ΘΕΜΑ: Όροι και προϋποθέσεις και ειδικά θέματα εφαρμογής της πάγιας ρύθμισης των οφειλόμενων εισφορών στους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης της Υποπαραγράφου ΙΑ.1 του Ν.4152/2013 (ΦΕΚ 107 Α).
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ & ΠΡΟΝΟΙΑΣ
Έχοντας υπόψη:
1. Το Π.Δ.85/2012 (ΦΕΚ Α’, 141) «Ίδρυση και μετονομασία Υπουργείων, μεταφορά και κατάργηση υπηρεσιών», όπως τροποποιήθηκε από τις διατάξεις της παρ.2 του άρθρ.1 του Π.Δ.88/2012 (ΦΕΚ Α, 143).
2. Το Π.Δ.86/2012 (ΦΕΚ Α’, 141) «Διορισμός Υπουργών, Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών».
3. Την παρ.7 της παραγράφου ΙΑ΄, Υποπαράγραφος ΙΑ.1 του Ν. 4152/2013 (Α΄107) <Επείγοντα μέτρα εφαρμογής των νόμων 4046/2012, 4093/2012 και 4127/2013>.
4. Την ανάγκη καθορισμού θεμάτων και λεπτομερειών για την εφαρμογή των διατάξεων ρύθμισης οφειλόμενων εισφορών στους φορείς κοινωνικής ασφάλισης.
5. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού, ούτε και στους Προϋπολογισμούς των Φ.Κ.Α.
Αποφασίζουμε
1. Η αίτηση για υπαγωγή στη ρύθμιση της Υποπαραγράφου ΙΑ.1: «Πάγια ρύθμιση των οφειλόμενων εισφορών στους φορείς κοινωνικής ασφάλισης» της παραγράφου ΙΑ' του άρθρου πρώτου του Ν.4152/2013 υποβάλλεται στα οικεία περιφερειακά ή τοπικά καταστήματα ή μονάδες των ασφαλιστικών οργανισμών. Η αίτηση δύναται να υποβάλλεται και ηλεκτρονικά, μέσω διαδικτυακής εφαρμογής για όλες τις περιπτώσεις που αυτό υποστηρίζεται τεχνικά.
2. Η πρώτη δόση καταβάλλεται σε Τράπεζες. Η καταβολή των υπολοιπόμενων δόσεων γίνεται υποχρεωτικά με πάγια εντολή χρέωσης λογαριασμού σε πιστωτικό ίδρυμα. H αρμόδια υπηρεσία του φορέα δύναται να προσδιορίζει το λογαριασμό με τον οποίο θα συνδέεται η πάγια εντολή αυτόματης χρέωσης. Η ανωτέρω πάγια εντολή αυτόματης χρέωσης είναι υποχρεωτική. Από την υποχρέωση αυτή εξαιρούνται:
α) οι οφειλέτες φυσικά πρόσωπα μη επιτηδευματίες άνω των εξήντα πέντε (65) ετών, των οποίων η συνολική βασική οφειλή δεν ξεπερνά τα πέντε χιλιάδες ευρώ (5.000€) και
β) οι οφειλέτες φυσικά πρόσωπα που δεν διαθέτουν τραπεζικό λογαριασμό.
3. Οφειλές που υπάγονται στη ρύθμιση:
α) Καθυστερούμενες οφειλές, μετά των νομίμων προσαυξήσεων, τελών καθυστέρησης και λοιπών επιβαρύνσεων έως την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής οφειλών, οι οποίες δεν έχουν εξοφληθεί με ρύθμιση ή με αναστολή πληρωμής ή διευκόλυνση ή άλλη νομοθετική ρύθμιση τμηματικής καταβολής οφειλών.
