Το παρόν αποτελεί απόσπασμα από το βιβλίο της ASTbooks “Πρακτικός οδηγός για τις δαπάνες των επιχειρήσεων”.
6.Α.16 Αναγνώριση αποζημιώσεων ασφαλιστικών εταιρειών
Οι αποζημιώσεις που καταβάλλονται χωρίς δικαιολογητικά εκτός του ότι οι αποζημιώσεις αυτές δεν αναγνωρίζονται για έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα στην Ασφαλιστική Εταιρία επιβάλλεται και πρόστιμο που δεν μπορεί να είναι κατώτερο του φόρου προστιθέμενης αξίας που αναλογεί στο ποσό της αποζημίωσης που δεν καλύπτεται με νόμιμα δικαιολογητικά.
Για την επιβολή του παραπάνω προστίμου εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 47 του Κ.Φ.Σ.
(Σ.Σ. Πλέον τα πρόστιμα ορίζονται από τις διατάξεις του Ν.2523/97)
Οι λοιπές διατάξεις του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 6 του άρθρου 8 του ν.1882/1990 εξακολουθούν να ισχύουν γιατί με την παράγραφο 19 του άρθρου 35 του Ν.1884/1990 αντικαταστάθηκαν μόνο τα δύο τελευταία εδάφια.
Η αληθινή ερμηνεία που πρέπει να δοθεί στο εδάφιο β της παραγράφου 6 του άρθρου 8 του ν.1882/1990 είναι ότι σε περίπτωση αγωγής κατά ασφαλιστικής εταιρίας ή άλλου υποχρέου για αποζημίωση από ατύχημα από το οποίο προξενήθηκαν υλικές ζημιές σε αυτοκίνητα, δεν επιδικάζεται η σχετική απαίτηση, αν δεν προσαχθούν τα παραπάνω δικαιολογητικά του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων, εκτός των περιπτώσεων που ο δικαιούχος ζητεί αποζημίωση για μελλοντική αποκατάσταση των υλικών ζημιών ή για την ολοκληρωτική καταστροφή του αυτοκινήτου.
Σημειώνεται εδώ ότι για την καταβολή της αποζημίωσης από τις ασφαλιστικές εταιρίες για ζημιές αυτοκινήτων που ανήκουν σε επιτηδευματίες πρέπει να έχουν εκδοθεί προς αυτούς τιμολόγια πώλησης ανταλλακτικών ή παροχής υπηρεσιών από τις επιχειρήσεις που πώλησαν τα ανταλλακτικά ή από τα συνεργεία που επισκεύασαν τα αυτοκίνητα, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 20 και 21 του Κ.Φ.Σ. (Σ.Σ. Πλέον Κ.Φ.Α.Σ.) Αν οι αποζημιώσεις αφορούν ζημίες αυτοκινήτων ιδιωτών τα νόμιμα δικαιολογητικά είναι θεωρημένες αποδείξεις λιανικής πώλησης ανταλλακτικών ή θεωρημένες αποδείξεις παροχής υπηρεσιών, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 18 του Κ.Φ.Σ. και την απόφαση του Υπουργού Οικονομικών Σ.1911/165 Πολ.184/1987.
Αν οι αποζημιώσεις καταβληθούν για αυτοκίνητα που καταστράφηκαν ολοσχερώς και συνεπώς δεν πρόκειται να επισκευασθούν τότε η αποζημίωση καταβάλλεται χωρίς την προσκόμιση φορολογικών στοιχείων, αφού το γεγονός αυτό διαπιστούται με την προσκόμιση βεβαίωσης της Αστυνομικής Αρχής, της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. ή του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών για την ολοσχερή καταστροφή και την κατάθεση των πινακίδων.
