Άρθρο 19

1. Η παρ. 1 του άρθρου 200Α του Κώδικα Ποινικής Δι­κονομίας αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 200Α

Ανάλυση DNA

1. Όταν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι ένα πρόσωπο έχει τελέσει κακούργημα ή πλημμέλημα, που τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός (1) έτους, οι διω­κτικές αρχές λαμβάνουν υποχρεωτικά γενετικό υλικό για ανάλυση του δεοξυριβονουκλεϊκού οξέος (Deoxyri­bonucleic Acid -DNA) προκειμένου να διαπιστωθεί η ταυ­τότητα του δράστη του εγκλήματος αυτού. Τη λήψη γε­νετικού υλικού από τον ίδιο τον κατηγορούμενο διατάσ­σει ο αρμόδιος εισαγγελέας ή ανακριτής και πρέπει να διεξάγεται με απόλυτο σεβασμό στην αξιοπρέπεια του. Σε περίπτωση λήψης γενετικού υλικού από απόκρυφα μέρη του σώματος είναι υποχρεωτική η παρουσία εισαγ­γελικού λειτουργού. Η ανάλυση περιορίζεται αποκλει­στικά στα δεδομένα που είναι απολύτως αναγκαία για τη διαπίστωση αυτή και διεξάγεται σε κρατικό ή πανεπιστη­μιακό εργαστήριο. Την ανάλυση του DNA του δικαιούται να ζητήσει και ο ίδιος ο κατηγορούμενος για την υπερά­σπιση του. Σε κάθε περίπτωση εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 204 έως 208.»

2. Το α'εδάφιο της παρ.2 του άρθρου 200Α του Κώδι­κα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Αν η κατά την προηγούμενη παράγραφο ανάλυση αποβεί θετική, το πόρισμα της κοινοποιείται στο πρόσω­πο από το οποίο προέρχεται το γενετικό υλικό. Αυτό έ­χει δικαίωμα να ζητήσει επανάληψη της ανάλυσης, με α­νάλογη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 204 έως 208.»

3.  Το προτελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 200Α του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:

«Τα στοιχεία αυτά τηρούνται για την αξιοποίηση στη διερεύνηση και εξιχνίαση άλλων εγκλημάτων που προ­βλέπονται στην παράγραφο 1 και καταστρέφονται σε κά­θε περίπτωση μετά το θάνατο του προσώπου που αφο­ρούν.»