.

Άρθρο 14
Τελικές διατάξεις

1.α. Τα χαρακτηρισμένα ως ναυταθλητικά σκάφη, κάθε τύπου ιστιοφόρα ή κωπήλατα με ελληνική σημαία, τα οποία ανήκουν στους αναγνωρισμένους ναυτικούς Ομί­λους ή ναυτικά σωματεία ή σε μέλη τους, τα οποία είναι καταχωρισμένα στα μητρώα αυτών και προορίζονται αποκλειστικά είτε για την προπόνηση των ναυταθλητών, είτε για τη συμμετοχή σε αγώνες, απαλλάσσονται της φορολογίας που επιβάλλεται σε ιδιωτικά πλοία αναψυ­χής βάσει του ν. 27/1975 (Α'77), με την προϋπόθεση της εγγραφής τους στο Μητρώο του άρθρου 2.

β. Για το χαρακτηρισμό σκάφους ως ναυταθλητικού, απαιτείται έγγραφη βεβαίωση του οικείου ναυτικού ομί­λου ή σωματείου, εγκεκριμένη από τη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, από την οποία να προκύπτει ότι χρησιμοποιείται για εξάσκηση μέλους και συμμετοχή σε ναυτικούς αγώνες.

2. Καταργείται η ατομική ερασιτεχνική άδεια αλιείας, καθώς και η υποχρέωση εφοδιασμού του σκάφους ή των επιβαινόντων σε αυτό με την αντίστοιχη ερασι­τεχνική άδεια για τη διενέργεια θαλάσσιας ερασιτε­χνικής αλιείας, με την επιφύλαξη των απαγορεύσεων και περιορισμών της ισχύουσας εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας ως προς την πώληση, την εμπορία, τα είδη, τις ποσότητες των αλιευμάτων, τα μέσα, τα αλιευτικά εργαλεία, καθώς και των εποχικών και χρονικών περι­ορισμών και απαγορεύσεων.

3. Οι επιβάτες των πλοίων αναψυχής μπορούν να πραγματοποιούν ερασιτεχνικές καταδύσεις αναψυχής, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις της ισχύουσας νομο­θεσίας.

4. α. Η μετακίνηση και κυκλοφορία των πλοίων ανα­ψυχής, και των επαγγελματικών τουριστικών ημερό-πλοιων του Πρώτου Μέρους του παρόντος νόμου, καθώς και των μικρών σκαφών ή άλλων θαλάσσιων μέσων αναψυ­χής τα οποία θεωρούνται ταχύπλοα, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανονισμούς λιμένα, επιτρέπεται μόνον αν αυτά είναι ασφαλισμένα. Ειδικότερα:

αα. Πλοία με ολική χωρητικότητα ίση ή μεγαλύτερη των 300 gt υποχρεούνται να διαθέτουν ασφάλιση σε ισχύ, σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 6/2012 (Α'7).
ββ. Πλοία με ολική χωρητικότητα μικρότερη των 300 gt υποχρεούνται να είναι ασφαλισμένα για:

i) Αστική ευθύνη για σωματικές βλάβες ή θάνατο επι­βαινόντων και τρίτων από πρόσκρουση, σύγκρουση, ναυάγιο ή οποιαδήποτε άλλη αιτία. Το ασφαλιστικό ποσό καθορίζεται σε πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ ανά πρόσωπο και δεν μπορεί να είναι κατώτερο από πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ ανά συμβάν.

ii) Αστική ευθύνη για υλικές ζημίες επιβαινόντων και τρίτων από πρόσκρουση, σύγκρουση, ναυάγιο ή οποια­δήποτε άλλη αιτία. Το ασφαλιστικό ποσό καθορίζεται σε εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ.

iii) Πρόκληση θαλάσσιας ρύπανσης. Τo ασφαλιστικό ποσό καθορίζεται σε εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ.

β. Το ασφαλιστήριο συμβόλαιο καταρτίζεται στην ελ­ληνική ή αγγλική γλώσσα. Η ασφάλιση αποδεικνύεται από ένα ή περισσότερα πιστοποιητικά, τα οποία έχουν εκδοθεί από τον πάροχό της ή την αντίστοιχη βεβαίωση ασφάλισης και φυλάσ­σονται στο σκάφος.