β) Δύνανται να υπαχθούν μετά από επιλογή του οφειλέτη και οι καθυστερούμενες έως την ημερομηνία υποβολής της αίτησης υπαγωγής οφειλές, οι οποίες τελούν σε αναστολή είσπραξης,
γ) Εξαιρούνται και δεν δύναται να υπαχθούν στη ρύθμιση οφειλέτες που έχουν καταδικαστεί ή έχει ασκηθεί κατ’ αυτών ποινική δίωξη, για φοροδιαφυγή. Ο οφειλέτης δηλώνει με υπεύθυνη δήλωσή του ότι δεν έχει καταδικαστεί για φοροδιαφυγή πρωτόδικα, τελεσίδικα ή αμετάκλητα και δεν έχει ασκηθεί εναντίον του ποινική δίωξη για φοροδιαφυγή.
Οι υπαγόμενες στη ρύθμιση οφειλές ρυθμίζονται σε δώδεκα (12) ισόποσες μηνιαίες δόσεις με κεφαλαιοποίηση τον προηγούμενο της ρύθμισης μήνα. Η καταβολή της πρώτης δόσης πραγματοποιείται εντός επτά εργασίμων ημερών από την ημέρα υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση, οπότε η ρύθμιση θεωρείται ως κατ΄αρχήν χορηγηθείσα και ο οφειλέτης τυγχάνει των ευεργετημάτων αυτής και μέχρι τον έλεγχο των δηλούμενων ή και προσκομιζόμενων στοιχείων από την αρμόδια υπηρεσία. Εάν ο οφειλέτης δεν ενημερωθεί διαφορετικά και εάν εντός έξι (6) μηνών από την κατά τα ανωτέρω καταβολή της πρώτης δόσης δεν προκύψει απώλεια αυτής, η ρύθμιση θεωρείται χορηγηθείσα με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παράγραφο 8 της παρούσας. Για την καταβολή των δόσεων δεν απαιτείται ιδιαίτερη ειδοποίηση του οφειλέτη.
4. Προϋποθέσεις υπαγωγής – Προσκομιζόμενα δικαιολογητικά.
α) Για την υπαγωγή στη ρύθμιση πρέπει να αποδεικνύεται, η αδυναμία εξόφλησης της οφειλής τη δεδομένη χρονική στιγμή καθώς και η βιωσιμότητα του διακανονισμού, σύμφωνα με τα υποβαλλόμενα στοιχεία.
β) Οι οφειλέτες πρέπει να έχουν υποβάλει τις εκ του νόμου δηλώσεις ασφάλισης μισθωτών της τελευταίας πενταετίας,
γ) Οι οφειλέτες φυσικά ή νομικά πρόσωπα, υποβάλλουν με την υποβολή της αίτησης υπαγωγής:
ii) για ποσά οφειλών άνω των πέντε χιλιάδων ευρώ (5.000 €) και έως πενήντα χιλιάδων ευρώ (50.000 €), υπεύθυνη δήλωση του οφειλέτη ή του νόμιμου εκπροσώπου αυτού, του άρθρου 8 του Ν.1599/1986 στην οποία δηλώνονται λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη (κινητές αξίες και ακίνητη περιουσία οποιασδήποτε μορφής), τα οικονομικά στοιχεία της επιχείρησης ή το ετήσιο εισόδημα, τους αριθμούς των τραπεζικών του λογαριασμών (IBAN), οχήματα των οποίων έχει την κυριότητα, απαιτήσεις από τρίτους καθώς και πληροφορίες που περιλαμβάνουν οφειλές του σε ασφαλιστικά ταμεία ή άλλες υπηρεσίες του δημοσίου και άλλες πάγιες υποχρεώσεις προς τρίτους, εφόσον υφίστανται, το τρέχον και το αναμενόμενο εισόδημα/κύκλος εργασιών.
iii) για ποσά οφειλών άνω των πενήντα χιλιάδων ευρώ (50.000€), ο οφειλέτης επιπλέον των δικαιολογητικών της περίπτωσης ii) προσκομίζει και βεβαίωση που υπέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης από τρίτο ανεξάρτητο εκτιμητή περί της ορθότητας των οικονομικών στοιχείων και των λοιπών δικαιολογητικών που αποδεικνύουν την αδυναμία εξόφλησης της οφειλής τη δεδομένη χρονική στιγμή, καθώς και τη βιωσιμότητα του διακανονισμού. Η δαπάνη για την αμοιβή του εκτιμητή βαρύνει αποκλειστικά τον οφειλέτη.
