ΠΟΛ.1143/30.11.2009

Παροχή οδηγιών για τη λήψη μέτρων προστασίας, στις περιπτώσεις όπου δεν υφίσταται καθορισμός οριογραμμών αιγιαλού, παραλίας και παλαιού αιγιαλού ενόψει της νομολογιακής προσέγγισης επί του θέματος από την υπ’ αριθ. 3356/2008 απόφαση του Σ.τ.Ε.

Με αφορμή ερωτήματα που κατά καιρούς έχουν υποβληθεί προς την υπηρεσία μας από τις κατά τόπο αρμόδιες Κτηματικές Υπηρεσίες για τον χειρισμό υποθέσεων όπου δεν υφίστανται καθορισμένες οριογραμμές αιγιαλού, παραλίας και παλαιού αιγιαλού, με αποτέλεσμα να είναι δυσχερής η λήψη μέτρων προστασίας (πρωτόκολλο κατεδάφισης, διοικητικής αποβολής και καθορισμού αποζημίωσης αυθαίρετης χρήσης), εξαιτίας της δυσκολίας του ελεγκτικού μηχανισμού να αποφαίνεται το κατά πόσο οι προς εξέταση κατασκευές ή έργα εμπίπτουν εντός κοινοχρήστου χώρου ή όχι, σας γνωρίζουμε τα εξής:
Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 8 του Ν.2971/2001 που αφορά τις περιπτώσεις υποχρεωτικής χάραξης αιγιαλού και παραλίας πριν από την κατασκευή οποιουδήποτε έργου (αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομικών ή του ΥΠΕΧΩΔΕ) το οποίο απέχει μέχρι 100 μέτρα από την ακτογραμμή, απαιτείται να γίνει με ποινή ακυρότητας των πράξεων αδειοδοτήσεων των έργων αυτών, ο καθορισμός του αιγιαλού και της παραλίας στη συγκεκριμένη περιοχή. Συνεπώς για οποιοδήποτε κτίσμα ή κατασκευή που απέχει λιγότερο από 100 μέτρα από την ακτογραμμή, οι αρμόδιες κατά τόπο Κτηματικές Υπηρεσίες οφείλουν, είτε κατόπιν καταγγελίας είτε και αυτεπάγγελτα, να εξετάζουν το κατά πόσο τα κτίσματα αυτά εμπίπτουν σε κοινόχρηστες ζώνες και σε περίπτωση που αυτά πράγματι εμπίπτουν να λαμβάνουν εν συνεχεία τα προβλεπόμενα από την κείμενη νομοθεσία μέτρα προστασίας.
Παραταύτα και εξαιτίας της έλλειψης ασφάλειας δικαίου στις περιπτώσεις που δεν υφίσταται καθορισμός των οριογραμμών, έχει παρατηρηθεί ότι οι αρμόδιες κατά τόπο Κτηματικές Υπηρεσίες είτε διστάζουν να προβούν στη λήψη μέτρων προστασίας είτε σε πολλές περιπτώσεις που τελικώς λαμβάνονται αυτά, καταπίπτουν εν συνεχεία στα αρμόδια δικαστήρια εξαιτίας μη ακριβούς αποτύπωσης των κτισμάτων έναντι του φυσικού ορίου του αιγιαλού, το οποίο σε πλείστες περιπτώσεις πιθανολογείται και δεν αποδεικνύεται. Με δεδομένο όμως ότι ο αιγιαλός είναι ένα φυσικό φαινόμενο που προσδιορίζεται από τις μέγιστες αλλά συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων και συνεπώς ο διοικητικός καθορισμός του που έπεται, αποτυπώνει κατ’ ουσία το φυσικό φαινόμενο, άποψη της υπηρεσίας μας είναι ότι τουλάχιστον για τη ζώνη του αιγιαλού η προστασία του από αυθαίρετα έργα ή κατασκευές είναι και δυνατή και επιβεβλημένη.
