..
ΠΟΛ.1102/11.5.2015
Οδηγίες για τη συμπλήρωση και την εκκαθάριση της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων φορολογικού έτους 2014
Αναφορικά με το πιο πάνω θέμα και σε συνέχεια της ΠΟΛ.1074/2015 απόφασης (ΦΕΚ 574Β’), με την οποία ορίσθηκε ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων φορολογικού έτους 2014, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:
Ι. ΓΕΝΙΚΑ
Το έντυπο φορολογίας εισοδήματος, για το φορολογικό έτος 2014 θα είναι ενιαίο για όλα τα νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες του άρθρου του ν.4172/2013 ανεξάρτητα από την κατηγορία τήρησης των βιβλίων (απλογραφικά ή διπλογραφικά) ή τον τρόπο σύνταξης των οικονομικών τους καταστάσεων (με βάση τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα). Παρόλα αυτά, κατά την υποβολή με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου της δήλωσης δεν επιτρέπεται η συμπλήρωση όλων των κωδικών και πινάκων, αλλά θα συμπληρώνονται μόνο αυτοί που αφορούν στα συγκεκριμένα νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες με βάση την εξής κατηγοριοποίηση:
α) Νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες με απλογραφικά βιβλία
β) Νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες με διπλογραφικά βιβλία
γ) Νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα
δ) Νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες που συντάσσουν οικονομικές καταστάσεις με βάση τα Δ.Λ.Π.
ΙΙ. ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ - ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΠΙΝΑΚΩΝ
1. Οι κωδικοί 116, 117, 118 και 119 θα συμπληρώνονται μόνο από τα νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες που συντάσσουν τις οικονομικές καταστάσεις τους με βάση τα Δ.Λ.Π. Επισημαίνεται, ότι οι κωδικοί 118 και 119 θα συμπληρώνονται μόνο από αυτούς που τηρούν και τα βιβλία τους με βάση τα Δ.Λ.Π, καθόσον αν τηρούν τα βιβλία τους βάσει του Κ.Φ.Α.Σ θα συμπληρώνονται μόνο οι κωδικοί 116 και 117 αντίστοιχα.
Για να χρησιμοποιηθούν οι ως άνω κωδικοί θα πρέπει να έχει ενεργοποιηθεί ο κωδικός 650, προκειμένου να δηλωθεί ότι η εταιρεία εφαρμόζει τα Δ.Λ.Π.
2. Οι κωδικοί 016 και 017 θα συμπληρώνονται από τα όλα τα νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες είτε τηρούν απλογραφικά ή διπλογραφικά βιβλία.
3. Στον κωδικό 455 θα μεταφέρεται το σύνολο των μη εκπιπτόμενων δαπανών από την κατάσταση φορολογικής αναμόρφωσης, καθόσον η ανάλυση, σε επιμέρους κωδικούς, των αντίστοιχων δαπανών καταχωρείται πλέον μόνο στην κατάσταση φορολογικής αναμόρφωσης από όπου μεταφέρεται το συνολικό ποσό αυτών στη δήλωση.
Επισημαίνεται, ότι για τα νομικά πρόσωπα με απλογραφικά βιβλία δεν θα γίνεται η αναμόρφωση των φορολογητέων κερδών στον πίνακα Ζ’ του εντύπου Ε3 και συνεπώς δεν θα συμπληρώνονται οι αντίστοιχοι κωδικοί του πίνακα αυτού. Τα παραπάνω νομικά πρόσωπα μετά τη συμπλήρωση των κωδικών 551, 555, 559 και 563 του υποπίνακα ζ’ του εντύπου Ε3, μεταφέρουν το αποτέλεσμα για τυχόν φορολογική αναμόρφωση (π.χ. δαπάνες μη εκπιπτόμενες, απαλλασσόμενα μερίσματα, αφορολόγητα αποθεματικά αναπτυξιακών νόμων, κ.λπ.) και φορολόγηση στο έντυπο της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος των νομικών προσώπων.
4. Στους κωδικούς 456 και 464 αναγράφονται τα πιστωτικά και χρεωστικά υπόλοιπα αντίστοιχα, των αποθεματικών τα οποία μεταφέρονται στα φορολογητέα αποτελέσματα του φορολογικού έτους 2014 κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων και του άρθρου 72 του ν.4172/2013 και για τα οποία δεν επιλέχθηκε η αυτοτελής φορολόγηση με συντελεστή 19% (ΠΟΛ.1143/2014 εγκύκλιος). Τα ποσά των αποθεματικών αυτών εφόσον έχουν επιβαρύνει τα αποτελέσματα των επιχειρήσεων στη χρήση σχηματισμού τους, θα καταχωρηθούν στη δήλωση του φορολογικού έτους 2014 εξωλογιστικά, προκειμένου να συμψηφισθούν με τα φορολογικά αποτελέσματα (κέρδη ή ζημίες) του έτους αυτού.
5. Ο κωδικός 457 συμπληρώνεται από τις επιχειρήσεις για τις οποίες προκύπτει χρεωστική διαφορά λόγω πιστωτικού κινδύνου από τη διαγραφή χρεών οφειλετών τους, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της του ν. 4172/2013. Στον σχετικό κωδικό θα δηλωθούν το τρέχον φορολογικό έτος τα 14/15 της προκύπτουσας διαφοράς, προκειμένου να μπορέσει να εκπεσθεί το 1/15.