iv) για ποσά άνω των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000 €), πέραν των ανωτέρω υπό ii) και iii) στοιχείων, απαιτείται σύσταση εγγύησης για τη διασφάλιση της οφειλής, η οποία μπορεί να συνίσταται σε:
-προσκόμιση εγγυητικής επιστολής τράπεζας για όλο το διάστημα της ρύθμισης για το σύνολο της ρυθμιζόμενης οφειλής πλέον των επιβαρύνσεων,
-πλήρη διασφάλιση της οφειλής με εγγραφή υποθήκης επί ακινήτου ελευθέρου βαρών αντικειμενικής αξίας τουλάχιστον ίσης με το ύψος της συνολικής οφειλής ή επί βεβαρημένου ακινήτου αντικειμενικής αξίας, αφαιρουμένων των ποσών για τα οποία έχουν εγγραφεί βάρη, τουλάχιστον ίσης με τη συνολική οφειλή,
-εγγύηση τρίτου αξιόχρεου προσώπου και
-οποιοδήποτε άλλο τρόπο εγγύησης αποδεκτό από τις αρμόδιες αρχές των ασφαλιστικών οργανισμών.
Τα ως άνω δικαιολογητικά των περιπτώσεων iii) και iv) (βεβαίωση που να υπέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης τρίτου ανεξάρτητου εκτιμητή, εγγυητική επιστολή και τα δικαιολογητικά για το προσφερόμενο προς υποθήκη ακίνητο κλπ) προσκομίζονται ή αποστέλλονται ταχυδρομικά με συστημένη επιστολή στα αρμόδια περιφερειακά ή τοπικά υποκαταστήματα ή μονάδες των φορέων κοινωνικής ασφάλισης εντός μηνός από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης. Με όμοιο τρόπο και εντός της ίδιας προθεσμίας υποβάλλονται και τα λοιπά δικαιολογητικά σε περίπτωση που η αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση υποβάλλεται ηλεκτρονικά.
5. Στις περιπτώσεις ύψους οφειλής έως 50.000 ευρώ, η αδυναμία εξόφλησης της οφειλής τη δεδομένη χρονική στιγμή υποβολής της αίτησης και η βιωσιμότητα του διακανονισμού, αξιολογούνται από τις αρμόδιες υπηρεσίες βάσει της υπεύθυνης δήλωσης που υποβάλλεται.
6. Στις περιπτώσεις ύψους οφειλής άνω των 50.000 ευρώ, η αδυναμία εξόφλησης της οφειλής τη δεδομένη χρονική στιγμή υποβολής της αίτησης και η βιωσιμότητα του διακανονισμού. Η προαναφερθείσα βεβαίωση –μελέτη βιωσιμότητας πρέπει να περιλαμβάνει την καθαρή θέση, ανάλυση ρευστότητας και προσδοκόμενα έσοδα, αναμενόμενες δαπάνες του οφειλέτη.
7. Η ρύθμιση απόλλυται, με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής και την άμεση επιδίωξη της είσπραξής της με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα, εάν ο οφειλέτης:
α) δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα μία δόση της ρύθμισης πέραν της μίας φοράς,
β) δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα τις τρέχουσες ασφαλιστικές εισφορές, καθ’ όλο το διάστημα της ρύθμισης καταβολής των οφειλών του και μέχρι την εξόφλησή τους,
γ) έχει υποβάλει ανακριβή ή ανεπαρκή στοιχεία προκειμένου να του χορηγηθεί η ρύθμιση.
δ) Στην περίπτωση που διαπιστωθεί σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης ότι δεν πληρούνται οι όροι των διατάξεων της Υποπαραγράφου ΙΑ.1 της παραγράφου ΙΑ' του άρθρου πρώτου του Ν.4152/2013 και της παρούσας απόφασης, ο οφειλέτης χάνει τα ευεργετήματα της ρύθμισης, καθίσταται απαιτητό το σύνολο του υπολοίπου της οφειλής και καταπίπτουν οι προσφερθείσες εγγυήσεις.
