Γερμανία: Βρετανοί του Βερολίνου μιλούν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για το ενδεχόμενο Brexit
Ο κίνδυνος οι Βρετανοί να αποφασίσουν την Πέμπτη να γίνουν η πρώτη χώρα που επιλέγει την αποχώρησή της από την Ευρωπαϊκή Ένωση έχει σημάνει συναγερμό τόσο στις Βρυξέλλες όσο και στις έδρες τραπεζών, επιχειρήσεων, κυβερνήσεων και ΜΜΕ. Εκείνοι όμως που, αν και δεν διαθέτουν τόσο ισχυρή φωνή, θα επηρεαστούν πρώτοι και έχουν κάθε λόγο να αισθάνονται ότι το δημοψήφισμα θα κρίνει το προσωπικό τους μέλλον, είναι οι Βρετανοί που ζουν και εργάζονται σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τι θα συμβεί αν την Παρασκευή ξεκινήσει η διαδικασία αποσύνδεσης της Βρετανίας από την Ένωση; Πώς θα επηρεάσει αυτό την οικογενειακή και επαγγελματική ζωή εκατοντάδων χιλιάδων Βρετανών που ζουν στην υπόλοιπη Ευρώπη, αξιοποιώντας την - ως τώρα δεδομένη - ελευθερία κίνησης, εργασίας και εγκατάστασης; Τι θα κάνουν οι δικηγόροι, γιατροί, μηχανικοί κλπ που εργάζονται στην Γαλλία, στην Ιταλία, στην Γερμανία ή στην Ελλάδα, χρησιμοποιώντας προσόντα και την πιστοποίησή τους που απέκτησαν στην πατρίδα τους; Πώς θα αντιμετωπίσουν οι άλλες χώρες τους Βρετανούς που θα διεκδικούν την παραμονή τους;
Οι Βρετανοί του Βερολίνου μιλούν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για την προετοιμασία τους ενόψει της …επόμενης μέρας, εκφράζουν την ανησυχία τους για την πορεία της χώρας τους και τοποθετούνται στην πλειοψηφία τους κατά του Brexit. Δεν λείπουν ωστόσο κι εκείνοι που, ανεξαρτήτως της προσωπικής τους ιστορίας, θεωρούν το ευρωπαϊκό εγχείρημα χρεοκοπημένο και πιστεύουν ότι η χώρα τους θα είχε καλύτερη τύχη εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ανησυχίες για την ακροδεξιά και ξενοφοβική στροφή στη Βρετανία
«Μέχρι τώρα όλα ήταν εύκολα, θεωρούσαμε πολλά ως δεδομένα», λέει η Τζακίντα Νάντι, συγγραφέας που ζει στην Γερμανία τα τελευταία 15 χρόνια και έχει, επομένως, χάσει το δικαίωμα να ψηφίσει στη χώρα της. Αν και το παιδί της διαθέτει γερμανική υπηκοότητα, η ίδια δεν σκέφτηκε ποτέ να υποβάλει ανάλογο αίτημα. «Αν όλα πάνε στραβά, θα υποχρεώσω τον γερμανό φίλο μου να με παντρευτεί», λέει προσπαθώντας να διατηρήσει το χιούμορ της, αν και εκφράζει μεγάλη απαισιοδοξία τόσο για την έκβαση του δημοψηφίσματος όσο και για την τροπή που παίρνουν τα πράγματα στην βρετανική κοινωνία.
Η Τζακίντα δεν θεωρεί ότι ο θάνατος της βουλευτού Τζο Κοξ θα επηρεάσει την ψήφο των συμπατριωτών της. Ανησυχεί ωστόσο για την «όλο και πιο ακροδεξιά στροφή» της χώρας της και φοβάται ότι στο μέλλον θα βρεθούν κι άλλοι «μοναχικοί λύκοι ή διαταραγμένα άτομα» που θα προβούν σε ανάλογες ενέργειες.
Ανάλογη είναι η άποψη και της Τζέιν Γκόλντινγκ, δικηγόρου που ζει και εργάζεται εδώ και έξι χρόνια στο Βερολίνο, η οποία εύχεται το τραγικό αυτό γεγονός να οδηγήσει σε περισσότερο μετρημένη και λιγότερο διχαστική αντιπαράθεση, όχι μόνο στην Βρετανία, διότι, όπως λέει, το μίσος δεν έχει θέση στη δημοκρατία. «Με απασχολεί βαθιά η ξενοφοβική τροπή που έχει πάρει η καμπάνια», εξηγεί και εκφράζει την ανησυχία της για το ενδεχόμενο μια έξοδος της Βρετανίας να πυροδοτήσει αλυσιδωτές αντιδράσεις και στην υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση.
