Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 10ης Νοεμβρίου 2011 [αιτήσεις του Court of Appeal (England & Wales) (Civil Division) και του Upper Tribunal (Tax and Chancery Chamber) (Ηνωμένο Βασίλειο — Ηνωμένο Βασίλειο) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — Commissioners for Her Majesty's Revenue and Customs κατά The Rank Group PLC (Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-259/10 και C-260/10) (Φορολογία - Έκτη οδηγία ΦΠΑ - Απαλλαγές - Άρθρο 13, B, στοιχείο στ' - Στοιχήματα, λαχεία και λοιπά τυχερά παίγνια - Αρχή της φορολογικής ουδετερότητας - Μηχανοποιημένο μπίνγκο με κέρδη που καταβάλλονται σε χρήμα («mechanised cash bingo») - Μηχανές παιγνίων με κερματοδέκτη - Διοικητική πρακτική αποκλίνουσα από τις νομοθετικές διατάξεις - Αμυντικός ισχυρισμός στηριζόμενος στην απαιτούμενη επιμέλεια («due diligence»))

 

 

 

2012/C 25/14

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Αιτούντα δικαστήρια

Court of Appeal (England & Wales) (Civil Division) και Upper Tribunal (Tax and Chancery Chamber) (Ηνωμένο Βασίλειο)

Διάδικοι στις υποθέσεις των κύριων δικών

Commissioners for Her Majesty's Revenue and Customs

κατά

The Rank Group PLC

Αντικείμενο

Αιτήσεις εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως — Court of Appeal (England & Wales) (Civil Division) και Upper Tribunal (Tax and Chancery Chamber) — Ερμηνεία του άρθρου 13, B, στοιχείο στ', της οδηγίας 77/388/ΕΟΚ: Έκτη οδηγία του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση (ΕΕ ειδ. έκδ. 09/001, σ. 49) — Απαλλαγή των στοιχημάτων, των λαχειοφόρων αγορών και των λοιπών τυχερών παιγνίων — Μηχανοποιημένο μπίνγκο όπου τα κέρδη καταβάλλονται σε μετρητά («mechanised cash bingo») — Εθνική νομοθεσία η οποία προβλέπει διαφορετική εξ απόψεως ΦΠΑ μεταχείριση μεταξύ παροχών και υπηρεσιών που είναι πανομοιότυπες από τη σκοπιά του καταναλωτή ή ικανοποιούν τις ίδιες ανάγκες του καταναλωτή — Διαφορετική μεταχείριση αναλόγως του ποσού του διακυβεύματος και του ποσού του κέρδους — Παραβίαση της αρχής της φορολογικής ουδετερότητας;

Διατακτικό

  1)Η αρχή της φορολογικής ουδετερότητας έχει την έννοια ότι η διαφορετική εξ απόψεως φόρου προστιθεμένης αξίας μεταχείριση δύο παροχών υπηρεσιών που από τη σκοπιά του καταναλωτή είναι πανομοιότυπες ή παρόμοιες και ικανοποιούν τις ίδιες ανάγκες του επαρκεί για να στοιχειοθετηθεί παραβίαση της αρχής αυτής. Κατά συνέπεια, η παραβίαση αυτή δεν απαιτεί να αποδειχθεί επιπλέον πραγματική ύπαρξη ανταγωνισμού μεταξύ των περί ων πρόκειται υπηρεσιών ή στρέβλωση του ανταγωνισμού λόγω της ανωτέρω διαφορετικής μεταχειρίσεως.

 

  2)Στην περίπτωση που πρόκειται για διαφορετική μεταχείριση δύο τυχερών παιγνίων όσον αφορά τη χορήγηση απαλλαγής από τον ΦΠΑ βάσει του άρθρου 13, B, στοιχείο στ', της έκτης οδηγίας 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας: ομοιόμορφη φορολογική βάση, η αρχή της φορολογικής ουδετερότητας έχει την έννοια ότι δεν πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι τα δύο αυτά παίγνια υπάγονται σε διαφορετικές κατηγορίες άδειας και υπόκεινται σε διαφορετικά νομικά καθεστώτα εξ απόψεως ελέγχου και ρυθμίσεως.

 

  3)Για να εκτιμηθεί, λαμβανομένης υπόψη της αρχής της φορολογικής ουδετερότητας, αν δύο είδη μηχανών παιγνίων με κερματοδέκτη είναι παρόμοια και χρήζουν της ίδιας μεταχειρίσεως εξ απόψεως φόρου προστιθεμένης αξίας, πρέπει να εξακριβωθεί αν η χρήση των εν λόγω ειδών είναι συγκρίσιμη από τη σκοπιά του μέσου καταναλωτή και ικανοποιεί τις ίδιες ανάγκες του, τα δε στοιχεία που μπορούν να ληφθούν υπόψη εν προκειμένω είναι, μεταξύ άλλων, τα κατώτατα και τα ανώτατα όρια διακυβεύματος και κέρδους και οι πιθανότητες νίκης.

 

  4)Η αρχή της φορολογικής ουδετερότητας έχει την έννοια ότι ένας υποκείμενος στον φόρο δεν δύναται να ζητήσει επιστροφή του ΦΠΑ που καταβλήθηκε για ορισμένες παροχές υπηρεσιών, ισχυριζόμενος ότι παραβιάστηκε η αρχή αυτή, όταν, στην πράξη, οι φορολογικές αρχές του περί ου πρόκειται κράτους μέλους μεταχειρίστηκαν παρόμοιες παροχές υπηρεσιών ως απαλλασσόμενες παροχές, έστω και αν δεν απαλλάσσονταν του ΦΠΑ βάσει της σχετικής εθνικής ρυθμίσεως.

 

  5)Η αρχή της φορολογικής ουδετερότητας έχει την έννοια ότι κράτος μέλος το οποίο άσκησε τη διακριτική ευχέρεια που παρέχεται από το άρθρο 13, B, στοιχείο στ', της έκτης οδηγίας 77/388 και απήλλαξε από τον φόρο προστιθεμένης αξίας τη διάθεση σε άλλους παντός είδους μέσων συμμετοχής σε τυχερά παίγνια, ενώ απέκλεισε από την απαλλαγή αυτή μια κατηγορία συσκευών που πληρούν ορισμένα κριτήρια, δεν δύναται να αντιτάξει σε στηριζόμενη σε παραβίαση της αρχής αυτής αίτηση επιστροφής του φόρου προστιθεμένης αξίας το γεγονός ότι αντιμετώπισε με την απαιτούμενη επιμέλεια την ανάπτυξη νέου είδους συσκευής που δεν πληροί τα κριτήρια αυτά.