8. Λοιπά στοιχεία της ρύθμισης.
α) Αρμόδια για την εξέταση των δικαιολογητικών, την χορήγηση της ρύθμισης, την παρακολούθηση και την τήρηση των όρων αυτής και κάθε άλλη αναγκαία διαδικασία, ορίζεται η υπηρεσία (Διεύθυνση, τμήμα κλπ) του οικείου ασφαλιστικού φορέα που είναι αρμόδια για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής.
β) Σε περίπτωση που ζητείται αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας για οφειλές προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης στους οφειλέτες χορηγείται μηνιαίο πιστοποιητικό οφειλής χωρίς παρακράτηση στο οποίο πιστοποιείται και το υπολειπόμενο ποσό οφειλής.
γ) Ως ανεξάρτητοι εκτιμητές ορίζονται οι ορκωτοί ελεγκτές – λογιστές, οι λογιστές- φοροτεχνικοί και οι κατέχοντες άδεια ασκήσεως δικηγορικού λειτουργήματος. Η βεβαίωση από τους ως άνω εκτιμητές πιστοποιεί όλες τις υποχρεώσεις του οφειλέτη προς το κράτος και προς τρίτους, την περιουσιακή κατάσταση του οφειλέτη ως προς την παροχή επαρκών εγγυήσεων για την χορήγηση ρύθμισης τμηματικής καταβολής, καθώς και τα αποτελέσματα επί της αναμενόμενης ρευστότητας από την ενδεχόμενη υπαγωγή του οφειλέτη σε άλλους διακανονισμούς με το δημόσιο ή με τρίτους φορείς. Σε περίπτωση προσκόμισης της ανωτέρω βεβαίωσης-μελέτης βιωσιμότητας από ορκωτούς ελεγκτές – λογιστές δεν απαιτείται περαιτέρω αξιολόγηση των οικονομικών στοιχείων από τις υπηρεσίες των ασφαλιστικών οργανισμών. Άλλως, σε περίπτωση προσκόμισης βεβαίωσης από λογιστή ή δικηγόρο, η αρμόδια υπηρεσία του ασφαλιστικού φορέα αξιολογεί τα προσκομισθέντα στοιχεία. Σε περίπτωση προσφερόμενου για υποθήκη ακινήτου δύναται να υπάρχει εκτίμηση της αξίας του από κατέχοντα άδεια ασκήσεως του επαγγέλματος του μηχανικού. Η δαπάνη για την αμοιβή των ανωτέρω εκτιμητών βαρύνει αποκλειστικά τον οφειλέτη.
δ) Τα προβλεπόμενα πρόσθετα τέλη του εδαφίου δ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 27 του α.ν. 1846/1951 (Α΄179), όπως αντικαταστάθηκε και ισχύει με το άρθρο 21 του ν.4075/2012 (Α΄89), παύουν να ισχύουν για ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του εκάστοτε φορέα κοινωνικής ασφάλισης, μισθολογικών περιόδων από 1.01.2013 και εφεξής, οι οποίες δεν καταβάλλονται εμπροθέσμως. Στη περίπτωση αυτή θα επιβαρύνονται με το επιτόκιο αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, συν ένα περιθώριο 800 μονάδων βάσης, υπολογισμένο σε ετήσια βάση.
ε) Το ισχύον επιτόκιο με το οποίο επιβαρύνεται η υπαχθείσα στη ρύθμιση κύρια οφειλή από το μήνα υπαγωγής στη ρύθμιση προσδιορίζεται στην περίπτωση 6.γ της Υποπαραγράφου ΙΑ.1, παρ. ΙΑ πρώτου άρθρου του ν.4152/2013.
9. Από τη δημοσίευση του Ν.4152/2013 καταργείται η δυνατότητα νέας υπαγωγής σε κάθε υφιστάμενη ρύθμιση.
10. Κατά τα λοιπά ισχύουν τα οριζόμενα στις διατάξεις της Υποπαραγράφου ΙΑ.1 της παραγράφου ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν.4152/2013.
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ & ΠΡΟΝΟΙΑΣ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΡΟΥΤΣΗΣ