.
ΠΟΛ.1203/10.9.2015
Τροποποίηση και συμπλήρωση των διατάξεων του άρθρου 62Α του Κ.Ε.Δ.Ε. σχετικά με τη ρύθμιση χρεών πτωχών και υπό εξυγίανση ή συνδιαλλαγή οφειλετών του Δημοσίου
Σας κοινοποιούμε, για ενημέρωσή σας, τις διατάξεις της του ν. 4336/2015 (ΦΕΚ Α'94/14.8.2015), με τις οποίες τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν οι διατάξεις του άρθρου του ν.δ. 356/1974 (Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων - Κ.Ε.Δ.Ε.) με τίτλο «Ρύθμιση Χρεών Πτωχών Οφειλετών του Δημοσίου».
Με τις νέες διατάξεις:
Α) Τροποποιείται ο τίτλος του άρθρου 62Α του Κ.Ε.Δ.Ε. και διαμορφώνεται σε «Ρύθμιση χρεών πτωχών και υπό εξυγίανση ή συνδιαλλαγή οφειλετών του Δημοσίου», προκειμένου να ανταποκρίνεται στο περιεχόμενο των διατάξεων της νέας παραγράφου 9 που προστίθεται στο άρθρο, σύμφωνα με τα κατωτέρω υπό στοιχείο Δ.
Β) Ορίζεται ως ποσοστό επιβάρυνσης σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής δόσης της ρύθμισης ποσοστό 1% επί του καθυστερούμενου ποσού για κάθε μήνα καθυστέρησης (τροποποίηση του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 62Α του Κ.Ε.Δ.Ε.).
Σημειώνεται ότι σχετικά με το εν λόγω ποσοστό επιβάρυνσης είχε προκύψει νομοθετικό κενό μετά την έναρξη ισχύος του ν. 4174/2013 (Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας) και την τροποποίηση του Κ.Ε.Δ.Ε. με τον ν. 4224/2013, καθώς το ανωτέρω εδάφιο του άρθρου 62Α του Κ.Ε.Δ.Ε., πριν από την τροποποίηση/συμπλήρωσή του, κατά τα ανωτέρω, προέβλεπε επιβάρυνση του καθυστερούμενου ποσού με τις «προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής» που επιβαρύνουν τις ρυθμιζόμενες οφειλές. Δεδομένου όμως ότι η επιβάρυνση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο διέπεται πλέον από διαφορετικές διατάξεις με κριτήριο το χρόνο καταχώρισης αυτών στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων («προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής κατ' άρθρο 6 του Κ.Ε.Δ.Ε., όπως ίσχυε πριν από τον ν. 4224/2013, για τις βεβαιωμένες έως τις 31/12/2013 οφειλές, «τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής» κατ' άρθρο 53 του ν. 4174/2013 για νεότερες φορολογικές οφειλές ή κατ' άρθρο 6 του Κ.Ε.Δ.Ε., όπως τροποποιήθηκε με τον ν. 4224/2013 για νεότερες μη φορολογικές οφειλές), κατέστη απαραίτητη η προσθήκη νέας διάταξης, με την οποία προβλέπεται ένα ορισμένο και σταθερό, καθ' όλη τη διάρκεια της ρύθμισης, ποσοστό επιβάρυνσης, σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής.
Γ) Προβλέπεται ρητά ότι η αναστολή παραγραφής των οφειλών που υπάγονται στη ρύθμιση, η οποία αρχίζει από την υποβολή της αίτησης για ρύθμιση χρεών κατ' άρθρο 62 Α του Κ.Ε.Δ.Ε., λήγει με την πάροδο της προθεσμίας καταβολής της τελευταίας δόσης της ρύθμισης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, με την οποία έγινε δεκτή η αίτηση και όχι με την τυχόν πρόωρη ανατροπή της, λόγω π.χ. πλήρωσης της διαλυτικής αίρεσης της μη εμπρόθεσμης πληρωμής τριών (3) συνεχών μηνιαίων δόσεων κατά την παράγραφο 4 του άρθρου 62Α του Κ.Ε.Δ.Ε. (αντικατάσταση της παραγράφου 6 του άρθρου 62Α του Κ.Ε.Δ.Ε.).
Δ) Προστίθεται στο άρθρο 62Α του Κ.Ε.Δ.Ε. νέα παράγραφος 9 (με αναρίθμηση της πρώην παραγράφου 9 σε 10), με την οποία προβλέπεται ότι οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται αναλογικά για τη ρύθμιση χρεών επιχειρήσεων που έχουν επιτύχει δικαστική επικύρωση συμφωνίας εξυγίανσης (ή συνδιαλλαγής) κατ' άρθρα 99 επ. του ν. 3588/2007 (Πτωχευτικός Κώδικας).