Η άποψη αυτή μάλιστα ενισχύεται περαιτέρω και από την υπ’ αριθ. 3356/2008 απόφαση του Σ.τ.Ε., με την οποία μεταξύ άλλων έγινε δεκτό ότι εάν δεν έχει καθοριστεί ο αιγιαλός με διοικητική πράξη και η Διοίκηση πρόκειται να εφαρμόσει διατάξεις περί κατεδάφισης αυθαίρετων κτισμάτων, οφείλει να προβεί σε αιτιολογημένη και παρεμπίπτουσα κρίση για τη συνδρομή των πραγματικών φαινομένων που προσδιορίζουν τα όρια του αιγιαλού. Μάλιστα στη συγκεκριμένη υπόθεση το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο απέρριψε ως αβάσιμο, ισχυρισμό του αιτούντος ότι το προσβαλλόμενο πρωτόκολλο κατεδάφισης δεν εκδόθηκε νομίμως διότι της έκδοσης αυτού δεν προηγήθηκε διοικητικός καθορισμός των ορίων του αιγιαλού. Δέχτηκε όμως τελικά ισχυρισμό του αιτούντος ότι η κρίση της Επιτροπής καθορισμού ως προς τη θέση των ορίων του αιγιαλού στο σημείο όπου βρίσκονταν οι επίδικες κατασκευές είναι αναιτιολόγητη και δεν υποστηρίζεται από τοπογραφικό διάγραμμα και ακύρωσε το πρωτόκολλο κατεδάφισης λόγω παντελούς έλλειψης αιτιολογίας.
Κατόπιν των ανωτέρω και με δεδομένο ότι σύμφωνα με το άρθρο 17 του Ν.2690/1999 η αιτιολογία των διοικητικών πράξεων πρέπει να είναι σαφής, ειδική και επαρκής, σας εφιστούμε εκ νέου την προσοχή αναφορικά με τον χειρισμό των συγκεκριμένων υποθέσεων. Σε περίπτωση που είτε αυτεπάγγελτα είτε κατόπιν καταγγελίας που αφορά παράνομα έργα ή κατασκευές σε πιθανολογούμενους κοινόχρηστους χώρους, όπου δεν έχει προηγηθεί καθορισμός των οριογραμμών, επιληφθεί η υπηρεσία σας, οφείλει άμεσα και χωρίς υπαίτια καθυστέρηση να ζητήσει τη σύγκληση της Επιτροπής του άρθρου 3 του Ν.2971/2001, εισάγοντας τη συγκεκριμένη υπόθεση ως κατεπείγουσα. Η Επιτροπή εν συνεχεία, οφείλει να συνδράμει άμεσα την Κτηματική Υπηρεσία, παρέχοντας αιτιολογημένη και επαρκή τεχνική κρίση κατόπιν αυτοψίας, υποστηρίζοντας μάλιστα την κρίση αυτή εκτός από την έκθεση και με την σύνταξη τοπογραφικού διαγράμματος που να αποτυπώνει τα συμπεράσματα της Επιτροπής ως προς τα όρια του αιγιαλού. Η συντονισμένη αυτή πρακτική θεωρούμε ότι θα βοηθήσει σημαντικά στην εξάλειψη του φαινομένου να εκδίδονται μέτρα προστασίας από πλευράς του Δημοσίου και στη συνέχεια να καταπίπτουν στις αίθουσες των δικαστηρίων και να καθίστανται άκυρα και ανενεργά. Επειδή μάλιστα μετά την εξέτασή τους από το Σ.τ.Ε. οι υποθέσεις που εξετάστηκαν καλύπτονται και από το δεδικασμένο, κατανοείτε τους λόγους για τους οποίους οι υπηρεσίες σας οφείλουν να είναι εξαιρετικά προσεκτικές κατά την έκδοση των μέτρων προστασίας.
Τέλος, σας υπενθυμίζουμε την συνταγματική επιταγή της παρ. 5 του άρθρου 95 για την υποχρέωση της Διοίκησης να εφαρμόζει τις τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις. Το άρθρο 95 του Συντάγματος αναφέρεται στις αρμοδιότητες του Σ.τ.Ε., η διατύπωση όμως της διάταξης της παρ. 5 αναφέρεται γενικά στις δικαστικές αποφάσεις και όχι μόνο σε αυτές του Σ.τ.Ε. Σε επίπεδο νόμου η υποχρέωση της Διοίκησης απορρέει για τις ακυρωτικές διαφορές (π.χ. καθορισμός αιγιαλού – παραλίας, πρωτόκολλο κατεδάφισης) από την παρ. 4 του άρθρου 50 του Π.Δ.18/1989, αλλά και από τις διατάξεις του Ν.3068/2002 όπου προβλέπεται και η σύσταση τριμελούς δικαστικού συμβουλίου που θα ελέγχει τη συμμόρφωση της Διοίκησης με τις αποφάσεις αυτές. Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του το εν λόγω Συμβούλιο καταλογίζει ποσό αποζημίωσης σε βάρος του δημόσιου φορέα που δεν συμμορφώθηκε με τη δικαστική απόφαση ενώ γεννάται και ζήτημα πειθαρχικής δίωξης σε βάρος των δημόσιων υπαλλήλων που αγνόησαν ή παρέλειψαν την εφαρμογή της δικαστικής απόφασης.
