.
ΠΟΛ.1149/10.7.2015
Κοινοποίηση των διατάξεων των άρθρων 18 και 22 του ν.4321/2015.
Κοινοποιούμε τις διατάξεις των άρθρων , , , και του ν.4321/2015 (ΦΕΚ Α΄ 32/21.3.2015) «Ρυθμίσεις για την επανεκκίνηση της οικονομίας», που αφορούν θέματα εφαρμογής ΦΠΑ και παρέχονται οι ακόλουθες διευκρινίσεις για την ομοιόμορφη εφαρμογή τους. Οι κοινοποιούμενες διατάξεις παρατίθενται κατωτέρω κατά τροποποιούμενο άρθρο του Κώδικα ΦΠΑ (ν.2859/2000).
1. Άρθρο 33 του Κώδικα ΦΠΑ.
Με την του ν.4321/2015 προστίθεται νέο εδάφιο στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 33 του Κώδικα ΦΠΑ, σύμφωνα με το οποίο οι διακανονισμοί των εκπτώσεων, που διενεργήθηκαν σε μία διαχειριστική περίοδο, περιλαμβάνονται σε δήλωση ΦΠΑ που υποβάλλεται το αργότερο μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του έβδομου μήνα, του επόμενου ημερολογιακού έτους, από το έτος που έληξε η διαχειριστική περίοδος. Ειδικότερα διευκρινίζονται τα εξής:
α) Σύμφωνα με τα οριζόμενα στην του ν.4281/2014 καταργήθηκε η υποχρέωση υποβολής εκκαθαριστικής δήλωσης ΦΠΑ, για τις διαχειριστικές περιόδους που λήγουν από 1.1.2014 και εφεξής από οποιαδήποτε αιτία (λήξη διαχειριστικής περιόδου π.χ. 31.12.2014 ή 30.6.2014, παύση εργασιών, κλπ) και για τις διαχειριστικές αυτές περιόδους οι ετήσιοι διακανονισμοί των εκπτώσεων διενεργούνται πλέον με τη δήλωση ΦΠΑ.
β) Οι διακανονισμοί των εκπτώσεων της τρέχουσας διαχειριστικής περιόδου διενεργούνται με την καταχώρηση των αντίστοιχων ποσών προς έκπτωση ή καταβολή στη δήλωση ΦΠΑ, του Ιουνίου για τους τηρούντες διπλογραφικό λογιστικό σύστημα και του δευτέρου τριμήνου, για τους τηρούντες απλογραφικό λογιστικό σύστημα ή για τους μη υπόχρεους σε τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία, του επόμενου ημερολογιακού έτους από τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου. Κατ’ εξαίρεση σε περίπτωση παύσης εργασιών ισχύουν τα αναφερόμενα στο σημείο στ΄.
Παράδειγμα 1
Επιχείρηση που υποχρεούται σε τήρηση απλογραφικού λογιστικού συστήματος και διαχειριστική περίοδο 1.1.2014 – 31.12.2014 καταχωρεί τα ποσά των διακανονισμών για την περίοδο αυτή στη δήλωση ΦΠΑ του δεύτερου τριμήνου του έτους 2015.
Παράδειγμα 2
Επιχείρηση που υποχρεούται σε τήρηση διπλογραφικού λογιστικού συστήματος και διαχειριστική περίοδο 1.1.2014 – 31.12.2014 καταχωρεί τα ποσά των διακανονισμών στη δήλωση ΦΠΑ του Ιουνίου του 2015.
Παράδειγμα 3
Επιχείρηση που υποχρεούται σε τήρηση διπλογραφικού λογιστικού συστήματος και διαχειριστική περίοδο 1.7.2013 – 30.06.2014 καταχωρεί τα ποσά των διακανονισμών στη δήλωση ΦΠΑ του Ιουνίου του 2015.
γ) Στο έντυπο της δήλωσης ΦΠΑ Φ2 TAXIS έκδοση 050-ΦΠΑ 2014 τα ποσά των διακανονισμών προς έκπτωση αναγράφονται στον κωδικό «407 – Ποσά διακανονισμών προς έκπτωση προηγούμενης διαχειριστικής περιόδου» και τα ποσά των διακανονισμών προς καταβολή στον κωδικό «423 – Ποσά διακανονισμών προς καταβολή προηγούμενης διαχειριστικής περιόδου».
Επισημαίνεται ότι στους ανωτέρω κωδικούς καταχωρείται το αλγεβρικό άθροισμα των ποσών προς έκπτωση ή καταβολή από όλους τους διακανονισμούς που διενεργούνται για την προηγούμενη διαχειριστική περίοδο.
Παράδειγμα 4
Επιχείρηση που υποχρεούται σε τήρηση απλογραφικού λογιστικού συστήματος και διαχειριστική περίοδο 1.1.2014 – 31.12.2014 έχει υποχρέωση καταβολής φόρου πεντακοσίων ευρώ (500€) λόγω παύσης χρησιμοποίησης παγίου στοιχείου εντός του έτους 2014, για το οποίο δεν έχει παρέλθει πενταετία από την έναρξη χρησιμοποίησης αυτού. Επίσης έχει δικαίωμα έκπτωσης διακοσίων ευρώ (200€) λόγω αύξησης του ποσοστού pro-rata για το έτος 2014. Η επιχείρηση, περιλαμβάνει τα ποσά των διακανονισμών των εκπτώσεων για τη χρήση 2014 στη δήλωση ΦΠΑ που υποβάλλεται για το δεύτερο τρίμηνο του 2015, στην οποία θα πρέπει να καταχωρήσει το ποσό των τριακοσίων ευρώ (300€) στον κωδικό «423 – Ποσά διακανονισμών προς καταβολή προηγούμενης διαχειριστικής περιόδου» (500€ για καταβολή – 200€ για έκπτωση = 300€ για καταβολή).
δ) Οι καταστάσεις ή τα στοιχεία που προβλέπονταν να υποβάλλονται στη φορολογική διοίκηση μαζί με την εκκαθαριστική δήλωση αποστέλλονται εφεξής έως την καταληκτική ημερομηνία διενέργειας των διακανονισμών, δηλαδή έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του έβδομου μήνα, του επόμενου ημερολογιακού έτους, από το έτος που έληξε η διαχειριστική περίοδος.