Υπενθυμίζεται ότι μέχρι την ως άνω τροποποίηση του άρθρου 62Α του Κ.Ε.Δ.Ε. με την προσθήκη νέας παραγράφου 9, η αναλογική εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού για τη ρύθμιση χρεών οφειλετών που α) έχουν συνάψει, χωρίς τη συμμετοχή του Δημοσίου, συμφωνία συνδιαλλαγής, η οποία επικυρώθηκε δικαστικά κατ' εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 99 επ. του Πτωχευτικού Κώδικα, όπως ίσχυε πριν από το νόμο 4013/2011 (ΦΕΚ Α' 204) ή β) έχουν συνάψει συμφωνία εξυγίανσης, η οποία επικυρώθηκε δικαστικά κατ' εφαρμογή των ταυτάριθμων ως άνω διατάξεων του Πτωχευτικού Κώδικα, όπως ισχύουν μετά το ν.4013/2011, εφόσον τα προς ρύθμιση χρέη δεν ρυθμίζονται ήδη από τη συμφωνία, βασιζόταν στο άρθρο 4 παράγραφος 6α του ν. 3808/2009 σε συνδυασμό με το άρθρο 13 παρ. 1 του ν. 4013/2011 (βλ. ΠΟΛ.1087/2010 και ΠΟΛ.1068/2013).
Στις διατάξεις της νέας παραγράφου 9 του άρθρου 62Α του Κ.Ε.Δ.Ε. ενσωματώνεται το περιεχόμενο των ανωτέρω διατάξεων του ν. 3808/2009 και 4013/2011 και προβλέπονται ρητά, σε συνδυασμό με το στοιχείο β της παραγράφου 7 του άρθρου, οι προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά για την υπαγωγή στη ρύθμιση οφειλών επιχειρήσεων - οφειλετών με δικαστική επικυρωμένη συμφωνία εξυγίανσης ή συνδιαλλαγής. Συγκεκριμένα, στη ρύθμιση κατ' άρθρο 62Α του Κ.Ε.Δ.Ε. μπορούν να υπαχθούν οφειλές των ανωτέρω οφειλετών, ατομικές και από συνυπευθυνότητα, οι οποίες:
1. γεννήθηκαν και ανάγονται σε χρόνο (φορολογική περίοδο, οικονομικό έτος κ.λ.π.) πριν από την έκδοση της δικαστικής απόφασης με την οποία επικυρώθηκε η συμφωνία εξυγίανσης ή συνδιαλλαγής ανεξαρτήτως χρόνου βεβαίωσης (δηλαδή δημιουργίας τίτλου είσπραξης και καταχώρισης αυτού στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων),
2. δεν ρυθμίζονται από τη δικαστικά επικυρωμένη συμφωνία εξυγίανσης ή συνδιαλλαγής. Επισημαίνεται ότι η προϋπόθεση αυτή συντρέχει όχι μόνο όταν η συμφωνία δεν θίγει γενικά απαιτήσεις του Δημοσίου αλλά και όταν στο πεδίο εφαρμογής της συμφωνίας εμπίπτει τμήμα μόνο των οφειλών προς το Δημόσιο, οπότε είναι επιτρεπτή η υπαγωγή των λοιπών οφειλών, όσων δηλαδή εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της συμφωνίας, στη ρύθμιση του άρθρου 62Α του Κ.Ε.Δ.Ε., εφόσον βέβαια συντρέχει και η υπ' αριθ. 1 προϋπόθεση. Στην περίπτωση αυτή μπορεί να εμπίπτουν π.χ. οφειλές που γεννήθηκαν μετά την έκδοση της απόφασης για άνοιγμα της διαδικασίας εξυγίανσης (και έως την έκδοση της απόφασης για την επικύρωση της συμφωνίας), οι οποίες βάσει νόμου (άρθρο 106 η παρ. 1 του Πτωχευτικού Κώδικα) δεν μπορούν να θιγούν από την επικυρωμένη συμφωνία εξυγίανσης, όταν ο πιστωτής (στην προκειμένη περίπτωση, το Δημόσιο) δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος στη συμφωνία καθώς επίσης και οι παρακρατούμενοι φόροι που έχουν εξαιρεθεί από αυτή και
3. δεν είναι αυτοτελώς βεβαιωμένες υπέρ τρίτων.