Κατόπιν αυτών παρακαλούμε για την πιστή τήρηση των ανωτέρω και την εναρμόνιση της διοικητικής δράσης των υπηρεσιών σας με το αιτιολογικό της υπ’ αριθ. 3356/2008 απόφασης του Σ.τ.Ε. και την νομολογιακή πρακτική που απορρέει από αυτήν.

Σ.τ.Ε.: 3356/2008 (Τμήμα Ε’)

[…]
«1. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (… ειδικά έντυπα παραβόλου).
2. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η ακύρωση α) του υπ’ αριθ. …/7.3.2003 πρωτοκόλλου της προϊσταμένης της Κτηματικής Υπηρεσίας […], με το οποίο διατάσσεται ο αιτών να προβεί σε κατεδάφιση αυθαίρετων κατασκευών και, συγκεκριμένα, τοιχίου διαστάσεων 12 μ. από λίθους και σκάλας από τσιμέντο, που βρίσκονται στον κοινόχρηστο χώρο του αιγιαλού στη θαλάσσια βραχώδη περιοχή […] της Περιφέρειας της Κοινότητας […] του Δήμου […] και β) της από 25.6.1996 έκθεσης αυτοψίας της Επιτροπής του άρθρου 100 του Π.Δ.284/1988, με την οποία διαπιστώθηκε η ανέγερση των ανωτέρω κατασκευών.
3. Επειδή, η δεύτερη προσβαλλόμενη έκθεση αυτοψίας της Επιτροπής του άρθρου 100 του Π.Δ.284/1988 στερείται εκτελεστού χαρακτήρα και, συνεπώς, απαραδέκτως προσβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση (βλ. Σ.τ.Ε. 3775/2002, 3333/2004).
4. Επειδή, ο Α.Ν.2344/1940 «περί αιγιαλού και παραλίας» (ΦΕΚ 154/Α’) όριζε στο άρθρο 1 ότι αιγιαλός είναι “η περιστοιχούσα την θάλασσα χερσαία ζώνη η βρεχομένη από τας μεγίστους πλην συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων” και αποτελεί κτήμα κοινόχρηστο που ανήκει στο Δημόσιο. Ο καθορισμός της οριογραμμής του αιγιαλού γίνεται από την αρμόδια Επιτροπή επί τοπογραφικού και υψομετρικού διαγράμματος, χαρασσομένης ερυθράς γραμμής (άρθρο 2), η δε έκθεση της Επιτροπής επικυρώνεται από τον Υπουργό Οικονομικών (ήδη από τον οικείο Νομάρχη) μετά από σύμφωνη γνώμη του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού (άρθρο 3).
Στο άρθρο 24 παρ. 3 του ίδιου Α.Ν.2344/1940, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο μόνο του Ν.Δ.393/1974 (ΦΕΚ 110/Α’), οριζόταν ότι “τα άνευ αδείας ανεγερθέντα, ανεξαρτήτως χρόνου ανεγέρσεως, ή ανεγερθησόμενα πάσης φύσεως κτίσματα και εν γένει κατασκευάσματα επί του αιγιαλού ή παραλίας κατεδαφίζονται, ανεξαρτήτως εάν ταύτα κατοικούνται ή άλλως πως χρησιμοποιούνται”. Εξάλλου, στο άρθρο 1 του Ν.2971/2001 “Αιγιαλός, παραλία και άλλες διατάξεις” (ΦΕΚ 285/Α’), ορίζεται ότι αιγιαλός είναι “η ζώνη της ξηράς, που βρέχεται από τη θάλασσα από τις μεγαλύτερες και συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων της”, ενώ στο άρθρο 3 του ίδιου νόμου καθορίζεται σε επίπεδο Νομού η συγκρότηση της επιτροπής που είναι αρμόδια για τον καθορισμό των ορίων του αιγιαλού, της παραλίας και του παλαιού αιγιαλού. Σύμφωνα, εξάλλου, με το άρθρο 27 του ίδιου νόμου, “1. … 2. Τα πάσης φύσεως κτίσματα και εν γένει κατασκευάσματα, τα οποία έχουν ανεγερθεί