Θέμα: Φορολογική μεταχείριση του εισοδήματος από μεταβίβαση τίτλων και ολόκληρης επιχείρησης μετά την έναρξη ισχύος των διατάξεων του νέου Κ.Φ.Ε. (ν. 4172/2013).

Σας κοινοποιούμε τις διατάξεις των άρθρων . και του ν. 4172/2013 (ΦΕΚ 167Α’), όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με την (ΦΕΚ 85Α’) και το , αναφορικά με το πιο πάνω θέμα και σας παρέχουμε τις ακόλουθες διευκρινίσεις για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή τους:
1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της κάθε εισόδημα που προκύπτει από υπεραξία μεταβίβασης των ακόλουθων τίτλων, καθώς και μεταβίβασης ολόκληρης επιχείρησης, υπόκειται σε φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων,
α) μετοχές σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά,
β) μετοχές και άλλες κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά, εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό τουλάχιστον μισό τοις εκατό (0,5%),
γ) μερίδια ή μερίδες σε προσωπικές εταιρείες,
δ) κρατικά ομόλογα και έντοκα γραμμάτια ή εταιρικά ομόλογα,
ε) παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα.
Ως μεταβίβαση, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, νοείται και η εισφορά των ανωτέρω τίτλων για την κάλυψη ή αύξηση κεφαλαίου εταιρείας.
Σε περίπτωση που οι ως άνω τίτλοι αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ), οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή, εφόσον οι τίτλοι αυτοί έχουν αποκτηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2009 και εξής.
2. Από τα ανωτέρω προκύπτουν τα ακόλουθα:
i) ως μετοχές των περιπτώσεων α’ και β’ των πιο πάνω διατάξεων νοούνται τόσο αυτές των ημεδαπών όσο και των αλλοδαπών εταιρειών (διαπραγματεύσιμες και μη σε χρηματιστηριακή αγορά), καθόσον ο νόμος δεν κάνει διάκριση. Επίσης, ως μετοχές νοούνται και οι εταιρικές μερίδες της ετερόρρυθμης εταιρείας κατά μετοχές, καθόσον αυτές, σύμφωνα με την , παρίστανται με μετοχές και κάθε εταιρική μερίδα αντιστοιχεί σε μία ή περισσότερες μετοχές. Επίσης, στην περ. β’ των ως άνω διατάξεων εμπίπτει και η τυχόν υπεραξία που προκύπτει από τη μεταβίβαση τίτλων παραστατικών δικαιωμάτων κτήσης μετοχών «warrants» που αποκτήθηκαν λόγω συμμετοχής στις αυξήσεις κεφαλαίου των τραπεζών «Εθνική Τράπεζα», «Alpha Bank» και «Τράπεζα Πειραιώς».
ii) Στο πεδίο εφαρμογής της περίπτωσης γ’ εμπίπτει, αν και δεν αναφέρεται ρητά στο νόμο, το εισόδημα (υπεραξία) από μεταβίβαση ποσοστού συμμετοχής σε κοινοπραξία δεδομένου ότι με βάση τις διατάξεις της , ορίζεται ότι εφόσον η κοινοπραξία ασκεί εμπορική δραστηριότητα, εφαρμόζονται ως προς αυτήν αναλόγως οι διατάξεις για την ομόρρυθμη εταιρία. Περαιτέρω, στις ίδιες διατάξεις εμπίπτει και η μεταβίβαση μεριδίων εταιρειών περιορισμένης ευθύνης, ιδιωτικών κεφαλαιουχικών εταιρειών, κοινωνιών και αστικών εταιριών.
Επισημαίνεται ότι εμπίπτουν και τα μερίδια των ΟΣΕΚΑ που είναι εγκατεστημένοι στην ημεδαπή ή σε άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε. ή σε κράτος ΕΟΧ/ΕΖΕΣ. Ειδικά για την υπεραξία που αποκτούν οι μεριδιούχοι από την εκποίηση μεριδίων από ημεδαπούς ΟΣΕΚΑ έχουν εφαρμογή οι ειδικότερες διατάξεις της , οι οποίες δεν έχουν καταργηθεί με το ν.4172/2013 και με τις οποίες ορίζεται ότι αυτή απαλλάσσεται από το φόρο εισοδήματος ενώ αντίθετα, η υπεραξία που προκύπτει από την εκποίηση μεριδίων από ΟΣΕΚΑ με έδρα σε τρίτες χώρες φορολογείται ελλείψει απαλλακτικής διάταξης. Αναφορικά με τη φορολογική μεταχείριση της υπεραξίας που αποκτούν οι μεριδιούχοι από την εκποίηση μεριδίων από ΟΣΕΚΑ Ε.Ε ή ΕΟΧ/ΕΖΕΣ γίνεται δεκτό, σύμφωνα και με την πάγια νομολογία ΔΕΕ (C-370/11, Επιτροπή κατά Βελγίου) ότι αυτή εξομοιώνεται με αυτή των μεριδιούχων των ημεδαπών ΟΣΕΚΑ.
iii) Ως υπεραξία από μεταβίβαση ομολόγων της περίπτωσης δ’ δεν νοείται η τυχόν διαφορά που προκύπτει μεταξύ της ονομαστικής αξίας και της αξίας κτήσης των τίτλων αυτών κατά την ημερομηνία λήξης τους, λόγω απόκτησής τους στη δευτερογενή αγορά. Επισημαίνεται ότι από το φόρο εισοδήματος απαλλάσσεται και η υπεραξία που προκύπτει από τη μεταβίβαση ημεδαπών εταιρικών ομολόγων, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της , καθόσον οι διατάξεις αυτές ως ειδικότερες κατισχύουν του Γίνεται δεκτό ότι για λόγους ίσης μεταχείρισης και σύμφωνα με την πάγια νομολογία ΔΕΕ, της ίδιας απαλλαγής τυγχάνουν και τα εταιρικά ομόλογα που έχουν εκδοθεί από εταιρείες ΕΕ και ΕΟΧ/ΕΖΕΣ (C-370/11, Επιτροπή κατά Βελγίου, C-338/11, Santander, C-436/06, Gr0nfeldt, C-265/04, Bouanich, C-345/05, Επιτροπή κατά Πορτογαλίας, C-219/03, Επιτροπή κατά Ισπανίας).
iv) Στην έννοια του εισοδήματος από υπεραξία μεταβίβασης παραγώγων, όπως αυτά ορίζονται στην , εμπίπτει και η υπεραξία κατά το κλείσιμο θέσης επενδυτή η οποία προκύπτει κατά τη λήξη ή πριν τη λήξη της σύμβασης.
3. Ειδικά για την υπεραξία που αποκτά φυσικό πρόσωπο από τη μεταβίβαση μετοχών και άλλων κινητών αξιών εισηγμένων σε χρηματιστηριακή αγορά, διευκρινίζεται ότι εφόσον αυτή αφορά τίτλους που έχουν αποκτηθεί πριν την 1η Ιανουαρίου 2009, απαλλάσσεται της φορολογίας εισοδήματος, ανεξάρτητα του ποσοστού συμμετοχής του μεταβιβάζοντος στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας. Αντίθετα, για τίτλους που έχουν αποκτηθεί μετά την 1.1.2009, η απαλλαγή από το φόρο υπεραξίας παρέχεται μόνον όταν ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό μικρότερο από μισό τοις εκατό (0,5%).
Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι σε περίπτωση κατά την οποία φυσικό πρόσωπο, φορολογικός κάτοικος Ελλάδος, κατά το χρόνο που πωλεί μετοχές εισηγμένες στο ΧΑ ή σε αλλοδαπό χρηματιστήριο, κατέχει ποσοστό μικρότερο του 0,5% των μετοχών της συγκεκριμένης ΑΕ της οποίας μεταβιβάζει τις μετοχές, η υπεραξία που προκύπτει από την πώληση αυτή δεν υπόκειται στη φορολογία του , ανεξάρτητα από το χρόνο απόκτησης των μετοχών, αλλά και τον αριθμό των μετοχών που μεταβιβάζονται.
Επειδή είναι δυνατόν κάποιοι μέτοχοι με ποσοστό 0,5% ή μεγαλύτερο του μετοχικού κεφαλαίου ανώνυμης εταιρείας (κατά το χρόνο πώλησης) να είχαν αποκτήσει μετοχές της εταιρείας αυτής τόσο πριν όσο και μετά την 1.1.2009, με την παρούσα γίνεται δεκτό, ότι επί πωλήσεως αυτών, θα εφαρμόζεται η μέθοδος της FIFO, ούτως ώστε μετά την παρέλευση κάποιου χρονικού διαστήματος να έχουν εξαντληθεί οι μετοχές που είχαν αποκτηθεί μέχρι τον κρίσιμο ως άνω χρόνο και ο νόμος να εφαρμόζεται απρόσκοπτα. Για το σκοπό αυτό, θα πρέπει να ζητείται αντίστοιχη κατάσταση από τις χρηματιστηριακές εταιρίες η οποία θα φυλάσσεται από το φυσικό πρόσωπο και θα προσκομίζεται σε περίπτωση ελέγχου.
Τέλος, επισημαίνεται ότι ελλείψει ρητής διάταξης στο νόμο, η μη συμμετοχή εταίρου, μέλους ή μετόχου στην αύξηση του κεφαλαίου οποιασδήποτε εταιρίας δεν συνιστά μεταβίβαση τίτλων.
4. Το εισόδημα από τη μεταβίβαση τίτλων της , φορολογείται, προκειμένου για τα φυσικά πρόσωπα, με συντελεστή 15% σύμφωνα με τις διατάξεις του , χωρίς να απαιτείται κατά το χρόνο της μεταβίβασης η υποβολή δήλωσης, όπως ίσχυε με τις προϊσχύσασες διατάξεις του ν. 2238/1994, καθόσον το εν λόγω εισόδημα θα συμπεριληφθεί στην ετήσια δήλωση φορολογίας εισοδήματος του φυσικού προσώπου και θα φορολογηθεί στο τέλος του έτους (Δ12Α 1049253 ΕΞ 2014/17.3.2014 έγγραφό μας).
Τα ανωτέρω έχουν εφαρμογή, σύμφωνα με τις διατάξεις της , και για μεταβίβαση ολόκληρης επιχείρησης, δηλαδή μεταβίβαση του συνόλου των μετοχών και μεριδίων ή μερίδων αυτής καθώς και για μεταβίβαση ατομικής επιχείρησης. Τα ανωτέρω έχουν εφαρμογή και όταν ο επιτηδευματίας μεταβιβάζει υποκατάστημα της ατομικής επιχείρησης.
Στη μεταβίβαση ατομικής επιχείρησης που τηρεί απλογραφικά βιβλία, ως τιμή πώλησης και κτήσης θα λαμβάνεται υπόψη το τίμημα που αναγράφεται στη σύμβαση μεταβίβασης. Η τιμή κτήσης εάν δεν μπορεί να προσδιοριστεί, θα θεωρείται ότι είναι μηδενική. Ειδικότερα και ενδεικτικά, στοιχεία της ατομικής επιχείρησης κατά το έτος μεταβίβασης και κατά το έτος έναρξης εργασιών, όπως πάγια της επιχείρησης, αποθέματα, απαιτήσεις, υποχρεώσεις κλπ., συμβάλλουν στην εκτίμηση του προσδιορισμού της αξίας πώλησης και κτήσης της μεταβιβαζόμενης επιχείρησης, κατά τον έλεγχο από τη Φορολογική Αρχή. Η υπεραξία από τη μεταβίβαση ατομικής επιχείρησης, αφορά όχι την καθ’ αυτό πώληση των παγίων και εμπορευμάτων στο νέο ιδιοκτήτη καθόσον αυτά σε κάθε περίπτωση, αποτελούν ακαθάριστα έσοδα του μεταβιβάζοντος. Ευνόητο, ότι σε περίπτωση αποσβεσμένων πάγιων στοιχείων της επιχείρησης, ολόκληρο το τίμημα της πώλησης αποτελεί φορολογητέο έσοδο από επιχειρηματική δραστηριότητα. Η υπεραξία εν προκειμένω, αντιστοιχεί στην άυλη αξία αυτής, όπως αέρας, επωνυμία, σήμα, προνόμια, φήμη και πελατεία κ.λπ., και φορολογείται με συντελεστή 15%, ενώ δεν αφορά εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα.
Στην περίπτωση εισφοράς ημεδαπών ή αλλοδαπών τίτλων σε ημεδαπό νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα για την κάλυψη ή αύξηση κεφαλαίου του, ως τιμή πώλησης λαμβάνεται υπόψη αυτή που προσδιορίζεται από την Εκτιμητική Επιτροπή του ή το τίμημα που αναγράφεται στη σύμβαση μεταβίβασης, κατά περίπτωση. Όταν οι πιο πάνω τίτλοι εισφέρονται σε αλλοδαπό νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, ως τιμή πώλησης λαμβάνεται υπόψη η ονομαστική αξία των τίτλων που λαμβάνει ο εισφέρων ως αντάλλαγμα.
Τέλος, επισημαίνεται ότι παράλληλα διατηρούνται σε ισχύ οι διατάξεις της και της με τις οποίες επιβάλλεται φόρος 2%ο επί της αξίας των πωλούμενων μετοχών.
5. Με τις παραγράφους , προσδιορίζεται η υπεραξία που αποκτά φυσικό πρόσωπο από τη μεταβίβαση ολόκληρης επιχείρησης ή τίτλων της και η οποία προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ της τιμής πώλησης που εισέπραξε και της τιμής κτήσης που κατέβαλε ο φορολογούμενος. Δαπάνες που συνδέονται άμεσα με την αγορά ή την πώληση τίτλων συμπεριλαμβάνονται στην αξία κτήσης ή πώλησης. Επομένως, έξοδα προμήθειας χρηματιστηριακών εταιρειών, μεταβιβαστικά έξοδα Ε.Χ.Α.Ε, έξοδα Χ.Α, φόρος χρηματιστηριακών συναλλαγών 2%, κλπ. διαμορφώνουν το τελικό αποτέλεσμα που προκύπτει από την πώληση των τίτλων.
Δηλαδή, αν φυσικό πρόσωπο αποκτήσει μετοχές καθαρής αξίας, βάσει πινακιδίου, 100 ευρώ και καταβάλει δαπάνες που συνδέονται με την αγορά τους συνολικού ποσού 20 ευρώ και στη συνέχεια πουλήσει τις ως άνω μετοχές έναντι 150 ευρώ και ταυτόχρονα επιβαρυνθεί με σχετικές δαπάνες ύψους 10 ευρώ, το τελικό πόσο της υπεραξίας επί του οποίου οφείλεται φόρος ανέρχεται στο ποσό των 20 ευρώ (140 ευρώ - 120 ευρώ).
Αναλυτικότερα, προκειμένου για τίτλους που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης συμπεριλαμβανομένης και της Εναλλακτικής Αγοράς του Χρηματιστηρίου Αθηνών (π.χ. μετοχές, ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου, παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα), οι τιμές κτήσης και πώλησης καθορίζονται από τα δικαιολογητικά έγγραφα συναλλαγών που εκδίδουν οι χρηματιστηριακές εταιρίες, τα πιστωτικά ιδρύματα ή οιοσδήποτε φορέας που διενεργεί συναλλαγές, κατά την ημέρα διακανονισμού της συναλλαγής.
Προκειμένου για μεταβιβάσεις τίτλων (μετοχών, μεριδίων ΕΠΕ, μερίδων προσωπικών εταιριών, κλπ.) μη εισηγμένων σε χρηματιστηριακή αγορά, ως τιμή πώλησης θα λαμβάνεται αυτή που δηλώνεται από τους συναλλασσόμενους και αναγράφεται στη σύμβαση μεταβίβασης η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρίας που εκδίδει τους μεταβιβαζόμενους τίτλους κατά το χρόνο μεταβίβασης. Ως τιμή κτήσης, θα λαμβάνεται η χαμηλότερη μεταξύ αυτής που προσδιορίζεται με βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρίας που εκδίδει τους μεταβιβαζόμενους τίτλους κατά το χρόνο απόκτησης των τίτλων και του τιμήματος που αναγράφεται στη σύμβαση μεταβίβασης, κατά το χρόνο απόκτησης των τίτλων.
Ως ίδια κεφάλαια των επιχειρήσεων που τηρούν διπλογραφικά βιβλία, θα λαμβάνονται τα ίδια κεφάλαια όπως αυτά εμφανίζονται στο τελευταίο πριν την ημερομηνία μεταβίβασης μηνιαίο ισοζύγιο της επιχείρησης. Τυχόν εγγραφές που έχουν γίνει μέχρι την ημερομηνία μεταβίβασης στους λογαριασμούς αυτούς λαμβάνονται υπόψη.
Για τον προσδιορισμό της τιμής κτήσης στις πιο πάνω περιπτώσεις λαμβάνονται υπόψη και οι εταιρικές πράξεις που έχουν λάβει χώρα μέχρι το χρόνο της μεταβίβασης, όπως για παράδειγμα, τυχόν αυξήσεις ή μειώσεις κεφαλαίου ανεξάρτητα αν με αυτές μεταβάλλεται ο αριθμός ή η αξία των τίτλων, κλπ. Είναι αυτονόητο ότι σε περίπτωση δωρεάν χορήγησης μετοχών στους μετόχους λόγω αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου με κεφαλαιοποίηση αποθεματικών (αποθεματικό λόγω υπέρ το άρτιο έκδοση μετοχών, από φορολογημένα κέρδη, κλπ.), οι μετοχές αυτές θα επηρεάσουν την τιμή κτήσης των μετοχών και επομένως και την υπεραξία που θα προκύψει κατά την πώληση των μετοχών της υπόψη εταιρίας.
Ως ίδια κεφάλαια των επιχειρήσεων που τηρούν απλογραφικά βιβλία, θα λαμβάνονται τα κεφάλαια όπως προκύπτουν από το καταστατικό ίδρυσης της εταιρίας και τις τροποποιήσεις αυτού. Επίσης, θα λαμβάνονται υπόψη τυχόν αγορές παγίων, επιδοτήσεις οι οποίες δεν έχουν συμπεριληφθεί στην αξία κτήσης των παγίων και στην κάλυψη λοιπών δαπανών, καθώς και λοιπά στοιχεία που αποδεικνύουν την αύξηση του κεφαλαίου και για τα οποία η εταιρία δεν έχει προβεί σε τροποποίηση καταστατικού. Τα παραπάνω αποτελούν σε κάθε περίπτωση αντικείμενο ελέγχου της εκάστοτε αρμόδιας ελεγκτικής αρχής.
Εάν το φυσικό πρόσωπο έχει προβεί σε διαδοχικές αποκτήσεις τίτλων και στη συνέχεια μεταβιβάσει το σύνολο ή μέρος αυτών, ως τιμή κτήσης των πωλούμενων τίτλων λαμβάνεται η μέση τιμή κτήσης που προκύπτει από τη συνολική αξία κτήσης των τίτλων δια της συνολικής ποσότητας αυτών.
Στην περίπτωση που οι μεταβιβαζόμενοι τίτλοι της έχουν αποκτηθεί από κληρονομιά, δωρεά ή γονική παροχή, ως τιμή κτήσης των τίτλων αυτών, θα λαμβάνεται ο φόρος που καταβλήθηκε λόγω της αιτίας απόκτησης αυτών, καθόσον όλες οι δαπάνες, μεταξύ των οποίων και ο ως άνω φόρος, που συνδέονται με την αγορά των τίτλων και γενικότερα την απόκτηση αυτών συμπεριλαμβάνονται, σύμφωνα με τις διατάξεις της , στην τιμή κτήσης των τίτλων.
Επισημαίνεται, ότι με την και την αντίστοιχη τροποποίηση των δύο τελευταίων εδαφίων της παύει να ισχύει η ΠΟΛ.1004/2014 απόφαση του Υφυπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ 1 Β’/2.1.2014) αναφορικά με τον προσδιορισμό της τιμής κτήσης κατά τη μεταβίβαση με επαχθή αιτία τίτλων από φυσικά πρόσωπα σε περίπτωση που οι τίτλοι έχουν αποκτηθεί πριν την 29.9.1999.
Για την καλύτερη κατανόηση των παραπάνω, παραθέτουμε τα ακόλουθα παραδείγματα:
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΥΠΕΡΑΞΙΑΣ
Παράδειγμα 1ο
Στις 5/2/2003 ιδρύθηκε Ο.Ε. με διπλογραφικά βιβλία και σύμφωνα με το καταστατικό ίδρυσης ο Α’ (φυσικό πρόσωπο) κατείχε ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) της εταιρείας συνολικού κεφαλαίου 1.000.000 ευρώ, το οποίο ταυτιζόταν με το ύψος των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας κατά το χρόνο αυτό.
Στις 10/8/2006 ο Α απέκτησε επιπλέον 30% της εταιρείας αντί του ποσού των 400.000 ευρώ, με αποτέλεσμα το ποσοστό του να διαμορφωθεί σε 50%, ενώ τα ίδια κεφάλαια της εταιρείας ανέρχονταν σε 1.500.000 ευρώ.
Προκειμένου να υπολογίσουμε την υπεραξία βάσει του . στις παρακάτω περιπτώσεις προβαίνουμε στους ανάλογους υπολογισμούς ως κατωτέρω:
Α’ περίπτωση
Στις 20/4/2014 ο Α προέβη στην πώληση του μεριδίου του (50%) αντί του ποσού των 800.000 ευρώ ενώ τα ίδια κεφάλαια της εταιρείας είχαν διαμορφωθεί σε 5.000.000 ευρώ.
Υπολογισμός υπεραξίας Α' περίπτωσης:
- Αξία κτήσης του 50%
Ως αξία κτήσης του μεριδίου του 20% για τον Α κατά το έτος ίδρυσης λαμβάνεται το ποσό: 1.000.000 x 20% = 200.000 ευρώ.
Ως αξία κτήσης του ποσοστού 30% για τον Α λαμβάνεται η μικρότερη μεταξύ της τιμής που προκύπτει βάσει του συμφωνητικού της 10/8/2006 και βάσει των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας την ίδια ημερομηνία:
• Βάσει συμφωνητικού: 400.000 ευρώ
• Βάσει ιδίων κεφαλαίων: 1.500.000 x 30% = 450.000 ευρώ.
Ως αξία κτήσης του 30% λαμβάνεται το ποσό των 400.000 ευρώ.
Συνολική αξία κτήσης του μεριδίου 50%: 200.000 + 400.000 = 600.000 ευρώ.
- Αξία πώλησης του 50%
Ως αξία πώλησης του 50% για τον Α λαμβάνεται η μεγαλύτερη μεταξύ της τιμής που προκύπτει βάσει του συμφωνητικού της 20/4/2014 και βάσει των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας την ίδια ημερομηνία:
• Βάσει συμφωνητικού: 800.000 ευρώ
• Βάσει ιδίων κεφαλαίων: 5.000.000 x 50% = 2.500.000 ευρώ.
Ως αξία πώλησης του 50% λαμβάνεται το ποσό των 2.500.000 ευρώ.
-Υπεραξία
Συνεπώς, τελική υπεραξία: 2.500.000 - 600.000 = 1.900.000 και ο φόρος υπεραξίας που οφείλεται βάσει της ετήσιας δήλωσης φόρου εισοδήματος του Α’ είναι 1.900.000 x 15% = 285.000 ευρώ.
Β’ περίπτωση
Στις 20/4/2014 ο Α’ προέβη στην πώληση ποσοστού 20% της εταιρείας αντί του ποσού των 300.000 ευρώ, ενώ τα ίδια κεφάλαια της εταιρείας είχαν διαμορφωθεί σε 5.000.000 ευρώ.
Υπολογισμός υπεραξίας Β’ περίπτωσης:
- Αξία κτήσης του 20%
Για τον προσδιορισμό της αξίας κτήσης του 20% λαμβάνεται υπόψη η μέση τιμή κτήσης του υπόψη ποσοστού, ως ακολούθως:
600.000 x 20/50=240.000 ευρώ.
- Αξία πώλησης του 20%
Ως αξία πώλησης του 20% για τον Α’ λαμβάνεται η μεγαλύτερη μεταξύ της τιμής που προκύπτει βάσει του συμφωνητικού της 20/4/2014 και βάσει των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας την ίδια ημερομηνία:
• Βάσει συμφωνητικού: 300.000 ευρώ
• Βάσει ιδίων κεφαλαίων: 5.000.000 x 20% = 1.000.000 ευρώ.
Ως αξία πώλησης του 20% λαμβάνεται το ποσό των 1.000.000 ευρώ.
-Υπεραξία
Συνεπώς, τελική υπεραξία: 1.000.000 - 240.000 = 760.000 και ο φόρος υπεραξίας που οφείλεται βάσει της ετήσιας δήλωσης φόρου εισοδήματος του Α είναι 760.000 x 15% = 114.000 ευρώ.
Παράδειγμα 2ο
Έστω ότι στο προηγούμενο παράδειγμα, στις 31.3.2010 έλαβε χώρα αύξηση κεφαλαίου της ομόρρυθμης εταιρείας κατά 500.000 ευρώ, η οποία καλύφθηκε και από τους δύο εταίρους. Τα ίδια κεφάλαια της εταιρείας κατά το χρόνο εκείνο ανέρχονταν, μετά την αύξηση, σε 4.000.000 ευρώ. Στην περίπτωση αυτή, για τον υπολογισμό της τιμής κτήσης του μεταβιβαζόμενου ποσοστού 20% (περίπτωση β’ του προηγούμενου παραδείγματος), ισχύουν τα ακόλουθα:
Καταρχήν, το μέρος από την αύξηση κεφαλαίου που αντιστοιχεί στον εταίρο Α είναι 250.000 (500.000/2). Η τιμή κτήσης του ποσοστού του Α’ είναι η εξής: (600.000 + 250.000) = 850.000 ευρώ. Επομένως, η τιμή κτήσης των μεταβιβαζομένου ποσοστού 20% του Α’ είναι 850.000 Χ 20/50 = 340.000 ευρώ. Βάσει ιδίων κεφαλαίων, η τιμή κτήσης του ποσοστού 20% ανέρχεται σε 4.000.000 x 20% = 800.000 ευρώ. Επομένως, ως τιμή κτήσης λαμβάνεται το μικρότερο ποσό των 340.000 ευρώ.
Παράδειγμα 3ο
Στις 10/7/2008 ο Α (φυσικό πρόσωπο) απέκτησε 540 μετοχές (ποσοστό 50%) ανώνυμης εταιρείας μη εισηγμένης στο ΧΑ, ονομαστικής αξίας €100 έκαστη, αντί του ποσού των 64.800 ευρώ. Τα ίδια κεφάλαια της εταιρείας κατά το χρόνο αυτό ανέρχονταν σε 270.000 ευρώ.
Στις 12/11/2010 η εταιρεία προέβη σε μείωση μετοχικού κεφαλαίου με μείωση του αριθμού των μετοχών και επιστροφή μετρητών στους μετόχους με αποτέλεσμα να καταβληθούν στον Α 14.000 ευρώ. Επομένως, οι μετοχές που κατείχε ο Α μειώθηκαν κατά 140 τεμάχια ονομαστικής αξίας €100 έκαστη. Τα ίδια κεφάλαια στο χρόνο αυτό ανέρχονταν σε 320.000 ευρώ.
Στις 13/5/2011 η εταιρεία προέβη σε μείωση μετοχικού κεφαλαίου με μείωση της ονομαστικής αξίας των μετοχών σε €90 έκαστη. Τα ίδια κεφάλαια στο χρόνο αυτό ανέρχονταν σε 380.000 ευρώ.
Στις 20/5/2014 ο Α προέβη στην πώληση 300 μετοχών της εταιρείας αντί του ποσού των 50.000 ευρώ ενώ τα ίδια κεφάλαια της εταιρείας διαμορφώθηκαν σε 500.000 ευρώ.
Προκειμένου να υπολογίσουμε την υπεραξία βάσει του . προβαίνουμε στους ανάλογους υπολογισμούς ως κατωτέρω:
Υπολογισμός αξίας κτήσης
- Ως αξία κτήσης των 540 μετοχών για τον Α στις 10/7/2008 λαμβάνεται η μικρότερη μεταξύ της τιμής που προκύπτει βάσει του συμφωνητικού της 10/7/2008 και βάσει των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας την ίδια ημερομηνία:
• Βάσει συμφωνητικού: 64.800 ευρώ
• Βάσει ιδίων κεφαλαίων:
Αξία κτήσης κάθε μετοχής: 270.000 /1.080 (σύνολο μετοχών) = 250 ευρώ Αξία κτήσης 540 μετοχών: 540 x 250 = 135.000 ευρώ Επομένως, ως αξία κτήσης των 540 μετοχών λαμβάνεται το ποσό των 64.800 ευρώ.
- Ως αξία των 140 μετοχών για τον Α στις 12/11/2010 λαμβάνεται η μικρότερη μεταξύ της αξίας που αντιστοιχεί στον αριθμό των μετοχών που επιστρέφεται και βάσει των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας την ίδια ημερομηνία:
• 14.000 ευρώ (ονομαστική αξία 100 x αριθμός επιστραφέντων μετοχών 140)
• Βάσει ιδίων κεφαλαίων:
Αξία κάθε μετοχής: 320.000 / 800 (σύνολο μετοχών) = 400 ευρώ.