Επίσης σε περίπτωση που η ζημιά είναι μικρή και δεν υπερβαίνει το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) δραχμών (Σ.Σ. αναπροσαρμόστηκε σε 300 ευρώ με την ΠΟΛ.1095/2005 Υπουργική Απόφαση) και ο ιδιοκτήτης του αυτοκινήτου προτιμά να μην επισκευάσει το αυτοκίνητο, η αποζημίωση καταβάλλεται χωρίς την προσκόμιση δικαιολογητικών με δήλωση του ν.1599/ 1986 στην οποία θα δηλώνει ότι λόγω μικρής βλάβης προτιμά να μην επισκευάσει το αυτοκίνητο.
Τονίζεται ότι σε καμιά άλλη περίπτωση δεν επιτρέπεται η καταβολή της ασφαλιστικής αποζημίωσης χωρίς δικαιολογητικά, γιατί κάθε άλλος ισχυρισμός οδηγεί στην καταστρατήγηση των διατάξεων της παραγράφου αυτής, καθόσον η αποζημίωση καταβάλλεται για την επισκευή του αυτοκινήτου.
Κατ‘ εξαίρεση, όταν πρόκειται για καταβολή αποζημίωσης σε αλλοδαπό ο οποίος δεν επιθυμεί την επισκευή του αυτοκινήτου στην Ελλάδα θα καταβάλλεται η αποζημίωση με την υποβολή σχετικής δήλωσης του αλλοδαπού στην οποία θα επισυνάπτεται φωτοτυπία της άδειας κυκλοφορίας του αυτοκινήτου καθώς και του διαβατηρίου.
Επίσης, η αποζημίωση σε αυτοκίνητα του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. και του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα που διαθέτουν δικά τους συνεργεία θα καταβάλλεται αφού προσκομιστεί έκθεση πραγματογνωμοσύνης του συνεργείου τους με θεώρηση του αρμόδιου Προϊσταμένου.
Εάν εκτός των υλικών ζημιών καταβάλλεται και αποζημίωση για απώλεια εισοδήματος για το ποσό αυτό θα εκδίδεται χωριστή απόδειξη ή γραμμάτιο και αντίγραφο αυτού θα αποστέλλεται στην αρμόδια για την φορολογία του δικαιούχου Δ.Ο.Υ.
Επισημαίνεται ότι η διάταξη της παραγράφου 6 του ν.1882/1990 είναι γενική και δεν γίνεται καμία διάκριση τόσο για μικτή όσο και για αστικής ευθύνης ασφάλιση, ούτε αναφέρεται εάν η ζημιά προκλήθηκε στο ασφαλισμένο ίδιο αυτοκίνητο ή σε αυτοκίνητο τρίτου.
Συνεπώς οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή για όλες τις μορφές και κατηγορίες ασφάλισης των αυτοκινήτων και αφορά οιαδήποτε αποζημίωση που καταβάλλεται από τις ασφαλιστικές εταιρίες για ζημιές αυτοκινήτων.
Σε περίπτωση που από το ασφαλισμένο αυτοκίνητο προεκλήθηκαν υλικές ζημιές σε άλλα περιουσιακά στοιχεία π.χ. περίπτερα, καταστήματα, κολώνες, κλπ. η αποζημίωση θα καταβάλλεται με την προσκόμιση κατά περίπτωση των νομίμων δικαιολογητικών.
Τονίζεται ότι η ισχύς των διατάξεων του άρθρου 8 του ν.1882/1990 αρχίζει από τις 23 Μαρτίου 1990, συνεπώς καταλαμβάνει όλες τις αποζημιώσεις που θα καταβληθούν από την ημερομηνία αυτή και μετά ανεξάρτητα πότε προξενήθηκαν οι ζημιές.(ΠΟΛ.1165/1990)
6.Α.17 Καταβολή αποζημιώσεων από ασφαλιστικές εταιρίες χωρίς την προσκόμιση νομίμων δικαιολογητικών από τους δικαιούχους
Με τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 8 του ν.1882/1990, όπως αυτές ισχύουν βάσει και των διατάξεων των παραγράφων 19 και 21 του άρθρου 35 του ν.1884/1990, προβλέπεται μεταξύ άλλων ότι οι αποζημιώσεις που καταβάλλονται από ασφαλιστικές εταιρείες σε δικαιούχους ασφαλισμένων αυτοκίνητων, για ζημιές που προξενήθηκαν στα αυτοκίνητα αυτά, δεν αναγνωρίζονται για έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, αν δεν καλύπτονται από τα προβλεπόμενα από τον Κ.Β.Σ. (Σ.Σ.Πλέον Κ.Φ.Α.Σ.) νόμιμα δικαιολογητικά (σχετικές και οι διατάξεις της παραγρ. 10, άρθ. 31 του ν.2238/1994.
