου των εμπορευμάτων για δασμούς, φόρους και λοιπές επιβαρύνσεις που δεν είχαν εισπραχθεί, όπως επίσης και για εκείνες που είχαν ελλιπώς βεβαιωθεί ή εισπραχθεί. Τα ποσά θεωρούνται ότι είχαν ελλιπώς βεβαιωθεί ή εισπραχθεί, όταν δεν βεβαιώθηκαν ή δεν εισπράχθηκαν, ολικά ή μερικά, λόγω οποιασδήποτε παράλειψης που έγινε κατά τον τελωνισμό των εμπορευμάτων, εφόσον αυτό προκύπτει από το κείμενο του τελωνειακού παραστατικού που κατατέθηκε, τις πράξεις επ' αυτού και τα δικαιολογητικά έγγραφα, που επισυνάπτονται σε αυτό, με τα οποία προσδιορίζονται τα κρίσιμα στοιχεία για την ορθή βεβαίωση των δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων που οφείλονται.

Άρθ.31., Παρ.2. : Επίσης, ως ελλιπώς βεβαιωθέντα ή εισπραχθέντα θεωρούνται και τα ποσά που βεβαιώθηκαν ή εισπράχθηκαν ελλιπώς, αν κατά τον εκ των υστέρων έλεγχο αποδειχθεί ότι δεν τηρήθηκαν οι προβλεπόμενοι για το καθεστώς, στο οποίο έχουν υπαχθεί τα εμπορεύματα, όροι ή ότι τα προσκομισθέντα πιστοποιητικά που χρησιμοποιήθηκαν για προτιμησιακή μεταχείριση του εμπορεύματος δεν είναι αυθεντικά ή έγκυρα.

Άρθ.31., Παρ.3. : Όσα έχουν εισπραχθεί ή έχουν βεβαιωθεί και εισπραχθεί ελλιπώς βεβαιώνονται συμπληρωματικά με πράξη της Τελωνειακής Αρχής και εισπράττονται απ' αυτή σύμφωνα με τις διατάξεις περί Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων.

Άρθ.31., Παρ.4. : Η προθεσμία άσκησης προσφυγής κατά της πράξης βεβαίωσης των ποσών που, από οποιαδήποτε αιτία, δεν εισπράχθηκαν ή ελλιπώς βεβαιώθηκαν ή εισπράχθηκαν, όπως επίσης και η άσκηση προσφυγής, δεν έχουν ανασταλτικό αποτέλεσμα, εκτός εάν καταβληθεί ποσοστό τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) της οφειλής που βεβαιώθηκε όταν αφορά εθνικούς πόρους και κατατεθεί εγγύηση ισόποση με το εκατό τοις εκατό (100%) της οφειλής όταν αφορά ίδιους πόρους της κοινότητας. Η ρύθμιση αυτή εφαρμόζεται και για τις πράξεις βεβαίωσης της Τελωνειακής Αρχής για εμπορεύματα που παραδόθηκαν με τελωνειακό καθεστώς, που επιφέρει αναστολή είσπραξης των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων. Η αίτηση αναστολής ενώπιον των αρμόδιων διοικητικών δικαστηρίων κατά της πράξης βεβαίωσης δεν αναστέλλει την εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης. )


(Σ.Σ. Αντικείμενο του φόρου

Άρθ.2., Παρ. 1. : Αντικείμενο του φόρου είναι:

  • α) η παράδοση αγαθών και η παροχή υπηρεσιών, εφόσον πραγματοποιούνται από επαχθή αιτία στο εσωτερικό της χώρας από υποκείμενο στο φόρο που ενεργεί με αυτή την ιδιότητα,
  • β) η εισαγωγή αγαθών στο εσωτερικό της χώρας,
  • γ) η ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών που πραγματοποιείται από επαχθή αιτία στο εσωτερικό της χώρας από υποκείμενο στο φόρο, ο οποίος ενεργεί με αυτή την ιδιότητα ή από μη υποκείμενο στο φόρο νομικό πρόσωπο, όταν ο πωλητής είναι υποκείμενος στο φόρο εγκαταστημένος σε άλλο κράτος - μέλος, ενεργεί με αυτή την ιδιότητα και δεν απαλλάσσεται από το φόρο λόγω ύψους πραγματοποιηθέντος ετήσιου κύκλου εργασιών, σύμφωνα με τη νομοθεσία της χώρας του, ούτε υπάγεται στις διατάξεις των παραγράφων 2, 3 και 5 του άρθρου 13.

Ειδικά, η ενδοκοινοτική απόκτηση καινούργιων μεταφορικών μέσων υπάγεται στο φόρο, ανεξάρτητα από την ιδιότητα του εγκατεστημένου στο εσωτερικό της χώρας προσώπου,

  • δ) η ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών, τα οποία υπάγονται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, που πραγματοποιείται από υποκείμενο στο φόρο ή από μη υποκείμενο στο φόρο νομικό πρόσωπο, εφόσον τα πρόσωπα αυτά εμπίπτουν στις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 11.

Άρθ.2., Παρ. 2. : Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου θεωρούνται:

  • α) ως "εσωτερικό της χώρας" η ελληνική επικράτεια, εκτός της περιοχής του Αγίου Όρους,
  • β) ως "έδαφος της Κοινότητας" και ως "τρίτο έδαφος", όπως αυτά καθορίζονται στο Παράρτημα II του παρόντος. )

(Σ.Σ. Υποκείμενοι στο φόρο

Άρθ.3., Παρ.1. : Στο φόρο υπόκειται:

  • α) κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ημεδαπό ή αλλοδαπό ή ένωση προσώπων, εφόσον ασκεί κατά τρόπο ανεξάρτητο οικονομική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από τον τόπο εγκατάστασης, τον επιδιωκόμενο σκοπό ή το αποτέλεσμα της δραστηριότητας αυτής,
  • β) κάθε πρόσωπο, το οποίο πραγματοποιεί περιστασιακά παράδοση ενός καινούργιου μεταφορικού μέσου, το οποίο αποστέλλεται ή μεταφέρεται προς άλλο κράτος - μέλος.

Δε θεωρείται ότι ασκούν οικονομική δραστηριότητα κατά τρόπο ανεξάρτητο οι μισθωτοί και λοιπά φυσικά πρόσωπα, τα οποία συνδέονται με τον εργοδότη τους με σύμβαση εργασίας ή με οποιαδήποτε άλλη νομική σχέση που δημιουργεί δεσμούς εξάρτησης, όσον αφορά τους όρους εργασίας ή την αμοιβή και συνεπάγεται την ευθύνη του εργοδότη.

  • γ) κάθε πρόσωπο, το οποίο πραγματοποιεί ευκαιριακά πράξεις του άρθρου 6, εφόσον με δήλωσή του ενταχθεί στο κανονικό καθεστώς Φ.Π.Α.
  • δ) η κοινοπραξία που κατασκευάζει ακίνητο με το σύστημα της αντιπαροχής, καθώς και η κοινωνία που κατασκευάζει ακίνητο σε οικόπεδο ή αγροτεμάχιο που ανήκει στα μέλη της, για τις παραδόσεις και αυτοπαραδόσεις που διενεργούνται από τα μέλη τους, σύμφωνα με τα άρθρα 6 και 7.

Άρθ.3., Παρ.2. : Το ελληνικό Δημόσιο, οι δήμοι, οι κοινότητες και τα άλλα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου δε θεωρούνται υποκείμενοι στο φόρο για τις πράξεις παράδοσης αγαθών και παροχής υπηρεσιών που ενεργούν κατά την εκπλήρωση της αποστολής τους, ακόμη και αν εισπράττουν τέλη, δικαιώματα ή εισφορές. Εν τούτοις τα πρόσωπα αυτά θεωρούνται ως υποκείμενοι στο φόρο κατά το μέτρο που η μη υπαγωγή στο φόρο των δραστηριοτήτων τους οδηγεί σε στρέβλωση των όρων του ανταγωνισμού. Τα πρόσωπα αυτά έχουν οπωσδήποτε την ιδιότητα του υποκειμένου στο φόρο, εφόσον ασκούν τις δραστηριότητες που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι του παρόντος νόμου, εκτός αν αυτές είναι ασήμαντες.

Άρθ.3., Παρ.3. : Η αληθής έννοια της παραγράφου 2 είναι ότι, τα πρόσωπα που αναφέρονται στις διατάξεις της παραγράφου αυτής, εξαιρούνται μόνο για τις πράξεις που ενεργούν ως δημόσια εξουσία. )


(Σ.Σ. Οικονομική δραστηριότητα

Άρθ.4., Παρ. 1. : Οικονομική δραστηριότητα, κατά την έννοια της διάταξης της παραγράφου 1 του άρθρου 3, θεωρείται οποιαδήποτε από τις δραστηριότητες του παραγωγού, του εμπόρου ή αυτού που παρέχει υπηρεσίες.
Στις δραστηριότητες αυτές περιλαμβάνονται και η εξόρυξη, οι δραστηριότητες των αγροτών και των ελεύθερων επαγγελματιών, καθώς και η εκμετάλλευση ενός ενσώματου ή άυλου αγαθού με σκοπό την απόκτηση από αυτό εσόδων.

Άρθ.4., Παρ. 2. : Οικονομική δραστηριότητα ασκεί η κοινωνία επί ακινήτου που κατασκευάζει οικοδομή προς πώληση στο κοινόκτητο οικόπεδο ή αγροτεμάχιο εφόσον:

  • α) οι κοινωνοί διενεργούν κατ’ επάγγελμα κατασκευή οικοδομών προς πώληση,
  • β) κάποιος ή κάποιοι εκ των κοινωνών διενεργούν κατ’ επάγγελμα κατασκευή οικοδομών προς πώληση ενώ κάποιος ή κάποιοι δεν διενεργούν τέτοιες πράξεις κατά συνήθη δραστηριότητα,
  • γ) όλοι ή κάποιοι εκ των κοινωνών διενεργούν κατά συνήθη δραστηριότητα κατασκευή οικοδομών προς πώληση έστω και εάν δεν έχουν υποβάλει δήλωση έναρξης ή μεταβολών σύμφωνα με το άρθρο 36 για τη δραστηριότητά τους αυτή.

Τα αναφερόμενα στις παραπάνω περιπτώσεις β΄ και γ΄ δεν έχουν εφαρμογή εφόσον οι κοινωνοί, οι οποίοι δεν διενεργούν κατ’ επάγγελμα ή κατά συνήθη δραστηριότητα κατασκευή οικοδομών προς πώληση, απέκτησαν με οποιονδήποτε τρόπο το εμπράγματο δικαίωμά τους πριν την 1.1.2006, ή στις περιπτώσεις που αυτό αποκτάται 1.1.2006 και μετά εφόσον προέρχεται από κληρονομιά ή γονική παροχή. )


(Σ.Σ. Παράδοση αγαθών

Άρθ.5., Παρ.1. : Παράδοση αγαθών, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 2, θεωρείται κάθε πράξη με την οποία μεταβιβάζεται το δικαίωμα να διαθέτει κάποιος ως κύριος ενσώματα κινητά αγαθά, καθώς και τα ακίνητα του άρθρου 6. Εξομοιώνονται με ενσώματα αγαθά η ηλεκτρική ενέργεια, το αέριο, η θερμότητα ή το ψύχος και παρόμοια αγαθά.

Άρθ.5., Παρ.2. : Κατά την πώληση ή αγορά αγαθών από παραγγελιοδόχο που ενεργεί στο όνομα του, θεωρείται ότι συντελείται παράδοση αγαθών μεταξύ αυτού και του παραγγελέα. Στην περίπτωση αυτή ο παραγγελιοδόχος θεωρείται, κατά περίπτωση, αγοραστής ή πωλητής ως προς τον παραγγελέα.

Άρθ.5., Παρ.3. : .Ως παράδοση λογίζεται επίσης:

  • α) η πώληση αγαθών με τον όρο της παρακράτησης της κυριότητας μέχρι την αποπληρωμή του τιμήματος,
  • β) η μεταβίβαση, με καταβολή αποζημίωσης, της κυριότητας αγαθού, που ενεργείται κατόπιν επιταγής δημόσιας αρχής ή στο όνομα της ή σε εκτέλεση νόμου.

Άρθ.5., Παρ.4. : Δε θεωρείται ως παράδοση αγαθών η μεταβίβαση αγαθών επιχείρησης ως συνόλου, κλάδου ή μέρους της από επαχθή ή χαριστική αιτία ή με τη μορφή εισφοράς σε υφιστάμενο ή συνιστώμενο νομικό πρόσωπο. Στην περίπτωση αυτή το πρόσωπο που αποκτά τα αγαθά θεωρείται, για την εφαρμογή του νόμου αυτού, ότι υπεισέρχεται ως διάδοχος στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του προσώπου που μεταβιβάζει. Η διάταξη αυτή δεν έχει εφαρμογή, αν το πρόσωπο που μεταβιβάζει ή το πρόσωπο που αποκτά τα αγαθά ενεργεί πράξεις για τις οποίες δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης του φόρου. )


(Σ.Σ. Εισαγωγή αγαθών

Άρθ.10., Παρ.1. : Ως εισαγωγή αγαθών, κατά την έννοια του άρθρου 2, θεωρείται:

  • α) Η είσοδος στο εσωτερικό της χώρας αγαθών που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις των άρθρων 9 και 10 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας ή προκειμένου για αγαθά υπαγόμενα στη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα, που δεν βρίσκονται σε ελεύθερη κυκλοφορία,
  • β) Η είσοδος στο εσωτερικό της χώρας αγαθών προερχόμενων από τρίτες χώρες, εκτός από αυτά που αναφέρονται στην περίπτωση α'.

Άρθ.10., Παρ.2. : H εισαγωγή αγαθών πραγματοποιείται στην Ελλάδα, εφόσον τα αγαθά βρίσκονται στο εσωτερικό της χώρας κατά το χρόνο της εισόδου των στο εσωτερικό της Κοινότητας.