Επίσης, από τις ίδιες επιχειρήσεις συμπληρώνονται πρώτα οι κωδικοί αριθμοί 811, 812 και 813 προκειμένου να δηλώσουν το συνολικό ποσό της χρεωστικής διαφοράς, το ποσό απόσβεσης της χρεωστικής διαφοράς του τρέχοντος φορολογικού έτους και το υπολειπόμενο ποσό της χρεωστικής διαφοράς προς απόσβεση, αντίστοιχα.
6. Στους κωδικούς 495, 458, 465, 466, 467, 463, 459, 468, 469, 559, 462, 752 και 550 αναγράφονται τα έσοδα που με βάση τις αναφερόμενες στους οικείους κωδικούς διατάξεις του ν.4172/2013 απαλλάσσονται του φόρου εισοδήματος.
Ειδικότερα:
α) Στον κωδικό 495 αναγράφεται το ποσό των εισπραττόμενων μερισμάτων που απαλλάσσεται της φορολογίας εισοδήματος με βάση τις προϋποθέσεις των διατάξεων του άρθρου του ν.4172/2013. Για την τεκμηρίωση της πλήρωσης των προϋποθέσεων το νομικό πρόσωπο θα συμπληρώνει υποχρεωτικά τον πίνακα 4. Ο κωδικός αυτός συμπληρώνεται ανεξάρτητα από την κατηγορία των βιβλίων (απλογραφικά ή διπλογραφικά) που τηρούν τα νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες, προκειμένου για τον προσδιορισμό των φορολογητέων αποτελεσμάτων τους, χωρίς να ελέγχεται η επάρκεια κερδών με βάση το ποσό του κωδικού 016. Επίσης, σε περίπτωση που ο λήπτης νομικό πρόσωπο ζητήσει προσωρινά απαλλαγή από το φόρο εισοδήματος με κατάθεση αντίστοιχης εγγυητικής επιστολής, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της , θα πρέπει να αναγράψει στο ίδιο πίνακα τα στοιχεία της εγγυητικής επιστολής (ΠΟΛ.1039/2015 εγκύκλιος).
β) Στον κωδικό 458 αναγράφεται η υπερτίμηση που προκύπτει από τυχόν αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτου η οποία δεν υπόκειται σε φόρο εισοδήματος, όπως διευκρινίσθηκε στην ΠΟΛ. 1059/2015 εγκύκλιό μας.
γ) Στον κωδικό 465 αναγράφεται η υπεραξία που προκύπτει από μεταβίβαση εταιρικών ομολόγων που έχουν εκδοθεί κατ’ εφαρμογή του ν.3156/2003, καθώς και εταιρικών ομολόγων που έχουν εκδοθεί από εταιρείες με έδρα σε χώρες της Ε.Ε και του ΕΟΧ/ΕΖΕΣ, όπως έχει διευκρινισθεί με την ΠΟΛ.1032/2015 εγκύκλιό μας.
δ) Στον κωδικό 466 αναγράφεται η υπεραξία που προκύπτει από εκποίηση μεριδίων ΟΣΕΚΑ (ημεδαπών, Ε.Ε., ΕΟΧ/ΕΖΕΣ), όπως έχει διευκρινισθεί με την ΠΟΛ.1032/2015 εγκύκλιό μας, καθώς και τα διανεμόμενα κέρδη από μερίδια ΟΣΕΚΑ (ημεδαπών, Ε.Ε., ΕΟΧ/ΕΖΕΣ) με βάση τα αναφερόμενα στην ΠΟΛ.1042/2015 εγκύκλιό μας.
Για τα ως άνω ποσά, σε περίπτωση διανομής τους από τους δικαιούχους, δεν οφείλεται φόρος νομικού προσώπου, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της του ν. 4172/2013, καθόσον κατισχύουν οι ειδικότερες διατάξεις της του ν.4099/2012, από τις οποίες προκύπτει ότι οι μεριδιούχοι ή μέτοχοι, κατά περίπτωση, των ΟΣΕΚΑ απαλλάσσονται από κάθε φόρο, δεδομένου ότι με την καταβολή του φόρου στο επίπεδο του ΟΣΕΚΑ (ειδικός φόρος επί του ενεργητικού του), εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των ΟΣΕΚΑ και των μεριδιούχων ή μετόχων του.
Επισημαίνεται, ότι η τυχόν ζημία από εκποίηση μεριδίων ΟΣΕΚΑ, θα πρέπει να καταχωρηθεί στην κατάσταση φορολογικής αναμόρφωσης ως μη εκπιπτόμενη δαπάνη.
ε) Στον κωδικό 467 αναγράφεται το ποσό των τόκων που προκύπτουν από ομόλογα που εκδόθηκαν από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ), κατ’ εφαρμογή του προγράμματος συμμετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους, οι οποίοι απαλλάσσονται του φόρου εισοδήματος σύμφωνα με τις διατάξεις της του ν.4172/2013.
στ) Στον κωδικό 463 αναγράφεται η υπεραξία που προέκυψε από την αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων των επιχειρήσεων με βάση τις διατάξεις των άρθρων ,, του ν.4172/2013 και η οποία για φορολογικούς σκοπούς δεν αναγνωρίζεται.
ζ) Ο κωδικός 459 συμπληρώνεται από τις επιχειρήσεις που αποκτούν κέρδη από τη διάθεση παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας, σύμφωνα με τις διατάξεις της του ν.4172/2013.