ή θα ανεγερθούν χωρίς άδεια στον αιγιαλό ή την παραλία … κατεδαφίζονται, ανεξάρτητα από το χρόνο ανέγερσής τους ή αν κατοικούνται ή άλλως πως χρησιμοποιούνται … Προς τούτο ο προϊστάμενος της αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας εκδίδει πρωτόκολλο κατεδάφισης, το οποίο κοινοποιεί … σε εκείνον που έχει ανεγείρει αυθαιρέτως, ο οποίος οφείλει εντός τριάντα [30] ημερών από την κοινοποίηση να κατεδαφίσει τα κτίσματα και να άρει τα πάσης φύσεως κατασκευάσματα από τον αιγιαλό ή την παραλία. 3. … 7. Τα χωρίς άδεια ή καθ’ υπέρβαση της άδειας έργα και εν γένει κατασκευές μέσα στη θάλασσα αίρονται και απομακρύνονται ανεξάρτητα από τον τρόπο χρησιμοποίησής τους .… Προς τούτο η Κτηματική Υπηρεσία, μετά από πρόταση της αρμόδιας Λιμενικής Αρχής, συντάσσει πρωτόκολλο κατεδάφισης, άρσης και απομάκρυνσης των ανωτέρω έργων και κατασκευών …”. Τέλος, στις παρ. 2 και 3 του άρθρου 34 του Ν.2971/2001 ορίζονται τα εξής: “2. Εξακολουθούν να διέπονται από τις ισχύουσες μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού διατάξεις, οι εκκρεμείς υποθέσεις που αφορούν τον καθορισμό αιγιαλού και παραλίας, καθώς και συναφή θέματα. 3. Από την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου καταργούνται ο Α.Ν.2344/1940, το άρθρο 60 του Π.Δ.11/12.11.1929 (ΦΕΚ 399/Α’) «Περί Διοικήσεως Δημοσίων Κτημάτων» και η υπ’ αριθ. 1032058/1555/0010/ΠΟΛ.1147/30.5.1989 εγκύκλιος διαταγή του Υπουργείου Οικονομικών, η οποία κυρώθηκε με τον Ν.1882/1990 (ΦΕΚ 43/Α’) … Τροποποιείται το άρθρο 100 του Π.Δ.284/1988 (ΦΕΚ 128 Α’) ως προς την Επιτροπή καθορισμού των ορίων αιγιαλού, παραλίας και παλαιού αιγιαλού”.
5. Επειδή, από τις ανωτέρω διατάξεις, τόσο του προγενέστερου Α.Ν.2344/1940 όσο και του ισχύοντος Ν.2971/2001, συνάγεται ότι αυθαίρετα κτίσματα ανεγειρόμενα εν μέρει ή εν όλω εντός του αιγιαλού ή της παραλίας κατεδαφίζονται υποχρεωτικώς, ανεξαρτήτως του χρόνου κατασκευής τους. Εξάλλου, ο εδαφικός χαρακτήρας του αιγιαλού (αντιθέτως προς την παραλία) δεν δημιουργείται αναγκαίως από την σχετική πράξη της πολιτείας, αλλά προκύπτει από φυσικά φαινόμενα, δηλαδή από τις μέγιστες αλλά συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων. Κατά συνέπεια, εάν δεν έχει μεν καθορισθεί ο αιγιαλός με διοικητική πράξη, αντιμετωπίζει όμως η Διοίκηση ζήτημα για την επίλυση του οποίου είναι κρίσιμο στοιχείο η οριοθέτηση του αιγιαλού, όπως συμβαίνει στην περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων που προβλέπουν την κατεδάφιση αυθαιρέτων κτισμάτων στον αιγιαλό, η Διοίκηση οφείλει να προβεί σε παρεμπίπτουσα και αιτιολογημένη, με συγκεκριμένα στοιχεία, κρίση για τη συνδρομή των πραγματικών φαινομένων (μέγιστη πλην συνήθης ανάβαση των κυμάτων) που προσδιορίζουν τα όρια του αιγιαλού (βλ. Σ.τ.Ε. 4591/2005, 3333/2004, 3483/2003, 680, 377/2002, 1549/1994, 156/1984, 3784/1981, 2152/1977).