«Τα τελευταία χρόνια δεν ήταν πράγματι καλά και η Ε.Ε. αντιμετωπίζει μεγάλες προκλήσεις. Αλλά δεν μπορεί αυτό να σημαίνει ότι πρέπει να την εγκαταλείψουμε», προσθέτει και αναφέρεται στα τεράστια επιτεύγματα της ενωμένης Ευρώπης, ειδικά σε ό,τι αφορά την ειρήνη και την συνεργασία. Από την άλλη πλευρά, η οικονομική κρίση και η διαχείρισή της φαίνεται ότι υποχρέωσαν πολλούς να αναθεωρήσουν.
«Ευρωπαϊστής , αλλά κατά της Ευρωπαϊκής Ενωσης»
Ο Ρόμπερτ Σλέι, μεταφραστής, εξηγεί πώς άλλαξε η άποψή του τα τελευταία 10-12 χρόνια, αλλά και πώς το θέμα της Ελλάδας τον έκανε να ξανασκεφτεί πολλές από τις ιδέες του. «Είμαι ευρωπαϊστής, αλλά εναντίον της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι πλέον δύο διαφορετικά πράγματα και είναι είναι πολλοί που το βλέπουν έτσι, ακόμη και στην Γερμανία», τονίζει και υποστηρίζει ότι η Ε.Ε. μετατρέπεται όλο και περισσότερο σε «ευρωπαϊκό υπερκράτος», με τα κράτη να χάνουν την ανεξαρτησία τους και το δικαίωμα της ελεύθερης διαμόρφωσης της οικονομικής πολιτικής τους και με μια ελίτ που αποφασίζει για τις τύχες μας, αλλά εμείς δεν μπορούμε να την εκτοπίσουμε από την εξουσία.
Ο Ρόμπερτ δεν πιστεύει ότι 28 διαφορετικά έθνη μπορούν να συμπεριφέρονται σαν ένα και θεωρεί το εγχείρημα καταδικασμένο να αποτύχει. Τάσσεται λοιπόν υπέρ του Brexit, δηλώνει μάλιστα αισιόδοξος ότι θα επικρατήσει, αλλά δεν αποκλείει η δολοφονία της Τζο Κοξ να αλλάξει την εικόνα. Αναφέρεται δε με νόημα σε ένα ανάλογο γεγονός, την δολοφονία της Σουηδής υπουργού Εξωτερικών 'Αννα Λιντ το 2003, λίγες ημέρες πριν από το δημοψήφισμα για την ένταξη της χώρας στην Ευρωζώνη. Ο ίδιος πάντως πιστεύει ότι ακόμη κι εκείνοι που θα ψηφίσουν για την παραμονή της Βρετανίας στην Ε.Ε. θα το κάνουν κυρίως από φόβο για το άγνωστο, τις συνέπειες δηλαδή που θα μπορούσε να έχει η έξοδος στη δουλειά τους και στην οικονομία. «Η κυβέρνηση άλλωστε προσπαθεί να φοβίσει τον κόσμο, ότι θα αυξηθούν οι φόροι, θα αυξηθεί η ανεργία. Είναι απελπισμένη», αναφέρει.
«Μία εσωτερική διαμάχη του Συντηρητικού Κόμματος έλαβε εθνικές και διεθνείς διαστάσεις»
Εντελώς διαφορετική άποψη διατυπώνει ο επιτυχημένος «Πράσινος» μπλόγκερ Τζον Γουόρθ, ο οποίος προσπαθεί εδώ και καιρό να συντονίσει τους συμπατριώτες του προκειμένου να εγγραφούν για να ψηφίσουν και μάλιστα υπέρ της παραμονής της χώρας στην ενωμένη Ευρώπη.
«Για μένα το ερώτημα είναι οι επιπτώσεις που θα είχε η έξοδος τόσο για την Βρετανία όσο και για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Νομίζω ότι η ζημιά θα ήταν σοβαρή, ειδικά για τη χώρα μου - πρώτα οικονομική και μεσοπρόθεσμα γεωστρατηγική. Η Βρετανία θα έχει στρέψει την πλάτη της στο διεθνές σύστημα και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί έχουν σε κάποιο βαθμό κουραστεί από τη συμπεριφορά της», εκτιμά και καταλογίζει την ευθύνη για το δημοψήφισμα στο Συντηρητικό Κόμμα, στο οποίο, όπως επισημαίνει, η ευρωσκεπτικιστική τάση ενυπάρχει εδώ και είκοσι χρόνια.
