Ερώτηση
43AA. ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΕΠΕΝΔΥΣΗ ΜΕ ΑΠΟΦΑΣΗ ΕΓΚΡΙΣΗΣ ΤΟΥ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΑΠΟ ΑΡΜΟΔΙΟ ΦΟΡΕΑ ΚΑΙ ΣΧΕΤΙΚΗ ΕΠΙΧΟΡΗΓΗΣΗ.
Η ΕΝΑΡΞΗ ΥΠΟ ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΕΓΙΝΕ ΜΕ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ 12/04/2007. ΔΙΑΚΟΠΗ ΥΠΟ ΙΔΡΥΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΕΝΔΥΣΗΣ ΣΤΙΣ 29/06/2009.
ΣΤΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΥΛΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΤΟ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟ ΕΡΓΟ Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΤΗΡΗΣΕ ΒΙΒΛΙΑ ΚΑΙ ΥΠΗΧΘΗ ΣΤΟ ΚΑΝΟΝΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΟΥ ΦΠΑ.
ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ ΑΥΤΟ ΖΗΤΗΘΗΚΕ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΦΠΑ ΤΟΥ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ ΜΕ ΣΧΕΤΙΚΟ ΑΙΤΗΜΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΡΜΟΔΙΑ Δ.Ο.Υ.
ΣΤΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΓΙΝΕ ΕΝΑΡΞΗ ΕΠΙΤΗΔΕΥΜΑΤΟΣ ΜΕ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟ ΚΑΤΑΛΥΜΑ (ΕΝΟΙΚΙΑΖΟΜΕΝΑ ΔΩΜΑΤΙΑ) ΣΤΙΣ 30/06/2009 ΑΛΛΑ ΕΠΕΙΔΗ ΤΟ ΜΕΓΕΘΟΣ ΤΗΣ ΜΟΝΑΔΑΣ ΗΤΑΝ ΜΕΧΡΙ 7 ΔΩΜΑΤΙΑ ΕΝΤΑΧΘΗΚΕ ΣΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΗΣ ΑΠΑΛΛΑΓΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΗΡΗΣΗ ΒΙΒΛΙΩΝ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΑΠΟ ΥΠΟΒΟΛΗ ΔΗΛΩΣΗΣ ΦΠΑ.
ΜΕ ΤΟΝ ΝΕΟ ΝΟΜΟ ΑΠΟ 01/07/2010 ΥΠΟΧΡΕΩΘΗΚΕ ΕΚ ΝΕΟΥ ΣΕ ΤΗΡΗΣΗ ΒΙΒΛΙΩΝ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΧΘΗ ΣΤΟ ΚΑΝΟΝΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΦΠΑ.
ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΕΙΝΑΙ : ΚΑΤΑ ΤΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ 30/06/2009 ΕΩΣ 30/06/2010 (ΕΝΑ ΕΤΟΣ) ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΤΗΡΗΣΗΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΚΑΙ ΦΠΑ ΑΝ ΕΠΗΡΕΑΖΕΤΑΙ ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ ΤΟΥ ΦΠΑ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΠΡΟΗΓΗΘΕΙ ΚΑΤΑ ΤΑ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΚΑΙ ΑΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΔΗΛΩΣΗΣ ΑΠΟΘΕΜΑΤΩΝ ΜΕΤΑΤΑΞΗΣ ΗΤΟΙ ΑΠΟ ΤΟ ΚΑΝΟΝΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΣΤΗΝ ΑΠΑΛΛΑΓΗ ΤΟΥ ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΑΝΤΟΣ ΕΝΟΣ ΕΤΟΥΣ ΠΟΥ ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΕΤΑΙ ΟΤΙ ΕΠΙΦΕΡΕΙ ΑΠΩΛΕΙΑ ΕΠΙ ΤΟΥ ΑΙΤΟΥΜΕΝΟΥ ΠΡΟΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΦΠΑ ΚΑΤΑ 1/5.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ.