Κατόπιν των ανωτέρω επισημάνσεων, οι αρμόδιες υπηρεσίες της Φορολογικής Διοίκησης στις οποίες υποβάλλονται αιτήσεις για ρύθμιση οφειλών υπό εξυγίανση ή συνδιαλλαγή επιχειρήσεων κατ' άρθρο 62Α του Κ.Ε.Δ.Ε., παρακαλούνται, στο πλαίσιο σχηματισμού φακέλου για διαβίβαση των αιτήσεων και των συνημμένων αυτών στη Διεύθυνση Εισπράξεων με διατύπωση σχετικής εισήγησης, να εξετάζουν τη συνδρομή των ανωτέρω προϋποθέσεων και να προβαίνουν σε σαφή διαχωρισμό των οφειλών που δύνανται να υπαχθούν στη ρύθμιση, κατά τα ανωτέρω, έναντι των λοιπών χρεών της επιχείρησης.
Διευκρινίζεται, όπως είναι ευνόητο, ότι σε περίπτωση αίτησης ρύθμισης οφειλών υπό εξυγίανση ή συνδιαλλαγή επιχειρήσεων κατ' άρθρο 62Α του Κ.Ε.Δ.Ε., δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του στοιχείου δ της παραγράφου 7 του άρθρου 62Α του Κ.Ε.Δ.Ε., με την οποία τίθεται ως προϋπόθεση για τη ρύθμιση η μη καταδίκη του αιτούντος για το αδίκημα της (δόλιας)1 χρεωκοπίας και η μη άσκηση ποινικής δίωξης ή η μη ύπαρξη ποινικής δίκης για το αδίκημα αυτό, καθώς ζήτημα (δόλιας) χρεωκοπίας τίθεται μόνο σε περίπτωση πτώχευσης.
Η Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Γ.Γ.Δ.Ε. και η Διεύθυνση Παροχής Φορολογικών Υπηρεσιών παρακαλούνται για τις ενέργειες της αρμοδιότητάς τους προκειμένου να λάβουν χώρα άμεσα οι απαραίτητες προσαρμογές του μηχανογραφικού συστήματος στις νέες διατάξεις (πρόβλεψη ποσοστού επιβάρυνσης 1 % σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής δόσης της ρύθμισης).
Συνημμένα:
1. Απόσπασμα από το ΦΕΚ Α'94/14.8.2015: διατάξεις παραγράφου 9 της υποπαραγράφου Δ1 της παραγράφου Δ του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (2 φύλλα)
2. Άρθρο 62Α Κ.Ε.Δ.Ε., όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με τον ν. 4336/2015 (2 φύλλα)
Η Προϊσταμένη της Διεύθυνσης ΕΥΑΝΘΙΑ ΧΑΤΖΗΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ
παρ. 9. α) Στον τίτλο του άρθρου 62Α του ν.δ. 356/1974, όπως ισχύει, μετά τη λέξη «πτωχών» και πριν από τη λέξη «οφειλετών» προστίθενται οι λέξεις «και υπό εξυγίανση ή συνδιαλλαγή».
β) Στο τρίτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 62Α του ν.δ. 356/1974, όπως ισχύει, μετά τις λέξεις «καταβολή τους» και πριν από την τελεία προστίθενται κόμμα και λέξεις ως εξής:
«, οπότε επιβάλλεται επί του καθυστερούμενου ποσού προσαύξηση ίση με ποσοστό ένα τοις εκατό (1%) για κάθε μήνα καθυστέρησης».
γ) Η παρ. 6 του άρθρου 62Α του ν.δ. 356/1974, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Από την ημέρα υποβολής της αίτησης ρύθμισης αναστέλλεται η παραγραφή των χρεών που υπάγονται σε αυτή. Η κατά το προηγούμενο εδάφιο αναστολή λήγει με την πάροδο της προθεσμίας καταβολής της τελευταίας δόσης της ρύθμισης κατά τα οριζόμενα στην απόφαση της παραγράφου 1 του παρόντος ή με την έκδοση απορριπτικής απόφασης επί της αίτησης ή με την έγγραφη άρνηση αποδοχής της ρύθμισης ή με την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας για την αποδοχή αυτής, κατά περίπτωση, η δε παραγραφή δεν συμπληρώνεται πριν από την πάροδο ενός έτους από το χρονικό σημείο λήξης της αναστολής.»