«Ο Κάμερον υποσχέθηκε στους ευρωσκεπτικιστές ένα δημοψήφισμα για να τους καθησυχάσει», σημειώνει. Μαζί του συμφωνεί και ο Ντάνιελ Τέλτοου, δημοσιογράφος-ερευνητής, συντονιστής των Βρετανών του Βερολίνου που τάσσονται υπέρ της παραμονής στην Ε.Ε. «Μια τοπική, εσωτερική διαμάχη του Συντηρητικού Κόμματος έλαβε εθνικές και διεθνείς διαστάσεις», τονίζει και εξηγεί ότι οι Βρετανοί δεν είναι εξοικειωμένοι με τα δημοψηφίσματα, που κατά τη γνώμη του δεν είναι ο κατάλληλος τρόπος για να ληφθεί μια τόσο κρίσιμη ιστορική απόφαση.
Η Τζακίντα Νάντι πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα, υποστηρίζοντας ότι το δημοψήφισμα ήταν λάθος, διότι η κοινωνία είναι πολύ θυμωμένη, αλλά ο Ρόμπερτ Σλέι θεωρεί ότι το δημοψήφισμα δεν θα μπορούσε να αποφευχθεί, από τη στιγμή που ο Ντέιβιντ Κάμερον το είχε υποσχεθεί. «Διαφορετικά, το Κόμμα του ίσως έφτανε σε διάσπαση», προσθέτει και σημειώνει ότι θα έχει έτσι κι αλλιώς μεγάλο ενδιαφέρον να δει κανείς τι θα συμβεί μετά την Πέμπτη στους Συντηρητικούς.
Ψήφος με το μυαλό ή την καρδιά;
Και οι πέντε συνομιλητές μας πάντως φαίνονται λίγο ως πολύ να συμφωνούν ότι οι συμπατριώτες τους δεν γνωρίζουν αρκετά για την Ευρωπαϊκή Ένωση και ότι η ψήφος τους δεν αποκλείεται να έχει τελικά συναισθηματικό κίνητρο.
«Πολλοί που θα ψηφίσουν για την παραμονή, θα το κάνουν από φόβο», λέει ο Ρόμπερτ Σλέι, ενώ η Τζέιν Γκόλντινγκ εστιάζει την προσοχή της στο γεγονός ότι ο κόσμος δεν γνωρίζει αρκετά για το τι σημαίνει η συμμετοχή της χώρας του στην Ένωση και δεν είναι λίγοι εκείνοι που θα ήθελαν να λάβουν μια πιο εμπεριστατωμένη απόφαση για την ψήφο τους. «Οι περισσότεροι όμως στο τέλος θα λάβουν την απόφαση διερωτώμενοι ‘πόσο Ευρωπαίος αισθάνομαι;' και με αυτό θα εννοούν ‘πόσο συνδεδεμένος είμαι με την Ευρώπη;'».
Ο Ντάνιελ Τέλτοου αναδεικνύει ακόμη την παντελή απουσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το βρετανικό σύστημα εκπαίδευσης και εκφράζει την ανησυχία του ότι η ψήφος θα δοθεί τελικά με τοπικά - σχεδόν απλοϊκά - επιχειρήματα τα οποία θα επηρεάσουν τη Βρετανία σε πολύ μεγαλύτερο εύρος από αυτό που φαντάζεται ο κόσμος. «Είτε θα φύγουμε είτε θα υπνοβατούμε προς την έξοδο, σε κατάσταση άγνοιας για τις πραγματικές επιπτώσεις του Brexit», λέει χαρακτηριστικά και αναφέρει ότι το βασικό κριτήριο για τους περισσότερους θα είναι η καθημερινότητά τους και όχι τα μεγάλα θέματα. «Ο κόσμος δεν γνωρίζει πραγματικά τις σχέσεις της Βρετανίας με τα υπόλοιπα κράτη-μέλη. Δεν έχουν εκπαιδευτεί έτσι. Δεν γνωρίζουν τα θέματα εμπορίου, περιβάλλοντος, πυρηνικής ενέργειας που πρέπει να αντιμετωπιστούν σε συλλογικό και όχι εθνικό επίπεδο», συνεχίζει και θεωρεί μάλιστα την Ελλάδα ως ιδανικό παράδειγμα, διότι, όπως λέει, παρόλα τα προβλήματα, οι Έλληνες εξακολουθούν να θέλουν την παραμονή τους στην Ευρωζώνη, καθώς αντιλαμβάνονται τα οφέλη. Καλεί μάλιστα τους Έλληνες που ζουν στη χώρα του να προσπαθήσουν να πείσουν τους φίλους τους Βρετανούς να μην επιλέξουν το Brexit. Υπάρχει βέβαια και η άλλη ανάγνωση, αυτή του Ρόμπερτ Σλέι, ο οποίος, έπειτα από πολλές επισκέψεις στην Ελλάδα σκέφτεται ότι «εδώ δεν πρόκειται για βιομηχανική χώρα, άρα τι δουλειά έχει στο ευρώ;».