Απάντηση
Σύμφωνα με την ΠΟΛ.1282/1992 Υπουργική Απόφαση ισχύει ότι στην περίπτωση που ένα αγαθό επένδυσης πωλείται ή παύει να χρησιμοποιείται για φορολογητέες πράξεις μέσα στη διάρκεια της πενταετούς περιόδου κατά την οποία υπάρχει η υποχρέωση για διακανονισμό, γίνεται εφάπαξ διακανονισμός, για όλον τον εναπομείναντα χρόνο μέχρι τη συμπλήρωση της πενταετίας του διακανονισμού.
Επομένως, αν γίνει πώληση αγαθού επένδυσης ή παύσει να χρησιμοποιείται το αγαθό αυτό σε φορολογητέες πράξεις, π.χ. μέσα στο τέταρτο έτος από το έτος έναρξης χρησιμοποίησής του, ο τυχόν διακανονισμός θα περιλάβει ολόκληρη την υπόλοιπη περίοδο (το τέταρτο έτος που γίνεται η παράδοση και το πέμπτο έτος που απομένει για τη λήξη της περιόδου του πενταετούς διακανονισμού). Για τη διενέργεια του διακανονισμού αυτού το εν λόγω αγαθό θεωρείται, σύμφωνα με το νόμο, ότι χρησιμοποιήθηκε αποκλειστικά και μόνο σε:
α) Φορολογητέες δραστηριότητες, εφόσον:
αα) Η παράδοση του αγαθού υπάγεται σε ΦΠΑ και με την προϋπόθεση ότι ο φόρος που αναλογεί στην παράδοση αυτή είναι τουλάχιστον ίσος με το φόρο που αναλογεί στα εναπομείναντα έτη της πενταετούς περιόδου του διακανονισμού.
ββ) Καταστράφηκε, απωλέσθηκε ή κλάπηκε και τα γεγονότα αυτά αποδεικνύονται ή δικαιολογούνται με νόμιμα παραστατικά και κατά το μέρος που δεν υπάρχει από οπουδήποτε αναπλήρωση των ζημιών αυτών (αποζημίωση).
β) Αφορολόγητες δραστηριότητες, σε όλες τις λοιπές περιπτώσεις που η παράδοση του απαλλάσσεται ή εξαιρείται από το φόρο ή χρησιμοποιείται σε μη φορολογητέες δραστηριότητες.
Αυτό ισχύει, ανεξάρτητα από το αν η δραστηριότητα της επιχείρησης κατά το χρόνο πώλησης ή παύσης της χρησιμοποίησης του αγαθού σε φορολογητέες πράξεις είναι ολικά ή μερικά υποκείμενη στο φόρο.
Κρίσιμα επομένως στοιχεία, για τη διενέργεια του διακανονισμού κατά την πώληση αγαθού επένδυσης ή την παύση χρησιμοποίησης του σε φορολογητέες πράξεις μέσα στην πενταετία είναι: το έτος πώλησης ή παύσης χρησιμοποίησης του σε φορολογητέες πράξεις μέσα στην πενταετία, η αναλογία έκπτωσης του φόρου κατά την απόκτηση του αγαθού και η υπαγωγή ή μη του αγαθού σε φόρο, κατά την πώληση του.
Περαιτέρω, όσον αφορά το θέμα της απογραφής στις παρ. 10 και 11 του άρθρου 39 του ν.2859/2000 (Κώδικας Φ.Π.Α.) ορίζονται ρητά τα ακόλουθα:
Αν μία επιχείρηση μετατάσσεται υποχρεωτικά ή προαιρετικά από ένα καθεστώς σε άλλο, κατά την έναρξη διαχειριστικής περιόδου, τα αποθέματα των εμπορεύσιμων αγαθών, τα οποία υπάρχουν την τελευταία ημέρα της διαχειριστικής περιόδου που προηγείται του χρόνου της μετάταξης απογράφονται, υποχρεωτικά ή προαιρετικά, κατά συντελεστή φόρου που ισχύει την τελευταία ημέρα της διαχειριστικής περιόδου που προηγείται της μετάταξης και αποτιμώνται, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων και:
α) Αν η μετάταξη της επιχείρησης γίνεται από τις απαλλασσόμενες ή από το ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων στο κανονικό, τα ακαθάριστα έσοδα κατά την τελευταία πριν από την αλλαγή της κατηγορίας των βιβλίων διαχειριστική περίοδο βρίσκονται με βάση τα αγορασθέντα κατά την περίοδο αυτή εμπορεύσιμα αγαθά ή παραχθέντα έτοιμα προϊόντα, μειωμένα κατά την αξία των αγαθών που εμφανίζονται στην απογραφή έναρξης της διαχειριστικής περιόδου κατά την οποία έγινε η αλλαγή της κατηγορίας βιβλίων, με δικαίωμα έκπτωσης του φόρου που επιβάρυνε τα αποθέματα, μόνο στην περίπτωση που η επιχείρηση μετατάσσεται από το καθεστώς των απαλλασσόμενων επιχειρήσεων.