Περαιτέρω, με την εγκύκλιο ΠΟΛ.1165/28.3.1990, με την οποία μεταξύ άλλων παρασχέθηκαν οδηγίες και για την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων, διευκρινίστηκε ότι στις περιπτώσεις που η ζημιά του αυτοκινήτου είναι μικρή και δεν υπερβαίνει τις (πενήντα χιλιάδες) 50.000 δραχμές (δηλαδή τα 146,74 ευρώ) και ο ιδιοκτήτης του προτιμά να μην το επισκευάσει, η αποζημίωση καταβάλλεται χωρίς την προσκόμιση δικαιολογητικών με δήλωση του ν.1599/1986 στην οποία ο ιδιοκτήτης του αυτοκινήτου δηλώνει ότι λόγω της μικρής βλάβης προτιμά να μην το επισκευάσει.
Επειδή το ανωτέρω ποσό που καθορίστηκε το 1990 με την εγκύκλιο ΠΟΛ. 1165/28.3.1990 δεν έχει αναπροσαρμοστεί έκτοτε τιμαριθμικά, το ποσό αυτό αναπροσαρμόζεται με την παρούσα και καθορίζεται εφεξής στα 300 (τριακόσια) ευρώ.
Κατά τα λοιπά, παραμένει βεβαίως η υποχρέωση για σχετική δήλωση του ιδιοκτήτη του αυτοκινήτου περί της μη επισκευής του.(ΠΟΛ.1095/29.6.2005)
6.Α.18 Δικαιολογητικά για την καταβολή αποζημίωσης από ασφαλιστική εταιρεία
“....2. Επειδή σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 10 του άρθρου 31 του Ν.2 238/1994 τα δικαιολογητικά στοιχεία για αποκατάσταση ζημιών στα αυτοκίνητα κατατίθενται στις ασφαλιστικές εταιρείες, οι δαπάνες αυτές καταχωρούνται κατ‘ αρχήν στα βιβλία των επιχειρήσεων που δικαιούνται τις αποζημιώσεις και κρατούνται φωτοτυπίες των στοιχείων αυτών ως δικαιολογητικά εγγραφής, στις οποίες γίνεται η παρατήρηση ότι το πρωτότυπο έχει κατατεθεί στη συγκεκριμένη ασφαλιστική εταιρεία (επωνυμία) για την είσπραξη της σχετικής αποζημίωσης.(Σχετ.εγγ. 1106848/1025/2-10-1995).
3. Από τα προαναφερθέντα προκύπτει ότι, οι φωτοτυπίες των ως άνω τιμολογίων αποτελούν νόμιμα δικαιολογητικά των εγγραφών στα βιβλία των επιτηδευματιών για τις ανάγκες του Κ.Β.Σ. (Σ.Σ. Πλέον Κ.Φ.Α.Σ.) και γενικότερα της φορολογίας, και μόνο.
Για την έγκριση των σχετικών δαπανών με δικαιολογητικό τις εν λόγω φωτοτυπίες θα πρέπει να απευθυνθείτε στον φορέα που τις εγκρίνει για την εξεύρεση λύσης. (1021973/39/0015/28.2.2006)
6.Α.19 Αμοιβή λογιστή
Σύμφωνα με την παράγραφο 11 του άρθρου 31 του Ν. 2238/1994, προβλέπεται ότι “Στην περίπτωση που η επιχείρηση απασχολεί λογιστή και η δήλωση φόρου εισοδήματος δεν υπογράφεται από αυτόν, οι αποδοχές αυτού δεν αναγνωρίζονται για έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης και επιβάλλεται πρόστιμο σε βάρος του λογιστή μέχρι το ένα τέταρτο (1/4) των ετήσιων αποδοχών του“.