Άρθ.10., Παρ.3. : Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, αν τα αγαθά που εμπίπτουν στην περίπτωση α' της παραγράφου 1 έχουν υπαχθεί από τη στιγμή της εισόδου των στο εσωτερικό της Κοινότητας σε ένα από τα καθεστώτα, που αναφέρονται στα εδάφια αα' και ββ' της περίπτωσης β' της παραγράφου 1 του άρθρου 25, σε καθεστώς προσωρινής εισαγωγής με πλήρη απαλλαγή από εισαγωγικούς δασμούς ή σε καθεστώς εξωτερικής διαμετακόμισης, η εισαγωγή των αγαθών αυτών πραγματοποιείται στην Ελλάδα, εφόσον τα αγαθά αυτά εξέρχονται από τα καθεστώτα αυτά στο εσωτερικό της χώρας.

Eπίσης, αν αγαθά που εμπίπτουν στην περίπτωση β' της παραγράφου 1 έχουν τεθεί από το χρόνο της εισόδου τους στο εσωτερικό της Κοινότητας στα καθεστώτα προσωρινής εισαγωγής ή εσωτερικής κοινοτικής διαμετακόμισης, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 61, η εισαγωγή των αγαθών αυτών πραγματοποιείται στην Ελλάδα, εφόσον τα αγαθά εξέρχονται από τα καθεστώτα αυτά στο εσωτερικό της χώρας. )


(Σ.Σ. Χρόνος γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης στην εισαγωγή αγαθών

Άρθ.17., Παρ.1. : Η φορολογική υποχρέωση γεννάται και ο φόρος γίνεται απαιτητός από το Δημόσιο, κατά το χρόνο που πραγματοποιείται η εισαγωγή των αγαθών, σύμφωνα με το άρθρο 10 του παρόντος.
Όταν αγαθά τίθενται από τη στιγμή της εισαγωγής τους, σε ένα από τα καθεστώτα, που προβλέπονται στα εδάφια αα' και ββ της περίπτωσης β της παραγράφου 1 του άρθρου 25, σε καθεστώς προσωρινής εισαγωγής με πλήρη απαλλαγή από εισαγωγικούς δασμούς, σε καθεστώς εξωτερικής διαμετακόμισης ή σε ένα από τα καθεστώτα που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 61, η φορολογική υποχρέωση γεννάται και ο φόρος γίνεται απαιτητός κατά το χρόνο κατά τον οποίο τα αγαθά εξέρχονται από τα καθεστώτα αυτά στο εσωτερικό της χώρας.

Άρθ.17., Παρ.2 : Όταν τα εισαγόμενα αγαθά υπόκεινται σε δασμούς, γεωργικές εισφορές ή φόρους ισοδυνάμου αποτελέσματος, που έχουν θεσπισθεί στα πλαίσια κοινής πολιτικής, η φορολογική υποχρέωση γεννάται και ο φόρος γίνεται απαιτητός κατά το χρόνο που η φορολογική υποχρέωση γεννάται και γίνονται απαιτητές από το Δημόσιο οι παραπάνω επιβαρύνσεις.

Άρθ.17., Παρ.3. : Για σκάφη αναψυχής, τα οποία βρίσκονταν σε καθεστώς προσωρινής εισαγωγής στο εσωτερικό της χώρας κατά την 31.12.1992 βάσει δελτίων κίνησης που έχουν χορηγήσει οι αρμόδιες τελωνειακές αρχές και ανήκουν σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που έχουν σε άλλο κράτος - μέλος την έδρα της οικονομικής τους δραστηριότητας ή τη μόνιμη εγκατάσταση τους, την κατοικία ή τη συνήθη διαμονή τους, η φορολογική υποχρέωση γεννάται κατά τη λήξη του καθεστώτος στο οποίο είχαν υπαχθεί.
Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζονται, εφόσον αποδεικνύεται ότι:

  • α) τα σκάφη αυτά εξάγονται,
  • β) καταβλήθηκε ο φόρος κατά την εισαγωγή των σκαφών αυτών στο εσωτερικό της χώρας,
  • γ) καταβλήθηκε ο φόρος στο κράτος-μέλος που πραγματοποιήθηκε η αγορά τους, χωρίς να τύχουν απαλλαγής ή επιστροφής του φόρου αυτού λόγω εξαγωγής,δ) έχουν νηολογηθεί ή, έχουν χρησιμοποιηθεί αποδεδειγμένα, για πρώτη φορά, πριν από την 1.1.1985 και
  • ε) η τρέχουσα αξία τους δεν υπερβαίνει το ποσό των 4.400 ευρώ.

Άρθ.17., Παρ.4. : Όταν τα εισαγόμενα αγαθά δεν υπόκεινται σε καμία επιβάρυνση της παραγράφου 2, η φορολογική υποχρέωση γεννάται κατά την είσοδο των αγαθών στο τελωνειακό έδαφος και ο φόρος γίνεται απαιτητός κατά το χρόνο που λαμβάνεται υπόψη για την επιβολή των δασμών, σύμφωνα με τις διατάξεις της τελωνειακής νομοθεσίας. )


(Σ.Σ. Φορολογητέα αξία στην εισαγωγή αγαθών

Άρθ.20., Παρ.1. : Στην εισαγωγή αγαθών η φορολογητέα αξία διαμορφώνεται:

  • α) από τη δασμολογητέα αξία των εισαγόμενων αγαθών, όπως αυτή προσδιορίζεται από τις ισχύουσες κοινοτικές διατάξεις,
  • β) από τους δασμούς, φόρους, τέλη, εισφορές και δικαιώματα που οφείλονται εκτός του εσωτερικού της χώρας, καθώς και όσα εισπράττονται κατά την εισαγωγή υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων, εκτός από το φόρο του παρόντος νόμου,
  • γ) από τα παρεπόμενα έξοδα της εισαγωγής αγαθών, όπως τα έξοδα προμήθειας, μεσιτείας, τόκων, συσκευασίας, φόρτωσης, εκφόρτωσης, ασφάλισης και μεταφοράς μέχρι του πρώτου τόπου του προορισμού τους στο εσωτερικό της χώρας, εφόσον και κατά το μέρος που δεν έχουν συμπεριληφθεί στη δασμολογητέα αξία.

Ως πρώτος τόπος προορισμού νοείται ο τόπος, ο οποίος αναγράφεται στη φορτωτική ή σε οποιoδήποτε έγγραφο με το οποίο εισάγονται τα αγαθά στη χώρα. Αν δεν υπάρχει τέτοια ένδειξη, ως πρώτος τόπος προορισμού θεωρείται ο τόπος της πρώτης εκφόρτωσης των αγαθών στο εσωτερικό της χώρας,

  • δ) από τα αναφερόμενα στην προηγούμενη περίπτωση γ' έξοδα, τα οποία πραγματοποιούνται, για τυχόν μεταφορά των αγαθών από τον πρώτο τόπο προορισμού σε άλλο τόπο στο εσωτερικό της χώρας ή στο εσωτερικό άλλου κράτους - μέλους της Κοινότητας που είναι γνωστός κατά το χρόνο τελωνισμού τους και τη θέση τους σε ανάλωση.

Άρθ.20., Παρ.2. : Σε περίπτωση εισαγωγής αγαθών, τα οποία είχαν εξαχθεί προσωρινά εκτός της Κοινότητας για τελειοποίηση και επανεισαγωγή, η φορολογητέα αξία, που προβλέπουν οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου, διαμορφώνεται με βάση τις ισχύουσες κοινοτικές διατάξεις.

Άρθ.20., Παρ.3. : Όταν τα στοιχεία προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας κατά την εισαγωγή εκφράζονται σε νόμισμα άλλου κράτους, για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας λαμβάνεται υπόψη η ισοτιμία του νομίσματος αυτού προς το ευρώ, σύμφωνα με τις ισχύουσες κοινοτικές διατάξεις, για τον υπολογισμό της δασμολογητέας αξίας.

Άρθ.20., Παρ.4. : Προκειμένου περί πετρελαιοειδών προϊόντων υπαγόμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης ανεξάρτητα με την προέλευση τους και με την επιφύλαξη των διατάξεων της περίπτωσης ατού άρθρου 7 του Ν.1038/1980 όπως ισχύει, για τη διαμόρφωση της βάσης επιβολής του φόρου προστιθέμενης αξίας, πέραν των στοιχείων της παραγράφου 1 του παρόντος, συνυπολογίζεται και το κατά περίπτωση καθοριζόμενο κόστος τήρησης των αποθεμάτων ασφαλείας. )


(Σ.Σ. Υπόχρεοι στο φόρο

Άρθ.35.., Παρ.1. : Για την παράδοση αγαθών, την ενδοκοινοτική από­κτηση αγαθών και την παροχή υπηρεσιών, υπόχρεοι στο φόρο είναι:

  • α) ο εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώρας υποκείμενος στον φόρο, για τις ενεργούμενες από αυ­τόν πράξεις, για τις οποίες ο τόπος φορολογίας βρί­σκεται στο εσωτερικό της χώρας,
  • β) ο εγκατεστημένος στο εσωτερικό άλλου κράτους -μέλους υποκείμενος στον φόρο, για τις ενεργούμενες από αυτόν πράξεις, για τις οποίες ο τόπος φορολογίας βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας, εκτός των πρά­ξεων που αναφέρονται στις περιπτώσεις ε', στ' και η' και εφόσον δεν έχει ορίσει φορολογικό αντιπρόσωπο, σύμφωνα με την περίπτωση ε' της παραγράφου 4 του άρθρου 36,
  • γ) ο φορολογικός αντιπρόσωπος του εγκατεστημένου εκτός Ελλάδος υποκείμενου στον φόρο, για τις πραγματοποιούμενες από αυτόν πράξεις, για τις οποί­ες ο τόπος φορολογίας βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας, εκτός των πράξεων που αναφέρονται στις κα­τωτέρω περιπτώσεις ε', στ ' και η',
  • δ) ο εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώρας λή­πτης των αγαθών, στην περίπτωση παράδοσης αγαθών που πραγματοποιείται κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 39α, καθώς και σε κάθε περίπτωση που ο αγοραστής ή εισαγωγέας αγαθών ή λήπτης υπηρεσιών έτυχε μερικής ή ολικής απαλλαγής από τον φόρο με υπουργικές αποφάσεις,ε) ο λήπτης των αγαθών, εφόσον είναι υποκείμενος στον φόρο, για τις κατωτέρω πράξεις για τις οποίες ο τόπος φορολογίας βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας, εφόσον οι πράξεις αυτές πραγματοποιούνται από μη εγκατεστημένο στο εσωτερικό της χώρας υποκείμενο στον φόρο:
    • αα) παράδοση αγαθών κατά την έννοια των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 15, και στο τιμολόγιο ή άλλο ισοδύναμο με αυτό στοιχείο που εκδίδεται, γίνεται ρητή αναφορά ότι πρόκειται για παράδοση αγαθών που πραγματοποιείται μετά από ενδοκοινοτική απόκτηση κατά την έννοια των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 15 και αναγράφεται τόσο ο αριθμός φορο­λογικού μητρώου, με τον οποίο ο υποκείμενος αυτός πραγματοποίησε την ενδοκοινοτική απόκτηση και τη μετέπειτα παράδοση αγαθών, όσο και ο αριθμός φο­ρολογικού μητρώου του παραλήπτη,
    • ββ) παράδοση αγαθών, που πραγματοποιείται στο εσωτερικό της χώρας κατά την έννοια των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 13,
  • στ) ο λήπτης των υπηρεσιών, εφόσον είναι υποκείμενος στον φόρο ή μη υποκείμενο στον φόρο νομικό πρόσωπο το οποίο διαθέτει ΑΦΜ/ΦΠΑ στο εσωτερικό της χώρας, για τις παροχές υπηρεσιών για τις οποίες ο τόπος φο­ρολογίας βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του άρθρου 14, εφόσον οι υπηρεσίες αυτές παρέχο­νται από μη εγκατεστημένο στο εσωτερικό της χώρας υποκείμενο στον φόρο,
  • ζ) ο εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώρας λή­πτης αγαθών και υπηρεσιών, για τις πράξεις για τις οποίες υπόχρεος, κατ' αρχήν, είναι ο φορολογικός αντι­πρόσωπος σύμφωνα με την περίπτωση γ' και για τις οποίες δεν έχει οριστεί φορολογικός αντιπρόσωπος, σύμφωνα με την περίπτωση δ' της παραγράφου 4 του άρθρου 36,
  • η) ο εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώρας λή­πτης αγαθών και υπηρεσιών σε κάθε άλλη περίπτωση, εφόσον είναι υποκείμενος στον φόρο και οι πράξεις πραγματοποιούνται από μη εγκατεστημένο στο εσω­τερικό της χώρας υποκείμενο στον φόρο, ο οποίος δεν διαθέτει ΑΦΜ/ΦΠΑ στο εσωτερικό της χώρας. Κατ’ εξαίρεση του προηγούμενου εδαφίου, υπόχρεος στο φόρο είναι ο μη εγκατεστημένος στην Ελλάδα υποκείμενος στο φόρο, που διαθέτει ΑΦΜ/ΦΠΑ στην Ελλάδα, λήπτης των αγαθών, στην περίπτωση που ο προμηθευτής των αγαθών δεν είναι εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώρας και ανήκει σε όμιλο, σε επιχειρήσεις του οποίου ομίλου έχει χορηγηθεί αναστολή καταβολής του φόρου κατά την εισαγωγή αγαθών στην Ελλάδα, σύμφωνα με την παρ. 4α του άρθρου 29 του ν. 2960/2001 (Α΄ 265).Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου, καθώς και της παρ. 4α του άρθρου 29 του ν. 2960/2001, δεν ισχύει η υποχρέωση που προβλέπεται στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 36.

Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών χορηγείται έγκριση στα πρόσωπα που εμπίπτουν στις διατάξεις των δύο προηγούμενων εδαφίων και καθορίζεται ο τρόπος, οι διαδικασίες και οι λεπτομέρειες καταβολής του φόρου, καθώς και τα απαραίτητα στοιχεία που πρέπει να υποβάλλονται από τα πρόσωπα αυτά.