η) Στον κωδικό 468 αναγράφονται τα απαλλασσόμενα έσοδα των φορέων γενικής κυβέρνησης που είναι κεφαλαιουχικές εταιρείες και στις οποίες συμμετέχει το κράτος ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με ποσοστό 100%, προκειμένου τα υπόψη νομικά πρόσωπα να φορολογηθούν για το εισόδημά τους από κεφάλαιο και υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της του ν.4172/2013. Ταυτόχρονα, όμως θα πρέπει υποχρεωτικά να συμπληρωθεί και ο κωδικός 2017 της «Κατάστασης Φορολογικής Αναμόρφωσης» με βάση τις αντίστοιχες δαπάνες που αφορούν στα απαλλασσόμενα έσοδα, προκειμένου να υπαχθεί τελικά σε φορολόγηση, κατά την εκκαθάριση της δήλωσης, το οριζόμενο από το νόμο αντίστοιχο εισόδημα (κεφάλαιο και υπεραξία κεφαλαίου).
θ) Στον κωδικό 469 αναγράφονται τα έσοδα των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων που απαλλάσσονται της φορολογίας κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου του ν.4172/2013 (π.χ. Τράπεζα Ελλάδος). Ταυτόχρονα, όμως θα πρέπει υποχρεωτικά να συμπληρωθεί και ο κωδικός 2019 της «Κατάστασης Φορολογικής Αναμόρφωσης» με βάση τις αντίστοιχες δαπάνες των υπόψη προσώπων και οντοτήτων προκειμένου να είναι εφικτή η εκκαθάριση των εισοδημάτων των υπόψη νομικών προσώπων στη δήλωση φορολογίας εισοδήματός τους.
ι) Στον κωδικό 559 αναγράφονται τα κέρδη (έσοδα) των ναυτιλιακών επιχειρήσεων η φορολόγηση των οποίων διέπεται από τις διατάξεις του ν.27/1975, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των παρ. και του άρθρου 72 του ν.4172/2013. Ταυτόχρονα, όμως θα πρέπει υποχρεωτικά να συμπληρωθεί και ο κωδικός 2018 της «Κατάστασης Φορολογικής Αναμόρφωσης» με βάση τις αντίστοιχες δαπάνες που αφορούν τα απαλλασσόμενα έσοδα για λόγους εκκαθάρισης της δήλωσης.
Επισημαίνεται, ότι τα ανωτέρω εφαρμόζονται στην περίπτωση που οι ως άνω επιχειρήσεις έχουν εισόδημα και από άλλες πηγές, καθόσον όπως έχει γίνει δεκτό από τη Διοίκηση δεν υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος τα γραφεία ή υποκαταστήματα αλλοδαπών ναυτιλιακών επιχειρήσεων που εγκαθίστανται στην Ελλάδα με βάση τις διατάξεις του άρθρου του ν.27/1975, για το απαλλασσόμενο κατά τις διατάξεις αυτές εισόδημα (ΠΟΛ.1060/2015 εγκύκλιος).
ια) Στον κωδικό 462 αναγράφεται το αχρησιμοποίητο ποσό των προβλέψεων το οποίο επιβαρύνει τα αποτελέσματα του τρέχοντος φορολογικού έτους το οποίο όμως έχει ήδη φορολογηθεί τα προηγούμενα έτη (λόγω αναμόρφωσης).
ιβ) Ο κωδικός 752 συμπληρώνεται από τις επιχειρήσεις για τις οποίες η χρεωστική διαφορά που προκύπτει σε βάρος τους από την ανταλλαγή ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου ή εταιρικών ομολόγων με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, κατ’ εφαρμογή του προγράμματος συμμετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους, εκπίπτει ισόποσα σε τριάντα (30) ισόποσες ετήσιες δόσεις, αρχής γενομένης από τη χρήση μέσα στην οποία πραγματοποιείται η ανταλλαγή των τίτλων και ανεξάρτητα από το χρόνο διακράτησης των ομολόγων. Επίσης, από τις ίδιες επιχειρήσεις συμπληρώνονται οι κωδικοί 746, 747, 753 και 748, προκειμένου να δηλώσουν το συνολικό ποσό της χρεωστικής διαφοράς, το συνολικό ποσό της χρεωστικής διαφοράς που αποσβέσθηκε στις προηγούμενες χρήσεις, το ποσό απόσβεσης της χρεωστικής διαφοράς του τρέχοντος φορολογικού έτους και το υπολειπόμενο ποσό της χρεωστικής διαφοράς προς απόσβεση, αντίστοιχα.
ιγ) Στον κωδικό 550 αναγράφεται το ποσό των αποσβέσεων των αδειών Φ.Δ.Χ που εκπίπτει με βάση τις διατάξεις του ν.3888/2010 και με βάση τις διευκρινίσεις που έχουν δοθεί με την ΠΟΛ. 1106/2011 εγκύκλιό μας.
Επισημαίνεται, ότι οι ως άνω κωδικοί συμπληρώνονται χωρίς να ελέγχεται η επάρκεια κερδών με βάση το ποσό του κωδικού 016. Σε περίπτωση που μετά την αφαίρεση των ως άνω κωδικών από τον κωδικό 024 προκύψει ζημία, η ζημία αυτή αναγνωρίζεται φορολογικά. Τα ίδια ισχύουν και στην περίπτωση που προσαυξάνονται οι ζημίες του κωδικού 224 λόγω της αφαίρεσης των πιο πάνω κωδικών.
7. Στους κωδικούς 379, 380 και 381 καταχωρούνται τα διανεμόμενα κέρδη του τρέχοντος φορολογικού έτους, όπως περιγράφονται στους αντίστοιχους κωδικούς.