Σε αυτό το σημείο πρέπει να σημειώσουμε ότι η συγκεκριμένη υποχρέωση πήγαζε από το άρθρο 49 του ν.2065/1992, το οποίο καταργήθηκε με την παράγραφο 10 του άρθρου 17 του Ν.3842/2010, για νομοτεχνικούς λόγους, αφού το ίδιο θέμα ρυθμίζεται με το άρθρο 38 του ν.2873/2000. Έτσι, η υποχρέωση υπογραφής της δήλωσης από λογιστή (είτε έμμισθο, είτε εξωτερικό) παραμένει για τις επιχειρήσεις που υπερβαίνουν τα όρια που ορίζονται στον παραπάνω νόμο.
Τέλος, υπενθυμίζουμε ότι αμοιβές λογιστών όταν δεν ανήκουν στο προσωπικό και εφόσον έχει εκδοθεί το προβλεπόμενο στοιχείο του Κ.Β.Σ. (Σ.Σ. Πλέον ΚΦΑΣ) εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα.(ΠΟΛ.1005/14.1.2005)
6.Α.20 Καθορισμός ορίων ακαθαρίστων εσόδων πάνω από τα οποία υφίσταται υποχρέωση υπογραφής των δηλώσεων από λογιστή φοροτεχνικό
1. Τα ποσά των ακαθαρίστων εσόδων επιχειρήσεων και ελευθέρων επαγγελματιών που τηρούν βιβλία Β΄ κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (Σ.Σ. Πλέον απλογραφικά του ΚΦΑΣ) και αναφέρονται στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 38 του Ν. 2873/2000 (ΦΕΚ 285 Α΄) μειώνονται από τριακόσιες χιλιάδες (300.000) και εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ, σε εκατό χιλιάδες (100.000) και πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ, αντίστοιχα.
2. Στους υπόχρεους της παραγράφου 4 του άρθρου 2 και της παραγράφου 1 του άρθρου 101 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος καθώς και σε όσους περαιώνουν τις υποθέσεις τους με βάση τις διατάξεις των άρθρων 13, 14, 15, 16 και 17 του Ν.3296/2004 (ΦΕΚ 253 Α΄) (αυτοέλεγχος), υφίσταται υποχρέωση υπογραφής των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος τους από λογιστή φοροτεχνικό, ανεξάρτητα από το ύψος των ακαθαρίστων εσόδων.
3. Για την εφαρμογή των πιο πάνω ορίων ακαθαρίστων εσόδων λαμβάνονται υπόψη τα ακαθάριστα έσοδα που πραγματοποιούνται από τη διαχειριστική περίοδο 2010 και μετά.
4. Η παραπάνω απόφαση, η οποία ισχύει από τη διαχειριστική περίοδο 2010 (οικονομικό έτος 2011), να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. (ΠΟΛ.1008/9-2-2011)
Σ.Σ. Εφιστούμε την προσοχή του αναγνώστη όσον αφορά την παράγραφο 2 της ανωτέρω Υπουργικής Απόφασης καθώς με την απόφαση του Σ.τ.Ε. 2445/2012, η παράγραφος αυτή ακυρώθηκε.
