Αρ. Πρωτ. Δ17Γ 5041010 ΕΞ 2013

ΘΕΜΑ: Παροχή οδηγιών επί της Συμφωνίας Σύνδεσης μεταξύ της Ε.Ε. και της Κεντρικής Αμερικής

 

ΣΧΕΤ.: Η αρ. πρωτ. Δ17Ε 5029013 ΕΞ2013/05-08-2013 ΔΥΟ (Κοινοποίηση της Συμφωνίας Σύνδεσης μεταξύ Ε.Ε.-Κεντρικής Αμερικής και την προσωρινή εφαρμογή του Μέρους ΙV αυτής που αφορά στις εμπορικές συναλλαγές)

 

Α. Σε συνέχεια της ανωτέρω σχετικής, με την οποία σας κοινοποιήσαμε για ενημέρωση και εφαρμογή τη Συμφωνία Σύνδεσης Ε.Ε.-Κεντρικής Αμερικής και το Πρωτόκολλο Καταγωγής αυτής, σας παρέχουμε με την παρούσα οδηγίες επί των κυριότερων σημείων της Συμφωνίας καθώς και του Πρωτοκόλλου Καταγωγής.

Ως «Κεντρική Αμερική» νοούνται οι Δημοκρατίες του Παναμά, της Νικαράγουας, της Ονδούρας, της Κόστα-Ρίκα, του Ελ Σαλβαδόρ και της Γουατεμάλας.

Υπενθυμίζουμε ότι, η Συμφωνία και το Μέρος IV αυτής που αφορά στις εμπορικές συναλλαγές εφαρμόζεται προσωρινά μεταξύ της Ε.Ε.  –  Νικαράγουας  , της  Ε.Ε.  –  Παναμά και της  Ε.Ε.  –  Ονδούρας από την 1η  Αυγούστου 2013 (L 204/31-07-2013), μεταξύ  Ε.Ε.  - Κόστα  Ρίκα και Ε.Ε. - Ελ  Σαλβαδόρ από την 1η  Οκτωβρίου 2013 (L 257/28-09-2013), ενώ μεταξύ Ε.Ε.  –  Γουατεμάλας  θα εφαρμόζεται από την 1η Δεκεμβρίου 2013 (L 315/26-11-2013), βάσει σχετικών ανακοινώσεων που έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ε.Ε.

Επισημαίνεται ότι τα Παραρτήματα, τα Προσαρτήματα, οι Δηλώσεις και οι Υποσημειώσεις της κοινοποιούμενης Συμφωνίας αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτής.

 

Β.  Επί της Συμφωνίας Σύνδεσης και του Πρωτοκόλλου Καταγωγής αυτής επισημαίνονται κυρίως τα κατωτέρω:

i)  ΑΡΧΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ (άρθρο 77)

Τα συμβαλλόμενα μέρη της Συμφωνίας, ήτοι η Ε.Ε. και τα κράτη μέλη της αφενός (εφεξής «το Μέρος Ε.Ε.») και η Κεντρική Αμερική αφετέρου (εφεξής «Μέρος ΚΑ»), εγκαθιδρύουν ζώνη ελευθέρων συναλλαγών, κατ’ εφαρμογή του άρθρου XXIV της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου του 1994 και του άρθρου V της Γενικής Συμφωνίας για τις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών.

ii) ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΔΑΣΜΩΝ (άρθρα 82-83)

  • Κατάταξη εμπορευμάτων (άρθρο 82)

Η δασμολογική κατάταξη των εμπορευμάτων κατά τις συναλλαγές μεταξύ των μερών καθορίζεται στην αντίστοιχη δασμολογική ονοματολογία εκάστου Μέρους σύμφωνα με το Εναρμονισμένο Σύστημα. Ήτοι, ως «κεφάλαια», «κλάσεις» και «διακρίσεις» νοούνται τα κεφάλαια, οι κλάσεις (τετραψήφιοι κωδικοί) και οι διακρίσεις (εξαψήφιοι κωδικοί) που χρησιμοποιούνται στην ονοματολογία η οποία αποτελεί το Εναρμονισμένο Σύστημα (ΕΣ).

 

  • Κατάργηση δασμών (άρθρο 83)

Κάθε συμβαλλόμενο Μέρος προβαίνει σε κατάργηση των δασμών που επιβάλλονται στα εμπορεύματα καταγωγής του άλλου Μέρους σύμφωνα με τους Πίνακες που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι της Συμφωνίας που αφορά την Κατάργηση Δασμών (σελ. 109-1802).

Για κάθε εμπόρευμα, ο βασικός δασμολογικός συντελεστής επί του οποίου εφαρμόζονται οι διαδοχικές μειώσεις, είναι αυτός που καθορίζεται στους σχετικούς Πίνακες του κάθε Μέρους του ως άνω Παραρτήματος.