Αξία 140 μετοχών: 140 x 400 = 56.000 ευρώ
Επομένως, ως αξία των 140 μετοχών λαμβάνεται το ποσό των 14.000 ευρώ.
- Η συναλλαγή που έλαβε χώρα στις 13/5/2011 είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση της αξίας κτήσης των μετοχών που κατέχει ο Α, συνολικά 400 μετοχές x 10 = 4.000 ευρώ. Το ποσό αυτό συγκρίνεται με τη αξία βάσει ιδίων κεφαλαίων κατά το χρόνο εκείνο, ήτοι 380.000 / 800 (σύνολο μετοχών) = 475 ευρώ.
Αξία 400 μετοχών: 400 x 475 = 190.000 ευρώ
Επομένως, ως αξία των 400 μετοχών λαμβάνεται το ποσό των 4.000 ευρώ.
Συνολική αξία κτήσης των 400 μετοχών: 64.800 - 14.000 - 4.000 = 46.800 ευρώ.
Άρα αξία κτήσης κάθε μετοχής: 46.800/400 = 117 ευρώ
Υπολογισμός αξίας πώλησης
Ως αξία πώλησης των 300 μετοχών για τον Α λαμβάνεται η μεγαλύτερη μεταξύ της τιμής που προκύπτει βάσει του συμφωνητικού της 20/5/2014 και βάσει των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας την ίδια ημερομηνία:
• Βάσει συμφωνητικού: 50.000 ευρώ
• Βάσει ιδίων κεφαλαίων:
Αξία πώλησης κάθε μετοχής: 500.000/800 (σύνολο μετοχών) = 625 ευρώ. Αξία πώλησης 300 μετοχών: 300 x 625 = 187.500 ευρώ Επομένως, ως αξία πώλησης των 300 μετοχών λαμβάνεται το ποσό των 187.500 ευρώ.
Υπολογισμός υπεραξίας
Συνεπώς, τελική υπεραξία: 187.500 - 35.100 (117 x 300) = 152.400 και ο φόρος υπεραξίας που οφείλεται βάσει της ετήσιας δήλωσης φόρου εισοδήματος του Α είναι 152.400 x 15% = 22.860 ευρώ.
Διευκρινίζεται ότι για τον προσδιορισμό της υπεραξίας που αποκτά φυσικό πρόσωπο από τη μεταβίβαση εταιρικών ομολόγων, με την επιφύλαξη των αναφερομένων στην παρ. 2 iii της παρούσας, λαμβάνεται υπόψη η τιμή πώλησης και το κόστος απόκτησης, όπως αυτά δηλώνονται από τον μεταβιβάζοντα και προκύπτουν από τα δικαιολογητικά έγγραφα που εξέδωσε η εκδότρια εταιρία ή το πιστωτικό ίδρυμα στο οποίο ανατέθηκε η διαχείριση των ομολόγων αυτών.
Περαιτέρω και δεδομένου ότι οι διατάξεις της εφαρμόζονται και για μεταβιβάσεις μετοχών, μεριδίων ή μερίδων αλλοδαπών εταιριών, συνάγεται ότι για τον υπολογισμό της υπεραξίας που αποκτά φυσικό πρόσωπο από τη μεταβίβαση των ως άνω τίτλων αφαιρείται το κόστος απόκτησής τους, όπως αυτό αναγράφεται στη σύμβαση μεταβίβασης κατά το χρόνο απόκτησης των τίτλων από τη συμφωνηθείσα αξία πώλησης.
6. Με την παράγραφο 5 του άρθρου αυτού, όπως αυτή ισχύει μετά τη τροποποίησή της με την ορίζεται ότι, στην περίπτωση που ο προσδιορισμός της υπεραξίας του άρθρου 42 που προκύπτει από μεταβιβάσεις από φυσικά πρόσωπα, μετοχών, μεριδίων σε Ε.Π.Ε. ή μερίδων σε προσωπικές εταιρίες, κρατικών ομολόγων, εταιρικών ομολόγων και εντόκων γραμματίων, καταλήγει σε αρνητικό ποσό, το αρνητικό αυτό ποσό μεταφέρεται για τα επόμενα πέντε (5) έτη και συμψηφίζεται μόνο με μελλοντικά κέρδη υπεραξίας που προκύπτουν αποκλειστικά από τη μεταβίβαση των παραπάνω τίτλων. Επισημαίνεται, ότι για τον προσδιορισμό του τελικού αποτελέσματος (κέρδος ή ζημίας) από τις ως άνω μεταβιβάσεις λαμβάνεται το αλγεβρικό άθροισμα των πράξεων (συναλλαγών) που φορολογούνται βάσει της και έχουν λάβει χώρα εντός του ίδιου φορολογικού έτους, όλων των κατηγοριών των τίτλων της παραγράφου 1.
7. Όσον αφορά το εισόδημα που προκύπτει από τη μεταβίβαση τίτλων της από φυσικό πρόσωπο που δεν έχει τη φορολογική του κατοικία στην Ελλάδα, έχουν εφαρμογή τα ακόλουθα:
α) Με τις διατάξεις της ορίζεται, ότι ο φορολογούμενος που δεν έχει τη φορολογική κατοικία του στην Ελλάδα υπόκειται σε φόρο για το φορολογητέο εισόδημά του που προκύπτει στην Ελλάδα και αποκτάται μέσα σε ορισμένο φορολογικό έτος.
β) Επίσης, με τις διατάξεις της του ίδιου νόμου ορίζεται, ότι εισόδημα που προκύπτει στην ημεδαπή είναι το εισόδημα από την πώληση ολόκληρης επιχείρησης, εταιρικών μεριδίων ή ποσοστών συμμετοχής, μετοχών, εισηγμένων ή μη ομολόγων και παραγώγων χρηματοοικονομικών προϊόντων, εφόσον οι παραπάνω τίτλοι έχουν εκδοθεί από ημεδαπή επιχείρηση.
Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι το εισόδημα που αποκτούν τα πιο πάνω πρόσωπα από τη μεταβίβαση τίτλων που έχουν εκδοθεί από ημεδαπή επιχείρηση, υπόκειται σε φόρο, σύμφωνα με τις διατάξεις της και , ως εισόδημα από πηγή Ελλάδος, με συντελεστή 15%.
Το εισόδημα αυτό θα συμπεριληφθεί στην ετήσια δήλωση φορολογίας εισοδήματος του φορολογικού έτους στο οποίο έλαβε χώρα η μεταβίβαση των τίτλων στις προθεσμίες που ορίζονται για τα φυσικά πρόσωπα με βάση τις διατάξεις , σε ανάλογο κωδικό που θα προβλεφθεί.
Ειδικά για τα φυσικά πρόσωπα που έχουν την κατοικία τους σε κράτος που περιλαμβάνεται στα μη συνεργάσιμα κράτη με βάση το , η δήλωση φορολογίας εισοδήματος, όπου συμπεριλαμβάνεται το υπόψη εισόδημα, υποβάλλεται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. πριν από την οποιαδήποτε μεταβίβαση και ο φόρος καταβάλλεται εφάπαξ, με βάση την υπουργική απόφαση που εκδίδεται κατ’ εφαρμογή της ,.
Για τη διαδικασία και τα δικαιολογητικά απόδοσης Αριθμού Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ) θα πρέπει να ακολουθηθεί η διαδικασία που ορίζεται με βάση τις ΠΟΛ.1283/2013 και ΠΟΛ.1006/2013 Αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα που εκδόθηκαν κατ’ εξουσιοδότηση των διατάξεων των άρθρων 8 και 10 του ν.4174/2014.
Επισημαίνεται, ότι όταν ο δικαιούχος φυσικό πρόσωπο είναι φορολογικός κάτοικος σε κράτος με το οποίο η Ελλάδα έχει συνάψει σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας, το εισόδημα που προκύπτει από την υπεραξία μεταβίβασης των τίτλων αυτών απαλλάσσεται του φόρου εισοδήματος με βάση τις διατάξεις της , με την προϋπόθεση ότι υποβάλλονται τα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν τη φορολογική του κατοικία. Η φορολογική κατοικία στην περίπτωση αυτή αποδεικνύεται με πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας με βάση τα οριζόμενα στην οικεία ΣΑΔΦ. Διευκρινίζεται ότι τα εν λόγω πρόσωπα δεν υποχρεούνται σε απόκτηση ελληνικού Α.Φ.Μ. και δεν απαιτείται να υποβάλλουν μηδενική δήλωση από την αιτία αυτή. Περαιτέρω, το πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας το οποίο τεκμηριώνει την απαλλαγή τους, απαιτείται να έχει κατατεθεί στο θεματοφύλακα του εν λόγω προσώπου, καθόσον ο τελευταίος θα είναι υπόχρεος για την απόδειξη της φορολογικής απαλλαγής έναντι της φορολογικής αρχής.
8. Περαιτέρω, με τις διατάξεις της ορίζεται ότι τα κεφαλαιακά κέρδη που αποκτούν φυσικά πρόσωπα και προκύπτουν από την ανταλλαγή ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου με άλλους τίτλους κατ’ εφαρμογή του προγράμματος συμμετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους απαλλάσσονται από το φόρο και δεν έχουν υποχρέωση υποβολής δήλωσης φόρου εισοδήματος, εκτός αν έχουν τέτοια υποχρέωση από άλλη αιτία. Τα παραπάνω ισχύουν και για τους κατοίκους αλλοδαπής και συνεπώς παρέλκει η αναφορά στις ΣΑΔΦ.
9. Όσον αφορά στον προσδιορισμό του εισοδήματος από μεταβίβαση τίτλων που αποκτούν τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες του καθώς και τα νομικά πρόσωπα που δεν έχουν τη φορολογική τους κατοικία στην ημεδαπή αλλά διατηρούν μόνιμη εγκατάσταση στη χώρα μας, λαμβάνεται υπόψη το εισόδημα (υπεραξία) που προκύπτει με βάση τα τηρούμενα βιβλία της επιχείρησης και τα αντίστοιχα παραστατικά, καθόσον σε κάθε περίπτωση τα έσοδα που αποκτούν τα εν λόγω νομικά πρόσωπα θεωρούνται έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα και φορολογούνται με βάση τις διατάξεις των άρθρων ή , κατά περίπτωση. Στην έννοια της μόνιμης εγκατάστασης στην Ελλάδα αλλοδαπού νομικού προσώπου προκειμένου για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών περιλαμβάνονται και τα αλλοδαπά νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που ασκούν δραστηριότητα στην Ελλάδα μέσω γραφείου, παραρτήματος, κλπ (π.χ αλλοδαπά εκπαιδευτικά ιδρύματα που δραστηριοποιούνται στην ημεδαπή).
Επισημαίνεται ότι τα ανωτέρω, μη διακρίνοντος του νόμου, έχουν εφαρμογή και για μεταβιβάσεις μετοχών και άλλων κινητών αξιών εισηγμένων σε χρηματιστηριακή αγορά, ανεξάρτητα του χρόνου απόκτησής τους και του ποσοστού συμμετοχής.
Ειδικότερα, για τον προσδιορισμό της υπεραξίας από τα ως άνω νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που τηρούν διπλογραφικά βιβλία, από την συμφωνηθείσα αξία πώλησης αφαιρείται η τιμή κτήσης. Ως τιμή κτήσης λαμβάνεται αυτή που προκύπτει μετά την αποτίμηση και η οποία εμφανίζεται στα βιβλία της επιχείρησης κατά την 31.12.2013 προκειμένου για μεταβιβάσεις που πραγματοποιήθηκαν εντός του φορολογικού έτους 2014, καθόσον η ζημία από την αποτίμηση έχει αναγνωρισθεί για έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης με βάση τα οριζόμενα στην (ΠΟΛ. 1264/2014). Για μεταβιβάσεις τίτλων που θα λάβουν χώρα μετά την 1.1.2015 και οι οποίοι έχουν αποκτηθεί πριν την 31.12.2013, ως τιμή κτήσης θα ληφθεί υπόψη η ίδια ως άνω αξία (αυτή που εμφανίζεται στα βιβλία κατά την 31.12.2013), δεδομένου ότι η ζημία που προκύπτει από αποτίμηση τίτλων από 1.1.2014 και μετά δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων με βάση τις διατάξεις της , καθόσον δεν αντιστοιχεί σε πραγματική συναλλαγή. Επισημαίνεται ότι για τίτλους που αποκτώνται από την 1.1.2014 και μετά, ως τιμή κτήσης για τον προσδιορισμό της υπεραξίας κατά τη μεταβίβασή τους λαμβάνεται υπόψη η αρχική τιμή κτήσης τους χωρίς τις μεταγενέστερες αποτιμήσεις τους.
Όταν τα νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες τηρούν απλογραφικά βιβλία, για τον προσδιορισμό της υπεραξίας (κέρδους) που προκύπτει από τη μεταβίβαση των τίτλων που έχουν στο χαρτοφυλάκιό τους, από την συμφωνηθείσα αξία πώλησης των τίτλων αυτών αφαιρείται η αρχική τιμή κτήσης, όπως αυτή προκύπτει από τα τηρούμενα παραστατικά.
Επίσης, στις περιπτώσεις νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων που δεν τηρούν βιβλία (π.χ. νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα) όταν το κόστος κτήσης δεν μπορεί να προσδιορισθεί λόγω έλλειψης νομίμων παραστατικών, αυτό θεωρείται ότι είναι μηδενικό.
Τα αναφερόμενα στην παράγραφο 4 της παρούσας, σχετικά με την εισφορά τίτλων, θα έχουν εφαρμογή και για τους δικαιούχους της παραγράφου αυτής.
Σε περίπτωση που νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες του κατά το στάδιο της εκκαθάρισης προβούν σε αυτούσια διανομή τίτλων που αναφέρονται στην στους μετόχους ή εταίρους τους, εφόσον η αυτούσια διανομή αυτή προβλέπεται από τις οικείες διατάξεις, η διανομή αυτή ισοδυναμεί με πώληση και η υπεραξία φορολογείται στο όνομα του υπό εκκαθάριση νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας.
Τέλος, στην περίπτωση που οι μεταβιβαζόμενοι τίτλοι της έχουν αποκτηθεί από κληρονομιά, δωρεά ή γονική παροχή, ως τιμή κτήσης των τίτλων αυτών, θα λαμβάνεται ο φόρος που καταβλήθηκε λόγω της αιτίας απόκτησης αυτών, καθόσον όλες οι δαπάνες, μεταξύ των οποίων και ο ως άνω φόρος, που συνδέονται με την αγορά των τίτλων και γενικότερα την απόκτηση αυτών συμπεριλαμβάνονται, σύμφωνα με τις διατάξεις της στην τιμή κτήσης των τίτλων.
Ειδικά για μεταβιβάσεις τίτλων του άρθρου αυτού που πραγματοποιούνται μεταξύ ημεδαπής επιχείρησης και επιχειρήσεων συνδεδεμένων με αυτή, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων και .
Επισημαίνεται ότι, σε περίπτωση που το αποτέλεσμα από τη μεταβίβαση των τίτλων είναι ζημιογόνο, η υπόψη ζημία αναγνωρίζεται φορολογικά, με την επιφύλαξη των διατάξεων του . Αν η ζημία προκύπτει από τη μεταβίβαση τίτλων αλλοδαπής προέλευσης, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παρ. 3 του ίδιου ως άνω άρθρου και νόμου, δηλαδή δεν αναγνωρίζεται, πλην όμως μπορεί να συμψηφισθεί με εισόδημα που προκύπτει από άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε ή του Ε.Ο.Χ. με βάση τις προϋποθέσεις της παραγράφου αυτής.
Για την υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος των υπόψη νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του , ως εκ τούτου κατά το χρόνο που πραγματοποιείται η μεταβίβαση των τίτλων δεν απαιτείται η υποβολή δήλωσης, καθώς το αντίστοιχο εισόδημα θα συμπεριληφθεί στην ετήσια δήλωση του φορολογικού έτους στο οποίο έλαβε χώρα η μεταβίβαση των τίτλων.
10. Αναφορικά με τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες που δεν έχουν τη φορολογική τους κατοικία στην Ελλάδα και δεδομένου ότι με βάση τις διατάξεις της περιπτ. ε’ του άρθρου 5 εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα που προκύπτει στην ημεδαπή είναι μόνο αυτό που ασκείται μέσω μόνιμης εγκατάστασης συνάγεται, ότι το υπόψη εισόδημα (από μεταβίβαση τίτλων) που αποκτούν φορολογείται στην Ελλάδα μόνο όταν διατηρούν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα και το προϊόν της μεταβίβασης μπορεί να αποδοθεί στην μόνιμη εγκατάσταση.
Επισημαίνεται, ότι εφόσον, με βάση τις διατάξεις της εσωτερικής νομοθεσίας παρέχεται απαλλαγή του αντίστοιχου εισοδήματος, δεν απαιτείται και η υποβολή μηδενικής δήλωσης.
Ως εκ τούτου, η διάταξη της που προστέθηκε με την πλεονάζει.
Επίσης, κατά την απορρόφηση εταιρείας κατά τις διατάξεις του , η οποία έχει στην κυριότητά της τίτλους (μερίδια ή μετοχές) ημεδαπής εταιρείας, από άλλη εταιρεία, δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του καθόσον, η συγχώνευση δεν συνεπάγεται κατά το χρόνο της συγχώνευσης καμία φορολογία των υπεραξιών σύμφωνα με τις διατάξεις της .
11. Επιπλέον, με βάση τις διατάξεις της , οι οποίες προστέθηκαν με την , η απαλλαγή που προβλέπεται με βάση τις διατάξεις της για τα κεφαλαιακά κέρδη που αποκτούν φυσικά πρόσωπα και προκύπτουν από την ανταλλαγή ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου με άλλους τίτλους κατ’ εφαρμογή του προγράμματος συμμετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους εφαρμόζεται ανάλογα και για τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες του Ειδικά για τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες που δεν έχουν τη φορολογική τους κατοικία και δεν διατηρούν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα, εφόσον με βάση τις διατάξεις της εσωτερικής νομοθεσίας παρέχεται απαλλαγή του πιο πάνω εισοδήματος, παρέλκει η αναφορά στις ΣΑΔΦ και περαιτέρω δεν απαιτείται η υποβολή μηδενικής δήλωσης, κατ’ ανάλογη εφαρμογή των αναφερομένων στην παράγραφο 7 της παρούσας.
Τέλος, επισημαίνεται ότι από το φόρο εισοδήματος απαλλάσσεται και η υπεραξία που προκύπτει από τη μεταβίβαση ημεδαπών εταιρικών ομολόγων, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της , κατ’ ανάλογη εφαρμογή των όσων αναφέρθηκαν στην παράγραφο 2iii της παρούσας.
12. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται, σύμφωνα με τις διατάξεις της ., για μεταβιβάσεις μετοχών, μεριδίων, ομολόγων, παραγώγων και ολόκληρης επιχείρησης που πραγματοποιούνται από την 1η Ιανουαρίου 2014 και μετά.
Επισημαίνεται ότι στις περιπτώσεις κατά τις οποίες έχει καταρτιστεί σύμβαση μεταβίβασης τίτλων μέχρι την 31.12.2013 και δεν έχει υποβληθεί η δήλωση φόρου υπεραξίας, με αντίστοιχη καταβολή φόρου όπως προέβλεπαν οι προϊσχύουσες διατάξεις του άρθρου 13 του ν.2238/1994, η εν λόγω μεταβίβαση θεωρείται ότι δεν έχει ολοκληρωθεί και συνεπώς, η διαδικασία μεταβίβασης και η καταβολή του φόρου θα πρέπει να πραγματοποιηθούν με βάση τα προβλεπόμενα στην παρούσα εγκύκλιο.
Αντίθετα, για μεταβιβάσεις τίτλων που έχουν λάβει χώρα μέχρι την 31.12.2013 όπου έχει συμφωνηθεί, πέρα από την καταβολή συγκεκριμένου ποσού, και η καταβολή στο μέλλον ενός επιπλέον ποσού το οποίο όμως συνδέεται με την πλήρωση κάποιας αίρεσης (π.χ. επιδίκαση κάποιας αποζημίωσης υπέρ της εταιρείας της οποίας μεταβιβάσθηκαν οι μετοχές κ.λπ.), για τον επιπλέον ποσό του φόρου που οφείλεται εξακολουθούν να έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του , καθόσον η μεταβίβαση θεωρείται ότι έχει λάβει χώρα πριν την 1.1.2014.
Επίσης, σε περίπτωση μεταβίβασης τίτλων από οποιοδήποτε πρόσωπο, φυσικό ή νομικό, για τις οποίες συμφωνείται τμηματική καταβολή του τιμήματος σε επόμενα φορολογικά έτη, η προκύπτουσα υπεραξία φορολογείται κατά το φορολογικό έτος που λαμβάνει χώρα η μεταβίβαση των τίτλων, ανεξάρτητα από το χρόνο καταβολής του τιμήματος.
Τέλος και δεδομένου ότι με τις διατάξεις της . ορίζεται ότι οι διατάξεις που διέπουν τη φορολογία των ναυτιλιακών επιχειρήσεων και των συνδεόμενων φυσικών προσώπων μόνο σε σχέση με το εισόδημα που απορρέει από τις επιχειρήσεις αυτές δεν θίγονται από τις διατάξεις του Κώδικα αυτού, συνάγεται ότι η υπεραξία που προκύπτει από τη μεταβίβαση μετοχών ναυτικής πλοιοκτήτριας εταιρείας απαλλάσσεται της φορολογίας εισοδήματος, καθόσον θεωρείται εισόδημα που αποκτάται από το μέτοχο στα πλαίσια εκμετάλλευσης του πλοίου και με την επιβολή του φόρου του ν. 27/1975 στην πλοιοκτήτρια ναυτική εταιρεία εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση από το φόρο εισοδήματος (σχετική η αριθ. 39/1998 γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ. που έγινε αποδεκτή από τον Υπουργό Οικονομικών).
Η Προϊσταμένη του Αυτοτελούς Τμήματος Διοίκησης

Η ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ - ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΣΑΒΒΑΙΔΟΥ

Άρθρο 42 Μεταβίβαση τίτλων
1. Κάθε εισόδηµα που προκύπτει από υπεραξία µεταβίβασης των ακόλουθων τίτλων, καθώς και µεταβίβασης ολόκληρης επιχείρησης, υπόκειται σε φόρο εισοδήµατος φυσικών προσώπων
α) µετοχές σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά,
β) μετοχές και άλλες κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά, εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό τουλάχιστον μισό τοις εκατό (0,5%)
γ) µερίδια ή µερίδες σε προσωπικές εταιρείες,
δ) κρατικά οµόλογα και έντοκα γραµµάτια ή εταιρικά οµόλογα,
ε) παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα.
Ως μεταβίβαση σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο νοείται και η εισφορά των ανωτέρω τίτλων για την κάλυψη ή αύξηση κεφαλαίου εταιρείας
Ειδικά για τίτλους που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή, εφόσον οι τίτλοι αυτοί έχουν αποκτηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2009 και εξής.
2. Ως παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα σύµφωνα µε την περίπτωση δ΄ ε’ της παραγράφου 1 νοούνται:
α) Τα συµσυμβόλαια δικαιωµάτων προαίρεσης, τα συμβόλαια µελλοντικής εκπλήρωσης, οι συµβάσεις ανταλλαγής (swaps), και οι προθεσµιακές συµβάσεις (forwards) που σχετίζονται µε υποκείµενους τίτλους και ιδίως µε:
1. κινητές αξίες ή άλλα περιουσιακά στοιχεία,
2. συναλλαγµατικές ισοτιµίες,
3. επιτόκια ή αποδόσεις,
4. χρηµατοπιστωτικούς δείκτες ή άλλα χρηµατοπιστωτικά µεγέθη,
5. εµπορεύµατα,
6. ναύλους,
7. πιστωτική διαβάθµιση ή γεγονός,
8. ποσοστά πληθωρισµού ή άλλες επίσηµες οικονοµικές στατιστικές,
9. κλιµατικές µεταβλητές,
10. εκποµπές ρύπων,
11. µεταβολές στην τιµή οποιουδήποτε οικονοµικού, φυσικού, περιβαλλοντολογικού, στατιστικού ή άλλου µεγέθους ή γεγονότος (πλην αθλητικών γεγονότων), ή
12. άλλα παράγωγα µέσα.
β) Κάθε άλλη σύµβαση που προσιδιάζει στις ανωτέρω, όσον αφορά, µεταξύ άλλων, στο κατά πόσον προσδιορίζεται µε αναφορά σε άλλους υποκείµενους τίτλους, είναι διαπραγµατεύσιµη σε οργανωµένη αγορά ή πολυµερή µηχανισµό διαπραγµάτευσης (ΠΜΔ), υπόκειται σε εκκαθάριση µε µετρητά διαθέσιµα ή φυσική παράδοση (πλην παραδόσεων λόγω αδυναµίας πληρωµής ή άλλου γεγονότος που επιφέρει τη λύση της σύµβασης, καθώς και παραδόσεων που προορίζονται για εµπορικούς σκοπούς) ή διακανονισµό µέσω αναγνωρισµένων γραφείων συµψηφισµού ή σε τακτικές κλήσεις για κάλυψη περιθωρίων.
3. Ως υπεραξία νοείται η διαφορά µεταξύ της τιµής κτήσης που κατέβαλε ο φορολογούµενος και της τιµής πώλησης που εισέπραξε. Τυχόν δαπάνες που συνδέονται άµεσα µε την αγορά ή την πώληση των τίτλων συµπεριλαµβάνονται στην τιµή κτήσης και την τιµή πώλησης.
4. Σε περίπτωση που οι µεταβιβαζόµενοι τίτλοι είναι εισηγµένοι σε χρηµατιστηριακή αγορά, η τιµή κτήσης και η τιµή πώλησης καθορίζονται από τα δικαιολογητικά έγγραφα συναλλαγών, τα οποία εκδίδει η χρηµατιστηριακή εταιρεία ή το πιστωτικό ίδρυµα ή οποιοδήποτε φορέας που διενεργεί συναλλαγές.
Σε περίπτωση µεταβίβασης µη εισηγµένων τίτλων, η τιµή πώλησης προσδιορίζεται µε βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που εκδίδει τους µεταβιβαζόµενους τίτλους κατά το χρόνο της µεταβίβασης ή το τίµηµα ή αγοραία αξία που αναγράφεται στη σύµβαση µεταβίβασης, εφόσον αυτό είναι υψηλότερο. Η τιµή κτήσης προσδιορίζεται µε βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που εκδίδει τους µεταβιβαζόµενους τίτλους κατά το χρόνο απόκτησης ή το τίµηµα που αναγράφεται στη σύµβαση απόκτησης κατά τον χρόνο απόκτησης των τίτλων, εφόσον οποιοδήποτε από τα ανωτέρω είναι χαμηλότερο.
Αν η τιµή κτήσης δεν µπορεί να προσδιοριστεί θεωρείται ότι είναι µηδενική.
Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής, για τον προσδιορισμό της τιμής κτήσης λαμβάνονται υπόψη οι εταιρικές πράξεις που έχουν λάβει χώρα μέχρι το χρόνο της μεταβίβασης. Σε περίπτωση διαδοχικών αποκτήσεων τίτλων, ως τιμή κτήσης λαμβάνεται η μέση τιμή κτήσης που προκύπτει από τη συνολική αξία κτήσης των τίτλων δια της συνολικής ποσότητας αυτών.
5. Σε περίπτωση κατά την οποία ο προσδιορισμός της υπεραξίας σύμφωνα με τις ανωτέρω παραγράφους καταλήγει σε αρνητικό ποσό, η εν λόγω ζημία μεταφέρεται για τα επόμενα πέντε (5) έτη και συμψηφίζεται μόνο με μελλοντικά κέρδη υπεραξίας, τα οποία υπολογίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου και τα οποία προκύπτουν από συναλλαγές σε τίτλους της παραγράφου 1.
6. Τα κεφαλαιακά κέρδη που προκύπτουν από την ανταλλαγή οµολόγων του Ελληνικού Δηµοσίου ή εταιρικών οµολόγων µε εγγύηση του Ελληνικού Δηµοσίου µε άλλους τίτλους κατ’ εφαρµογή του προγράµµατος συµµετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους απαλλάσσονται από το φόρο.
7. Για την υπεραξία που προκύπτει από εισφορά ενεργητικού, ανταλλαγή µετοχών, συγχώνευση ή διάσπαση κατ’ έφαρµογή των άρθρων 52, 53 και 54 ισχύουν οι ειδικές διατάξεις αυτών των άρθρων.
8. Απαλλάσσεται από το φόρο το εισόδημα που αποκτούν φυσικά πρόσωπα που είναι φορολογικοί κάτοικοι σε κράτη με τα οποία η Ελλάδα έχει συνάψει σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας (ΣΑΔΦ) και το οποίο προκύπτει από υπεραξία μεταβίβασης των τίτλων σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους υπό την προϋπόθεση ότι υποβάλλουν στη Φορολογική Διοίκηση δικαιολογητικά που αποδεικνύουν τη φορολογική τους κατοικία
Άρθρο 43 Φορολογικός συντελεστής
Το εισόδηµα από υπεραξία µεταβίβασης κεφαλαίου φορολογείται µε συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%).
ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Δ.1.: ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΚΥΡΙΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
(…)
8. Το άρθρο 42 του ν. 4172/2013 τροποποιείται ως εξής: α. Η περίπτωση α΄ αντικαθίσταται ως εξής: «μετοχές σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά».
β. Προστίθεται νέα περίπτωση β΄ που έχει ως εξής και οι περιπτώσεις β΄, γ΄ και δ΄ αναριθμούνται σε γ΄, δ΄ και ε΄ αντίστοιχα:
«β. μετοχές εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά, εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό τουλάχιστον μισό τοις εκατό (0,5%) και οι μεταβιβαζόμενες μετοχές έχουν αποκτηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2009 και εξής.»
γ. Στην παράγραφο 5 οι λέξεις «επ΄ αόριστον» αντικαθίστανται από τις λέξεις «για τα επόμενα πέντε (5) έτη».
Άρθρο 88 Τροποποιήσεις διατάξεων του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013, Α΄ 167)
(….).
4. Στον πρώτο στίχο της παρ. 1 του άρθρου 42 του ν. 4172/2013 διαγράφονται οι λέξεις «εφόσον δεν συνιστά επιχειρηματική δραστηριότητα».
5. Στην περίπτωση β΄ της παρ. 1 του άρθρου 42 του ν. 4172/2013 μετά τη λέξη «μετοχές» προστίθενται οι λέξεις «και άλλες κινητές αξίες».
6. Στην περίπτωση β΄ της παρ. 1 του άρθρου 42 του ν. 4172/2013 διαγράφονται οι λέξεις «και οι μεταβιβαζόμενες μετοχές έχουν αποκτηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2009 και εξής».
7. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 42 του ν. 4172/ 2013 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Ειδικά για τίτλους που αποτελούν αντικείμενο δια­πραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή, εφόσον οι τίτλοι αυτοί έχουν αποκτηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2009 και εξής.».
8. Στον πρώτο στίχο της παρ. 2 του άρθρου 42 του ν. 4172/2013 οι λέξεις «περίπτωση δ΄» αντικαθίστανται με τις λέξεις «περίπτωση ε΄».
9. Στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 42 του ν. 4172/2013 διαγράφονται οι λέξεις «και δεν προστίθενται ή αφαιρούνται αντίστοιχα».
10. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 42 του ν. 4172/2013 οι λέξεις «όπως δηλώνονται στην εταιρεία «Ελληνικά Χρηματιστήρια Ανώνυμη Εταιρεία» (Ε.Χ.Α.Ε.) κατά την ημέρα διακανονισμού της συναλλαγής» αντικαθίστανται από τις λέξεις «οιοσδήποτε φορέας που διενεργεί συναλλαγές».
11. Τα δύο τελευταία εδάφια της παρ. 4 του άρθρου 42 του ν. 4172/2013 αντικαθίστανται ως εξής:
«Αν η τιμή κτήσης δεν μπορεί να προσδιορισθεί θεωρείται ότι είναι μηδενική. Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής, για τον προσδιορισμό της τιμής κτήσης λαμβάνονται υπόψη οι εταιρικές πράξεις που έχουν λάβει χώρα μέχρι το χρόνο της μεταβίβασης. Σε περίπτωση διαδοχικών αποκτήσεων τίτλων, ως τιμή κτήσης λαμβάνεται η μέση τιμή κτήσης που προκύπτει από τη συνολική αξία κτήσης των τίτλων δια της συνολικής ποσότητας αυτών.»
12. Η παρ. 5 του άρθρου 42 του ν.δ. 4172/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Σε περίπτωση κατά την οποία ο προσδιορισμός της υπεραξίας σύμφωνα με τις ανωτέρω παραγράφους καταλήγει σε αρνητικό ποσό, η εν λόγω ζημία μεταφέρεται για τα επόμενα πέντε (5) έτη και συμψηφίζεται μόνο με μελλοντικά κέρδη υπεραξίας, τα οποία υπολογίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου και τα οποία προκύπτουν από συναλλαγές σε τίτλους της παραγράφου 1.
Άρθρο 42 Μεταβίβαση τίτλων
1. Κάθε εισόδηµα που προκύπτει από υπεραξία µεταβίβασης των ακόλουθων τίτλων, καθώς και µεταβίβασης ολόκληρης επιχείρησης, υπόκειται σε φόρο εισοδήµατος φυσικών προσώπων
α) µετοχές σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά,
β) μετοχές και άλλες κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά, εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό τουλάχιστον μισό τοις εκατό (0,5%)
γ) µερίδια ή µερίδες σε προσωπικές εταιρείες,
δ) κρατικά οµόλογα και έντοκα γραµµάτια ή εταιρικά οµόλογα,
ε) παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα.
Ως μεταβίβαση σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο νοείται και η εισφορά των ανωτέρω τίτλων για την κάλυψη ή αύξηση κεφαλαίου εταιρείας
Ειδικά για τίτλους που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή, εφόσον οι τίτλοι αυτοί έχουν αποκτηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2009 και εξής.
Άρθρο 284 Ετερόρρυθμη εταιρεία κατά μετοχές
1. H ετερόρρυθμη εταιρεία κατά μετοχές είναι η ετε­ρόρρυθμη εταιρεία, στην οποία οι εταιρικές μερίδες παρίστανται με μετοχές. Κάθε εταιρική μερίδα αντιστοιχεί σε μία ή περισσότερες μετοχές.
Άρθρο 293 Εφαρμοζόμενες διατάξεις
3. Εφόσον η κοινοπραξία ασκεί εμπορική δραστηριότητα, καταχωρίζεται υποχρεωτικά στο Γ.Ε.ΜΗ. και εφαρμόζονται ως προς αυτήν αναλόγως οι διατάξεις για την ομόρρυθμη εταιρεία.
Άρθρο 103 Φορολογικές διατάξεις
(…)
Πάρ.5. Τα κέρδη με τη μορφή μερισμάτων ή άλλων ωφελη­μάτων εκ των μεριδίων ή μετοχών, ή με τη μορφή πρόσθετης αΈ,ια^ από την εκποίηση μεριδίων ή μετοχών σε τιμή ανώτερη της τιμής κτήσης, που αποκτούν σε κάθε περίπτωση, οι μεριδιούχοι ή μέτοχοι κατά περίπτωση, των ΟΣΕΚΑ που έχουν λάβει άδεια σύστασης ή λειτουργίας στην Ελλάδα, απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος, τέλος χαρτοσήμου, εισφορά, δικαίωμα ή οποιαδήποτε άλλη επιβάρυνση υπέρ του Δημοσίου, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και γενικώς τρίτων, με την επιφύλαξη των παραγράφων 3 και 4 του παρόντος άρθρου. Ως προς το Φ.Π.Α. εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν. 2859/2000). Τα κέρδη με τη μορφή μερισμάτων ή άλλων ωφελημάτων εκ των μεριδίων ή μετοχών δεν υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου και προκειμένου περί ΑΕΕΜΚ δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 54 και της παραγράφου 2 του άρθρου 114 του ν. 2238/1994.
Άρθρο 14 Φορολογικές και άλλες ρυθμίσεις
1. Η έκδοση ομολογιακού δανείου του νόμου αυτού, η παροχή κάθε είδους ασφαλειών, όλες οι συμβάσεις που προβλέπονται στο νόμο αυτόν, καθώς και κάθε σχετική ή παρεπόμενη σύμβαση ή πράξη και η καταχώριση αυτών σε δημόσια βιβλία όπου απαιτείται, οι προσωρινοί και οριστικοί τίτλοι ομολογιών, η διάθεση και κυκλοφορία αυτών, η εξόφληση του κεφαλαίου από ομολογίες και από επιχειρηματικές απαιτήσεις που τις καλύπτουν και εν γένει η άσκηση δικαιωμάτων που απορρέουν από ομολογίες που εκδίδονται σύμφωνα με το νόμο αυτόν και από επιχειρηματικές απαιτήσεις που τις καλύπτουν, η μεταβίβαση ομολογιών εντός ή εκτός οργανωμένης αγοράς ή χρηματιστηρίου απαλλάσσονται από κάθε άμεσο ή έμμεσο φόρο, περιλαμβανομένου και του φόρου υπεραξίας, τέλος, ανταποδοτικό ή μη. τέλος χαρτοσήμου, εισφορά, εισφορά του ν. 128/1975, προμήθεια, δικαίωμα ή άλλη επιβάρυνση υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων, με την επιφύλαξη των διατάξεων που αφορούν το Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών.
Άρθρο 42 Μεταβίβαση τίτλων
1. Κάθε εισόδηµα που προκύπτει από υπεραξία µεταβίβασης των ακόλουθων τίτλων, καθώς και µεταβίβασης ολόκληρης επιχείρησης, υπόκειται σε φόρο εισοδήµατος φυσικών προσώπων
α) µετοχές σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά,
β) μετοχές και άλλες κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά, εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό τουλάχιστον μισό τοις εκατό (0,5%)
γ) µερίδια ή µερίδες σε προσωπικές εταιρείες,
δ) κρατικά οµόλογα και έντοκα γραµµάτια ή εταιρικά οµόλογα,
ε) παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα.
Ως μεταβίβαση σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο νοείται και η εισφορά των ανωτέρω τίτλων για την κάλυψη ή αύξηση κεφαλαίου εταιρείας
Ειδικά για τίτλους που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή, εφόσον οι τίτλοι αυτοί έχουν αποκτηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2009 και εξής.
2. Ως παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα σύµφωνα µε την περίπτωση δ΄ ε’ της παραγράφου 1 νοούνται:
α) Τα συµβόλαια δικαιωµάτων προαίρεσης, τα συµβόλαια µελλοντικής εκπλήρωσης, οι συµβάσεις ανταλλαγής (swaps), και οι προθεσµιακές συµβάσεις (forwards) που σχετίζονται µε υποκείµενους τίτλους και ιδίως µε:
1. κινητές αξίες ή άλλα περιουσιακά στοιχεία,
2. συναλλαγµατικές ισοτιµίες,
3. επιτόκια ή αποδόσεις,
4. χρηµατοπιστωτικούς δείκτες ή άλλα χρηµατοπιστωτικά µεγέθη,
5. εµπορεύµατα,
6. ναύλους,
7. πιστωτική διαβάθµιση ή γεγονός,
8. ποσοστά πληθωρισµού ή άλλες επίσηµες οικονοµικές στατιστικές,
9. κλιµατικές µεταβλητές,
10. εκποµπές ρύπων,
11. µεταβολές στην τιµή οποιουδήποτε οικονοµικού, φυσικού, περιβαλλοντολογικού, στατιστικού ή άλλου µεγέθους ή γεγονότος (πλην αθλητικών γεγονότων), ή
12. άλλα παράγωγα µέσα.
β) Κάθε άλλη σύµβαση που προσιδιάζει στις ανωτέρω, όσον αφορά, µεταξύ άλλων, στο κατά πόσον προσδιορίζεται µε αναφορά σε άλλους υποκείµενους τίτλους, είναι διαπραγµατεύσιµη σε οργανωµένη αγορά ή πολυµερή µηχανισµό διαπραγµάτευσης (ΠΜΔ), υπόκειται σε εκκαθάριση µε µετρητά διαθέσιµα ή φυσική παράδοση (πλην παραδόσεων λόγω αδυναµίας πληρωµής ή άλλου γεγονότος που επιφέρει τη λύση της σύµβασης, καθώς και παραδόσεων που προορίζονται για εµπορικούς σκοπούς) ή διακανονισµό µέσω αναγνωρισµένων γραφείων συµψηφισµού ή σε τακτικές κλήσεις για κάλυψη περιθωρίων.
3. Ως υπεραξία νοείται η διαφορά µεταξύ της τιµής κτήσης που κατέβαλε ο φορολογούµενος και της τιµής πώλησης που εισέπραξε. Τυχόν δαπάνες που συνδέονται άµεσα µε την αγορά ή την πώληση των τίτλων συµπεριλαµβάνονται στην τιµή κτήσης και την τιµή πώλησης.
4. Σε περίπτωση που οι µεταβιβαζόµενοι τίτλοι είναι εισηγµένοι σε χρηµατιστηριακή αγορά, η τιµή κτήσης και η τιµή πώλησης καθορίζονται από τα δικαιολογητικά έγγραφα συναλλαγών, τα οποία εκδίδει η χρηµατιστηριακή εταιρεία ή το πιστωτικό ίδρυµα ή οποιοδήποτε φορέας που διενεργεί συναλλαγές.
Σε περίπτωση µεταβίβασης µη εισηγµένων τίτλων, η τιµή πώλησης προσδιορίζεται µε βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που εκδίδει τους µεταβιβαζόµενους τίτλους κατά το χρόνο της µεταβίβασης ή το τίµηµα ή αγοραία αξία που αναγράφεται στη σύµβαση µεταβίβασης, εφόσον αυτό είναι υψηλότερο. Η τιµή κτήσης προσδιορίζεται µε βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που εκδίδει τους µεταβιβαζόµενους τίτλους κατά το χρόνο απόκτησης ή το τίµηµα που αναγράφεται στη σύµβαση απόκτησης κατά τον χρόνο απόκτησης των τίτλων, εφόσον οποιοδήποτε από τα ανωτέρω είναι χαμηλότερο.
Αν η τιµή κτήσης δεν µπορεί να προσδιοριστεί θεωρείται ότι είναι µηδενική.
Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής, για τον προσδιορισμό της τιμής κτήσης λαμβάνονται υπόψη οι εταιρικές πράξεις που έχουν λάβει χώρα μέχρι το χρόνο της μεταβίβασης. Σε περίπτωση διαδοχικών αποκτήσεων τίτλων, ως τιμή κτήσης λαμβάνεται η μέση τιμή κτήσης που προκύπτει από τη συνολική αξία κτήσης των τίτλων δια της συνολικής ποσότητας αυτών.
5. Σε περίπτωση κατά την οποία ο προσδιορισμός της υπεραξίας σύμφωνα με τις ανωτέρω παραγράφους καταλήγει σε αρνητικό ποσό, η εν λόγω ζημία μεταφέρεται για τα επόμενα πέντε (5) έτη και συμψηφίζεται μόνο με μελλοντικά κέρδη υπεραξίας, τα οποία υπολογίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου και τα οποία προκύπτουν από συναλλαγές σε τίτλους της παραγράφου 1.
6. Τα κεφαλαιακά κέρδη που προκύπτουν από την ανταλλαγή οµολόγων του Ελληνικού Δηµοσίου ή εταιρικών οµολόγων µε εγγύηση του Ελληνικού Δηµοσίου µε άλλους τίτλους κατ’ εφαρµογή του προγράµµατος συµµετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους απαλλάσσονται από το φόρο.
7. Για την υπεραξία που προκύπτει από εισφορά ενεργητικού, ανταλλαγή µετοχών, συγχώνευση ή διάσπαση κατ’ έφαρµογή των άρθρων 52, 53 και 54 ισχύουν οι ειδικές διατάξεις αυτών των άρθρων.
8. Απαλλάσσεται από το φόρο το εισόδημα που αποκτούν φυσικά πρόσωπα που είναι φορολογικοί κά¬τοικοι σε κράτη με τα οποία η Ελλάδα έχει συνάψει σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας (ΣΑΔΦ) και το οποίο προκύπτει από υπεραξία μεταβίβασης των τίτλων σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους υπό την προϋπόθεση ότι υποβάλλουν στη Φορολογική Διοίκηση δικαιολογητικά που αποδεικνύουν τη φορολογική τους κατοικία
Πάρ. 2. Ως παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα σύµφωνα µε την περίπτωση ε’ της παραγράφου 1 νοούνται:
α) Τα συµβόλαια δικαιωµάτων προαίρεσης, τα συµβόλαια µελλοντικής εκπλήρωσης, οι συµβάσεις ανταλλαγής (swaps), και οι προθεσµιακές συµβάσεις (forwards) που σχετίζονται µε υποκείµενους τίτλους και ιδίως µε:
1. κινητές αξίες ή άλλα περιουσιακά στοιχεία,
2. συναλλαγµατικές ισοτιµίες,
3. επιτόκια ή αποδόσεις,
4. χρηµατοπιστωτικούς δείκτες ή άλλα χρηµατοπιστωτικά µεγέθη,
5. εµπορεύµατα,
6. ναύλους,
7. πιστωτική διαβάθµιση ή γεγονός,
8. ποσοστά πληθωρισµού ή άλλες επίσηµες οικονοµικές στατιστικές,
9. κλιµατικές µεταβλητές,
10. εκποµπές ρύπων,
11. µεταβολές στην τιµή οποιουδήποτε οικονοµικού, φυσικού, περιβαλλοντολογικού, στατιστικού ή άλλου µεγέθους ή γεγονότος (πλην αθλητικών γεγονότων), ή
12. άλλα παράγωγα µέσα.
β) Κάθε άλλη σύµβαση που προσιδιάζει στις ανωτέρω, όσον αφορά, µεταξύ άλλων, στο κατά πόσον προσδιορίζεται µε αναφορά σε άλλους υποκείµενους τίτλους, είναι διαπραγµατεύσιµη σε οργανωµένη αγορά ή πολυµερή µηχανισµό διαπραγµάτευσης (ΠΜΔ), υπόκειται σε εκκαθάριση µε µετρητά διαθέσιµα ή φυσική παράδοση (πλην παραδόσεων λόγω αδυναµίας πληρωµής ή άλλου γεγονότος που επιφέρει τη λύση της σύµβασης, καθώς και παραδόσεων που προορίζονται για εµπορικούς σκοπούς) ή διακανονισµό µέσω αναγνωρισµένων γραφείων συµψηφισµού ή σε τακτικές κλήσεις για κάλυψη περιθωρίων.
Άρθρο 42 Μεταβίβαση τίτλων
1. Κάθε εισόδηµα που προκύπτει από υπεραξία µεταβίβασης των ακόλουθων τίτλων, καθώς και µεταβίβασης ολόκληρης επιχείρησης, υπόκειται σε φόρο εισοδήµατος φυσικών προσώπων
α) µετοχές σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά,
β) μετοχές και άλλες κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά, εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό τουλάχιστον μισό τοις εκατό (0,5%)
γ) µερίδια ή µερίδες σε προσωπικές εταιρείες,
δ) κρατικά οµόλογα και έντοκα γραµµάτια ή εταιρικά οµόλογα,
ε) παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα.
Ως μεταβίβαση σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο νοείται και η εισφορά των ανωτέρω τίτλων για την κάλυψη ή αύξηση κεφαλαίου εταιρείας
Ειδικά για τίτλους που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή, εφόσον οι τίτλοι αυτοί έχουν αποκτηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2009 και εξής.
2. Ως παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα σύµφωνα µε την περίπτωση δ΄ ε’ της παραγράφου 1 νοούνται:
α) Τα συµβόλαια δικαιωµάτων προαίρεσης, τα συµβόλαια µελλοντικής εκπλήρωσης, οι συµβάσεις ανταλλαγής (swaps), και οι προθεσµιακές συµβάσεις (forwards) που σχετίζονται µε υποκείµενους τίτλους και ιδίως µε:
1. κινητές αξίες ή άλλα περιουσιακά στοιχεία,
2. συναλλαγµατικές ισοτιµίες,
3. επιτόκια ή αποδόσεις,
4. χρηµατοπιστωτικούς δείκτες ή άλλα χρηµατοπιστωτικά µεγέθη,
5. εµπορεύµατα,
6. ναύλους,
7. πιστωτική διαβάθµιση ή γεγονός,
8. ποσοστά πληθωρισµού ή άλλες επίσηµες οικονοµικές στατιστικές,
9. κλιµατικές µεταβλητές,
10. εκποµπές ρύπων,
11. µεταβολές στην τιµή οποιουδήποτε οικονοµικού, φυσικού, περιβαλλοντολογικού, στατιστικού ή άλλου µεγέθους ή γεγονότος (πλην αθλητικών γεγονότων), ή
12. άλλα παράγωγα µέσα.
β) Κάθε άλλη σύµβαση που προσιδιάζει στις ανωτέρω, όσον αφορά, µεταξύ άλλων, στο κατά πόσον προσδιορίζεται µε αναφορά σε άλλους υποκείµενους τίτλους, είναι διαπραγµατεύσιµη σε οργανωµένη αγορά ή πολυµερή µηχανισµό διαπραγµάτευσης (ΠΜΔ), υπόκειται σε εκκαθάριση µε µετρητά διαθέσιµα ή φυσική παράδοση (πλην παραδόσεων λόγω αδυναµίας πληρωµής ή άλλου γεγονότος που επιφέρει τη λύση της σύµβασης, καθώς και παραδόσεων που προορίζονται για εµπορικούς σκοπούς) ή διακανονισμό µέσω αναγνωρισµένων γραφείων συµψηφισµού ή σε τακτικές κλήσεις για κάλυψη περιθωρίων.
3. Ως υπεραξία νοείται η διαφορά µεταξύ της τιµής κτήσης που κατέβαλε ο φορολογούµενος και της τιµής πώλησης που εισέπραξε. Τυχόν δαπάνες που συνδέονται άµεσα µε την αγορά ή την πώληση των τίτλων συµπεριλαµβάνονται στην τιµή κτήσης και την τιµή πώλησης.
4. Σε περίπτωση που οι µεταβιβαζόµενοι τίτλοι είναι εισηγµένοι σε χρηµατιστηριακή αγορά, η τιµή κτήσης και η τιµή πώλησης καθορίζονται από τα δικαιολογητικά έγγραφα συναλλαγών, τα οποία εκδίδει η χρηµατιστηριακή εταιρεία ή το πιστωτικό ίδρυµα ή οποιοδήποτε φορέας που διενεργεί συναλλαγές.
Σε περίπτωση µεταβίβασης µη εισηγµένων τίτλων, η τιµή πώλησης προσδιορίζεται µε βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που εκδίδει τους µεταβιβαζόµενους τίτλους κατά το χρόνο της µεταβίβασης ή το τίµηµα ή αγοραία αξία που αναγράφεται στη σύµβαση µεταβίβασης, εφόσον αυτό είναι υψηλότερο. Η τιµή κτήσης προσδιορίζεται µε βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που εκδίδει τους µεταβιβαζόµενους τίτλους κατά το χρόνο απόκτησης ή το τίµηµα που αναγράφεται στη σύµβαση απόκτησης κατά τον χρόνο απόκτησης των τίτλων, εφόσον οποιοδήποτε από τα ανωτέρω είναι χαμηλότερο.
Αν η τιµή κτήσης δεν µπορεί να προσδιοριστεί θεωρείται ότι είναι μηδενική.
Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής, για τον προσδιορισμό της τιμής κτήσης λαμβάνονται υπόψη οι εταιρικές πράξεις που έχουν λάβει χώρα μέχρι το χρόνο της μεταβίβασης. Σε περίπτωση διαδοχικών αποκτήσεων τίτλων, ως τιμή κτήσης λαμβάνεται η μέση τιμή κτήσης που προκύπτει από τη συνολική αξία κτήσης των τίτλων δια της συνολικής ποσότητας αυτών.
5. Σε περίπτωση κατά την οποία ο προσδιορισμός της υπεραξίας σύμφωνα με τις ανωτέρω παραγράφους καταλήγει σε αρνητικό ποσό, η εν λόγω ζημία μεταφέρεται για τα επόμενα πέντε (5) έτη και συμψηφίζεται μόνο με μελλοντικά κέρδη υπεραξίας, τα οποία υπολογίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου και τα οποία προκύπτουν από συναλλαγές σε τίτλους της παραγράφου 1.
6. Τα κεφαλαιακά κέρδη που προκύπτουν από την ανταλλαγή οµολόγων του Ελληνικού Δηµοσίου ή εταιρικών οµολόγων µε εγγύηση του Ελληνικού Δηµοσίου µε άλλους τίτλους κατ’ εφαρµογή του προγράµµατος συµµετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους απαλλάσσονται από το φόρο.
7. Για την υπεραξία που προκύπτει από εισφορά ενεργητικού, ανταλλαγή µετοχών, συγχώνευση ή διάσπαση κατ’ έφαρµογή των άρθρων 52, 53 και 54 ισχύουν οι ειδικές διατάξεις αυτών των άρθρων.
8. Απαλλάσσεται από το φόρο το εισόδημα που αποκτούν φυσικά πρόσωπα που είναι φορολογικοί κάτοικοι σε κράτη με τα οποία η Ελλάδα έχει συνάψει σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας (ΣΑΔΦ) και το οποίο προκύπτει από υπεραξία μεταβίβασης των τίτλων σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους υπό την προϋπόθεση ότι υποβάλλουν στη Φορολογική Διοίκηση δικαιολογητικά που αποδεικνύουν τη φορολογική τους κατοικία
Άρθρο 42 Μεταβίβαση τίτλων
Παρ.1. Κάθε εισόδηµα που προκύπτει από υπεραξία µεταβίβασης των ακόλουθων τίτλων, καθώς και µεταβίβασης ολόκληρης επιχείρησης, υπόκειται σε φόρο εισοδήµατος φυσικών προσώπων
α) µετοχές σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά,
β) μετοχές και άλλες κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά, εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό τουλάχιστον μισό τοις εκατό (0,5%)
γ) µερίδια ή µερίδες σε προσωπικές εταιρείες,
δ) κρατικά οµόλογα και έντοκα γραµµάτια ή εταιρικά οµόλογα,
ε) παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα.
Ως μεταβίβαση σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο νοείται και η εισφορά των ανωτέρω τίτλων για την κάλυψη ή αύξηση κεφαλαίου εταιρείας
Ειδικά για τίτλους που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή, εφόσον οι τίτλοι αυτοί έχουν αποκτηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2009 και εξής.
Άρθρο 43 Φορολογικός συντελεστής
Το εισόδηµα από υπεραξία µεταβίβασης κεφαλαίου φορολογείται µε συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%).
Άρθρο 42 Μεταβίβαση τίτλων
Παρ.1. Κάθε εισόδηµα που προκύπτει από υπεραξία µεταβίβασης των ακόλουθων τίτλων, καθώς και µεταβίβασης ολόκληρης επιχείρησης, υπόκειται σε φόρο εισοδήµατος φυσικών προσώπων
α) µετοχές σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά,
β) μετοχές και άλλες κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά, εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό τουλάχιστον μισό τοις εκατό (0,5%)
γ) µερίδια ή µερίδες σε προσωπικές εταιρείες,
δ) κρατικά οµόλογα και έντοκα γραµµάτια ή εταιρικά οµόλογα,
ε) παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα.
Ως μεταβίβαση σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο νοείται και η εισφορά των ανωτέρω τίτλων για την κάλυψη ή αύξηση κεφαλαίου εταιρείας
Ειδικά για τίτλους που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή, εφόσον οι τίτλοι αυτοί έχουν αποκτηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2009 και εξής.
Άρθρο 9 Αποτίμηση των εταιρικών εισφορών
1. Η εξακρίβωση της αξίας των εταιρικών εισφορών σε είδος κατά τη σύσταση της εταιρείας, καθώς και σε κάθε αύξηση του κεφαλαίου της, γίνεται μετά από γνωμοδότηση τριμελούς επιτροπής εμπειρογνωμόνων που αποτελείται από έναν ή δύο υπαλλήλους του Υπουργείου Ανάπτυξης (Τομέας Εμπορίου) ή της αρμόδιας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, πτυχιούχους ανώτατης σχολής, με τριετή τουλάχιστον υπηρεσία ή από έναν ή δύο ορκωτούς ελεγκτές - λογιστές ή ορκωτούς εκτιμητές, κατά περίπτωση, και από έναν εμπειρογνώμονα, εκπρόσωπο του αρμόδιου Επιμελητηρίου. Τα μέλη της επιτροπής δεν πρέπει να έχουν οποιαδήποτε εξάρτηση από την εταιρεία.
Στις περιπτώσεις συγχωνεύσεως πιστωτικών ιδρυμάτων, η παραπάνω επιτροπή αποτελείται υποχρεωτικά από έναν ορκωτό ελεγκτή - λογιστή και έναν ορκωτό εκτιμητή και τον εκπρόσωπο του αρμόδιου Επιμελητηρίου.
Με κανονιστικές αποφάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης μπορεί να καθορίζονται και άλλες περιπτώσεις υποχρεωτικής σύνθεσης της επιτροπής για κατηγορίες εταιρειών
2. Τα μέλη της Επιτροπής ορίζονται με πράξη του Υπουργού Εμπορίου. Ο ορισμός πρέπει να γίνεται μέσα σε 15 ημέρες από την υποβολή της σχετικής αίτησης στο Υπουργείο Εμπορίου.