δ) Η παρ. 9 του άρθρου 62Α του ν.δ. 356/1974 αναριθμείται σε 10 και προστίθεται νέα παράγραφος 9 ως εξής:
«9. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται αναλόγως για τη ρύθμιση χρεών οφειλετών που έχουν συνάψει συμφωνία συνδιαλλαγής ή εξυγίανσης, η οποία επικυρώθηκε δικαστικά κατά τις διατάξεις των άρθρων 99 και επόμενα του Πτωχευτικού Κώδικα, με την προϋπόθεση ότι τα χρέη δεν ρυθμίζονται από τη συμφωνία και γεννήθηκαν ή ανάγονται σε χρόνο πριν από τη δικαστική επικύρωσή της ανεξαρτήτως χρόνου βεβαίωσης. Στην περίπτωση αυτή αρμόδιο γνωμοδοτικό όργανο για την εξέταση του αιτήματος ρύθμισης είναι η επιτροπή της παραγράφου 1 του παρόντος ανεξαρτήτως ύψους οφειλής.»
1. Τα πτωχευτικά χρέη των πτωχών οφειλετών του Δημοσίου που είναι βεβαιωμένα στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) και στα Τελωνεία μπορεί να ρυθμίζονται, ύστερα από αίτηση του υπόχρεου, με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, μετά από γνωμοδότηση της Επιτροπής του άρθρου 9 του ν.2386/1996 (ΦΕΚ A΄43), στην οποία προστίθενται, ως μέλος ένας Πάρεδρος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και δύο εισηγητές, εφόσον το συνολικό βασικό χρέος δεν υπερβαίνει το ποσό των εξακοσίων χιλιάδων (600.000) ευρώ. Αν το συνολικό βασικό χρέος υπερβαίνει το ανωτέρω ποσό, το αίτημα εξετάζεται από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους.
2. Ως βασικό χρέος θεωρείται το σύνολο των βεβαιωμένων χρεών, έστω και αν αυτά δεν έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμα, όπως το ύψος τους έχει διαμορφωθεί κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης ρύθμισης, μετά και από τυχόν πληρωμή ή νόμιμη διαγραφή, χωρίς τις κατά το άρθρο 6 του παρόντος, προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.
3. Η ρύθμιση μπορεί να αφορά είτε στην απαλλαγή του πτωχού οφειλέτη από την καταβολή μέρους ή όλων των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, των φορολογικών προσαυξήσεων και προστίμων με εφάπαξ καταβολή του υπολοίπου, είτε στην καταβολή του βασικού χρέους και των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, σε συνεχείς μηνιαίες δόσεις, είτε σε συνδυασμό και των δύο περιπτώσεων. Ο αριθμός των μηνιαίων δόσεων δεν μπορεί να υπερβεί τις ενενήντα (90). Από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης για τη ρύθμιση, οι δόσεις δεν επιβαρύνονται με επιπλέον προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, εκτός εάν καθυστερήσει η καταβολή τους, οπότε επιβάλλεται επί του καθυστερούμενου ποσού προσαύξηση ίση με ποσοστό ένα τοις εκατό (1%) για κάθε μήνα καθυστέρησης.
Η πρώτη δόση είναι καταβλητέα μέσα σε δύο (2) μήνες από την ημερομηνία αποδοχής της ρύθμισης από τον οφειλέτη και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα καθενός από τους επόμενους μήνες.
4. Η ρύθμιση τελεί υπό τη διαλυτική αίρεση της μη εμπρόθεσμης πληρωμής τριών (3) συνεχών μηνιαίων δόσεων.
Σε περίπτωση πλήρους συμμόρφωσης του οφειλέτη προς τους όρους της ρύθμισης, το ποσό των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, των φορολογικών προσαυξήσεων και προστίμων που απαλλάχθηκε με τη ρύθμιση ο οφειλέτης, διαγράφεται από τα οικεία βιβλία της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας ή του Τελωνείου, κατά περίπτωση, εκτός εάν υπάρχουν συνυπόχρεα για την καταβολή του πρόσωπα, οπότε αναζητούνται από αυτά.
Σε περίπτωση πλήρωσης της διαλυτικής αίρεσης, η ρύθμιση ανατρέπεται αυτοδίκαια, χωρίς δήλωση του Δημοσίου, με συνέπεια να καθίσταται αμέσως απαιτητό το υπόλοιπο χρέος με το σύνολο των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής με τις οποίες επιβαρύνεται από τη βεβαίωσή του μέχρι την εξόφλησή του.
5. Η αποδοχή της ρύθμισης από τον πτωχό οφειλέτη γίνεται με ρητή, ανεπιφύλακτη και χωρίς όρους δήλωσή του που καταχωρίζεται στο σώμα της απόφασης για τη ρύθμιση και υπογράφεται από αυτόν παρουσία του προϊσταμένου της αρμόδιας Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας ή του Τελωνείου μέσα σε ένα (1) μήνα από την πρόσκλησή του.