Ειδικότερα, στα Τμήματα Α και Β του εν λόγω Παραρτήματος ορίζονται οι κατηγορίες σταδιακής κατάργησης των δασμών που εφαρμόζονται στα προϊόντα καταγωγής των συμβαλλόμενων Μερών.

Ενδεικτικά αναφέρεται ότι, η κατηγορία σταδιακής κατάργησης «Α» σημαίνει εξ’ ολοκλήρου κατάργηση των δασμών από την έναρξη ισχύος της Συμφωνίας, η κατηγορία σταδιακής κατάργησης «Β» σημαίνει κατάργηση δασμών εντός τριών ίσων ετήσιων σταδίων, αρχής γενομένης την ημερομηνία έναρξης ισχύος της Συμφωνίας, ενώ τα εμπορεύματα θα είναι απαλλαγμένα δασμών από την έναρξη εφαρμογής δηλαδή την 1η Ιανουαρίου του τρίτου έτους, η κατηγορία σταδιακής κατάργησης «C» σημαίνει κατάργηση δασμών εντός πέντε ίσων ετήσιων σταδίων, αρχής γενομένης την ημερομηνία έναρξης ισχύος της Συμφωνίας, ενώ τα εμπορεύματα θα  είναι  απαλλαγμένα  δασμών  από  την  έναρξη  εφαρμογής δηλαδή την 1η Ιανουαρίου  του πέμπτου έτους και ούτω καθ’ εξής.

Στα Προσαρτήματα 1, 2 και 3 του εν λόγω Παραρτήματος περιέχονται οι δασμολογικές ποσοστώσεις, ως ακολούθως:

  • Στο Προσάρτημα 1 περιλαμβάνονται οι δασμολογικές ποσοστώσεις που επιβάλλει κάθε συμβαλλόμενη Δημοκρατία  του  Μέρους ΚΑ σε προϊόντα καταγωγής Μέρους Ε.Ε. (σελ. 112-113)
  • Στο Προσάρτημα  2  περιλαμβάνονται  οι  δασμολογικές  ποσοστώσεις που επιβάλλει το Μέρος Ε.Ε. σε προϊόντα καταγωγής συμβαλλόμενων Δημοκρατιών του Μέρους ΚΑ (σελ. 114-116)
  • Στο Προσάρτημα 3 προβλέπεται ειδική μεταχείριση για τις μπανάνες, στις οποίες εφαρμόζονται οι προτιμησιακοί   δασμοί   του σχετικού Πίνακα από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της Συμφωνίας και στο εξής. Οι δασμοί δεν μειώνονται αναδρομικά (σελ. 117).

 

Επιπλέον, στο Παράρτημα Ι της Συμφωνίας, παρατίθενται :

  • Πίνακας του συμβαλλόμενου Μέρους Ε.Ε. (σελ. 118-718)
  • Δασμολόγιο των Δημοκρατιών του Μέρους ΚΑ (σελ. 719-1301)
  • Δασμολόγιο του Παναμά (σελ. 1302-1802)

Στους ανωτέρω Πίνακες, οι βασικοί συντελεστές εμφανίζονται στην τρίτη στήλη, ενώ στην τέταρτη στήλη «Κατηγορία» εμφανίζεται η ένδειξη (Α, Β, C κλπ) που αντιστοιχεί στην κατηγορία σταδιακής κατάργησης των δασμών για κάθε εμπόρευμα στο πλαίσιο της Συμφωνίας.

 

iii) ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ

Επί του Πρωτοκόλλου Καταγωγής της ως άνω Συμφωνίας επισημαίνονται τα ακόλουθα:

Οι κανόνες καταγωγής και οι μέθοδοι διοικητικής συνεργασίας που εφαρμόζονται στο πλαίσιο της Συμφωνίας, περιλαμβάνονται στο Πρωτόκολλο Καταγωγής (Παράρτημα ΙΙ, σελ. 1803-1901).

Διευκρινίζεται ότι στο Πρωτόκολλο Καταγωγής, πέραν του Προσαρτήματος 2 που περιέχει τον Πίνακα επεξεργασιών ή μεταποιήσεων  που απαιτείται να διενεργούνται σε μη καταγόμενες ύλες ώστε το παραγόμενο προϊόν να αποκτήσει χαρακτήρα καταγωγής, περιλαμβάνεται και το Προσάρτημα 2Α το οποίο εμπεριέχει κανόνες καταγωγής που μπορεί να εφαρμόζονται στα προϊόντα που απαριθμούνται σε αυτό προκειμένου να καθοριστεί αν ένα προϊόν κατάγεται από την Κεντρική Αμερική (σελ. 1885-1892). Οι κανόνες αυτοί (του Προσαρτήματος 2Α) έχουν θεσπιστεί κατά παρέκκλιση των κανόνων καταγωγής που ορίζονται στο Προσάρτημα 2.

