.

Aριθμ. Δ.ΕΙΣΠΡ. Β 1156479 ΕΞ 2015
Διαδικασία δέσμευσης χρηματικών απαιτήσεων και επιβολής κατάσχεσης στα χέρια πιστωτικών ιδρυμάτων με ηλεκτρονικά μέσα σε βάρος οφειλετών του Δημοσίου κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 5 του άρθρου 30 Β του Ν.δ. 356/1974.
ΦΕΚ Β'2745/17.12.2015

Έχοντας υπόψη:

1. Tις διατάξεις:

α) της παραγράφου 7, της του Ν. 4336/2015 (Α'94/14.8.2015) με το οποίο προστέθηκε παράγραφος 5 στο άρθρο 30 Β του Ν.δ. 356/1974 (ΚΕΔΕ),
β) των άρθρων , , , , , και της του Ν.δ. 356/1974 (ΚΕΔΕ),
γ) της ΠΟΛ.1257/2013 (Β'3099/4.12.2013) «Διαδικασία κοινοποίησης κατασχετηρίων για την επιβολή κατάσχεσης απαιτήσεων στα χέρια πιστωτικών ιδρυμάτων και δήλωσης αυτών με ηλεκτρονικά μέσα κατ’ εφαρμογή των άρθρων 30Α και επόμενα του Ν.δ. 356/1974 (Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων)»,
δ) του Π.δ. 111/2014 (Α'178) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών», όπως ισχύουν,

2. Την υπ’ αριθμ. Δ6Α 1058824 ΕΞ 8.4.2014 (Β'865, 1079 και 1846) απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων «Ανακαθορισμός της εσωτερικής διάρθρωσης και των αρμοδιοτήτων οργανικών μονάδων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών και μετονομασία ορισμένων από αυτές», όπως ισχύει.

3. Την υπ’ αριθμ. Δ6Α 1036682 ΕΞ 25.2.2014 (Β'478 και 558) απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, με θέμα «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων και εξουσιοδότηση υπογραφής “Με Εντολή Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων” σε όργανα της Φορολογικής Διοίκησης», όπως ισχύει.

4. Την υπ’ αριθμ. Δ.ΟΡΓ.Α 1041643 ΕΞ 26.3.2015 (Β'543) απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, με θέμα «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων και εξουσιοδότηση υπογραφής “Με Εντολή Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων” σε Προϊσταμένους Τελωνείων και σε υπαλλήλους αυτών», όπως ισχύει.

5. Τη δυνατότητα διαχείρισης του εκάστοτε παραγόμενου αρχείου από τους εμπλεκόμενους φορείς.

6. Tην υπ’ αριθμ. ΑΝ ΥΠΟΙΚ 0003412 ΕΞ 22.10.2015 (Β'2294/22.10.2015) του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών για τον ορισμό Αναπληρωτή Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων.

7. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της απόφασης αυτής δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:

Άρθρο 1
Προϋποθέσεις και συνέπειες επιβολής των μέτρων

1. Τα μέτρα της   του Ν.δ. 356/1974, που προστέθηκε με την παράγραφο 7, της υποπαραγράφου Δ1 της παραγράφου Δ του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 επιβάλλονται άμεσα σε κάθε περίπτωση που η Φορολογική Διοίκηση αποστέλλει στα πιστωτικά ιδρύματα (εφεξής Π.Ι.) της χώρας ηλεκτρονικό αρχείο με τα στοιχεία οφειλετών του Δημοσίου με συνολική βασική ληξιπρόθεσμη οφειλή πάνω από εβδομήντα χιλιάδες ευρώ (70.000 ευρώ) ανά Α.Φ.Μ., στην οποία προστίθενται οι αναλογούντες τόκοι, πρόστιμα, προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής και λοιπές επιβαρύνσεις αυτής, κατά την ειδικότερη διαδικασία και εντός των προθεσμιών που ορίζονται στην παράγραφο αυτή. Από τις ανωτέρω οφειλές εξαιρούνται όσες έχουν τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής ή διευκόλυνση ή ρύθμιση τμηματικής καταβολής βάσει νόμου ή δικαστικής απόφασης ή πράξης διοικητικού οργάνου.

2. Το μέτρο της δέσμευσης της του N.δ. 356/1974, παρέχει το δικαίωμα στη Φορολογική Διοίκηση να ικανοποιεί κατά προτεραιότητα έναντι μεταγενέστερων της δέσμευσης αποκτηθέντων δικαιωμάτων τρίτων, τις απαιτήσεις της από τις δεσμευθείσες χρηματικές απαιτήσεις, με επίσπευση των προβλεπόμενων διαδικασιών αναγκαστικής εκτέλεσης, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

Άρθρο 2
Περιπτώσεις μη εφαρμογής των μέτρων

1. Η δέσμευση της του N.δ. 356/1974, όπως ισχύει, δεν εφαρμόζεται:

α) για χρηματικά ποσά που εμπίπτουν στα ακατάσχετα σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις,
β) για ποσά που καταβάλλονται με χρέωση των τηρούμενων, από τον οφειλέτη, λογαριασμών σε αντίστοιχη πίστωση λογαριασμών του Δημοσίου για την εκπλήρωση φορολογικών ή άλλων υποχρεώσεών του προς αυτό,
γ) για ποσά που προορίζονται για την έκδοση τραπεζικών επιταγών σε διαταγή Ελληνικού Δημοσίου.

Άρθρο 3
Διαδικασία εφαρμογής

1. Για την εφαρμογή των μέτρων της του ΚΕΔΕ η Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, εφεξής Δ.ΗΛΕ.Δ., δημιουργεί αναλυτική κατάσταση σε ηλεκτρονική μορφή για όλα τα Π.Ι, που περιλαμβάνει τα στοιχεία φορολογουμένων που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 1 (ΑΦΜ, Ένδειξη Φυσικού Προσώπου/μη Φυσικού Προσώπου (ΦΠ), Επώνυμο/Επωνυμία, Όνομα, Πατρώνυμο, Μητρώνυμο, Ημερομηνία Γέννησης, Είδος Ταυτότητας, Αριθμός Ταυτότητας, Τίτλος μη ΦΠ, Αριθμός Γενικού Εμπορικού Μητρώου, Ποσό οφειλής).
Η κατάσταση διαβιβάζεται ηλεκτρονικά και μέχρι τις 9:30 π.μ., συνοδευόμενη από αρχείο αποτύπωσης του χρόνου διαβίβασης του αρχείου σε εργάσιμη ημέρα, λαμβανομένων υπόψη των επίσημων τραπεζικών αργιών. Ο συγκεκριμένος χρόνος αποτελεί το χρόνο δέσμευσης των χρημάτων των λογαριασμών των οφειλετών. Παράλληλα, θα αποστέλλεται ηλεκτρονικό μήνυμα (e−mail) στους λογαριασμούς ηλεκτρονικού ταχυδρομείου των Π.Ι όπως αυτά θα γνωστοποιηθούν στη Φορολογική Διοίκηση. Η χρονοσήμανση των εξυπηρετητών στους οποίους φιλοξενούνται όλες οι εφαρμογές της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων είναι συγχρονισμένη με το Εθνικό Ινστιτούτο Μετεωρολογίας. Οι προδιαγραφές των εισερχόμενων αρχείων προς τα Π.Ι. περιγράφονται στο Παράρτημα, που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της παρούσας απόφασης.