6. Επειδή, στην συγκεκριμένη περίπτωση από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Κατόπιν αυτοψίας που διενέργησαν υπάλληλοι του Πολεοδομικού Γραφείου […] στις 16.8.1995 διαπιστώθηκε ότι ο αιτών κατασκεύασε αυθαίρετη ισόγεια κατοικία και περιτοίχιση εντός αιγιαλού και παραλίας στη θέση […]. Ο Λιμενικός Σταθμός […] με σήμα του τον Σεπτέμβριο του 1995 και το υπ’ αριθ. …/1.12.1995 έγγραφό του προς τη ΔΟΥ […] και το Πολεοδομικό Γραφείο […], ζήτησε να πληροφορηθεί εάν οι ανωτέρω κατασκευές βρίσκονται πράγματι εντός κοινόχρηστου χώρου αιγιαλού και παραλίας προκειμένου να προχωρήσει στην επιβολή των προβλεπόμενων διοικητικών κυρώσεων. Στις 10.5.1996 υποβλήθηκε από αστυνομικό υπάλληλο του Αστυνομικού Σταθμού […] μήνυση κατά του αιτούντος για την ανέγερση των ανωτέρω κατασκευών εντός του αιγιαλού και της παραλίας. Ακολούθως, με την από 25.6.1996 έκθεσή της η Επιτροπή του άρθρου 100 του Π.Δ.284/1988 απέδωσε σε 30 φυσικά πρόσωπα, μεταξύ δε αυτών και στον αιτούντα, την ανέγερση αυθαίρετων κτισμάτων και κατασκευών εντός αιγιαλού και παραλίας στην παραθαλάσσια περιοχή Κοινότητας […]. Ειδικότερα στην έκθεση αυτή αναφέρεται ότι η επιτροπή μετέβη στις 25.6.1996 για επιτόπια εξέταση των αυθαίρετων κατασκευών στην ανωτέρω παραθαλάσσια περιοχή και αφού έλαβε υπόψη της τις διατάξεις του Α.Ν.2344/1940, την ιδία αντίληψη που σχημάτισε για τις αυθαίρετες κατασκευές και το γεγονός ότι στην περιοχή δεν υπάρχει καθορισμός ορίων αιγιαλού και παραλίας, έκρινε, μεταξύ άλλων, ότι ο αιτών ανήγειρε αυθαίρετες κατασκευές, τοιχίου διαστάσεων 12 μ. από λίθους και σκάλας από τσιμέντο, εντός του αιγιαλού στη θέση […]. Κατ’ επίκληση της ανωτέρω έκθεσης εκδόθηκαν αφενός μεν τα υπ’ αριθ. …/20.3.1998 και …/7.3.2003 πρωτόκολλα καθορισμού αποζημίωσης αυθαίρετης χρήσης δημοσίου κτήματος της προϊσταμένης της Κτηματικής Υπηρεσίας […] αφετέρου δε το υπ’ αριθ. …/7.3.2003 πρωτόκολλο της προϊσταμένης της Κτηματικής Υπηρεσίας […], με το οποίο διατάσσεται ο αιτών να προβεί σε κατεδάφιση αυθαίρετων κατασκευών, ήτοι τοιχίου διαστάσεων 12 μ. από λίθους και σκάλας από τσιμέντο, που βρίσκονται στον κοινόχρηστο χώρο του αιγιαλού στη θαλάσσια βραχώδη περιοχή […] της Περιφέρειας της Κοινότητας […] του Δήμου […]. Κατά του τελευταίου αυτού πρωτοκόλλου το οποίο επιδόθηκε σε αυτόν στις 17.6.2003, ο αιτών άσκησε αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά (…/2.8.2003), η οποία παραπέμφθηκε προς εκδίκαση στο Σ.τ.Ε. με την υπ’ αριθ. 571/2006 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά.
7. Επειδή, ο λόγος ακυρώσεως με τον οποίο προβάλλεται ότι το προσβαλλόμενο πρωτόκολλο είναι μη νόμιμο αφενός διότι μνημονεύει ως εφαρμοστέες τις καταργηθείσες διατάξεις του Α.Ν.2344/1940 και όχι του Ν.2971/2001 και αφετέρου διότι στηρίζεται σε έκθεση της επιτροπής του άρθρου 100 του Π.Δ.284/1988, η οποία καταργήθηκε με τις διατάξεις των άρθρων 3 παρ. 1 και 34 παρ. 3 εδάφιο β’ του Ν.2971/2001, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 34 του Ν.2971/2001, εφαρμοστέες στην προκείμενη περίπτωση διατάξεις είναι οι διατάξεις του Α.Ν.2344/1940, όπως αυτές είχαν τροποποιηθεί μέχρι την κατάργησή τους με την παρ. 3 του ως άνω άρθρου 34 του Ν.2971/2001, δεδομένου ότι κατά την έναρξη της ισχύος του Ν.2971/2001 (19.12.2001) είχε ήδη συνταχθεί η από 25.6.1996 έκθεση της κατά το άρθρο 100 του Π.Δ.284/1988 αρμόδιας Επιτροπής καθορισμού ορίων αιγιαλού και παραλίας, βάσει της οποίας εκδόθηκε το επίδικο πρωτόκολλο (πρβλ. Σ.τ.Ε. 2859/2007).