 

1. ΟΡΙΣΜΟΣ   ΤΗΣ   ΕΝΝΟΙΑΣ   «ΚΑΤΑΓΟΜΕΝΑ   ΠΡΟΪΟΝΤΑ»   Η΄   «ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ» (άρθρο 2)

Θεωρούνται ως προϊόντα  καταγωγής  Ευ ρωπαϊκής  Ένωσης :

  • Τα εξ ολοκλήρου παραγόμενα στην Ευρωπαϊκή Ένωση κατά την έννοια του άρθρου 4 και
  • Τα επαρκώς επεξεργασθέντα ή μεταποιηθέντα στην Ευρωπαϊκή Ένωση κατά την έννοια του άρθρου 5

 

Αντίστοιχα, θεωρούνται προϊόντα  καταγωγής  Κεντρικής  Αμερι κής :

  • Τα εξ ολοκλήρου παραγόμενα στην Κεντρική Αμερική κατά την έννοια του άρθρου 4 και
  • Τα επαρκώς επεξεργασθέντα ή μεταποιηθέντα στην Κεντρική Αμερική κατά την έννοια του άρθρου 5

 

2. ΣΩΡΕΥΣΗ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ  (άρθρο 3)

Α. Διμερής σώρευση στην Ε.Ε. ή στην Κεντρική Αμερική (άρθρο 3, παράγραφοι 1-2)

(α) Οι ύλες καταγωγής Ε.Ε. θεωρούνται ως ύλες καταγωγής της Κεντρικής Αμερικής όταν ενσωματώνονται σε προϊόν που παράγεται εκεί (Κεντρική Αμερική). Οι ύλες αυτές δεν απαιτείται να έχουν υποστεί επαρκή επεξεργασία ή μεταποίηση, με την προϋπόθεση ότι έχουν υποστεί επεξεργασία ή μεταποίηση πέραν των ανεπαρκών, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 6 του Πρωτοκόλλου Καταγωγής.

(β) Οι ύλες καταγωγής Κεντρικής Αμερικής θεωρούνται ως ύλες καταγωγής Ε.Ε., όταν ενσωματώνονται σε προϊόν που παράγεται στην Ένωση. Οι ύλες αυτές δεν απαιτείται να έχουν υποστεί επαρκή επεξεργασία ή μεταποίηση στην Ε.Ε., υπό την προϋπόθεση ότι έχουν υποστεί επεξεργασία ή μεταποίηση πέραν των ανεπαρκών, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 6 του Πρωτοκόλλου Καταγωγής.

 

Β. Σώρευση καταγωγής με άλλες χώρες (άρθρο 3, παράγραφοι 3-12)

Όπως προκύπτει από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου (παράγραφοι 3-12), εκτός από τη διμερή σώρευση στην Ε.Ε. ή στην ΚΑ, προβλέπεται επίσης σώρευση με άλλες χώρες :

(α)   Οι ύλες καταγωγής Βολιβίας, Κολομβίας, Εκουαδόρ, Περού ή Βενεζουέλας, θεωρούνται ως ύλες καταγωγής Κεντρικής Αμερικής, όταν μεταποιούνται περαιτέρω ή ενσωματώνονται σε προϊόν που παράγεται εκεί (Κεντρική Αμερική).

Η καταγωγή των προϊόντων που παράγονται στην Κεντρική Αμερική με συμμετοχή υλών καταγωγής των ανωτέρω χωρών αποδεικνύεται κατά την εισαγωγή τους στην Ε.Ε. με την προσκόμιση πιστοποιητικού κυκλοφορίας EUR 1 ή δήλωσης τιμολογίου, επί των οποίων αναγράφεται η ένδειξη «σώρευση με…(όνομα χώρας)» ή «cumulation with…(name of country)». Τα προϊόντα αυτά θεωρούνται καταγωγής Κεντρικής Αμερικής.

(β)   Στη   Συμφωνία   προβλέπεται   επίσης   η   δυνατότητα   σώρευσης   καταγωγής   των συμβαλλόμενων Μερών και με άλλες χώρες. Ειδικότερα, κατόπιν αιτήματος Δημοκρατίας του συμβαλλόμενου μέρους ΚΑ ή της Ε.Ε., οι ύλες που κατάγονται από το Μεξικό ή από χώρα της Νότιας Αμερικής ή της Καραϊβικής, θεωρούνται ως ύλες καταγωγής Κεντρικής Αμερικής ή Ε.Ε. αντίστοιχα, όταν η περαιτέρω επεξεργασία ή η ενσωμάτωση σε προϊόν πραγματοποιήθηκε στην Κεντρική Αμερική ή στην Ε.Ε. Το εν λόγω αίτημα υποβάλλεται στην αρμόδια υποεπιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 123 της Συμφωνίας.

Προκειμένου τα προϊόντα που αναφέρονται στις ανωτέρω παραγράφους (α) και (β) να αποκτήσουν τον καταγόμενο χαρακτήρα δεν είναι αναγκαίο οι ύλες  αυτές να έχουν υποστεί επαρκή επεξεργασία ή μεταποίηση, υπό τον όρο ότι εφαρμόζονται τα οριζόμενα στο εν λόγω άρθρο.