ε) Επισημαίνεται ότι στην περίπτωση μερικής καταβολής ποσών διακανονισμού εντός της διαχειριστικής περιόδου, όπως στην περίπτωση κατ’ αναλογία έκπτωσης (pro – rata), στη δήλωση ΦΠΑ που καταχωρούνται οι οριστικοί διακανονισμοί υπολογίζεται μόνο η διαφορά που απομένει προς έκπτωση ή καταβολή.
Παράδειγμα 5
Επιχείρηση που υποχρεούται σε τήρηση διπλογραφικού λογιστικού συστήματος και διαχειριστική περίοδο 1.1.2014 – 31.12.2014 καταχωρεί τα ποσά των διακανονισμών στη δήλωση ΦΠΑ που αφορά τον Ιούνιο του 2015. Για τις φορολογικές περιόδους του έτους 2014 έχει εφαρμόσει προσωρινό ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%), επί του φόρου των κοινών εισροών που ανέρχονται σε χίλια ευρώ (1.000€). Το οριστικό ποσοστό ωστόσο για το έτος 2014 προσδιορίστηκε κατά τον Ιούνιο του 2015 σε πενήντα τοις εκατό (50%). Το ποσό των εκατό ευρώ (100€), που αντιστοιχεί στο ποσοστό της διαφοράς δέκα τοις εκατό (10%) επί των χιλίων ευρώ (1.000€), αναγράφεται στη δήλωση ΦΠΑ του μηνός Ιουνίου 2015 στον κωδικό «407 – Ποσά διακανονισμών προς έκπτωση προηγούμενης διαχειριστικής περιόδου».
στ) Σε περίπτωση παύσης εργασιών, τα ποσά των διακανονισμών προς έκπτωση ή καταβολή καταχωρούνται σε έκτακτη δήλωση η οποία υποβάλλεται εμπρόθεσμα έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του έβδομου μήνα του επόμενου ημερολογιακού έτους, από την ημερομηνία της παύσης. Στην έκτακτη δήλωση θα καταχωρείται ως ημερολογιακή περίοδος η τελευταία φορολογική περίοδος της διαχειριστικής περιόδου πριν από την παύση εργασιών. Η έκτακτη δήλωση υποβάλλεται σε έντυπη μορφή στη Δ.Ο.Υ. που υποβλήθηκε η δήλωση ΦΠΑ της τελευταίας φορολογικής περιόδου.
Παράδειγμα 6
Επιχείρηση που υποχρεούται σε τήρηση διπλογραφικού λογιστικού συστήματος πραγματοποιεί παύση εργασιών στις 25.11.2014. Για τα ποσά διακανονισμών προς έκπτωση ή καταβολή η επιχείρηση οφείλει να υποβάλλει έκτακτη δήλωση, σε έντυπη μορφή στη Δ.Ο.Υ., έως στις 31.7.2015 και να αναγράψει σε αυτή ως ημερολογιακή περίοδο «1.11.2014 – 25.11.2014».
Παράδειγμα 7
Επιχείρηση που υποχρεούται σε τήρηση διπλογραφικού λογιστικού συστήματος τέθηκε σε εκκαθάριση στις 15.2.2012 η οποία ολοκληρώθηκε στις 12.5.2015. Για τα ποσά διακανονισμών προς έκπτωση ή καταβολή η επιχείρηση οφείλει να υποβάλλει έκτακτη δήλωση σε έντυπη μορφή στη Δ.Ο.Υ. έως στις 29.7.2016 και να αναγράψει σε αυτή ως ημερολογιακή περίοδο «1.5.2015 – 12.5.2015».
ζ) Με την υποβολή της δήλωσης Φ.Π.Α. στην οποία περιέχονται τα ποσά των διακανονισμών, το ποσοστό της κατ’ αναλογία έκπτωσης (pro – rata), που προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο του Κώδικα ΦΠΑ για την προηγούμενη διαχειριστική περίοδο, λαμβάνεται υπόψη:
i. Ως οριστικό ποσοστό για τον προσδιορισμό του εκπιπτόμενου φόρου της προηγούμενης διαχειριστικής περιόδου.
ii. Ως ποσοστό για τον προσδιορισμό του εκπιπτόμενου φόρου της συγκεκριμένης φορολογικής περιόδου καθώς και για όλες τις λοιπές φορολογικές περιόδους της τρέχουσας διαχειριστικής περιόδου. Επίσης το ποσοστό αυτό λαμβάνεται υπόψη και για τις φορολογικές περιόδους της επόμενης διαχειριστικής περιόδου, έως ότου καταχωρηθούν εμπρόθεσμα σε δήλωση ΦΠΑ οι διακανονισμοί του φόρου για την τρέχουσα διαχειριστική περίοδο.
iii. Ως νέο ποσοστό για τις φορολογικές περιόδους που έχουν παρέλθει από την έναρξη της τρέχουσας διαχειριστικής περιόδου. Η διαφορά του φόρου προς καταβολή, λόγω της εφαρμογής του νέου ποσοστού καταχωρείται στον κωδικό 411 «ΦΠΑ εισροών που πρέπει να μειωθεί βάσει Pro-Rata» ενώ στην περίπτωση που προκύπτει ποσό προς έκπτωση αυτό καταχωρείται στον κωδικό 402 «Λοιπά προστιθέμ. ποσά» της δήλωσης ΦΠΑ.
Σημειώνεται ότι, στην περίπτωση που ο υποκείμενος στο Φ.Π.Α. έχει προσδιορίσει το οριστικό ποσοστό έκπτωσης για την προηγούμενη διαχειριστική περίοδο (σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου του Κώδικα Φ.Π.Α.) με τη λήξη αυτής, δύναται να εφαρμόσει αυτό, από την πρώτη φορολογική περίοδο της τρέχουσας διαχειριστικής περιόδου. Με την εφαρμογή του ορθού ποσοστού από την πρώτη φορολογική περίοδο της τρέχουσας διαχειριστικής περιόδου, παρέλκει η διόρθωση που προβλέπεται στην ανωτέρω περίπτωση iii) για τις φορολογικές περιόδους που έχουν παρέλθει μέχρι την υποβολή της δήλωσης ΦΠΑ, η οποία συμπεριλαμβάνει τους διακανονισμούς.