2. Κάθε Π.Ι που παραλαμβάνει το αρχείο της παραγράφου 1, οφείλει εντός 2 ημερολογιακών ημερών και μέχρι την 10η πρωινή να ελέγχει και να αποστέλλει στη Δ.ΗΛΕ.Δ. απαντητικό αρχείο μόνο με τους οφειλέτες για τους οποίους έχει γίνει η δέσμευση χρηματικών απαιτήσεων και το ύψος αυτών. Η χρονοσήμανση των εξυπηρετητών των Π.Ι είναι συγχρονισμένη με το National Institute of Standards and Technology (NIST). Οι ανωτέρω απαντήσεις καταχωρούνται αυθημερόν στο Ο.Π.Σ. Taxis και είναι ευχερώς διαθέσιμες στο Τμήμα Δικαστικού και Νομικής Υποστήριξης των αρμόδιων για την επιδίωξη της είσπραξης υπηρεσιών προκειμένου αυτές να προβαίνουν άμεσα και στην εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας έκδοση κατασχετηρίων εις χείρας Π.Ι., εφόσον συντρέχει περίπτωση.

3. Οι προδιαγραφές του εξερχόμενου αρχείου από τα Π.Ι. περιγράφονται στο Παράρτημα, που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της παρούσας.

Άρθρο 4
Αρμόδια όργανα

1. Αρμόδια υπηρεσία για τη συλλογή και αποστολή των στοιχείων της του N.δ. 356/1974 (ΚΕΔΕ) ορίζεται η Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων. Ο χρόνος αποστολής των στοιχείων του προηγούμενου εδαφίου καθορίζεται από το Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, λαμβανομένων υπόψη και των εκάστοτε ειδικών επιχειρησιακών αναγκών.

2. Στον Προϊστάμενο της αρμόδιας, για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής υπηρεσίας της Φορολογικής Διοίκησης μεταβιβάζεται η αρμοδιότητα για την άρση επιβληθείσας δέσμευσης, σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι δεν συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις για την επιβολή της, εφόσον δεν έχει παρέλθει η προθεσμία της οίκοθεν άρσης της επιβληθείσας δέσμευσης, που προβλέπεται στις διατάξεις της του N.δ. 356/1974.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 2 Δεκεμβρίου 2015

Ο Αναπληρωτής Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΠΑΚΑΣ

Δείτε το Παράρτημα εδώ
Νόμος 4336/2015, ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Δ.1
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν.Δ. 356/1974 (Α΄90), 4152/2013 (Α΄107), 4172/2013 (Α΄167), 4174/2013 (Α΄170), 4305/2014 (Α΄237), 4321/2015 (Α΄32)

1. Στην περίπτωση α΄ της πρώτης παρ. του άρθρου 82 του ν.δ. 356/1974 (ΚΕΔΕ Α΄90) μετά τις λέξεις «οι έρευνες» προστίθενται οι λέξεις «με βάση τα εκάστοτε πρόσφορα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα της φορολογικής διοίκησης».

2. Στην ίδια ως άνω περίπτωση μετά τη λέξη «τρίτων» διαγράφεται το κόμμα και αντικαθίστανται οι λέξεις «ο έλεγχος της πτωχευτικής και μεταπτωχευτικής περιουσίας» με τις λέξεις «ή με διαδικασία εκκαθάρισης και η παύση των εργασιών της πτώχευσης».

3. Στην ίδια ως άνω περίπτωση μετά τη λέξη «πτωχό» τίθεται τελεία και διαγράφονται οι λέξεις «ή ολοκλήρωση της διαδικασίας εκκαθάρισης, εφόσον πρόκειται για οφειλέτη υπό καθεστώς εκκαθάρισης».

4. Στην περίπτωση β΄ της πρώτης παρ. του άρθρου 82 του ν.δ. 356/1974 μετά τη λέξη «δίωξης» και πριν από τη λέξη «κατά» διαγράφονται οι λέξεις «εφόσον πρόκειται για συνολική βασική οφειλή άνω των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ».

5. Στην περίπτωση γ΄ της τρίτης παρ. του άρθρου 82 του ν.δ. 356/1974 μετά τη λέξη «λογαριασμοί» προστίθενται οι λέξεις «και το περιεχόμενο των θυρίδων σε τράπεζες ή άλλα πιστωτικά ιδρύματα».

6. Στην ίδια ως άνω περίπτωση αντικαθίστανται οι λέξεις «του άρθρου 14 του ν. 2523/1997» με τις λέξεις «των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 46 του ν. 4174/ 2013 όπως ισχύει».

7. Στο άρθρο 30Β του ν.δ. 356/1974 προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:
«5. Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων δύναται να αποστέλλει ηλεκτρονικά στα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας τα στοιχεία των οφειλετών του Δημοσίου, με συνολική ληξιπρόθεσμη οφειλή πάνω από εβδομήντα χιλιάδες ευρώ. Τα πιο πάνω ιδρύματα υποχρεούνται να προβαίνουν αυθημερόν στις ενέργειες που απαιτούνται για τη δέσμευση των χρημάτων, που ευρίσκονται ή κατατίθενται στους λογαριασμούς των οφειλετών, μέχρι του ύψους της συνολικής οφειλής. Μετά τη δέσμευση και εντός δύο ημερών, ενημερώνεται για το ύψος του δεσμευθέντος ποσού η Φορολογική Διοίκηση, η οποία οφείλει να επιβάλει κατάσχεση, κατά τις διατάξεις του πρώτου άρθρου του παρόντος, το αργότερο σε πέντε εργάσιμες ημέρες από την ηλεκτρονική παραλαβή της ενημερωτικής απάντησης, άλλως το πιστωτικό ίδρυμα προβαίνει οίκοθεν στην άμεση άρση της επιβληθείσης δέσμευσης. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα καθορίζεται η αρμόδια υπηρεσία για τη συλλογή και αποστολή των στοιχείων, κατά το εδάφιο 1 ως και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσης παραγράφου. Με όμοια απόφαση μπορεί να μεταβάλλεται το ύψος της οφειλής του εδαφίου 1.»

8. α. Η περίπτωση ε΄της πρώτης παραγράφου του άρθρου 31 του ν.δ. 356/1974 (ΚΕΔΕ) αντικαθίσταται ως εξής:
«ε) Οι απαιτήσεις από μισθούς, συντάξεις και κάθε είδους ασφαλιστικά βοηθήματα που καταβάλλονται περιοδικά, εφόσον το ποσό αυτών μηνιαίως είναι μικρότερο από χίλια (1.000) ευρώ, στις περιπτώσεις δε που υπερβαίνει το ποσό αυτό επιτρέπεται η κατάσχεση για τα χρέη προς το Δημόσιο επί του ½ του υπερβάλλοντος ποσού των χιλίων (1.000) ευρώ και μέχρι του ποσού των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ, καθώς και επί του συνόλου του υπερβάλλοντος ποσού των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ».
Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζεται στις κατασχέσεις που επιβάλλονται μετά την έναρξη ισχύος του, ανεξαρτήτως του χρόνου γένεσης των απαιτήσεων του Δημοσίου, καθώς και στις ήδη επιβληθείσες ενεργείς κατασχέσεις για τις απαιτήσεις του οφειλέτη έναντι του τρίτου που γεννώνται από την έναρξη ισχύος του. Τα δύο τελευταία εδάφια της παρ. 1 του άρθρου 31 του ΚΕΔΕ καταργούνται.
8β. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 31 ΚΕΔΕ αντικαθίσταται ως εξής:
«Καταθέσεις σε πιστωτικά ιδρύματα σε ατομικό ή κοινό λογαριασμό είναι ακατάσχετες μέχρι του ποσού των χιλίων διακοσίων πενήντα (1.250) ευρώ μηνιαίως για κάθε φυσικό πρόσωπο και σε ένα μόνο πιστωτικό ίδρυμα.»