β) Αν η επιχείρηση μετατάσσεται από το κανονικό καθεστώς στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων ή στις απαλλασσόμενες, τα ακαθάριστα έσοδα κατά τη νέα διαχειριστική περίοδο βρίσκονται με βάση την αξία των αγορασθέντων κατά την περίοδο αυτή εμπορεύσιμων αγαθών ή παραχθέντων έτοιμων προϊόντων, η οποία προσαυξάνεται με την αξία που εμφανίζεται στην απογραφή, με υποχρέωση καταβολής του φόρου που επιβάρυνε τα αποθέματα, μόνο στην περίπτωση που μετατάσσεται στο καθεστώς των απαλλασσόμενων επιχειρήσεων.
Σε περίπτωση μη σύνταξης απογραφής, αυτή λογίζεται ως μηδενική.
Αν η επιχείρηση μετατάσσεται από τις απαλλασσόμενες στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων ή στο κανονικό και αντίστροφα,συντάσσεται απογραφή των αγαθών επένδυσης που αποτιμώνται στην αξία κτήσης αυτών, η οποία προσαυξάνεται με τις δαπάνες βελτίωσης και επέκτασης, εκτός από τις δαπάνες επισκευής και συντήρησης, εφόσον χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες της επιχείρησης και δεν παρήλθε η πενταετής περίοδος διακανονισμού. Οι μετατασσόμενες επιχειρήσεις για τον εναπομένοντα χρόνο της πενταετίας έχουν δικαίωμα έκπτωσης του φόρου ή κατά περίπτωση, υποχρέωση διακανονισμού και καταβολής του φόρου.
Για τα απογραφόμενα αγαθά που προβλέπουν οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων 9α, 10 και της παραγράφου αυτής, υποβάλλεται μέσα σε δύο (2) μήνες από τη μετάταξη δήλωση που περιλαμβάνει την αξία των αποθεμάτων κατά συντελεστή φόρου και το φόρο που αναλογεί.
Ο φόρος αυτός καταβάλλεται ή εκπίπτεται, κατά περίπτωση, με την πιο πάνω δήλωση για την οποία εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 38 .
Εξ άλλου με την ΠΟΛ 1091/14.06.2010,Υπουργική Απόφαση διευκρινίζεται ότι από τη στιγμή που υποχρεούνται σε τήρηση βιβλίων οι επιχειρήσεις ενοικιαζομένων δωματίων δύνανται να προβούν σε σύνταξη απογραφής αποθεμάτων, με σκοπό να διακανονίσουν και να εκπέσουν το φπα που αναλογεί στα επενδυτικά αγαθά, με την ακόλουθη διαδικασία:
Σύνταξη απογραφής αποθεμάτων κατά τη μετάταξη επιτηδευματιών στη Β΄ κατηγορία βιβλίων
Ο επιτηδευματίας ο οποίος δεν τηρούσε βιβλία ή τηρούσε βιβλία Α΄ κατηγορίας και υποχρεούται σε τήρηση βιβλίων Β΄ κατηγορίας εντός του 2010 π.χ. την 1/7/2010 έχει τη δυνατότητα προαιρετικής σύνταξης απογραφής των αποθεμάτων του κατά την 30/6/2010 εφαρμοζομένων αναλόγως των αναφερόμενων στην εγκύκλιο ΠΟΛ. 1032/30-3-2010.