  • θ) το πρόσωπο που πραγματοποιεί ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών,
  •  ι) οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, το οποίο αναγρά­φει τον φόρο στα τιμολόγια που εκδίδει ή σε άλλα ισοδύναμα με αυτά στοιχεία

1α. Για την εφαρμογή της παραγράφου 1, ένας υποκείμενος στον φόρο που έχει μόνιμη εγκατάσταση στο εσωτερικό της χώρας, θεωρείται ως υποκείμενος στον φόρο μη εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώ­ρας όταν πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋ­ποθέσεις:

  • α) πραγματοποιεί φορολογητέα παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών στο εσωτερικό της χώρας,
  • β) η ενδεχόμενη εγκατάσταση που ο προμηθευτής ή ο παρέχων διατηρεί στο εσωτερικό της χώρας δεν παρεμβαίνει στην εν λόγω παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών.

Άρθ.35.., Παρ.2. : Οποιοδήποτε πρόσωπο χρεώνει φόρο σε φορολογικό στοιχείο που εκδίδει, έστω και αν ο φόρος αυτός είναι μεγαλύτερος του προβλεπομένου, υποχρεούται στην απόδοση του φόρου αυτού στο Δημόσιο.

Άρθ.35.., Παρ.3. : .Για την εισαγωγή αγαθών, υπόχρεος στο φόρο είναι ο λογιζόμενος ως κύριος των εισαγόμενων αγαθών, σύμφωνα με τις διατάξεις της τελωνειακής νομοθεσίας.

Άρθ.35.., Παρ.4. : Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών:

  •  α) ορίζεται ο τρόπος καταβολής του φόρου στις περιπτώσεις που υπόχρεος είναι ο λήπτης υποκείμενος στο φόρο,
  •  β) είναι δυνατόν να ορίζεται ότι υπόχρεος στο φόρο είναι ο εγκαταστημένος σε τρίτη χώρα υποκείμενος στο φόρο, εφόσον υπάρχει σύμβαση αμοιβαίας συνδρομής, μεταξύ της Ελλάδος και της χώρας εγκατάστασης του,
  • γ) είναι δυνατόν να ορίζεται ως υπόχρεος στο φόρο, ο λήπτης αγαθών ή υπηρεσιών και σε άλλες περιπτώσεις, εκτός αυτών που αναφέρονται στην περίπτωση δ' της παραγράφου 1,
  • δ) ορίζεται κάθε διαδικαστικό θέμα και λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού. )

(Σ.Σ. Υποχρεώσεις των υποκειμένων στο φόρο

Άρθ.36, Παρ.1. : O υποκείμενος στο φόρο υποχρεούται να υποβάλλει τις παρακάτω δηλώσεις:

  • α) δήλωση έναρξης των εργασιών του, η οποία υποβάλλεται πριν από την έναρξη των εργασιών αυτών. Ως έναρξη εργασιών θεωρείται ο χρόνος πραγματοποίησης της πρώτης συναλλαγής στα πλαίσια της επιχείρησης. Προκειμένου για νομικά πρόσωπα, ως χρόνος έναρξης θεωρείται ο χρόνος της νόμιμης σύστασης αυτών. Στην περίπτωση νομικών προσώπων, η καθυστέρηση υποβολής της δήλωσης έναρξης μέχρι τριάντα (30) ημέρες δεν συνεπάγεται την επιβολή κυρώσεων, εφόσον δεν έχουν πραγματοποιήσει καμία συναλλαγή,
  • β) δήλωση μεταβολών-μετάταξης, με την οποία δηλώνει οποιαδήποτε μεταβολή, όπως αλλαγή της επωνυμίας, του τόπου επαγγελματικής του εγκατάστασης, του αντικειμένου εργασιών, την πραγματοποίηση ενδοκοινοτικών αποκτήσεων αγαθών και παραδόσεων αγαθών που απαλλάσσονται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28, την ίδρυση ή κατάργηση υποκαταστημάτων, την αλλαγή των τηρούμενων βιβλίων Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων και του καθεστώτος φόρου προστιθέμενης αξίας που ανήκει.

Η δήλωση αυτή υποβάλλεται εντός τριάντα (30) ημερών από το χρόνο που έγιναν οι μεταβολές αυτές,

  • γ) δήλωση οριστικής παύσης εργασιών.

Η δήλωση αυτή υποβάλλεται για μεν τα φυσικά πρόσωπα εντός δέκα (10) ημερών από την οριστική παύση των εργασιών τους, για δε τα νομικά πρόσωπα και τις ενώσεις προσώπων εντός τριάντα (30) ημερών από τη λύση τους. Σε περίπτωση κληρονομικής διαδοχής επιχείρησης ως συνόλου, η δήλωση παύσης εργασιών υποβάλλεται από τους κληρονόμους, μέσα σε δέκα (10) ημέρες, από την ενεργό ανάμιξη τους στην κληρονομούμενη επιχείρηση και όχι πέραν των δέκα (10) ημερών από την λήξη της προθεσμίας αποποίησης, που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 1847 του Αστικού Κώδικα, σε κάθε άλλη περίπτωση.
Οι δηλώσεις των περιπτώσεων αυτών επιτρέπεται να υποβάλλονται ηλεκτρονικά.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις για την ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων αυτών ή την υποχρεωτική ηλεκτρονική υποβολή, τη διαδικασία υποβολής, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

  • δ) ο υποκείμενος στον φόρο υποχρεούται να δηλώ­νει την έναρξη ή την παύση παροχής υπηρεσιών προς υποκείμενο στον φόρο εγκατεστημένο σε άλλο κράτος - μέλος, για τις οποίες ο τόπος δεν είναι το εσωτερικό της χώρας, σύμφωνα με την περίπτωση α' της παρα­γράφου 2 του άρθρου 14,
  • ε) ο υποκείμενος στον φόρο ή το μη υποκείμενο στον φόρο νομικό πρόσωπο το οποίο διαθέτει ΑΦΜ/ΦΠΑ στο εσωτερικό της χώρας υποχρεούται να δηλώνει την έναρξη ή παύση λήψης υπηρεσιών από υποκείμενο στον φόρο εγκατεστημένο σε άλλο κράτος - μέλος, για τις οποίες ο τόπος φορολόγησης είναι το εσωτερικό της χώρας, σύμφωνα με την περίπτωση α' της παραγράφου 2 του άρθρου 14

Άρθ.36, Παρ.2. : Σε κάθε υποκείμενο στο φόρο χορηγείται μοναδικός αριθμός φορολογικού μητρώου (Α.Φ.Μ.) ως εξής:

  • α) Στα φυσικά πρόσωπα με τη δήλωση απόδοσης Α.Φ.Μ. εκτός αν έχει χορηγηθεί Α.Φ.Μ. με δήλωση φορολογίας εισοδήματος. Ο αριθμός αυτός δεν καταργείται με την οριστική παύση των εργασιών.
  • β) Στα νομικά πρόσωπα και στις ενώσεις προσώπων μετά την υποβολή της δήλωσης έναρξης εργασιών. Ο αριθμός αυτός δεν καταργείται με την αλλαγή της νομικής μορφής των προσώπων αυτών, αλλά με την οριστική λύση ή διάλυση τους.
  • γ) Στις υπό ίδρυση επιχειρήσεις χορηγείται Α.Φ.Μ. που παραμένει ο ίδιος για την επιχείρηση και μετά το πέρας των εργασιών της ίδρυσης.

Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ορίζεται κάθε διαδικαστικό θέμα, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού.
Στους υποκείμενους στο φόρο που είναι εγκατεστημένοι σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο Α.Φ.Μ. χορηγείται με την υποβολή δήλωσης έναρξης εργασιών. Ο αριθμός αυτός δεν μεταβάλλεται σε περίπτωση ορισμού, αλλαγής ή παύσης φορολογικού αντιπροσώπου.

Άρθ.36, Παρ.3. : Τις υποχρεώσεις των παραγράφων 1 και 2 έχουν ανεξάρτητα αν είναι υποκείμενα στο φόρο και τα αλλοδαπά νομικά πρόσωπα, τα οποία:
α. ιδρύουν υποκατάστημα ή αποκτούν άλλη εγκατάσταση στο εσωτερικό της χώρας, β. εγκαθιστούν γραφείο στο εσωτερικό της χώρας, γ. συμμετέχουν σε ημεδαπά νομικά πρόσωπα, εκτός από τη συμμετοχή σε ανώνυμες εταιρίες, δ. αποκτούν ακίνητο στο εσωτερικό της χώρας και ε. έχουν οποιαδήποτε δραστηριότητα στο εσωτερικό της χώρας, η οποία συνεπάγεται την υποβολή φορολογικών δηλώσεων.

Άρθ.36, Παρ.4. : Ο υποκείμενος στο φόρο υποχρεούται επίσης:

  • α) να τηρεί βιβλία και να εκδίδει στοιχεία, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, εκτός αν είναι εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δεν διαθέτει εγκατάσταση στην Ελλάδα.

Ειδικά, ο υποκείμενος στο φόρο που παραλαμβάνει ενσώματα κινητά αγαθά, τα οποία του αποστέλλονται από άλλο κράτος-μέλος από ή για λογαριασμό υποκείμενου στο φόρο που διαθέτει αριθμό φορολογικού μητρώου Φ.Π.Α. σε αυτό το άλλο κράτος-μέλος, με σκοπό την εκτέλεση υπηρεσιών πραγματογνωμοσύνης ή εργασιών σε αυτά, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι εργασίες της περίπτωσης ε της παραγράφου 2 του άρθρου 8, υποχρεούται να καταχωρεί τα σχετικά στοιχεία που επιτρέπουν την εξακρίβωση των αγαθών αυτών σε λογαριασμούς βιβλίων που τηρεί ή σε ειδικό βιβλίο,

  • β) να επιδίδει τις προβλεπόμενες από τις διατάξεις του άρθρου 38 δηλώσεις.

Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται προκειμένου για υποκείμενους στο φόρο που πραγματοποιούν αποκλειστικά πράξεις που απαλλάσσονται από το φόρο, χωρίς δικαίωμα έκπτωσης. Ειδικά για τη δήλωση που προβλέπεται από την παράγραφο 8 του άρθρου 38 , η υποχρέωση αυτή υφίσταται ανεξάρτητα από την ιδιότητα του προσώπου ως υποκείμενου ή μη στο φόρο,

  • γ) να υποβάλλει στον αρμόδιο Προϊστάμενο Δ.Ο.Υ:
    • i) Ειδική δήλωση Φ.Π.Α., όταν ενεργεί πράξεις που προβλέπουν οι διατάξεις της παραγράφου 1 και της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 6. Η δήλωση αυτή υποβάλλεται κατά το χρόνο γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 16. Με την υποβολή της δήλωσης αυτής, καταβάλλεται εφάπαξ ο αναλογών στην παράδοση του ακινήτου φόρος, αφού συμψηφισθεί ο φόρος εισροών κατά το ποσοστό που βαρύνει τη μεταβιβαζόμενη ιδιοκτησία, όπως έχει διαμορφωθεί μέχρι τη χρονική στιγμή γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης. Η ίδια δήλωση υποβάλλεται και για τις πράξεις που προβλέπουν οι διατάξεις της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 7, χωρίς την καταβολή του φόρου, ο οποίος καταβάλλεται με την περιοδική δήλωση Φ.Π.Α. της οικείας φορολογικής περιόδου.
    •  ii) Ειδικά έντυπα απεικόνισης του συνολικού κόστους της οικοδομής και κατανομής αυτού στις επί μέρους ιδιοκτησίες, προϋπολογιστικά και απολογιστικά.
    •  iii) Γνωστοποίηση για τη χρησιμοποίηση ακινήτου, το οποίο κατασκευάστηκε ως εμπορεύσιμο στοιχείο επιχείρησης, ως παγίου σε φορολογητέα δραστηριότητα, καθώς και για ακίνητο το οποίο απαλλοτριώθηκε. Η γνωστοποίηση αυτή υποβάλλεται ταυτόχρονα με την περιοδική δήλωση της φορολογικής περιόδου κατά την οποία άρχισε η χρησιμοποίηση ή πραγματοποιήθηκε η απαλλοτρίωση.
    • iv) Υπεύθυνη δήλωση με την οποία γνωστοποιεί τις τυχόν αιτίες για τις οποίες πρόκειται να συνταχθεί έγ­γραφο με το οποίο διορθώνεται, συμπληρώνεται, τρο­ποποιείται ή επαναλαμβάνεται άλλο έγγραφο το οποίο αφορά πράξεις της παραγράφου 1 και της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του άρθρου 6.

Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ορίζεται ο τύπος, το περιεχόμενο και η διαδικασία υποβολής της ειδικής δήλωσης και των ειδικών εντύπων, καθώς και ο χρόνος υποβολής των εντύπων αυτών και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής.

  • δ) να ορίζει φορολογικό αντιπρόσωπο του, πριν από την ενέργεια οποιασδήποτε φορολογητέας πράξης στο εσωτερικό της χώρας, εφόσον πρόκειται για υποκείμενο στο φόρο που δεν είναι μόνιμα εγκαταστημένος στο εσωτερικό της χώρας ή στο εσωτερικό άλλου κράτους - μέλους και για την οποία είναι ο ίδιος υπόχρεος στο φόρο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35.

Ο ορισμός του φορολογικού αντιπροσώπου γίνεται με την κατάθεση αντιγράφου του σχετικού πληρεξούσιου εγγράφου στον προϊστάμενο Δ.Ο.Υ., που είναι αρμόδιος για τη φορολογία εισοδήματος του φορολογικού αντιπροσώπου.
Το αντίγραφο αυτό πρέπει να είναι θεωρημένο από την ελληνική προξενική αρχή του τόπου, όπου είναι εγκαταστημένος ο υποκείμενος στο φόρο, ή από την Αρχή που έχει οριστεί για τη θεώρηση, σύμφωνα με την από 5.10.1961 Σύμβαση της Χάγης.

  • ε) Φορολογικό αντιπρόσωπο δύνανται να ορίζουν, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου αυτής, και οι υποκείμενοι στο φόρο που είναι εγκατεστημένοι σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δεν διαθέτουν εγκατάσταση στην Ελλάδα. Ο φορολογικός αντιπρόσωπος της περίπτωσης αυτής δεν υποχρεούται στην τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων για τις πράξεις που πραγματοποιεί ο εντολέας του.
  • στ) να τηρεί θεωρημένο ειδικό βιβλίο όπου θα καταγράφει τα αγαθά που απέστειλε ή μετέφερε ή τα οποία απεστάλησαν ή μεταφέρθηκαν για λογαριασμό του σε άλλο κράτος-μέλος, για τις ανάγκες των πράξεων που αναφέρονται στις περιπτώσεις γ', δ' και ε' της παραγράφου 3 του άρθρου 7.

Στο βιβλίο αυτό καταχωρούνται επίσης τα μετακινούμενα αγαθά από άλλο κράτος-μέλος προς το εσωτερικό της χώρας σύμφωνα με την περίπτωση γ' του άρθρου 12.

Άρθ.36, Παρ.5. : Ο υποκείμενος στο φόρο που πραγματοποιεί ενδοκοινοτικές αποκτήσεις αγαθών, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 11 και 12, καθώς και παραδόσεις αγαθών, οι οποίες απαλλάσσονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28, υποχρεούται επίσης:

  • α) να υποβάλλει ανακεφαλαιωτικό πίνακα, για τις παραδόσεις αγαθών που πραγματοποιεί σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων α' και γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 28 και του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 15,
  • β) να χρησιμοποιεί για τις συναλλαγές αυτές τον αριθμό φορολογικού μητρώου του με το πρόθεμα "EL" πριν απ' αυτόν, καθώς επίσης και να αναγράφει στα στοιχεία που εκδίδει τον αριθμό του φορολογικού μητρώου (Φ.Π.Α.) του συναλλασσόμενου με το ανάλογο πρόθεμα που ισχύει σε κάθε κράτος-μέλος και
  • γ) να υποβάλλει στατιστική δήλωση (INTRASTAT) για τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές που πραγματοποιεί για κάθε μήνα,
  • δ) να υποβάλλει ανακεφαλαιωτικό πίνακα για τις ενδοκοινοτικές αποκτήσεις αγαθών που πραγματοποιεί μετά την 1.1.1996, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 11 και του άρθρου 12, καθώς και για τις αποκτήσεις που πραγματοποιεί και αποδεικνύει ότι έγιναν με σκοπό τη μεταγενέστερη παράδοση εντός άλλου κράτους – μέλους, σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 15.

5.α. Ο υποκείμενος στον φόρο που πραγματοποιεί παροχές υπηρεσιών, για τις οποίες ο τόπος δεν είναι το εσωτερικό της χώρας, σύμφωνα με την περίπτωση α της παραγράφου 2 του άρθρου 14, και για τις οποίες ο λήπτης είναι υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο ή μη υποκείμενο στον φόρο νομικό πρόσωπο που διαθέτει ΑΦΜ/ΦΠΑ σε άλλο κράτος - μέλος, υποχρεούται:

  • α) να χρησιμοποιεί, για τις εν λόγω παροχές υπη­ρεσιών, τον αριθμό φορολογικού μητρώου του με το πρόθεμα «EL» πριν από αυτόν, καθώς επίσης και να αναγράφει στα στοιχεία που εκδίδει τον αριθμό του φορολογικού μητρώου (Φ.Π.Α.) του συναλλασσόμενου με το ανάλογο πρόθεμα που ισχύει σε κάθε κράτος-μέλος και
  • β) να υποβάλλει ανακεφαλαιωτικό πίνακα, για τις εν λόγω παροχές υπηρεσιών.

Οι ανωτέρω υποχρεώσεις δεν ισχύουν προκειμένου για υπηρεσίες οι οποίες απαλλάσσονται από τον φόρο στο κράτος - μέλος του λήπτη των υπηρεσιών αυτών.5.β. Ο υποκείμενος στον φόρο ή το μη υποκείμενο στον φόρο νομικό πρόσωπο που διαθέτει ΑΦΜ/ΦΠΑ στο εσωτερικό της χώρας, που λαμβάνει υπηρεσίες από υποκείμενο στον φόρο εγκατεστημένο σε άλλο κράτος - μέλος, για τις οποίες ο τόπος είναι το εσω­τερικό της χώρας, σύμφωνα με την περίπτωση α' της παραγράφου 2 του άρθρου 14, και για τις οποίες είναι ο ίδιος υπόχρεος στον φόρο, υποχρεούται για τις εν λόγω υπηρεσίες που λαμβάνει:

  • α) να χρησιμοποιεί τον αριθμό φορολογικού μητρώου του με το πρόθεμα «EL» πριν από αυτόν,
  • β) να υποβάλλει ανακεφαλαιωτικό πίνακα.

Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει προκειμένου για υπη­ρεσίες οι οποίες απαλλάσσονται από τον φόρο στο εσωτερικό της χώρας.
5.γ. Οι πράξεις που αναφέρονται στις παραγράφους 5, 5.α και 5.β καταχωρούνται στους ανακεφαλαιωτικούς πίνακες την ημερολογιακή περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας ο φόρος καθίσταται απαιτητός, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 16 και 18 και στην περίπτωση μείωσης της φορολογητέας αξίας μετά την πραγματοποίηση της πράξης, την ημερολογιακή περίοδο που πραγματοποιείται η μείωση.

Άρθ.36, Παρ.6. : Ο υποκείμενος στο φόρο ο οποίος ενεργεί αποκλειστικά πράξεις για τις οποίες δεν του παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης, τα νομικά πρόσωπα που δεν υπόκεινται στο φόρο και οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος του άρθρου 41, εφόσον διενεργούν ενδοκοινοτικές αποκτήσεις αγαθών, οι οποίες δεν καλύπτονται από την παρέκκλιση της παραγράφου 2 του άρθρου 11 υποχρεούνται:

  • α) να υποβάλλουν τις δηλώσεις που προβλέπονται από την παράγραφο 1 και να λαμβάνουν Α.Φ.Μ., όπως προβλέπεται από την παράγραφο 2,
  • β) να υποβάλλουν δήλωση, με την οποία γνωστοποιούν τη διενέργεια φορολογητέων ενδοκοινοτικών αποκτήσεων αγαθών. Η δήλωση αυτή υποβάλλεται κατά το χρόνο που διαπιστώνεται η συνδρομή των προϋποθέσεων για τη φορολόγηση, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 11,
  • γ) να υποβάλλουν τη δήλωση που προβλέπεται από την παράγραφο 6 του άρθρου 38,
  • δ) να υποβάλλουν δήλωση με την οποία γνωστοποιούν την παύση των φορολογητέων ενδοκοινοτικών αποκτήσεων αγαθών. Η δήλωση αυτή υποβάλλεται μέχρι τις 10 Ιανουαρίου του έτους κατά το οποίο δεν προβλέπεται η πραγματοποίηση φορολογητέων ενδοκοινοτικών αποκτήσεων αγαθών,
  • ε) να υποβάλλουν τον ανακεφαλαιωτικό πίνακα που προβλέπεται στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 5 και τη δήλωση που προβλέπεται στην περίπτωση γ΄ της ίδιας παραγράφου και να εφαρμόζουν όσα προβλέπονται στην περίπτωση β΄ αυτής.

Άρθ.36, Παρ.7. : Τις υποχρεώσεις που προβλέπει το άρθρο αυτό έχουν κατά περίπτωση και τα εξής πρόσωπα:

  • α) ο εκκαθαριστής, ο κηδεμόνας, ο προσωρινός διαχειριστής και ο μεσεγγυούχος, στις περιπτώσεις κληρονομιάς και μεσεγγύησης,
  • β) ο επίτροπος, ο κηδεμόνας και ο αντιλήπτορας, στις περιπτώσεις ανηλίκων, απόντων, δικαστικά ή νόμιμα απαγορευμένων και των προσώπων που βρίσκονται υπό δικαστική αντίληψη,
  • γ) ο προσωρινός ή οριστικός σύνδικος, σε περίπτωση πτώχευσης του υποκείμενου στο φόρο,
  • δ) ο φορολογικός αντιπρόσωπος, στις περιπτώσεις που ορίζεται υπόχρεος στο φόρο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35,
  • ε) οι κληρονόμοι και οι δωρεοδόχοι του υποκείμενου στο φόρο για τις φορολογικές υποχρεώσεις του, μέχρι το θάνατο του ή τη σύσταση της δωρεάς εν ζωή,
  • στ) κάθε πρόσωπο το οποίο, με βάση νόμο ή δικαστική απόφαση, υποκαθιστά τον υποκείμενο στο φόρο,
  • ζ) ο εκπρόσωπος ή μέλος της ένωσης προσώπων, κατ' ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων της φορολογίας εισοδήματος,
  • η) ο ιδρυτής της επιχείρησης για τις υποχρεώσεις αυτής μέχρι το χρόνο έναρξης της λειτουργίας της επιχείρησης.

Άρθ.36, Παρ.8. : .Απαλλάσσονται από τις υποχρεώσεις του παρόντος άρθρου, εκτός αν άλλως ορίζεται σ' αυτό:

  • α) τα πρόσωπα, τα οποία καθίστανται υποκείμενα στο φόρο από περιστασιακή παράδοση καινούργιου μεταφορικού μέσου σε άλλο κράτος- μέλος,
  • β) οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος του άρθρου 41,
  • γ) τα νομικά πρόσωπα που δεν υπόκεινται στο φόρο,
  • δ) τα φυσικά πρόσωπα τα οποία πραγματοποιούν απαλλασσόμενες πράξεις της περίπτωσης κστ' της παραγράφου 1 του άρθρου 22 και μόνο για τις πράξεις αυτές.

Άρθ.36, Παρ.9. : Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται:

  • α) ο τύπος, το περιεχόμενο και η διαδικασία υποβολής των δηλώσεων,
  • β) ο τρόπος τήρησης και το περιεχόμενο του ειδικού βιβλίου που προβλέπεται στις περιπτώσεις α' και στ' της παραγράφου 4 αυτού του άρθρου,
  • γ) ο τύπος, το περιεχόμενο και ο χρόνος υποβολής των ανακεφαλαιωτικών πινάκων, που προβλέπονται από τις διατάξεις των περιπτώσεων α' και δ' της παραγρά­φου 5, καθώς και των παραγράφων 5α και 5β,
  • δ) ο χρόνος και ο τρόπος διαχωρισμού των ακαθαρίστων εσόδων από λιανικές πωλήσεις κατά συντελεστή φόρου,
  • ε) ο τύπος και το περιεχόμενο του στοιχείου, προκειμένου για παράδοση καινούργιου μεταφορικού μέσου και
  • στ) ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης έναρξης και παύσης πραγματοποίησης ενδοκοινοτικών αποκτή­σεων αγαθών, ενδοκοινοτικών παραδόσεων αγαθών, ενδοκοινοτικών λήψεων υπηρεσιών και ενδοκοινοτικών παροχών υπηρεσιών,
  • ζ) το χρονικό διάστημα εργασιών ίδρυσης επιχείρησης.

Άρθ.36, Παρ.10. : Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών ορίζονται τα τυχόν πρόσθετα στοιχεία του κοινοτικού εντύπου INTRASTAT, η διαδικασία και ο χρόνος υποβολής της δήλωσης που προβλέπεται στην περίπτωση γ' της παραγράφου 5.

Άρθ.36, Παρ.11. : Οι δηλώσεις που αναφέρονται στην περίπτωση β' της παραγράφου 4, καθώς και οι ανακεφαλαιωτικοί πίνακες που αναφέρονται στις παραγράφους 5, 5α και 5β, επιτρέπεται να υποβάλλονται μέσω διαβίβασης του αρχείου με ηλεκτρονικά μέσα.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, μπορεί να ορίζεται υποχρεωτική η ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων και των πινάκων αυτών ή υποχρεωτική η διαβίβαση του αρχείου με ηλεκτρονικά μέσα και να κα­θορίζεται η διαδικασία και κάθε άλλο σχετικό θέμα.)

(Σ.Σ. Δήλωση και συναφείς υποχρεώσεις

Άρθ.38.,Παρ.1. : Οι υπόχρεοι στο φόρο, που ενεργούν φορολογητέες πράξεις ή πράξεις απαλλασσόμενες του φόρου, για τις οποίες έχουν δικαίωμα έκπτωσης του φόρου εισροών με βάση τις διατάξεις του άρθρου 30 , οφείλουν να υποβάλλουν στη Δ.Ο.Υ., που είναι αρμόδια για την επιβολή του φόρου εισοδήματος τους, τις πιο κάτω δηλώσεις:

  • α) περιοδική δήλωση για κάθε φορολογική περίοδο που προκύπτει ποσό για καταβολή, ως εξής:
    • αα) Κάθε μήνα και μέχρι την 20ή ημέρα του επόμενου μήνα, εφόσον τηρούν βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων. Το ίδιο ισχύει και για το Δημόσιο που δεν είναι υποχρεωμένο να τηρεί βιβλία του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων όταν ασκεί δραστηριότητες για τις οποίες υπάγεται στο φόρο.
    • ββ) Κάθε ημερολογιακό τρίμηνο και μέχρι την 20ή ημέρα του μήνα που ακολουθεί το τρίμηνο, εφόσον τηρούν βιβλία πρώτης ή δεύτερης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.

Η περιοδική δήλωση περιλαμβάνει, για κάθε φορολογική περίοδο, την αξία των φορολογητέων παραδόσεων αγαθών και παροχής υπηρεσιών, την αξία των ενδοκοινοτικών αποκτήσεων αγαθών, στα οποία περιλαμβάνονται και τα καινούργια μεταφορικά μέσα και τα αγαθά που υπάγονται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης, την αξία των πράξεων παροχής υπηρεσιών, για τις οποίες οφείλεται φόρος από το λήπτη των υπηρεσιών αυτών, το φόρο που αναλογεί, την αξία των απαλλασσόμενων πράξεων, τις εκπτώσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 30, 31 και 32, καθώς και τη διαφορά φόρου που προκύπτει. Περιοδική δήλωση δεν υποβάλλουν οι επιχειρήσεις που δηλώνουν ότι βρίσκονται σε αδράνεια ή αναστολή εργασιών, εφόσον υποβάλλουν την αναφερόμενη στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 36 δήλωση μεταβολών.

  • β) Εκκαθαριστική δήλωση μέχρι την 25η ημέρα του δεύτερου μήνα που ακολουθεί τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου, εφόσον κατά τη λήξη της περιόδου αυτής δεν τηρούσαν βιβλία ή τηρούσαν βιβλία πρώτης ή δεύτερης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων ή μέχρι την 10η ημέρα του πέμπτου μήνα που ακολουθεί τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου, εφόσον κατά τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου τηρούσαν βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.

