.

ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Δ.1
ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΚΥΡΙΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ

1. Στην περίπτωση ιβ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του ν. 4172/2013 μετά τη λέξη «πιστωθέντες» προστίθενται οι λέξεις «που οφείλονται».

2. Το άρθρο 12 του ν. 4172/2013 τροποποιείται ως εξής:
α. Στο πρώτο εδάφιο της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του ν. 4172/2013 οι λέξεις «και εφόσον οι ετήσιες επιχειρηματικές δαπάνες που θα εξέπιπταν, σύμφωνα με το άρθρο 22, δεν υπερβαίνουν το ποσό των εννέα χιλιάδων διακοσίων πενήντα (9.250) ευρώ» αντικαθίστανται με τις λέξεις «και εφόσον δεν έχει την εμπορική ιδιότητα, ούτε διατηρεί επαγγελματική εγκατάσταση που είναι διαφορετική από την κατοικία του».
β. Στο τέλος της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 12 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα μπορούν να προβλέπονται περαιτέρω προϋποθέσεις και να καθορίζονται όλες οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή αυτής της περίπτωσης.»

3. Το άρθρο 14 του ν. 4172/2013 τροποποιείται ως εξής:

α. Στην περίπτωση γ΄ της παραγράφου 2 μετά τη λέξη «της υπηρεσίας τους» προστίθενται οι λέξεις «ή τις οικογένειές τους».
β. Στην παράγραφο 2 προστίθεται νέα περίπτωση θ΄ που έχει ως εξής:
«θ) το επίδομα επικίνδυνης εργασίας που καταβάλλεται με τη μορφή πτητικού, καταδυτικού, ναρκαλιείας, αλεξιπτωτιστών, δυτών και υποβρυχίων καταστροφών σε αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και οπλίτες των Ενόπλων Δυνάμεων, της Ελληνικής Αστυνομίας, της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και του Λιμενικού Σώματος, καθώς και η ειδική αποζημίωση που καταβάλλεται στο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό και τα πληρώματα ασθενοφόρων του Ε.Κ.Α.Β. που εκτελούν διατεταγμένη υπηρεσία με αεροπορικά μέσα για παροχή Α΄ Βοηθειών, κατά ποσοστό εξήντα πέντε τοις εκατό (65%).»

4. Στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 15 του ν. 4172/2013 πριν από τις λέξεις «που υπερβαίνει» προστίθενται οι λέξεις «κατά το μέρος».

5. Το άρθρο 24 του ν. 4172/2013 τροποποιείται ως εξής: α. Στην περίπτωση γ΄ της παραγράφου 2 μετά τη λέξη «στοιχείου» προστίθενται οι λέξεις «όπως αυτή προκύπτει από τoν πίνακα της παραγράφου 4».
β. Στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 2 μετά τη λέξη «ανέρχεται» προστίθεται η λέξη «τουλάχιστον».

6. Στο τέλος της περίπτωσης ε΄ του άρθρου 32 του ν. 4172/2013 προστίθεται νέο εδάφιο που έχει ως εξής:
«Ομοίως, εξαιρούνται οι δωρεές ή χορηγίες προς τα κοινωφελή ιδρύματα, τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που έχουν συσταθεί νόμιμα και τα οποία επιδιώκουν κοινωφελείς σκοπούς, καθώς και τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που έχουν συσταθεί νόμιμα, εφόσον επιδιώκουν σκοπούς πολιτιστικούς.»

7. Το άρθρο 41 του ν.4172/2013 τροποποιείται ως εξής:
α. Στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 αντικαθίσταται η λέξη «εταιρείας» με τις λέξεις «νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας».

β. Η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

i. Στο πρώτο εδάφιο, μετά τις λέξεις «και της τιμής πώλησης» προστίθενται οι λέξεις «ή της αξίας του ανταλλάγματος».

ii. Το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:
«Η τιμή κτήσης προσδιορίζεται ως εξής: α) Στην περίπτωση κτήσης λόγω μεταβίβασης με επαχθή αιτία, είναι το τίμημα ή η αξία του ανταλλάγματος, όπως προκύπτει από το οικείο συμβόλαιο, β) Στην περίπτωση κτήσης λόγω κληρονομικής διαδοχής ή μεταβίβασης με χαριστική αιτία, είναι η αξία βάσει της οποίας υπολογίστηκε ο φόρος κληρονομιάς, δωρεάς ή γονικής παροχής ή χορηγήθηκε απαλλαγή από αυτόν, όπως η αξία αυτή προκύπτει από το οικείο συμβόλαιο ή οποιοδήποτε άλλο δημόσιο έγγραφο, γ) Σε κάθε άλλη περίπτωση, υπολογίζεται ως εξής: Τιμή κτήσης ίσον τιμή μεταβίβασης επί τον Δείκτη Τιμών Κατοικιών (ΔΤΚατ) του έτους κτήσης διά του ΔΤΚατ του προηγούμενου της μεταβίβασης έτους. Ως ΔΤΚατ νοείται ο μέσος Δείκτης Τιμών Κατοικιών Αστικών Περιοχών της περιόδου Ιανουαρίου-Δεκεμβρίου κάθε έτους, όπως ανακοινώνεται από την Τράπεζα της Ελλάδος. Αν κατά το χρόνο της μεταβίβασης δεν έχει δημοσιευθεί μέσος ΔΤΚατ, λαμβάνεται υπ΄ όψιν ο σχετικός δείκτης του αμέσως προηγούμενου έτους

iii. Το τρίτο εδάφιο αναριθμείται ως έβδομο εδάφιο.

iv. Στο τέταρτο εδάφιο, μετά τη λέξη «μεταβίβασης» προστίθενται οι λέξεις «ή, στην περίπτωση της ανταλλαγής, η αντικειμενική αξία της ακίνητης περιουσίας που αποτελεί το αντάλλαγμα για κάθε συμβαλλόμενο και εφόσον αυτή δεν υφίσταται, η φορολογητέα αξία».

v. Στο πέμπτο εδάφιο μετά τις λέξεις «του ακινήτου» προστίθεται η λέξη «δεν» και διαγράφονται οι λέξεις «και δεν προστίθενται ή αφαιρούνται, αντίστοιχα».

νi. Στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 41 οι λέξεις «η αγοραία αξία του κτίσματος, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από τα 2/3 της αντικειμενικής αξίας του οικοπέδου μαζί με το συστατικό αυτού κτίσμα» αντικαθίστανται με τις λέξεις «η αντικειμενική αξία του κτίσματος».