Επ΄ αυτού σημειώνεται ότι η απογραφή της 30/6/2010 της έδρας ή των υποκαταστημάτων μπορεί να καταχωρηθεί πέραν των εντύπων που αναφέρονται στην Α.Υ.Ο. ΠΟΛ. 1134/14-12-2004 (θεωρημένο βιβλίο εσόδων - εξόδων, Μηνιαία Κατάσταση Βιβλίου Εσόδων - Εξόδων, βιβλίο απογραφών) και στο θεωρημένο βιβλίο αγορών ή στη θεωρημένη Μηνιαία Κατάσταση του Βιβλίου Αγορών.
Σημειώνεται ότι η ενημέρωση του βιβλίου απογραφών γίνεται μέχρι την 20η του μεθεπόμενου μήνα δηλαδή μέχρι 20 Αυγούστου 2010.
Περεταίρω, όσον αφορά στο διακανονισμό εκπτώσεων, σύμφωνα μ το άρθρο 33 του ν.2859/2000 (Κώδικας Φ.Π.Α.) ισχύει ότι η έκπτωση του φόρου που επιβάρυνε τα αγαθά επένδυσης, η οποία έγινε με τις περιοδικές δηλώσεις του ΦΠΑ, υπόκειται σε πενταετή διακανονισμό. Δηλαδή, τα αγαθά επένδυσης θεωρούνται ότι εξυπηρετούν την επιχείρηση για μία πενταετία. Αφετηρία για την πενταετία αποτελεί το έτος χρησιμοποίησης των αγαθών επένδυσης και όχι το έτος αγοράς. Ως ημερομηνία για την έναρξη χρησιμοποίησης των αγαθών επένδυσης λαμβάνεται πάντοτε η 1η Ιανουαρίου κάθε έτους, ανεξάρτητα από τον πραγματικό χρόνο που χρησιμοποιήθηκε το αγαθό μέσα στο έτος αυτό.
Οριστικοποίηση του δικαιώματος έκπτωσης του ΦΠΑ των επενδυτικών αγαθών γίνεται κατά το πρώτο έτος χρησιμοποίησης του παγίου. Αφετηρία για τις συγκρίσεις στα επόμενα έτη αποτελεί το οριστικό ποσό που εξέπεσε η επιχείρηση το πρώτο έτος χρησιμοποίησης.
Ο διακανονισμός ενεργείται κάθε έτος για το ένα πέμπτο του φόρου με τον οποίο επιβαρύνθηκε το αγαθό επένδυσης. Προϋπόθεση για τη διενέργεια του διακανονισμού είναι ότι μέσα στην πενταετία επέρχεται μεταβολή στο δικαίωμα έκπτωσης του φόρου.
Προκειμένου για πάγια που αγοράστηκαν και εφόσον υπάρχει μεταβολή στο δικαίωμα έκπτωσης μεταξύ του προσωρινού ποσοστού pro-rata του έτους αγοράς και του αντίστοιχου οριστικού, η διαφορά διακανονίζεται αρχικά με την εκκαθαριστική δήλωση του έτους αυτού. Αν επίσης τα πάγια δε χρησιμοποιήθηκαν στη διαχειριστική περίοδο της αγοράς και εφόσον υπάρχει μεταβολή μεταξύ του οριστικού ποσοστού pro-rata του έτους αγοράς και του έτους πρώτης χρησιμοποίησης η εκ νέου προκύπτουσα διαφορά διακανονίζεται με την εκκαθαριστική δήλωση της διαχειριστικής περιόδου της πρώτης χρησιμοποίησης.
Ο διακανονισμός έχει την έννοια ότι, η επιχείρηση πρέπει, μέσα από τον πίνακα Η΄ της εκκαθαριστικής δήλωσης, να υπολογίζει τη μεταβολή μεταξύ της pro-rata του εκάστοτε έτους της εκκαθαριστικής δήλωσης από αυτήν του έτους πρώτης χρησιμοποίησης καθενός παγίου, οπότε αν η διαφορά αυτή είναι θετική ή αρνητική, δικαιούται να συμψηφίζει ή υποχρεώνεται να καταβάλλει αντίστοιχα, τη διαφορά των ποσοστών της pro-rata επί το 1/5 του φόρου που κατέβαλε κατά την αγορά του παγίου.