Ειδικότερα:
α) Στον κωδικό 379 αναγράφονται τα διανεμόμενα κέρδη του τρέχοντος φορολογικού έτους που προκύπτουν από επιχειρηματική δραστηριότητα του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας, δηλαδή κέρδη που έχουν προκύψει από αντίστοιχα έσοδα που υπάγονται σε φορολόγηση με τις διατάξεις του ν.4172/2013
β) Στον κωδικό 380 αναγράφονται τα διανεμόμενα κέρδη του τρέχοντος φορολογικού έτους που προκύπτουν από έσοδα για τα οποία δεν έχει καταβληθεί φόρος εισοδήματος, δηλαδή κέρδη που έχουν προκύψει από αντίστοιχα έσοδα που δεν υπάγονται σε φορολόγηση με βάση διατάξεις του ν. 4172/2013 (π.χ. τόκοι που προκύπτουν από ομόλογα που εκδίδονται από Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της του ν.4172/2013) ή ειδικότερες διατάξεις νόμων (π.χ. υπεραξία από μεταβίβαση εταιρικών ομολόγων σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.3156/2013, υπεραξία από εκποίηση μεριδίων ΟΣΕΚΑ σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.4099/2012) καθώς επίσης και διανεμόμενα κέρδη νομικών προσώπων που προκύπτουν βάσει Δ.Λ.Π., κατά το μέρος που υπερβαίνουν τα φορολογητέα κέρδη.
γ) Στον κωδικό 381 αναγράφονται τα διανεμόμενα κέρδη του τρέχοντος φορολογικού έτους των Φορέων Γενικής Κυβέρνησης για τα οποία δεν έχει καταβληθεί φόρος εισοδήματος, δηλαδή τα κέρδη που έχουν προκύψει από έσοδα πέραν αυτών που αφορούν στα έσοδα από κεφάλαιο και υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου.
Επισημαίνεται, ότι και οι τρεις κωδικοί δεν επηρεάζουν την εκκαθάριση φόρου, αλλά σε κάθε περίπτωση η συμπλήρωσή τους είναι υποχρεωτική από τους υπόχρεους εφόσον υφίστανται αντίστοιχα ποσά.
8. Στον κωδικό 382 καταχωρείται το ποσό των διανεμηθέντων κερδών του τρέχοντος φορολογικού έτους για τα οποία δεν έχει καταβληθεί φόρος εισοδήματος, δηλαδή τα ποσά που έχουν αναγραφεί στους κωδικούς 380 και 381 και περαιτέρω, στον κωδικό 383 το ίδιο ποσό ανάγεται σε μικτό με την προσθήκη του αναλογούντος φόρου εισοδήματος.
9. Στον κωδικό 384 καταχωρείται το ποσό των διανεμηθέντων κερδών που αφορά εισπραττόμενα μερίσματα που απαλλάσσονται της φορολογίας με βάση τις διατάξεις του άρθρου του ν.4172/2013. Επίσης, στον πιο πάνω κωδικό καταχωρείται και το ποσό των διανεμηθέντων κερδών που αφορά στην υπεραξία από αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτου (κωδικός 458), καθώς και το ποσό του κωδικού 466. Τα ποσά που αναγράφονται στον κωδικό αυτό δεν προστίθενται στα κέρδη της επιχείρησης συναθροιζόμενα με τα λοιπά κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα, καθόσον δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της του ν. 4172/2013.
10. Στον κωδικό 385 καταχωρείται το ποσό των διανεμηθέντων ή κεφαλαιοποιηθέντων αποθεματικών που δεν έχουν υπαχθεί στην αυτοτελή φορολόγηση της του ν. 4172/2013, καθώς επίσης και το ποσό των διανεμηθέντων ή κεφαλαιοποιηθέντων αποθεματικών που σχηματίζονται με βάση τις διατάξεις του ν.4172/2013 και απαλλάσσονται από το φόρο εισοδήματος και τα οποία φορολογούνται κατά έτος διανομής τους, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της του ιδίου νόμου και περαιτέρω στον κωδικό 386 το ίδιο ποσό ανάγεται σε μικτό ποσό με την προσθήκη του αναλογούντος φόρου εισοδήματος.
Τα ως άνω ποσά διανεμηθέντων ή κεφαλαιοποιηθέντων κερδών (πλην του κωδικού 384), θεωρούνται φορολογικά κέρδη του φορολογικού έτους εντός του οποίου γίνεται η διανομή ή κεφαλαιοποίηση και φορολογούνται, συναθροιζόμενα με τα λοιπά αποτελέσματα (κέρδη ή ζημίες) από επιχειρηματική δραστηριότητα.
Επισημαίνεται, ότι αναφορικά με τη φύση των ποσών που καταχωρούνται στους ανωτέρω κωδικούς έχουν δοθεί αναλυτικές οδηγίες και διευκρινίσεις στην ΠΟΛ.1059/2015 εγκύκλιό μας.
11. Στους κωδικούς 046, 045, 041 και 099 καταχωρούνται ποσά κινήτρων, είτε βάσει αναπτυξιακών νόμων, είτε βάσει ειδικών διατάξεων νόμων προκειμένου τα νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες να τύχουν των ευεργετημάτων των σχετικών διατάξεων. Προϋπόθεση καταχώρησης ποσών στους ως άνω κωδικούς είναι να εμφανίζονται αντίστοιχα ποσά στον κωδικό 016 «Φορολογικά κέρδη χρήσης».