Ακύρωση της παραγράφου 2 της ΠΟΛ.1008/2011 η οποία επιβάλει την υπογραφή λογιστή των δηλώσεων από λογιστή σε όσους περαιώνουν τις υποθέσεις τους με βάση τις διατάξεις των άρθρων 13 έως 17 του ν. 3296/2004, ανεξαρτήτως του ύψους των ακαθάριστων εσόδων τους Με την διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 38 του ν.2873/2000 προσδιορίζονται οι κατηγορίες των επιτηδευματιών που βαρύνονται με την υποχρέωση υπογραφής των δηλώσεων τους από λογιστή βάσει των ακαθαρίστων εσόδων τους. Με την δε διάταξη της παραγράφου 4 του ιδίου άρθρου παρέχεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Οικονομικών να αυξομειώνει, με αποφάσεις του, τα ποσά των ακαθαρίστων εσόδων των υποχρέων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του ιδίου άρθρου, να καθορίζει τις κατηγορίες των υποχρέων, καθώς και ορισμένες λεπτομέρειες, όπως τον χρόνο έναρξης της υπογραφής των δηλώσεων από λογιστή φοροτεχνικό, την ακριβή εξειδίκευση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, Φ.Π.Α. και των συνυποβαλλομένων εντύπων και καταστάσεων, τον τρόπο υποβολής αυτών, τα απαιτούμενα στοιχεία του υπογράφοντος λογιστή φοροτεχνικού, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Κατά την έννοια της ανωτέρω εξουσιοδοτικής διατάξεως, ερμηνευομένης σε συνδυασμό με την διάταξη της παραγράφου 2 του ιδίου άρθρου, στην οποία προσδιορίζονται οι κατηγορίες των επιτηδευματιών που βαρύνονται με την ανωτέρω υποχρέωση, η εκδιδομένη βάσει αυτής υπουργική απόφαση μπορεί να προβεί σε περαιτέρω κατηγοριοποίηση των επιτηδευματιών εντός του πλαισίου που έχει καθορίσει ο νομοθέτης (βλ. παράγραφο 1 της υπ’ αριθμ. 1003510/102/38/0014/15.03.2001 (ΠΟΛ.1070/15.3.2001) υπουργικής αποφάσεως και την εκεί κατηγοριοποίηση) καθώς και να διευρύνει ή να μειώσει τον κύκλο των υποχρέων, μόνον, όμως, μέσω της αυξομειώσεως των ποσών των ακαθαρίστων εσόδων που ορίζονται στην παράγραφο 2 και όχι με την θέσπιση νέων κατηγοριών υποχρέων βάσει διαφορετικών κριτηρίων. Ως εκ τούτου, η προσβαλλομένη απόφαση (ΠΟΛ.1008/19.1.2011), κατά την δεύτερη παράγραφο αυτής, με την οποία υπήχθησαν στην υποχρέωση (συν) υπογραφής των δηλώσεών τους από λογιστή φοροτεχνικό όλοι οι επιτηδευματίες, ανεξαρτήτως ακαθαρίστων εσόδων, οι οποίοι επιλέγουν να κάνουν χρήση των διατάξεων των άρθρων 13 έως 17 του ν.3296/2004 (αυτοέλεγχος), κείται εκτός της παρασχεθείσης με την ανωτέρω διάταξη εξουσιοδοτήσεως και πρέπει να ακυρωθεί, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με την υπό κρίση αίτηση. (ΣτΕ 2445/2012)
6.Α.21 Ευθύνη λογιστών – φοροτεχνικών
5. Με την παράγραφο 7 (Σ.Σ του άρθρου 17 του Ν.3842/2010) καθιερώνεται η υποχρέωση απόκτησης από τους λογιστές φοροτεχνικούς, κατόχους άδειας ασκήσεως επαγγέλματος του ν. 2515/1997, πιστοποιητικού που θα εκδίδεται από το Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδος. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών πρόκειται να καθορισθούν το περιεχόμενο του πιο πάνω πιστοποιητικού, οι προϋποθέσεις και τα κριτήρια με βάση τα οποία θα χορηγείται, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των πιο πάνω διατάξεων.
6. Με την παράγραφο 8 προβλέπεται, ότι οι λογιστές φοροτεχνικοί υποχρεούνται στην απόκτηση ψηφιακής υπογραφής για την επικοινωνία τους με τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών πρόκειται να καθορισθεί κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή των διατάξεων αυτών.