Ο διακανονισμός ενεργείται ακόμη και αν δεν καταβλήθηκε φόρος κατά την αγορά, είτε επειδή τα επενδυτικά αγαθά αγοράστηκαν ή εισήχθηκαν σύμφωνα με την Π.2869/87 Α.Υ.Ο με αναστολή καταβολής του ΦΠΑ, είτε πρόκειται για ενδοκοινοτικές αποκτήσεις, είτε ακόμη και αν φόρος που καταβλήθηκε για τα αγαθά αυτά, επιστράφηκε με βάση την ΠΟΛ.1073/2004.
Στον πίνακα Η' θα συμπεριληφθούν γενικά μόνο τα πάγια εκείνα για τα οποία μεταβάλλεται το δικαίωμα έκπτωσης διαχρονικά. Επομένως, αν κάποια από τα πάγια μιας επιχείρησης, χρησιμοποιούνταν απαρχής αποκλειστικά σε φορολογητέες ή αποκλειστικά σε αφορολόγητες δραστηριότητες δεν απαιτείται να συμπεριληφθούν στον πίνακα Η', εφόσον και στο συγκεκριμένο έτος της εκκαθαριστικής δήλωσης δεν μεταβλήθηκε ο προορισμός τους αυτός. Αντίθετα θα συμπεριληφθούν τα πάγια εκείνα που αποτελούν κοινές εισροές για την πραγματοποίηση τόσο φορολογητέων όσο και αφορολογήτων πράξεων και εφόσον το ποσοστό pro-rata διαχρονικά μέσα στην πενταετία μεταβάλλεται.
Τέλος, πληροφοριακά σας αναφέρουμε τη διαδικασία επιστροφής του Φ.Π.Α. βάσει της ΠΟΛ.1090/2012 Υπουργικής Απόφασης ισχύουν τα ακόλουθα:
Περιγραφή διαδικασιών αίτησης επιστροφής και αξιολόγησή της από τη φορολογική αρχή
Tο πιστωτικό υπόλοιπο που προκύπτει με την υποβολή περιοδικών ή εκκαθαριστικών δηλώσεων ΦΠΑ, εφόσον ο υποκείμενος στο φόρο δεν επιθυμεί τη μεταφορά του για συμψηφισμό στην επόμενη φορολογική ή διαχειριστική περίοδο, επιστρέφεται από το δημόσιο, ως εξής:
Ο υποκείμενος στο φόρο υποβάλλει αίτηση επιστροφής ηλεκτρονικά μέσω του ειδικού συστήματος TAXISnet.
Η υλοποίηση της επιστροφής ενεργείται αυστηρά κατά προτεραιότητα με κριτήριο το χρόνο υποβολής της αίτησης επιστροφής.
H Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων (ΓΓΠΣ), μέχρι τη 15η ημέρα του μήνα που ακολουθεί το μήνα εντός του οποίου υποβάλλεται η αίτηση επιστροφής, πραγματοποιεί ηλεκτρονική επεξεργασία διαθέσιμων στοιχείων, σχετικά με τη συμμόρφωση των υποκείμενων στο φόρο και τη συμφωνία των αιτούμενων προς επιστροφή ποσών με τα δεδομένα των υποβαλλόμενων δηλώσεων, χρησιμοποιώντας μέθοδο ανάλυσης κινδύνου και αποστέλλει στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. ηλεκτρονικό αρχείο με αιτήσεις για τις οποίες η επιστροφή πρέπει να πραγματοποιηθεί κατόπιν διενέργειας προσωρινού ελέγχου. Στο αρχείο αυτό περιλαμβάνονται σε κάθε περίπτωση και οι αιτήσεις για τις οποίες το προς επιστροφή ποσό είναι ίσο ή ανώτερο των 100.000 ευρώ.
Οι αρμόδιες Δ.Ο.Υ. υποχρεούνται:
α) Να πραγματοποιήσουν την επιστροφή για όσες αιτήσεις επιστροφής δεν απαιτείται προσωρινός έλεγχος εντός δέκα πέντε (15) ημερών από την παραλαβή του αρχείου, σύμφωνα με το άρθρο 2 της παρούσας και στη συνέχεια ενημερώνουν τη ΓΓΠΣ, απολογιστικά.
β) Να διενεργήσουν προσωρινό έλεγχο για τις αιτήσεις επιστροφής που απαιτείται το αργότερο εντός δύο (2) μηνών από την παραλαβή του αρχείου.