Σε περίπτωση που μετά την αφαίρεση των ως άνω κωδικών από τον κωδικό 040 προκύψει ζημία, η ζημία αυτή δεν αναγνωρίζεται φορολογικά. Τα ίδια ισχύουν και στην περίπτωση που προσαυξάνονται οι ζημίες του κωδικού 400 λόγω της αφαίρεσης των πιο πάνω κωδικών.
12. Ο κωδικός 060 συμπληρώνεται από τα νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες τα οποία έχουν πραγματοποιήσει δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας προκειμένου, πέραν της έκπτωσης από τα ακαθάριστα έσοδά τους, να αφαιρούν (εξωλογιστικά) και ποσοστό των δαπανών αυτών από τα καθαρά κέρδη τους.
13. Ο κωδικός 076 συμπληρώνεται από τα νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες που πραγματοποιούν επένδυση στην παραγωγή κινηματογραφικού έργου προκειμένου να αφαιρείται (εξωλογιστικά) από τα καθαρά τους κέρδη το ποσό που επένδυσαν, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των του άρθρου 73 του ν.3842/2010.
14. Ο κωδικός 071 συμπληρώνεται από τα νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες προκειμένου να αφαιρείται (εξωλογιστικά) από τα καθαρά τους κέρδη το ποσό των 1.500 ευρώ, για κάθε άτομο που απασχολούν μέσα στο φορολογικό έτος με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω.
Από τα ποσά που καταχωρούνται στους κωδικούς 060, 076 και 071 μόνο το ποσό του κωδικού 060, συναθροιζόμενο με τα αποτελέσματα (κέρδη ή ζημίες) από επιχειρηματική δραστηριότητα του ίδιου φορολογικού έτους δημιουργεί αναγνωρίσιμη φορολογικά ζημία.
15. Στον κωδικό 900 καταχωρούνται τα φορολογητέα κέρδη που προκύπτουν από επιχειρηματική δραστηριότητα που ασκείται σε νησιά με πληθυσμό κάτω από 3.100 κατοίκους, προκειμένου να φορολογηθούν με μειωμένο συντελεστή κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της του άρθρου 58 του ν.4172/2013.
16. Ο κωδικός 100 συμπληρώνεται από τις οικοδομικές επιχειρήσεις, προκειμένου να προσδιορισθούν τα κέρδη τους τεκμαρτά, για τα ακίνητα των οποίων η άδεια κατασκευής έχει εκδοθεί πριν από την 1.1.2006 και τα οποία πωλήθηκαν πριν την αποπεράτωσή τους (από πρώην νομικά πρόσωπα του άρθρου του ν.2238/1994) ή πωλήθηκαν ανεξάρτητα της αποπεράτωσης ή μη (από πρώην νομικά πρόσωπα της του ν.2238/1994) μέσα στο φορολογικό έτος 2014, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου του ν. 4172/2013 (σχετ. ΠΟΛ. 1060/2015 εγκύκλιος). Το ποσό του κωδικού αυτού συναθροίζεται μόνο με αντίστοιχα κέρδη του κωδικού 048 και όχι με τυχόν ζημίες του κωδικού 448, για τις οικοδομικές επιχειρήσεις που έχουν και άλλα κέρδη πλην αυτών που προσδιορίζονται τεκμαρτά, όπως αναφέρεται και στην παράγραφο 11 του Κεφαλαίου III της παρούσας «Εκκαθάριση Φόρου».
Ειδικά, για τις οικοδομικές επιχειρήσεις νομικά πρόσωπα της του ν.2238/1994 (ΟΕ, ΕΕ κ.λπ.) στα οποία δεν συμμετέχει ΑΕ, ΕΠΕ και λοιπά νομικά πρόσωπα της του ν.2238/1994, όπου μέχρι 31.12.2013 ίσχυαν οι διατάξεις του άρθρου 34 του ν.2238/1994, επισημαίνονται τα εξής:
Με τη μεταβατική διάταξη της του ν.4172/2013 ορίζεται ότι, οι διατάξεις του Κώδικα για τον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα των οικοδομικών επιχειρήσεων εφαρμόζονται για ακίνητα για τα οποία η άδεια κατασκευής έχει εκδοθεί από την 1.1.2006 και μετά. Δηλαδή, για πωλήσεις οικοδομών από 1.1.2014 και μετά οι επιχειρήσεις ανέγερσης και πώλησης οικοδομών, εξάγουν λογιστικό αποτέλεσμα όταν η οικοδομική άδεια έχει εκδοθεί από 1.1.2006 και μετά, ενώ για πωληθέντα ακίνητα με ημερομηνία έκδοσης της άδειας πριν την 1.1.2006 εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου του ν.2238/1994.
Ειδικότερα:
α) Για πωλήσεις ακινήτων από 1.1.2014 και μετά, των οποίων η άδεια οικοδομής εκδόθηκε από 1.1.2006 και μετά, και η ανέγερση των οποίων έχει ήδη ολοκληρωθεί σε προηγούμενα έτη, για να εξαχθεί ορθό λογιστικό αποτέλεσμα, λαμβάνονται υπόψη οι καταχωρηθείσες δαπάνες που αφορούν τα πωληθέντα ακίνητα, έστω και αν αυτές πραγματοποιήθηκαν και καταχωρήθηκαν σε προηγούμενο φορολογικό έτος, δηλαδή στο έτος ή στα έτη κατασκευής.