 

3. ΕΞ ΟΛΟΚΛΗΡΟΥ ΠΑΡΑΓΟΜΕΝΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ (άρθρο 4)

Στο άρθρο 4 του Πρωτοκόλλου Καταγωγής, απαριθμούνται τα προϊόντα που θεωρούνται ως εξ ολοκλήρου παραγόμενα στην Ε.Ε. ή στην Κεντρική Αμερική.

 

4. ΕΠΑΡΚΩΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΜΕΝΑ Η΄ ΜΕΤΑΠΟΙΗΜΕΝΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ (άρθρο 5)

Τα προϊόντα που δεν έχουν παραχθεί εξ’ ολοκλήρου στην Ε.Ε. ή στην Κεντρική Αμερική, για την εφαρμογή του άρθρου 2 του Πρωτοκόλλου Καταγωγής, θεωρείται ότι υπέστησαν επαρκή επεξεργασία ή μεταποίηση όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Πίνακα που περιλαμβάνεται στο Προσάρτημα 2 του εν λόγω Πρωτοκόλλου (σελ. 1820-1892).

Οι προϋποθέσεις αυτές δηλώνουν για όλα τα προϊόντα που καλύπτονται από τη Συμφωνία την επεξεργασία ή τη μεταποίηση που πρέπει να υποστούν οι μη καταγόμενες ύλες που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή των προϊόντων αυτών και εφαρμόζονται μόνο σε σχέση με αυτές τις ύλες, προκειμένου τα παραγόμενα προϊόντα να αποκτήσουν το χαρακτήρα καταγωγής.

Επομένως, εάν ένα προϊόν που έχει αποκτήσει το χαρακτήρα καταγωγής, πληρώντας τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στον Πίνακα για το προϊόν αυτό, χρησιμοποιείται για την κατασκευή ενός άλλου προϊόντος, οι προϋποθέσεις που ισχύουν για το προϊόν στο οποίο αυτό ενσωματώνεται δεν ισχύουν και ως προς αυτό και δεν λαμβάνονται υπόψη οι μη καταγόμενες ύλες που ενδεχομένως χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή του.

Παρά τα ανωτέρω, είναι δυνατή για την κατασκευή ενός προϊόντος, η χρησιμοποίηση μη καταγόμενων υλών με την προϋπόθεση ότι η συνολική τους αξία δεν υπερβαίνει το 10% της τιμής εκ του εργοστασίου του προϊόντος (κανόνας γενικής ανοχής).

Ωστόσο επισημαίνονται τα ακόλουθα:

  • Όταν ο προβλεπόμενος κανόνας καταγωγής είναι κανόνας ποσοστού δεν μπορεί να γίνει υπέρβαση του ποσοστού αυτού μέσω του κανόνα γενικής ανοχής
  • Ο κανόνας γενικής ανοχής 10% δεν εφαρμόζεται στα προϊόντα των κεφαλαίων 50 έως 63 του Εναρμονισμένου Συστήματος (Τμήμα ΧΙ: Υφαντικές Ύλες και Τεχνουργήματα από αυτές τις Ύλες)
  • Οι επεξεργασίες που υφίστανται οι ύλες που καλύπτονται από τον κανόνα γενικής ανοχής πρέπει να υπερβαίνουν εκείνες που χαρακτηρίζονται ως ανεπαρκείς
  • Με  την  επιφύλαξη  του  άρθρου  7  (Μονάδα  χαρακτηρισμού)  του  Πρωτοκόλλου Καταγωγής, η ανοχή που προβλέπεται στο παρόν άρθρο, εφαρμόζεται επίσης στις ύλες που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή/κατασκευή ενός προϊόντος και για τις οποίες ο κανόνας που αναφέρεται στον Πίνακα του Παραρτήματος ΙΙ για το εν λόγω προϊόν απαιτεί οι ύλες αυτές να έχουν παραχθεί εξ ολοκλήρου.

Οι ανωτέρω διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται με την επιφύλαξη του επόμενου άρθρου 6 για την ανεπαρκή επεξεργασία ή μεταποίηση.

 

5.   ΑΝΕΠΑΡΚΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ Η΄ ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ (άρθρο 6)

Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του άρθρου 6, οι επεξεργασίες ή μεταποιήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 αυτού, δεν προσδίδουν καταγωγή στα προϊόντα ανεξάρτητα από το εάν πληρούνται οι απαιτήσεις του άρθρου 5 του Πρωτοκόλλου Καταγωγής (περί επαρκώς επεξεργασμένων ή μεταποιημένων προϊόντων).