γ. Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Ο χρόνος κτήσης είναι ο χρόνος απόκτησης ποσοστού τουλάχιστον εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) του μεταβιβαζόμενου δικαιώματος επί της ακίνητης περιουσίας. Σε περίπτωση που δεν προκύπτει χρόνος κτήσης σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, ισχύουν τα εξής: α) Επί μεταβίβασης κτίσματος που ανεγέρθηκε, με αυτεπιστασία ή με βάση το σύστημα της αντιπαροχής, ως χρόνος κτήσης θεωρείται ο χρόνος μετά την παρέλευση πέντε (5) ετών από την ημερομηνία έκδοσης ή δύο (2) ετών από την ημερομηνία ανανέωσης της οικοδομικής άδειας ανέγερσης, εκτός εάν η μεταβίβαση γίνεται εντός των παραπάνω προθεσμιών. β) Επί πολεοδομικής τακτοποίησης εξ ολοκλήρου αυθαίρετης κατασκευής, ως χρόνος κτήσης θεωρείται ο χρόνος που δηλώνεται ως χρόνος ανέγερσης και πιστοποιείται από το μηχανικό στη σχετική αίτηση τακτοποίησης και αν αυτός δεν προκύπτει, η λήξη των χρονικών περιόδων που ορίζονται στο ν. 4178/2013. γ) Επί πολεοδομικής τακτοποίησης μερικώς αυθαίρετης κατασκευής, ως χρόνος κτήσης θεωρείται ο χρόνος κτήσης του νόμιμου κτίσματος.
Επί χρησικτησίας, ως χρόνος κτήσης θεωρείται η αντίστοιχη ημερομηνία του εικοστού πρώτου έτους, πριν από το χρόνο της μεταβίβασης.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να καθορίζεται χρόνος κτήσης και σε κάθε άλλη περίπτωση, καθώς και να ρυθμίζεται κάθε άλλο αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.
δ. Στην παράγραφο 4, οι λέξεις «η εν λόγω ζημία μεταφέρεται επ’ αόριστον και συμψηφίζεται μόνο με μελλοντικά κέρδη υπεραξίας, τα οποία υπολογίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή 3 του παρόντος άρθρου» αντικαθίστανται με τις λέξεις «η εν λόγω υπεραξία θεωρείται μηδενική».

ε. Στην παράγραφο 5, ο πίνακας που ακολουθεί μετά τις λέξεις «συντελεστών απομείωσης:» αντικαθίσταται από τον ακόλουθο πίνακα:

Έτη

Συντελεστής απομείωσης

Έτη διακράτησης

Συντελεστής απομείωσης

1

100,0%

14

77,9%

2

98,2%

15

76,4%

3

96,4%

16

74,8%

4

94,7%

17

73,2%

5

93,0%

18

71,7%

6

91,2%

19

70,2%

7

89,5%

20

68,7%

8

87,8%

21

67,2%

9

86,1%

22

65,7%

10

84,5%

23

64,2%

11

82,8%

24

62,8%

12

81,1%

25

61,5%

13

79,5%

26+

60%

 

στ. Η παράγραφος 6 τροποποιείται ως εξής:

i. Η περίπτωση ε΄ αντικαθίσταται ως εξής:
«ε) η μεταγραφή δικαστικής απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 949 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, λόγω μη εκτέλεσης προσυμφώνου μεταβίβασης ή η απόκτηση οποιουδήποτε δικαιώματος των περιπτώσεων α΄, β΄ και δ΄ της παρούσας παραγράφου με αυτοσύμβαση,»

ii. Στην περίπτωση στ΄ διαγράφονται οι λέξεις «ή δικαστικού».

ζ. Στην παράγραφο 7 τροποποιείται ως εξής:

i. Η περίπτωση α΄ καταργείται και οι επόμενες περιπτώσεις β΄, γ΄, δ΄ ε΄, αναριθμούνται σε β΄, γ΄, δ΄.
ii. Στο τέλος της περίπτωσης δ΄, όπως ανωτέρω αναριθμήθηκε, προστίθενται οι λέξεις «ή πράξη σύστασης οριζόντιας ή κάθετης ιδιοκτησίας, εφόσον δεν μεταβάλλονται τα ποσοστά συνιδιοκτησίας ανά συνιδιοκτήτη».
iii. Μετά την περίπτωση δ΄, όπως ανωτέρων αριθμήθηκε, προστίθεται περίπτωση ε΄ ως εξής:
«η ανταλλαγή ποσοστών ακίνητης περιουσίας επί κτηθέντων λόγω κληρονομικής διαδοχής ή γονικής παροχής ή από συζύγους κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης».

η. Η παράγραφος 8 καταργείται και οι επόμενες παράγραφοι 9, 10 και 11 αναριθμούνται σε 8, 9, 10.

θ. Η παράγραφος 9 αντικαθίσταται ως εξής: «Από την υπεραξία, όπως αυτή προκύπτει μετά την απομείωσή της σύμφωνα με την παρ. 5, αφαιρείται ποσό μέχρι είκοσι πέντε χιλιάδες (25.000) ευρώ, εφόσον ο φορολογούμενος διακράτησε το ακίνητο για πέντε (5) τουλάχιστον έτη και επιβάλλεται φόρος υπεραξίας στο τυχόν υπόλοιπο ποσό.»

8. Το άρθρο 42 του ν. 4172/2013 τροποποιείται ως εξής:
α. Η περίπτωση α΄ αντικαθίσταται ως εξής: «μετοχές σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά».

β. Προστίθεται νέα περίπτωση β΄ που έχει ως εξής και οι περιπτώσεις β΄, γ΄ και δ΄ αναριθμούνται σε γ΄, δ΄ και ε΄ αντίστοιχα:
«β. μετοχές εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά, εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό τουλάχιστον μισό τοις εκατό (0,5%) και οι μεταβιβαζόμενες μετοχές έχουν αποκτηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2009 και εξής.»

γ. Στην παράγραφο 5 οι λέξεις «επ΄ αόριστον» αντικαθίστανται από τις λέξεις «για τα επόμενα πέντε (5) έτη».

9. Το άρθρο 46 του ν. 4172/2013 τροποποιείται ως εξής: α. Στην περίπτωση α΄ μετά τη λέξη «κεφαλαίου» το κόμμα αντικαθίσταται από τελεία και προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Για τους σκοπούς του προηγούμενου εδαφίου στους φορείς Γενικής Κυβέρνησης δεν περιλαμβάνονται οι κεφαλαιουχικές εταιρείες, εκτός από αυτές στις οποίες το κράτος ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου συμμετέχει με ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%).»
β. Στην περίπτωση γ΄ μετά τη λέξη (ΟΣΕΚΑ) προστίθενται οι λέξεις «που είναι εγκατεστημένοι στην ημεδαπή ή σε άλλο κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου.»