Επισημαίνεται, ότι οι οικοδομικές επιχειρήσεις που ανεγείρουν οικοδομές προς πώληση όταν μετά την ανέγερση τους, επακολουθήσει εκμετάλλευση της οικοδομής με οποιοδήποτε τρόπο, όπως εκμίσθωση, ιδιοχρησιμοποίηση κλπ., τότε τα εν λόγω ακίνητα αποκτούν την ιδιότητα του ενσώματου πάγιου στοιχείου της επιχείρησης, σε αντιδιαστολή με τα εμπορεύσιμα στοιχεία αυτής, οπότε κατά την πώληση αυτών η επιχείρηση αποκτά εισόδημα που προσδιορίζεται σε κάθε περίπτωση λογιστικά και φορολογείται ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, ανεξάρτητα του χρόνου έκδοσης της οικοδομικής άδειας.
β) Για οικοδομικές επιχειρήσεις και για τα πωληθέντα ακίνητα των οποίων η οικοδομική άδεια έχει εκδοθεί πριν την 1.1.2006, ανεξάρτητα εάν αυτή στη συνέχεια αναθεωρήθηκε για οποιονδήποτε λόγο, το κέρδος από την πώλησή τους θα υπολογιστεί με τις προϊσχύουσες διατάξεις του άρθρου του ν.2238/1994, δηλαδή με συντελεστή 20% επί των πωλήσεων. Η ρύθμιση αυτή έχει εφαρμογή για οικοδομές με άδεια πριν την 1.1.2006, ανεξάρτητα του εύρους της παλαιότητας της οικοδομής, υπό την προϋπόθεση το ακίνητο να μην αποτελεί πάγιο στοιχείο της επιχείρησης (προηγούμενη παράγραφος του παρόντος).
γ) Τέλος, για οικοδομές που σύμφωνα με την παράγραφο 2 της 1024543/ 1717/389/Α0014/ΠΟΛ. 1038/9.3.2006 Απόφασης, εξαιρέθηκαν από την εφαρμογή των διατάξεων της του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν. 2859/2000), εφόσον είχαν καταθέσει πλήρη φάκελο στην πολεοδομία για την έκδοση ή την αναθεώρηση της άδειας και είχε υπογραφεί προσύμφωνο και εργολαβικό συμβόλαιο κατασκευής μέχρι την 25.11.2005, γίνεται δεκτό ότι, έστω και αν η άδεια οικοδομής εκδόθηκε μετά την 1.1.2006 φορολογούνται με τον τεκμαρτό προσδιορισμό του άρθρου του ν.2238/1994, καθόσον για τις οικοδομές αυτές δεν υπήρχε υποχρέωση προσδιορισμού του κόστους ανέγερσης κατά οικοδομή και δεν υπάρχει δυνατότητα συλλογής των στοιχείων κόστους (δαπάνες ανέγερσης για κάθε οικοδομή).
17. Στους κωδικούς 049, 050 και 051 υπολογίζεται η προκαταβολή του τρέχοντος φορολογικού έτους.
18. Ο κωδικός 610 συμπληρώνεται από τις επιχειρήσεις που αποκτούν εισόδημα για το οποίο καταβλήθηκε φόρος στην αλλοδαπή, ο οποίος δηλώνεται στον κωδικό 620.
19. Οι κωδικοί 576, 577 και 578 συμπληρώνονται από τις επιχειρήσεις, προκειμένου να δηλώσουν το συνολικό ποσό της εγκριθείσας συνολικής απαλλαγής από την καταβολή φόρου βάσει του αναπτυξιακού νομού ν.3908/2011, το ποσό απαλλαγής από την καταβολή φόρου του τρέχοντος φορολογικού έτους και το υπολειπόμενο ποσό της απαλλαγής καταβολής φόρου, αντίστοιχα.
20. Ο πίνακας 1 εμφανίζεται προσυμπληρωμένος με τα μέλη του νομικού προσώπου της του ν.4172/2013 που συμμετέχουν κατά τη λήξη του φορολογικού έτους. Για όσες επιχειρήσεις τηρούν απλογραφικά βιβλία υπολογίζεται η κατανομή των κερδών στους εταίρους/μέλη.
21. Ο πίνακας 2 συμπληρώνεται υποχρεωτικά από τα νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα της του ν.4172/2013, καθώς και από τους Φορείς Γενικής Κυβέρνησης που αποτελούν τέτοια πρόσωπα.
Ειδικότερα, στον πίνακα 2Α αναγράφεται το συνολικό εισόδημα από ακίνητη περιουσία όπως μεταφέρεται από τον κωδικό 198 του πίνακα 3Α4, από το οποίο εκπίπτουν οι αντίστοιχες δαπάνες που αφορούν τα ακίνητα (75% ή 100%) κατά περίπτωση, με βάση τις διευκρινίσεις που έχουν δοθεί στην ΠΟΛ. 1060/2015 εγκύκλιό μας, καθώς και η αντίστοιχη τεκμαρτή δαπάνη ιδιοχρησιμοποίησης στο σύνολό της.
Στον πίνακα 2Β αναγράφονται τα λοιπά έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα που αποτελούν αντικείμενο φόρου (πλην του εισοδήματος από ακίνητη περιουσία), όπως και οι συνολικές αντίστοιχες δαπάνες προκειμένου να προσδιοριστεί το καθαρό εισόδημα του σχετικού πίνακα. Το εισόδημα αυτό συναθροιζόμενο με το αντίστοιχο εισόδημα του πίνακα 2Α καθώς και με την τυχόν ζημία από επιχειρηματική δραστηριότητα παρελθουσών χρήσεων, θα διαμορφώσει το φορολογητέο εισόδημα στον πίνακα 2Γ.