9. α) Στον τίτλο του άρθρου 62Α του ν.δ. 356/1974, όπως ισχύει, μετά τη λέξη «πτωχών» και πριν από τη λέξη «οφειλετών» προστίθενται οι λέξεις «και υπό εξυγίανση ή συνδιαλλαγή».
β) Στο τρίτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 62Α του ν.δ. 356/1974, όπως ισχύει, μετά τις λέξεις «καταβολή τους» και πριν από την τελεία προστίθενται κόμμα και λέξεις ως εξής:
«, οπότε επιβάλλεται επί του καθυστερούμενου ποσού προσαύξηση ίση με ποσοστό ένα τοις εκατό (1%) για κάθε μήνα καθυστέρησης».
γ) Η παρ. 6 του άρθρου 62Α του ν.δ. 356/1974, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Από την ημέρα υποβολής της αίτησης ρύθμισης αναστέλλεται η παραγραφή των χρεών που υπάγονται σε αυτή. Η κατά το προηγούμενο εδάφιο αναστολή λήγει με την πάροδο της προθεσμίας καταβολής της τελευταίας δόσης της ρύθμισης κατά τα οριζόμενα στην απόφαση της παραγράφου 1 του παρόντος ή με την έκδοση απορριπτικής απόφασης επί της αίτησης ή με την έγγραφη άρνηση αποδοχής της ρύθμισης ή με την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας για την αποδοχή αυτής, κατά περίπτωση, η δε παραγραφή δεν συμπληρώνεται πριν από την πάροδο ενός έτους από το χρονικό σημείο λήξης της αναστολής.»
δ) Η παρ. 9 του άρθρου 62Α του ν.δ. 356/1974 αναριθμείται σε 10 και προστίθεται νέα παράγραφος 9 ως εξής:
«9. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται αναλόγως για τη ρύθμιση χρεών οφειλετών που έχουν συνάψει συμφωνία συνδιαλλαγής ή εξυγίανσης, η οποία επικυρώθηκε δικαστικά κατά τις διατάξεις των άρθρων 99 και επόμενα του Πτωχευτικού Κώδικα, με την προϋπόθεση ότι τα χρέη δεν ρυθμίζονται από τη συμφωνία και γεννήθηκαν ή ανάγονται σε χρόνο πριν από τη δικαστική επικύρωσή της ανεξαρτήτως χρόνου βεβαίωσης. Στην περίπτωση αυτή αρμόδιο γνωμοδοτικό όργανο για την εξέταση του αιτήματος ρύθμισης είναι η επιτροπή της παραγράφου 1 του παρόντος ανεξαρτήτως ύψους οφειλής.»

10. α. Η ισχύς της υποπερίπτωσης γ΄ της περίπτωσης 6 της υποπαραγράφου Α.2 της παρ. Α΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α΄107), όπως ισχύει, ως προς τις προϋποθέσεις πιστοποίησης από ανεξάρτητο εκτιμητή, παροχής εγγύησης ή διασφάλισης ή εμπράγματης ασφάλειας, καθώς και της βιωσιμότητας του διακανονισμού αναστέλλεται για χρονικό διάστημα δύο ετών από τη δημοσίευση του παρόντος. Η αναστολή καταλαμβάνει και τις ήδη χορηγηθείσες ρυθμίσεις. Εγγυήσεις, διασφαλίσεις ή εμπράγματες ασφάλειες που τυχόν έχουν παρασχεθεί κατ’ εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων εξακολουθούν να ισχύουν.
β. Οι λέξεις «οκτώ εκατοστιαίων μονάδων» της περίπτωσης 3 της υποπαραγράφου Α.2 της παρ. Α΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α΄107), όπως ισχύει, αντικαθίστανται με τις λέξεις «πέντε (5) εκατοστιαίων μονάδων».
γ. Η περίπτωση β΄ ισχύει μετά την παρέλευση διμήνου από τη δημοσίευση του παρόντος, για τις νέες ρυθμίσεις και για τις ανεξόφλητες δόσεις υφιστάμενων ρυθμίσεων.

11. α. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 71 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167) καταργείται.
β. Η παρ. 2 του άρθρου 71 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167) αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«2. Το ποσοστό της παραγράφου 1 ισχύει και για τα νομικά πρόσωπα των περιπτώσεων β΄, γ΄ , ε΄ και στ΄ μόνο για τις κοινοπραξίες των προσωπικών εταιρειών του άρθρου 45.»
γ. H παρ. 36 του άρθρου 72 του ν. 4172/2013, όπως προστέθηκε με την περίπτωση β΄ της παρ. 5 του άρθρου 1 του ν. 4334/2015 (Α΄ 80), αντικαθίσταται ως εξής:
«36. Το ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) της προκαταβολής του φόρου εισοδήματος της παραγράφου 1 του άρθρου 71 εφαρμόζεται για τα κέρδη που προκύπτουν σε φορολογικά έτη που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2014 και μετά. Ειδικά, για τα κέρδη που αποκτούν τα νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 71 στο φορολογικό έτος που αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου 2014 έως και την 31η Δεκεμβρίου του ίδιου έτους, το ποσοστό της προκαταβολής φόρου ορίζεται σε πενήντα πέντε τοις εκατό (55%) και για τα κέρδη που προκύπτουν στο φορολογικό έτος που αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου 2015 έως και την 31η Δεκεμβρίου του ίδιου έτους το ποσοστό αυτό ορίζεται σε εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%).»
δ. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 69 του ν. 4172/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«Με βάση τη δήλωση που υποβάλλει ο φορολογούμενος και τους λοιπούς τίτλους βεβαίωσης που προβλέπονται στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας βεβαιώνεται ποσό ίσο με το εκατό τοις εκατό (100%) του φόρου που προκύπτει από επιχειρηματική δραστηριότητα για το φόρο που αναλογεί στο εισόδημα του διανυόμενου φορολογικού έτους.»
ε. Στο άρθρο 72 του ν. 4172/2013 προστίθεται νέα παράγραφος 38 που έχει ως εξής:
«38. Το ποσοστό της προκαταβολής του φόρου εισοδήματος της παραγράφου 1 του άρθρου 69 ορίζεται σε πενήντα πέντε τοις εκατό (55%) για τα κέρδη που προκύπτουν στο φορολογικό έτος που αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου 2014 έως και την 31η Δεκεμβρίου του ίδιου έτους και σε εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) για τα κέρδη που προκύπτουν στο φορολογικό έτος που αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου 2015 έως και την 31η Δεκεμβρίου του ίδιου έτους.».
στ. i. Στο άρθρο 72 του ν. 4172/2013 προστίθεται νέα παράγραφος 39 ως εξής:
«39. Για τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες με φορολογικό έτος που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2014 και λήγει την 31η Δεκεμβρίου του ίδιου έτους η καταβολή του φόρου σύμφωνα με το άρθρο 68 γίνεται σε πέντε (5) ισόποσες μηνιαίες δόσεις από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την 21η Αυγούστου 2015 και η καθεμία από τις επόμενες μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των μηνών Σεπτεμβρίου, Οκτωβρίου, Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου 2015.»
ii. Η ισχύς της περίπτωσης i αρχίζει από την επομένη ημέρα της δημοσίευσής της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αφορά δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος που υποβάλλονται από την ημερομηνία αυτή και μετά.
ζ. Η παρ. 1 του άρθρου 21 του ν. 4321/2015 (Α΄ 32) καταργείται από τότε που ίσχυσε.
η. Η παράγραφος 8 του άρθρου 26, το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 67 και το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 68 του ν. 4172/ 2013 (Α΄ 167), όπως προστέθηκαν με τις παραγράφους 2, 4 και 5 του άρθρου 2 του ν. 4328/2015 (Α΄ 51), καταργούνται για τα εισοδήματα που αποκτώνται στα φορολογικά έτη που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2015 και μετά.
θ. Η παρ. 34 του άρθρου 72 του ν. 4172/2013, όπως προστέθηκε με την παρ. 8 του άρθρου 2 του ν. 4328/2015, καταργείται για εισοδήματα που αποκτήθηκαν στο φορολογικό έτος 2014.