γ. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου μπορεί να αναπροσαρμόζεται το ύψος των ανωτέρω ασφαλιστικών ποσών, να καθορίζονται ασφαλιστικά ποσά αναλόγως της μεταφορικής ικανότητας του πλοί­ου και να ρυθμίζεται κάθε άλλο σχετικό θέμα.

δ. Με τη θέση σε ισχύ του παρόντος νόμου, τα επαγ­γελματικά τουριστικά ημερόπλοια, εφόσον προεκτεί­νουν το ταξίδι τους και σε λιμένες της αλλοδαπής και μεταφέρουν πάνω από δώδεκα (12) επιβάτες, υπάγονται ως προς την υποχρέωση και τα ποσά ασφάλισης στις διατάξεις του Κανονισμού (EK) 392/2009 σχετικά με την ευθύνη των μεταφορέων που εκτελούν θαλάσσιες με­ταφορές επιβατών, σε περίπτωση ατυχήματος και του ν. 1922/1991 (Α'15) και του ν. 4195/2013 (Α'211) σχετικά με τη Θαλάσσια Μεταφορά Επιβατών και των Αποσκευ­ών τους (Σύμβαση των Αθηνών, 1974 και Πρωτόκολλο του 2002 στη Σύμβαση των Αθηνών). Τα επαγγελματικά τουριστικά ημερόπλοια με άδεια να μεταφέρουν πάνω από δώδεκα (12) επιβάτες, τα οποία εκτελούν πλόες κα­τηγορίας Α και Β, σύμφωνα με το άρθρο 4 της Οδηγίας 98/18/ΕΚ αποκλειστικά εντός της Ελληνικής Επικράτειας, υπάγονται στις απαιτήσεις του παρόντος εδαφίου το αργότερο την 31η Δεκεμβρίου 2016 (κατηγορία Α) και την 31η Δεκεμβρίου 2018 (κατηγορία Β) αντίστοιχα (άρ­θρα 2 και 11 του Κανονισμού (ΕΚ) 392/2009).

Η λέξη “πρόσωπο” τέθηκε όπως αντικαταστάθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 55 του νόμου 4276/2014, ΦΕΚ Α’155/30.7.2014

Σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 55 του νόμου 4276/2014, ΦΕΚ Α’155/30.7.2014 προστέθηκε το εδάφιο στο τέλος της περίπτωσης β της παραγράφου 4 άρθρου 14

5. Ο φορέας διοίκησης και εκμετάλλευσης αδειοδοτημένου τουριστικού λιμένα επιτρέπεται με απόφασή του, η οποία κοινοποιείται στην οικεία Λιμενική Αρχή, να απομακρύνει με κάθε πρόσφορο τρόπο εγκαταλε­λειμμένα πλοία αναψυχής και ναυάγια από τη χερσαία και τη θαλάσσια ζώνη του λιμένα και να τα μεταφέρει και εναποθέτει σε χερσαίο φυλασσόμενο χώρο.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Τουρισμού και Ναυ­τιλίας και Αιγαίου καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέ­σεις, η διαδικασία και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.

6. Επιτρέπεται η ανέλκυση στην ξηρά και η καθέλκυ­ση στη θάλασσα των πλοίων αναψυχής του παρόντος νόμου και των μικρών σκαφών χωρίς να απαιτείται αντί­στοιχη άδεια από τη Λιμενική Αρχή.

7. Επιτρέπεται η εκναύλωση κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 3 και επόμενα προκειμένου για πλοίο αναψυχής για το οποίο έχει συναφθεί χρηματοδοτική μίσθωση.

8. Ο πλοιοκτήτης ή ο εφοπλιστής ή ο ιδιοκτήτης, κα­θώς και ο πλοίαρχος ή ο κυβερνήτης που αναφέρονται στον παρόντα νόμο μπορούν να ενεργούν πράξεις που αναφέρονται σε αυτόν και με νόμιμα εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο.