Η έκθεση της Επιτροπής υποβάλλεται στο Υπουργείο Εμπορίου, μέσα σε 2 μήνες από τον ορισμό των μελών της, και ταυτόχρονα με την αποδοχή της ή όχι, κοινοποιείται από το Υπουργείο αυτό στην ενδιαφερόμενη εταιρία
Η Έκθεση της Επιτροπής πρέπει να περιέχει την περιγραφή κάθε εισφοράς, να αναφέρει τις μεθόδους αποτίμησης που εφαρμόστηκαν και να πιστοποιεί για το αν οι αξίας που προκύπτουν από την εφαρμογή αυτών των μεθόδων αποτίμησης, αντιστοιχούν στον αριθμό και στην ονομαστική αξία των μετοχών που θα εκδοθούν έναντι των εισφορών αυτών, ή, σε περίπτωση που δεν είναι γνωστή η ονομαστική αξία, στη λογιστική τους αξία, αφού ληφθεί υπόψη και η διαφορά πάνω από το άρτιο που είναι πιθανό να προκύψει από την έκδοση των μετοχών.
Ειδικότερα, για την εκτίμηση των πάγιων περιουσιακών στοιχείων πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψιν η πραγματική και νομική κατάσταση αυτών και τα τυχόν βάρη, καθώς και:
α) προκειμένου περί ακινήτων, η τιμή και οι τίτλοι κτήσης, η εμπορικότητα της περιοχής, οι προοπτικές ανάπτυξης, οι πραγματικές τρέχουσες τιμές, οι άδειες οικοδομής και αντίστοιχη τεχνοοικονομική έκθεση μηχανικού,
β) προκειμένου περί μηχανημάτων, μεταφορικών μέσων και επίπλων, η χρονολογία και η αξία κτήσης, ο βαθμός χρησιμοποίησης, συντήρησης και εμπορευσιμότητάς τους, η ενδεχόμενη τεχνολογική απαξίωσή τους και οι τρέχουσες τιμές για ίδια ή παρεμφερή πάγια στοιχεία
3. Με απόφαση του Υπουργού Εμπορίου καθορίζονται τα οδοιπορικά έξοδα και η αποζημίωση των μελών της επιτροπής των προηγούμενων παραγράφων 1 και 2 που καταβάλλονται υποχρεωτικά από τους ενδιαφερόμενους μετά το πέρας της εκτίμησης
4. Η εκτίμηση που γίνεται κατά το παρόν άρθρο μπορεί, με επιλογή των ιδρυτών κατά το στάδιο της ίδρυσης ή, στη συνέχεια, του διοικητικού συμβουλίου, να γίνει με δαπάνες της εταιρείας και χωρίς παρέμβαση του Υπουργείου Ανάπτυξης ή της αρμόδιας Αρχής από δύο ορκωτούς ελεγκτές - λογιστές ή, κατά περίπτωση, από δύο εκτιμητές του Σώματος Ορκωτών Εκτιμητών.
Για τους ορκωτούς ελεγκτές - λογιστές και για την εταιρεία ορκωτών ελεγκτών - λογιστών, της οποίας είναι μέλη, δεν πρέπει να συντρέχουν κωλύματα ή ασυμβίβαστα, που θα απέκλειαν τη διενέργεια τακτικού ελέγχου από τα πρόσωπα αυτά, ούτε τα τελευταία θα πρέπει να έχουν αναλάβει τον τακτικό έλεγχο της εταιρείας κατά την τελευταία τριετία. Αυτοί που διενεργούν την εκτίμηση εφαρμόζουν, ως προς την εκτίμηση και το περιεχόμενο της σχετικής έκθεσης, τις διατάξεις της παραγράφου 2.
5.Αυξήσεις κεφαλαίων, μη αποτελούσα τροποποιήσεις καταστατικού, πραγματοποιούμεναι όμως δι' εισφορών εις είδος, θεωρούνται άκυροι, εάν δεν εξακριβωθεί κατά τας διατάξεις του παρόντος άρθρου η αξία των εις είδος εισφορών, δια των οποίων πραγματοποιούνται.
6. Οι εκθέσεις αποτίμησης των εισφορών σε είδος υποβάλλονται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 7β.
Άρθρο 9 Φορολογία έντοκων τίτλων και χρηματιστηριακών συναλλαγών
2. Επιβάλλεται φόρος με συντελεστή δύο τοις χιλίοις (2‰) στις πωλήσεις μετοχών εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αθηνών για συναλλαγές που πραγματοποιούνται σε αυτό. Ο φόρος αυτός υπολογίζεται επί της αξίας πώλησης των μετοχών και βαρύνει τον πωλητή, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ενώσεις προσώπων ή ομάδες περιουσίας, χωρίς να εξετάζεται η ιθαγένεια και ο τόπος που διαμένουν ή κατοικούν ή έχουν την έδρα τους και ανεξάρτητα αν έχουν απαλλαγή από οποιονδήποτε φόρο ή τέλος από διατάξεις άλλων νόμων. Η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Ελληνικά Χρηματιστήρια Α.Ε.» (ΕΧΑΕ) κατά το διακανονισμό των συναλλαγών που διενεργούνται στο Χρηματιστήριο χρεώνει σε ημερήσια βάση με τον πιο πάνω φόρο τις Ανώνυμες Εταιρείες Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών και τα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία παρέχουν υπηρεσίες θεματοφυλακής, για λογαριασμό των πωλητών για όλες τις συναλλαγές πώλησης μετοχών που διακανονίστηκαν από τις πιο πάνω εταιρείες και ιδρύματα. Τον αναλογούντα φόρο για τις πωλήσεις μετοχών που διακανονίστηκαν μέσα σε κάθε μήνα, υποχρεούται η ΕΧΑΕ να αποδίδει εφάπαξ στην αρμόδια για τη φορολογία της Δ.Ο.Υ. με δήλωση που υποβάλλεται μέχρι το τέλος του πρώτου δεκαπενθήμερου του επόμενου μήνα από το μήνα που διακανονίστηκαν οι πιο πάνω συναλλαγές. Οι διατάξεις του άρθρου 113 του ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α΄), του ν. 2717/1999 (ΦΕΚ 97 Α΄) και του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α΄) εφαρμόζονται ανάλογα και στο φόρο που οφείλεται με βάση τις διατάξεις της παραγράφου αυτής. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή για πωλήσεις μετοχών που διενεργούνται από 1ης Απριλίου 2011.
Άρθρο 27 Κέρδη από πωλήσεις μετοχών εισηγμένων σε αλλοδαπά χρηματιστήρια
Παρ.2. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του ν. 2579/1998 (ΦΕΚ 31Α') εφαρμόζονται ανάλογα και στις πωλήσεις από φυσικά πρόσωπα που έχουν την κατοικία τους στην Ελλάδα ή ημεδαπές επιχειρήσεις ή αλλοδαπές επιχειρήσεις που έχουν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα, μετοχών εισηγμένων σε αλλοδαπά χρηματιστήρια ή σε άλλους διεθνώς αναγνωρισμένους χρηματιστηριακούς θεσμούς. Ο οφειλόμενος φόρος υπολογίζεται επί της αξίας πώλησης των μετοχών, η οποία αναγράφεται στα εκδιδόμενα αποδεικτικά στοιχεία και αποδίδεται από τον πωλητή στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία, στην οποία υπάγεται αυτός, μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου μήνα από αυτόν εντός του οποίου πωλήθηκαν οι μετοχές.
Οι διατάξεις του άρθρου 113 του ν. 2238/1994, του ν. 4125/1960 (ΦΕΚ 205 Α') και του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α') εφαρμόζονται ανάλογα και στο φόρο που οφείλεται με βάση τις διατάξεις της παραγράφου αυτής.
[Αρχή Τροποποίησης] Ο φόρος της παρούσας παραγράφου δεν επιβάλλεται όταν οι πωλήσεις πραγματοποιούνται σε αλλοδαπό χρηματιστήριο με το οποίο το Χρηματιστήριο Αθηνών έχει δημιουργήσει κοινό ηλεκτρονικό σύστημα διαπραγμάτευσης και με την προϋπόθεση ότι για τις πωλήσεις αυτές προβλέπεται η καταβολή ανάλογου φόρου στην αλλοδαπή
Άρθρο 42 Μεταβίβαση τίτλων
Παρ.3. Ως υπεραξία νοείται η διαφορά µεταξύ της τιµής κτήσης που κατέβαλε ο φορολογούµενος και της τιµής πώλησης που εισέπραξε. Τυχόν δαπάνες που συνδέονται άµεσα µε την αγορά ή την πώληση των τίτλων συµπεριλαµβάνονται στην τιµή κτήσης και την τιµή πώλησης.
Παρ.4. Σε περίπτωση που οι µεταβιβαζόµενοι τίτλοι είναι εισηγµένοι σε χρηµατιστηριακή αγορά, η τιµή κτήσης και η τιµή πώλησης καθορίζονται από τα δικαιολογητικά έγγραφα συναλλαγών, τα οποία εκδίδει η χρηµατιστηριακή εταιρεία ή το πιστωτικό ίδρυµα ή οποιοδήποτε φορέας που διενεργεί συναλλαγές.
Σε περίπτωση µεταβίβασης µη εισηγµένων τίτλων, η τιµή πώλησης προσδιορίζεται µε βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που εκδίδει τους µεταβιβαζόµενους τίτλους κατά το χρόνο της µεταβίβασης ή το τίµηµα ή αγοραία αξία που αναγράφεται στη σύµβαση µεταβίβασης, εφόσον αυτό είναι υψηλότερο. Η τιµή κτήσης προσδιορίζεται µε βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που εκδίδει τους µεταβιβαζόµενους τίτλους κατά το χρόνο απόκτησης ή το τίµηµα που αναγράφεται στη σύµβαση απόκτησης κατά τον χρόνο απόκτησης των τίτλων, εφόσον οποιοδήποτε από τα ανωτέρω είναι χαμηλότερο.
Αν η τιµή κτήσης δεν µπορεί να προσδιοριστεί θεωρείται ότι είναι µηδενική.
Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής, για τον προσδιορισμό της τιμής κτήσης λαμβάνονται υπόψη οι εταιρικές πράξεις που έχουν λάβει χώρα μέχρι το χρόνο της μεταβίβασης. Σε περίπτωση διαδοχικών αποκτήσεων τίτλων, ως τιμή κτήσης λαμβάνεται η μέση τιμή κτήσης που προκύπτει από τη συνολική αξία κτήσης των τίτλων δια της συνολικής ποσότητας αυτών.
Άρθρο 42 Μεταβίβαση τίτλων
1. Κάθε εισόδηµα που προκύπτει από υπεραξία µεταβίβασης των ακόλουθων τίτλων, καθώς και µεταβίβασης ολόκληρης επιχείρησης, υπόκειται σε φόρο εισοδήµατος φυσικών προσώπων
α) µετοχές σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά,
β) μετοχές και άλλες κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά, εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό τουλάχιστον μισό τοις εκατό (0,5%)
γ) µερίδια ή µερίδες σε προσωπικές εταιρείες,
δ) κρατικά οµόλογα και έντοκα γραµµάτια ή εταιρικά οµόλογα,
ε) παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα.
Ως μεταβίβαση σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο νοείται και η εισφορά των ανωτέρω τίτλων για την κάλυψη ή αύξηση κεφαλαίου εταιρείας
Ειδικά για τίτλους που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή, εφόσον οι τίτλοι αυτοί έχουν αποκτηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2009 και εξής.
Μεταβίβαση τίτλων
Παρ.1. Κάθε εισόδηµα που προκύπτει από υπεραξία µεταβίβασης των ακόλουθων τίτλων, καθώς και µεταβίβασης ολόκληρης επιχείρησης, υπόκειται σε φόρο εισοδήµατος φυσικών προσώπων
α) µετοχές σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά,
β) μετοχές και άλλες κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά, εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό τουλάχιστον μισό τοις εκατό (0,5%)
γ) µερίδια ή µερίδες σε προσωπικές εταιρείες,
δ) κρατικά οµόλογα και έντοκα γραµµάτια ή εταιρικά οµόλογα,
ε) παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα.
Ως μεταβίβαση σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο νοείται και η εισφορά των ανωτέρω τίτλων για την κάλυψη ή αύξηση κεφαλαίου εταιρείας
Ειδικά για τίτλους που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή, εφόσον οι τίτλοι αυτοί έχουν αποκτηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2009 και εξής.
Άρθρο 42 Μεταβίβαση τίτλων
Παρ.3. Ως υπεραξία νοείται η διαφορά µεταξύ της τιµής κτήσης που κατέβαλε ο φορολογούµενος και της τιµής πώλησης που εισέπραξε. Τυχόν δαπάνες που συνδέονται άµεσα µε την αγορά ή την πώληση των τίτλων συµπεριλαµβάνονται στην τιµή κτήσης και την τιµή πώλησης.
Άρθρο 88, Τροποποιήσεις διατάξεων του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν.4172/2013, ΦΕΚ Α΄167)
Παρ.11. Τα δύο τελευταία εδάφια της παρ. 4 του άρθρου 42 του ν. 4172/2013 αντικαθίστανται ως εξής:
«Αν η τιμή κτήσης δεν μπορεί να προσδιορισθεί θεωρείται ότι είναι μηδενική. Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής, για τον προσδιορισμό της τιμής κτήσης λαμβάνονται υπόψη οι εταιρικές πράξεις που έχουν λάβει χώρα μέχρι το χρόνο της μεταβίβασης. Σε περίπτωση διαδοχικών αποκτήσεων τίτλων, ως τιμή κτήσης λαμβάνεται η μέση τιμή κτήσης που προκύπτει από τη συνολική αξία κτήσης των τίτλων δια της συνολικής ποσότητας αυτών.
Άρθρο 42 Μεταβίβαση τίτλων
Παρ.4. Σε περίπτωση που οι µεταβιβαζόµενοι τίτλοι είναι εισηγµένοι σε χρηµατιστηριακή αγορά, η τιµή κτήσης και η τιµή πώλησης καθορίζονται από τα δικαιολογητικά έγγραφα συναλλαγών, τα οποία εκδίδει η χρηµατιστηριακή εταιρεία ή το πιστωτικό ίδρυµα ή οποιοδήποτε φορέας που διενεργεί συναλλαγές.
Σε περίπτωση µεταβίβασης µη εισηγµένων τίτλων, η τιµή πώλησης προσδιορίζεται µε βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που εκδίδει τους µεταβιβαζόµενους τίτλους κατά το χρόνο της µεταβίβασης ή το τίµηµα ή αγοραία αξία που αναγράφεται στη σύµβαση µεταβίβασης, εφόσον αυτό είναι υψηλότερο. Η τιµή κτήσης προσδιορίζεται µε βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που εκδίδει τους µεταβιβαζόµενους τίτλους κατά το χρόνο απόκτησης ή το τίµηµα που αναγράφεται στη σύµβαση απόκτησης κατά τον χρόνο απόκτησης των τίτλων, εφόσον οποιοδήποτε από τα ανωτέρω είναι χαμηλότερο.
Αν η τιµή κτήσης δεν µπορεί να προσδιοριστεί θεωρείται ότι είναι µηδενική.
Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής, για τον προσδιορισμό της τιμής κτήσης λαμβάνονται υπόψη οι εταιρικές πράξεις που έχουν λάβει χώρα μέχρι το χρόνο της μεταβίβασης. Σε περίπτωση διαδοχικών αποκτήσεων τίτλων, ως τιμή κτήσης λαμβάνεται η μέση τιμή κτήσης που προκύπτει από τη συνολική αξία κτήσης των τίτλων δια της συνολικής ποσότητας αυτών.
Άρθρο 42 Μεταβίβαση τίτλων
1. Κάθε εισόδηµα που προκύπτει από υπεραξία µεταβίβασης των ακόλουθων τίτλων, καθώς και µεταβίβασης ολόκληρης επιχείρησης, υπόκειται σε φόρο εισοδήµατος φυσικών προσώπων
α) µετοχές σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά,
β) μετοχές και άλλες κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά, εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό τουλάχιστον μισό τοις εκατό (0,5%)
γ) µερίδια ή µερίδες σε προσωπικές εταιρείες,
δ) κρατικά οµόλογα και έντοκα γραµµάτια ή εταιρικά οµόλογα,
ε) παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα.
Ως μεταβίβαση σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο νοείται και η εισφορά των ανωτέρω τίτλων για την κάλυψη ή αύξηση κεφαλαίου εταιρείας
Ειδικά για τίτλους που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή, εφόσον οι τίτλοι αυτοί έχουν αποκτηθεί από την1η Ιανουαρίου 2009 και εξής.
2. Ως παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα σύµφωνα µε την περίπτωση δ΄ ε’ της παραγράφου 1 νοούνται:
α) Τα συµβόλαια δικαιωµάτων προαίρεσης, τα συµβόλαια µελλοντικής εκπλήρωσης, οι συµβάσεις ανταλλαγής (swaps), και οι προθεσµιακές συµβάσεις (forwards) που σχετίζονται µε υποκείµενους τίτλους και ιδίως µε:
1. κινητές αξίες ή άλλα περιουσιακά στοιχεία,
2. συναλλαγµατικές ισοτιµίες,
3. επιτόκια ή αποδόσεις,
4. χρηµατοπιστωτικούς δείκτες ή άλλα χρηµατοπιστωτικά µεγέθη,
5. εµπορεύµατα,
6. ναύλους,
7. πιστωτική διαβάθµιση ή γεγονός,
8. ποσοστά πληθωρισµού ή άλλες επίσηµες οικονοµικές στατιστικές,
9. κλιµατικές µεταβλητές,
10. εκποµπές ρύπων,
11. µεταβολές στην τιµή οποιουδήποτε οικονοµικού, φυσικού, περιβαλλοντολογικού, στατιστικού ή άλλου µεγέθους ή γεγονότος (πλην αθλητικών γεγονότων), ή
12. άλλα παράγωγα µέσα.
β) Κάθε άλλη σύµβαση που προσιδιάζει στις ανωτέρω, όσον αφορά, µεταξύ άλλων, στο κατά πόσον προσδιορίζεται µε αναφορά σε άλλους υποκείµενους τίτλους, είναι διαπραγµατεύσιµη σε οργανωµένη αγορά ή πολυµερή µηχανισµό διαπραγµάτευσης (ΠΜΔ), υπόκειται σε εκκαθάριση µε µετρητά διαθέσιµα ή φυσική παράδοση (πλην παραδόσεων λόγω αδυναµίας πληρωµής ή άλλου γεγονότος που επιφέρει τη λύση της σύµβασης, καθώς και παραδόσεων που προορίζονται για εµπορικούς σκοπούς) ή διακανονισµό µέσω αναγνωρισµένων γραφείων συµψηφισµού ή σε τακτικές κλήσεις για κάλυψη περιθωρίων.
3. Ως υπεραξία νοείται η διαφορά µεταξύ της τιµής κτήσης που κατέβαλε ο φορολογούµενος και της τιµής πώλησης που εισέπραξε. Τυχόν δαπάνες που συνδέονται άµεσα µε την αγορά ή την πώληση των τίτλων συµπεριλαµβάνονται στην τιµή κτήσης και την τιµή πώλησης.
4. Σε περίπτωση που οι µεταβιβαζόµενοι τίτλοι είναι εισηγµένοι σε χρηµατιστηριακή αγορά, η τιµή κτήσης και η τιµή πώλησης καθορίζονται από τα δικαιολογητικά έγγραφα συναλλαγών, τα οποία εκδίδει η χρηµατιστηριακή εταιρεία ή το πιστωτικό ίδρυµα ή οποιοδήποτε φορέας που διενεργεί συναλλαγές.
Σε περίπτωση µεταβίβασης µη εισηγµένων τίτλων, η τιµή πώλησης προσδιορίζεται µε βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που εκδίδει τους µεταβιβαζόµενους τίτλους κατά το χρόνο της µεταβίβασης ή το τίµηµα ή αγοραία αξία που αναγράφεται στη σύµβαση µεταβίβασης, εφόσον αυτό είναι υψηλότερο. Η τιµή κτήσης προσδιορίζεται µε βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που εκδίδει τους µεταβιβαζόµενους τίτλους κατά το χρόνο απόκτησης ή το τίµηµα που αναγράφεται στη σύµβαση απόκτησης κατά τον χρόνο απόκτησης των τίτλων, εφόσον οποιοδήποτε από τα ανωτέρω είναι χαμηλότερο.
Αν η τιµή κτήσης δεν µπορεί να προσδιοριστεί θεωρείται ότι είναι µηδενική.
Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής, για τον προσδιορισμό της τιμής κτήσης λαμβάνονται υπόψη οι εταιρικές πράξεις που έχουν λάβει χώρα μέχρι το χρόνο της μεταβίβασης. Σε περίπτωση διαδοχικών αποκτήσεων τίτλων, ως τιμή κτήσης λαμβάνεται η μέση τιμή κτήσης που προκύπτει από τη συνολική αξία κτήσης των τίτλων δια της συνολικής ποσότητας αυτών.
5. Σε περίπτωση κατά την οποία ο προσδιορισμός της υπεραξίας σύμφωνα με τις ανωτέρω παραγράφους καταλήγει σε αρνητικό ποσό, η εν λόγω ζημία μεταφέρεται για τα επόμενα πέντε (5) έτη και συμψηφίζεται μόνο με μελλοντικά κέρδη υπεραξίας, τα οποία υπολογίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου και τα οποία προκύπτουν από συναλλαγές σε τίτλους της παραγράφου 1.
6. Τα κεφαλαιακά κέρδη που προκύπτουν από την ανταλλαγή οµολόγων του Ελληνικού Δηµοσίου ή εταιρικών οµολόγων µε εγγύηση του Ελληνικού Δηµοσίου µε άλλους τίτλους κατ’ εφαρµογή του προγράµµατος συµµετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους απαλλάσσονται από το φόρο.
7. Για την υπεραξία που προκύπτει από εισφορά ενεργητικού, ανταλλαγή µετοχών, συγχώνευση ή διάσπαση κατ’ έφαρµογή των άρθρων 52, 53 και 54 ισχύουν οι ειδικές διατάξεις αυτών των άρθρων.
8. Απαλλάσσεται από το φόρο το εισόδημα που αποκτούν φυσικά πρόσωπα που είναι φορολογικοί κάτοικοι σε κράτη με τα οποία η Ελλάδα έχει συνάψει σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας (ΣΑΔΦ) και το οποίο προκύπτει από υπεραξία μεταβίβασης των τίτλων σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους υπό την προϋπόθεση ότι υποβάλλουν στη Φορολογική Διοίκηση δικαιολογητικά που αποδεικνύουν τη φορολογική τους κατοικία
Άρθρο 42 Μεταβίβαση τίτλων
1. Κάθε εισόδηµα που προκύπτει από υπεραξία µεταβίβασης των ακόλουθων τίτλων, καθώς και µεταβίβασης ολόκληρης επιχείρησης, υπόκειται σε φόρο εισοδήµατος φυσικών προσώπων
α) µετοχές σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά,
β) μετοχές και άλλες κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά, εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό τουλάχιστον μισό τοις εκατό (0,5%)
γ) µερίδια ή µερίδες σε προσωπικές εταιρείες,
δ) κρατικά οµόλογα και έντοκα γραµµάτια ή εταιρικά οµόλογα,
ε) παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα.
Ως μεταβίβαση σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο νοείται και η εισφορά των ανωτέρω τίτλων για την κάλυψη ή αύξηση κεφαλαίου εταιρείας
Ειδικά για τίτλους που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή, εφόσον οι τίτλοι αυτοί έχουν αποκτηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2009 και εξής.
2. Ως παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα σύµφωνα µε την περίπτωση δ΄ ε’ της παραγράφου 1 νοούνται:
α) Τα συµβόλαια δικαιωµάτων προαίρεσης, τα συµβόλαια µελλοντικής εκπλήρωσης, οι συµβάσεις ανταλλαγής (swaps), και οι προθεσµιακές συµβάσεις (forwards) που σχετίζονται µε υποκείµενους τίτλους και ιδίως µε:
1. κινητές αξίες ή άλλα περιουσιακά στοιχεία,
2. συναλλαγµατικές ισοτιµίες,
3. επιτόκια ή αποδόσεις,
4. χρηµατοπιστωτικούς δείκτες ή άλλα χρηµατοπιστωτικά µεγέθη,
5. εµπορεύµατα,
6. ναύλους,
7. πιστωτική διαβάθµιση ή γεγονός,
8. ποσοστά πληθωρισµού ή άλλες επίσηµες οικονοµικές στατιστικές,
9. κλιµατικές µεταβλητές,
10. εκποµπές ρύπων,
11. µεταβολές στην τιµή οποιουδήποτε οικονοµικού, φυσικού, περιβαλλοντολογικού, στατιστικού ή άλλου µεγέθους ή γεγονότος (πλην αθλητικών γεγονότων), ή
12. άλλα παράγωγα µέσα.
β) Κάθε άλλη σύµβαση που προσιδιάζει στις ανωτέρω, όσον αφορά, µεταξύ άλλων, στο κατά πόσον προσδιορίζεται µε αναφορά σε άλλους υποκείµενους τίτλους, είναι διαπραγµατεύσιµη σε οργανωµένη αγορά ή πολυµερή µηχανισµό διαπραγµάτευσης (ΠΜΔ), υπόκειται σε εκκαθάριση µε µετρητά διαθέσιµα ή φυσική παράδοση (πλην παραδόσεων λόγω αδυναµίας πληρωµής ή άλλου γεγονότος που επιφέρει τη λύση της σύµβασης, καθώς και παραδόσεων που προορίζονται για εµπορικούς σκοπούς) ή διακανονισµό µέσω αναγνωρισµένων γραφείων συµψηφισµού ή σε τακτικές κλήσεις για κάλυψη περιθωρίων.
3. Ως υπεραξία νοείται η διαφορά µεταξύ της τιµής κτήσης που κατέβαλε ο φορολογούµενος και της τιµής πώλησης που εισέπραξε. Τυχόν δαπάνες που συνδέονται άµεσα µε την αγορά ή την πώληση των τίτλων συµπεριλαµβάνονται στην τιµή κτήσης και την τιµή πώλησης.
4. Σε περίπτωση που οι µεταβιβαζόµενοι τίτλοι είναι εισηγµένοι σε χρηµατιστηριακή αγορά, η τιµή κτήσης και η τιµή πώλησης καθορίζονται από τα δικαιολογητικά έγγραφα συναλλαγών, τα οποία εκδίδει η χρηµατιστηριακή εταιρεία ή το πιστωτικό ίδρυµα ή οποιοδήποτε φορέας που διενεργεί συναλλαγές.
Σε περίπτωση µεταβίβασης µη εισηγµένων τίτλων, η τιµή πώλησης προσδιορίζεται µε βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που εκδίδει τους µεταβιβαζόµενους τίτλους κατά το χρόνο της µεταβίβασης ή το τίµηµα ή αγοραία αξία που αναγράφεται στη σύµβαση µεταβίβασης, εφόσον αυτό είναι υψηλότερο. Η τιµή κτήσης προσδιορίζεται µε βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που εκδίδει τους µεταβιβαζόµενους τίτλους κατά το χρόνο απόκτησης ή το τίµηµα που αναγράφεται στη σύµβαση απόκτησης κατά τον χρόνο απόκτησης των τίτλων, εφόσον οποιοδήποτε από τα ανωτέρω είναι χαμηλότερο.
Αν η τιµή κτήσης δεν µπορεί να προσδιοριστεί θεωρείται ότι είναι µηδενική.
Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής, για τον προσδιορισμό της τιμής κτήσης λαμβάνονται υπόψη οι εταιρικές πράξεις που έχουν λάβει χώρα μέχρι το χρόνο της μεταβίβασης. Σε περίπτωση διαδοχικών αποκτήσεων τίτλων, ως τιμή κτήσης λαμβάνεται η μέση τιμή κτήσης που προκύπτει από τη συνολική αξία κτήσης των τίτλων δια της συνολικής ποσότητας αυτών.
5. Σε περίπτωση κατά την οποία ο προσδιορισμός της υπεραξίας σύμφωνα με τις ανωτέρω παραγράφους καταλήγει σε αρνητικό ποσό, η εν λόγω ζημία μεταφέρεται για τα επόμενα πέντε (5) έτη και συμψηφίζεται μόνο με μελλοντικά κέρδη υπεραξίας, τα οποία υπολογίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου και τα οποία προκύπτουν από συναλλαγές σε τίτλους της παραγράφου 1.
6. Τα κεφαλαιακά κέρδη που προκύπτουν από την ανταλλαγή οµολόγων του Ελληνικού Δηµοσίου ή εταιρικών οµολόγων µε εγγύηση του Ελληνικού Δηµοσίου µε άλλους τίτλους κατ’ εφαρµογή του προγράµµατος συµµετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους απαλλάσσονται από το φόρο.
7. Για την υπεραξία που προκύπτει από εισφορά ενεργητικού, ανταλλαγή µετοχών, συγχώνευση ή διάσπαση κατ’ έφαρµογή των άρθρων 52, 53 και 54 ισχύουν οι ειδικές διατάξεις αυτών των άρθρων.