12. α. Στο άρθρο 48 του ν. 4174/2013 (Α΄170) προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:
«5. Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να επιλέγει κατά προτεραιότητα τις προς επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής υποθέσεις με βάση κριτήρια ανάλυσης κινδύνου ή εξαιρετικά και με βάση άλλα κριτήρια, τα οποία καθορίζονται από τον Γενικό Γραμματέα και δεν δημοσιοποιούνται. Ο Υπουργός Οικονομικών δύναται να ζητά, εκ των υστέρων, στοιχεία από τον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων σχετικά με τα κριτήρια του προηγούμενου εδαφίου.»
β. Στο τέλος του άρθρου 9 του ν.δ.356/1974 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να επιλέγει κατά προτεραιότητα τις προς επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής υποθέσεις με βάση κριτήρια ανάλυσης κινδύνου ή εξαιρετικά και με βάση άλλα κριτήρια, τα οποία καθορίζονται από τον Γενικό Γραμματέα και δεν δημοσιοποιούνται. Ο Υπουργός Οικονομικών δύναται να ζητά, εκ των υστέρων, στοιχεία από τον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων σχετικά με τα κριτήρια του προηγούμενου εδαφίου.»

13. α. Η ισχύς της περίπτωσης γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 43 του ν.4174/2013, όπως ισχύει, αναστέλλεται για χρονικό διάστημα δύο ετών από τη δημοσίευση του παρόντος. Η αναστολή καταλαμβάνει και τις ήδη χορηγηθείσες ρυθμίσεις. Εγγυήσεις ή εμπράγματα βάρη που τυχόν έχουν παρασχεθεί κατ’ εφαρμογή της ανωτέρω υποπερίπτωσης γγ΄ εξακολουθούν να ισχύουν.
β. Στην παρ. 6 του άρθρου 43 του ν.4174/2013, όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Ο τόκος του προηγούμενου εδαφίου υπολογίζεται με βάση το ισχύον επιτόκιο αναφοράς για πράξεις αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, πλέον πέντε (5) εκατοστιαίων μονάδων, ετησίως υπολογισμένο.»
γ. Η περίπτωση β΄ ισχύει μετά την παρέλευση διμήνου από τη δημοσίευση του παρόντος, για τις νέες ρυθμίσεις και για τις ανεξόφλητες δόσεις υφιστάμενων ρυθμίσεων.

14. α. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 11 του άρθρου 51 του ν.4305/2014 (Α΄237) οι λέξεις «Η μη εμπρόθεσμη καταβολή δόσης έχει ως συνέπειες:» αντικαθίστανται ως εξής:
«Η μη εμπρόθεσμη καταβολή δόσης, καθώς και η μη τακτοποίηση κατά νόμιμο τρόπο από τον οφειλέτη των ληξιπρόθεσμων οφειλών του, ατομικών καθώς και αυτές για τις οποίες έχει ευθύνη καταβολής, από την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση και εντός της προθεσμίας που ορίζεται στις διατάξεις του άρθρου 47 του ν.4174/2013 (ΚΦΔ) και του άρθρου 7 του ν.δ.356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.), όπως ισχύουν, κατά περίπτωση, έχει ως συνέπειες:».
β. Στην παρ. 15 του άρθρου 51 του ν.4305/2014, όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο δ΄ ως εξής:
«δ) Να μειώνει τη διάρκεια της ήδη χορηγηθείσας ρύθμισης εάν ο οφειλέτης έχει τη δυνατότητα σύμφωνα με τα οικονομικά του δεδομένα να πληρώνει την οφειλή του σε λιγότερες δόσεις από τις αρχικά χορηγηθείσες, οποτεδήποτε καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης.»

15. α. H παρ. 2 του άρθρου 2 του ν.4321/2015, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«Βασικές οφειλές που υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης των άρθρων 117 του παρόντος αντί των κατά ΚΕΔΕ και κατά Κ.Φ.Δ. τόκων και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής από την υπαγωγή τους σε ρύθμιση επιβαρύνονται με τόκο που υπολογίζεται με βάση το ισχύον επιτόκιο αναφοράς για πράξεις αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, πλέον πέντε (5) εκατοστιαίων μονάδων, ετησίως υπολογισμένο. Βασικές συνολικές οφειλές μέχρι 5.000 ευρώ που υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης του παρόντος δεν επιβαρύνονται πλέον με προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
αα. ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο που δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα,
ββ. η ακίνητη περιουσία του οφειλέτη, όπως προκύπτει από τη δήλωση περιουσιακής κατάστασης (Ε9) είναι αντικειμενικής αξίας μέχρι 150.000 ευρώ και γγ. η υπαγόμενη στη ρύθμιση βασική οφειλή υπερβαίνει το 50% του δηλωθέντος ετήσιου εισοδήματος του οφειλέτη.»
β. Στο άρθρο 12 του ν.4321/2015 προστίθεται εδάφιο δ΄ ως εξής:
«δ) δεν έχει τακτοποιήσει κατά νόμιμο τρόπο τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του, ατομικές, καθώς και αυτών για τις οποίες έχει ευθύνη καταβολής, από την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση και εντός της προθεσμίας που ορίζεται στις διατάξεις του άρθρου 47 του ν.4174/2013 (Κ.Φ.Δ.) και του άρθρου 7 του ν.δ.356/1974 (Κ.Ε.Δ.Ε.), όπως ισχύουν κατά περίπτωση.»
γ. Η περίπτωση α΄ ισχύει για τις ανεξόφλητες δόσεις ρύθμισης μετά την παρέλευση διμήνου από τη δημοσίευση του παρόντος.
δ. Στο άρθρο 8 του ν.4321/2015, όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«δ) δεν έχει τακτοποιήσει κατά νόμιμο τρόπο τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του, ατομικές καθώς και αυτές για τις οποίες έχει ευθύνη καταβολής, από την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση και μετά και το αργότερο εντός τριών (3) μηνών από την παρέλευση της νόμιμης προθεσμίας καταβολής τους.»