Για να ορισθεί αν μία επεξεργασία ή μεταποίηση είναι ανεπαρκής σύμφωνα με τις αναφερόμενες στην παρ. 1 του άρθρου αυτού προϋποθέσεις, πρέπει να εξετάζονται από κοινού όλες οι εργασίες που διενεργούνται εντός της Ε.Ε. ή της Κεντρικής Αμερικής σε συγκεκριμένο προϊόν.

 

6.   ΚΑΝΟΝΑΣ ΑΠΕΥΘΕΙΑΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ (άρθρο 12)

Η προτιμησιακή μεταχείριση που προβλέπεται από τη Συμφωνία, εφαρμόζεται αποκλειστικά στα προϊόντα που πληρούν τους όρους του Πρωτοκόλλου Καταγωγής και μεταφέρονται απευθείας μεταξύ της ΕΕ και της Κεντρικής Αμερικής. Ωστόσο, καταγόμενα προϊόντα μπορούν να μεταφέρονται  μέσω  άλλων  εδαφών, με  ενδεχόμενη μεταφόρτωση ή προσωρινή αποθήκευση σε αυτά τα εδάφη, υπό τον όρο ότι τα προϊόντα παραμένουν υπό την επιτήρηση των τελωνειακών αρχών της χώρας διαμετακόμισης ή αποθήκευσης και ότι δεν υφίστανται εκεί άλλες εργασίες εκτός από την εκφόρτωση, την επαναφόρτωση ή κάθε άλλη εργασία που αποβλέπει στη διατήρησή τους σε καλή κατάσταση.

Τα καταγόμενα προϊόντα είναι δυνατόν να μεταφέρονται με αγωγούς μέσω εδάφους άλλου από εκείνο της ΕΕ ή της Κεντρικής Αμερικής.

Για την απόδειξη της τήρησης του κανόνα της απευθείας μεταφοράς, προσκομίζονται στις αρμόδιες τελωνειακές αρχές του Μέρους εισαγωγής τα ακόλουθα:

  • Ένα ενιαίο έγγραφο μεταφοράς που καλύπτει τη διέλευση από το συμβαλλόμενο Μέρος εξαγωγής μέσω της χώρας διαμετακόμισης ή
  • Βεβαίωση την οποία εκδίδουν οι τελωνειακές αρχές της χώρας διαμετακόμισης και η οποία παρέχει ακριβή περιγραφή των προϊόντων, αναφέρει τις ημερομηνίες εκφόρτωσης και επαναφόρτωσης των προϊόντων και, όταν χρειάζεται, τα ονόματα των πλοίων ή άλλων μεταφορικών μέσων που χρησιμοποιήθηκαν και πιστοποιεί τις συνθήκες υπό τις οποίες τα προϊόντα παρέμειναν στη χώρα διαμετακόμισης ή
  • Ελλείψει  των  ανωτέρω,  οποιοδήποτε  αποδεικτικό  έγγραφο  που  ικανοποιεί  την τελωνειακή αρχή του συμβαλλόμενου μέρους εισαγωγής.

 

7.   ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΑ   ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ   (πιστοποιητικό   κυκλοφορίας   EUR   1,   δήλωση τιμολογίου, άρθρα 14-28)

Η απόδειξη καταγωγής παρέχεται με:

  • Πιστοποιητικό κυκλοφορίας EUR 1, υπόδειγμα του οποίου περιλαμβάνεται στο Προσάρτημα 3 του Πρωτοκόλλου Καταγωγής
  • Δήλωση του εξαγωγέα επί του τιμολογίου, του δελτίου παράδοσης ή άλλου εμπορικού εγγράφου (δήλωση τιμολογίου) επί των οποίων περιγράφονται τα σχετικά προϊόντα με επαρκείς  λεπτομέρειες  ώστε  να  είναι  δυνατή  η  εξακρίβωση  της  ταυτότητάς  τους,  το κείμενο της οποίας περιλαμβάνεται στο Προσάρτημα 4 του Πρωτοκόλλου Καταγωγής.

 

I. Διαδικασία έκδοσης πιστοποιητικού κυκλοφορίας EUR 1 (άρθρο 15)

Το πιστοποιητικό  κυκλοφορίας  EUR  1 εκδίδεται από τις αρμόδιες αρχές του Μέρους εξαγωγής κατά τα οριζόμενα στο άρθρο αυτό.

ΙΙ. Εκ των υστέρων έκδοση πιστοποιητικού κυκλοφορίας EUR 1 (Movement Certificate

EUR 1 Issued Retrospectively) (άρθρο 16)

Το πιστοποιητικό κυκλοφορίας EUR 1 μπορεί, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να εκδίδεται μετά την εξαγωγή των προϊόντων τα οποία αφορά, εάν :

  • Δεν  είχε  εκδοθεί  πιστοποιητικό  κυκλοφορίας  κατά  τη  στιγμή  της  εξαγωγής  συνεπεία λαθών, ακουσίων παραλείψεων ή ειδικών περιστάσεων, ή
  • Αποδεικνύεται κατά τρόπο ικανοποιητικό στις αρμόδιες αρχές ότι εκδόθηκε πιστοποιητικό κυκλοφορίας  EUR  1,  το οποίο  δεν έγινε  αποδεκτό κατά την εισαγωγή για τεχνικούς λόγους

Στα πιστοποιητικά κυκλοφορίας EUR 1 που εκδίδονται εκ των υστέρων πρέπει να αναγράφεται στη θέση 7 «Παρατηρήσεις», μία από τις φράσεις που παρατίθενται στην παράγραφο 4 του άρθρου 16 του Πρωτοκόλλου Καταγωγής και οι οποίες δηλώνουν την εκ των υστέρων έκδοση των εν λόγω πιστοποιητικών. Ενδεικτικά αναφέρεται : «ΕΚΔΟΘΕΝ ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ» στην ελληνική γλώσσα και «ISSUED RETROSPECTIVELY» στην αγγλική γλώσσα.

 

III. Έκδοση  αντιγράφου  του  πιστοποιητικού  κυκλοφορίας  EUR  1  (Duplicate  Movement Certificate EUR 1) (άρθρο 17)

Σε περίπτωση κλοπής, απώλειας ή καταστροφής ενός πιστοποιητικού κυκλοφορίας EUR 1, ο εξαγωγέας μπορεί να ζητήσει από τις αρμόδιες αρχές ή τις τελωνειακές αρχές που το εξέδωσαν αντίγραφο αυτού, το οποίο συμπληρώνεται βάσει των εγγράφων εξαγωγής που κατέχουν. Το αντίγραφο αυτό, που πρέπει να φέρει την ημερομηνία έκδοσης του πρωτότυπου πιστοποιητικού κυκλοφορίας EUR 1, αρχίζει να ισχύει από την εν λόγω ημερομηνία.

Στα αντίγραφα των πιστοποιητικών κυκλοφορίας EUR 1 πρέπει να αναγράφεται στη θέση 7 «Παρατηρήσεις», μία από τις λέξεις που παρατίθενται στην παράγραφο 2 του άρθρου 17 του Πρωτοκόλλου καταγωγής, οι οποίες δηλώνουν ότι πρόκειται για αντίγραφο του πρωτοτύπου. Ενδεικτικά  αναφέρεται  :  «ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ»  στην  ελληνική  γλώσσα  και  «DUPLICATE»  στην αγγλική γλώσσα.

 

IV. Πιστοποιητικά αντικατάστασης (Replacement Movement Certificate EUR 1) (άρθρο 18)

Όταν προϊόντα καταγωγής ή καταγόμενα προϊόντα τίθενται υπό τον έλεγχο τελωνειακής αρχής των συμβαλλόμενων μερών, ήτοι της ΕΕ ή της Κεντρικής Αμερικής, είναι δυνατή η αντικατάσταση του πρωτοτύπου αποδεικτικού καταγωγής (πιστοποιητικό καταγωγής EUR 1, δήλωση τιμολογίου) από ένα ή περισσότερα πιστοποιητικά κυκλοφορίας EUR 1, προκειμένου όλα ή ορισμένα από τα προϊόντα αυτά να αποσταλούν αλλού στην  ΕΕ ή στην Κεντρική Αμερική. Τα πιστοποιητικά αντικατάστασης των πιστοποιητικών κυκλοφορίας EUR 1 ή των δηλώσεων τιμολογίου εκδίδονται από την τελωνειακή αρχή του Μέρους Ε.Ε., στον έλεγχο της οποίας υποβάλλονται τα προϊόντα.

Επίσημαίνεται ότι, το πιστοποιητικό αντικατάστασης είναι δυνατό να εκδοθεί τόσο βάσει   προηγουμένως   εκδοθέντος   Πιστοποιητικού   κυκλοφορίας   EUR   1   όσο   και   βάσει συνταχθείσας δήλωσης τιμολογίου. Στη θέση 7 «Παρατηρήσεις» των πιστοποιητικών αντικατάστασης EUR 1 αναγράφεται στην αγγλική γλώσσα η ένδειξη «REPLACEMENT CERTIFICATE».

 

V. Δήλωση τιμολογίου (άρθρο 19)

Η δήλωση τιμολογίου είναι δυνατόν να συντάσσεται :

  • Από εγκεκριμένο εξαγωγέα ανεξάρτητα από την αξία των σχετικών προϊόντων (άρθρο 20)
  • Από οποιονδήποτε εξαγωγέα για κάθε αποστολή που αποτελείται από ένα ή περισσότερα δέματα, τα οποία περιέχουν προϊόντα καταγωγής ή καταγόμενα προϊόντα, η συνολική αξία των οποίων δεν υπερβαίνει τα 6.000 ευρώ.

