Β.4 Έλεγχος πόθεν έσχες

 

Κατά τον έλεγχο του πόθεν έσχες των φορολογουμένων εφαρμόζονται οι έμμεσες τεχνικές ελέγχου της ανάλυσης ρευστότητας, της καθαρής θέσης και των τραπεζικών καταθέσεων και δαπανών σε μετρητά.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημάνουμε ότι όπως προβλέπεται με την περίπτωση ε) της παραγράφου 5 του άρθρου 30 του ν.3296/2004 η Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων προβαίνει σε δεσμεύσεις, σε ειδικές περιπτώσεις διασφάλισης συμφερόντων του Δημοσίου ή περιπτώσεις οικονομικού εγκλήματος και μεγάλης έκτασης φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίου, τραπεζικών λογαριασμών και περιουσιακών στοιχείων, με έγγραφο του προϊσταμένου της αρμόδιας Περιφερειακής Διεύθυνσης της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων, ενημερώνοντας για την ενέργεια αυτή, εντός είκοσι τεσσάρων (24) ωρών, τον αρμόδιο εισαγγελέα.

Έτσι, αν μετά τον έλεγχο της περιουσιακής κατάστασης του φορολογούμενου, καθώς και το άνοιγμα των τραπεζικών λογαριασμών προκύψουν στοιχεία αδικαιολόγητου πλουτισμού, αν δηλαδή τα ποσά των καταθέσεων αλλά και τα στοιχεία της περιουσιακής κατάστασης παρουσιάζονται ιδιαίτερα υψηλά και δεν μπορούν να δικαιολογηθούν με βάση τα δηλωθέντα εισοδήματα, τίθεται θέμα απόκρυψης φορολογητέου εισοδήματος.
Σε αυτή την περίπτωση, τα αρμόδια όργανα του Σ.Δ.Ο.Ε. αποστέλλουν σχετική έκθεση στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. του φορολογούμενου ώστε να εκδοθεί νέα εκκαθάριση με το φόρο που αναλογεί στα εισοδήματα που δεν έχουν δηλωθεί και φορολογηθεί.

Σε αυτό το σημείο, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι όπως διευκρινίζεται στην ΠΟΛ.1127/31.8.2010 Υπουργική Απόφαση με την οποία κοινοποιήθηκαν οι διατάξεις του ν. 3691/2008, «στα βασικά αδικήματα εντάχθηκαν πλέον τα παρακάτω αδικήματα φοροδιαφυγής του ν. 2523/1997, εφόσον αυτά τελέστηκαν από τη δημοσίευση του ν. 3691/2008, δηλαδή από 5/8/2008 και μετά:
- Του άρθρου 17 για παράλειψη υποβολής ή υποβολή ανακριβούς δήλωσης στη φορολογία εισοδήματος, εφόσον ο φόρος που αναλογεί στα καθαρά εισοδήματα που έχουν αποκρυβεί, υπερβαίνει σε κάθε διαχειριστική περίοδο το ποσό των 15.000 ευρώ, καθώς και για μη απόδοση στο Δημόσιο του φόρου πλοίων, εφόσον το ποσό του φόρου που δεν αποδόθηκε για κάθε διαχειριστική περίοδο υπερβαίνει τα 15.000 ευρώ.[…]»