8. Απαλλάσσεται από το φόρο το εισόδημα που αποκτούν φυσικά πρόσωπα που είναι φορολογικοί κάτοικοι σε κράτη με τα οποία η Ελλάδα έχει συνάψει σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας (ΣΑΔΦ) και το οποίο προκύπτει από υπεραξία μεταβίβασης των τίτλων σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους υπό την προϋπόθεση ότι υποβάλλουν στη Φορολογική Διοίκηση δικαιολογητικά που αποδεικνύουν τη φορολογική τους κατοικία
Άρθρο 42 Μεταβίβαση τίτλων
1. Κάθε εισόδηµα που προκύπτει από υπεραξία µεταβίβασης των ακόλουθων τίτλων, καθώς και µεταβίβασης ολόκληρης επιχείρησης, υπόκειται σε φόρο εισοδήµατος φυσικών προσώπων
α) µετοχές σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά,
β) μετοχές και άλλες κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά, εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό τουλάχιστον μισό τοις εκατό (0,5%)
γ) µερίδια ή µερίδες σε προσωπικές εταιρείες,
δ) κρατικά οµόλογα και έντοκα γραµµάτια ή εταιρικά οµόλογα,
ε) παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα.
Ως μεταβίβαση σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο νοείται και η εισφορά των ανωτέρω τίτλων για την κάλυψη ή αύξηση κεφαλαίου εταιρείας
Ειδικά για τίτλους που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή, εφόσον οι τίτλοι αυτοί έχουν αποκτηθεί από την1η Ιανουαρίου 2009 και εξής.
Άρθρο 88, Τροποποιήσεις διατάξεων του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν.4172/2013, ΦΕΚ Α΄167) 12. Η παρ. 5 του άρθρου 42 του ν.δ. 4172/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
Παρ.5. Σε περίπτωση κατά την οποία ο προσδιορισμός της υπεραξίας σύμφωνα με τις ανωτέρω παραγράφους καταλήγει σε αρνητικό ποσό, η εν λόγω ζημία μεταφέρεται για τα επόμενα πέντε (5) έτη και συμψηφίζεται μόνο με μελλοντικά κέρδη υπεραξίας, τα οποία υπολογίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου και τα οποία προκύπτουν από συναλλαγές σε τίτλους της παραγράφου 1.
Μεταβίβαση τίτλων
Παρ.1. Κάθε εισόδηµα που προκύπτει από υπεραξία µεταβίβασης των ακόλουθων τίτλων, καθώς και µεταβίβασης ολόκληρης επιχείρησης, υπόκειται σε φόρο εισοδήµατος φυσικών προσώπων
α) µετοχές σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά,
β) μετοχές και άλλες κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά, εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό τουλάχιστον μισό τοις εκατό (0,5%)
γ) µερίδια ή µερίδες σε προσωπικές εταιρείες,
δ) κρατικά οµόλογα και έντοκα γραµµάτια ή εταιρικά οµόλογα,
ε) παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα.
Ως μεταβίβαση σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο νοείται και η εισφορά των ανωτέρω τίτλων για την κάλυψη ή αύξηση κεφαλαίου εταιρείας
Ειδικά για τίτλους που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχα¬νισμό διαπραγμάτευσης, οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή, εφόσον οι τίτλοι αυτοί έχουν αποκτηθεί από την1η Ιανουαρίου 2009 και εξής.
Μεταβίβαση τίτλων
Παρ.1. Κάθε εισόδηµα που προκύπτει από υπεραξία µεταβίβασης των ακόλουθων τίτλων, καθώς και µεταβίβασης ολόκληρης επιχείρησης, υπόκειται σε φόρο εισοδήµατος φυσικών προσώπων
α) µετοχές σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά,
β) μετοχές και άλλες κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά, εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό τουλάχιστον μισό τοις εκατό (0,5%)
γ) µερίδια ή µερίδες σε προσωπικές εταιρείες,
δ) κρατικά οµόλογα και έντοκα γραµµάτια ή εταιρικά οµόλογα,
ε) παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα.
Ως μεταβίβαση σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο νοείται και η εισφορά των ανωτέρω τίτλων για την κάλυψη ή αύξηση κεφαλαίου εταιρείας
Ειδικά για τίτλους που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή, εφόσον οι τίτλοι αυτοί έχουν αποκτηθεί από την ,1η Ιανουαρίου 2009 και εξής.
Υποκείμενα του φόρου
2. Ο φορολογούµενος που δεν έχει τη φορολογική κατοικία του στην Ελλάδα υπόκειται σε φόρο για το φορολογητέο εισόδηµα του που προκύπτει στην Ελλάδα και αποκτάται μέσα σε ορισµένο φορολογικό έτος
Εισόδηµα που προκύπτει στην ηµεδαπή
παρ.1. Εισόδηµα που προκύπτει στην ηµεδαπή είναι κάθε εισόδηµα πηγής Ελλάδας και ιδίως:
(….)
θ) το εισόδημα από την πώληση ολόκληρης επιχείρησης, εταιρικών µερίδων ή ποσοστών συμμετοχής, μέτοχών, εισηγμένων ή µη ομολόγων και παραγώγων χρηματοοικονομικών προϊόντων, εφόσον η συναλλαγή πραγματοποιείται στην ημεδαπή ή οι παραπάνω τίτλοι έχουν εκδοθεί από ημεδαπή επιχείρηση,
Υποκείμενα του φόρου
Παρ.2. Ο φορολογούµενος που δεν έχει τη φορολογική κατοικία του στην Ελλάδα υπόκειται σε φόρο για το φορολογητέο εισόδηµα του που προκύπτει στην Ελλάδα και αποκτάται μέσα σε ορισµένο φορολογικό έτος
Εισόδηµα που προκύπτει στην ηµεδαπή
Παρ.1. Εισόδηµα που προκύπτει στην ηµεδαπή είναι κάθε εισόδηµα πηγής Ελλάδας και ιδίως:
(….)
θ) το εισόδημα από την πώληση ολόκληρης επιχείρησης, εταιρικών µερίδων ή ποσοστών συμμετοχής, μέτοχών, εισηγμένων ή µη ομολόγων και παραγώγων χρηματοοικονομικών προϊόντων, εφόσον η συναλλαγή πραγματοποιείται στην ημεδαπή ή οι παραπάνω τίτλοι έχουν εκδοθεί από ημεδαπή επιχείρηση,
Υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήµατος φυσικών προσώπων και καταβολή φόρου
1. Ο φορολογούµενος που έχει συµπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του υποχρεούται να δηλώνει όλα τα εισοδήµατά του, τα φορολογούµενα µε οποιοδήποτε τρόπο ή απαλλασσόµενα, στη Φορολογική Διοίκηση ηλεκτρονικά. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η δήλωση αυτή µπορεί να υποβάλλεται στη Φορολογική Διοίκηση σε έγχαρτη µορφή.
Δεν υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης οι κεκαρμένοι μοναχοί για το καθαρό ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται σε αυτούς κατά το χρονικό διάστημα που διατηρούν την ανωτέρω ιδιότητα εφόσον αυτό δεν υπερβαίνει το ποσό των εννέα χιλιάδων πεντακοσίων (9.500) ευρώ. Στην περίπτωση αυτή δεν εφαρμόζεται η παράγραφος 24 του άρθρου 72 του ανωτέρω νόμου.
2. Για όλα τα αυτοτελώς φορολογούμενα εισοδήµατα της παραγράφου 1 δηλώνεται και ο παρακρατηθείς ή αποδοθείς, κατά περίπτωση, φόρος.
3. Η δήλωση υποβάλλεται μέχρι και την 30η Απριλίου του αµέσως επόµενου φορολογικού έτους. Σε περίπτωση που ο φορολογούµενος αποβιώσει ή µεταφέρει την κατοικία του στο εξωτερικό, η δήλωση υποβάλλεται από τους κατά περίπτωση υπόχρεους, καθ’ όλη τη διάρκεια του φορολογικού έτους και συνοδεύεται από δικαιολογητικά και στοιχεία που καθορίζονται µε απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών.
4. Οι σύζυγοι, κατά τη διάρκεια του γάµου, υποχρεούνται να υποβάλουν κοινή δήλωση για τα εισοδήµατά τους στα οποία ο φόρος, τα τέλη και οι εισφορές που αναλογούν υπολογίζονται χωριστά στο εισόδηµα καθενός συζύγου. Οι τυχόν ζηµίες του εισοδήµατος του ενός συζύγου δεν συµψηφίζονται µε τα εισοδήµατα του άλλου συζύγου. Υπόχρεος υποβολής δήλωσης είναι ο σύζυγος και για τα εισοδήµατα της συζύγου του.
Ειδικότερα οι σύζυγοι υποβάλλουν χωριστή φορολογική δήλωση, ο καθένας για τα εισοδήµατά του, εφόσον:
α. Έχει διακοπεί η έγγαµη συµβίωση κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης. Το βάρος της απόδειξης για τη διακοπή φέρει ο φορολογούµενος.
β. Ο ένας από τους δύο συζύγους είναι σε κατάσταση πτώχευσης ή έχει υποβληθεί σε δικαστική συµπαράσταση.
Για τα εισοδήµατα των ανήλικων τέκνων, υπόχρεος για την υποβολή της δήλωσης είναι ο γονέας που ασκεί τη γονική µέριµνα σύµφωνα µε την παράγραφο 4 του άρθρου 11.
5. Υπόχρεος σε υποβολή δήλωσης είναι:
α) στις περιπτώσεις πτώχευσης ή σχολάζουσας κληρονοµίας ή επιδικίας ή µεσεγγύησης, κατά περίπτωση, ο σύνδικος πτώχευσης ή ο κηδεµόνας ή ο προσωρινός διαχειριστής ή ο µεσεγγυούχος,
β) για τους ανήλικους ή αυτούς που έχουν υποβληθεί σε δικαστική συµπαράσταση, κατά περίπτωση, ο επίτροπος ή ο κηδεµόνας ή ο δικαστικός συµπαραστάτης,
γ) σε περίπτωση θανάτου του φορολογούµενου, οι κληρονόµοι του για τα εισοδήµατά του µέχρι τη χρονολογία του θανάτου του.
6. Ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων υπολογίζεται με βάση την ετήσια φορολογική δήλωση του φορολογούμενου και το ποσό της φορολογικής οφειλής καθορίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 31 και 32 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, κατόπιν έκπτωσης:
α) του φόρου που παρακρατήθηκε,
β) του φόρου που προκαταβλήθηκε,
γ) του φόρου που καταβλήθηκε στην αλλοδαπή σύμφωνα με το άρθρο 9.
Σε περίπτωση που το ποσό του φόρου που προκαταβλήθηκε ή παρακρατήθηκε είναι μεγαλύτερο από τον οφειλόμενο φόρο, η επιπλέον διαφορά επιστρέφεται.
Η καταβολή του φόρου γίνεται σε τρεις (3) ίσες διμηνιαίες δόσεις από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία ημέρα του επόμενου μήνα από την προβλεπόμενη προθεσμία υποβολής της δήλωσης και η καθεμία από τις επόμενες την τελευταία ημέρα του τρίτου και πέμπτου μήνα αντίστοιχα από την υποβολή της δήλωσης, η οποία δεν μπορεί να εκτείνεται πέραν του ίδιου φορολογικού έτους.
7. Με απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών καθορίζονται ειδικότερα ο τρόπος και ο χρόνος υποβολής, ο τύπος και το περιεχόµενο της δήλωσης φορολογίας εισοδήµατος, οι εξαιρετικές περιπτώσεις για τις οποίες επιτρέπεται η µη ηλεκτρονική υποβολή της δήλωσης, καθώς και τα δικαιολογητικά ή άλλα στοιχεία τα οποία συνυποβάλλονται µε αυτήν.
Κράτη µη συνεργάσιµα στο φορολογικό τοµέα και κράτη µε προνοµιακό φορολογικό καθεστώς
1. Κράτος για την εφαρµογή του παρόντος κεφαλαίου νοείται το κράτος ή η περιοχή δικαιοδοσίας ή η υπερπόντια χώρα ή το έδαφος που τελεί υπό οποιοδήποτε ειδικό καθεστώς σύνδεσης ή εξάρτησης κατά την έννοια του διεθνούς δικαίου.
2. Σύµβαση διοικητικής συνδροµής, για την εφαρµογή Κ.Φ.Ε. νοείται η διεθνής σύµβαση που επιτρέπει την ανταλλαγή όλων των πληροφοριών, που είναι απαραίτητες για την εφαρµογή της φορολογικής νοµοθεσίας των συµβαλλόµενων µερών.
3. Μη συνεργάσιµα κράτη είναι εκείνα που δεν είναι κράτη - µέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η κατάστασή τους σχετικά µε τη διαφάνεια και την ανταλλαγή των πληροφοριών σε φορολογικά θέµατα έχει εξεταστεί από τον Οργανισµό Οικονοµικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (Ο.Ο.Σ.Α.) και τα οποία:
α) δεν έχουν συνάψει και δεν εφαρµόζουν µε την Ελλάδα σύµβαση διοικητικής συνδροµής στο φορολογικό τοµέα και
β) δεν έχουν υπογράψει τέτοια σύµβαση διοικητικής συνδροµής µε τουλάχιστον δώδεκα άλλα κράτη.
Οι ανωτέρω προϋποθέσεις πρέπει να συντρέχουν αθροιστικά.
4. Τα µη συνεργάσιµα κράτη καθορίζονται µε απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών ύστερα από τη διαπίστωση των προϋποθέσεων της προηγούµενης παραγράφου και περιλαµβάνονται σε κατάλογο που δηµοσιεύεται στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως. Ο κατάλογος δηµοσιεύεται τον Ιανουάριο κάθε έτους ως εξής:
α) Αφαιρούνται τα κράτη που µέχρι την ηµεροµηνία δηµοσίευσης έχουν συνάψει και εφαρµόζουν µε την Ελλάδα σύµβαση διοικητικής συνδροµής.
β) Προστίθενται τα κράτη που: αα) ενώ έχουν συνάψει µε την Ελλάδα σύµβαση διοικητικής συνδροµής, οι διατάξεις της εν λόγω σύµβασης ή η εφαρµογή τους δεν επέτρεψαν στην ελληνική φορολογική διοίκηση να λάβει τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την εφαρµογή των διατάξεων της φορολογικής νοµοθεσίας,
ββ) δεν έχουν συνάψει µε την Ελλάδα σύµβαση διοικητικής συνδροµής, αν και η Ελλάδα είχε προτείνει, πριν την 1η Ιανουαρίου του προηγούµενου έτους, τη σύναψη τέτοιας σύµβασης.
γ) Αφαιρούνται ή προστίθενται τα κράτη που δεν έχουν συνάψει µε την Ελλάδα σύµβαση διοικητικής συνδροµής, στα οποία η Ελλάδα δεν είχε προτείνει τη σύναψη τέτοιας σύµβασης πριν την 1η Ιανουαρίου του προηγούµενου έτους και για τα οποία το Παγκόσµιο Φόρουµ για τη Διαφάνεια και την Ανταλλαγή των πληροφοριών σε φορολογικά θέµατα που συστήθηκε µε απόφαση του Ο.Ο.Σ.Α. της 17ης Σεπτεµβρίου 2009, θεωρεί ότι αντίστοιχα προβαίνουν ή όχι στην ανταλλαγή όλων των πληροφοριών που είναι απαραίτητες για την εφαρµογή των φορολογικών νοµοθεσιών των συµβαλλόµενων µερών.
5. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου σχετικά µε τα µη συνεργάσιµα κράτη εφαρµόζονται για αυτά που προστίθενται στον κατάλογο της προηγούµενης παραγράφου, από την 1η Ιανουαρίου του εποµένου της δηµοσίευσης έτους. Γι’ αυτά που αφαιρούνται από τον κατάλογο, η εφαρµογή των διατάξεων παύει από τη δηµοσίευσή του.
6. Για την εφαρµογή των διατάξεων του κεφαλαίου αυτού, το φυσικό ή νοµικό πρόσωπο ή νοµική οντότητα θεωρείται ότι υπόκειται σε προνοµιακό φορολογικό καθεστώς σε κράτος εκτός της Ελλάδας, όταν η φορολογική κατοικία τους βρίσκεται σε οποιοδήποτε κράτος, ακόµη και σε κράτος - µέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εάν σε αυτό το κράτος:
α) δεν υπόκειται σε φορολογία ή, εάν υπόκειται, δεν φορολογείται εν τοις πράγµασι, ή
β) υπόκειται σε φόρο επί των κερδών ή των εισοδηµάτων ή του κεφαλαίου, του οποίου ο συντελεστής είναι ίσος ή κατώτερος από το πενήντα τοις εκατό (50%) του συντελεστή φορολογίας νοµικών προσώπων και νοµικών οντοτήτων που θα οφειλόταν σύµφωνα µε τις διατάξεις της ελληνικής φορολογικής νοµοθεσίας, εάν ήταν φορολογικός κάτοικος ή διατηρούσε µόνιµη εγκατάσταση κατά την έννοια του άρθρου 6 του Κ.Φ.Ε. στην Ελλάδα.
7. Τα κράτη που έχουν προνοµιακό φορολογικό καθεστώς καθορίζονται µε απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών ύστερα από τη διαπίστωση των προϋποθέσεων της προηγούµενης παραγράφου και περιλαµβάνονται σε κατάλογο που δηµοσιεύεται στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως. Ο κατάλογος δηµοσιεύεται τον Ιανουάριο κάθε έτους.
Υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήµατος φυσικών προσώπων και καταβολή φόρου
7. Με απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών καθορίζονται ειδικότερα ο τρόπος και ο χρόνος υποβολής, ο τύπος και το περιεχόµενο της δήλωσης φορολογίας εισοδήµατος, οι εξαιρετικές περιπτώσεις για τις οποίες επιτρέπεται η µη ηλεκτρονική υποβολή της δήλωσης, καθώς και τα δικαιολογητικά ή άλλα στοιχεία τα οποία συνυποβάλλονται µε αυτήν.
Άρθρο 42 Μεταβίβαση τίτλων
παρ.8 Απαλλάσσεται από το φόρο το εισόδημα που αποκτούν φυσικά πρόσωπα που είναι φορολογικοί κάτοικοι σε κράτη με τα οποία η Ελλάδα έχει συνάψει σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας (ΣΑΔΦ) και το οποίο προκύπτει από υπεραξία μεταβίβασης των τίτλων σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους υπό την προϋπόθεση ότι υποβάλλουν στη Φορολογική Διοίκηση δικαιολογητικά που αποδεικνύουν τη φορολογική τους κατοικία
Μεταβίβαση τίτλων
Παρ. 6. Τα κεφαλαιακά κέρδη που προκύπτουν από την ανταλλαγή οµολόγων του Ελληνικού Δηµοσίου ή εταιρικών οµολόγων µε εγγύηση του Ελληνικού Δηµοσίου µε άλλους τίτλους κατ’ εφαρµογή του προγράµµατος συµµετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους απαλλάσσονται από το φόρο.
Υποκείµενα του φόρου
Σε φόρο εισοδήµατος νοµικών προσώπων και νοµικών οντοτήτων υπόκεινται:
α) οι κεφαλαιουχικές εταιρείες που συστήθηκαν στην ηµεδαπή ή την αλλοδαπή,
β) οι προσωπικές εταιρείες που συστήθηκαν στην ηµεδαπή ή την αλλοδαπή,
γ) τα µη κερδοσκοπικού χαρακτήρα νοµικά πρόσωπα δηµοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που συστήθηκαν στην ηµεδαπή ή την αλλοδαπή και στα οποία περιλαµβάνονται και τα κάθε είδους σωµατεία και ιδρύµατα, µε εξαίρεση µόνο τα κάθε είδους έσοδα που πραγµατοποιούνται κατά την επιδίωξη της εκπλήρωσης του σκοπού τους, τα οποία δεν αποτελούν αντικείµενο φόρου,
δ) συνεταιρισµοί και ενώσεις αυτών,
ε) κοινωνίες αστικού δικαίου, αστικές κερδοσκοπικές ή µη κερδοσκοπικές εταιρείες, συµµετοχικές ή αφανείς εφόσον ασκούν επιχείρηση ή επάγγελµα,
στ) κοινοπραξίες,
ζ) οι νοµικές οντότητες που ορίζονται στο άρθρο 2 του Κ.Φ.Ε. και δεν περιλαµβάνονται σε µια από τις προηγούµενες περιπτώσεις.
Στην περίπτωση των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων που τηρούν απλογραφικά βιβλία εφαρμόζονται αποκλειστικά οι διατάξεις του άρθρου 47 του παρόντος Κώδικα,
Φορολογικός συντελεστής
1.Τα κέρδη από επιχειρηµατική δραστηριότητα που αποκτούν τα νοµικά πρόσωπα και οι νοµικές οντότητες που τηρούν διπλογραφικά βιβλία καθώς και τα νομικά πρόσωπα της περίπτωσης γ του άρθρου 45 που τηρούν απλογραφικά φορολογούνται µε συντελεστή είκοσι έξι τοις εκατό (26%). Όταν οι υπόχρεοι των περιπτώσεων β΄, δ΄, ε΄ στ΄ και ζ΄ του άρθρου 45 (βλέπε 47.1) τηρούν απλογραφικά βιβλία τα κέρδη που αποκτούν από επιχειρηµατική δραστηριότητα φορολογούνται σύµφωνα µε την κλίµακα της παραγράφου 1 του άρθρου 29 (βλέπε 34.2).
2. Τα κέρδη από επιχειρηµατική δραστηριότητα που αποκτούν οι αγροτικοί συνεταιρισµοί και οι οµάδες παραγωγών φορολογούνται µε συντελεστή δεκατρία τοις εκατό (13%).
3. Ο φορολογούµενος που αποκτά εισόδηµα το οποίο υπόκειται σε παρακράτηση φόρου σύµφωνα µε το άρθρο 62 περιλαµβάνει το εισόδηµα αυτό στα φορολογητέα κέρδη του πριν την αφαίρεση του παρακρατούµενου φόρου. Ο πληρωτέος από το φορολογούµενο φόρος σε σχέση µε το εν λόγω εισόδηµα µειώνεται κατά το ποσό του φόρου που παρακρατήθηκε.

4. Για τους φορολογούμενους των περιπτώσεων α΄, β΄, δ΄, ε΄ και στ΄ του άρθρου 45 (βλέπε 47.1) οι συντελεστές της παραγράφου 1 μειώνονται κατά ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%) για τα κέρδη που προκύπτουν από επιχειρηματική δραστηριότητα που ασκείται σε νησιά με πληθυσμό, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή, κάτω από τρεις χιλιάδες εκατό (3.100) κατοίκους. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου ισχύει μέχρι την 31η Δε¬κεμβρίου 2015.
5. Τα κέρδη των επιχειρήσεων των περιπτώσεων α΄, β΄ , δ΄ , ε΄ και στ΄ του άρθρου 45 (βλέπε 47.1), εφόσον αυτές εμπί¬πτουν στην έννοια των πολύ μικρών επιχειρήσεων, όπως ορίζονται στη Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής της 6ης Μαΐου 2003, από τη διάθεση παραγόμενης ηλεκτρι¬κής ενέργειας προς την εταιρεία «Δ.Ε.Η. Α.Ε.» ή άλλο προμηθευτή, μετά από την ένταξή τους στο «Ειδικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης Φωτοβολταϊκών Συστημάτων μέχρι δέκα (10) kw», κατόπιν απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, η οποία εκδίδεται σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 14 του ν. 3468/ 2006 (Α΄ 8) (βλέπε 29.2), απαλλάσσονται του φόρου. Η εν λόγω απαλλαγή χορηγείται με την προϋπόθεση ότι τα κέρδη εμφανίζονται σε ειδικό λογαριασμό με την ονομασία «Ειδικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης Φωτοβολταϊκών Συστη¬μάτων μέχρι δέκα (10) kw».
Σε περίπτωση διανομής ή κεφαλαιοποίησής τους, φορολογούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κώδικα κατά το χρόνο διανομής ή κεφαλαιοποίησής τους αντίστοιχα.

Φορολογικός συντελεστής
1. Τα κέρδη από επιχειρηµατική δραστηριότητα φορολογούνται σύµφωνα µε την ακόλουθη κλίµακα:
Φορολογητέο εισόδημα (€) Συντελεστής (%)
≤50.000 26%
≥50.000 33%

2. Για τα φυσικά πρόσωπα µε πρώτη δήλωση έναρξης επιτηδεύµατος από 1ης Ιανουαρίου 2013 και για τα τρία (3) πρώτα έτη άσκησης της δραστηριότητάς τους ο φορολογικός συντελεστής του πρώτου κλιµακίου της κλίµακας της παραγράφου 1 μειώνεται κατά πενήντα τοις εκατό (50%), εφόσον το ετήσιο ακαθάριστο εισόδηµά τους από επιχειρηµατική δραστηριότητα δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ.
3. Τα κέρδη από ατοµική αγροτική επιχείρηση φορολογούνται µε συντελεστή δεκατρία τοις εκατό (13%).
4. Το εισόδηµα από προσαύξηση περιουσίας της παραγράφου 4 του άρθρου 21 φορολογείται µε συντελεστή τριάντα τρία τοις εκατό (33%).
5. Για τους φορολογούμενους που κατοικούν μόνιμα σε νησιά με πληθυσμό σύμφωνα με την τελευταία απογραφή κάτω από τρεις χιλιάδες εκατό (3.100) κατοίκους, το φορολογητέο εισόδημα του πρώτου κλιμακίου της κλίμακας της παραγράφου 1 αυξάνεται κατά πενήντα τοις εκατό (50%), προκειμένου να υπολογιστεί το ποσό του φόρου που αναλογεί στο εισόδημά τους.
Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου ισχύει μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2015.
6. Τα κέρδη των φυσικών προσώπων και των ατομικών επιχειρήσεων που εμπίπτουν στην έννοια των πολύ μικρών επιχειρήσεων, όπως ορίζονται στη Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής της 6ης Μαΐου 2003, από τη διάθεση παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας προς την εταιρεία «Δ.Ε.Η. Α.Ε». ή άλλο προμηθευτή, μετά από την ένταξή τους στο «Ειδικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης Φωτοβολταϊκών Συστημάτων μέχρι δέκα (10) kw», κατόπιν απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, η οποία εκδίδεται σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 14 του ν. 3468/2006 (Α΄ 8), απαλλάσσονται του φόρου.

Μεταβατικές διατάξεις και έναρξη ισχύος
Παρ.12. Τα µη διανεµηθέντα ή κεφαλαιοποιηθέντα αποθεµατικά των νοµικών προσώπων του άρθρου 45 του Κ.Φ.Ε, όπως αυτά σχηματίστηκαν μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2013, και τα οποία προέρχονται από κέρδη που δεν φορολογήθηκαν κατά το χρόνο που προέκυψαν λόγω απαλλαγής αυτών κατ’ εφαρµογή διατάξεων του ν. 2238/1994, όπως ισχύει µετά τη δηµοσίευση του Κ.Φ.Ε. ή εγκυκλίων ή αποφάσεων που έχουν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση αυτού, σε περίπτωση διανοµής ή κεφαλαιοποίησής τους - µέχρι την 31η Δεκεµβρίου 2013, φορολογούνται αυτοτελώς µε συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%). Με την καταβολή του φόρου αυτού εξαντλείται κάθε φορολογική υποχρέωση του νοµικού προσώπου και των µετόχων ή εταίρων αυτού. Από την 1η Ιανουαρίου 2014 και εξής, τα µη διανεµηθέντα ή κεφαλαιοποιηθέντα αποθεµατικά του πρώτου εδαφίου συµψηφίζονται υποχρεωτικά στο τέλος κάθε φορολογικού έτους µε δηλωθείσες φορολογικές ζημίες της επιχείρησης από οποιαδήποτε αιτία που προέκυψαν κατά τα τελευταία πέντε (5) έτη µέχρι εξαντλήσεώς τους, εκτός αν διανεµηθούν ή κεφαλαιοποιηθούν οπότε υπόκεινται σε αυτοτελή φορολόγηση µε συντελεστή δεκαεννέα τοις εκατό (19%).
Για τους σκοπούς του προηγούμενου εδάφιου ως συμψηφισμός νοείται το αλγεβρικό άθροισμα και το οποίο αυξομειώνει το φορολογικό αποτέλεσμα (κέρδη ή ζημίες) της επιχείρησης.
Με την καταβολή του φόρου αυτού εξαντλείται κάθε φορολογική υποχρέωση του νοµικού προσώπου και των µετόχων ή εταίρων αυτού.
Η καταβολή του φόρου της παραγράφου αυτής γίνεται μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα από την απόφαση διανομής από τη γενική συνέλευση των μετόχων.