7. Με την παράγραφο 9 αντικαθίσταται η παράγραφος 3 του άρθρου 38 του ν.2873/2000 σχετικά με την ευθύνη και τις αρμοδιότητες του λογιστή φοροτεχνικού. Με τις νέες διατάξεις προβλέπεται, ότι οι λογιστές φοροτεχνικοί είναι υπεύθυνοι, πέρα από την ακρίβεια και την ειλικρίνεια των δηλώσεων που υποβάλλουν, ως προς τη συμφωνία αυτών με τα φορολογικά και οικονομικά δεδομένα που προκύπτουν κατά τη μεταφορά τους από τα στοιχεία στα βιβλία και από τα βιβλία στις κατά περίπτωση δηλώσεις, και για την ορθή φορολογική αναμόρφωση των αποτελεσμάτων με τις δαπάνες που δεν αναγνωρίζονται, καθώς και για την ορθή υποβολή όλων των δηλώσεων παρακρατούμενου φόρου εισοδήματος και απόδοσης των έμμεσων φόρων.
Ειδικότερα, τις μη εκπιπτόμενες δαπάνες θα πρέπει να τις αποτυπώνουν αναλυτικά σε κατάσταση που θα συνυποβάλλεται με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος, το περιεχόμενο της οποίας δεν είναι δεσμευτικό για τη φορολογούσα αρχή, ενώ όσον αφορά την ορθή υποβολή όλων των δηλώσεων παρακρατούμενου φόρου εισοδήματος και απόδοσης των έμμεσων φόρων, αυτή θα πρέπει να γνωστοποιείται από τους λογιστές φοροτεχνικούς στην αρμόδια φορολογούσα αρχή, με τη μορφή δήλωσης που θα συνυποβάλλεται με την ετήσια δήλωση φορολογίας εισοδήματος.
Με τις ίδιες διατάξεις θεσμοθετείται και νομοθετικά η υποχρέωση των λογιστών φοροτεχνικών για υπογραφή, πέραν των δηλώσεων της παραγράφου 2 του άρθρου 38 του ν.2873/2000 (δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, αρχικών, συμπληρωματικών, τροποποιητικών, κλπ.) και των συνυποβαλλόμενων εντύπων ή καταστάσεων, όπως αυτά καθορίζονται κάθε φορά με τις οικείες αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, με υποχρεωτική αναγραφή, κατά την υποβολή των δηλώσεων, του ονοματεπωνύμου τους, της διεύθυνσης κατοικίας τους ή της έδρας του επαγγέλματός τους, κατά περίπτωση, του ΑΦΜ τους, της αρμόδιας ΔΟΥ για τη φορολογία τους, του αριθμού μητρώου της άδειας άσκησης επαγγέλματός τους και της κατηγορίας της αδείας τους.
Τα ανωτέρω έχουν εφαρμογή, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 92 του νέου νόμου, από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. δηλαδή για δηλώσεις που υποβάλλονται από τις 23.4.2010 και μετά. Ειδικά η κατάσταση με τις μη εκπιπτόμενες δαπάνες και η δήλωση για την ορθή υποβολή όλων των δηλώσεων παρακρατούμενου φόρου εισοδήματος και απόδοσης των έμμεσων φόρων που προβλέπονται από τις νέες διατάξεις, θα συνυποβάλλονται με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος του επόμενου οικονομικού έτους (2011 και επομένων), καθόσον με την 10536/Β0012/ΠΟΛ.1039 /13.4.2010 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών η οποία εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 6 του άρθρου 107 του ν.2238/1994 καθορίσθηκε ο τύπος και το περιεχόμενο των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος οικονομικού έτους 2010 των νομικών προσώπων του άρθρου 101 του ΚΦΕ, καθώς και τα δικαιολογητικά που συνυποβάλλονται με αυτές, στα οποία όμως δεν συμπεριλαμβάνεται η προβλεπόμενη από τις πιο πάνω διατάξεις κατάσταση των λογιστικών διαφορών, καθόσον κατά το χρόνο έκδοσης της πιο πάνω Α.Υ.Ο. δεν είχε ακόμη ψηφισθεί ο νέος νόμος σχετ. το Δ12Β/1071648/ΕΞ2010/31.5.2010 έγγραφό μας).