16. Για την αύξηση της αποτελεσματικότητας στην είσπραξη ληξιπρόθεσμων οφειλών, είναι δυνατόν, με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, η οποία εκδίδεται κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Υπουργού Οικονομικών ως προς το ύψος της δαπάνης, να επιτρέπεται, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης που εφαρμόζεται κατά τη διαδικασία προμηθειών του Δημοσίου, η προμήθεια της παροχής υπηρεσίας για την ανάπτυξη ειδικού λογισμικού διενέργειας ηλεκτρονικών κατασχέσεων εις χείρας πιστωτικών ιδρυμάτων μέσω ενός πλήρως αυτοματοποιημένου συστήματος κεντρικής επεξεργασίας, με απευθείας ανάθεση.

Ν.Δ 356/1974, Άρθρο 2

1. Με την εξαίρεση των φόρων και των λοιπών δημοσίων εσόδων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν.4174/2013), για τα οποία εφαρμόζονται αποκλειστικά οι διατάξεις του ως άνω Κώδικα, η είσπραξη των δημοσίων εσόδων ανήκει στην αρμοδιότητα της Φορολογικής Διοίκησης και των λοιπών οργάνων που ορίζονται με ειδικές διατάξεις για το σκοπό αυτόν ή των ειδικών ταμιών, στους οποίους έχει ανατεθεί η είσπραξη ειδικών εσόδων.
Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων δύναται με απόφασή του να μεταβιβάζει αρμοδιότητες και να αναθέτει τα καθήκοντα του ιδίου ή της Φορολογικής Διοίκησης, που προβλέπονται από τον παρόντα Κώδικα και την κείμενη νομοθεσία, σε όργανα της Φορολογικής Διοίκησης.
Επίσης, δύναται, με απόφασή του, να εξουσιοδοτεί ιεραρχικά υφιστάμενό του όργανο να υπογράφει, με εντολή του, πράξεις ή άλλα έγγραφα της αρμοδιότητάς του.
Ο Γενικός Γραμματέας δύναται να ανακαλεί οποτεδήποτε εγγράφως κάθε μεταβίβαση αρμοδιότητας, ανάθεση καθήκοντος και εξουσιοδότηση κατά το παρόν άρθρο.
Κατ' εξαίρεση η είσπραξη των δημοσίων εσόδων μπορεί να ανατεθεί στις Τράπεζες ή σε άλλους οργανισμούς κοινής ωφελείας ή πιστωτικούς οργανισμούς ή στα ελληνικά ταχυδρομεία (ΕΛΤΑ) καθώς και σε άλλες δημόσιες αρχές.
Με απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος και η διαδικασία της είσπραξης καθώς και ο έλεγχος για την είσπραξη αυτών
Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου ισχύει και για την είσπραξη των εσόδων των Ο.Τ.Α., ο οργανισμός εσωτερικής υπηρεσίας των οποίων προβλέπει ειδική ταμειακή υπηρεσία

2. Για την είσπραξη των δημοσίων εσόδων απαιτείται νόμιμος τίτλος. Με την εξαίρεση των φόρων και των λοιπών δημοσίων εσόδων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν.4174/2013), για τα οποία εφαρμόζονται αποκλειστικά οι διατάξεις του ως άνω Κώδικα, νόμιμο τίτλο αποτελούν:

α) Τα έγγραφα, στα οποία οι αρμόδιες αρχές προσδιορίζουν, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, τον οφειλέτη, το είδος, το ποσό και την αιτία της οφειλής.
β) Τα δημόσια ή ιδιωτικά έγγραφα, από τα οποία αποδεικνύεται η οφειλή.
γ) Τα δημόσια ή ιδιωτικά έγγραφα, από τα οποία πιθανολογείται η οφειλή, ως προς την ύπαρξη και το ποσό αυτής, κατά την έννοια του άρθρου 347 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.

3. Η είσπραξη στις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου πραγματοποιείται από τη Φορολογική Δι¬οίκηση μετά την καταχώριση των στοιχείων του νόμιμου τίτλου στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων, είτε κατόπιν αποστολής στη Φορολογική Διοίκηση χρηματικού καταλόγου από την αρχή που απέκτησε το νόμιμο τίτλο είτε με βάση μόνο το νόμιμο τίτλο, εφόσον αυτός έχει περιέλθει με οποιονδήποτε τρόπο στη Φορολογική Διοίκηση.
Ο χρηματικός κατάλογος περιέχει τα προσδιοριστικά στοιχεία της οφειλής, του υπόχρεου και των τυχόν συνυπόχρεων ευθυνομένων τρίτων.
Τυχόν παράλειψη αναφοράς των ευθυνομένων συνυπόχρεων δεν θίγει το κύρος του νομίμου τίτλου ούτε τη νομιμότητα της εισπρακτικής διαδικασίας ή της διαδικασίας της εκτέλεσης.
Η για οποιονδήποτε λόγο, μερική ή ολική αναστολή του νόμιμου τίτλου δεν κωλύει την καταχώριση του συνόλου της οφειλής στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης.

4. Η είσπραξη:

α) στην περίπτωση των εκτελεστών τίτλων του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν.4174/2013) και
β) οποιουδήποτε τίτλου, κατ’ εφαρμογή της τελωνειακής νομοθεσίας, συμπεριλαμβανομένων των πράξεων επιβολής πολλαπλών τελών, πραγματοποιείται μόνο δυνάμει του τίτλου.

Οι τίτλοι του προηγούμενου εδαφίου καταχωρίζονται στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης, αποκλειστικά, για λόγους παρακολούθησης της οφειλής, χωρίς η καταχώριση να αποτελεί όρο της νομιμότητας της εισπρακτικής διαδικασίας ή της εκτέλεσης.
Επιδικαζόμενες υπέρ του Δημοσίου κάθε είδους χρηματικές αποζημιώσεις στο πλαίσιο ποινικών δικών που αφορούν αδικήματα που προβλέπονται από τη φορολογική και τελωνειακή νομοθεσία, είναι δυνατόν να εισπράττονται από τη Φορολογική Διοίκηση και σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της παρούσας παραγράφου.

5. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων καθορίζεται το περιεχόμενο του χρηματικού καταλόγου και των βιβλίων του παρόντος άρθρου, ο τρόπος καταχώρισης των απαραίτητων στοιχείων σε αυτά και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

Ν.Δ 356/1974, Άρθρο 30 Κατάσχεσις εις χείρας τρίτων

1. Η κατάσχεσις εις χείρας τρίτων των εις χείρας αυτών ευρισκομένων χρημάτων, καρπών και άλλων κινητών πραγμάτων του οφειλέτου του Δημοσίου ή των οφειλομένων εν γένει προς αυτό, ενεργείται υπό του Διευθυντού του Δημοσίου Ταμείου δια κατασχετηρίου εγγράφου μη κοινοποιουμένου εις τον οφειλέτην, περιέχοντος δε:

α) το όνομα, επώνυμον, όνομα πατρός του οφειλέτου
β) το ονοματεπώνυμον του τρίτου εις χείρας του οποίου επιβάλλεται η κατάσχεσις
γ) το ποσόν δια το οποίον επιβάλλεται η κατάσχεσις,
δ) πίνακα χρεών του οφειλέτου και
ε) χρονολογίαν και υπογραφήν του Διευθυντού του Δημοσίου Ταμείου.

2. Δια του κατασχετηρίου εγγράφου προσκαλείται ο τρίτος όπως τα μεν υπ' αυτού εις τον οφειλέτην του Δημοσίου οφειλόμενα χρήματα, καταθέση εντός οκτώ ημερών εις το Δημόσιον Ταμείον, τα δε παρ' αυτώ ευρισκόμενα κινητά πράγματα παραδώση εις τον εν τω κατασχετηρίω οριζόμενον συμβολαιογράφον ή φύλακα, εφαρμοζομένων περαιτέρω των εν άρθρ. 14-19 και επόμενα του παρόντος Ν.Δ/τος οριζόμενα.
Εάν τα πράγματα ταύτα συνίστανται εις ξένα νομίσματα ή χρεώγραφα παραδίδονται εις το Ταμείον Παρακαταθηκών και Δανείων, επί εκδόσει γραμματίου παρακαταθήκης υπέρ του Δημοσίου εξοφλουμένου εντολή του Διευθυντού του Δημοσίου Ταμείου όστις εν συνεχεία τρέπει τα ξένα νομίσματα εις εγχώριον νόμισμα ή εκποιεί τα χρεώγραφα κατά τας εκάστοτε ισχύουσας διατάξεις.
Εν περιπτώσει μη συμμορφώσεως ο εις χείρας ούτινος η κατάσχεσις προς τούτο και δια προσωπικής κρατήσεως ανεξαρτήτως εάν είχε τοιούτον κατ' αυτού δικαίωμα ο πιστωτής του οφειλέτης του Δημοσίου.

3. Από της ημέρας κοινοποιήσεως του κατασχετηρίου εις τον τρίτον δεν δύναται ούτος να αποδώση προς τον οφειλέτην του Δημοσίου τα κατασχεθέντα χρήματα ή πράγματα ουδέ δύναται να συμψηφίση προς ανταιτήσεις του μεταγενεστέρας της κατασχέσεως, της κατασχέσεως επιφερούσης τα αποτελέσματα αυτοδικαίως χωρούσης αναγκαστικής εκχωρήσεως.

4. Η κατάσχεση μπορεί να περιοριστεί σε μικρότερο ποσό ή ποσοστό μετά από αιτιολογημένη απόφαση εκείνου που την επέβαλε

5. Εάν η αξία των κατασχεθέντων κινητών πραγμάτων δεν υπερβαίνη το ποσόν των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, πάσα άλλη μεταγενεστέρα κατάσχεσις, πλην των υπό του Δημοσίου και δια τα προς αυτό οφειλόμενα ποσά επιβαλλομένων, είναι αυτοδικαίως άκυρος

6. Η κατάσχεσις απαιτήσεων εκ τίτλων εις διαταγήν ενεργείται κατά τας διατάξεις των αρθρ. 983 παρ. 3 και 954 παρ. 1 του Κώδικος Πολιτικής Δικονομίας.

Ν.Δ 356/1974, Άρθρο 31 Ακατάσχετα εις χείρας τρίτων

1. Εξαιρούνται της κατασχέσεως εις χείρας τρίτων:

α) τα εν άρθρ. 17 του παρόντος Ν.Δ/τος κινητά πράγματα
β) τα υπό ειδικών νόμων διατηρηθέντων εν ισχύι δια του άρθρ. 52 του Εισαγ. Νόμου Κώδικος Πολιτικής Δικονομίας προβλεπόμενα ακατάσχετα,
γ) η εταιρική μερίς επί προσωπικών εταιρειών,
δ) αι απαιτήσεις διατροφής εκ του νόμου ή εκ της διατάξεως τελευταίας βουλήσεως,
ε) Οι απαιτήσεις από μισθούς, συντάξεις και κάθε είδους ασφαλιστικά βοηθήματα που καταβάλλονται περιοδικά, εφόσον το ποσό αυτών μηνιαίως είναι μικρότερο από χίλια (1.000) ευρώ, στις περιπτώσεις δε που υπερβαίνει το ποσό αυτό επιτρέπεται η κατάσχεση για τα χρέη προς το Δημόσιο επί του ½ του υπερβάλλοντος ποσού των χιλίων (1.000) ευρώ και μέχρι του ποσού των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ, καθώς και επί του συνόλου του υπερβάλλοντος ποσού των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ
στ) τα 4/5 των ημερομισθίων, επιτρεπομένης της κατασχέσεως επί του 1/5 αυτών δια τα προς το Δημόσιον χρέη των δικαιούχων τούτων και ζ) το 1/2 των εφ' άπαξ καταβαλλομένων, υπό οιουδήποτε ασφαλιστικού φορέως, βοηθημάτων επί τη εξόδω εκ της Υπηρεσίας ή του επαγγέλματος, επιτρεπομένης της κατασχέσεως επί του 1/2 αυτών δια τα προς το Δημόσιον χρέη των δικαιούχων τούτων.
Δεν χωρεί κατάσχεση μισθών, συντάξεων και ασφαλιστικών βοηθημάτων, που καταβάλλονται περιοδικά, εφόσον το ποσό αυτών μηνιαίως είναι μικρότερο των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ, στις περιπτώσεις δε που υπερβαίνει το ποσό αυτό, επιτρέπεται η κατάσχεση επί του 1/4 αυτών, το εναπομένον όμως ποσό δεν μπορεί να είναι κατώτερο των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ. Κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί, μέχρι την προηγούμενη ημέρα ισχύος των διατάξεων αυτών, σε βάρος των οφειλετών που υπάγονται στην ανωτέρω περίπτωση, περιορίζονται ή αίρονται μετά από αίτησή τους.