Η αποδοχή της ρύθμισης αποτελεί αναγνώριση της ύπαρξης και του ύψους του παλαιού χρέους (βασικού και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής).
6. Από την ημέρα υποβολής της αίτησης ρύθμισης αναστέλλεται η παραγραφή των χρεών που υπάγονται σε αυτή. Η κατά το προηγούμενο εδάφιο αναστολή λήγει με την πάροδο της προθεσμίας καταβολής της τελευταίας δόσης της ρύθμισης κατά τα οριζόμενα στην απόφαση της παραγράφου 1 του παρόντος ή με την έκδοση απορριπτικής απόφασης επί της αίτησης ή με την έγγραφη άρνηση αποδοχής της ρύθμισης ή με την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας για την αποδοχή αυτής, κατά περίπτωση, η δε παραγραφή δεν συμπληρώνεται πριν από την πάροδο ενός έτους από το χρονικό σημείο λήξης της αναστολής.
7. Για τη ρύθμιση απαιτείται να συντρέχουν οι εξής προϋποθέσεις:
α) να έχει κηρυχθεί και να βρίσκεται σε κατάσταση πτώχευσης κατά το χρόνο εξέτασης της αίτησης ο οφειλέτης ή ο αιτών που ευθύνεται για την πληρωμή χρεών άλλου, φυσικού ή νομικού προσώπου, έστω και αν το τελευταίο δεν έχει κηρυχθεί σε κατάσταση πτώχευσης,
β) τα χρέη να είναι προς το Δημόσιο ή και προς τρίτους μόνον εφόσον έχουν συμβεβαιωθεί με τα χρέη προς το Δημόσιο,
γ) τα χρέη να είναι πτωχευτικά,
δ) ο αιτών να μην έχει καταδικασθεί, στο πλαίσιο της συγκεκριμένης πτώχευσης, για το αδίκημα της δόλιας χρεωκοπίας, ούτε να έχει ασκηθεί σε βάρος του ποινική δίωξη ή να εκκρεμεί ποινική δίκη για το αδίκημα αυτό.
8. Η Επιτροπή γνωμοδοτεί για την αποδοχή ή μη της αίτησης ρύθμισης του πτωχού οφειλέτη μετά από συνεκτίμηση στοιχείων, που αφορούν στην προσωπική και οικονομική κατάσταση του οφειλέτη και από τα οποία αποδεικνύεται η οικονομική αδυναμία άμεσης ή και εφάπαξ πληρωμής του συνόλου ή μέρους των χρεών του και στοιχείων από τα οποία αποδεικνύεται το επισφαλές ή μη της είσπραξης των απαιτήσεων του Δημοσίου. Στο πλαίσιο αυτό συνεκτιμώνται ιδίως:
α) η ύπαρξη κινητής ή ακίνητης περιουσίας του πτωχού, η αξία και τα τυχόν βάρη αυτής,
β) η εν γένει οικονομική και επαγγελματική κατάσταση, η ηλικία, η κατάσταση της υγείας του πτωχού και των μελών της οικογένειάς του,
γ) οι προς τρίτους υποχρεώσεις του (υποχρέωση διατροφής, χρέη προς ασφαλιστικά ταμεία και ιδιώτες),
δ) το ύψος και το είδος των χρεών (βασικού και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής),
ε) το στάδιο στο οποίο βρίσκεται η διαδικασία της πτώχευσης, η ύπαρξη ή μη πτωχευτικής περιουσίας και η αξία αυτής, η αναγγελία ή μη άλλων πιστωτών, τα προνόμια και το ύψος των απαιτήσεων αυτών.
9. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται αναλόγως για τη ρύθμιση χρεών οφειλετών που έχουν συνάψει συμφωνία συνδιαλλαγής ή εξυγίανσης, η οποία επικυρώθηκε δικαστικά κατά τις διατάξεις των άρθρων 99 και επόμενα του Πτωχευτικού Κώδικα, με την προϋπόθεση ότι τα χρέη δεν ρυθμίζονται από τη συμφωνία και γεννήθηκαν ή ανάγονται σε χρόνο πριν από τη δικαστική επικύρωσή της ανεξαρτήτως χρόνου βεβαίωσης. Στην περίπτωση αυτή αρμόδιο γνωμοδοτικό όργανο για την εξέταση του αιτήματος ρύθμισης είναι η επιτροπή της παραγράφου 1 του παρόντος ανεξαρτήτως ύψους οφειλής.
10. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται διαδικαστικές λεπτομέρειες εφαρμογής των ανωτέρω