Παράδειγμα 8
Επιχείρηση που τηρεί διπλογραφικό λογιστικό σύστημα με διαχειριστική περίοδο 1.1-31.12.2015 καταχωρεί στη δήλωση ΦΠΑ του Ιουνίου 2016 τα ποσά των διακανονισμών έχοντας προσδιορίσει οριστικό ποσοστό κατ’ αναλογία έκπτωσης για το φόρο των κοινών εισροών για τη διαχειριστική περίοδο 2015 ύψους 73%. Το ποσοστό αυτό είναι μικρότερο από το ποσοστό που εφάρμοσε κατά τη διάρκεια της διαχειριστικής περιόδου 2015 ύψους 80% (που ήταν το οριστικό ποσοστό για τη διαχειριστική περίοδο 2014).
Εάν το ποσό του φόρου των κοινών εισροών είναι 1500€, το ποσό των εκατόν πέντε ευρώ (105€) που αντιστοιχεί στην διαφορά των δύο ποσοστών (7%) επί του ποσού αυτού καταχωρείται στην δήλωση ΦΠΑ του Ιουνίου 2016 προς καταβολή στον κωδικό «423 – Ποσά διακανονισμών προς καταβολή προηγούμενης διαχειριστικής περιόδου».
Το ποσοστό 73% θα εφαρμοστεί ως ποσοστό για την έκπτωση του φόρου των κοινών εισροών για τη φορολογική περίοδο του Ιουνίου 2016 καθώς και των επόμενων φορολογικών περιόδων του έτους 2016. Επίσης δεδομένου ότι οι διακανονισμοί του φόρου των εισροών για το έτος 2016 θα δηλωθούν στη δήλωση ΦΠΑ του μηνός Ιουνίου 2017, το ποσοστό 73% θα εφαρμοστεί και για τις φορολογικές περιόδους των μηνών Ιανουαρίου, Φεβρουαρίου, Μαρτίου, Απριλίου και Μαΐου 2017.
Τέλος δεδομένου ότι η επιχείρηση έχει εφαρμόσει ποσοστό κατ’ αναλογία έκπτωσης 80% για τους μήνες Ιανουάριο, Φεβρουάριο, Μάρτιο, Απρίλιο και Μάιο 2016 καθώς δεν είχε προσδιορίσει για τους μήνες αυτούς το οριστικό ποσοστό για το έτος 2015, στη δήλωση ΦΠΑ του Ιουνίου 2016 πρέπει να αναγραφεί προς καταβολή το ποσό του φόρου των κοινών εισροών που αναλογεί στην ανωτέρω διαφορά. Δηλαδή εάν το ποσό των κοινών εισροών για τις φορολογικές αυτές περιόδους είναι 5.000€ το ποσό των τριακοσίων πενήντα ευρώ (350€=5.000€*7%) θα πρέπει να αναγραφεί στον κωδικό «411 – ΦΠΑ εισροών που πρέπει να μειωθεί βάσει Pro-Rata». Σε περίπτωση που η επιχείρηση έχει εφαρμόσει το ορθό ποσοστό 73% από 1.1.2016 δεν απαιτείται η ανωτέρω διόρθωση.
η) Τέλος σημειώνεται ότι ειδικά για την διαχειριστική περίοδο 2014 οι υποκείμενοι στο φόρο, που υπέβαλλαν εκκαθαριστική δήλωση ηλεκτρονικά ή σε έντυπη μορφή μέχρι την έκδοση της παρούσας εγκυκλίου για τις διαχειριστικές περιόδους που έληξαν εντός του έτους 2014, απαλλάσσονται από τις ανωτέρω υποχρεώσεις και οι διακανονισμοί που έχουν διενεργηθεί σε αυτές παράγουν έννομα αποτελέσματα.
Επίσης ειδικά για τις διαχειριστικές περιόδους αυτές, δεδομένου ότι ο ν.4321/2015 δημοσιεύθηκε στις 21.3.2015 και έως την έκδοση της παρούσας δεν είχαν δοθεί επαρκείς οδηγίες για τη φορολογική μεταχείριση των διακανονισμών, γίνονται δεκτοί οι διακανονισμοί των εκπτώσεων που έχουν καταχωρηθεί στην δήλωση ΦΠΑ που αφορά, την τελευταία φορολογική περίοδο για την προηγούμενη διαχειριστική περίοδο, ή τις φορολογικές περιόδους της τρέχουσας διαχειριστικής περιόδου που έχουν παρέλθει μέχρι σήμερα.
2. Άρθρο 38 του Κώδικα ΦΠΑ
α) Με την του νόμου αντικαθίσταται η του Κώδικα ΦΠΑ και προστίθεται νέα παράγραφος . Με την νέα παράγραφο 2 καταργείται η ετήσια φορολογική περίοδος που είχε οριστεί με τις υφιστάμενες διατάξεις, για τους αγρότες φυσικά πρόσωπα που δεν ασκούν άλλη δραστηριότητα για την οποία υποχρεούνται στην τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων, σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία.
Τα πρόσωπα αυτά από 1.1.2015 και εφεξής έχουν μηνιαία φορολογική περίοδο εφόσον χρησιμοποιούν διπλογραφικό λογιστικό σύστημα και τρίμηνη φορολογική περίοδο εφόσον χρησιμοποιούν απλογραφικό λογιστικό σύστημα, σύμφωνα με τα οριζόμενα για όλους τους υποκείμενους στο φόρο στις περιπτώσεις α΄ και β΄ της νέας παραγράφου 2 του άρθρου 38.