Ειδικά, οι Φορείς Γενικής Κυβέρνησης που είναι είτε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, είτε Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου δεν θα συμπληρώνουν το πεδίο που αφορά στο εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, καθόσον τα υπόψη νομικά πρόσωπα φορολογούνται μόνο για εισόδημα από κεφάλαιο και υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου.
Τέλος, στον πίνακα 2Δ έχει ενσωματωθεί η κατάσταση Εσόδων-Εξόδων, προκειμένου να αναγράφονται τα συνολικά έσοδα και έξοδα των υπόψη νομικών προσώπων για πληροφοριακούς λόγους.
22. Στους πίνακες 3Α και 3Β αναγράφονται το εισόδημα από κεφάλαιο (Μερίσματα, Τόκοι, Δικαιώματα, Ακίνητη Περιουσία) και από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου αντίστοιχα, με βάση την επιμέρους ανάλυση των αντίστοιχων υποπινάκων.
ΙΙΙ. ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΦΟΡΟΥ
1. Στους κωδικούς 004 και 523 υπολογίζεται ο φόρος που αναλογεί στα φορολογητέα κέρδη, όπως προκύπτουν από τον κωδικό 001. Στον κωδικό 004, υπολογίζεται ο φόρος για το ποσό των κερδών που φορολογείται με συντελεστή 26% (για τους τηρούντες διπλογραφικά βιβλία ή κέρδη ^ 50.000 για τους τηρούντες απλογραφικά βιβλία), καθώς επίσης και το ποσό των κερδών που αποκτούν οι αγροτικοί συνεταιρισμοί και οι ομάδες παραγωγών το οποίο φορολογείται με συντελεστή 13% (σχετ.ΠΟΛ.1059/2015). Στον κωδικό 523 υπολογίζεται το ποσό του φόρου για κέρδη > 50.000 τα οποία φορολογούνται με συντελεστή 33% (για τους τηρούντες απλογραφικά βιβλία).
2. Οι κωδικοί 579 και 575 συμπληρώνονται από τις επιχειρήσεις που έχουν κάνει χρήση των εν λόγω κινήτρων προκειμένου να αφαιρεθεί το ποσό της απαλλαγής από την καταβολή φόρου κατά το τρέχον φορολογικό έτος λόγω πραγματοποίησης παραγωγικών επενδύσεων, στα πλαίσια των διατάξεων του ν.3908/2011 (φορολογική απαλλαγή ν.3908/2011), καθώς και το διπλάσιο ποσό του μισθώματος που καταβάλλεται για τη χρήση ακινήτου στην περιοχή Γεράνι -Μεταξουργείο, με βάση τις διατάξεις της παρ. Β2 των άρθρων και του ν. 4030/2011 (φορολογικά κίνητρα αποκατάστασης κτιρίων στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας), αντίστοιχα.
3. Στον κωδικό 009 αναγράφεται το ποσό του φόρου που παρακρατήθηκε τόσο σε εισοδήματα του τρέχοντος φορολογικού έτους, όσο και σε εισοδήματα προηγούμενων φορολογικών ετών (αποθεματικά κατ’ ειδικό τρόπο) σε περίπτωση διανομής ή κεφαλαιοποίησής τους.
4. Στον κωδικό 008 αναγράφεται το ποσό του φόρου που προκαταβλήθηκε από το νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα το προηγούμενο φορολογικό έτος, το οποίο άλλωστε εμφανίζεται στον αντίστοιχο κωδικό από το σύστημα TAXIS.
5. Στον κωδικό 052 αναγράφεται το ποσό του φόρου που καταβλήθηκε για τα μερίσματα που εισπράττει ημεδαπή μητρική εταιρεία από ημεδαπή θυγατρική της, όταν δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου του ν. 4172/2013, δηλαδή τα ποσά των φόρων Ν.Π. που εμφανίζονται στους πίνακες 3Α1α και 3Α1δ.
6. Στον κωδικό 111 αναγράφεται ο φόρος που έχει ήδη καταβληθεί με βάση τις προηγούμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και ο οποίος αντιστοιχεί στα τεκμαρτά κέρδη της οικοδομής της οποίας ολοκληρώθηκε η ανέγερση, ανεξάρτητα από το αν η οικοδομική άδεια εκδόθηκε πριν ή μετά την 1.1.2006.
Ειδικά, τα πρώην νομικά πρόσωπα της του ν.2238/1994, συμψηφίζουν φόρο που προέρχεται μόνο από πωλήσεις ημιτελών οικοδομών που πραγματοποιήθηκαν μέχρι 31.12.2013, η κατασκευή των οικοδομών αυτών ολοκληρώθηκε το φορολογικό έτος 2014 και των οποίων η οικοδομική άδεια εκδόθηκε μετά την 1.1.2006.
7. Στον κωδικό 600 αναγράφεται το ποσό του φόρου που καταβλήθηκε στην αλλοδαπή.
Επισημαίνεται, ότι αναλυτικές οδηγίες - διευκρινίσεις για την καταχώρηση των κωδικών 009, 008. 052, 111 και 600 έχουν δοθεί στην ΠΟΛ.1060/2015 εγκύκλιό μας.