Η δήλωση αυτή περιλαμβάνει τα δεδομένα των περιοδικών δηλώσεων της διαχειριστικής περιόδου, μετά το διακανονισμό που έγινε, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 33.

1.α. Εφημεριδοπώλες, η δραστηριότητα των οποίων προσδιορίζεται από τις διατάξεις του ν.δ. 2943/1954 (ΦΕΚ 181 Α΄), δεδομένου ότι πραγματοποιούν πράξεις για τις οποίες δεν επιβάλλουν Φ.Π.Α., έχοντας παράλληλα δικαίωμα έκπτωσης του φόρου των εισροών τους, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 19, μπορούν να επιλέγουν τη μη υποβολή περιοδικών και εκκαθαριστικών δηλώσεων, εφόσον με δήλωσή τους επιλέγουν τη μη διενέργεια έκπτωσης του φόρου εισροών. Η δήλωση αυτή υποβάλλεται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. μέσα σε τριάντα ημέρες από την έναρξη της διαχειριστικής περιόδου και δεν μπορεί να ανακληθεί πριν την παρέλευση πενταετίας. Ειδικά κατά την πρώτη εφαρμογή για πράξεις που πραγματοποιήθηκαν από 1.7.2010, η εν λόγω δήλωση μπορεί να υποβληθεί μέχρι 31.5.2011.

Άρθ.38.,Παρ.2. : Η διαφορά φόρου που προκύπτει με τις παραπάνω δηλώσεις, αν είναι θετική και άνω των τριών (3) ευρώ καταβάλλεται στο Δημόσιο σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 54, αν είναι θετική μέχρι τρία (3) ευρώ μεταφέρεται για καταβολή στην επόμενη φορολογική περίοδο, και αν είναι αρνητική μεταφέρεται για έκπτωση ή επιστρέφεται, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 34.

Με την υποβολή περιοδικής ή εκκαθαριστικής δήλωσης καταβάλλεται το συνολικά οφειλόμενο ποσό.
Η περιοδική δήλωση, είναι αποδεκτή, και εφόσον με την υποβολή της καταβάλλεται ποσό τουλάχιστον δέκα (10) ευρώ. Στην περίπτωση αυτή ο οφειλόμενος φόρος βεβαιώνεται με την υποβολή της δήλωσης. Το υπόλοιπο οφειλόμενο ποσό καταβάλλεται ως εξής:

  • α) Στην περίπτωση εμπρόθεσμης δήλωσης σε δύο (2) δόσεις, η πρώτη των οποίων καθίσταται ληξιπρόθεσμη την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του μήνα κατά τον οποίο υποβάλλεται η δήλωση και η οποία ισούται με το ποσό που υπολείπεται για τη συμπλήρωση του πενήντα τοις εκατό (50%) του οφειλόμενου φόρου, και η δεύτερη δόση καθίσταται ληξιπρόθεσμη την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του επόμενου μήνα. Στην περίπτωση που το σύνολο του οφειλόμενου φόρου δεν υπερβαίνει το ποσό των εκατό (100) ευρώ, το υπόλοιπο του μη καταβληθέντος με τη δήλωση φόρου καθίσταται ληξιπρόθεσμο, στο σύνολό του, την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του μήνα κατά τον οποίο υποβάλλεται η δήλωση. Το ποσό που βεβαιώνεται για καταβολή στον επόμενο μήνα προσαυξάνεται κατά δύο τοις εκατό (2%) και η προσαύξηση αυτή βεβαιώνεται με την υποβολή της δήλωσης. Στην περίπτωση που με την υποβολή της δήλωσης καταβάλλεται τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) του οφειλόμενου φόρου, δεν βεβαιώνεται προς καταβολή ποσό στο τέλος του μήνα που υποβάλλεται η δήλωση.
  • β) Στην περίπτωση εκπρόθεσμης δήλωσης, καταβάλλεται εφάπαξ και καθίσταται ληξιπρόθεσμο την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του μήνα για τον οποίο ισχύει ο πρόσθετος φόρος που υπολογίσθηκε.

Ως καταβολή λογίζεται και η απόσβεση της οφειλής δια συμψηφισμού, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 83 του ν.δ. 356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε., Α΄ 90).
Εκκαθαριστική δήλωση χωρίς την καταβολή του οφειλόμενου ποσού δεν επάγει έννομα αποτελέσματα.
Εκπρόθεσμη δήλωση είναι αποδεκτή μέχρι την ημερομηνία καταχώρισης στο οικείο βιβλίο της πράξης προσδιορισμού του φόρου, η οποία εκδίδεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 49 και 50 παράγραφος 1 ή μέχρι την ημερομηνία κοινοποίησης της πράξης προσδιορισμού του φόρου που εκδίδεται κατόπιν ελέγχου σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 48Α και 50 παράγραφος 2, για μη καταλογισθέντα με τις εν λόγω πράξεις επιβολής φόρου ποσά. Μετά τις ανωτέρω ημερομηνίες η υποβολή δήλωσης για καταλογισθέντα ποσά δεν παράγει κανένα έννομο αποτέλεσμα.

Άρθ.38.,Παρ.3. : Οι δηλώσεις υποβάλλονται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.. Κατ'εξαίρεση οι εποχιακές επιχειρήσεις και οι επιχειρήσεις που εδρεύουν σε νησί όπου δεν εδρεύει Δ.Ο.Υ., μπορούν να υποβάλλουν τις δηλώσεις τους σε οποιαδήποτε Δ.Ο.Υ.. Επίσης αρνητική εκκαθαριστική δήλωση μπορεί να αποσταλεί ταχυδρομικά με απόδειξη από τις επιχειρήσεις αυτές.

Άρθ.38.,Παρ.4. : Όταν ο υποκείμενος στο φόρο διακόπτει οριστικά τις εργασίες της επιχείρησης του και αναχωρεί εκτός του εσωτερικού της χώρας ή μεταφέρει εκτός αυτού την οικονομική του δραστηριότητα, υποχρεούται, πριν από την αναχώρηση ή τη μεταφορά της δραστηριότητας του:

  • α) να επιδώσει τις προβλεπόμενες από το άρθρο αυτό δηλώσεις καινά καταβάλει τον οφειλόμενο φόρο,
  • β) να ορίσει στην Ελλάδα αντιπρόσωπο του φερέγγυο, που αναλαμβάνει την ευθύνη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων που προβλέπονται από τον παρόντα νόμο.

Στις παραπάνω περιπτώσεις η Φορολογική Αρχή μπορεί να ζητά κάθε αναγκαία εγγύηση, που κατά την κρίση της διασφαλίζει τα συμφέροντα του Δημοσίου.

Άρθ.38.,Παρ.5. : .Σε περίπτωση εισαγωγής αγαθών, ο υπόχρεος στο φόρο καταθέτει διασάφηση εισαγωγής ή άλλο τελωνειακό παραστατικό έγγραφο στο τελωνείο εισαγωγής, σύμφωνα με τις τελωνειακές διατάξεις.

Άρθ.38.,Παρ.6. : Ο υποκείμενος στο φόρο, ο οποίος ενεργεί αποκλειστικά πράξεις για τις οποίες δεν του παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης, τα νομικά πρόσωπα που δεν υπάγονται στο φόρο σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 3, καθώς και οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος του άρθρου 41, που πραγματοποιούν φορολογητέες ενδοκοινοτικές αποκτήσεις αγαθών ή λαμβάνουν υπηρεσίες για τις οποίες είναι υπόχρεοι για την καταβολή του φόρου, υποχρεούνται να υποβάλλουν εκκαθαριστική δήλωση και για χρήσεις που δεν έχει πραγματοποιηθεί καμία από τις ανωτέρω πράξεις, καθώς και περιοδική δήλωση μόνο για τις φορολογικές περιόδους κατά τις οποίες πραγματοποιούν τις ως άνω φορολογητέες πράξεις. Οι δηλώσεις αυτές περιλαμβάνουν την αξία των ενδοκοινοτικών αποκτήσεων αγαθών και κάθε άλλης πράξης, για τις οποίες ο φόρος κατέστη απαιτητός κατά την ίδια φορολογική περίοδο, καθώς και το φόρο που αναλογεί στις πράξεις αυτές.

Άρθ.38.,Παρ.7. : Οποιοδήποτε πρόσωπο που πραγματοποιεί ενδοκοινοτική απόκτηση καινούργιου μεταφορικού μέσου, υποχρεούται να υποβάλλει στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή ειδική δήλωση για την καταβολή του φόρου που αναλογεί στην απόκτηση αυτή.

Η δήλωση αυτή υποβάλλεται το αργότερο μέχρι τη 10η του επόμενου μήνα από εκείνον κατά τον οποίο ο φόρος κατέστη απαιτητός και πάντως πριν από την έκδοση άδειας κυκλοφορίας του μεταφορικού μέσου στο εσωτερικό της χώρας από την, κατά περίπτωση, αρμόδια αρχή.

Την υποχρέωση αυτή έχουν και τα πρόσωπα, τα οποία καλύπτονται από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 11, στην περίπτωση που αποκτούν αγαθά, τα οποία υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης από άλλο κράτος-μέλος.
Προκειμένου περί μεταφορικών μέσων, υπαγόμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, η ημερομηνία υποβολής της ειδικής αυτής δήλωσης είναι εκείνη που προβλέπεται για τον ειδικό φόρο κατανάλωσης.

Άρθ.38.,Παρ.8. : Τα πρόσωπα που καθίστανται υποκείμενα στο φόρο από περιστασιακή παράδοση καινούριου μεταφορικού μέσου υποχρεούνται να υποβάλουν έκτακτη περιοδική δήλωση, πριν από την άσκηση του δικαιώματος επιστροφής του φόρου, που προβλέπεται από το άρθρο 34.

Άρθ.38.,Παρ.9. : .........................................

Άρθ.38.,Παρ.10. : Η ειδική δήλωση της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 36 ανακαλείται στις περιπτώσεις ματαίωσης του συμβολαίου, ύστερα από αίτηση του υποκειμένου η οποία υποβάλλεται με την ίδια αίτηση για ακύρωση της πράξης προσδιορισμού του φόρου σύμφωνα με την περίπτωση α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 56.

Άρθ.38.,Παρ.11. : Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών:

  • α) ορίζονται ο τύπος και το περιεχόμενο των δηλώσεων, τα στοιχεία που υποβάλλονται με αυτές, ο τρόπος υποβολής των δηλώσεων,
  • β) μπορεί να ορίζεται μεγαλύτερη ή μικρότερη φορολογική περίοδος η οποία σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερη του ενός μηνός, για την υποβολή της περιοδικής δήλωσης,
  • γ) μπορεί να χορηγείται διαφορετική προθεσμία για την υποβολή της περιοδικής ή εκκαθαριστικής δήλωσης, ή παράταση της προθεσμίας για την υποβολή των ανωτέρω δηλώσεων, καθώς και των ανακεφαλαιωτικών πινάκων των περιπτώσεων α΄ και δ΄ της παραγράφου 5 και των παραγράφων 5α και 5β του άρθρου 36 λόγω ειδικών συνθηκών. Η απόφαση παράτασης εκδίδεται το αργότερο μέχρι τη λήξη της προβλεπόμενης προθεσμίας και ισχύει από το χρόνο έκδοσής της,
  • δ) καθορίζεται ο τρόπος άσκησης της επιλογής που αναφέρεται στην παράγραφο 1α.)


(Σ.Σ. Με Θέμα : Όροι και προϋποθέσεις χορήγησης άδειας αναστολής καταβολής του Φ.Π.Α. κατά την εισαγωγή αγαθών και εφαρμογή του συστήματος αντιστροφής της υποχρέωσης για τις παραδόσεις αγαθών στο εσωτερικό της χώρας και απόφαση :

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α' ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 1
Πεδίο εφαρμογής
1. Με την παρούσα απόφαση καθορίζεται διαδικασία χορήγησης άδειας σε μη εγκατεστημένα στη χώρα μας υποκείμενα στο φόρο προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.) πρόσωπα, για την πραγματοποίηση εισαγωγών, μη υποκείμενων σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης εμπορευμάτων, με αναστολή καταβολής του οφειλόμενου Φ.Π.Α. κατά την εισαγωγή και εφαρμογή του συστήματος αντιστροφής της υποχρέωσης για τις μεταγενέστερες παραδόσεις των αγαθών στο εσωτερικό της χώρας.

2. Για την εφαρμογή της διαδικασίας αναστολής του Φ.Π.Α. κατά την εισαγωγή αγαθών, πρέπει να πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

  • α) ο εισαγωγέας είναι μη εγκατεστημένο στη χώρα μας υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο,
  • β) ο φόρος προστιθεμένης αξίας που βεβαιώνεται επί του οικείου τελωνειακού παραστατικού εισαγωγής δεν εισπράττεται από την αρμόδια τελωνειακή αρχή εισαγωγής αλλά αναγράφεται στην περιοδική και εκκαθαριστική δήλωση Φ.Π.Α. του εισαγωγέα,
  • γ) ο εισαγωγέας πραγματοποιεί εισαγωγές, μη υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης εμπορευμάτων, ετήσιας στατιστικής αξίας ύψους τουλάχιστον 300.000.000 ευρώ. Ειδικά για τα πρώτα πέντε έτη ένταξης του εισαγωγέα στο καθεστώς, η ετήσια στατιστική αξία προσδιορίζεται σε 120.000.000 ευρώ,
  • δ) ποσοστό άνω του 90% της αξίας των εισαγομένων εμπορευμάτων σε ετήσια βάση παραδίδεται σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) ή σε τρίτες χώρες.

Η χορήγηση της άδειας μπορεί να αφορά και Όμιλο εταιρειών.
Τα όρια που ορίζονται στις περιπτώσεις γ'και δ'υ-πολογίζονται κατά ημερολογιακό έτος με εξαίρεση το έτος ένταξης στο καθεστώς για το οποίο υπολογίζεται δωδεκάμηνη περίοδος που αρχίζει από την ημερομηνία έκδοσης της άδειας και λήγει την αντίστοιχη ημερομηνία του επόμενου έτους.