Ειδικά για τα πρόσωπα αυτά που από 1.1.2015 χρησιμοποιούν διπλογραφικό λογιστικό σύστημα επισημαίνεται ότι οι δηλώσεις, για τις φορολογικές περιόδους που κατά το χρόνο δημοσίευσης του ν.4321/2015 είχε παρέλθει η καταληκτική προθεσμία υποβολής τους, υποβλήθηκαν νόμιμα έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του Απριλίου 2015 χωρίς την επιβολή προστίμων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου και νόμου. Επίσης με τις ίδιες διατάξεις τυχόν οφειλόμενα ποσά από τις δηλώσεις αυτές καταβάλλονται ως την ίδια ως άνω προθεσμία χωρίς την επιβολή τόκων και προστίμων, με απόφαση του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. κατόπιν υποβολής αιτήσεως του φορολογούμενου.
β) Με την νέα παράγραφο ορίζεται ότι οι υπόχρεοι οι οποίοι ανήκουν σε ειδικό καθεστώς κατ’ αποκοπή καταβολής του φόρου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου του Κώδικα ΦΠΑ, υποβάλλουν έκτακτη δήλωση ΦΠΑ κάθε εξάμηνο.
Ουσιαστικά καταργείται η προισχύουσα περίπτωση γ΄ της παραγράφου 2 σύμφωνα με την οποία τα πρόσωπα αυτά υποβάλλουν δήλωση ΦΠΑ ανά εξάμηνο και διευκρινίζεται ότι τα πρόσωπα αυτά υποβάλλουν για την ίδια περίοδο «έκτακτη» δήλωση. Η έκτακτη δήλωση υποβάλλεται με τη χρήση του εντύπου Φ2 TAXIS 050 έκδοση 2014 σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ΠΟΛ 1049/2015.
Επισημαίνεται ότι συνεχίζει να ισχύει η ΑΓΓΔΕ ΠΟΛ.1010/2015 στην οποία όπου αναφέρεται η υποβολή δήλωσης ΦΠΑ για την άσκηση των συγκεκριμένων δραστηριοτήτων νοείται εφεξής η υποβολή έκτακτης δήλωσης ΦΠΑ.
3. Άρθρα 49 και 50 του Κώδικα ΦΠΑ.
Με το άρθρο προβλέπεται η κατάργηση των παραγράφων, 4.α του άρθρου 49 και 6 του άρθρου 50 του Κώδικα ΦΠΑ. Με τις διατάξεις αυτές προβλεπόταν ότι, οι οφειλές ΦΠΑ από πράξεις προσδιορισμού φόρου που εκδόθηκαν από 1.7.2013 έως 31.12.2013 δεν υπάγονταν σε οποιαδήποτε διευκόλυνση τμηματικής καταβολής ληξιπρόθεσμων οφειλών. Σημειώνεται ότι από 1.1.2014, ημερομηνία ισχύος του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, το ζήτημα της ρύθμισης βεβαιωμένων οφειλών όπως και όλα τα θέματα διαδικαστικού χαρακτήρα των φορολογιών, καταλαμβάνονται πλέον από τις διατάξεις του Κώδικα αυτού, στον οποίο δεν προβλέπονται αντίστοιχες διατάξεις.
Με την κατάργηση των συγκεκριμένων διατάξεων του Κώδικα ΦΠΑ είναι πλέον δυνατή η υπαγωγή και των συγκεκριμένων οφειλών ΦΠΑ σε προγράμματα διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής οφειλών.
Η ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΑΙΚ. ΣΑΒΒΑΪΔΟΥ
Η παρ. 4α του άρθρου 49 και η παρ. 6 του άρθρου 50 του ν. 2859/2000 (Κώδικας Φ.Π.Α.), όπως προστέθηκαν µε τις περιπτώσεις 4 και 5 της υποπαραγράφου Α.6 της παρ. Α΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α΄ 107) αντιστοίχως, καταργούνται.
1. Τα πρόστιµα εκπρόθεσµης καταβολής του άρθρου 57 του ν. 4174/2013 (Α΄ 170) και του άρθρου 6 του ν.δ. 356/1974 (Α΄ 90) καταργούνται.
2. Η κατάργηση των προστίµων της προηγούµενης παραγράφου καταλαµβάνει οφειλές που καταχωρίζονται στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης από τη δηµοσίευση του παρόντος.
Η παρ. 1 του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Όποιος δεν καταβάλλει τα βεβαιωµένα στη Φορολογική Διοίκηση χρέη προς το Δηµόσιο, τα νοµικά πρόσωπα δηµοσίου δικαίου, τις επιχειρήσεις και τους οργανισµούς του ευρύτερου δηµόσιου τοµέα για χρονικό διάστηµα µεγαλύτερο των τεσσάρων (4) µηνών τιµωρείται µε ποινή φυλάκισης:
α) Ενός (1) τουλάχιστον έτους, εφόσον το συνολικό χρέος από κάθε αιτία, συµπεριλαµβανοµένων των κάθε είδους τόκων ή προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων µέχρι την ηµεροµηνία σύνταξης του πίνακα χρεών, υπερβαίνει το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ.
β) Τριών (3) τουλάχιστον ετών, εφόσον το συνολικό χρέος, σύµφωνα µε τα οριζόµενα στην ανωτέρω περίπτωση α΄, υπερβαίνει το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ.
Η ποινική δίωξη ασκείται ύστερα από αίτηση του Προϊσταµένου της Δ.Ο.Υ. ή των Ελεγκτικών Κέντρων ή του Τελωνείου προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών της έδρας τους, που συνοδεύεται υποχρεωτικά από πίνακα χρεών, συµπεριλαµβανοµένων των κάθε είδους τόκων ή προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων.
Η πράξη µπορεί να κριθεί ατιµώρητη, εάν το ποσό που οφείλεται εξοφληθεί µέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης σε οποιονδήποτε βαθµό.»
Αποφάσεις ποινικών δικαστηρίων που εκδόθηκαν για χρέη µικρότερα από τα οριζόµενα στην παράγραφο 1 και δεν έχουν εκτελεστεί κατά τη δηµοσίευση του νόµου αυτού, δεν εκτελούνται. Αν άρχισε η εκτέλεσή τους, διακόπτεται.