Για να συνταχθεί δήλωση τιμολογίου πρέπει τα σχετικά προϊόντα να μπορούν να θεωρηθούν ως προϊόντα καταγόμενα ή καταγωγής συμβαλλόμενου Μέρους και να πληρούν τους όρους του Πρωτοκόλλου Καταγωγής.

Η δήλωση τιμολογίου συντάσσεται από τον εξαγωγέα με δακτυλογράφηση, αποτύπωση μέσω  σφραγίδας  ή με  εκτύπωση στο  τιμολόγιο, στο δελτίο παράδοσης ή σε άλλο εμπορικό έγγραφο, το κείμενο της οποίας έχει ως ακολούθως:

  • Στην  ελληνική  γλώσσα  «Ο εξαγωγέας  των προϊόντων που  καλύπτονται  από  το παρόν έγγραφο (άδεια τελωνείου ή της καθ’ύλην αρμόδιας αρχής, υπ’αριθ…….) δηλώνει ότι, εκτός εάν δηλώνεται σαφώς άλλως, τα προϊόντα αυτά είναι προτιμησιακής καταγωγής……»
  • Στην αγγλική γλώσσα : “The exporter of the products covered by this document (customs [or competent governmental] authorization No……) declares that, except where otherwise clearly indicated, these products are of…….preferential origin”

Η δήλωση τιμολογίου μπορεί να είναι και χειρόγραφη, οπότε πρέπει να συντάσσεται με μελάνι και με ευανάγνωστους χαρακτήρες.

 

VI. Διάρκεια ισχύος αποδεικτικού καταγωγής (άρθρο 21)

Τα αποδεικτικά καταγωγής ισχύουν για 12 μήνες από την ημερομηνία έκδοσης των πιστοποιητικών κυκλοφορίας EUR 1 ή από την ημερομηνία σύνταξης της δήλωσης τιμολογίου στο Μέρος εξαγωγής και εντός αυτής της προθεσμίας πρέπει να υποβάλλονται στις τελωνειακές αρχές του Μέρους εισαγωγής.

 

VII. Απαλλαγή από την υποχρέωση προσκόμισης αποδεικτικού καταγωγής (άρθρο 24)

Τα προϊόντα που αποστέλλονται υπό μορφή μικροδεμάτων μεταξύ ιδιωτών ή που περιέχονται στις προσωπικές αποσκευές ταξιδιωτών γίνονται δεκτά ως «καταγόμενα προϊόντα» ή «προϊόντα καταγωγής», χωρίς να απαιτείται η προσκόμιση αποδεικτικού καταγωγής, υπό την προϋπόθεση ότι πρόκειται για εισαγωγές χωρίς κανένα εμπορικό χαρακτήρα, δηλώνονται ότι πληρούν τους όρους του Πρωτοκόλλου Καταγωγής και δεν υπάρχει στις τελωνειακές αρχές καμία αμφιβολία ως προς την ειλικρίνεια της σχετικής δήλωσης. Προκειμένου περί ταχυδρομικών αποστολών που περιέχουν τα κατά τα ανωτέρω προϊόντα, η δήλωση αυτή μπορεί να αναγράφεται στη δήλωση του τελωνείου ή σε φύλλο χαρτιού που προσαρτάται στη δήλωση του τελωνείου.

Επισημαίνεται ότι, η συνολική αξία των προϊόντων αυτών δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 500 ευρώ στην περίπτωση μικροδεμάτων ή τα 1.200 ευρώ στην περίπτωση προϊόντων που περιέχονται στις προσωπικές αποσκευές ταξιδιωτών.

 

VIIΙ. Διαφορές και λάθη εκτύπωσης (άρθρο 27)

Η   διαπίστωση   μικροδιαφορών   μεταξύ   των   στοιχείων   που   αναφέρονται   στο αποδεικτικό καταγωγής και εκείνων που αναφέρονται στα έγγραφα που υποβάλλονται στο τελωνείο για τη διεκπεραίωση των διατυπώσεων εισαγωγής των προϊόντων, δεν συνεπάγεται αφ’εαυτής την ακυρότητα του αποδεικτικού καταγωγής, εάν αποδεικνύεται δεόντως ότι αυτό το αποδεικτικό πράγματι αντιστοιχεί στα προσκομισθέντα προϊόντα.

Προφανή λάθη εκτύπωσης, όπως τα τυπογραφικά λάθη στο αποδεικτικό καταγωγής, δεν πρέπει να συνεπάγονται την απόρριψή του, εάν τα σφάλματα αυτά δεν είναι τέτοια που να δημιουργούν αμφιβολίες ως προς την ορθότητα των δηλωθέντων στοιχείων στο εν λόγω αποδεικτικό.