2. Καταθέσεις σε πιστωτικά ιδρύματα σε ατομικό ή κοινό λογαριασμό είναι ακατάσχετες μέχρι του ποσού των χιλίων διακοσίων πενήντα (1.250) ευρώ μηνιαίως για κάθε φυσικό πρόσωπο και σε ένα μόνο πιστωτικό ίδρυμα.»
Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου απαιτείται γνωστοποίηση από το φυσικό πρόσωπο ενός μοναδικού λογαριασμού, με υποβολή ηλεκτρονικής δήλωσης στο πληροφοριακό σύστημα της Φορολογικής Διοίκησης.
Εφόσον υπάρχει λογαριασμός περιοδικής πίστωσης μισθών, συντάξεων και ασφαλιστικών βοηθημάτων, γνωστοποιείται, αποκλειστικά και μόνο, ο λογαριασμός αυτός.
Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων ορίζονται ο τρόπος υποβολής και πιστοποίησης του χρόνου της παραλαβής και τα στοιχεία της υποβαλλόμενης δήλωσης, ο τρόπος ενημέρωσης των πιστωτικών ιδρυμάτων από τη Φορολογική Διοίκηση για την υποβαλλόμενη δήλωση και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.
Κάθε άλλη διάταξη, που ρυθμίζει αντίθετα προς τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου, δεν εφαρμόζεται στις κατασχέσεις που επιβάλλονται στα χέρια πιστωτικών ιδρυμάτων κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου

Ν.Δ 356/1974, Άρθρο 32 Δήλωσις Τρίτου

1. Εάν ο τρίτος ουδέν οφείλει ή δεν οφείλει όλα τα αναφερόμενα εις το κατασχετήριον έγγραφον του Δημοσίου Ταμείου χρήματα ως και άλλα πράγματα ή δεν υποχρεούται εις την άμεσον απόδοσιν αυτών ένεκα των υφισταμένων μεταξύ αυτού και του οφειλέτου συμφωνιών ή εξ άλλου νομίμου λόγου, ο τρίτος οφείλει να δηλώση τούτο εντός οκτώ ημερών από της επιδόσεως του κατασχετηρίου.
Ειδικά για κατασχέσεις απαιτήσεων στα χέρια πιστω¬τικών ιδρυμάτων η δήλωση του προηγούμενου εδαφίου γίνεται εντός οκτώ εργασίμων ημερών από την επίδοση του κατασχετηρίου.
Η προθεσμία δεν παρεκτείνεται λόγω αποστάσεως.
Η δήλωσις γίνεται εγγράφως δι' αναφοράς επιδιδομένης δια δικαστικού κλητήρος εις τον εκδόντα το κατασχετήριον έγγραφον Διευθυντήν του Δημοσίου Ταμείου ή προφορικώς ενώπιον του Ειρηνοδίκου της κατοικίας του ή διαμονής του, όστις συντάσσει έκθεσιν εφ' απλού χάρτου ήν αποστέλει εις τον Διευθυντήν του Δημοσίου Ταμείου εντός 24 ωρών.

2. Η γενομένη επί τη κατασχέσει του Δημοσίου δήλωσις εκ μέρους μισθωτών ή υπομισθωτών, περί προκαταβολικής εξοφλήσεως ή εκχωρήσεως μισθωμάτων, ισχύει δια το Δημόσιον μόνον εφ' όσον ούτοι είχον προβή εις δήλωσιν προς την Εφορίαν προ της επιβολής της κατασχέσεως και προσκομίζουν σχετικήν, περί τούτου, βεβαιώσιν.

Ν.Δ 356/1974, Άρθρο 33 Συνέπειες μη υποβολής δήλωσης

Εάν ο τρίτος δεν προβεί σε δήλωση ή προβεί εκπρόθεσμα ή χωρίς την τήρηση του τύπου που προβλέπεται από το άρθρο 32 του παρόντος, λογίζεται οφειλέτης του Δημοσίου για το σύνολο της απαίτησης, για την οποία επιβλήθηκε η κατάσχεση, εκτός αν αυτός αποδείξει ότι δεν οφείλει στον καθ’ ου ή ότι η οφειλή του είναι μικρότερη από την απαίτηση του Δημοσίου, οπότε απαλλάσσεται ή ευθύνεται μέχρι του ύψους της οφειλής του, κατά περίπτωση

Ν.Δ 356/1974, Άρθρο 34
Ανακοπή κατά δηλώσεως τρίτου

Ανακοπήν κατά της δηλώσεως ασκεί ο Διευθυντής του Δημοσίου Ταμείου, εντός μηνός από της κοινοποιήσεως της δηλώσεως, ή από της περιελεύσεως αυτώ της εκθέσεως της ενώπιον του Ειρηνοδίκου γενομένης δηλώσεως.
Η ανακοπή εισάγεται και εκδικάζεται κατά τα εν άρθρ. 986 του Κώδικος Πολιτικής Δικονομίας οριζόμενα.

Ν.Δ 356/1974, Άρθρο 84 Κοινοποιήσεις, παρ. 3

παρ. 3. Οι κοινοποιήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 30 και 30Α δύναται να ενεργούνται με ηλεκτρονικά μέσα, εφόσον:

α) τα προς επίδοση έγγραφα φέρουν προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν. 3979/2011,
β) το προς ο η επίδοση πρόσωπο έχει γνωστοποιήσει συγκεκριμένο μέσο ως προτιμώμενο, ανεξάρτητα αν έχει συγκατατεθεί ρητά στη χρήση του.
Η επίδοση θεωρείται ότι συντελέστηκε κατά την ημερομηνία και ώρα παράδοσης του εγγράφου στο ηλεκτρονικό μέσο που δηλώθηκε ως προτιμώμενο. Απόδειξη, που θα φέρει προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την ως άνω έννοια ισχύει ως έκθεση επίδοσης.

Τα προηγούμενα εδάφια ισχύουν αναλόγως και για την υποβολή της δήλωσης του άρθρου 32. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου.

  Ν.Δ 356/1974, Άρθρο 30Β, παρ. 5

παρ. 5. Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων δύναται να αποστέλλει ηλεκτρονικά στα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας τα στοιχεία των οφειλετών του Δημοσίου, με συνολική ληξιπρόθεσμη οφειλή πάνω από εβδομήντα χιλιάδες ευρώ.
Τα πιο πάνω ιδρύματα υποχρεούνται να προβαίνουν αυθημερόν στις ενέργειες που απαιτούνται για τη δέσμευση των χρημάτων, που ευρίσκονται ή κατατίθενται στους λογαριασμούς των οφειλετών, μέχρι του ύψους της συνολικής οφειλής.
Μετά τη δέσμευση και εντός δύο ημερών, ενημερώνεται για το ύψος του δεσμευθέντος ποσού η Φορολογική Διοίκηση, η οποία οφείλει να επιβάλει κατάσχεση, κατά τις διατάξεις του πρώτου άρθρου του παρόντος, το αργότερο σε πέντε εργάσιμες ημέρες από την ηλεκτρονική παραλαβή της ενημερωτικής απάντησης, άλλως το πιστωτικό ίδρυμα προβαίνει οίκοθεν στην άμεση άρση της επιβληθείσης δέσμευσης.
Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα καθορίζεται η αρμόδια υπηρεσία για τη συλλογή και αποστολή των στοιχείων, κατά το εδάφιο 1 ως και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσης παραγράφου. Με όμοια απόφαση μπορεί να μεταβάλλεται το ύψος της οφειλής του εδαφίου 1.

  Ν.Δ 356/1974, Άρθρο 30Β, παρ. 5

παρ. 5. Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων δύναται να αποστέλλει ηλεκτρονικά στα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας τα στοιχεία των οφειλετών του Δημοσίου, με συνολική ληξιπρόθεσμη οφειλή πάνω από εβδομήντα χιλιάδες ευρώ.
Τα πιο πάνω ιδρύματα υποχρεούνται να προβαίνουν αυθημερόν στις ενέργειες που απαιτούνται για τη δέσμευση των χρημάτων, που ευρίσκονται ή κατατίθενται στους λογαριασμούς των οφειλετών, μέχρι του ύψους της συνολικής οφειλής.
Μετά τη δέσμευση και εντός δύο ημερών, ενημερώνεται για το ύψος του δεσμευθέντος ποσού η Φορολογική Διοίκηση, η οποία οφείλει να επιβάλει κατάσχεση, κατά τις διατάξεις του πρώτου άρθρου του παρόντος, το αργότερο σε πέντε εργάσιμες ημέρες από την ηλεκτρονική παραλαβή της ενημερωτικής απάντησης, άλλως το πιστωτικό ίδρυμα προβαίνει οίκοθεν στην άμεση άρση της επιβληθείσης δέσμευσης.
Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα καθορίζεται η αρμόδια υπηρεσία για τη συλλογή και αποστολή των στοιχείων, κατά το εδάφιο 1 ως και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσης παραγράφου. Με όμοια απόφαση μπορεί να μεταβάλλεται το ύψος της οφειλής του εδαφίου 1.

  Ν.Δ 356/1974, Άρθρο 30Β, παρ. 5

παρ. 5. Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων δύναται να αποστέλλει ηλεκτρονικά στα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας τα στοιχεία των οφειλετών του Δημοσίου, με συνολική ληξιπρόθεσμη οφειλή πάνω από εβδομήντα χιλιάδες ευρώ.
Τα πιο πάνω ιδρύματα υποχρεούνται να προβαίνουν αυθημερόν στις ενέργειες που απαιτούνται για τη δέσμευση των χρημάτων, που ευρίσκονται ή κατατίθενται στους λογαριασμούς των οφειλετών, μέχρι του ύψους της συνολικής οφειλής.
Μετά τη δέσμευση και εντός δύο ημερών, ενημερώνεται για το ύψος του δεσμευθέντος ποσού η Φορολογική Διοίκηση, η οποία οφείλει να επιβάλει κατάσχεση, κατά τις διατάξεις του πρώτου άρθρου του παρόντος, το αργότερο σε πέντε εργάσιμες ημέρες από την ηλεκτρονική παραλαβή της ενημερωτικής απάντησης, άλλως το πιστωτικό ίδρυμα προβαίνει οίκοθεν στην άμεση άρση της επιβληθείσης δέσμευσης.
Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα καθορίζεται η αρμόδια υπηρεσία για τη συλλογή και αποστολή των στοιχείων, κατά το εδάφιο 1 ως και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσης παραγράφου. Με όμοια απόφαση μπορεί να μεταβάλλεται το ύψος της οφειλής του εδαφίου 1.

  Ν.Δ 356/1974, Άρθρο 30Β, παρ. 5

παρ. 5. Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων δύναται να αποστέλλει ηλεκτρονικά στα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας τα στοιχεία των οφειλετών του Δημοσίου, με συνολική ληξιπρόθεσμη οφειλή πάνω από εβδομήντα χιλιάδες ευρώ.
Τα πιο πάνω ιδρύματα υποχρεούνται να προβαίνουν αυθημερόν στις ενέργειες που απαιτούνται για τη δέσμευση των χρημάτων, που ευρίσκονται ή κατατίθενται στους λογαριασμούς των οφειλετών, μέχρι του ύψους της συνολικής οφειλής.
Μετά τη δέσμευση και εντός δύο ημερών, ενημερώνεται για το ύψος του δεσμευθέντος ποσού η Φορολογική Διοίκηση, η οποία οφείλει να επιβάλει κατάσχεση, κατά τις διατάξεις του πρώτου άρθρου του παρόντος, το αργότερο σε πέντε εργάσιμες ημέρες από την ηλεκτρονική παραλαβή της ενημερωτικής απάντησης, άλλως το πιστωτικό ίδρυμα προβαίνει οίκοθεν στην άμεση άρση της επιβληθείσης δέσμευσης.
Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα καθορίζεται η αρμόδια υπηρεσία για τη συλλογή και αποστολή των στοιχείων, κατά το εδάφιο 1 ως και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσης παραγράφου. Με όμοια απόφαση μπορεί να μεταβάλλεται το ύψος της οφειλής του εδαφίου 1.

  Ν.Δ 356/1974, Άρθρο 30Β, παρ. 5

παρ. 5. Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων δύναται να αποστέλλει ηλεκτρονικά στα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας τα στοιχεία των οφειλετών του Δημοσίου, με συνολική ληξιπρόθεσμη οφειλή πάνω από εβδομήντα χιλιάδες ευρώ.
Τα πιο πάνω ιδρύματα υποχρεούνται να προβαίνουν αυθημερόν στις ενέργειες που απαιτούνται για τη δέσμευση των χρημάτων, που ευρίσκονται ή κατατίθενται στους λογαριασμούς των οφειλετών, μέχρι του ύψους της συνολικής οφειλής.
Μετά τη δέσμευση και εντός δύο ημερών, ενημερώνεται για το ύψος του δεσμευθέντος ποσού η Φορολογική Διοίκηση, η οποία οφείλει να επιβάλει κατάσχεση, κατά τις διατάξεις του πρώτου άρθρου του παρόντος, το αργότερο σε πέντε εργάσιμες ημέρες από την ηλεκτρονική παραλαβή της ενημερωτικής απάντησης, άλλως το πιστωτικό ίδρυμα προβαίνει οίκοθεν στην άμεση άρση της επιβληθείσης δέσμευσης.
Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα καθορίζεται η αρμόδια υπηρεσία για τη συλλογή και αποστολή των στοιχείων, κατά το εδάφιο 1 ως και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσης παραγράφου. Με όμοια απόφαση μπορεί να μεταβάλλεται το ύψος της οφειλής του εδαφίου 1.

  Ν.Δ 356/1974, Άρθρο 30Β, παρ. 5

παρ. 5. Ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων δύναται να αποστέλλει ηλεκτρονικά στα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας τα στοιχεία των οφειλετών του Δημοσίου, με συνολική ληξιπρόθεσμη οφειλή πάνω από εβδομήντα χιλιάδες ευρώ.
Τα πιο πάνω ιδρύματα υποχρεούνται να προβαίνουν αυθημερόν στις ενέργειες που απαιτούνται για τη δέσμευση των χρημάτων, που ευρίσκονται ή κατατίθενται στους λογαριασμούς των οφειλετών, μέχρι του ύψους της συνολικής οφειλής.
Μετά τη δέσμευση και εντός δύο ημερών, ενημερώνεται για το ύψος του δεσμευθέντος ποσού η Φορολογική Διοίκηση, η οποία οφείλει να επιβάλει κατάσχεση, κατά τις διατάξεις του πρώτου άρθρου του παρόντος, το αργότερο σε πέντε εργάσιμες ημέρες από την ηλεκτρονική παραλαβή της ενημερωτικής απάντησης, άλλως το πιστωτικό ίδρυμα προβαίνει οίκοθεν στην άμεση άρση της επιβληθείσης δέσμευσης.
Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα καθορίζεται η αρμόδια υπηρεσία για τη συλλογή και αποστολή των στοιχείων, κατά το εδάφιο 1 ως και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσης παραγράφου. Με όμοια απόφαση μπορεί να μεταβάλλεται το ύψος της οφειλής του εδαφίου 1.