Εκκρεµείς αιτήσεις Προϊσταµένων Δηµόσιων Οικονοµικών Υπηρεσιών ή Ελεγκτικών Κέντρων ή Τελωνείων ή ένδικα µέσα κατά αποφάσεων για χρέη κατώτερα αυτών που ορίζονται ανωτέρω, δεν εισάγονται για συζήτηση.
Η αναστολή της παραγραφής των χρεών, κατώτερων του ποσού των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ, για τα οποία υποβλήθηκε αίτηση ποινικής δίωξης, λήγει µε τη δηµοσίευση του νόµου αυτού, η παραγραφή συνεχίζεται και δεν συµπληρώνεται πριν την πάροδο έτους από τη λήξη της αναστολής.
Η παραγραφή του αδικήµατος, του οποίου κατά τη δηµοσίευση του παρόντος νόµου δεν έχει συµπληρωθεί το µετά την πάροδο τετραµήνου χρονικό διάστηµα που προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3943/2011, αρχίζει από τη δηµοσίευση του παρόντος.
1. Η περίπτωση ιγ΄ του άρθρου 23 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήµατος (Κ.Φ.Ε.) αναµορφώνεται και αντικαθίσταται ως εξής:
«ιγ) Το σύνολο των δαπανών που καταβάλλονται προς φυσικό ή νοµικό πρόσωπο ή νοµική οντότητα που εµπίπτει σε µία από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) Είναι κατά το χρόνο έκδοσης του παραστατικού ή κατά το χρόνο διενέργειας της συναλλαγής φορολογικός κάτοικος σε κράτος µη συνεργάσιµο κατά την έννοια του άρθρου 65 του Κ.Φ.Ε..
β) Είναι κατά το χρόνο έκδοσης του παραστατικού ή κατά το χρόνο διενέργειας της συναλλαγής φορολογικός κάτοικος σε κράτος που υπόκειται σε προνοµιακό φορολογικό καθεστώς, σύµφωνα µε το άρθρο 65 του Κ.Φ.Ε..
γ) Είναι συνδεόµενη εν τοις πράγµασι εταιρεία, χωρίς να έχει συµµορφωθεί πριν τη διενέργεια της συναλλαγής ή την έκδοση του παραστατικού µε τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται από τον Κώδικα Φορολογικών Διαδικασιών (άρθρο 21 του ν. 4174/2013).
δ) Δεν διαθέτει στην έδρα της ή σε συνδεδεµένη επιχείρηση την απαιτούµενη οργάνωση και υποδοµή για τη διενέργεια - κατ’ επάγγελµα - οµοειδών συναλλαγών, κατά συνήθεια και επάγγελµα µε τη συναλλαγή για την οποία εκδόθηκε το παραστατικό.
Για τις περιπτώσεις γ΄ και δ΄ ο φορολογούµενος οφείλει, προκειµένου να µην εµπίπτει στη µη έκπτωση της δαπάνης, και πριν τη διενέργεια του φορολογικού ελέγχου, να προσκοµίσει πλήρη απόδειξη ότι δεν συντρέχουν για τη συγκεκριµένη εταιρεία οι αναφερόµενες συνθήκες.
Για τις περιπτώσεις α΄, β΄, γ΄ και δ΄, προκειµένου ο φορολογούµενος να µην εµπίπτει στη µη έκπτωση της δαπάνης, θα πρέπει να καταβάλει παρακρατούµενο φόρο που προκύπτει από τον ισχύοντα στην Ελλάδα φορολογικό συντελεστή φόρου εισοδήµατος για επιχειρηµατική δραστηριότητα επί του συνόλου της εν λόγω δαπάνης. Εφόσον, εντός τριµήνου από τη συναλλαγή, ο φορολογούµενος αποδείξει ότι πρόκειται περί συνήθους συναλλαγής σε τρέχουσες τιµές αγοράς, θα επιστρέφεται αζηµίως για το Δηµόσιο ο παρακρατηθείς φόρος στον φορολογούµενο.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών ρυθµίζονται οι διαδικασίες για την εφαρµογή της παρούσας περίπτωσης και ειδικότερα η διαδικασία ελέγχου που προβλέπεται για τις περιπτώσεις γ΄ και δ΄ ανωτέρω.»
2. Στο τέλος της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 34 του Κ.Φ.Ε. προστίθεται η φράση «δεν υπάρχει εισόδηµα από καµία κατηγορία ή».
3. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 34 του Κ.Φ.Ε. προστίθεται νέα περίπτωση ως εξής:
«ε. Δεν εφαρµόζεται η ελάχιστη ετήσια αντικειµενική δαπάνη εφόσον ο φορολογούµενος ή τα εξαρτώµενα µέλη αποκτούν εισόδηµα µόνο από τόκους και ακίνητα.» 4. Η ισχύς των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου αρχίζει από 1.1.2014.
1. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 33 του Κώδικα Φ.Π.Α. προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Οι διακανονισµοί που αφορούν τις εκπτώσεις που διενεργήθηκαν σε µία διαχειριστική περίοδο περιλαµβάνονται σε δήλωση Φ.Π.Α. που υποβάλλεται το αργότερο µέχρι την τελευταία εργάσιµη ηµέρα του έβδοµου µήνα του επόµενου ηµερολογιακού έτους, από το έτος που έληξε η διαχειριστική περίοδος.»
2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 38 του Κώδικα Φ.Π.Α.
αντικαθίσταται και προστίθεται παράγραφος 2α ως εξής: «2. Η φορολογική περίοδος ορίζεται ως εξής:
α) ένας ηµερολογιακός µήνας, προκειµένου για υπόχρεους οι οποίοι χρησιµοποιούν διπλογραφικό λογιστικό σύστηµα, καθώς και για το Δηµόσιο όταν ασκεί δραστηριότητες για τις οποίες υπόκειται στο φόρο,
β) ένα ηµερολογιακό τρίµηνο, προκειµένου για υπόχρεους οι οποίοι χρησιµοποιούν απλογραφικό λογιστικό σύστηµα, καθώς και για µη υπόχρεους σε τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων, σύµφωνα µε τη φορολογική νοµοθεσία.