Αλλά και με το ν.4174/2013 ο οποίος έχει ισχύ από 1.1.2014, στην παράγραφο 1 του άρθρου 55, ως φοροδιαφυγή νοείται «η απόκρυψη καθαρών εισοδημάτων από οποιαδήποτε πηγή με μη υποβολή δήλωσης ή με υποβολή ανακριβούς δήλωσης και με σκοπό τη μη πληρωμή φόρου εισοδήματος. Ως απόκρυψη καθαρών εισοδημάτων νοείται και η περίπτωση κατά την οποία καταχωρούνται στα βιβλία ανύπαρκτες ή εικονικές ολικά ή μερικά δαπάνες ή γίνεται επίκληση στη φορολογική δήλωση τέτοιων δαπανών, ώστε να μην εμφανίζονται καθαρά εισοδήματα ή να εμφανίζονται αυτά μειωμένα. Για την εφαρμογή της παρούσας περίπτωσης, ως απόκρυψη εισοδημάτων θεωρείται η μη υποβολή δήλωσης ή η υποβολή ανακριβούς δήλωσης που έχει ως αποτέλεσμα τη μη καταβολή ποσού φόρου τουλάχιστον δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, ανά φορολογικό έτος, εφόσον πρόκειται για φυσικά πρόσωπα ή υπόχρεους τήρησης απλογραφικών βιβλίων και τουλάχιστον εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ ανά φορολογικό έτος εφόσον πρόκειται για υπόχρεους τήρησης διπλογραφικών βιβλίων».

Να θυμίσουμε ότι σύμφωνα με το άρθρο 17 του ν.2523/1997:
«1. Όποιος, προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή φόρου εισοδήματος, αποκρύπτει καθαρά εισοδήματα από οποιαδήποτε πηγή, παραλείποντας να υποβάλει δήλωση ή υποβάλλοντας ανακριβή δήλωση, τελεί αδίκημα φοροδιαφυγής στη φορολογία εισοδήματος. Ως απόκρυψη καθαρών εισοδημάτων νοείται και η περίπτωση κατά την οποία καταχωρούνται στα βιβλία εικονικές ολικά ή μερικά δαπάνες ή γίνεται επίκληση στη φορολογική δήλωση τέτοιων δαπανών, ώστε να μην εμφανίζονται καθαρά εισοδήματα ή να εμφανίζονται αυτά μειωμένα.

2. Ο δράστης του αδικήματος αυτού τιμωρείται:
α) με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός (1) έτους, εφόσον ο φόρος που αναλογεί στα καθαρά εισοδήματα που έχουν αποκρύβει υπερβαίνει σε κάθε διαχειριστική περίοδο το ποσό των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) Ευρώ.
β) με κάθειρξη. εφόσον ο φόρος που αναλογεί στα καθαρά εισοδήματα που έχουν αποκρύβει υπερβαίνει σε κάθε διαχειριστική περίοδο το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ.
Κατά την επιμέτρηση της ποινής λαμβάνεται υπόψη και η διάρκεια της απόκρυψης.

3. Για την εφαρμογή των διατάξεων αυτού του άρθρου:
α) ως καθαρό εισόδημα νοείται για τα φυσικά πρόσωπα το καθαρό φορολογητέο εισόδημα αυτών που έχει αποκρύβει και για τα πρόσωπα της παραγράφου 4 του άρθρου 2 και του άρθρου 101 του ν. 2238/1994, το ποσό των καθαρών φορολογητέων κερδών που έχει αποκρύβει και
β) ως φόρος που αναλογεί στο καθαρό εισόδημα νοείται για τα φυσικά πρόσωπα ο φόρος που προκύπτει με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του ν. 2238/1994 για το εισόδημα αυτό και για τα πρόσωπα της παραγράφου 4 του άρθρου 2 και του άρθρου 101 του ν. 2238/1994 ο φόρος που προκύπτει με την εφαρμογή στα καθαρά αυτά φορολογητέα κέρδη του συντελεστή φορολογίας που ισχύει για καθένα από αυτά.

4. Αδίκημα φοροδιαφυγής διαπράττει και όποιος προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή φόρου πλοίων δεν αποδίδει στο Δημόσιο το φόρο αυτόν, τιμωρούμενος με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους, εφόσον το ποσό του φόρου που δεν αποδόθηκε για κάθε διαχειριστική περίοδο υπερβαίνει των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) Ευρώ και με κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών, εφόσον το ποσό του φόρου που δεν αποδόθηκε υπερβαίνει τα εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) Ευρώ.»

Επιστημονική Ομάδα ASTbooks