9. Το επαγγελματικό πλοίο αναψυχής, το οποίο δεν εκπληρώνει την υποχρέωση εκτέλεσης του ελάχιστου αριθμού ημερών ναύλωσης οφείλει να αποδώσει στις αρμόδιες υπηρεσίες της Φορολογικής ή Τελωνειακής Διοίκησης:
α) το Φ.Π.Α., για την εισαγωγή ή την από­κτηση που του αναλογεί και
β) τους αναλογούντες δασμούς και επιβαρύνσεις, το Φ.Π.Α. καθώς και τον ει­δικό φόρο κατανάλωσης των καυσίμων, λιπαντικών και λοιπών αγαθών για τους οποίους έτυχε απαλλαγής. Για το σκοπό αυτόν εκδίδεται κατά του πλοιοκτήτη ή του εφοπλιστή πράξη του προϊσταμένου της αρμόδι­ας Διεύθυνσης του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαί­ου στην οποία προσδιορίζεται η ημερομηνία από την οποία οφείλονται ο Φ.Π.Α., οι δασμοί και οι φόροι του προηγούμενου εδαφίου και η οποία κοινοποιείται στις αρμόδιες υπηρεσίες της Φορολογικής και Τελωνειακής Διοίκησης. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου καθορίζεται ο τρόπος υπολογισμού της ημε­ρομηνίας της πράξης της παρούσας παραγράφου και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

10.α. Η φορολογητέα αξία των επαγγελματικών πλοίων αναψυχής του παρόντος νόμου, για τα οποία ανακύπτει υποχρέωση καταβολής Φ.Π.Α. λόγω παύσης ισχύος της άδειας του ν. 2743/1999 (Α'211) ή παύσης της επαγγελματικής δραστηριότητας, διαμορφώνεται:

(i) Με βάση την αρχική τιμή πώλησης στον πρώτο αγοραστή, κατόπιν της ολοκλήρωσης της ναυπήγησης ή κατασκευής του, με την επιφύλαξη της περίπτωσης (ii).

Η προκύπτουσα κατά τα ανωτέρω αξία μειώνεται λόγω παλαιότητας ως εξής:

μετά από τη συμπλήρωση του πρώτου έτους 20%,
του δεύτερου έτους 25%,
του τρίτου έτους 30%,
του τέταρτου έτους 35%,
του πέμπτου έτους 40%,
του έκτου έτους 45%,
του έβδομου έτους 50%,
του όγδοου έτους 55%,
του ένατου έτους 60%,
του δέκατου έτους 65%,
του ενδέκατου έτους 70%,
του δωδέκατου έτους 75%,
του δέκατου τρίτου έτους 80%,
του δέκατου τέταρτου έτους 85%,
του δέκατου πέμπτου έτους 90%.

Οι παραπάνω μειώσεις της αξίας λόγω παλαιότητας υπολογίζονται ανά ημερολογιακό έτος από την ημερο­μηνία έκδοσης του τιμολογίου του ναυπηγείου ή της επιχείρησης η οποία κατασκεύασε το πλοίο αναψυχής. Σε περίπτωση κατά την οποία δεν προκύπτει η ακριβής ημερομηνία ναυπήγησης ή κατασκευής, θα υπολογί­ζονται από την 1η Ιανουαρίου του έτους ναυπήγησης ή κατασκευής του πλοίου αναψυχής, όπως αυτή προ­κύπτει από οποιοδήποτε σχετικό ναυτιλιακό έγγραφο ή έγγραφο εκδοθέν από το ναυπηγείο. Σε περίπτωση κατά την οποία δεν υφίσταται κάποιο παραστατικό ή αποδεικτικό έγγραφο, από το οποίο προκύπτει η αρ­χική αξία του πλοίου αναψυχής, αυτή καθορίζεται από έγγραφη βεβαίωση του Ναυτικού Επιμελητηρίου της Ελλάδος (ΝΕΕ) και

(ii) Με βάση την αξία που προκύπτει από το ασφαλι­στήριο συμβόλαιο του πλοίου που ισχύει κατά το χρόνο απαίτησης του φόρου, εφόσον η αξία αυτή είναι μεγα­λύτερη από την αξία που προκύπτει κατά την εφαρμογή της περίπτωσης (i). Στην περίπτωση αμφισβήτησης της ασφαλιζόμενης αξίας, λαμβάνεται υπόψη η μέση αξία των ασφαλιστηρίων συμβολαίων των δύο προηγούμε­νων ετών.

β. Οι διατάξεις της περίπτωσης α΄ εφαρμόζονται και για τον υπολογισμό της φορολογητέας αξίας και την επιβολή άλλων φόρων εκτός του Φ.Π.Α. για όλα ανε­ξαιρέτως τα πλοία αναψυχής του παρόντος νόμου, τα οποία μεταβιβάζονται αιτία θανάτου, δωρεάς ή γονικής παροχής.