2α. Οι υπόχρεοι οι οποίοι ανήκουν σε ειδικό καθεστώς κατ’ αποκοπή καταβολής του φόρου, σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 40, υποβάλλουν έκτακτη δήλωση
Φ.Π.Α. κάθε εξάµηνο.»
3. Οι δηλώσεις των αγροτών φυσικών προσώπων που υπέχουν υποχρέωση υποβολής ετήσιας δήλωσης Φ.Π.Α. και από 1.1.2015 υπέχουν υποχρέωση υποβολής δηλώσεων ανά φορολογική περίοδο, εφόσον µέχρι τη δηµοσίευση του παρόντος παρήλθε η προθεσµία υποβολής δηλώσεων Φ.Π.Α. για φορολογικές περιόδους του 2015, µπορούν να υποβληθούν έως την τελευταία εργάσιµη ηµέρα του επόµενου µήνα από τη δηµοσίευση του παρόντος χωρίς την επιβολή προστίµων. Τυχόν οφειλόµενα ποσά από τις δηλώσεις της παραγράφου αυτής καταβάλλονται έως την ίδια ως άνω προθεσµία χωρίς την επιβολή τόκων και προστίµων, µε απόφαση του Προϊσταµένου της Δ.Ο.Υ. κατόπιν αιτήσεως του φορολογούµενου.
4. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου ισχύουν για εκπτώσεις για τις οποίες υπάρχει υποχρέωση διακανονισµού από 1.1.2014, ενώ οι διατάξεις της παραγράφου 2 ισχύουν για πράξεις που διενεργούνται από 1.1.2015.
1. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 33 του Κώδικα Φ.Π.Α. προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Οι διακανονισµοί που αφορούν τις εκπτώσεις που διενεργήθηκαν σε µία διαχειριστική περίοδο περιλαµβάνονται σε δήλωση Φ.Π.Α. που υποβάλλεται το αργότερο µέχρι την τελευταία εργάσιµη ηµέρα του έβδοµου µήνα του επόµενου ηµερολογιακού έτους, από το έτος που έληξε η διαχειριστική περίοδος.»
Β. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής ισχύουν για πράξεις που πραγματοποιούνται από 1.1.2015 και εφεξής, εκτός από την περίπτωση δ' της παραγράφου 2 και την παράγραφο 12 του άρθρου 38 του Κώδικα φΠΑ, όπως αντικαθίσταται με τον παρόντα νόμο. Ειδικά η υποχρέωση υποβολής εκκαθαριστικής δήλωσης φΠΑ καταργείται για διαχειριστικές περιόδους που λήγουν μετά την 1 Ιανουάριου 2014.
1. Σε περίπτωση που ο υποκείμενος στο φόρο χρησιμοποιεί αγαθά και υπηρεσίες για την πραγματοποίηση πράξεων, για μερικές από τις οποίες δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης, ο εκπιπτόμενος φόρος ορίζεται σε ποσοστό στα εκατό του συνολικού ποσού του φόρου των κοινών αυτών εισροών.
Το ποσοστό αυτό βρίσκεται με βάση κλάσμα που έχει ως αριθμητή το ποσό του ετήσιου κύκλου εργασιών, χωρίς φόρο προστιθέμενης αξίας, που αφορά πράξεις για τις οποίες παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης του φόρου και ως παρανομαστή το ποσό των πράξεων που αναφέρονται στον αριθμητή, καθώς και των πράξεων για τις οποίες δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης.
Στον παρανομαστή του κλάσματος συμπεριλαμβάνονται επίσης και οι επιδοτήσεις, επιχορηγήσεις, οικονομικές ενισχύσεις, οι οποίες δεν αποτελούν μέρος της φορολογητέας αξίας, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 19
2. Το δεκαδικό μέρος του ποσοστού που προκύπτει από την εφαρμογή του κλάσματος της προηγούμενης παραγράφου στρογγυλοποιείται στην αμέσως μεγαλύτερη ακέραια μονάδα.
3. Για τον προσδιορισμό του ποσοστού της παραγράφου 1 δε λαμβάνονται υπόψη τα ποσά που προέρχονται:
α) από παράδοση αγαθών που χρησιμοποιούνται από υποκείμενο στο φόρο για πάγια εκμετάλλευση στην επιχείρηση,
β) από παρεπόμενες πράξεις σε ακίνητα, ή από χρηματοδοτικές ή πράξεις που προβλέπουν οι διατάξεις των περιπτώσεων κ΄, κα΄, κβ΄, κγ΄, κδ΄ και κε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του παρόντος, εφόσον πρόκειται για παρεπόμενες της κύριας δραστηριότητας πράξεις
4. Το ποσοστό που βρίσκεται με τον πιο πάνω τρόπο λαμβάνεται υπόψη για την εκκαθάριση του εκπιπτόμενου φόρου του έτους στο οποίο αφορά και για την υποβολή των περιοδικών δηλώσεων του επόμενου έτους.
5. Σε περίπτωση που κατά το χρόνο υποβολής των περιοδικών δηλώσεων δεν υπάρχουν σχετικά στοιχεία ή αυτά που υπάρχουν δεν είναι πλήρη, ο προσδιορισμός του ποσοστού γίνεται προσωρινά από τον υποκείμενο στο φόρο.
6. Κατά παρέκκλιση των πιο πάνω διατάξεων, με απόφαση του αρμόδιου Προϊσταμένου ΔΟΥ, μπορεί:
α) να επιτραπεί στον υποκείμενο στο φόρο ή να υποχρεωθεί αυτός να προσδιορίσει ένα ποσοστό για κάθε τομέα της δραστηριότητάς του, εφόσον για καθέναν από αυτούς τηρούνται ιδιαίτεροι λογαριασμοί στα βιβλία που προβλέπουν οι διατάξεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων,
β) να επιτραπεί στον υποκείμενο στο φόρο ή να υποχρεωθεί αυτός να ενεργήσει την έκπτωση, ανάλογα με την πραγματική διάθεση των αγαθών ή τη χρήση των υπηρεσιών, εφόσον τηρούνται ιδιαίτεροι λογαριασμοί στα βιβλία που προβλέπουν οι διατάξεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.