γ) Στην περίπτωση που από τον ανωτέρω προσωρινό έλεγχο κριθεί απαραίτητο, διενεργείται τακτικός έλεγχος, ο οποίος ολοκληρώνεται εντός πέντε (5) μηνών από την υποβολή της αίτησης επιστροφής, εκτός από την περίπτωση που η αίτηση επιστροφής αφορά φορολογική περίοδο για την οποία δεν έχει παρέλθει η προθεσμία υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, οπότε ο έλεγχος ολοκληρώνεται εντός πέντε (5) μηνών από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.
Το σχετικό ΑΦΕΚ εκδίδεται το αργότερο εντός μηνός από την ολοκλήρωση των ανωτέρω ελέγχων (προσωρινού ή τακτικού).
δ) Οι Δ.Ο.Υ. αποστέλλουν στη Γ.Δ.Φ.Ε. & Ε μέσω της ΓΓΠΣ κατάλογο των περιπτώσεων για τις οποίες κρίθηκε απαραίτητος ο τακτικός έλεγχος με αιτιολόγηση της απόφασης αυτής.
Ανάλογη με τα ανωτέρω διαδικασία ακολουθείται για αιτήσεις επιστροφής που εκκρεμούν ή που θα υποβληθούν μέχρι την ολοκλήρωση της ανωτέρω διαδικασίας.
Σε κάθε περίπτωση, μετά τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου, από τους δικαιούχους που έτυχαν επιστροφής χωρίς έλεγχο, επιλέγεται δείγμα, για τη διενέργεια ελέγχου.
Διαδικασία καταβολής του επιστρεφόμενου ποσού
Οι αρμόδιες Δ.Ο.Υ. μετά την παραλαβή ή έκδοση του Ατομικού Φύλλου Έκπτωσης προβαίνουν εντός 15 ημερών, στις ενέργειες που προβλέπονται στο Π.Δ. 16/1989.
Το επιστρεφόμενο ποσό που προκύπτει από την εκκαθάριση, συμψηφίζεται οίκοθεν με χρέη του δικαιούχου προς το δημόσιο, διαφορετικά αποστέλλεται σχετική ειδοποίηση σ’ αυτόν.
Η εκταμίευση των προς επιστροφή ποσών, εν γένει, πραγματοποιείται εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία καταχώρισής τους στο βιβλίο "Επιστροφών και διαγραφών", τηρώντας τις διατάξεις της ΠΟΛ 1140/28.12.2006 και τους δημοσιονομικούς περιορισμούς.
Προκειμένου για ποσά προς επιστροφή άνω των 300.000 ευρώ, για τα οποία απαιτείται έγκριση για δημοσιονομικούς λόγους, σύμφωνα με το άρθρο 32 του ν. 3220/2004, η εκταμίευση πραγματοποιείται εντός τεσσάρων (4) μηνών από την ημερομηνία καταχώρισής τους στο βιβλίο "Επιστροφών και διαγραφών", τηρώντας τις διατάξεις της ΠΟΛ 1140/28.12.2006 και τους δημοσιονομικούς περιορισμούς.
Με την άπρακτη παρέλευση του παραπάνω οριζόμενου μέγιστου χρόνου εκταμίευσης, ο τίτλος επιστροφής (ΑΦΕΚ) χαρακτηρίζεται ληξιπρόθεσμος. Τυχόν ανείσπρακτες επιστροφές με υπαιτιότητα του δικαιούχου δεν χαρακτηρίζονται ληξιπρόθεσμες, ούτε οι επιστροφές που έχουν τεθεί σε αναστολή με βάση το άρθρο 35 του ν. 2214/94.
Διεκπεραίωση εκκρεμών επιστροφών
Τα ποσά των ήδη διαμορφωμένων εκκρεμών επιστροφών, που θα έχουν σωρευτεί μέχρι την πλήρη εφαρμογή της παρούσας διαδικασίας, θα εκταμιευτούν, με βάση τους δημοσιονομικούς περιορισμούς, με χρονοδιάγραμμα που θα καθοριστεί στα πλαίσια του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος Δημοσιονομικής Στρατηγικής για τα έτη 2012-2016.