 

8.    ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ Ι. Έλεγχος των αποδεικτικών καταγωγής (άρθρο 30)

Ο εκ των υστέρων έλεγχος των αποδεικτικών καταγωγής πραγματοποιείται, είτε δειγματοληπτικά ή λόγω βάσιμων αμφιβολιών ως προς τη γνησιότητα των εν λόγω αποδεικτικών, ως προς τον χαρακτήρα καταγωγής των σχετικών προϊόντων ή την ικανοποίηση των λοιπών απαιτήσεων του Πρωτοκόλλου Καταγωγής. Όταν υπάρχουν βάσιμες αμφιβολίες, λαμβάνονται όλα τα απαραίτητα μέτρα διασφάλισης των δασμών. Σε περίπτωση βάσιμων αμφιβολιών, αν δεν δοθεί απάντηση, εντός δέκα μηνών από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος ελέγχου, οι Τελωνειακές Αρχές που έχουν ζητήσει τον έλεγχο αρνούνται την προτιμησιακή μεταχείριση.

Οι κατά τα ανωτέρω έλεγχοι των αποδεικτικών καταγωγής (πιστοποιητικό κυκλοφορίας  EUR  1,  η  δήλωση  τιμολογίου)  που  θα  ζητούνται  από  τις  υπηρεσίες  σας διενεργούνται μέσω της ΕΛ.Υ.Τ. Αττικής, κατά τα διαλαμβανόμενα στην υπ’αριθ. Δ.421/263/10.03.2005 ΔΥΟΟ.

 

ΙΙ. Ελεύθερες ζώνες (άρθρο 33)

Τα συμβαλλόμενα Μέρη προβαίνουν σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες προκειμένου να διασφαλίσουν ότι τα προϊόντα που διακινούνται υπό την κάλυψη αποδεικτικού καταγωγής και παραμένουν κατά τη διάρκεια της μεταφοράς τους σε ελεύθερη ζώνη ή σε αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης στο έδαφός τους, δεν αντικαθίστανται από άλλα προϊόντα ούτε υποβάλλονται σε επεξεργασίες άλλες από τις συνήθεις εργασίες που αποβλέπουν στη διατήρησή τους σε καλή κατάσταση.

Παρά τα ανωτέρω,  όταν προϊόντα καταγωγής της ΕΕ ή  της Κεντρικής Αμερικής εισάγονται σε ελεύθερη ζώνη στο έδαφός τους υπό την κάλυψη αποδεικτικού καταγωγής και υφίστανται επεξεργασία ή μεταποίηση, οι ενδιαφερόμενες αρχές εκδίδουν νέο πιστοποιητικό κυκλοφορίας EUR 1, εφόσον ζητηθεί από τον εξαγωγέα, εάν η επεξεργασία ή η μεταποίηση είναι σύμφωνες με τις διατάξεις του Πρωτοκόλλου Καταγωγής.

 

9.   ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΥΠΟ ΔΙΑΜΕΤΑΚΟΜΙΣΗ Η ΥΠΟ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ (άρθρο 38)

Σύμφωνα  με  τις  μεταβατικές  διατάξεις,  για  τα  προϊόντα  τα  οποία  κατά  την ημερομηνία έναρξης ισχύος της Συμφωνίας βρίσκονται σε διαμετακόμιση, σε προσωρινή εναπόθεση, σε καθεστώς τελωνειακής αποταμίευσης ή σε ελεύθερη ζώνη στα συμβαλλόμενα Μέρη και πληρούν τις προϋποθέσεις να θεωρηθούν καταγόμενα, είναι δυνατή η εκ των υστέρων έκδοση αποδεικτικού καταγωγής, με την προϋπόθεση ότι το αποδεικτικό αυτό θα προσκομισθεί στις τελωνειακές αρχές του Μέρους εισαγωγής εντός 4 μηνών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της Συμφωνίας μαζί με τα έγγραφα που αποδεικνύουν ότι τα εμπορεύματα μεταφέρθηκαν απευθείας (άρθρο 12 κανόνας απευθείας μεταφοράς).

 

10.  ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΗ ΔΙΑΤΑΞΗ ΓΙΑ ΣΚΟΠΟΥΣ ΣΩΡΕΥΣΗΣ (άρθρο 39)

Τα συμβαλλόμενα Μέρη για τα οποία η Συμφωνία έχει τεθεί σε ισχύ σύμφωνα με το άρθρο 353 του μέρους V (Τελικές διατάξεις) μπορούν να χρησιμοποιούν ύλες καταγόμενες από τις Δημοκρατίες του συμβαλλόμενου μέρους ΚΑ για τις οποίες η Συμφωνία δεν έχει ακόμη τεθεί σε ισχύ. Το άρθρο 3 του Πρωτοκόλλου Καταγωγής εφαρμόζεται κατ’ αναλογία.

 

ΓΟι επαγγελματικοί ή συνδικαλιστικοί φορείς προς τους οποίους κοινοποιείται η παρούσα, παρακαλούνται όπως μεριμνήσουν για τη σχετική ενημέρωση των μελών τους.

 

Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ  ΤΗΣ  ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ α.α.

ΜΑΡΙΑ  ΛΥΡΑΚΗ