7. Προκειμένου για πράξεις σε ακίνητα που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 6, η έκπτωση του φόρου εισροών ενεργείται σύμφωνα με το ποσοστό συμμετοχής της κάθε ιδιοκτησίας στο συνολικό φόρο εισροών, ο οποίος διαμορφώνεται με βάση την πραγματική διάθεση των αγαθών και υπηρεσιών ανά οικοδομή, όπως προκύπτει από τα τηρούμενα βιβλία και στοιχεία σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Β.Σ.
7. Ο φόρος που αναλογεί σε πράξεις που δεν παρέχουν δικαίωμα έκπτωσης εκπίπτεται ολόκληρος, εφόσον, για κάθε διαχειριστική περίοδο, δεν υπερβαίνει το ποσό των 30 ευρώ
8. Στην περίπτωση παράδοσης καινούργιου μεταφορικού μέσου, που απαλλάσσεται, σύμφωνα με την περίπτωση β΄της παραγράφου 1 του άρθρου 28, ο προς έκπτωση φόρος δεν μπορεί να υπερβεί το ποσό του φόρου που αναλογεί στην αξία παράδοσης.
1. Σε περίπτωση που ο υποκείμενος στο φόρο χρησιμοποιεί αγαθά και υπηρεσίες για την πραγματοποίηση πράξεων, για μερικές από τις οποίες δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης, ο εκπιπτόμενος φόρος ορίζεται σε ποσοστό στα εκατό του συνολικού ποσού του φόρου των κοινών αυτών εισροών.
Το ποσοστό αυτό βρίσκεται με βάση κλάσμα που έχει ως αριθμητή το ποσό του ετήσιου κύκλου εργασιών, χωρίς φόρο προστιθέμενης αξίας, που αφορά πράξεις για τις οποίες παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης του φόρου και ως παρανομαστή το ποσό των πράξεων που αναφέρονται στον αριθμητή, καθώς και των πράξεων για τις οποίες δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης.
Στον παρανομαστή του κλάσματος συμπεριλαμβάνονται επίσης και οι επιδοτήσεις, επιχορηγήσεις, οικονομικές ενισχύσεις, οι οποίες δεν αποτελούν μέρος της φορολογητέας αξίας, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 19
2. Το δεκαδικό μέρος του ποσοστού που προκύπτει από την εφαρμογή του κλάσματος της προηγούμενης παραγράφου στρογγυλοποιείται στην αμέσως μεγαλύτερη ακέραια μονάδα.
3. Για τον προσδιορισμό του ποσοστού της παραγράφου 1 δε λαμβάνονται υπόψη τα ποσά που προέρχονται:
α) από παράδοση αγαθών που χρησιμοποιούνται από υποκείμενο στο φόρο για πάγια εκμετάλλευση στην επιχείρηση,
β) από παρεπόμενες πράξεις σε ακίνητα, ή από χρηματοδοτικές ή πράξεις που προβλέπουν οι διατάξεις των περιπτώσεων κ΄, κα΄, κβ΄, κγ΄, κδ΄ και κε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του παρόντος, εφόσον πρόκειται για παρεπόμενες της κύριας δραστηριότητας πράξεις
4. Το ποσοστό που βρίσκεται με τον πιο πάνω τρόπο λαμβάνεται υπόψη για την εκκαθάριση του εκπιπτόμενου φόρου του έτους στο οποίο αφορά και για την υποβολή των περιοδικών δηλώσεων του επόμενου έτους.
5. Σε περίπτωση που κατά το χρόνο υποβολής των περιοδικών δηλώσεων δεν υπάρχουν σχετικά στοιχεία ή αυτά που υπάρχουν δεν είναι πλήρη, ο προσδιορισμός του ποσοστού γίνεται προσωρινά από τον υποκείμενο στο φόρο.
6. Κατά παρέκκλιση των πιο πάνω διατάξεων, με απόφαση του αρμόδιου Προϊσταμένου ΔΟΥ, μπορεί:
α) να επιτραπεί στον υποκείμενο στο φόρο ή να υποχρεωθεί αυτός να προσδιορίσει ένα ποσοστό για κάθε τομέα της δραστηριότητάς του, εφόσον για καθέναν από αυτούς τηρούνται ιδιαίτεροι λογαριασμοί στα βιβλία που προβλέπουν οι διατάξεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων,
β) να επιτραπεί στον υποκείμενο στο φόρο ή να υποχρεωθεί αυτός να ενεργήσει την έκπτωση, ανάλογα με την πραγματική διάθεση των αγαθών ή τη χρήση των υπηρεσιών, εφόσον τηρούνται ιδιαίτεροι λογαριασμοί στα βιβλία που προβλέπουν οι διατάξεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.
7. Προκειμένου για πράξεις σε ακίνητα που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 6, η έκπτωση του φόρου εισροών ενεργείται σύμφωνα με το ποσοστό συμμετοχής της κάθε ιδιοκτησίας στο συνολικό φόρο εισροών, ο οποίος διαμορφώνεται με βάση την πραγματική διάθεση των αγαθών και υπηρεσιών ανά οικοδομή, όπως προκύπτει από τα τηρούμενα βιβλία και στοιχεία σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Β.Σ.
7. Ο φόρος που αναλογεί σε πράξεις που δεν παρέχουν δικαίωμα έκπτωσης εκπίπτεται ολόκληρος, εφόσον, για κάθε διαχειριστική περίοδο, δεν υπερβαίνει το ποσό των 30 ευρώ
8. Στην περίπτωση παράδοσης καινούργιου μεταφορικού μέσου, που απαλλάσσεται, σύμφωνα με την περίπτωση β΄της παραγράφου 1 του άρθρου 28, ο προς έκπτωση φόρος δεν μπορεί να υπερβεί το ποσό του φόρου που αναλογεί στην αξία παράδοσης.
2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 38 του Κώδικα Φ.Π.Α.