10. Στο άρθρο 47 του ν. 4172/2013, προστίθενται νέες παράγραφοι 5 και 6 που έχουν ως εξής:
«5. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 37 και της παραγράφου 6 του άρθρου 42 εφαρμόζονται και στα νομικά πρόσωπα του άρθρου 45.
6. Ειδικά το εισόδημα από υπεραξία μεταβίβασης κρατικών ομολόγων και εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου που αποκτούν νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που δεν είναι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας και δεν έχουν στην Ελλάδα μόνιμη εγκατάσταση απαλλάσσεται του φόρου

11. Το άρθρο 48 του ν. 4172/2013 τροποποιείται ως εξής:
α. Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:
«Τα ενδοομιλικά μερίσματα που εισπράττει ένα νομικό πρόσωπο που είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, απαλλάσσονται από το φόρο, εάν το νομικό πρόσωπο που προβαίνει στη διανομή:
α) περιλαμβάνεται στους τύπους που απαριθμούνται στο Παράρτημα Ι Μέρος Α΄ της Οδηγίας 2011/96/ΕΕ, όπως ισχύει, και
β) είναι φορολογικός κάτοικος κράτους-μέλους της ΕΕ, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού και δεν θεωρείται κάτοικος τρίτου κράτους εκτός ΕΕ κατ’ εφαρμογήν όρων σύμβασης αποφυγής διπλής φορολογίας που έχει συναφθεί με αυτό το τρίτο κράτος, και
γ) υπόκειται, χωρίς τη δυνατότητα επιλογής ή απαλλαγής, σε έναν από τους φόρους που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι Μέρος Β΄ της Οδηγίας 2011/96/ΕΕ ή σε
οποιοδήποτε άλλον φόρο αντικαταστήσει έναν από τους φόρους αυτούς, και
δ) ο λήπτης φορολογούμενος κατέχει ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής τουλάχιστον δέκα τοις εκατό (10%) της αξίας ή του πλήθους του μετοχικού ή βασικού κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου του νομικού προσώπου που διανέμει, και
ε) το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής διακρατείται τουλάχιστον είκοσι τέσσερεις (24) μήνες.»

β. Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Η προηγούμενη παράγραφος ισχύει επίσης για τα ενδοομιλικά μερίσματα που εισπράττονται από μόνιμές εγκαταστάσεις εταιρειών άλλων κρατών-μελών που βρίσκονται στην Ελλάδα και προέρχονται από τις θυγατρικές τους σε ένα άλλο κράτος-μέλος

γ. Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Εάν διανέμονται κέρδη από νομικό πρόσωπο σε λήπτη φορολογούμενο που δεν έχει διακρατήσει το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής επί είκοσι τέσσερεις (24) μήνες, αλλά πληρούται η προϋπόθεση γ΄ της παραγράφου 1, ή αυτή της παραγράφου 2, ο λήπτης φορολογούμενος μπορεί προσωρινά να ζητήσει την απαλλαγή που προ-βλέπεται στις εν λόγω παραγράφους, εφόσον καταθέσει στη Φορολογική Διοίκηση εγγυητική επιστολή υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, ίση με το ποσό του φόρου που θα όφειλε να καταβάλει σε περίπτωση μη χορήγησης της απαλλαγής. Η απαλλαγή καθίσταται οριστική και η εγγύηση λήγει κατά την ημερομηνία που συμπληρώνονται είκοσι τέσσερεις (24) μήνες διακράτησης του ελάχιστου ποσοστού συμμετοχής. Εάν ο φορολογούμενος παύει να διακρατεί το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής πριν τη συμπλήρωση των είκοσι τεσσάρων (24) μηνών, η εγγύηση καταπίπτει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου κατά την ημερομηνία αυτή

δ. Η παράγραφος 4 καταργείται και η παράγραφος 5 αναριθμείται σε 4.

12. Στην παράγραφο 5 του άρθρου 49 του ν.4172/2013 μετά τις λέξεις «πιστωτικά ιδρύματα» προστίθενται οι λέξεις «,τις εταιρείες χρηματοδοτικής μίσθωσης του ν. 1665/1986 και τις εταιρείες πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων του ν. 1905/1990 που λαμβάνουν άδεια από την Τράπεζα της Ελλάδος και τις αντίστοιχες ρυθμιστικές αρχές άλλων κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης».

13. Το άρθρο 60 του ν. 4172/2013 τροποποιείται ως εξής:
α. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 60, μετά τη λέξη «είδος» προστίθενται οι λέξεις «,των ημερομισθίων».
β. Στην παράγραφο 3 οι λέξεις «των προηγούμενων παραγράφων» αντικαθίστανται από τις λέξεις «του παρόντος άρθρου».
γ. Στην παράγραφο 5 μετά τις λέξεις «το άρθρο 12,» προστίθενται οι λέξεις «,καθώς και στις πρόσθετες αμοιβές που δεν συμπεριλαμβάνονται στις τακτικές αποδοχές».

14. Το άρθρο 62 του ν.4172/2013 τροποποιείται ως εξής:
α. Στο τέλος της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 62 προστίθενται οι λέξεις: «εκτός της περίπτωσης του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 και της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 41.»
β. Προστίθεται νέα παράγραφος 5 που έχει ως εξής:
«5. Τα νομικά πρόσωπα ή οι νομικές οντότητες που είναι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας ή έχουν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα και λαμβάνουν αμοιβές για δικαιώματα (royalties) σύμφωνα με την περίπτωση γ΄ της παραγράφου 1 δεν υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου σύμφωνα με το άρθρο 64.»

15. Τα δύο τελευταία εδάφια της παραγράφου 3 του άρθρου 63 του ν. 4172/2013 αντικαθίστανται ως εξής:
«Η απαλλαγή καθίσταται οριστική και η εγγύηση λήγει κατά την ημερομηνία που συμπληρώνονται είκοσι τέσσερεις (24) μήνες διακράτησης του ελάχιστου ποσοστού συμμετοχής. Εάν ο φορολογούμενος παύει να διακρατεί το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής πριν τη συμπλήρωση των είκοσι τεσσάρων (24) μηνών, η εγγύηση καταπίπτει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου κατά την ημερομηνία αυτή.»

16. Το άρθρο 64 του ν.4172/2013 τροποποιείται ως εξής:
α. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 64, αντικαθίσταται ως εξής:
«δ) για αμοιβές για τεχνικά έργα, αμοιβές διοίκησης, αμοιβές για συμβουλευτικές ή παρόμοιες υπηρεσίες είκοσι τοις εκατό (20%).