8. Με την παράγραφο 10 καταργείται για νομοτεχνικούς λόγους το άρθρο 49 του ν.2065/1992, σχετικά με την με την ευθύνη και τις αρμοδιότητες του λογιστή φοροτεχνικού, αφού το ίδιο θέμα ρυθμίζεται με το άρθρο 38 του ν.2873/2000.(ΠΟΛ.1135/2010)
6.Α.22 Αμοιβές που η παροχή ή η λήψη τους συνιστούν ποινικό αδίκημα
Σύμφωνα με την παράγραφο 16 του άρθρου 31 του Ν. 2238/1994, προβλέπεται ότι “Αμοιβές σε χρήμα ή σε είδος δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα, όταν η παροχή ή η λήψη αυτής συνιστά ποινικό αδίκημα ακόμα και αν η καταβολή αυτών πραγματοποιείται στο εξωτερικό.“ Η παράγραφος αυτή αναφέρεται κυρίως που οι αμοιβές αυτές γίνονται για λόγους δωροδοκίας
6.Α.23 Καταπολέμηση της δωροδοκίας
(....) Προβλέπεται ότι οι αμοιβές σε χρήμα ή σε είδος δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, όταν η παροχή ή η λήψη αυτών συνιστά ποινικό αδίκημα, ακόμη και αν η καταβολή αυτών πραγματοποιείται στο εξωτερικό.
Η ρύθμιση αυτή εισάγεται στο πλαίσιο εφαρμογής της Σύμβασης του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) για την καταπολέμηση της δωροδοκίας αλλοδαπών δημόσιων λειτουργών σε διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές, η οποία έχει κυρωθεί με τον Ν.2656/1998 (ΦΕΚ 265/Α’). (ΠΟΛ.1052/15.3.2007)
6.Α.24 Αμοιβές που καταβάλλονται για τη διαχείριση αποβλήτων
Επιχειρήσεις επεξεργασίας αποβλήτων, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους τις αμοιβές που καταβάλλουν σε αλλοδαπές επιχειρήσεις για τη διαχείριση των αποβλήτων εφόσον δεν μπορούν να την αναλάβουν οι ίδιες, καθώς και τις αμοιβές που καταβάλουν στη βιομηχανία τσιμέντου, η οποία αναλαμβάνει να καταστρέψει με καύση τα μη εκμεταλλεύσιμα εμπορικά προϊόντα που προκύπτουν από την επεξεργασία των αποβλήτων. (1109541/10798/Β0012/27-11-2001)
6.Α.25 Αποζημίωση που καταβάλλει εκμισθώτρια επιχείρηση στο μισθωτή για τη λύση της μισθωτικής σχέσης
Το ποσό της αποζημίωσης που καταβάλλει - βάσει νόμου – εκμισθώτρια επιχείρηση στο μισθωτή για τη λύση της μισθωτικής σχέσης, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα μόνο μέχρι του ύψους του ακαθαρίστου εισοδήματος που αποκτά από το συγκεκριμένο μίσθιο κατά το έτος καταβολής της αποζημίωσης. (Ν.2238/1994, άρθρο 23, παρ1, περ.ζ)
6.Α.26 Αμοιβές δικηγόρων, συμβολαιογράφων
Αμοιβές δικηγόρων, συμβολαιογράφων για τις παρασχεθείσες υπηρεσίες τους εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΠΟΛ.1005/ 14.1.2005)
Τέλος δεύτερου μέρους.
Το τελευταίο μέρος θα δημοσιευθεί στης 19/12/2013.