αντικαθίσταται και προστίθεται παράγραφος 2α ως εξής: «2. Η φορολογική περίοδος ορίζεται ως εξής:
α) ένας ηµερολογιακός µήνας, προκειµένου για υπόχρεους οι οποίοι χρησιµοποιούν διπλογραφικό λογιστικό σύστηµα, καθώς και για το Δηµόσιο όταν ασκεί δραστηριότητες για τις οποίες υπόκειται στο φόρο,
β) ένα ηµερολογιακό τρίµηνο, προκειµένου για υπόχρεους οι οποίοι χρησιµοποιούν απλογραφικό λογιστικό σύστηµα, καθώς και για µη υπόχρεους σε τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων, σύµφωνα µε τη φορολογική νοµοθεσία.
2. Η φορολογική περίοδος ορίζεται ως εξής:
α) ένας ημερολογιακός μήνας, προκειμένου για υπόχρεους οι οποίοι χρησιμοποιούν διπλογραφικό λογιστικό σύστημα, καθώς και για το Δημόσιο όταν ασκεί δραστηριότητες για τις οποίες υπόκειται στο φόρο,
β) ένα ημερολογιακό τρίμηνο, προκειμένου για υπόχρεους οι οποίοι χρησιμοποιούν απλογραφικό λογιστικό σύστημα, καθώς και για μη υπόχρεους σε τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων, σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία.
Οι υπόχρεοι οι οποίοι ανήκουν σε ειδικό καθεστώς κατ’ αποκοπή καταβολής του φόρου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου , υποβάλλουν έκτακτη δήλωση Φ.Π.Α. κάθε εξάμηνο.
Οι υπόχρεοι οι οποίοι ανήκουν σε ειδικό καθεστώς κατ’ αποκοπή καταβολής του φόρου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 40, υποβάλλουν έκτακτη δήλωση Φ.Π.Α. κάθε εξάμηνο.
1. Καθιερώνεται ειδικό κατ΄αποκοπή καθεστώς καταβολής του φόρου, για ορισμένους κλάδους μικρών επιχειρήσεων, για τις οποίες, λόγω της φύσης άσκησης της δραστηριότητάς τους, της δομής τους και της οργάνωσής τους, η τήρηση των υποχρεώσεων υπαγωγής στο κανονικό καθεστώς του φόρου, συνεπάγεται δυσανάλογα υψηλό διοικητικό κόστος.
2. Η υπαγωγή στο ειδικό καθεστώς του παρόντος άρθρου γίνεται κατά κλάδο οικονομικής δραστηριότητας και μετά από σύμφωνη γνώμη των εκπροσώπων των οικείων κλάδων.
3. Το ειδικό καθεστώς συνίσταται στον προσδιορισμό ενός κατ΄αποκοπή ετήσιου ποσού Φ.Π.Α. για καταβολή στο Δημόσιο, από τις επιχειρήσεις που εντάσσονται στο καθεστώς αυτό.
Το κατ΄ αποκοπή αυτό ποσό Φ.Π.Α. προσδιορίζεται λαμβάνοντας υπόψη μακροοικονομικά και στατιστικά στοιχεία των υπόψη κλάδων οικονομικής δραστηριότητας σε συνεργασία με τις συναρμόδιες υπηρεσίες άλλων Υπουργείων, καθώς και των επαγγελματικών τάξεων, όσον αφορά κυρίως:
α) τις εισροές της δραστηριότητας και τον αντίστοιχο φόρο που τις επιβαρύνει,
β) τις εκροές της δραστηριότητας και τον αντίστοιχο φόρο, που αναλογεί,
γ) το ποσοστό επί τοις εκατό (%) λιανικών πωλήσεων ή παροχής υπηρεσιών προς τελικούς καταναλωτές.
4. Στο ειδικό καθεστώς του παρόντος άρθρου δεν μπορούν να ενταχθούν επιχειρήσεις που ασκούν τη δραστηριότητα υπό μορφή εταιρίας οποιουδήποτε τύπου, εκτός από τις κοινωνίες αστικού δικαίου και τις συνιδιοκτησίες (συμπλοιοκτησίες κ.λπ.).
Επίσης από το καθεστώς αυτό μπορούν να αποκλείονται επιχειρήσεις που πραγματοποιούν εξαγωγές ή ενδοκοινοτικές παραδόσεις, καθώς και επιχειρήσεις που ασκούν παράλληλα άλλη δραστηριότητα και εκ του λόγου αυτού δεν μπορούν να χαρακτηριστούν μικρές επιχειρήσεις.
5. Η εφαρμογή του ειδικού καθεστώτος δεν είναι υποχρεωτική για τις επιχειρήσεις οι οποίες μπορούν με δήλωσή τους να υπάγονται στο κανονικό καθεστώς του φόρου.
Η δήλωση αυτή υποβάλλεται εντός τριάντα (30) ημερών από την έναρξη της διαχειριστικής περιόδου εντός της οποίας γίνεται η ένταξη στο κανονικό καθεστώς του φόρου και δεν μπορεί να ανακληθεί πριν από την παρέλευση πενταετίας
6. Οι επιχειρήσεις που εντάσσονται στο ειδικό καθεστώς του παρόντος άρθρου δεν έχουν υποχρέωση υποβολής των περιοδικών και εκκαθαριστικών δηλώσεων του άρθρου 38 και δεν τους παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης ή επιστροφής του φόρου των εισροών τους.
7. Η ένταξη στο καθεστώς θεσπίζεται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών και μετά από τη σύμφωνη γνώμη των αρμόδιων οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με τις αποφάσεις αυτές καθορίζεται το ετήσιο κατ΄αποκοπή ποσό Φ.Π.Α., ο τρόπος καταβολής του , καθώς και λεπτομέρειες για τον υπόχρεο καταβολής.
Η παρ. 4α του άρθρου 49 και η παρ. 6 του άρθρου 50 του ν. 2859/2000 (Κώδικας Φ.Π.Α.), όπως προστέθηκαν µε τις περιπτώσεις 4 και 5 της υποπαραγράφου Α.6 της παρ. Α΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α΄ 107) αντιστοίχως, καταργούνται.