β. Στο δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 μετά τις λέξεις «του μισθώματος,» προστίθενται οι λέξεις «ανεξαρτήτως αν ο λήπτης της αμοιβής είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα».

γ. Στην παράγραφο 2 μετά τις λέξεις «Γενικής Κυβέρνησης» προστίθενται οι λέξεις «εκτός από τις κεφαλαιουχικές εταιρείες» και μετά τις λέξεις «υπηρεσιών από» προστίθεται η λέξη «φυσικά ή».

δ. Στην παράγραφο 3 μετά τη λέξη «πληρωμή» προστίθενται οι λέξεις «,εκτός από τις αμοιβές που αναφέρονται στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1» και οι λέξεις «που λαμβάνει αμοιβές για υπηρεσίες σύμφωνα με την περίπτωση δ΄ και» διαγράφονται.

ε. Στο τέλος της παραγράφου 7 του άρθρου 64 του ν. 4172/2013 προστίθενται λέξεις και στη συνέχεια εδάφιο ως εξής:
«εκτός από τους φόρους που παρακρατούνται από τους συμβολαιογράφους. Ειδικά ο φόρος που παρακρατείται από συμβολαιογράφο για την υπεραξία του άρθρου 41, αποδίδεται από τον ίδιο με τραπεζική επιταγή σε διαταγή του Ελληνικού Δημοσίου, εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την υπογραφή του συμβολαίου. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων καθορίζεται η διαδικασία για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.»

στ. Προστίθενται νέες παράγραφοι 8 και 9 ως εξής:
«8. Σε περίπτωση που ο λήπτης της αμοιβής σύμφωνα με την περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 62 είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, παρακράτησή φόρου σύμφωνα με την παράγραφο 1 ενεργείται μόνον εφόσον η συναλλαγή υπερβαίνει τα τριακόσια (300) ευρώ.
9. Ειδικά, το εισόδημα από τόκους κρατικών ομολόγων και εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου που αποκτούν νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που δεν είναι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας και δεν έχουν στην Ελλάδα μόνιμη εγκατάσταση δεν υπόκειται σε παρακράτηση φόρου σύμφωνα με την παράγραφο 1.»

17. Στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 65 του ν. 4172/2013 οι λέξεις «ο οποίος είναι ίσος ή κατώτερος» αντικαθίστανται με τις λέξεις «του οποίου ο συντελεστής είναι ίσος ή κατώτερος».

18. Στην περίπτωση ε΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 66 του ν. 4172/2013 οι λέξεις «-μέλος» διαγράφονται.

19. Μετά το άρθρο 67 του ν. 4172/2013 προστίθεται νέο άρθρο 67 Α που έχει ως εξής:
«Άρθρο 67Α Υποβολή της δήλωσης υπολογισμού του φόρου υπεραξίας από μεταβίβαση ακίνητης περιουσίας
1. Ο φορολογούμενος που μεταβιβάζει ακίνητη περιουσία υποχρεούται να δηλώνει το σύνολο των στοιχείων που αφορούν τον προσδιορισμό του φόρου υπεραξίας, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 41, όπως αυτό ισχύει.
2. Ο συμβολαιογράφος υποχρεούται να ελέγχει και να βεβαιώνει την ακρίβεια των στοιχείων της δήλωσης της παραγράφου 1, ως προς τον χρόνο και την αξία κτήσης και μεταβίβασης, το είδος της ακίνητης περιουσίας ή των ιδανικών μεριδίων αυτής ή του εμπραγμάτου δικαιώματος, τα έτη διακράτησης, τους συντελεστές, τα μεγέθη του ΔΤΚατ και τον υπολογισμό του φόρου, και να θεωρεί τη δήλωση, την οποία, επί ποινή ακυρότητας του συμβολαίου, επισυνάπτει σε αυτό. Ο συμβολαιογράφος δεν έχει ευθύνη για όσα στοιχεία δεν έχουν περιέλθει σε γνώση του και δεν περιλαμβάνονται στο συμβόλαιο που συντάσσει.
3. Ως χρόνος υποβολής της δήλωσης σύμφωνα με το άρθρο 31 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας θεωρείται ο χρόνος σύνταξης του συμβολαίου μεταβίβασης στο οποίο προσαρτάται.
4. Ο μισθωτής του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 41 υποχρεούται να δηλώνει το σύνολο των στοιχείων που αφορούν στον προσδιορισμό του φόρου υπεραξίας του κτίσματος που περιέρχεται στην κατοχή του τρίτου. Η δήλωση του προηγούμενου εδαφίου συνιστά άμεσο προσδιορισμό του φόρου. Υπόχρεος καταβολής του φόρου είναι ο τρίτος.
5. Για τις μεταβιβάσεις που εμπίπτουν στην περίπτωση ε΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 41, ο αποκτών υποχρεούται να δηλώνει τα στοιχεία που αφορούν στον προσδιορισμό του φόρου υπεραξίας της ακίνητης περιουσίας. Η δήλωση του προηγούμενου εδαφίου συνιστά άμεσο προσδιορισμό του φόρου. Υπόχρεος καταβολής του φόρου είναι ο αποκτών.
6. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο χρόνος απόδοσης του φόρου και κάθε άλλο αναγκαίο για την εφαρμογή των παραγράφων 4 και 5 του παρόντος.»

20. Το άρθρο 69 του ν. 4172/2013 τροποποιείται ως εξής:
α. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 μετά τη λέξη «που προκύπτει» προστίθενται οι λέξεις «από επιχειρηματική δραστηριότητα».
β. Στην παράγραφο 2 η λέξη «α΄» και η περίπτωση β΄ διαγράφονται.

21. Στην παράγραφο 8 του άρθρου 71 του ν. 4172/2013 μετά τη λέξη «παραγράφων» προστίθεται ο αριθμός «4».