Ο παράγων «μετανάστευση»
Ένα από τα ισχυρότερα, όπως αναδεικνύεται από τους συνομιλητές μας, στοιχεία αυτής της καμπάνιας είναι το ζήτημα της μετανάστευσης και των αντανακλαστικών που φαίνεται ότι ξυπνάει στην βρετανική κοινωνία. «Υπάρχει από τη μια πλευρά το δεξιό επιχείρημα της κυριαρχίας της χώρας, το επιχείρημα των Συντηρητικών ότι ευθύνεται η Ε.Ε. για τα οικονομικά μας προβλήματα, ότι υπάρχει πολύ μεγάλη μετανάστευση», εξηγεί ο Ντάνιελ Τέλτοου, ενώ η Τζακίντα Νάντι κάνει λόγο για ξενοφοβία, ακόμη και ρατσισμό των συμπατριωτών της, έως και για οργή πολλών «επειδή δεν είμαστε πια αυτοκρατορία», αλλά και για την «ανοησία της προστασίας των συνόρων μας».
Η επόμενη μέρα
Σε περίπτωση πάντως επικράτησης του Brexit, οι Βρετανοί που ζουν στην Γερμανία, θα αναζητήσουν τρόπους παραμονής στη χώρα, κυρίως μέσω της απόκτησης γερμανικής υπηκοότητας. Κάποιοι, όπως η Τζακίντα Νάντι, ελπίζουν ότι θα υπάρξει επιείκεια τουλάχιστον για όσους ζούσαν στην Γερμανία από καιρό. «Από την άλλη, μπορεί και να μας τιμωρήσουν», λέει η ίδια, ενώ τόσο ο Ντάνιελ Τέλτοου όσο και ο Τζον Γουόρθ θεωρούν δεδομένο ότι δεν θα υπάρξει δεύτερη ευκαιρία για τη Βρετανία και ότι η γερμανική νομοθεσία είναι σαφής και δεν θα αλλάξει.
Βασική ανησυχία της Τζειν Γκόλντινγκ είναι οι όροι εργασίας της, εάν η Βρετανία δεν είναι πλέον μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς εργάζεται ως δικηγόρος με τα βρετανικά πιστοποιητικά, τα οποία βεβαίως αυτή τη στιγμή αναγνωρίζονται και στην Γερμανία. Το ίδιο αφορά και τους άλλους Ευρωπαίους που εργάζονται στην Βρετανία και θα βρεθούν, σε περίπτωση Brexit, μπροστά στο άγνωστο, καθώς αυτές οι σχέσεις θα πρέπει πλέον να ρυθμιστούν εκ νέου με διαπραγματεύσεις.
Στην Γερμανία, όπου ζουν περίπου 105.000 Βρετανοί, παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση αποφεύγει με μεγάλη επιμέλεια να τοποθετηθεί ενόψει του δημοψηφίσματος, οι συνέπειες ενδεχόμενου Brexit βρίσκονται στην κορυφή της ειδησεογραφίας, ενώ, σύμφωνα με την τελευταία δημοσκόπηση της Bild, το 58% των Γερμανών επιθυμεί την παραμονή της Βρετανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και μόνο το 8% τάσσεται υπέρ του Brexit. Αρκετά υψηλό πάντως (30%) είναι το ποσοστό εκείνων που δηλώνουν αδιάφοροι για την τελική απόφαση των Βρετανών.