8. Επειδή, προβάλλεται ότι το προσβαλλόμενο πρωτόκολλο δεν εκδόθηκε νομίμως διότι της έκδοσης αυτού δεν προηγήθηκε διοικητικός καθορισμός των ορίων του αιγιαλού. Όπως, όμως, προεκτέθηκε, στην περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων που προβλέπουν την κατεδάφιση αυθαιρέτων κτισμάτων στον αιγιαλό, εάν δεν έχει καθορισθεί ο αιγιαλός με διοικητική πράξη, η Διοίκηση έχει τη δυνατότητα να προβεί σε παρεμπίπτουσα κρίση για τη συνδρομή των πραγματικών φαινομένων που προσδιορίζουν τα όρια του αιγιαλού. Κατά συνέπεια, εφόσον στην προκείμενη περίπτωση δεν είχε προηγηθεί της έκδοσης του προσβαλλόμενου πρωτοκόλλου ο καθορισμός του αιγιαλού στην επίμαχη περιοχή με διοικητική πράξη, νομίμως, καταρχήν, η Διοίκηση προέβη σε παρεμπίπτουσα κρίση περί των ορίων του αιγιαλού με την από 25.6.1996 έκθεσή της κατά το άρθρο 100 του Π.Δ.284/1988 αρμόδιας Επιτροπής καθορισμού ορίων αιγιαλού και παραλίας και περαιτέρω, βάσει της έκθεσης αυτής, εξέδωσε το επίδικο πρωτόκολλο. Επομένως, ο ως άνω λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
9. Επειδή, προβάλλεται ότι το προσβαλλόμενο πρωτόκολλο είναι αναιτιολόγητο εφόσον στηρίζεται στην από 5.6.1996 έκθεση της επιτροπής του άρθρου 100 του Π.Δ.284/1988, η κρίση της οποίας ως προς τη θέση των ορίων του αιγιαλού στο σημείο όπου βρίσκονται οι επίδικες κατασκευές είναι αναιτιολόγητη και δεν υποστηρίζεται από τοπογραφικό διάγραμμα. Ο λόγος είναι βάσιμος διότι η Διοίκηση δεν αιτιολόγησε την παρεμπίπτουσα κρίση της περί των ορίων του αιγιαλού, εφόσον όπως προκύπτει από την από 25.6.1996 έκθεσή της στην οποία στηρίζεται το επίδικο πρωτόκολλο, η Επιτροπή του άρθρου 100 του Π.Δ.284/1988 δεν παρέθεσε συγκεκριμένα στοιχεία, για τη συνδρομή των πραγματικών φαινομένων (μέγιστη πλην συνήθης ανάβαση των κυμάτων) που προσδιορίζουν τα όρια του αιγιαλού στην παραθαλάσσια περιοχή της Κοινότητας […], όπου μετέβη και ειδικώς στη θέση […] όπου εντοπίζονται οι αυθαίρετες κατασκευές που αποδίδονται στον αιτούντα. Η παντελής έλλειψη αιτιολογίας, εξάλλου, δεν αναπληρώνεται από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου, στα οποία δεν περιλαμβάνεται ούτε τοπογραφικό διάγραμμα που να αποτυπώνει τα συμπεράσματα της Διοίκησης και, συγκεκριμένα, της επιτροπής ως προς τα όρια του αιγιαλού. Όπως δε προκύπτει και από το υπ’ αριθ. …/7.2.2006 έγγραφο απόψεων της Κτηματικής Υπηρεσίας […] προς το δικαστήριο, τέτοιο διάγραμμα δεν έχει συνταχθεί.
10. Επειδή, ενόψει αυτών, η αίτηση ακυρώσεως πρέπει να γίνει δεκτή και να ακυρωθεί το υπ’ αριθ. …/7.3.2003 πρωτόκολλο της προϊσταμένης της Κτηματικής Υπηρεσίας […], η δε υπόθεση να αναπεμφθεί στην Διοίκηση για νέα νόμιμη κρίση.