3. Για την εφαρμογή της διαδικασίας αντιστροφής της υποχρέωσης στις παραδόσεις αγαθών στο εσωτερικό της χώρας πρέπει να πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

  • α) ο πωλητής είναι πρόσωπο μη εγκατεστημένο στο εσωτερικό της χώρας και είτε του έχει χορηγηθεί αναστολή καταβολής του Φ.Π.Α. κατά την εισαγωγή είτε ανήκει σε Όμιλο οι επιχειρήσεις του οποίου συμμετέχουν στην άδεια αναστολής καταβολής του Φ.Π.Α., σύμφωνα με τα ανωτέρω αναφερόμενα και
  • β) ο πωλητής και ο αγοραστής των αγαθών να διαθέτουν Α.Φ.Μ. / Φ.Π.Α. στο εσωτερικό της χώρας.

Άρθρο 2
Ορισμοί
Για την εφαρμογή της παρούσας απόφασης νοούνται:
1. Πρόσωπο μη εγκατεστημένο στην Ελλάδα: κάθε νομικό πρόσωπο ή ένωση προσώπων που έχει εκτός Ελλάδος την καταστατική του έδρα, την κεντρική του διοίκηση ή μόνιμη εγκατάσταση.

2. Όμιλος εταιρειών: κάθε όμιλος που περιλαμβάνει ελέγχουσα και ελεγχόμενες εταιρείες. Ως “ελέγχουσα εταιρεία” νοείται εταιρεία του Ομίλου που ασκεί επιρροή, άμεση ή έμμεση, σε άλλη εταιρεία που καλείται ελεγχόμενη λόγω των δικαιωμάτων κυριότητας, χρηματοοικονομικής συμμετοχής ή ειδικών κανόνων δικαίου.

3. Δικαιούχος της άδειας: πρόσωπο στο όνομα του οποίου εκδίδεται η άδεια αναστολής καταβολής του Φ.Π.Α. κατά την εισαγωγή αγαθών.

4. Εγκεκριμένος Οικονομικός Φορέας (ΑϋίΙιοιϊεθοΙ Εοοποιτιιο ΟρβΓείοΓ): οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας μη εγκατεστημένος στη χώρα μας ο οποίος επωφελείται από διευκολύνσεις όσον αφορά τους τελωνειακούς ελέγχους που άπτονται της ασφάλειας και της προστασίας ή/και από απλουστεύσεις που προβλέπονται από τους τελωνειακούς κανόνες εφόσον πληροί τα κριτήρια του άρθρου 5α του καν. αριθμ. 2913/92 του Συμβουλίου -Κοινοτικός Τελωνειακός Κώδικας.

5. Πιστοποιητικά ΑΕΟ: πιστοποιητικά που εκδίδονται από τις τελωνειακές αρχές των Κρατών Μελών σε οικονομικούς φορείς ώστε να επωφελούνται από απλουστεύσεις που προβλέπονται στην τελωνειακή νομοθεσία, από διευκολύνσεις κατά τους τελωνειακούς ελέγχους σχετικά με την ασφάλεια και προστασία και οι οποίοι πληρούν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στα άρθρα 14η έως 14ια του καν. αριθμ. 2454/93 της Επιτροπής - Διατάξεις Εφαρμογής Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα.

6. Αριθμός EORI (Economic Operator Registration Identification): μοναδικός αριθμός καταχώρησης και αναγνώρισης κάθε οικονομικού φορέα στην Ευρωπαϊκή Ένωση που χρησιμεύει ως κοινό στοιχείο αναφοράς στις συναλλαγές των οικονομικών φορέων με τις τελωνειακές αρχές σε όλη την Κοινότητα καθώς και για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των τελωνειακών αρχών των Κρατών - Μελών.

7. Α.Φ.Μ.: Αριθμός Φορολογικού Μητρώου που χορηγείται από την αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.).

8. Στατιστική αξία εισαγωγών: η τιμή που πράγματι πληρώνεται ή πρέπει να πληρωθεί για τα εισαγόμενα αγαθά, εξαιρουμένων των αυθαίρετων ή πλασματικών αξιών, κατά τη στιγμή και στον τόπο όπου τα αγαθά διασχίζουν τα σύνορα του κράτους μέλους προορισμού και η οποία αναπροσαρμόζεται, όταν απαιτείται, κατά τρόπον ώστε να περιλαμβάνει αποκλειστικά και εξ ολοκλήρου το κόστος μεταφοράς και ασφάλισης που απαιτείται για την παράδοση των αγαθών από τον τόπο αναχώρησής τους στα σύνορα του κράτους μέλους προορισμού (αξία CIF).

9. Νόμιμος εκπρόσωπος: οποιοδήποτε πρόσωπο ορίζεται από τον αιτούντα ως υπεύθυνο ενώπιον των τελωνειακών και φορολογικών αρχών για την υποβολή της αίτησης και των δικαιολογητικών εγγράφων που τη συνοδεύουν, για την υποβολή οποιουδήποτε εγγράφου ή πληροφορίας που απαιτείται για την έκδοση της άδειας καθώς και για την παρακολούθηση των προϋποθέσεων εφαρμογής της διαδικασίας αναστολής καταβολής του Φ.Π.Α. κατά την εισαγωγή.

Άρθρο 3
Αρμόδιες αρχές
1. Αρμόδιες αρχές για την έκδοση της άδειας αναστολής καταβολής του Φ.Π.Α. κατά την εισαγωγή αγαθών και εφαρμογής του συστήματος αντιστροφής της υποχρέωσης για τις μετέπειτα παραδόσεις αγαθών στο εσωτερικό της χώρας:
Η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων ορίζεται ως αρμόδια αρχή έκδοσης της άδειας αναστολής καταβολής του Φ.Π.Α. κατά την εισαγωγή, συνεπικουρούμενη από τη Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και Ε.Φ.Κ. και τη Γενική Διεύθυνση Φορολογίας.
Ειδικότερα, οι ΕΛ.ΥΤ. Αττικής και Θεσσαλονίκης ορίζονται ως αρμόδιες αρχές για τον έλεγχο των κριτηρίων της χρηματοπιστωτικής φερεγγυότητας, της συμμόρφωσης προς τις τελωνειακές απαιτήσεις και της ύπαρξης ικανοποιητικού συστήματος διαχείρισης εμπορικών και μεταφορικών καταχωρήσεων του δικαιούχου της άδειας.

2. Αρμόδιες αρχές για την παρακολούθηση της διαδικασίας αναστολής καταβολής του Φ.Π.Α. κατά την εισαγωγή αγαθών:
Η 1η Τελωνειακή Περιφέρεια Αττικής και η 2η Τελωνειακή Περιφέρεια Θεσσαλονίκης ορίζονται, κατά περίπτωση, ως αρμόδιες αρχές για τη γενικότερη παρακολούθηση και ορθή εφαρμογή της διαδικασίας αναστολής καταβολής του Φ.Π.Α. κατά την εισαγωγή, τη συγκέντρωση των στοιχείων εισαγωγών που πραγματοποιούν οι δικαιούχοι της άδειας κατά τη διάρκεια ενός ημερολογιακού έτους και την τήρηση αρχείου αδειών.

Οι ΕΛ.ΥΤ. Αττικής και Θεσσαλονίκης ορίζονται, κατά περίπτωση, ως αρμόδιες αρχές για την παρακολούθηση και τον έλεγχο του κριτηρίου γ της παρ. 4α του άρθρου 29 του Ν. 2960/2001. Για να διαπιστωθεί ότι πληρείται το κριτήριο γ της παρ. 4α του άρθρου 29 του Ν. 2960/2001, η αξία των παραδόσεων που πραγματοποιούνται σε μεταγενέστερο της εισαγωγής χρόνο μειώνεται με το περιθώριο κέρδους ώστε να προσεγγίζει τη στατιστική αξία εισαγωγής. Οποιαδήποτε μεταβολή του περιθωρίου κέρδους γνωστοποιείται άμεσα από τον δικαιούχο της άδειας στην αρμόδια αρχή έκδοσης.

3. Αρμόδιες αρχές για την παρακολούθηση της εκπλήρωσης των φορολογικών υποχρεώσεων των μη εγκατεστημένων στην Ελλάδα υποκείμενων στο φόρο: Η Α' Δ.Ο.Υ. Αθηνών ορίζεται ως αρμόδια για την απόδοση του Α.Φ.Μ. στις μη εγκατεστημένες στην Ελλάδα επιχειρήσεις καθώς και για την εκπλήρωση των δηλωτικών υποχρεώσεων των επιχειρήσεων αυτών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΤΟΥ Φ.Π.Α. ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗΣ ΤΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ
Άρθρο 4
Υποβολή αίτησης
1. Για τη χορήγηση άδειας αναστολής καταβολής του Φ.Π.Α. κατά την εισαγωγή αγαθών και αντιστροφής της υποχρέωσης κατά την παράδοση αγαθών στο εσωτερικό της χώρας υποβάλλεται αίτηση από το μη εγκατεστημένο στη χώρα μας πρόσωπο προς τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων σύμφωνα με το υπόδειγμα του εντύπου που παρατίθεται στο Παράρτημα I.

  • i. Στην αίτηση δηλώνεται:
    • α) η επωνυμία του αιτούντος και ο αριθμός EORI του αιτούντος που του έχει αποδοθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση για τις συναλλαγές που πραγματοποιεί με τις τελωνειακές αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
    • β) ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου του αιτούντος και του νόμιμου εκπροσώπου του που έχουν αποδοθεί στη χώρα μας. Το πεδίο αυτό δεν συμπληρώνεται για τον αιτούντα εφόσον πρόκειται για πρόσωπο εγκατεστημένο εκτός Ε.Ε.,
    • γ) πιστοποιητικά ΑΕΟ, εφόσον υπάρχουν, εκδοθέντα από αρμόδιες τελωνειακές αρχές της Κοινότητας,
    • δ) τα τελωνεία εισαγωγής και εξαγωγής εμπορευμάτων,
    • ε) ο τόπος όπου τηρούνται οι κύριες λογιστικές καταχωρήσεις του αιτούντος,
    • στ) ο τύπος κύριας λογιστικής καταχώρησης (σε ηλεκτρονική ή σε έντυπη μορφή και το είδος του χρησιμοποιούμενου συστήματος και λογισμικού),
    • ζ) η εκτιμώμενη στατιστική αξία εισαγωγών σε ετήσια βάση,
    • η) εάν ο αιτών έχει καταδικαστεί στη χώρα εγκατάστασής του για σοβαρό αδίκημα συνδεόμενο με την οικονομική του δραστηριότητα ή τελεί υπό διαδικασία πτώχευσης,
    • θ) ότι ο αιτών θα καταθέσει, εντός προθεσμίας δέκα (10) εργάσιμων ημερών, φάκελο που θα περιλαμβάνει δικαιολογητικά έγγραφα ως προς τα ως άνω δηλωθέντα στην αίτηση στοιχεία, τη ροή των εμπορικών συναλλαγών (τιμολόγηση εισαγομένων αγαθών και τιμολόγηση μεταγενέστερων παραδόσεων), τα εφαρμοζόμενα περιθώρια κέρδους καθώς και στοιχεία που αποδεικνύουν ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις της χρηματοπιστωτικής φερεγγυότητας, της συμμόρφωσης προς τις τελωνειακές απαιτήσεις και της ύπαρξης ικανοποιητικού συστήματος διαχείρισης εμπορικών και μεταφορικών καταχωρήσεων του αιτούντος.
  • ii. Σε περίπτωση Ομίλου εταιρειών, στην αίτηση δηλώνεται:
    • α) η επωνυμία και ο αριθμός EORI όλων των εταιρειών του Ομίλου που τους έχουν αποδοθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση για τις συναλλαγές που πραγματοποιούν με τις τελωνειακές αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
    • β) οι Αριθμοί Φορολογικού Μητρώου όλων των εταιρειών του Ομίλου και του νόμιμου εκπροσώπου του Ομίλου, που έχουν αποδοθεί στη χώρα μας. Το πεδίο αυτό δεν συμπληρώνεται από πρόσωπα εγκατεστημένα εκτός Ε.Ε.,
    • γ) πιστοποιητικά ΑΕΟ, εφόσον υπάρχουν, εκδοθέντα από αρμόδιες τελωνειακές αρχές της Κοινότητας για όλες τις εταιρείες του Ομίλου,
    • δ) οι εταιρείες του Ομίλου που θα δραστηριοποιούνται στα πλαίσια εφαρμογής της παρούσας και η επωνυμία της εταιρείας/εταιρειών που θα υποβάλλουν διασάφηση εισαγωγής στην αρμόδια τελωνειακή αρχή,
    • ε) η εκτιμώμενη στατιστική αξία εισαγωγών σε ετήσια βάση για το σύνολο των εταιρειών του Ομίλου,
    • στ) τα τελωνεία εισαγωγής και εξαγωγής εμπορευμάτων,
    • ζ) ο τόπος όπου τηρούνται οι κύριες λογιστικές καταχωρήσεις κάθε εταιρείας του Ομίλου,
    • η) ο τύπος κύριας λογιστικής καταχώρησης κάθε εταιρείας του Ομίλου (σε ηλεκτρονική ή σε έντυπη μορφή και το είδος του χρησιμοποιούμενου συστήματος και λογισμικού),
    • θ) εάν για εταιρεία του Ομίλου υφίσταται καταδικαστική απόφαση για σοβαρό αδίκημα συνδεόμενο με την οικονομική της δραστηριότητα ή εάν εταιρεία του Ομίλου τελεί υπό διαδικασία πτώχευσης, ι) ότι ο αιτών θα καταθέσει, εντός προθεσμίας δέκα (10) εργάσιμων ημερών, φάκελο που θα περιλαμβάνει:
      • - γενική περιγραφή της μητρικής εταιρείας και της στρατηγικής της,
      • - γενική περιγραφή της οργανωτικής, νομικής και λειτουργικής δομής του Ομίλου,
      • - γενική περιγραφή των εταιρειών του Ομίλου,
      • - γενική περιγραφή της ροής των εμπορικών συναλλαγών και της ροής των ενδοομιλικών συναλλαγών καθώς και τα εφαρμοζόμενα περιθώρια κέρδους,
      • - τα δικαιολογητικά έγγραφα για τα δηλωθέντα α-θ στην αίτηση στοιχεία,
      • - τα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις της χρηματοπιστωτικής φερεγγυότητας, της συμμόρφωσης προς τις τελωνειακές απαιτήσεις και της ύπαρξης ικανοποιητικού συστήματος διαχείρισης εμπορικών και μεταφορικών καταχωρήσεων του αιτούντος για κάθε εταιρεία του Ομίλου.
  • "iii[1]. Κατόπιν υποβολής της αίτησης και εντός προθεσμίας δέκα (10) εργάσιμων ημερών υποβάλλεται από τον αιτούντα φάκελος που περιλαμβάνει τα στοιχεία που αναφέρονται στο σημείο (θ) της περίπτωσης i και στο σημείο (ι) της περίπτωσης ii της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου."