Εκπιπτόµενες επιχειρηµατικές δαπάνες
Κατά τον προσδιορισµό του κέρδους από επιχειρηµατική δραστηριότητα, επιτρέπεται η έκπτωση όλων των δαπανών, µε την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23 του Κ.Φ.Ε, οι οποίες:
(…)
β) αντιστοιχούν σε πραγµατική συναλλαγή και η αξία της συναλλαγής δεν κρίνεται κατώτερη ή ανώτερη της αγοραίας, στη βάση των στοιχείων που διαθέτει η Φορολογική Διοίκηση,
Υποκείµενα του φόρου
Σε φόρο εισοδήµατος νοµικών προσώπων και νοµικών οντοτήτων υπόκεινται:
α) οι κεφαλαιουχικές εταιρείες που συστήθηκαν στην ηµεδαπή ή την αλλοδαπή,
β) οι προσωπικές εταιρείες που συστήθηκαν στην ηµεδαπή ή την αλλοδαπή,
γ) τα µη κερδοσκοπικού χαρακτήρα νοµικά πρόσωπα δηµοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που συστήθηκαν στην ηµεδαπή ή την αλλοδαπή και στα οποία περιλαµβάνονται και τα κάθε είδους σωµατεία και ιδρύµατα, µε εξαίρεση µόνο τα κάθε είδους έσοδα που πραγµατοποιούνται κατά την επιδίωξη της εκπλήρωσης του σκοπού τους, τα οποία δεν αποτελούν αντικείµενο φόρου,
δ) συνεταιρισµοί και ενώσεις αυτών,
ε) κοινωνίες αστικού δικαίου, αστικές κερδοσκοπικές ή µη κερδοσκοπικές εταιρείες, συµµετοχικές ή αφανείς εφόσον ασκούν επιχείρηση ή επάγγελµα,
στ) κοινοπραξίες,
ζ) οι νοµικές οντότητες που ορίζονται στο άρθρο 2 του Κ.Φ.Ε. και δεν περιλαµβάνονται σε µια από τις προηγούµενες περιπτώσεις.
Στην περίπτωση των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων που τηρούν απλογραφικά βιβλία εφαρμόζονται αποκλειστικά οι διατάξεις του άρθρου 47 του παρόντος Κώδικα,
Άρθρο 42 Μεταβίβαση τίτλων
Παρ.1. Κάθε εισόδηµα που προκύπτει από υπεραξία µεταβίβασης των ακόλουθων τίτλων, καθώς και µεταβίβασης ολόκληρης επιχείρησης, υπόκειται σε φόρο εισοδήµατος φυσικών προσώπων
α) µετοχές σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά,
β) μετοχές και άλλες κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά, εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό τουλάχιστον μισό τοις εκατό (0,5%)
γ) µερίδια ή µερίδες σε προσωπικές εταιρείες,
δ) κρατικά οµόλογα και έντοκα γραµµάτια ή εταιρικά οµόλογα,
ε) παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα.
Ως μεταβίβαση σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο νοείται και η εισφορά των ανωτέρω τίτλων για την κάλυψη ή αύξηση κεφαλαίου εταιρείας
Ειδικά για τίτλους που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχα¬νισμό διαπραγμάτευσης, οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή, εφόσον οι τίτλοι αυτοί έχουν αποκτηθεί από την1η Ιανουαρίου 2009 και εξής
Άρθρο 42 Μεταβίβαση τίτλων
Παρ.1. Κάθε εισόδηµα που προκύπτει από υπεραξία µεταβίβασης των ακόλουθων τίτλων, καθώς και µεταβίβασης ολόκληρης επιχείρησης, υπόκειται σε φόρο εισοδήµατος φυσικών προσώπων
α) µετοχές σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά,
β) μετοχές και άλλες κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά, εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό τουλάχιστον μισό τοις εκατό (0,5%)
γ) µερίδια ή µερίδες σε προσωπικές εταιρείες,
δ) κρατικά οµόλογα και έντοκα γραµµάτια ή εταιρικά οµόλογα,
ε) παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα.
Ως μεταβίβαση σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο νοείται και η εισφορά των ανωτέρω τίτλων για την κάλυψη ή αύξηση κεφαλαίου εταιρείας
Ειδικά για τίτλους που αποτελούν αντικείμενο δια¬πραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή, εφόσον οι τίτλοι αυτοί έχουν αποκτηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2009 και εξής
Άρθρο 42 Μεταβίβαση τίτλων, παρ.3. Ως υπεραξία νοείται η διαφορά µεταξύ της τιµής κτήσης που κατέβαλε ο φορολογούµενος και της τιµής πώλησης που εισέπραξε. Τυχόν δαπάνες που συνδέονται άµεσα µε την αγορά ή την πώληση των τίτλων συµπεριλαµβάνονται στην τιµή κτήσης και την τιµή πώλησης
1. Νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες όταν πραγματοποιούν συναλλαγές, μία ή περισσότερες, διεθνείς ή και εγχώριες, με συνδεδεμένα πρόσωπα κατά την έννοια του άρθρου 2 του Κ.Φ.Ε. με οικονομικούς ή εμπορικούς όρους διαφορετικούς από εκείνους που θα ίσχυαν μεταξύ μη συνδεδεμένων προσώπων (ανεξάρτητων επιχειρήσεων) ή μεταξύ συνδεδεμένων προσώπων και τρίτων, οποιαδήποτε κέρδη τα οποία χωρίς τους όρους αυτούς θα είχαν πραγματοποιηθεί από το νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, αλλά τελικά δεν πραγματοποιήθηκαν λόγω των διαφορετικών όρων (αρχή των ίσων αποστάσεων) περιλαμβάνονται στα κέρδη του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας μόνον στο βαθμό που δεν μειώνουν το ποσό του καταβλητέου φόρου.
2. Οι διατάξεις της προηγούµενης παραγράφου εφαρµόζονται και ερµηνεύονται σύµφωνα µε τις γενικές αρχές και τις κατευθυντήριες γραµµές του ΟΟΣΑ για τις ενδοοµιλικές συναλλαγές
Μεταφορά λειτουργιών
Κάθε επιχειρηµατική αναδιάρθρωση, η οποία µπορεί να θεωρηθεί ως εγχώρια ή διασυνοριακή αναδιοργάνωση λειτουργιών, περιουσιακών στοιχείων, κινδύνων ή και επιχειρηµατικών ευκαιριών, την οποία πραγµατοποιούν ή στην οποία εµπλέκονται συνδεδεµένα πρόσωπα µε συνδεδεµένα κέρδη εµπίπτει στο πεδίο εφαρµογής του παρόντος άρθρου:
α) «Οι λειτουργίες, τα περιουσιακά στοιχεία, οι κίνδυνοι ή και οι επιχειρηµατικές ευκαιρίες που αναδιοργανώνονται, µεταφέρονται ή µεταβιβάζονται» θεωρούνται συνολικά ως «πακέτο µεταβίβασης» για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου. Για την εφαρµογή του προηγούµενου εδαφίου λαµβάνονται υπόψη τα περιουσιακά στοιχεία, οι χορηγήσεις αδειών χρήσης, καθώς και οι µεταβιβάσεις περιουσιακών στοιχείων.
β) Σε περίπτωση κατά την οποία λόγω επιχειρηµατικής αναδιάρθρωσης διενεργείται µία συναλλαγή ή σειρά συναλλαγών, οι οποίες συνιστούν µεταβίβαση ή χορήγηση άδειας χρήσης υπεραξίας ή άυλων περιουσιακών στοιχείων, η µεταβίβαση αυτή ή η χορήγηση άδειας χρήσης πρέπει να γίνεται έναντι αντίτιµου σύµφωνα µε την αρχή των ίσων αποστάσεων, λαµβάνοντας υπόψη τη συνολική αξία των υποκείµενων περιουσιακών στοιχείων, καθώς και τις σχετικές λειτουργίες και τους κινδύνους («πακέτο µεταβίβασης»).
Στην περίπτωση αυτή περιλαµβάνονται ιδίως µεταβιβάσεις ή χορηγήσεις αδειών χρήσης µεµονωµένων περιουσιακών στοιχείων σε συνδυασµό µε λειτουργίες και κινδύνους που πρέπει να θεωρηθούν στενά συνδεδεµένες.
γ) Οι επιχειρηµατικές αναδιαρθρώσεις που προβλέπονται στις ανωτέρω περιπτώσεις δεν συνεπιφέρουν καµία αναπροσαρµογή όταν ο φορολογούµενος µπορεί να παράσχει αποδεικτικά στοιχεία που τεκµηριώνουν ότι δεν µεταβιβάστηκαν ούτε χορηγήθηκε άδεια χρήσης για ουσιώδη άυλα στοιχεία ή περιουσιακά στοιχεία και ότι καταβλήθηκε αντίτιµο σύµφωνα µε την αρχή των ίσων αποστάσεων, κατά τρόπο ώστε η ανάθεση κινδύνων και λειτουργιών είναι σύµφωνη µε την αρχή των ίσων αποστάσεων, µε συνεκτίµηση άλλων συγκρίσιµων περιπτώσεων.
δ) Στην περίπτωση που ο φορολογούµενος δεν µπορεί να παράσχει τα αποδεικτικά στοιχεία που ορίζονται στην περίπτωση γ΄, και δεν υπάρχει άλλη συγκρίσιµη συναλλαγή ή σειρά συναλλαγών, καθορίζεται ένα αντίτιµο σύµφωνα µε την αρχή των ίσων αποστάσεων µε βάση τη συνολική αξία των υποκείµενων περιουσιακών στοιχείων, λειτουργιών και κινδύνων («πακέτου µεταβίβασης») µε συνεκτίµηση της αναγόµενης παρούσας αξίας µελλοντικών κερδών που προσδοκώνται από τη µεταβίβαση ως σύνολο και συνδέονται µε τη λειτουργία και όλα τα συνδεδεµένα υποκείµενα περιουσιακά στοιχεία. Ο φορολογούµενος µπορεί να χρησιµοποιεί οποιαδήποτε άλλη µέθοδο, εφόσον µπορεί να αποδείξει ότι η συναλλαγή είναι σύµφωνη µε την αρχή των ίσων αποστάσεων.
Για τα έτη κατά τα οποία πραγµατοποιείται η επιχειρηµατική αναδιάρθρωση γίνεται η αντίστοιχη αναπροσαρµογή
Μεταφορά ζηµιών
1. Εάν µε τον προσδιορισµό των κερδών από επιχειρηματική δραστηριότητα το αποτέλεσµα είναι ζηµία εντός του φορολογικού έτους, η ζηµία αυτή μεταφέρεται για να συµψηφισθεί µε τα επιχειρηµατικά κέρδη διαδοχικά στα επόµενα πέντε (5) φορολογικά έτη. Η ζηµία του προγενέστερου έτους συµψηφίζεται κατά προτεραιότητα έναντι της ζηµίας μεταγενέστερου έτους.
2. Η χρεωστική διαφορά που προκύπτει σε βάρος των νοµικών προσώπων των περιπτώσεων α, γ και δ του νόμου 45 από την ανταλλαγή οµολόγων του Ελληνικού Δηµοσίου ή εταιρικών οµολόγων µε εγγύηση του Ελληνικού Δηµοσίου, κατ’ εφαρµογή προγράμματος συμμετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα σε τριάντα (30) ισόποσες ετήσιες δόσεις, αρχής γενόµενης από τη χρήση μέσα στην οποία πραγµατοποιείται η ανταλλαγή των τίτλων και ανεξάρτητα από το χρόνο διακράτησης των οµολόγων. Για την εφαρµογή του προηγούµενου εδαφίου, ως χρεωστική διαφορά λαµβάνεται η διαφορά μεταξύ της ονοµαστικής αξίας των τίτλων που εκδόθηκαν σε ανταλλαγή και του κόστους απόκτησης των αρχικών τίτλων. Ειδικά, σε περίπτωση που μετά την απόκτηση των αρχικών τίτλων προέκυψε ζηµία από την αποτίµησή τους η οποία δεν έχει συµψηφιστεί µε αποθεµατικό, σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 38 του ν. 2238/1994, όπως ισχύει κατά τη δηµοσίευση του Κ.Φ.Ε. λαµβάνεται το αρχικό κόστος απόκτησης.
3. Η χρεωστική διαφορά (οριστική ζημία) λόγω πιστωτικού κινδύνου η οποία προκύπτει για τους πιστωτές των εποπτευόμενων από την Τράπεζα της Ελλάδος νομικών προσώπων των παραγράφων 5, 6 και 7 του άρθρου 26 του παρόντος από τη διαγραφή χρεών οφειλετών τους κατά τις διατάξεις του άρθρου 2 του νόμου με τίτλο «Ενσωμάτωση στο ελληνικό δίκαιο α) της Απόφασης - Πλαίσιο 2008/909/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2008, όπως τροποποιήθηκε με την Απόφαση - Πλαίσιο 2009/299/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 26ης Φεβρουάριου 2009, σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης σε ποινικές αποφάσεις, οι οποίες επιβάλλουν ποινές στερητικές της ελευθερίας ή μέτρα στερητικά της ελευθερίας, για το σκοπό της εκτέλεσης τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΜΕΡΟΣ Α), β) της Απόφασης - Πλαίσιο 2008/947/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2008, όπως τροποποιήθηκε με την Απόφαση - Πλαίσιο 2009/299/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 26ης Φεβρουάριου 2009, σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης σε ποινικές αποφάσεις που προβλέπουν την αναστολή εκτέλεσης της ποινής ή απόλυση υπό όρους, με σκοπό την επιτήρηση των μέτρων αναστολής και των εναλλακτικών κυρώσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΜΕΡΟΣ Β), γ) της Απόφασης-Πλαίσιο 2009/ 829/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με την εφαρμογή, μεταξύ των κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης στις αποφάσεις περί μέτρων επιτήρησης εναλλακτικά προς την προσωρινή κράτηση (ΜΕΡΟΣ Γ) και άλλες διατάξεις», εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα τους σε δεκαπέντε (15) ισόποσες ετήσιες δόσεις, αρχής γενομένης από τη χρήση στην οποία πραγματοποιήθηκε η διαγραφή. Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου, η χρεωστική διαφορά ισούται με το συνολικό ποσό της διαγραφής μείον τους μη εγγεγραμμένους τόκους, οι οποίοι και δεν εγγράφονται.
Η ανωτέρω χρεωστική διαφορά καταχωρείται σε χρέωση των αποτελεσμάτων της χρήσης στην οποία προκύπτει. Σε περίπτωση που ο πιστωτής έχει σχηματίσει και εκπέσει από τα ακαθάριστα έσοδα του, για το χρέος που διαγράφεται, πρόσθετη ειδική πρόβλεψη κατά τις διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 26 του παρόντος, η πρόβλεψη αντιλογίζεται σε πίστωση των αποτελεσμάτων του φορολογικού έτους στο οποίο πραγματοποιήθηκε η διαγραφή και αποτελεί για τον πιστωτή φορολογητέο κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα.
4. Ζηµίες που προκύπτουν στην αλλοδαπή δεν δύνανται να χρησιµοποιηθούν για τον υπολογισµό των κερδών του ίδιου φορολογικού έτους ούτε να συµψηφιστούν µε μελλοντικά κέρδη, µε εξαίρεση το εισόδηµα που προκύπτει από άλλα κράτη - µέλη της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., το οποίο δεν απαλλάσσεται στη βάση συνθήκης αποφυγής διπλής φορολογίας που έχει συνάψει και εφαρµόζει η Ελλάδα.
5. Εάν στη διάρκεια ενός φορολογικού έτους η άµεση ή έμμεση ιδιοκτησία του μετοχικού κεφαλαίου ή τα δικαιώµατα ψήφου μιας επιχείρησης μεταβληθούν σε ποσοστό που υπερβαίνει το τριάντα τρία τοις εκατό (33%) της αξίας ή του αριθµού τους, η μεταφορά σύµφωνα µε το παρόν άρθρο παύει να έχει εφαρµογή στις ζηµίες που είχε η επιχείρηση αυτή κατά το εν λόγω φορολογικό έτος και τα προηγούµενα πέντε (5) έτη, εκτός αν ο φορολογούµενος αποδείξει ότι η μεταβολή της ιδιοκτησίας έγινε αποκλειστικά για εµπορικούς ή επιχειρηµατικούς λόγους και όχι µε σκοπό τη φοροαποφυγή ή φοροδιαφυγή.
Υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήµατος νοµικών προσώπων και νοµικών οντοτήτων και καταβολή του φόρου
1. Τα νοµικά πρόσωπα και οι νοµικές οντότητες υποχρεούνται να δηλώνουν ηλεκτρονικά όλα τα εισοδήµατά τους στη Φορολογική Διοίκηση.
2. Η δήλωση υποβάλλεται μέχρι την τελευταία ημέρα του έκτου μήνα από το τέλος του φορολογικού έτους.
Για τα νοµικά πρόσωπα και τις νοµικές οντότητες που έχουν τεθεί υπό εκκαθάριση, η δήλωση υποβάλλεται µέσα σε ένα (1) µήνα από τη λήξη της εκκαθάρισης για τα εισοδήµατα που αποκτήθηκαν κατά την περίοδο αυτή. Σε περίπτωση παράτασης της εκκαθάρισης πέραν του έτους υποβάλλεται προσωρινή δήλωση για τα εισοδήµατα κάθε έτους - µέσα σε ένα (1) µήνα από τη λήξη του, επιφυλασσοµένης της υποβολής οριστικής δήλωσης συγχρόνως µε τη λήξη της εκκαθάρισης. Για τα διαλυόµενα νοµικά πρόσωπα και τις νοµικές οντότητες, για τα οποία δεν επιβάλλεται από το νόµο εκκαθάριση, η δήλωση υποβάλλεται µέσα σε ένα (1) µήνα από τη διάλυση και σε κάθε περίπτωση πριν από τη διάθεση µε οποιονδήποτε τρόπο των περιουσιακών στοιχείων τους.
3. Ο φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων υπολογίζεται με βάση την ετήσια φορολογική δήλωση του φορολογούμενου και το ποσό της φορολογικής οφειλής καθορίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 31 και 32 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, κατόπιν έκπτωσης:
α) του φόρου που παρακρατήθηκε,
β) του φόρου που προκαταβλήθηκε,
γ) του φόρου που καταβλήθηκε στην αλλοδαπή σύμφωνα με το άρθρο 9. Ειδικά για τα μερίσματα που εισπράττει ημεδαπή μητρική εταιρεία από ημεδαπή ή αλλοδαπή θυγατρική της με έδρα σε άλλο κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης όταν δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 48, από το ποσό του φόρου εκπίπτει το ποσό του φόρου που καταβλήθηκε ως φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων, καθώς και το ποσό του φόρου που παρακρατήθηκε ως φόρος επί του μερίσματος. Σε περίπτωση που το ποσό του φόρου που προκαταβλήθηκε ή παρακρατήθηκε είναι μεγαλύτερο από τον οφειλόμενο φόρο, η επιπλέον διαφορά επιστρέφεται.
Η καταβολή του φόρου γίνεται σε οκτώ (8), κατ’ ανώτατο όριο, ισόποσες μηνιαίες δόσεις από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται με την υποβολή της δήλωσης και οι υπόλοιπες επτά (7) μέχρι την τελευταία ημέρα του έβδομου μήνα από την υποβολή της δήλωσης, η οποία δεν μπορεί να εκτείνεται πέραν του ίδιου φορολογικού έτους. Για τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες που έχουν τεθεί υπό εκκαθάριση η καταβολή του φόρου γίνεται εφάπαξ με την υποβολή της δήλωσης.
4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών καθορίζονται ειδικότερα ο τρόπος και ο χρόνος υποβολής, ο τύπος και το περιεχόµενο της δήλωσης φορολογίας εισοδήµατος, καθώς και τα δικαιολογητικά ή άλλα στοιχεία τα οποία συνυποβάλλονται µε αυτήν.
Κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα
Παρ.6. Ειδικά το εισόδημα από υπεραξία μεταβίβασης κρατικών ομολόγων και εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου που αποκτούν νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που δεν είναι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας και δεν έχουν στην Ελλάδα μόνιμη εγκατάσταση απαλλάσσεται του φόρου.
10. Στο άρθρο 47 του ν. 4172/2013, προστίθενται νέες παράγραφοι 5 και 6 που έχουν ως εξής:
5. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 37 και της παραγράφου 6 του άρθρου 42 εφαρμόζονται και στα νομικά πρόσωπα του άρθρου 45.
6. Ειδικά το εισόδημα από υπεραξία μεταβίβασης κρα­τικών ομολόγων και εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου που αποκτούν νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που δεν είναι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας και δεν έχουν στην Ελλάδα μόνιμη εγκατάσταση απαλλάσσεται του φόρου.
Συγχωνεύσεις και διασπάσεις
1. Το παρόν άρθρο εφαρµόζεται σε συγχωνεύσεις και διασπάσεις, όπως ορίζονται στις παραγράφους 2, 3 και 4, εφόσον επιλεγεί από την εισφέρουσα και τη λήπτρια εταιρεία ή εταιρείες, και πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στις ακόλουθες παραγράφους.
Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ως “τίτλοι” νοούνται οι μετοχές ή τα εταιρικά μερίδια.
2. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ως «συγχώνευση» θεωρείται κάθε πράξη µε την οποία:
α) µία ή περισσότερες εταιρείες (εφεξής: οι «εισφέρουσες εταιρείες»), κατά τη διάλυσή τους χωρίς να τεθούν υπό καθεστώς εκκαθάρισης, µεταβιβάζουν όλα τα στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού τους σε άλλη υφιστάµενη εταιρεία (εφεξής: η «λήπτρια εταιρεία») µε αντάλλαγµα την έκδοση ή µεταβίβαση στους µετόχους ή εταίρους της εισφέρουσας εταιρείας τίτλων του κεφαλαίου της λήπτριας εταιρείας,
β) δύο ή περισσότερες εταιρείες (εφεξής: οι «εισφέρουσες εταιρείες»), κατά τη διάλυσή τους χωρίς να τεθούν υπό καθεστώς εκκαθάρισης, µεταβιβάζουν όλα τα στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού τους σε εταιρεία που συστήνουν (εφεξής: η «λήπτρια εταιρεία») µε αντάλλαγµα την έκδοση ή τη µεταβίβαση στους µετόχους ή εταίρους της εισφέρουσας εταιρείας τίτλων του κεφαλαίου της λήπτριας εταιρείας.
3. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ως «διάσπαση» θεωρείται κάθε πράξη µε την οποία:
α) µία εταιρεία (εφεξής: η «εισφέρουσα εταιρεία»), κατά τη διάλυσή της χωρίς να τεθεί σε καθεστώς εκκαθάρισης, µεταβιβάζει όλα τα στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού της σε δύο ή περισσότερες υφιστάµενες ή νέες εταιρείες (εφεξής: οι λήπτριες εταιρείες) µε αντάλλαγµα την κατ’ αναλογία (pro-rata) έκδοση ή µεταβίβαση στους µετόχους ή εταίρους της τίτλων του κεφαλαίου των ληπτριών εταιρειών,
β) µία εταιρεία (εφεξής: η «εισφέρουσα εταιρεία») µεταβιβάζει χωρίς να λυθεί έναν ή περισσότερους κλάδους δραστηριότητας σε µία ή περισσότερες υφιστάµενες ή νέες εταιρείες (εφεξής: οι «λήπτριες εταιρείες»), αφήνοντας τουλάχιστον έναν κλάδο δραστηριότητας στην εισφέρουσα εταιρεία, µε αντάλλαγµα την κατ’ αναλογία (pro-rata) έκδοση ή µεταβίβαση στους µετόχους ή εταίρους της ή τίτλων του κεφαλαίου των ληπτριών εταιρειών. Ως κλάδος δραστηριότητας θεωρείται το σύνολο των στοιχείων του ενεργητικού και παθητικού ενός τµήµατος µιας εταιρείας, τα οποία συνιστούν από οργανωτική άποψη αυτόνοµη εκµετάλλευση, δηλαδή ένα σύνολο ικανό να λειτουργήσει αυτοδύναµα.
4. Σε περίπτωση συγχώνευσης ή διάσπασης, σύµφωνα µε τις παραγράφους 2 και 3, µπορεί να λάβει χώρα πρόσθετη χρηµατική καταβολή από τη λήπτρια εταιρεία ή εταιρείες πέραν της έκδοσης ή µεταβίβασης τίτλων, µε την προϋπόθεση ότι η χρηµατική καταβολή δεν υπερβαίνει το δέκα τοις εκατό (10%) της ονοµαστικής αξίας, ή αν δεν υπάρχει ονοµαστική αξία, το δέκα τοις εκατό (10%) της λογιστικής αξίας των τίτλων.
5. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρµόζονται µόνον εφόσον η εισφέρουσα εταιρεία ή εταιρείες και η λήπτρια εταιρεία ή εταιρείες είναι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδος και/ή άλλου κράτους - µέλους της Ε.Ε..
6. Στο πεδίο εφαρµογής του παρόντος άρθρου εµπίπτουν οι εταιρείες που:
α) περιλαµβάνονται στους τύπους που απαριθµούνται στο Παράρτηµα Ι Μέρος Α της Οδηγίας 2009/133/ΕΚ, όπως ισχύει,
β) είναι φορολογικοί κάτοικοι κράτους - µέλους της Ε.Ε. σύµφωνα µε τη νοµοθεσία του κράτους αυτού και δεν θεωρούνται φορολογικοί κάτοικοι τρίτου κράτους εκτός Ε.Ε. κατ’ εφαρµογή όρων σύµβασης αποφυγής διπλής φορολογίας που έχει συναφθεί µε αυτό το τρίτο κράτος,
γ) υπόκεινται, χωρίς τη δυνατότητα επιλογής ή απαλλαγής, σε έναν από τους φόρους που αναφέρονται στο Παράρτηµα Ι Μέρος Β της Οδηγίας 2009/133/ΕΚ ή σε οποιοδήποτε άλλο φόρο ενδεχοµένως στο µέλλον αντικαταστήσει έναν από τους φόρους αυτούς.
7. Όπου στο παρόν άρθρο γίνεται αναφορά σε εισφέρουσα ή σε λήπτρια εταιρεία, αυτή ισχύει και για δύο ή περισσότερες εισφέρουσες ή λήπτριες εταιρείες.
8. Κατά την εφαρµογή του παρόντος άρθρου, η συγχώνευση ή η διάσπαση δεν συνεπάγεται, κατά τον χρόνο της συγχώνευσης ή της διάσπασης, καµία φορολογία των υπεραξιών οι οποίες υπολογίζονται βάσει της διαφοράς µεταξύ της αγοραίας αξίας των µεταβιβαζοµένων στοιχείων ενεργητικού και παθητικού και της φορολογητέας αξίας τους.
9. Η λήπτρια εταιρεία διενεργεί αποσβέσεις των στοιχείων του ενεργητικού σύµφωνα µε τους κανόνες που θα ίσχυαν για την εισφέρουσα εταιρεία, εάν δεν είχε λάβει χώρα η συγχώνευση ή η διάσπαση.
10. Κατά την εφαρµογή του παρόντος άρθρου, η λήπτρια εταιρεία µπορεί να µεταφέρει τα αποθεµατικά και τις προβλέψεις που σχηµατίστηκαν από την εισφέρουσα εταιρεία, µε τις φορολογικές απαλλαγές και τους όρους που θα ίσχυαν για την εισφέρουσα εταιρεία, εάν η µεταβίβαση δεν είχε λάβει χώρα. Η λήπτρια εταιρεία αναλαµβάνει τα δικαιώµατα και τις υποχρεώσεις της εισφέρουσας εταιρείας ως προς τα εν λόγω αποθεµατικά και προβλέψεις.
11. Κατά την εφαρµογή του παρόντος άρθρου, η λήπτρια εταιρεία µπορεί να µεταφέρει τις ζηµίες της εισφέρουσας εταιρείας, υπό τους ίδιους όρους που θα ίσχυαν για την εισφέρουσα εταιρεία, εάν η συγχώνευση ή η διάσπαση δεν είχε λάβει χώρα.
12. Κατά την εφαρµογή του παρόντος άρθρου, αν η λήπτρια εταιρεία συµµετέχει στο κεφάλαιο της εισφέρουσας εταιρείας απαλλάσσεται από το φόρο για κάθε υπεραξία που προκύπτει λόγω της ακύρωσης αυτής της συµµετοχής.
13. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου µπορεί να εφαρμόζονται για τη µεταβίβαση στοιχείων ενεργητικού και παθητικού:
α) στη µεταβίβαση κλάδου ή κλάδων δραστηριότητας που βρίσκονται στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος - µέλος της Ε.Ε., εφόσον η εισφέρουσα και η λήπτρια εταιρεία είναι και οι δύο φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδος,
β) εφόσον η εισφέρουσα εταιρεία είναι φορολογικός κάτοικος άλλου κράτους - µέλους της Ε.Ε., και η λήπτρια εταιρεία είναι κάτοικος Ελλάδος, στο βαθµό που µετά τη συγχώνευση ή τη διάσπαση τα στοιχεία του ενεργητικού, οι υποχρεώσεις, τα αποθεµατικά, οι προβλέψεις και οι ζηµίες που µεταβιβάζονται δεν συνδέονται µε εκτός Ελλάδος µόνιµη εγκατάσταση της λήπτριας εταιρείας,
γ) εφόσον η λήπτρια εταιρεία είναι φορολογικός κάτοικος άλλου κράτους - µέλους της Ε.Ε. και η εισφέρουσα εταιρεία είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδος ή άλλου κράτους - µέλους της Ε.Ε., στο βαθµό που µετά τη συγχώνευση ή τη διάσπαση τα στοιχεία του ενεργητικού, οι υποχρεώσεις, τα αποθεµατικά, οι προβλέψεις και οι ζηµίες που µεταβιβάζονται συνδέονται µε µόνιµη εγκατάσταση στην Ελλάδα της λήπτριας εταιρείας.
14. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου µπορεί να εφαρμόζονται εφόσον η εισφέρουσα εταιρεία είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδος και η λήπτρια εταιρεία είναι κάτοικος άλλου κράτους - µέλους της Ε.Ε., στο βαθµό που η συγχώνευση ή η διάσπαση επιφέρει τη µεταβίβαση κλάδου δραστηριότητας που συνιστά µόνιµη εγκατάσταση σε άλλο κράτος - µέλος της Ε.Ε.. Σε αυτή την περίπτωση, δεν εφαρµόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 5, 6, 7 και 8, αλλά η εισφέρουσα εταιρεία δικαιούται πίστωσης έναντι του ποσού του φόρου που προκύπτει ως αποτέλεσµα της συγχώνευσης ή διάσπασης σε σχέση µε κάθε φόρο που θα επιβαλλόταν στο εν λόγω κράτος - µέλος της Ε.Ε. στο οποίο βρίσκεται η µόνιµη εγκατάσταση ως αποτέλεσµα της συγχώνευσης ή διάσπασης, εάν δεν ετύγχαναν εφαρµογής οι διατάξεις της Οδηγίας 2009/133/ΕΚ όπως ισχύει.
15. Κατά την εφαρµογή του παρόντος άρθρου, ο µέτοχος ή εταίρος της εισφέρουσας εταιρείας δεν υπόκειται σε φόρο για την υπεραξία που αποκτά λόγω της συγχώνευσης ή της διάσπασης, µε εξαίρεση το τµήµα που αντιστοιχεί, κατ’ αναλογία, σε τυχόν χρηµατική καταβολή.
16. Κατά την εφαρµογή του παρόντος άρθρου, ο µέτοχος ή εταίρος δεν αποδίδει στους τίτλους που λαµβάνει ως αντάλλαγµα, µεγαλύτερη φορολογητέα αξία από την αξία που είχαν οι ανταλλασσόμενοι τίτλοι αμέσως πριν τη συγχώνευση ή διάσπαση.
17. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου µπορεί να εφαρμόζονται σε μέτοχο ή εταίρο ο οποίος, σε περίπτωση συγχώνευσης ή διάσπασης, ανταλλάσσει τίτλους της εισφέρουσας εταιρείας µε τίτλους της λήπτριας εταιρείας, υπό την προϋπόθεση ότι:
α) ο μέτοχος ή εταίρος είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδος, ή
β) ο μέτοχος ή εταίρος, ο οποίος δεν είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδος, κατείχε του τίτλους της εισφέρουσας και κατέχει τους τίτλους της λήπτριας εταιρείας μέσω μόνιμης εγκατάστασης που διατηρεί στην Ελλάδα.
Άρθρο 42 Μεταβίβαση τίτλων
1. Κάθε εισόδηµα που προκύπτει από υπεραξία µεταβίβασης των ακόλουθων τίτλων, καθώς και µεταβίβασης ολόκληρης επιχείρησης, υπόκειται σε φόρο εισοδήµατος φυσικών προσώπων
α) µετοχές σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά,
β) μετοχές και άλλες κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά, εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό τουλάχιστον μισό τοις εκατό (0,5%)
γ) µερίδια ή µερίδες σε προσωπικές εταιρείες,
δ) κρατικά οµόλογα και έντοκα γραµµάτια ή εταιρικά οµόλογα,
ε) παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα.
Ως μεταβίβαση σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο νοείται και η εισφορά των ανωτέρω τίτλων για την κάλυψη ή αύξηση κεφαλαίου εταιρείας
Ειδικά για τίτλους που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή, εφόσον οι τίτλοι αυτοί έχουν αποκτηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2009 και εξής.
2. Ως παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα σύµφωνα µε την περίπτωση δ΄ ε’ της παραγράφου 1 νοούνται:
α) Τα συµβόλαια δικαιωµάτων προαίρεσης, τα συµβόλαια µελλοντικής εκπλήρωσης, οι συµβάσεις ανταλλαγής (swaps), και οι προθεσµιακές συµβάσεις (forwards) που σχετίζονται µε υποκείµενους τίτλους και ιδίως µε:
1. κινητές αξίες ή άλλα περιουσιακά στοιχεία,
2. συναλλαγµατικές ισοτιµίες,
3. επιτόκια ή αποδόσεις,
4. χρηµατοπιστωτικούς δείκτες ή άλλα χρηµατοπιστωτικά µεγέθη,
5. εµπορεύµατα,
6. ναύλους,
7. πιστωτική διαβάθµιση ή γεγονός,
8. ποσοστά πληθωρισµού ή άλλες επίσηµες οικονοµικές στατιστικές,
9. κλιµατικές µεταβλητές,
10. εκποµπές ρύπων,
11. µεταβολές στην τιµή οποιουδήποτε οικονοµικού, φυσικού, περιβαλλοντολογικού, στατιστικού ή άλλου µεγέθους ή γεγονότος (πλην αθλητικών γεγονότων), ή
12. άλλα παράγωγα µέσα.
β) Κάθε άλλη σύµβαση που προσιδιάζει στις ανωτέρω, όσον αφορά, µεταξύ άλλων, στο κατά πόσον προσδιορίζεται µε αναφορά σε άλλους υποκείµενους τίτλους, είναι διαπραγµατεύσιµη σε οργανωµένη αγορά ή πολυµερή µηχανισµό διαπραγµάτευσης (ΠΜΔ), υπόκειται σε εκκαθάριση µε µετρητά διαθέσιµα ή φυσική παράδοση (πλην παραδόσεων λόγω αδυναµίας πληρωµής ή άλλου γεγονότος που επιφέρει τη λύση της σύµβασης, καθώς και παραδόσεων που προορίζονται για εµπορικούς σκοπούς) ή διακανονισµό µέσω αναγνωρισµένων γραφείων συµψηφισµού ή σε τακτικές κλήσεις για κάλυψη περιθωρίων.
3. Ως υπεραξία νοείται η διαφορά µεταξύ της τιµής κτήσης που κατέβαλε ο φορολογούµενος και της τιµής πώλησης που εισέπραξε. Τυχόν δαπάνες που συνδέονται άµεσα µε την αγορά ή την πώληση των τίτλων συµπεριλαµβάνονται στην τιµή κτήσης και την τιµή πώλησης.
4. Σε περίπτωση που οι µεταβιβαζόµενοι τίτλοι είναι εισηγµένοι σε χρηµατιστηριακή αγορά, η τιµή κτήσης και η τιµή πώλησης καθορίζονται από τα δικαιολογητικά έγγραφα συναλλαγών, τα οποία εκδίδει η χρηµατιστηριακή εταιρεία ή το πιστωτικό ίδρυµα ή οποιοδήποτε φορέας που διενεργεί συναλλαγές.
Σε περίπτωση µεταβίβασης µη εισηγµένων τίτλων, η τιµή πώλησης προσδιορίζεται µε βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που εκδίδει τους µεταβιβαζόµενους τίτλους κατά το χρόνο της µεταβίβασης ή το τίµηµα ή αγοραία αξία που αναγράφεται στη σύµβαση µεταβίβασης, εφόσον αυτό είναι υψηλότερο. Η τιµή κτήσης προσδιορίζεται µε βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που εκδίδει τους µεταβιβαζόµενους τίτλους κατά το χρόνο απόκτησης ή το τίµηµα που αναγράφεται στη σύµβαση απόκτησης κατά τον χρόνο απόκτησης των τίτλων, εφόσον οποιοδήποτε από τα ανωτέρω είναι χαμηλότερο.
Αν η τιµή κτήσης δεν µπορεί να προσδιοριστεί θεωρείται ότι είναι µηδενική.
Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής, για τον προσδιορισμό της τιμής κτήσης λαμβάνονται υπόψη οι εταιρικές πράξεις που έχουν λάβει χώρα μέχρι το χρόνο της μεταβίβασης. Σε περίπτωση διαδοχικών αποκτήσεων τίτλων, ως τιμή κτήσης λαμβάνεται η μέση τιμή κτήσης που προκύπτει από τη συνολική αξία κτήσης των τίτλων δια της συνολικής ποσότητας αυτών.
5. Σε περίπτωση κατά την οποία ο προσδιορισμός της υπεραξίας σύμφωνα με τις ανωτέρω παραγράφους καταλήγει σε αρνητικό ποσό, η εν λόγω ζημία μεταφέρεται για τα επόμενα πέντε (5) έτη και συμψηφίζεται μόνο με μελλοντικά κέρδη υπεραξίας, τα οποία υπολογίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου και τα οποία προκύπτουν από συναλλαγές σε τίτλους της παραγράφου 1.
6. Τα κεφαλαιακά κέρδη που προκύπτουν από την ανταλλαγή οµολόγων του Ελληνικού Δηµοσίου ή εταιρικών οµολόγων µε εγγύηση του Ελληνικού Δηµοσίου µε άλλους τίτλους κατ’ εφαρµογή του προγράµµατος συµµετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους απαλλάσσονται από το φόρο.
7. Για την υπεραξία που προκύπτει από εισφορά ενεργητικού, ανταλλαγή µετοχών, συγχώνευση ή διάσπαση κατ’ έφαρµογή των άρθρων 52, 53 και 54 ισχύουν οι ειδικές διατάξεις αυτών των άρθρων.
8. Απαλλάσσεται από το φόρο το εισόδημα που αποκτούν φυσικά πρόσωπα που είναι φορολογικοί κάτοικοι σε κράτη με τα οποία η Ελλάδα έχει συνάψει σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας (ΣΑΔΦ) και το οποίο προκύπτει από υπεραξία μεταβίβασης των τίτλων σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους υπό την προϋπόθεση ότι υποβάλλουν στη Φορολογική Διοίκηση δικαιολογητικά που αποδεικνύουν τη φορολογική τους κατοικία
8. Κατά την εφαρµογή του παρόντος άρθρου, η συγχώνευση ή η διάσπαση δεν συνεπάγεται, κατά τον χρόνο της συγχώνευσης ή της διάσπασης, καµία φορολογία των υπεραξιών οι οποίες υπολογίζονται βάσει της διαφοράς µεταξύ της αγοραίας αξίας των µεταβιβαζοµένων στοιχείων ενεργητικού και παθητικού και της φορολογητέας αξίας τους.
Κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα 5. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 37 (47.3) και της παραγράφου 6 του άρθρου 42 εφαρμόζονται και στα νομικά πρόσωπα του άρθρου 45.
10. Στο άρθρο 47 του ν. 4172/2013, προστίθενται νέες παράγραφοι 5 και 6 που έχουν ως εξής:
5. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 37 και της παραγράφου 6 του άρθρου 42 εφαρμόζονται και στα νομικά πρόσωπα του άρθρου 45.
6. Ειδικά το εισόδημα από υπεραξία μεταβίβασης κρα­τικών ομολόγων και εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου που αποκτούν νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που δεν είναι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας και δεν έχουν στην Ελλάδα μόνιμη εγκατάσταση απαλλάσσεται του φόρου.
Μεταβίβαση τίτλων
Παρ. 6. Τα κεφαλαιακά κέρδη που προκύπτουν από την ανταλλαγή οµολόγων του Ελληνικού Δηµοσίου ή εταιρικών οµολόγων µε εγγύηση του Ελληνικού Δηµοσίου µε άλλους τίτλους κατ’ εφαρµογή του προγράµµατος συµµετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους απαλλάσσονται από το φόρο.
Υποκείµενα του φόρου
Σε φόρο εισοδήµατος νοµικών προσώπων και νοµικών οντοτήτων υπόκεινται:
α) οι κεφαλαιουχικές εταιρείες που συστήθηκαν στην ηµεδαπή ή την αλλοδαπή,
β) οι προσωπικές εταιρείες που συστήθηκαν στην ηµεδαπή ή την αλλοδαπή,
γ) τα µη κερδοσκοπικού χαρακτήρα νοµικά πρόσωπα δηµοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που συστήθηκαν στην ηµεδαπή ή την αλλοδαπή και στα οποία περιλαµβάνονται και τα κάθε είδους σωµατεία και ιδρύµατα, µε εξαίρεση µόνο τα κάθε είδους έσοδα που πραγµατοποιούνται κατά την επιδίωξη της εκπλήρωσης του σκοπού τους, τα οποία δεν αποτελούν αντικείµενο φόρου,
δ) συνεταιρισµοί και ενώσεις αυτών,
ε) κοινωνίες αστικού δικαίου, αστικές κερδοσκοπικές ή µη κερδοσκοπικές εταιρείες, συµµετοχικές ή αφανείς εφόσον ασκούν επιχείρηση ή επάγγελµα,
στ) κοινοπραξίες,
ζ) οι νοµικές οντότητες που ορίζονται στο άρθρο 2 του Κ.Φ.Ε. και δεν περιλαµβάνονται σε µια από τις προηγούµενες περιπτώσεις.
Στην περίπτωση των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων που τηρούν απλογραφικά βιβλία εφαρμόζονται αποκλειστικά οι διατάξεις του άρθρου 47 του παρόντος Κώδικα,
Άρθρο 14 Φορολογικές και άλλες ρυθμίσεις
1. Η έκδοση ομολογιακού δανείου του νόμου αυτού, η παροχή κάθε είδους ασφαλειών, όλες οι συμβάσεις που προβλέπονται στο νόμο αυτόν, καθώς και κάθε σχετική ή παρεπόμενη σύμβαση ή πράξη και η καταχώριση αυτών σε δημόσια βιβλία όπου απαιτείται, οι προσωρινοί και οριστικοί τίτλοι ομολογιών, η διάθεση και κυκλοφορία αυτών, η εξόφληση του κεφαλαίου από ομολογίες και από επιχειρηματικές απαιτήσεις που τις καλύπτουν και εν γένει η άσκηση δικαιωμάτων που απορρέουν από ομολογίες που εκδίδονται σύμφωνα με το νόμο αυτόν και από επιχειρηματικές απαιτήσεις που τις καλύπτουν, η μεταβίβαση ομολογιών εντός ή εκτός οργανωμένης αγοράς ή χρηματιστηρίου απαλλάσσονται από κάθε άμεσο ή έμμεσο φόρο, περιλαμβανομένου και του φόρου υπεραξίας, τέλος, ανταποδοτικό ή μη. τέλος χαρτοσήμου, εισφορά, εισφορά του ν. 128/1975, προμήθεια, δικαίωμα ή άλλη επιβάρυνση υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων, με την επιφύλαξη των διατάξεων που αφορούν το Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών.
Μεταβατικές διατάξεις και έναρξη ισχύος
7. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 5 του άρθρου 42 ισχύουν για υπεραξία από µεταβιβάσεις µετοχών, µεριδίων, οµολόγων, παραγώγων και ολόκληρης επιχείρησης που θα πραγµατοποιηθούν από την 1η Ιανουαρίου 2014 και µετά
Αυτοτελής φορολόγηση εισοδήματος από επιχειρήσεις ή επαγγέλματα
1. Φορολογείται αυτοτελώς λογιζόμενο ως εισόδημα:
α. Με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%) κάθε κέρδος ή ωφέλεια που προέρχεται από τη μεταβίβαση:
αα) Ολόκληρης επιχείρησης με τα άυλα στοιχεία αυτής, όπως αέρας, επωνυμία, σήμα, προνόμια κλπ. ή υποκαταστήματος επιχείρησης, όπως αυτό ορίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.
ββ) Εταιρικών μερίδων ή μεριδίων, ποσοστών συμμετοχής σε κοινωνία αστικού δικαίου που ασκεί επιχείρηση ή επάγγελμα ή σε κοινοπραξία, εκτός κοινοπραξίας τεχνικών έργων, της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων
Για τον υπολογισμό της ωφέλειας, που προκύπτει από τη μεταβίβαση μεριδίων ημεδαπής εταιρείας περιορισμένης ευθύνης, αφαιρείται το κόστος απόκτησής της από την κατώτατη πραγματική αξία που έχουν κατά το χρόνο μεταβίβασης.
Για τον προσδιορισμό της κατώτατης πραγματικής αξίας των μεριδίων που μεταβιβάζονται, ως κατώτατη πραγματική αξία ολόκληρης της εταιρίας λαμβάνεται το άθροισμα: i) των ιδίων κεφαλαίων της, που εμφανίζονται στον τελευταίο πριν από τη μεταβίβαση επίσημο ισολογισμό, ii) της άυλης αξίας της, iii) της αξίας των ακινήτων της εταιρείας κατά το μέρος που η αξία του καθενός από αυτά, όπως αυτή προσδιορίζεται κατά το χρόνο μεταβίβασης στη φορολογία μεταβίβασης ακινήτων, υπερβαίνει την αξία κτήσης του και iv) των αυξήσεων των ιδίων κεφαλαίων που έχουν μεσολαβήσει από το χρόνο σύνταξης του τελευταίου επίσημου ισολογισμού μέχρι το χρόνο μεταβίβασης των μεριδίων ή των μειώσεων των ιδίων κεφαλαίων που έχουν γίνει στο ίδιο χρονικό διάστημα.
Ειδικότερα, για τον προσδιορισμό της άυλης αξίας, αφαιρούνται οι τόκοι των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας, οι οποίοι υπολογίζονται με βάση το μέσο όρο του επιτοκίου των εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου ετήσιας διάρκειας, που εκδόθηκαν το Δεκέμβριο του έτους που προηγείται της μεταβίβασης, από το μέσο όρο των ολικών αποτελεσμάτων εκμετάλλευσης των πέντε (5) τελευταίων, πριν από τη μεταβίβαση, ισολογισμών και το ποσό που προκύπτει (R) αναπροσαρμόζεται αρχικά με την εφαρμογή της σταθερής ληξιπρόθεσμης ράντας:

α = R x 1-uⁿ
i
και στη συνέχεια το αποτέλεσμα που προκύπτει προσαυξάνεται με τους ακόλουθους ποσοστιαίους συντελεστές, ανάλογα με τα έτη λειτουργίας της επιχείρησης:
Έτη λειτουργίας Συντελεστές

 Πάνω από 3 μέχρι 5
 10%
 πάνω από 5 μέχρι 10
 20%
 πάνω από 10 μέχρι 15
 30%
 πάνω από 15
 40%

Για την εφαρμογή της πιο πάνω ράντας:
- α = το ποσό που προκύπτει μετά την αναπροσαρμογή και αποτελεί την άυλη αξία της επιχείρησης,
- R = το ποσό που αναπροσαρμόζεται και αναφέρεται στο υπερκέρδος της επιχείρησης,
- n = το πενταετές μελλοντικό χρονικό διάστημα για το οποίο προσδοκάτε υπερκέρδος,
-uⁿ = 1
(1+i)ⁿ
η παρούσα αξία του κεφαλαίου, η αξία του οποίου μετά από το πιο πάνω μελλοντικό διάστημα (n) είναι ένα λεπτό του ευρώ,
- i = το επιτόκιο των εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου ετήσιας διάρκειας.
Σε περίπτωση που νόμιμα έχουν καταρτιστεί λιγότεροι των πέντε (5) ισολογισμών, λαμβάνονται υπόψη τα πιο πάνω στοιχεία των εν λόγω ισολογισμών.
Όταν η εταιρεία της οποίας μεταβιβάζονται τα μερίδια έχει προέλθει από μετατροπή ή συγχώνευση άλλων επιχειρήσεων και έχει καταρτίσει λιγότερους από τρεις (3) ισολογισμούς, πριν από τη μεταβίβαση των μεριδίων της, τότε για την εξεύρεση του μέσου όρου των ολικών αποτελεσμάτων εκμετάλλευσης, λαμβάνονται υπόψη τα ολικά αποτελέσματα εκμετάλλευσης και τα ίδια κεφάλαια όσων ισολογισμών αυτής υπάρχουν, καθώς και τα αποτελέσματα και τα ίδια κεφάλαια όσων από τους τελευταίους ισολογισμούς των επιχειρήσεων που έχουν μετασχηματισθεί και τηρούσαν βιβλία Γ΄ κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων απαιτούνται, ώστε στο επίπεδο της επιχείρησης να συγκεντρωθούν τρεις (3) ισολογισμοί.
Προκειμένου για μεταβιβάσεις μεριδίων από επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία Γ΄ κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, ως κόστος απόκτησης των μεταβιβαζόμενων μεριδίων λαμβάνεται αυτό που έχει καταχωρηθεί στα βιβλία τους, ανεξάρτητα από το χρόνο απόκτησής τους.
Για τα φυσικά πρόσωπα και τις επιχειρήσεις με βιβλία A΄ ή Β΄ κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, που μεταβιβάζουν μερίδια, ως κόστος απόκτησης λαμβάνεται η ελάχιστη αξία μεταβίβασης των μεριδίων, η οποία έχει υπολογισθεί κατά την απόκτησή τους, με βάση τις διατάξεις του παρόντος ή της 1030366/10307/ Β0012/ΠΟΛ.1053/1.4.2003 Α.Υ.Ο. (ΦΕΚ 477 B΄), η οποία εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 5 του άρθρου 3 του ν. 3091/2002 (ΦΕΚ 330 A΄) ή της 1119720/1980/ Α0012/ ΠΟΛ.1259/1999 Α.Υ.Ο. (ΦΕΚ 2227 B΄), η οποία εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 11 του άρθρου 3 του ν. 2753/1999 (ΦΕΚ 249 A΄) ανάλογα με το χρόνο απόκτησής τους, κατά περίπτωση.
Αν τα μεταβιβαζόμενα μερίδια ή μέρος αυτών έχουν αποκτηθεί πριν από το χρόνο έναρξης ισχύος της προγενέστερης από τις πιο πάνω αποφάσεις, ως αξία κτήσης λαμβάνεται αυτή που οριστικοποιήθηκε με οποιονδήποτε τρόπο κατά την εφαρμογή των διατάξεων φορολογίας εισοδήματος ή κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών ή σε περίπτωση μη οριστικοποίησης, η δηλωθείσα αξία. Όταν τα μεταβιβαζόμενα μερίδια έχουν αποκτηθεί κατά την ίδρυση της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης, ως κόστος απόκτησης των μεριδίων αυτών λαμβάνεται η αξία τους, όπως αυτή αναφέρεται στο καταστατικό της εταιρείας. Εάν μέχρι το χρόνο μεταβίβασης των μεριδίων έχει λάβει χώρα τυχόν αύξηση ή μείωση του κεφαλαίου, ως κόστος απόκτησης λαμβάνεται ο μέσος όρος του κεφαλαίου των πέντε (5) προηγούμενων χρήσεων πριν από τη μεταβίβαση και σε περίπτωση κατά την οποία έχουν παρέλθει λιγότερες από τις πέντε (5) χρήσεις, ως κόστος απόκτησης λαμβάνεται ο μέσος όρος του κεφαλαίου αυτών των χρήσεων.
Ειδικά για μεταβιβάσεις που πραγματοποιούνται μεταξύ ημεδαπής επιχείρησης και επιχειρήσεων συνδεδεμένων με αυτή, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 39 και 39Α.
Αν από το συμβολαιογραφικό έγγραφο ή το ιδιωτικό συμφωνητικό προκύπτει αξία μεταβίβασης μεγαλύτερη της ελάχιστης αξίας που προσδιορίζεται σύμφωνα με τις παραπάνω παραγράφους, ως αξία πώλησης λαμβάνεται η συμφωνηθείσα.
Η διάταξη της περίπτωσης α΄ της παραγράφου αυτής εφαρμόζεται και για μεταβιβάσεις μεριδίων αλλοδαπών εταιρειών περιορισμένης ευθύνης από ημεδαπά φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Για τον υπολογισμό της ωφέλειας, που προκύπτει από τη μεταβίβαση μεριδίων αλλοδαπής εταιρείας περιορισμένης ευθύνης, αφαιρείται το κόστος απόκτησής τους από τη συμφωνηθείσα αξία πώλησης των μεριδίων
Αν μεταβιβαστεί από επαχθή αιτία ατομική επιχείρηση ή μερίδιο ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης εταιρίας από γονέα προς τα τέκνα του ή από σύζυγο σε σύζυγο, λόγω συνταξιοδότησης του μεταβιβάζοντος, δεν υπόκειται σε φόρο υπεραξίας. Αν όμως η ομόρρυθμη ή ετερόρρυθμη εταιρία διαθέτει ακίνητο στα πάγια περιουσιακά της στοιχεία, η αντικειμενική αξία του ακινήτου, που ισχύει κατά το έτος αποτίμησης της επιχείρησης, φορολογείται με συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%) επί του ποσοστού του μεριδίου που μεταβιβάζεται.
Αν μεταβιβαστεί από επαχθή αιτία ατομική επιχείρηση ή μερίδιο προσωπικής εταιρείας ή εταιρείας περιορισμένης ευθύνης από δικαιούχο με βαθμό συγγένειας της Α΄ κατηγορίας της παραγράφου 1 του άρθρου 29 του ν. 2961/2001, η υπεραξία φορολογείται με συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%). Για τις ίδιες μεταβιβάσεις από δικαιούχους με βαθμό συγγένειας της Β΄ κατηγορίας της παρ. 1 του άρθρου 29 του ν. 2961/2001 η υπεραξία φορολογείται με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%)
Σε περιπτώσεις ευθύνης του αποκτώντος κατ’ εφαρμογή της παρούσας περίπτωσης, η βεβαίωση δεν είναι έγκυρη εφόσον δεν έχει προηγουμένως κοινοποιηθεί το φύλλο ελέγχου. Εφόσον κατ’ εφαρμογή της ανωτέρω διάταξης ακυρώνεται το φύλλο ελέγχου κατά το τελευταίο έτος της παραγραφής, ή μετά τη συμπλήρωση του χρόνου της παραγραφής, ο προϊστάμενος της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας υποχρεούται να εκδώσει και να κοινοποιήσει νέο φύλλο ελέγχου με σε ένα (1) έτος από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

β. Με συντελεστή τριάντα τοις εκατό (30%) κάθε κέρδος ή ωφέλεια που προέρχεται από την εκχώρηση ή μεταβίβαση αυτοτελώς κάθε δικαιώματος, το οποίο είναι συναφές με την άσκηση της επιχείρησης ή του επαγγέλματος, όπως του δικαιώματος της μίσθωσης ή υπομίσθωσης ή του προνομίου ή του διπλώματος ευρεσιτεχνίας και άλλων παρόμοιων δικαιωμάτων, καθώς και της άδειας κυκλοφορίας των αυτοκινήτων οχημάτων ή μοτοσικλετών δημόσιας χρήσης που μεταβιβάζονται. Με εκχώρηση εξομοιώνεται και η παραίτηση από μισθωτικά δικαιώματα.
γ. Με συντελεστή είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) κάθε ποσό που καταβάλλεται, πέρα από τα μισθώματα, από το μισθωτή προς τον εκμισθωτή, σε περίπτωση μίσθωσης ακινήτου μόνου του ή μαζί με τον οποιονδήποτε εξοπλισμό ή εγκατάσταση που τυχόν διαθέτει. Τα αναφερόμενα στα επόμενα εδάφια αυτής της παραγράφου, καθώς και στην παράγραφο 8 του άρθρου 81, εφαρμόζονται ανάλογα και σ’ αυτή την περίπτωση
Ο δικαιούχος του κέρδους ή της ωφέλειας, που προκύπτει από την εφαρμογή αυτής της παραγράφου, επιβαρύνεται με τον οικείο φόρο και καταβάλλει αυτόν εφάπαξ με την υποβολή δήλωσης στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία της περιφέρειας όπου βρίσκεται η έδρα της επιχείρησης της οποίας μεταβιβάζεται ή εκχωρείται το περιουσιακό στοιχείο, πριν από τη με οποιονδήποτε τρόπο μεταβίβαση ή εκχώρηση του οικείου περιουσιακού στοιχείου. Η σχετική δήλωση υποβάλλεται σε τρία (3) αντίτυπα από τα οποία τα δύο (2) επιστρέφονται θεωρημένα στο δικαιούχο του κέρδους ή της ωφέλειας. Εάν η οικεία πράξη μεταβίβασης ή εκχώρησης γίνεται με ιδιωτικό έγγραφο, ο προϊστάμενος της αρμόδιας ΔΥΟ υποχρεούται να αρνηθεί τη θεώρηση του εγγράφου αυτού, εάν δεν επισυνάπτεται σε αυτό αντίτυπο της οικείας δήλωσης και δεν αναγράφονται στο σώμα του εγγράφου τα στοιχεία αυτής. Στο ιδιωτικό αυτό έγγραφο πρέπει απαραιτήτως να αναγράφεται το κέρδος ή η ωφέλεια που προέκυψε από την εκχώρηση του δικαιώματος ή του εταιρικού μεριδίου ή ολόκληρης της επιχείρησης.