22. Το άρθρο 72 του ν. 4172/2013 τροποποιείται ως εξής:
α. Στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 12 οι λέξεις «φορολογικά αναγνωρίσιμες ζημίες» αντικαθίστανται από τις λέξεις «δηλωθείσες φορολογικές ζημίες της επιχείρησης».
β. Στην παράγραφο 13 μετά τις λέξεις «αναπτυξιακών νόμων,» προστίθενται οι λέξεις «του αφορολόγητου αποθεματικού της περίπτωσης ζ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 28 του ν. 2238/1994, όπως ισχύει μετά τη δημοσίευση του Κ.Φ.Ε.».
γ. Στην παράγραφο 18 η παραπομπή «του ν. 3371/ 2005» αντικαθίσταται από την παραπομπή «του ν. 2367/ 1995».
δ. Στην παράγραφο 23 οι λέξεις «ή αναθεωρηθεί» διαγράφονται.
ε. Προστίθενται νέες παράγραφοι 26, 27, 28, 29, 30 και 31 που έχουν ως εξής:
«26. Σε περίπτωση κατά την οποία η μεταβίβαση του άρθρου 41 Κ.Φ.Ε. αφορά δικαίωμα το οποίο αποκτήθηκε μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 1994, η υπεραξία θεωρείται μηδενική.
Ειδικά στην περίπτωση της χρησικτησίας, εφόσον ο σχετικός χρόνος συμπληρώθηκε πριν από την 31η Δεκεμβρίου 1994, ως χρόνος κτήσης θεωρείται η 1η Ιανουαρίου 1995.
27. Στην περίπτωση ακινήτου που εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 41 και έχει αποκτηθεί, σύμφωνα με τα οριζόμενα σε αυτό, από 1ης Ιανουαρίου 1995 έως και την 31η Δεκεμβρίου 2002, ο συντελεστής απομείωσης της παραγράφου 5 πολλαπλασιάζεται με το συντελεστή 0,8.
28. Για την περίοδο μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2015 η υπεραξία που αποκτά ένα νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα από πώληση και επαναμίσθωση (lease back) ακινήτου αναγνωρίζεται ως έσοδο σύμφωνα με τα οριζόμενα στο Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο 17, όπως αυτό υιοθετείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
29. Ειδικά ο χρόνος υποβολής της δήλωσης και απόδοσης του παρακρατούμενου φόρου που καταβάλλεται τον Ιανουάριο του 2014, παρατείνεται μέχρι τις 30 Απριλίου 2014.
30. Οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 15, της παραγράφου 5 του άρθρου 29 και της παραγράφου 4 του άρθρου 58 του Κώδικα εφαρμόζονται και για το νησί της Κεφαλονιάς για εισοδήματα που αποκτώνται ή κέρδη που προκύπτουν από την 1η Ιανουαρίου 2014 μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2015.
31. Ειδικά, για τα εισοδήματα που αποκτήθηκαν από 1.1.2013 έως 31.12.2013 εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 4 του ν. 2238/1994 και οι εκδοθείσες κατ΄ εξουσιοδότηση αυτού υπουργικές αποφάσεις.»

23. Οι διατάξεις των προηγούμενων περιπτώσεων ισχύουν από την 1η Ιανουαρίου 2014, εκτός αν ορίζεται σε αυτές διαφορετικά.

ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Δ.2.
ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΚΥΡΙΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

1. α. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει, η λέξη «όργανο» αντικαθίσταται από τη λέξη «όργανα» και η λέξη «υπό-γράφει» από τη λέξη «υπογράφουν».
β. Μετά το τέλος του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν.4174/2013, προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Η άσκηση της αρμοδιότητας που μεταβιβάστηκε και η εξουσιοδότηση υπογραφής μπορεί, σύμφωνα με την απόφαση του Γενικού Γραμματέα, να αφορά περισσότερα όργανα της Φορολογικής Διοίκησης.»

2. α. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 4 του ν.4174/ 2013, όπως ισχύει μετά τη λέξη «δύναται να» προστίθενται οι λέξεις: «τροποποιεί εν όλω ή εν μέρει την απόφαση του για» και διαγράφονται οι λέξεις «να ανακαλεί οποτεδήποτε εγγράφως κάθε».
β. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 11 του ν. 4174/2013 αντικαθίστανται οι λέξεις «εφόσον πραγματοποιείται» με τις λέξεις «προκειμένου να πραγματοποιηθεί» και στο τρίτο εδάφιο της ίδιας παραγράφου μετά από τη λέξη «θέματα» προστίθενται οι λέξεις «, εξαιρέσεις σε περίπτωση συναλλαγών με πιστωτικά ιδρύματα και ιδρύματα πληρωμών».

3. Η παράγραφος 1 του άρθρου 17 του ν.4174/2013 τροποποιείται ως εξής:
α. Στην περίπτωση β΄ διαγράφεται η λέξη «φοροδιαφυγής»,
β. Στην περίπτωση γ΄ μετά τη λέξη «εκδίκασης» προστίθενται οι λέξεις «οποιασδήποτε ποινικής ή φορολογικής υπόθεσης ή αστικής υπόθεσης με διάδικο το Δημόσιο ή Φορέα της Γενικής Κυβέρνησης» και διαγράφονται οι λέξεις «ποινικών υποθέσεων φοροδιαφυγής ή φορολογικών υποθέσεων»,
γ. Στην περίπτωση ε΄ οι λέξεις «οικονομικές αρχές, συμπεριλαμβανομένων των φορέων κοινωνικής ασφάλισης» αντικαθίστανται με τις λέξεις «υπηρεσίες των φορέων Γενικής Κυβέρνησης»,
δ. Στο τέλος της περίπτωσης στ΄ προστίθενται οι λέξεις «,καθώς και σε εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛ.ΣΤΑΤ.), στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της.»
ε. Προστίθενται νέες περιπτώσεις θ΄ και ι΄ ως εξής:
«θ) σε τρίτους, κατόπιν αιτιολογημένης εισαγγελικής παραγγελίας, ότι δεν συντρέχει περίπτωση φορολογικού απορρήτου,
ι) σε φορολογουμένους που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα, κατόπιν αιτήσεώς τους, και μόνο καθ΄ ο μέρος αυτό είναι απολύτως αναγκαίο, προκειμένου να διακριβωθεί η φορολογική ή η επαγγελματική υπόστασή άλλου φορολογουμένου που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα

4. Το άρθρο 21 του ν.4174/2013 τροποποιείται ως εξής:
α. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο Φάκελος Τεκμηρίωσης που αποτελείται κατά περίπτωση από το Βασικό Φάκελο Τεκμηρίωσης και τον Ελληνικό Φάκελο Τεκμηρίωσης, καταρτίζεται εντός τεσσάρων (4) μηνών από το τέλος του φορολογικού έτους και συνοδεύεται από Συνοπτικό Πίνακα Πληροφοριών, ο οποίος υποβάλλεται ηλεκτρονικά στη Φορολογική Διοίκηση μέσα στην ίδια προθεσμία.»
β. Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται ως εξής: «Ο φάκελος τεκμηρίωσης της παραγράφου 3 περιλαμβάνει ειδικό κεφάλαιο όπου περιγράφονται γεγονότα που έχουν αντίκτυπο στις πληροφορίες και τα στοιχεία που παρέχονται στους Φακέλους και που οφείλονται σε οποιαδήποτε μεταβολή των συνθηκών της αγοράς. Ο υποκείμενος στο φόρο οφείλει να ενημερώνει το Φάκελο έως το τέλος του φορολογικού έτους εντός του οποίου η παραπάνω μεταβολή λαμβάνει χώρα. Με την επιφύλαξη των ανωτέρω οι Φάκελοι Τεκμηρίωσης Ενδοομιλικών Συναλλαγών της παραγράφου 3 μπορούν να χρησιμοποιηθούν για το επόμενο φορολογικό έτος, εφόσον επικαιροποιηθούν ενσωματώνοντας όλες τις αναγκαίες αλλαγές. Η επικαιροποίηση του Φακέλου γίνεται εντός τεσσάρων (4) μηνών από το τέλος του φορολογικού έτους κατά τη διάρκεια του οποίου προέκυψε η ανάγκη επικαιροποίησης. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων είναι δυνατός ο καθορισμός των επικαιροποιήσεων που κρίνονται απαραίτητες όσον αφορά το περιεχόμενο των Φακέλων Τεκμηρίωσης είτε σε ετήσια είτε μόνιμη βάση.»
γ. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 6 αντικαθίσταται ως εξής:
«Με όμοια απόφαση μπορεί να προβλέπεται η μέθοδος υπολογισμού του κύκλου εργασιών και των αντίστοιχων λογιστικών προτύπων, όπως επίσης απλουστευμένη διαδικασία για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις όπως ορίζονται από το ευρωπαϊκό δίκαιο.»

5. α. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 25 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει μετά τη λέξη «οριζόμενος» προστίθενται οι λέξεις «ή οι οριζόμενοι», μετά τη λέξη «υπάλληλος» προστίθενται οι λέξεις «ή υπάλληλοι», η λέξη «φέρει» αντικαθίσταται από τη λέξη «φέρουν», μετά τη λέξη «Γενικό Γραμματέα» προστίθενται οι λέξεις «ή από εξουσιοδοτημένα από αυτόν όργανα της Φορολογικής Διοίκησης».
β. Στην περίπτωση β΄ του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 25 του ν. 4174/2013 μετά τις λέξεις «υπαλλήλου» προστίθενται οι λέξεις «ή των υπαλλήλων στους οποίους» και διαγράφονται οι λέξεις «στον οποίο έχει».

6. Στο άρθρο 25 του ν.4174/2013, όπως ισχύει, η παράγραφος 7 αναριθμείται σε παράγραφο 8 και προστίθεται νέα παράγραφος 7 ως εξής:
«7. Ειδικά προκειμένου για τον μερικό επιτόπιο έλεγχο, σε φορολογούμενους ορισμένης περιοχής ή/και δραστηριότητας ή που διακινούν αγαθά, η εντολή διενέργειας του ελέγχου, που εκδίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 1, μπορεί να περιλαμβάνει, αντί των υπό γ΄ και δ΄ στοιχείων, την περιοχή του ελέγχου ή/και το είδος των δραστηριοτήτων των φορολογουμένων. Ο χρόνος διενέργειας του ελέγχου, στην περίπτωση αυτή, μπορεί να είναι και εκτός του επισήμου ωραρίου της Φορολογικής Διοίκησης.»

7. α. Στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 37 του ν.4174/2013, όπως ισχύει, διαγράφονται οι λέξεις «ζ)τον τόπο εξόφλησης του φόρου» και οι περιπτώσεις «η)», «θ)», «ι)», «κ)» αναριθμούνται αντίστοιχα σε «ζ)», «η)», «θ)» και στο δεύτερο εδάφιο μετά τις λέξεις «έκθεση ελέγχου» προστίθενται οι λέξεις «, εκτός από την περίπτωση του τετάρτου εδαφίου του άρθρου 34.»
β. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 40 του ν. 4174/2013 προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής:
«Κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου ισχύει αναλόγως η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 25 του Κώδικα.»

8. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 46 του ν.4174/2013, όπως ισχύει, και στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του ως άνω άρθρου και νόμου, μετά τις λέξεις «των περιπτώσεων β΄ και γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 55» προστίθενται οι λέξεις «, και ανεξαρτήτως των χρηματικών ορίων που τίθενται στο δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης β΄,».

9. Το άρθρο 54 του ν.4174/2013, όπως ισχύει, τροποποιείται ως εξής:
α. Στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 μετά τη λέξη «εκπρόθεσμα» προστίθενται οι λέξεις «ή υποβάλει ελλιπή».
β. Στην παράγραφο 1 προστίθεται περίπτωση θ΄ ως εξής:
«θ) δεν εκδίδει ή εκδίδει ανακριβώς αποδείξεις λιανικής πώλησης ή επαγγελματικά στοιχεία.»
γ. Στην περίπτωση η΄ της παραγράφου 1 διαγράφονται οι λέξεις «και την έκδοση στοιχείων»,
δ. Στην περίπτωση β΄ της παραγράφου 2 διαγράφονται οι λέξεις «για κάθε άλλη παράβαση σε περίπτωση» και αντικαθίστανται από τις λέξεις «για κάθε παράβαση των περιπτώσεων β΄, γ΄ και δ΄ της παραγράφου 1».
ε. Στην περίπτωση γ΄ της παραγράφου 2 διαγράφονται οι λέξεις «χίλια (1.000) ευρώ, για κάθε άλλη παράβαση» και αντικαθίστανται από τις λέξεις «διακόσια πενήντα (250) ευρώ, για κάθε παράβαση των περιπτώσεων β΄, γ΄, δ΄, στ΄ και θ΄ της παραγράφου 1, με ανώτατο όριο το ποσό ύψους τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ ανά φορολογικό έλεγχο, στην περίπτωση της μη έκδοσης ή έκδοσης ανακριβών φορολογικών στοιχείων.»
στ. Στην περίπτωση δ΄ της παραγράφου 2 διαγράφονται οι λέξεις «δύο χιλιάδες πεντακόσια (2.500) ευρώ, για κάθε άλλη παράβαση» και αντικαθίστανται από τις λέξεις «πεντακόσια (500) ευρώ, για κάθε παράβαση των περιπτώσεων β΄, γ΄, δ΄, στ΄ και θ΄ της παραγράφου 1, με ανώτατο όριο το ποσό ύψους τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ ανά φορολογικό έλεγχο, στην περίπτωση της μη έκδοσης ή έκδοσης ανακριβών φορολογικών στοιχείων» και διαγράφεται το τελευταίο εδάφιο της ίδιας περίπτωσης.
ζ. Στην παράγραφο 2 προστίθεται περίπτωση ε΄ ως εξής:
«ε) δύο χιλιάδες πεντακόσια (2.500) ευρώ στις περιπτώσεις ε΄ και ζ΄ και η΄ της παραγράφου 1».
η. Στο τέλος της παραγράφου 2 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Δεν επιβάλλονται τα πρόστιμα του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση υποβολής εκπρόθεσμης τροποποιητικής δήλωσης ΦΠΑ ή δήλωσης παρακρατούμενου φόρου, εφόσον η σχετική αρχική δήλωση έχει υποβληθεί εμπρόθεσμα.»
θ. Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:
«Σε περίπτωση διαπίστωσης, στο πλαίσιο ελέγχου, εκ νέου διάπραξης της ίδιας παράβασης, εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, τα σύμφωνα με τον Κώδικα πρόστιμα επιβάλλονται στο διπλάσιο και, στην περίπτωση κάθε επόμενης ίδιας παράβασης, στο τετραπλάσιο του αρχικώς επιβληθέντος προστίμου.»

10. Στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 56 του ν. 4174/2013 οι λέξεις «παράγραφο 3» αντικαθίσταται με τις λέξεις «παράγραφο 4».

11. Στο άρθρο 59 του ν.4174/2013, όπως ισχύει, διαγράφονται οι λέξεις «Στον υπόχρεο» και αντικαθίστανται από τις λέξεις «Ο υπόχρεος» και διαγράφεται η λέξη «επιβάλλεται» και αντικαθίσταται από τη λέξη «υπόκειται σε».

12. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 62 του ν.4174/2013, όπως ισχύει, μετά τις λέξεις «τον προσδιορισμό του φόρου» προστίθεται η λέξη «,την παραγραφή» και στην παράγραφο 4 του ιδίου άρθρου αντικαθίστανται οι λέξεις «τριάντα (30)» από τις λέξεις «είκοσι (20)».

13. Στο άρθρο 62 του ν.4174/2013, όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής:
«6. Εφόσον, για την ίδια παράβαση, επιβάλλονται, σύμφωνα με τον Κώδικα, περισσότερα πρόστιμα, υπερισχύει η διάταξη που προβλέπει το μεγαλύτερο πρόστιμο.»

14. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 63 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει, μετά τις λέξεις «που εξέδωσε την πράξη» προστίθενται οι λέξεις «ή παρέλειψε την έκδοσή της» και στο τελευταίο εδάφιο της ιδίας παραγράφου μετά τις λέξεις «σε αυτόν» προστίθενται οι λέξεις «ή από τη συντέλεση της παράλειψης.»

15. α. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 63 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει, προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Η αναστολή, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, δεν ισχύει επί του άμεσου προσδιορισμού του φόρου, καθώς και επί πράξης διοικητικού προσδιορισμού του φόρου, που εκδίδεται με βάση στοιχεία που έχουν παρασχεθεί από τον φορολογούμενο σε φορολογική του δήλωση.»
β. Στην παράγραφο 8 του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 μετά τις λέξεις «Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας» προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Για την αναστολή, λόγω άσκησης προσφυγής, ισχύουν ανάλογα οι διατάξεις της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.»

16. Στο τέλος της παραγράφου 5 του άρθρου 63 του ν. 4174/2013, προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Εσωτερικής Επανεξέτασης μπορεί, με απόφασή του, να εξουσιοδοτεί άλλους υπαλλήλους της ίδιας υπηρεσίας, να υπογράφουν, με εντολή του, αποφάσεις επί ενδικοφανών προσφυγών και αιτήσεων αναστολής.».

17. Στο έκτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 65 Α η λέξη «και» διαγράφεται και τίθεται κόμμα και μετά τη λέξη «ευθύνης» προστίθενται οι λέξεις «και στα υποκαταστήματα αλλοδαπών επιχειρήσεων».

18. α. Στο τέλος της παραγράφου 3 του άρθρου 66 του ν.4174/2013, όπως ισχύει, προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Ως έναρξη ελέγχου κατά την έννοια του πρώτου εδαφίου θεωρείται και η αποστολή έως τις 31.12.2013 επιστολής στο φορολογούμενο, με την οποία του γνωστοποιείται ότι έχει εκδοθεί εντολή φορολογικού ελέγχου. Σε περίπτωση κατά την οποία, έως τις 31.12.2013, είχε εκδοθεί εντολή φορολογικού ελέγχου και για οποιονδήποτε λόγο, μετά την ημερομηνία αυτή, για την ίδια χρήση, περίοδο, φορολογική υπόθεση ή υποχρέωση, εκδοθεί νέα εντολή ελέγχου, οι έννομες συνέπειες της έκδοσης της αρχικής εντολής δεν θίγονται.»
β. Στο εδάφιο 1 της παραγράφου 11 του άρθρου 66 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει, μετά τη λέξη «εισφορών» προστίθεται η λέξη «προστίμων,» και μετά το δεύτερο εδάφιο της ίδιας παραγράφου προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Όπου σε κείμενες διατάξεις ουσιαστικού φορολογικού δικαίου, που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, προβλέπεται προθεσμία παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να κοινοποιεί φύλλα ελέγχου, πράξεις προσδιορισμού φόρου, τελών, εισφορών, πράξεις επιβολής προστίμων και κάθε άλλη συναφή πράξη, η παραγραφή διακόπτεται με την έκδοσή τους. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζεται και σε εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις, οι οποίες δεν έχουν συζητηθεί κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου σε πρώτο βαθμό.».

19. Στην παράγραφο 19 του άρθρου 66 του ν.4174/2013, όπως ισχύει, μετά τις λέξεις «του άρθρου 4» προστίθενται οι λέξεις «παρ. 1 εδάφιο 1 ».

20. Η παράγραφος 40 του άρθρου 66 του ν.4174/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«40. Οι διατάξεις του άρθρου 65 Α τίθενται σε ισχύ για χρήσεις που αρχίζουν από 1ης Ιανουαρίου 2014 και καταργούνται για τις χρήσεις που αρχίζουν από 1ης Ιανουαρίου 2016 και μετά. Η Α.Υ.Ο. ΠΟΛ.1159/2011 διατηρείται σε ισχύ για χρήσεις που αρχίζουν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2014 και μπορεί να τροποποιηθεί ύστερα από γνώμη της Ε.Λ.Τ.Ε..»