2. Η αίτηση δεν γίνεται αποδεκτή στις ακόλουθες περιπτώσεις:

  • α) εάν η αίτηση δεν περιλαμβάνει τα στοιχεία της παραγράφου 1,
  • β) εάν ο αιτών έχει καταδικαστεί για σοβαρό αδίκημα, συνδεόμενο με την οικονομική του δραστηριότητα ή τελεί υπό διαδικασία πτώχευσης κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης. Σε περίπτωση Ομίλου εταιρειών, το εν λόγω στοιχείο ισχύει για κάθε εταιρεία του Ομίλου,
  • γ) εάν ο νόμιμος εκπρόσωπος του αιτούντος, έχει καταδικαστεί για σοβαρό ποινικό αδίκημα.

3. Σε περίπτωση αποδοχής της αίτησης, η αρμόδια αρχή έκδοσης γνωστοποιεί εγγράφως στον αιτούντα την αποδοχή της αίτησης.

4. Σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης, η αρμόδια αρχή έκδοσης γνωστοποιεί εγγράφως στον αιτούντα τους λόγους απόρριψης της αίτησης.

Άρθρο 5
Προϋποθέσεις έκδοσης της άδειας
1. Οι προϋποθέσεις χορήγησης άδειας αναστολής καταβολής του Φ.Π.Α. κατά την εισαγωγή περιλαμβάνουν:

  • - ικανοποιητικό ιστορικό συμμόρφωσης προς τις τε-λωνειακές απαιτήσεις,
  • - ικανοποιητικό σύστημα διαχείρισης εμπορικών και μεταφορικών καταχωρήσεων,
  • - αποδεδειγμένη χρηματοπιστωτική φερεγγυότητα.

2. Το ιστορικό συμμόρφωσης προς τις τελωνειακές απαιτήσεις θεωρείται ικανοποιητικό αν κατά τα τρία τελευταία χρόνια πριν από την υποβολή της αίτησης δεν έχουν διαπραχθεί σοβαρές ή επανειλημμένες παραβάσεις της τελωνειακής νομοθεσίας από κανένα από τα ακόλουθα πρόσωπα:

  • α) τον αιτούντα
  • β) τον νόμιμο εκπρόσωπο του αιτούντος,

Το ιστορικό συμμόρφωσης προς τις τελωνειακές απαιτήσεις μπορεί να θεωρηθεί ικανοποιητικό, όταν η αρμόδια τελωνειακή αρχή κρίνει τυχόν υπάρχουσες παραβάσεις αμελητέες σε σχέση με τον αριθμό ή τον όγκο των τελωνειακών δραστηριοτήτων και ότι αυτές δεν δημιουργούν αμφιβολίες ως προς την καλή πίστη του αιτούντος.

3. Ο αιτών διαθέτει ικανοποιητικό σύστημα διαχείρισης εμπορικών και μεταφορικών καταχωρίσεων σε περίπτωση που πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις:

  • α) διατηρεί σύστημα λογιστικής σύμφωνο με τις γενικά αποδεκτές αρχές της λογιστικής που εφαρμόζονται στο κράτος στο οποίο τηρούνται οι λογιστικές καταχωρίσεις·
  • β) διαθέτει σύστημα εφοδιαστικής διαχείρισης που επιτρέπει την διάκριση των κοινοτικών και μη κοινοτικών εμπορευμάτων·
  • γ) διαθέτει διοικητική οργάνωση ανάλογη με το είδος και το μέγεθος της επιχείρησης, κατάλληλη για τη διαχείριση της διακίνησης των εμπορευμάτων, καθώς και εσωτερικούς ελέγχους·
  • δ) διαθέτει κατάλληλα μέτρα για την ασφάλεια της τεχνολογίας της πληροφορικής που χρησιμοποιεί, για την προστασία του μηχανογραφικού του συστήματος από μη εξουσιοδοτημένη παρείσφρηση και τη διασφάλιση των εγγράφων του.

4. Η προϋπόθεση περί της χρηματοπιστωτικής φερεγγυότητας του αιτούντος θεωρείται ότι πληρούται εφόσον η φερεγγυότητά του αποδεικνύεται για τα τρία τελευταία χρόνια.

Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως χρηματοπιστωτική φερεγγυότητα νοείται μια υγιής οικονομική κατάσταση που είναι επαρκής για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων του αιτούντος, λαμβανομένων δεόντως υπόψη των χαρακτηριστικών του είδους της επιχειρηματικής του δραστηριότητας.
Όταν έχουν παρέλθει λιγότερα από τρία χρόνια από την έναρξη δραστηριότητας του αιτούντος, η χρηματοπιστωτική του φερεγγυότητα κρίνεται με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία και πληροφορίες.

5. Οι ανωτέρω προϋποθέσεις αποδεικνύονται με την προσκόμιση εκ μέρους του αιτούντα πιστοποιητικού ΑΕΟ που έχει εκδοθεί από τις αρμόδιες τελωνειακές αρχές των Κρατών Μελών του τόπου εγκατάστασής τους ή με προσκόμιση πιστοποιητικού ΑΕΟ που έχει εκδοθεί βάσει διεθνούς συμφωνίας μεταξύ της Κοινότητας και της τρίτης χώρας στην οποία είναι εγκατεστημένος ο οικονομικός φορέας η οποία προβλέπει την αμοιβαία αναγνώριση των πιστοποιητικών ΑΕΟ ή με έγγραφα τελωνειακών, φορολογικών και άλλων επίσημων αρχών του Κράτους εγκατάστασης του αιτούντος.
Σε περίπτωση Ομίλου εταιρειών, οι ανωτέρω προϋποθέσεις χορήγησης της άδειας αναστολής καταβολής του Φ.Π.Α. κατά την εισαγωγή πρέπει να πληρούνται για κάθε εταιρεία του Ομίλου.

Άρθρο 6
Έκδοση άδειας
1. Η αίτηση διαβιβάζεται από τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων στις αρμόδιες Γενικές Διευθύνσεις Τελωνείων και Ε.Φ.Κ. και Φορολογίας.

«2[2]. Εφόσον η αίτηση περιλαμβάνει τα στοιχεία α-η της περίπτωσης i και α-θ της περίπτωσης ii της παραγράφου 1 του άρθρου 4 και έχει κατατεθεί ο φάκελος που προβλέπεται στην περίπτωση iii της παραγράφου 1 του άρθρου 4 της παρούσας, δύναται η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων να χορηγεί προέγκριση της άδειας εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών, από την κατάθεση της αίτησης, με σκοπό την δυνατότητα έναρξης πραγματοποίησης συναλλαγών. Προέγκριση της άδειας δεν μπορεί να χορηγηθεί στην περίπτωση που ο αιτών είναι πρόσωπο εγκατεστημένο εκτός Ε.Ε.
Η διοικητική πράξη που εκδίδεται από τη Γεν. Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων για την προέγκριση της άδειας γνωστοποιείται στον αιτούντα και στις αρμόδιες τελωνειακές και φορολογικές αρχές.».

3. Η Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και Ε.Φ.Κ. διαβιβάζει την αίτηση και όλα τα δικαιολογητικά που υποβάλλονται με αυτήν στην αρμόδια, κατά περίπτωση, ΕΛ.ΥΤ. Αττικής και Θεσσαλονίκης με σκοπό τον έλεγχο των δηλωθέντων στην αίτηση πληροφοριών καθώς και τον έλεγχο των προϋποθέσεων του άρθρου 5. Η αρμόδια ΕΛ.ΥΤ. μετά την επεξεργασία και τον έλεγχο των στοιχείων εισηγείται περί της έγκρισης χορήγησης της άδειας ή απόρριψης αυτής προς τη Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και Ε.Φ.Κ. εντός προθεσμίας εξήντα (60) ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία παραλαβής από αυτή του σχετικού φακέλου.

4. Η άδεια χορηγείται από την αρμόδια Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων εντός προθεσμίας εκατόν είκοσι (120) ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του φακέλου της περίπτωσης iii της παραγράφου 1 του άρθρου 4.

5. Η άδεια εκδίδεται από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με το υπόδειγμα που παρατίθεται στο Παράρτημα II της παρούσας και κοινοποιείται στον αιτούντα.

6. Η άδεια γνωστοποιείται άμεσα στις εμπλεκόμενες τελωνειακές και φορολογικές αρχές, τις αρμόδιες ΕΛ.ΥΤ. και τις Τελωνειακές Περιφέρειες.

7. Η άδεια τίθεται σε ισχύ εντός προθεσμίας τριών (3) ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία έκδοσής της και διαρκεί μέχρι την ανάκλησή της.

8. Οποιαδήποτε μεταβολή στα στοιχεία της άδειας γνωστοποιείται άμεσα από τον δικαιούχο της άδειας στην αρμόδια αρχή έκδοσης.

Άρθρο 7
Απόρριψη αίτησης άδειας
Η αρμόδια αρχή δεν προβαίνει στην έκδοση της άδειας όταν διαπιστωθεί από τον έλεγχο των στοιχείων της αίτησης και των δικαιολογητικών αυτής ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις έκδοσης της άδειας.
Σε περίπτωση απόρριψης της άδειας, η αρμόδια αρχή έκδοσης προβαίνει στις κατωτέρω ενέργειες: α) κοινοποιεί εγγράφως στον αιτούντα τους λόγους επί των οποίων προτίθεται να βασίσει την απόρριψη αυτή και του παρέχει τη δυνατότητα να ασκήσει το Δικαίωμα Προηγούμενης Ακρόασης, προκειμένου να εκθέσει τις απόψεις του, εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία πραγματοποιήθηκε ή θεωρείται ότι πραγματοποιήθηκε, η παραλαβή της έγγραφης κοινοποίησης, β) σε περίπτωση που και μετά την έκθεση των απόψεων του αιτούντα κατά τα ανωτέρω, εξακολουθούν να υφίστανται οι λόγοι απόρριψης, η αρμόδια αρχή έκδοσης κοινοποιεί με αιτιολογημένη απόφασή της στον αιτούντα, τους λόγους απόρριψης της άδειας και κοινοποιεί την απόφαση αυτή στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.

Άρθρο 8
Ανάκληση άδειας
Η άδεια ανακαλείται από την αρμόδια αρχή έκδοσης στις ακόλουθες περιπτώσεις:

  • α) όταν διαπιστώνεται, από τον έλεγχο που πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια του έτους από τις αρμόδιες ΕΛ.ΥΤ., ότι δεν πληρούνται ή καταστρατηγούνται τα κριτήρια β και γ της παραγράφου 4α του άρθρου 29 του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα,
  • β) όταν έχουν διαπραχθεί σοβαρές παραβάσεις σχετικά με την τελωνειακή και φορολογική νομοθεσία από τον δικαιούχο της άδειας,
  • γ) κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερόμενου προσώπου. Η ανάκληση της άδειας παράγει έννομα αποτελέσματα από την επόμενη μέρα της γνωστοποίησής της.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'
ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΚΑΙ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ - ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΩΝ ΣΤΟ ΦΟΡΟ ΠΡΟΣΩΠΩΝ - ΝΟΜΙΜΟΥ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΥ
Άρθρο 9
Διαδικασία Χορήγησης Α.Φ.Μ
«[3]1. Για τη χορήγηση ΑΦΜ στα πρόσωπα που χορηγείται άδεια σύμφωνα με το άρθρο 1 εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται στην ΑΥΟ ΠΟΛ.1113/2013.

2. Ειδικά για τους υποκείμενους στο φόρο που είναι εγκατεστημένοι σε τρίτες χώρες, η συμπλήρωση της δήλωσης του Παραρτήματος Ι της ανωτέρω ΑΥΟ προσαρμόζεται στα στοιχεία των προσώπων αυτών. Η ανωτέρω δήλωση μπορεί να υποβληθεί μόνο μετά την οριστική έγκριση της άδειας που προβλέπεται στο άρθρο 1. Για λόγους ταυτοποίησης, τα πρόσωπα αυτά υποχρεούνται να υποβάλουν πιστοποιητικό από τη φορολογική αρχή της χώρας που είναι εγκατεστημένα από το οποίο να προκύπτουν τα στοιχεία που δηλώνονται για την έναρξη των εργασιών. Το πιστοποιητικό αυτό μπορεί να υποβάλλεται ηλεκτρονικά στην ηλεκτρονική διεύθυνση: «doyathinon@1836.syzefxis.gov.gr».

3. Κατά παρέκκλιση των οριζομένων στην παρ. 2, η δήλωση του Παραρτήματος Ι της ΑΥΟ ΠΟΛ 1113/13 μπορεί να υποβάλλεται από υποκείμενους εγκατεστημένους σε τρίτες χώρες, μετά τη χορήγηση προέγκρισης, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 6, εφόσον πληρούνται οι κατωτέρω προϋποθέσεις: α) Οι εν λόγω υποκείμενοι στο φόρο συμμετέχουν σε όμιλο εταιρειών και η αίτηση για χορήγηση της άδειας που προβλέπεται στο άρθρο 1 έχει υποβληθεί από εταιρεία του ομίλου εγκατεστημένη εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. β) Οι εν λόγω υποκείμενοι προσκομίζουν πιστοποιητικό ΑΕΟ, ή ο αιτών με την αίτησή του δηλώνει ότι εγγυάται την εκπλήρωση των υποχρεώσεων του υποκείμενου που είναι εγκατεστημένος σε τρίτη χώρα.
Σχετική μνεία περί των ανωτέρω περιλαμβάνεται στη χορηγούμενη προέγκριση.