Σε περίπτωση εκχώρησης ή μεταβίβασης περιουσιακού στοιχείου από τα αναφερόμενα στη διάταξη αυτή, χωρίς να υποβληθεί η οικεία δήλωση από το δικαιούχο του κέρδους ή της ωφέλειας για να καταβληθεί με βάση αυτή ο φόρος εφάπαξ, το πρόσωπο που αποκτά το περιουσιακό στοιχείο είναι αλληλεγγύως και εις ολόκληρον συνυπεύθυνο με τον μεταβιβάζοντα ή εκχωρούντα για την πληρωμή του φόρου που οφείλεται
Όταν δικαιούχοι των εισοδημάτων της παραγράφου αυτής είναι πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 101, με την καταβολή του πιο πάνω φόρου δεν εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων, αλλά τα εισοδήματα αυτά φορολογούνται με τις γενικές διατάξεις
Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται στα φυσικά πρόσωπα και στους υπόχρεους της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του Κ.Φ.Ε. για τα ποσά του πρώτου εδαφίου της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου αυτής
2. Φορολογείται αυτοτελώς με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%) η υπεραξία που προκύπτει από τη μεταβίβαση μετοχών ημεδαπών ανωνύμων εταιρειών μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αθηνών, που αποκτούν φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ημεδαπά ή αλλοδαπά. Για τον υπολογισμό της υπεραξίας του προηγούμενου εδαφίου αφαιρείται το κόστος απόκτησης των μεταβιβαζόμενων μετοχών από την κατώτατη πραγματική αξία που έχουν αυτές κατά το χρόνο της μεταβίβασης.
Η κατώτατη πραγματική αξία των μετοχών που μεταβιβάζονται, εξευρίσκεται ως εξής:
α) Τα ίδια κεφάλαια της εταιρείας, που εμφανίζονται στον τελευταίο πριν από τη μεταβίβαση επίσημο ισολογισμό και όπως αυτά διαμορφώνονται μετά από αύξηση ή μείωση που έχει πραγματοποιηθεί μέχρι και την προηγούμενη ημέρα της μεταβίβασης, προσαυξάνονται με την απόδοση των ιδίων κεφαλαίων των πέντε (5) τελευταίων διαχειριστικών περιόδων πριν από τη μεταβίβαση. Στο αποτέλεσμα που προκύπτει προστίθεται και η υφιστάμενη διαφορά μεταξύ της αξίας των ακινήτων της εταιρείας, όπως αυτή προσδιορίζεται κατά το χρόνο της μεταβίβασης στη φορολογία μεταβίβασης ακινήτων και της εμφανιζόμενης στα βιβλία αξίας κτήσης αυτών, αν η δεύτερη είναι μικρότερη της πρώτης. Το ποσό που προκύπτει σύμφωνα με τα πιο πάνω, διαιρούμενο δια του αριθμού των υφιστάμενων κατά το χρόνο μεταβίβασης μετοχών, αντιπροσωπεύει την ελάχιστη πραγματική αξία της κάθε μετοχής, η οποία λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό της αξίας των μετοχών που μεταβιβάζονται.
β) Ως απόδοση ιδίων κεφαλαίων λαμβάνεται ο λόγος του μέσου όρου των ολικών αποτελεσμάτων εκμετάλλευσης (προ φόρων) των πέντε (5) τελευταίων, πριν από τη μεταβίβαση, ισολογισμών και του μέσου όρου των ιδίων κεφαλαίων της ίδιας χρονικής περιόδου. Σε περίπτωση που νόμιμα έχουν καταρτισθεί λιγότεροι από πέντε (5) ισολογισμοί, λαμβάνονται υπόψη τα στοιχεία των ισολογισμών αυτών. Αν το άθροισμα των ολικών αποτελεσμάτων είναι αρνητικό, δεν λαμβάνεται υπόψη καμία απόδοση.
γ) Όταν η εταιρεία της οποίας μεταβιβάζονται οι μετοχές έχει προέλθει από μετατροπή ή συγχώνευση άλλων ανωνύμων εταιρειών ή άλλων μορφών επιχειρήσεων και η μεταβίβαση λαμβάνει χώρα πριν από τη σύνταξη τριών ισολογισμών, λαμβάνονται υπόψη τα στοιχεία της προηγούμενης περίπτωσης, που προκύπτουν και από τους ισολογισμούς των επιχειρήσεων που έχουν μετασχηματισθεί, εφόσον τηρούσαν βιβλία με τη διπλογραφική μέθοδο, ώστε να λαμβάνονται υπόψη στοιχεία τριών ισολογισμών συνολικά.
δ) Σε περίπτωση που από το συμβολαιογραφικό έγγραφο ή ιδιωτικό συμφωνητικό προκύπτει ως πραγματική αξία μεταβίβασης μετοχών μεγαλύτερη αυτής που προκύπτει, σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων α΄ έως γ΄, λαμβάνεται υπόψη η συμφωνηθείσα.
Ως κόστος απόκτησης των μεταβιβαζόμενων μετοχών λαμβάνεται αυτό που ορίζεται στην παράγραφο 1
Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται και για μεταβιβάσεις μετοχών αλλοδαπών ανωνύμων εταιρειών μη εισηγμένων σε διεθνώς αναγνωρισμένο χρηματιστηριακό θεσμό από ημεδαπά φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Για τον υπολογισμό της υπεραξίας, που προ¬κύπτει από τη μεταβίβαση μετοχών αλλοδαπής ανώνυμης εταιρίας αφαιρείται το κόστος απόκτησής τους από τη συμφωνηθείσα αξία πώλησης των μετοχών.
Για την καταβολή του φόρου αυτού και την υποβολή της σχετικής δήλωσης έχουν εφαρμογή τα αναφερόμενα στις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή και επί εισφοράς των τίτλων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, για την κάλυψη του κεφαλαίου νεοϊδρυόμενης, ημεδαπής ή αλλοδαπής εταιρείας ή για την αύξηση του κεφαλαίου υφιστάμενης. Ως κατώτατη πραγματική αξία των μετοχών που εισφέρονται για την κάλυψη ή αύξηση του κεφαλαίου ημεδαπής εταιρείας, λαμβάνεται η αξία η οποία προσδιορίζεται από την Εκτιμητική Επιτροπή του άρθρου 9 του κ.ν. 2190/1920.
Ειδικά για μεταβιβάσεις μετοχών που πραγματοποιούνται μεταξύ ημεδαπής επιχείρησης και επιχειρήσεων συνδεδεμένων με αυτή, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 39 και 39Α.
Όταν δικαιούχοι των εισοδημάτων της παραγράφου αυτής είναι πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 101, με την καταβολή του πιο πάνω φόρου δεν εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων αλλά τα εισοδήματα αυτά φορολογούνται με τις γενικές διατάξεις.
3. Η καθοριζόμενη αμοιβή που ορίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του π.δ. 696/1974, όπως ισχύει, όσων ασχολούνται ατομικώς με την ανέγερση οικοδομών προς πώληση, εφόσον αυτοί με την ιδιότητά τους ως αρχιτέκτονες ή πολιτικοί μηχανικοί εκπόνησαν μερικώς ή ολικώς τη μελέτη ή επέβλεψαν την εκτέλεση των εργασιών του οικοδομικού έργου, θεωρείται ότι αποκτάται στο ημερολογιακό έτος που πραγματοποιείται η πρώτη πώληση από το ακίνητο και φορολογείται αυτοτελώς με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%), πλέον εισφοράς Ο.Γ.Α. δεκαπέντε τοις εκατό (15%) στο ποσό του φόρου. Ο φόρος αυτός υπολογίζεται στην πιο πάνω αμοιβή μειωμένη κατά δέκα τοις εκατό (10%) και καταβάλλεται με δήλωση που υποβάλλεται μέσα στο μήνα Ιανουάριο κάθε χρόνου.
4. Αν ο αρχιτέκτονας ή πολιτικός μηχανικός, ο οποίος αναλαμβάνει τη σύνταξη της μελέτης ή την επίβλεψη ανέγερσης οικοδομής, συμμετέχει στην επιχείρηση που αναλαμβάνει την ανέγερση και πώληση της οικοδομής, την οποία αφορά η μελέτη ή η επίβλεψη, επιβάλλεται σε βάρος της επιχείρησης φόρος εισοδήματος, ο οποίος υπολογίζεται με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) στο ακαθάριστο ποσό της καθοριζόμενης αμοιβής που ορίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του π.δ. 696/1974 όπως ισχύει, ανεξάρτητα από κάθε άλλη επιβάρυνση των αποτελεσμάτων της επιχείρησης από φόρο εισοδήματος, πλέον εισφοράς Ο.Γ.Α. δεκαπέντε τοις εκατό (15%) στο ποσό του φόρου. Σε περίπτωση εφαρμογής της διάταξης αυτής της παραγράφου, ο δικαιούχος της αμοιβής αρχιτέκτονας ή πολιτικός μηχανικός ή μηχανολόγος ή ηλεκτρολόγος μηχανικός, καθώς και τα λοιπά πρόσωπα που συμμετέχουν στην επιχείρηση, απαλλάσσονται από κάθε άλλη επιβάρυνση από φόρο εισοδήματος από την αιτία αυτή. Οι διατάξεις αυτής της παραγράφου εφαρμόζονται μόνο στις περιπτώσεις κατά τις οποίες πριν από τη χρονολογία έκδοσης της πολεοδομικής άδειας, κατατεθεί για το σκοπό αυτό στη δημόσια οικονομική υπηρεσία της έδρας της επιχείρησης, κοινή δήλωση αυτού που συνέταξε τη μελέτη ή θα επιβλέψει την εκτέλεση του έργου μηχανικού και της επιχείρησης και συγχρόνως καταβληθεί ο φόρος που αναλογεί σύμφωνα με τα παραπάνω. Σε περίπτωση που δεν υποβληθεί δήλωση και δεν καταβληθεί ο φόρος, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθ. 50 και 52 παράγραφος 4.
5. Αν ο αρχιτέκτονας ή πολιτικός μηχανικός που υπογράφει τη μελέτη ή αναλαμβάνει την επίβλεψη είναι μισθωτός της επιχείρησης η οποία αναλαμβάνει τη μελέτη ή επίβλεψη ή ανέγερση της οικοδομής, η επιχείρηση μπορεί να ζητήσει να επιβληθεί σε αυτή φόρος δεκαπέντε τοις εκατό (15%) στο ακαθάριστο ποσό της καθοριζόμενης αμοιβής που ορίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του π.δ. 696/1974 όπως ισχύει, πλέον εισφοράς Ο.Γ.Α. δεκαπέντε τοις εκατό (15%) στο ποσό του φόρου. Το ποσό της αμοιβής μειώνεται κατά το ποσό των ακαθάριστων αποδοχών από μισθωτές υπηρεσίες που καταβάλλονται στον παραπάνω μηχανικό κατά το χρονικό διάστημα από την έναρξη της μελέτης μέχρι την αποπεράτωση της οικοδομής. Ο φόρος της παραγράφου αυτής καταβάλλεται πριν από την έκδοση της πολεοδομικής άδειας. Η διάταξη του δεύτερου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζεται αναλόγως. Αν η επιχείρηση δεν ζητήσει την εφαρμογή των διατάξεων των προηγούμενων εδαφίων για το ποσό της αμοιβής που φορολογείται κατά τις διατάξεις αυτές, το ποσό αυτό λογίζεται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες του μηχανικού, ο οποίος υπέγραψε τη μελέτη και ανέλαβε την επίβλεψη, για το οποίο η επιχείρηση υποχρεούται να υποβάλει δήλωση και να καταβάλει το φόρο σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 57 και 59.
6. Στις αποζημιώσεις ή τα δικαιώματα που καταβάλλονται σε αλλοδαπές επιχειρήσεις και οργανισμούς που δεν έχουν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα ή σε φυσικά πρόσωπα κατοίκους αλλοδαπής που δεν ασκούν επάγγελμα ή επιχείρηση στην Ελλάδα:
α. για τη χρήση ή παραχώρηση της χρήσης τεχνικών μεθόδων παραγωγής, τεχνικής ή τεχνολογικής βοήθειας, δικαιωμάτων ευρεσιτεχνίας, σημάτων και προνομίων, σχεδίων ή προτύπων γενικά, αποτελεσμάτων ερευνών, κινηματογραφικών και τηλεοπτικών ταινιών, μαγνητοταινιών για ραδιοφωνικές εκπομπές, αναπαραγωγής βιντεοκασετών, πνευματικής ιδιοκτησίας, αναδημοσίευσης άρθρων και μελετών και λοιπών συναφών δικαιωμάτων.
β. για την εκμίσθωση μηχανημάτων, εγκαταστάσεων και γενικά κινητών πραγμάτων, την επισκευή και συντήρηση μηχανημάτων και λοιπού εξοπλισμού, την οργάνωση επιχειρήσεων, την εκπαίδευση προσωπικού και για την παροχή οποιασδήποτε υπηρεσίας και κάθε είδους συμβουλών στην Ελλάδα, καθώς και στις αμοιβές, που καταβάλλονται σε ξένα καλλιτεχνικά συγκροτήματα ή μεμονωμένους καλλιτέχνες κατοίκους ξένων χωρών για τη συμμετοχή τους σε διάφορες καλλιτεχνικές εκδηλώσεις στην Ελλάδα, ενεργείται από τον υπόχρεο για την καταβολή, παρακράτηση φόρου εισοδήματος που βαρύνει το δικαιούχο της αποζημίωσης ή του δικαιώματος ή της αμοιβής.
Ο φόρος αυτός υπολογίζεται στο ακαθάριστο ποσό της αποζημίωσης ή του δικαιώματος ή της αμοιβής, ανεξάρτητα αν για την καταβολή αυτήν απαιτείται ή όχι απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθ. 7 του ν. 4171/1961 (ΦΕΚ 93 Α΄), όπως ισχύει, με συντελεστή:
αα. Δέκα τοις εκατό (10%) για αποζημιώσεις ή δικαιώματα που καταβάλλονται σε αλλοδαπές επιχειρήσεις ή φυσικά πρόσωπα για τη χρήση ή παραχώρηση χρήσης στην Ελλάδα κινηματογραφικών ή τηλεοπτικών ταινιών, μαγνητοταινιών για ραδιοφωνικές εκπομπές και για την αναπαραγωγή βιντεοκασετών.
ββ. Είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) για αποζημιώσεις ή δικαιώματα ή αμοιβές των λοιπών περιπτώσεων της παραγράφου αυτής.
Με την παρακράτηση του φόρου που ενεργείται σύμφωνα με τα πιο πάνω, εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση του αλλοδαπού δικαιούχου από το φόρο εισοδήματος για τα εισοδήματά του αυτά.
Σε όλες τις περιπτώσεις, στον αλλοδαπό δικαιούχο καταβάλλεται η διαφορά μεταξύ του ποσού της αποζημίωσης, δικαιώματος ή αμοιβής, που δικαιούται να λάβει και του παρακρατούμενου φόρου που αναλογεί στο ποσό αυτής.
Η παρακράτηση του φόρου που οφείλεται ενεργείται κατά την πίστωση ή την καταβολή της αποζημίωσης ή του δικαιώματος ή της αμοιβής στο δικαιούχο και η απόδοσή του γίνεται με σχετική δήλωση στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου από την παρακράτηση μήνα.
Οι τράπεζες υποχρεούνται να αρνηθούν την παροχή του ποσού συναλλάγματος ή ευρώ, που αναλογεί για την αποστολή στο εξωτερικό των αποζημιώσεων, δικαιωμάτων και αμοιβών που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, αν δεν προσκομισθεί σε αυτές αποδεικτικό καταβολής στο Δημόσιο του φόρου που αναλογεί στα εισοδήματα αυτά.
7. Στα δικαιώματα που αναφέρονται στην παράγραφο αυτή και τα οποία καταβάλλει ημεδαπή ανώνυμη εταιρεία ή μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα εταιρείας κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε συνδεδεμένη εταιρεία άλλου κράτους μέλους ή σε μόνιμη εγκατάσταση συνδεδεμένης εταιρείας κράτους μέλους ευρισκόμενη σε άλλο κράτος μέλος, δεν ενεργείται παρακράτηση φόρου εισοδήματος. Ως δικαιώματα νοούνται οι πληρωμές πάσης φύσεως που λαμβάνονται σε αντάλλαγμα της χρήσης ή του δικαιώματος χρήσης δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας επί λογοτεχνικού, καλλιτεχνικού ή επιστημονικού έργου, συμπεριλαμβανομένων των κινηματογραφικών ταινιών και λογισμικού, διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, εμπορικών σημάτων, σχεδίων ή υποδειγμάτων, σχεδιαγραμμάτων, απόρρητων χημικών τύπων ή μεθόδων κατεργασίας ή σε αντάλλαγμα πληροφοριών που αφορούν βιομηχανική, εμπορική ή επιστημονική πείρα, καθώς και οι πληρωμές για τη χρήση ή για το δικαίωμα χρήσης βιομηχανικού, εμπορικού ή επιστημονικού εξοπλισμού. Για την εφαρμογή των αναφερόμενων στην παράγραφο αυτή διατάξεων, μία εταιρεία θεωρείται «συνδεδεμένη» με άλλη εταιρεία εφόσον, τουλάχιστον η πρώτη εταιρεία κατέχει άμεσα ελάχιστη συμμετοχή είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) στο μετοχικό κεφάλαιο της δεύτερης εταιρείας ή η δεύτερη εταιρεία κατέχει άμεσα ελάχιστη συμμετοχή με το ίδιο πιο πάνω ποσοστό στο μετοχικό κεφάλαιο της πρώτης εταιρείας ή μία τρίτη εταιρεία κατέχει άμεσα ελάχιστη συμμετοχή με το ίδιο πιο πάνω ποσοστό στο μετοχικό κεφάλαιο τόσο της πρώτης όσο και της δεύτερης εταιρείας και υπό τον όρο ότι σε όλες τις αναφερόμενες πιο πάνω περιπτώσεις, η συμμετοχή κατέχεται χωρίς διακοπή για δύο έτη. Η απαλλαγή από την παρακράτηση παρέχεται με την προϋπόθεση ότι ο δικαιούχος των δικαιωμάτων δέχεται τις πληρωμές για δικό του λογαριασμό και όχι με την ιδιότητα του αντιπροσώπου και εφόσον προσκομίσει σχετική βεβαίωση που ισχύει για δύο έτη από την ημερομηνία χορήγησής της. Η βεβαίωση πρέπει να περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία του δικαιούχου:
α) ότι έχει την έδρα της πραγματικής διοίκησής του σε ένα συγκεκριμένο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
β) ότι υπόκειται στο πιο πάνω κράτος μέλος που έχει την έδρα του σε φόρο εισοδήματος χωρίς να τυγχάνει απαλλαγής από αυτόν,
γ) ότι κατέχει την πιο πάνω αναφερόμενη συμμετοχή χωρίς διακοπή τουλάχιστον για δύο έτη,
δ) ότι το εισόδημα από τα δικαιώματα που αποκτά, σε περίπτωση που αυτός είναι μόνιμη εγκατάσταση άλλης εταιρείας, υπόκειται σε φόρο εισοδήματος στο κράτος μέλος όπου έχει τη μόνιμη εγκατάσταση και ότι η εταιρεία της οποίας αποτελεί μόνιμη εγκατάσταση πληροί τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στα στοιχεία α΄, β΄, γ΄ και ε΄ του παρόντος άρθρου,
ε) ότι έχει μία από τις μορφές που ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών σύμφωνα με το Παράρτημα της Οδηγίας 2003/49/ΕΚ (L. 157/49). Με την ίδια απόφαση θα καθοριστούν ο τρόπος και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για την εφαρμογή των αναφερόμενων στο άρθρο αυτό.
Εξαιρετικά, κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου οκτώ ετών που αρχίζει από την 1η Ιουλίου 2005, κατά την καταβολή των αναφερόμενων πιο πάνω δικαιωμάτων, θα ενεργείται παρακράτηση φόρου εισοδήματος με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%) κατά τα πρώτα τέσσερα έτη και πέντε τοις εκατό (5%) κατά τα τελευταία τέσσερα έτη, εκτός εάν από την οικεία διμερή σύμβαση για την αποφυγή διπλής φορολογίας εισοδήματος προβλέπεται ευνοϊκότερη φορολογική μεταχείριση. Για την παρακράτηση και την απόδοση του φόρου αυτού έχουν εφαρμογή τα οριζόμενα από τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου. Με την παρακράτηση αυτή εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση του αλλοδαπού δικαιούχου. Μέχρι την έναρξη της μεταβατικής περιόδου που αναφέρεται πιο πάνω, κατά την καταβολή των υπόψη δικαιωμάτων, θα ενεργείται παρακράτηση φόρου εισοδήματος σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις των διμερών συμβάσεων αποφυγής διπλής φορολογίας ή της εσωτερικής νομοθεσίας, κατά περίπτωση
8. Στις αλλοδαπές επιχειρήσεις και οργανισμούς που αναλαμβάνουν στην Ελλάδα κατάρτιση μελετών και σχεδίων ή τη διεξαγωγή ερευνών τεχνικής, οικονομικής ή επιστημονικής γενικά φύσεως, ανεξάρτητα αν αυτές εκπονούνται στην Ελλάδα ή στην αλλοδαπή ή την επίβλεψη και συντονισμό εκτέλεσης τεχνικών έργων που πραγματοποιούνται από τρίτους στην Ελλάδα ή την παροχή επιστημονικής φύσεως συμβουλών προς τον κύριο του εκτελούμενου στην Ελλάδα τεχνικού έργου, επιβάλλεται, για τα καθαρά κέρδη που αποκτούν από τις υπηρεσίες αυτές, φόρος εισοδήματος με συντελεστή είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) , ο οποίος υπολογίζεται στη συνολική ακαθάριστη αμοιβή τους.
Ομοίως, ενεργείται παρακράτηση φόρου και στα ποσά που καταβάλλονται σε αλλοδαπά αθλητικά σωματεία, επαγγελματικά ή μη, καθώς και σε οποιοδήποτε τρίτο αλλοδαπό φυσικό ή νομικό πρόσωπο, για τη μεταβίβαση σε ημεδαπά αθλητικά σωματεία, ανεξάρτητα από τη νομική μορφή τους, του δικαιώματος χρησιμοποίησης αλλοδαπών ποδοσφαιριστών, καλαθοσφαιριστών, πετοσφαιριστών, υδατοσφαιριστών και λοιπών αθλητών
Ο φόρος αυτός παρακρατείται από τον υπόχρεο για την καταβολή κατά την εκάστοτε πίστωση ή την καταβολή της αμοιβής στο δικαιούχο και αποδίδεται με σχετική δήλωση στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία το βραδύτερο μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου από την παρακράτηση μήνα. Με την παρακράτηση του φόρου που ενεργείται σύμφωνα με τα πιο πάνω, εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση από το φόρο εισοδήματος των αλλοδαπών επιχειρήσεων και οργανισμών για τα κέρδη που αποκτούν από τις υπηρεσίες αυτές.
Οι τράπεζες υποχρεούνται να αρνηθούν την παροχή του ποσού συναλλάγματος ή ευρώ που αναλογεί για την αποστολή στο εξωτερικό εισοδημάτων, που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, αν δεν προσκομισθεί σε αυτές αποδεικτικό καταβολής στο Δημόσιο του φόρου που αναλογεί στα εισοδήματα αυτά.
9. Στις αλλοδαπές εταιρίες και οργανισμούς που αναλαμβάνουν την εργοληπτική κατασκευή δημόσιων ή ιδιωτικών τεχνικών έργων στην Ελλάδα, επιβάλλεται φόρος εισοδήματος για τα καθαρά κέρδη που αποκτούν από τις εργασίες αυτές, ο οποίος υπολογίζεται με συντελεστή που ορίζεται:
α. Τέσσερα τοις εκατό (4%) στη συνολική ακαθάριστη αξία των έργων του Δημοσίου, δήμων και κοινοτήτων, δημόσιων επιχειρήσεων ή εκμεταλλεύσεων, οργανισμών ή επιχειρήσεων κοινής ωφελείας και νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου γενικά, ανεξάρτητα αν τα έργα εκτελούνται με υλικά του εργολήπτη ή όχι.
β. Τέσσερα και ογδόντα τοις εκατό (4,80%) στην συνολική ακαθάριστη αξία των ιδιωτικών έργων, γενικά.
γ. Δέκα τοις εκατό (10%) στη συνολική ακαθάριστη αξία των έργων χωρίς την αξία των υλικών για έργα που αναφέρονται στην πιο πάνω περίπτωση β', για τα οποία ο εργολήπτης δεν χρησιμοποιεί δικά του υλικά. Ο παραπάνω τρόπος φορολογίας εφαρμόζεται στις αλλοδαπές εργοληπτικές εταιρίες και οργανισμούς, που συμβάλλονται απευθείας με το Δημόσιο και τα λοιπά πρόσωπα που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο.
Ο φόρος που επιβάλλεται στις πιο πάνω περιπτώσεις παρακρατείται από τον υπόχρεο για την καταβολή εργοδότη κατά την εκάστοτε πίστωση ή την καταβολή της αξίας του έργου στο δικαιούχο και αποδίδεται με σχετική δήλωση στην αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου από την παρακράτηση μήνα.
Με την παρακράτηση του φόρου αυτού εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση από το φόρο εισοδήματος των αλλοδαπών εταιριών και οργανισμών για τα κέρδη που αποκτούν από τις εργασίες αυτές.
Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται ανάλογα και στις αλλοδαπές εταιρίες και οργανισμούς που ασχολούνται με την εκτέλεση μηχανολογικών και ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων, επιφυλασσόμενων των διατάξεων του άρθρου 12 του ν. 542/1977 (ΦΕΚ 41 Α').
10. "Οι αμοιβές που καταβάλλονται από το Ελληνικό Δημόσιο, τους δήμους και τις κοινότητες του Κράτους, τον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού (Ε.Ο.Τ.), το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών, τον Οργανισμό Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, τον Οργανισμό Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης-Θεσσαλονίκη 1997, το Σύλλογο "Οι Φίλοι της Μουσικής", καθώς και την Εθνική Λυρική Σκηνή σε ξένα καλλιτεχνικά συγκροτήματα ή μεμονωμένους καλλιτέχνες ξένων χωρών, για τη συμμετοχή τους σε καλλιτεχνικές εκδηλώσεις στην Ελλάδα, φορολογούνται αυτοτελώς με συντελεστή φόρου είκοσι πέντε τοις εκατό (25%)
Ο φόρος που προκύπτει παρακρατείται κατά την πληρωμή. Για την απόδοση του φόρου αυτής της παραγράφου εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 60. Με την παρακράτηση αυτού του φόρου εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση από το φόρο εισοδήματος των δικαιούχων για τις ως άνω αμοιβές
11. Τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται σε αθλητές εθνικών ομάδων, ως επιβράβευση αυτών από το Δημόσιο, λόγω επίτευξης διεθνών στόχων ατομικώς ή ομαδικώς, καθώς και τα χρηματικά ποσά των πάσης φύσεως χορηγιών που καταβάλλονται στους ανωτέρω αθλητές, φορολογούνται αυτοτελώς με συντελεστή φόρου είκοσι τοις εκατό (20%)
Ο φόρος που προκύπτει παρακρατείται κατά την πληρωμή. Για την απόδοση του φόρου αυτού εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 60. Με την παρακράτηση αυτού του φόρου εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση από το φόρο εισοδήματος των δικαιούχων για τα ποσά αυτά.
Τα χρηματικά ποσά που καταβλήθηκαν από το Δημόσιο στους αθλητές των εθνικών ομάδων, ως επιβράβευση για τις διακρίσεις τους στους Ολυμπιακούς Αγώνες και την Παραολυμπιάδα της Ατλάντα το 1996, και από τα οποία παρακρατήθηκε φόρος δεκαπέντε τοις εκατό (15%) θεωρούνται ότι φορολογήθηκαν αυτοτελώς και εξαντλήθηκε η φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων αθλητών από το φόρο εισοδήματος. Σε περίπτωση που τα ποσά αυτά έχουν δηλωθεί με την ετήσια δήλωση φορολογίας εισοδήματος του οικείου οικονομικού έτους από τους δικαιούχους, τα ποσά του φόρου που βεβαιώθηκαν ή καταβλήθηκαν από τους δικαιούχους των χρηματικών ποσών συμψηφίζονται με το φόρο αυτής της παραγράφου και ο φόρος που τυχόν βεβαιώθηκε ή καταβλήθηκε επιπλέον, διαγράφεται ή επιστρέφεται κατά περίπτωση

Μεταβατικές διατάξεις και έναρξη ισχύος
14. Οι διατάξεις που διέπουν τη φορολογία των ναυτιλιακών επιχειρήσεων και των συνδεοµένων φυσικών προσώπων µόνο σε σχέση µε το εισόδημα που απορρέει από τις επιχειρήσεις αυτές δεν θίγονται από τις διατάξεις του παρόντος Κώδικα