21. Στο άρθρο 66 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει, μετά την παράγραφο 42 προστίθενται νέοι παράγραφοι 43 και 44 ως εξής:
«43. Εφόσον με την υποβολή τροποποιητικής φορολογικής δήλωσης ή με αυτοτελές αίτημα ή καθ΄ οιονδήποτε άλλο τρόπο, που αφορά φορολογικό έτος, διαχειριστική περίοδο ή φορολογική υπόθεση, μέχρι την έναρξη ισχύος του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, προβάλλεται αξίωση επιστροφής φόρου, για τα σχετικά με την παραγραφή, εφαρμόζονται τα ισχύοντα μέχρι τον χρόνο έναρξης ισχύος του Κώδικα.
44. Από την έναρξη ισχύος του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας κάθε αίτημα προς τη Φορολογική Διοίκησή, για διοικητικό ή δικαστικό συμβιβασμό, θεωρείται απαράδεκτο και δεν εξετάζεται. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου, ανεξαρτήτως χρονικών περιορισμών, εφαρμόζεται και για υποθέσεις, οι οποίες ήταν δυνατό να υπαχθούν σε οποιαδήποτε περίπτωση των διατάξεων των άρθρων 70Α και 70Β του ν. 2238/1994

22. Στο άρθρο 66 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει, μετά την παράγραφο 46 προστίθεται παράγραφος 47 ως εξής:
«47. Εντολές διενέργειας φορολογικού ελέγχου, εκδοθείσες μετά την 1.1.2014 και μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, θεωρούνται νόμιμες, εφόσον υπογράφονται από τον Προϊστάμενο της υπηρεσίας, ο οποίος ήταν κατά το νόμο αρμόδιος για την έκδοσή τους, σύμφωνα με τα κατά το νόμο ισχύοντα έως τις 31.12.2013.
Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζεται ανάλογα και για διαδικαστικές πράξεις στο πλαίσιο του ελέγχου, εκθέσεις ελέγχου, καταλογιστικές πράξεις φόρων, τελών, εισφορών και προστίμων, πράξεις ταμειακής βεβαίωσης, μέτρα διοικητικής και αναγκαστικής εκτέλεσης, διασφαλιστικά μέτρα, αναγγελίες, συμψηφισμούς, κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2014 και μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, εφόσον υπογράφονται από όργανα τα οποία ήταν αρμόδια, σύμφωνα με τα κατά το νόμο ισχύοντα έως τις 31.12.2013. Για καταλογιστικές πράξεις, εκτελεστούς τίτλους, πράξεις ταμειακής βεβαίωσης, μέτρα διοικητικής και αναγκαστικής εκτέλεσης, διασφαλιστικά μέτρα, αναγγελίες, για χρονικό διάστημα τεσσάρων μηνών από την δημοσίευση του παρόντος, η Φορολογική Διοίκηση θεωρείται ενιαία

23. Στο άρθρο 66 του ν. 4174/2013, όπως ισχύει, μετά την παράγραφο 47 προστίθεται παράγραφος 48 ως εξής:
«48.Για παραβάσεις που διαπράχθηκαν μέχρι τις 31.12.2013, ανεξάρτητα από το χρόνο διαπίστωσης τους, και το σχετικό πρόστιμο υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 4, 5 και 6 του ν. 2523/1997, εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 9 παράγραφος 6 του ίδιου νόμου, εφόσον ο φορολογούμενος, με δήλωσή του προς τον Προϊστάμενο της αρχής που εξέδωσε την πράξη επιβολής προστίμου, εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα ημερών από την κοινοποίηση της, αποδεχθεί ανεπιφύλακτα το σύνολο των παραβάσεων που αναφέρονται σε αυτή και καταβάλει, ταυτόχρονα, τουλάχιστον ποσοστό 40% της συνολικής οφειλής, ενώ το υπόλοιπο ποσό καταβάλλεται εφάπαξ μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα της αποδοχής. Ειδικά για τις παραβάσεις που διαπράχθηκαν έως τις 26.7.2013 και για τις οποίες το σχετικό πρόστιμο υπολογίζεται, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 10 και 6 του ν. 2523/1997, εφαρμόζονται, υπό τις προϋποθέσεις του προηγουμένου εδαφίου, οι διατάξεις του άρθρου 55 παρ. 2 του Κώδικα. Οι διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων εφαρμόζονται ανάλογα και για υποθέσεις για τις οποίες ο φορολογούμενος έχει ασκήσει εμπρόθεσμη ενδικοφανή ή δικαστική προσφυγή ενώπιον της Υπηρεσίας Εσωτερικής Επανεξέτασης ή διοικητικού δικαστηρίου πρώτου βαθμού και οι οποίες δεν έχουν εξεταστεί ή συζητηθεί, εφόσον η δήλωση αποδοχής της πράξης γίνει εντός αποκλειστικής εξήντα ημερών από την δημοσίευση του παρόντος. Ποσά τα οποία έχουν καταβληθεί, δεν επιστρέφονται λόγω της εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας παραγράφου. Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος, αμφισβητήσει την νομιμότητα της αποδοχής, η πράξη και οι έννομες συνέπειές της αναβιώνουν και ήδη καταβληθέντα ποσά δεν επιστρέφονται.»

24. Οι διατάξεις των περιπτώσεων της παρούσας υποπαραγράφου, εφαρμόζονται και ισχύουν από την 1.1.2014, εκτός εάν διαφορετικά ορίζεται σε αυτές.

ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Δ.3
ΑΝΑΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ

1. Στο τέλος της υποπερίπτωσης γ΄ της περίπτωσης 3 της υποπαραγράφου Ε2 της παρ. Ε΄ του άρθρου πρώτου του ν.4093/2012 (Α'222), όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο, ως εξής:
«Οι διατάξεις των περιπτώσεων της περίπτωσης β΄ της παρ.5, των εδαφίων δ΄ και ε΄ της παρ. 8, του δεύτερου εδαφίου της παρ.14, των παραγράφων 15, 21, 22 και 23 του άρθρου 30 του ν. 3296/2004 (Α΄253), εφαρμόζονται ανάλογα και για τις υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (Γ.Γ.Δ.Ε.) του Υπουργείου Οικονομικών, αποκλειστικά και μόνο κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του προληπτικού, προσωρινού και τελωνειακού ελέγχου εφαρμογής της φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας για τις οποίες εκδίδεται ειδική πράξη του αρμόδιου οργάνου

2. Η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 7 του άρθρου 34 του ν. 4141/2013 (Α΄81) αντικαθίσταται ως εξής:
«γ. Ο κανονισμός λειτουργίας των Υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, ο κανονισμός καθηκόντων του προσωπικού τους και η περιγραφή των θέσεων εργασίας αυτών.»