4. Η αρμόδια Δ.Ο.Υ. γνωστοποιεί τον ΑΦΜ του υποκειμένου στις αρμόδιες τελωνειακές και φορολογικές αρχές για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης.»

Άρθρο 10
Υποχρεώσεις των υποκειμένων στο φόρο προσώπων που πραγματοποιούν παραδόσεις στο εσωτερικό της χώρας

1. Ο πωλητής εκδίδει φορολογικό στοιχείο στο οποίο αναγράφει τον αναλογούντα Φ.Π.Α., ο οποίος δεν εισπράττεται, τον αριθμό της παρούσας απόφασης καθώς και τον αριθμό της χορηγούμενης άδειας σύμφωνα με το άρθρο 6 της παρούσας.

2. Ο φόρος που αναλογεί στην παράδοση αγαθών στο εσωτερικό της χώρας αποδίδεται από τον αγοραστή με την περιοδική του δήλωση, με την οποία ασκείται συγχρόνως και το δικαίωμα έκπτωσης.

3. Τα πρόσωπα που αναφέρονται στην άδεια του άρθρου 1, υποχρεούνται στην υποβολή περιοδικής και εκκαθαριστικής δήλωσης Φ.Π.Α., οι οποίες υποβάλλονται σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται με την υπ’ αριθμ. ΠΟΛ.1113/2013 απόφαση Υπουργού Οικονομικών, καθώς και των λοιπών υποχρεώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 36 του Κώδικα Φ.Π.Α.

4. Τα ανωτέρω πρόσωπα υποχρεούνται να υποβάλλουν καταστάσεις με τα στοιχεία πελατών προμηθευτών, για σκοπούς διασταύρωσης των συναλλαγών. Ο χρόνος, ο τρόπος και η διαδικασία υποβολής των καταστάσεων αυτών θα οριστεί με νεώτερη υπουργική απόφαση.

Άρθρο 11
Υποχρεώσεις νόμιμου εκπροσώπου
1. Ο νόμιμος εκπρόσωπος του δικαιούχου της άδειας υποχρεούται να συνδράμει τις αρμόδιες τελωνειακές και φορολογικές αρχές με την υποβολή οποιουδήποτε εγγράφου ή πληροφορίας που απαιτείται για την εφαρμογή της τελωνειακής και φορολογικής νομοθεσίας καθώς και για τον έλεγχο του κριτηρίου δ της παρ. 4α του άρθρου 29 του Ν. 2960/2001.

2. Ο νόμιμος εκπρόσωπος του δικαιούχου της άδειας υποχρεούται να έχει διαθέσιμα προς έλεγχο στο αρχείο του τα φορολογικά στοιχεία που εκδίδονται για τις παραδόσεις αγαθών που πραγματοποιούνται μετά τη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία των αγαθών.

Άρθρο 12
Ειδικό Βιβλίο Αδειών
1. Στην 1η Τελωνειακή Περιφέρεια Αττικής και στη 2η Τελωνειακή Περιφέρεια Θεσσαλονίκης καθώς και στην Α' Δ.Ο.Υ. Αθηνών για τις ανάγκες παρακολούθησης των αδειών αναστολής καταβολής του Φ.Π.Α. κατά την εισαγωγή και αντιστροφής της υποχρέωσης του φόρου για τις παραδόσεις αγαθών στο εσωτερικό της χώρας τηρείται Ειδικό Βιβλίο στο οποίο καταγράφονται χρονολογικά και κατά αύξοντα αριθμό οι άδειες που εκδίδονται και οι άδειες που ανακαλούνται.

2. Στην 1η Τελωνειακή Περιφέρεια Αττικής και στη 2η Τελωνειακή Περιφέρεια Θεσσαλονίκης τηρείται αρχείο παρακολούθησης της ορθής εφαρμογής της διαδικασίας αναστολής της καταβολής του Φ.Π.Α. για κάθε δικαιούχο άδειας, το οποίο περιλαμβάνει την άδεια και ανά έτος τα στοιχεία εισαγωγών και τις εκθέσεις ελέγχου του κριτηρίου γ της παρ. 4α του άρθρου 29 του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα που πραγματοποιούνται από την αρμόδια, κατά περίπτωση, ΕΛ.ΥΤ.

Άρθρο 13
Διενέργεια ελέγχων
Για τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής της αναστολής καταβολής του Φ.Π.Α. κατά την εισαγωγή και αντιστροφής
της υποχρέωσης του φόρου για τις παραδόσεις αγαθών στο εσωτερικό της χώρας καθώς και των ειδικότερων όρων και προϋποθέσεων της παρούσας διενεργούνται: α) από τις αρμόδιες ΕΛ.ΥΤ. τακτικοί και μη τακτικοί έλεγχοι τα αποτελέσματα των οποίων γνωστοποιούνται στην αρμόδια Τελωνειακή Περιφέρεια καθώς και στη 17η Δασμολογική Διεύθυνση (Τμήμα Ε': Φ.Π.Α. εισαγωγών-εξαγωγών), β) από την αρμόδια Δ.Ο.Υ Μεγάλων Επιχειρήσεων έλεγχοι τα αποτελέσματα των οποίων γνωστοποιούνται στη 14η Διεύθυνση Φ.Π.Α.

Άρθρο 14
Ισχύς
Η παρούσα ισχύει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.)


(Σ.Σ. Με Θέμα : Διαδικασία χορήγησης Α.Φ.Μ. και υποβολής περιοδικών δηλώσεων ΦΠΑ για την καταβολή του φόρου από υποκείμενους στο φόρο που είναι εγκατεστημένοι σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και απόφαση :

Άρθρο 1
Διαδικασία χορήγησης Α.Φ.Μ.
1. Οι υποκείμενοι στο φόρο που δεν είναι εγκατεστημένοι στην Ελλάδα αλλά εγκατεστημένοι σε άλλο κράτος μέλος και πραγματοποιούν πράξεις, για τις οποίες είναι υπόχρεοι για την καταβολή του ΦΠΑ στην Ελλάδα σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1.β' του άρθρου 35 του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν. 2859/2000) υποχρεούνται, να υποβάλλουν δήλωση έναρξης εργασιών σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 36 του ίδιου Κώδικα. Στις περιπτώσεις που οι ως άνω υποκείμενοι δεν ορίζουν φορολογικό αντιπρόσωπο, ο Α.Φ.Μ. χορηγείται με την υποβολή της δήλωσης του Παραρτήματος I της παρούσας, η οποία αποτελεί, για τις ανάγκες εφαρμογής της και μόνο, δήλωση απόδοσης Α.Φ.Μ./έναρξης εργασιών. Η εν λόγω δήλωση, η οποία ανακτάται από την ηλεκτρονική διεύθυνση του Υπουργείου Οικονομικών:
«http://www.gsis.gr/gsis/info/gsis_site/Services/Polites/documents_e_entipa_2 /declofactivity.doc», υποβάλλεται με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο στην Α' Δ.Ο.Υ. Αθηνών, η οποία ορίζεται αρμόδια για τις ανάγκες της παρούσας καθώς και για τον έλεγχο και την επιβολή του φόρου, στην ηλεκτρονική διεύθυνση: «doyaathinon@1836.syzefxis.gov.gr».

2. Η αρμόδια ΔΟΥ, μετά την επαλήθευση των στοιχείων της δήλωσης με τα δεδομένα του VIES, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 904/2010, καταχωρεί στο υποσύστημα Μητρώου TAXIS τη δήλωση έναρξης και χορηγεί Α.Φ.Μ., τον οποίο γνωστοποιεί στον ενδιαφερόμενο με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, ενημερώνοντας τη 14η Διεύθυνση Φ.Π.Α.- Τμήμα Α' καθώς και τη Διεύθυνση Ελέγχων -Τμήμα Β'.

3. Η αρμόδια Δ.Ο.Υ. δε χορηγεί Α.Φ.Μ. και ενημερώνει σχετικά με συνοπτικό μήνυμα τον ενδιαφερόμενο, στις περιπτώσεις που:

  • α) δεν έχουν συμπληρωθεί όλα τα στοιχεία της υποβαλλόμενης δήλωσης του Παραρτήματος I, ή
  • β) δεν επαληθεύονται τα στοιχεία της δήλωσης μέσω του συστήματος VIES, ή
  • γ) ο υποκείμενος στο φόρο διαθέτει ήδη Α.Φ.Μ. στην Ελλάδα, μέσω ορισμού φορολογικού αντιπροσώπου ή από οποιαδήποτε άλλη αιτία.

4. Οι ανωτέρω δηλώσεις καθώς και η σχετική αλληλογραφία αρχειοθετούνται σε ξεχωριστό αρχείο στο τμήμα Μητρώου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ..

Άρθρο 2
Υποβολή δηλώσεων ΦΠΑ και καταβολή του φόρου.
1. Τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 1, υποχρεούνται να υποβάλλουν περιοδική δήλωση, με ηλεκτρονικό τρόπο, για κάθε ημερολογιακό τρίμηνο και μέχρι την 20η ημέρα του μήνα που ακολουθεί το τρίμηνο, εάν με βάση τη δήλωση αυτή προκύπτει ποσό για καταβολή και μέχρι την τελευταία ημέρα του μήνα που ακολουθεί το τρίμηνο, εάν από τη δήλωση δεν προκύπτει ποσό για καταβολή.

2. Η υποβολή της περιοδικής δήλωσης πραγματοποιείται ηλεκτρονικά με τη συμπλήρωση του εντύπου που διατίθεται στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Οικονομικών: «http://www1.gsis.gr/taxisnet/vat/protected/displayDeclarationTypes.htm».
Για την ηλεκτρονική υποβολή της περιοδικής δήλωσης απαιτείται η εκ των προτέρων εγγραφή των εν λόγω προσώπων ως χρηστών των ηλεκτρονικών υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις της ΑΥΟ ΠΟΛ.1178/7.12.2010 (ΦΕΚ 1916/Β79.12.2010). Κατά παρέκκλιση από τα οριζόμενα στην απόφαση αυτή ο κλειδάριθμος αποστέλλεται με ηλεκτρονικό μήνυμα από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. στην ηλεκτρονική διεύθυνση της επιχείρησης.

Για την καταβολή του οφειλόμενου φόρου οι υποκείμενοι στο φόρο υποχρεούνται, εφόσον δεν έχουν την δυνατότητα καταβολής του οφειλόμενου ποσού μέσω πιστωτικού ιδρύματος στην Ελλάδα, να δώσουν εντολή μεταφοράς πίστωσης (ΕΧΠΕ - SEPA CREDIT TRANSFER), από οποιοδήποτε πιστωτικό ίδρυμα το οποίο περιλαμβάνεται στον Ενιαίο Χώρο Πληρωμών σε Ευρώ σύμφωνα με τα οριζόμενα στο ν.3862/2010 (ΦΕΚ 113 Α'/13.7.2010) που ενσωμάτωσε την οδηγία 2007/64/ΕΚ, δηλώνοντας τα ακόλουθα στοιχεία του λογαριασμού του Ελληνικού Δημοσίου που τηρείται στην Τράπεζα της Ελλάδος για το ΦΠΑ:
BIC: BNGRGRAA
ΙΒΑΝ: GR8801000230000000481090500
Remittance Information (unstructured): Ταυτότητα πληρωμής ή ταυτότητα οφειλής.

<Στις πληροφορίες που διαβιβάζονται με την εντολή μεταφοράς πίστωσης αναγράφεται υποχρεωτικά στο πεδίο «Πληροφορίες Εμβάσματος - Remittance Information», ως ανωτέρω, ο κωδικός πληρωμής που παρέχει το Υπουργείο Οικονομικών για την επιτυχή συσχέτιση της δήλωσης με το καταβαλλόμενο ποσό και αναφέρεται στο ειδικό δίκτυο TAXISnet ως «ταυτότητα πληρωμής» ή ο κωδικός πληρωμής που παρέχει το Υπουργείο Οικονομικών για την καταβολή του υπόλοιπου οφειλόμενου ποσού ή δόσης αυτού, που αναφέρεται στο ειδικό δίκτυο TAXISnet ως «ταυτότητα οφειλής». Για να γίνει αποδεκτή η δήλωση και η πληρωμή του οφειλόμενου ποσού, απαιτείται πλήρης ταύτιση του ποσού που έχει δηλωθεί προς καταβολή στη δήλωση με το ποσό που καταβάλλεται κατόπιν της εντολής μεταφοράς πίστωσης. 3. Τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 1 υποχρεούνται επίσης στην υποβολή εκκαθαριστικής δήλωσης, με ηλεκτρονικό τρόπο, για κάθε ημερολογιακό έτος, μέχρι την 20η Μαϊου του επόμενου ημερολογιακού έτους. <Άρθρο 3 Τρόπος πληρωμής Αναδόχου 1. Για την είσπραξη του ΦΠΑ από τις Τράπεζες, την απόδοσή του στο Ελληνικό Δημόσιο μέσω των υπηρεσιών της εταιρείας ΔΙΑΣ Α.Ε., τη διαδικασία αποδοχής των εντολών πληρωμής, την ενημέρωση των υποκειμένων για την πληρωμή των ανωτέρω ποσών ισχύουν τα αναφερόμενα στην ΑΥΟ Δ5 1043321 ΕΞ 2011/18.3.2011 (ΦΕΚ 457 Β722.3.2011) εκτός των παραγράφων 11 και 12. 2. Η αμοιβή της ΔΙΑΣ Α.Ε είναι 0,05 ευρώ ανά έγκυρη συναλλαγή πλέον αναλογούντος ΦΠΑ. Για την καταβολή της αμοιβής αυτής, υποβάλλεται από την ΔΙΑΣ ΑΕ κατάσταση εκκαθάρισης των αμοιβών της, από τον επόμενο μήνα της είσπραξης στην Διεύθυνση Πολιτικής Εισπράξεων (ΚΛΙΜΑΚΙΟ - ΓΓΠΣ) για θεώρηση, η οποία στη συνέχεια, προωθείται στη Διεύθυνση Οικονομικής Διαχείρισης μαζί με τα αντίστοιχα τιμολόγια για την εκκαθάριση της πληρωμής. Άρθρο 4 Έναρξη ισχύος Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. )