8. Ο κωδικός 751 συμπληρώνεται από τις τραπεζικές επιχειρήσεις και αναγράφεται το μέρος του πιστωτικού υπολοίπου προηγούμενων χρήσεων (οικονομικών ετών 2011, 2012, 2013 και 2014) που συμψηφίζεται με το φόρο εισοδήματος του φορολογικού έτους 2014, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της του ν.4046/2012. Περαιτέρω, στον κωδικό 749 αναγράφεται το μέρος του πιστωτικού υπολοίπου που προκύπτει στο φορολογικό έτος 2014 και μεταφέρεται για συμψηφισμό με το φόρο εισοδήματος των πέντε (5) επόμενων φορολογικών ετών, προκειμένου να διαχωριστεί από το πιστωτικό υπόλοιπο προς επιστροφή (κωδικός 750).
9. Ο κωδικός 911 αφορά τους υπόχρεους καταβολής του τέλους επιτηδεύματος του ν.3986/2011, υπολογίζεται από το σύστημα και είναι προεκτυπωμένος στη φόρμα της δήλωσης, καθόσον συμβεβαιώνεται με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος.
10. Ο κωδικός 649 συμπληρώνεται από τις επιχειρήσεις, οι οποίες δηλώνουν αν υπόκεινται σε έλεγχο υποχρεωτικό από νόμιμο ελεγκτή ή ελεγκτικό γραφείο.
11. Στον κωδικό 003 μεταφέρεται το ποσό του κωδικού 448 και στον κωδικό 001 μεταφέρεται το ποσό του κωδικού 048 και τυχόν ποσό που υφίσταται στον κωδικό 100. Επισημαίνεται, ότι στην περίπτωση που υπάρχει μεταφερόμενη ζημία στον κωδικό 448 και ταυτόχρονα είναι συμπληρωμένο ποσό στον κωδικό 100, τότε στον 001 μεταφέρεται το ποσό του κωδικού 100 και στον κωδικό 003 το ποσό του κωδικού 448.
Η ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ - ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΣΑΒΒΑΪΔΟΥ
α) οι κεφαλαιουχικές εταιρείες που συστήθηκαν στην ηµεδαπή ή την αλλοδαπή,
β) οι προσωπικές εταιρείες που συστήθηκαν στην ηµεδαπή ή την αλλοδαπή,
γ) τα µη κερδοσκοπικού χαρακτήρα νοµικά πρόσωπα δηµοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που συστήθηκαν στην ηµεδαπή ή την αλλοδαπή και στα οποία περιλαµβάνονται και τα κάθε είδους σωµατεία και ιδρύµατα, µε εξαίρεση µόνο τα κάθε είδους έσοδα που πραγµατοποιούνται κατά την επιδίωξη της εκπλήρωσης του σκοπού τους, τα οποία δεν αποτελούν αντικείµενο φόρου,
δ) συνεταιρισµοί και ενώσεις αυτών,
ε) κοινωνίες αστικού δικαίου, αστικές κερδοσκοπικές ή µη κερδοσκοπικές εταιρείες, συµµετοχικές ή αφανείς εφόσον ασκούν επιχείρηση ή επάγγελµα,
στ) κοινοπραξίες,
ζ) οι νοµικές οντότητες που ορίζονται στο άρθρο 2 του Κ.Φ.Ε . και δεν περιλαµβάνονται σε µια από τις προηγούµενες περιπτώσεις.
Στην περίπτωση των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων που τηρούν απλογραφικά βιβλία εφαρμόζονται αποκλειστικά οι διατάξεις του άρθρου 47 του παρόντος Κώδικα.
Για τους σκοπούς του προηγούμενου εδάφιου ως συμψηφισμός νοείται το αλγεβρικό άθροισμα και το οποίο αυξομειώνει το φορολογικό αποτέλεσμα (κέρδη ή ζημίες) της επιχείρησης.
Με την καταβολή του φόρου αυτού εξαντλείται κάθε φορολογική υποχρέωση του νοµικού προσώπου και των µετόχων ή εταίρων αυτού.
Η καταβολή του φόρου της παραγράφου αυτής γίνεται μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα από την απόφαση διανομής από τη γενική συνέλευση των μετόχων.
Η ανωτέρω χρεωστική διαφορά καταχωρείται σε χρέωση των αποτελεσμάτων της χρήσης στην οποία προκύπτει. Σε περίπτωση που ο πιστωτής έχει σχηματίσει και εκπέσει από τα ακαθάριστα έσοδα του, για το χρέος που διαγράφεται, πρόσθετη ειδική πρόβλεψη κατά τις διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 26 του παρόντος, η πρόβλεψη αντιλογίζεται σε πίστωση των αποτελεσμάτων του φορολογικού έτους στο οποίο πραγματοποιήθηκε η διαγραφή και αποτελεί για τον πιστωτή φορολογητέο κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα
α) περιλαμβάνεται στους τύπους που απαριθμούνται στο Παράρτημα Ι Μέρος Α΄ της Οδηγίας 2011/96/ΕΕ όπως ισχύει και
β) είναι φορολογικός κάτοικος κράτους-μέλους της ΕΕ, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού και δεν θεωρείται κάτοικος τρίτου κράτους εκτός ΕΕ κατ’ εφαρμογή όρων σύμβασης αποφυγής διπλής φορολογίας που έχει συναφθεί με αυτό το τρίτο κράτος, και
γ) υπόκειται, χωρίς τη δυνατότητα επιλογής ή απαλλαγής, σε έναν από τους φόρους που αναφέρονται στοΠαράρτημα Ι Μέρος Β΄ της Οδηγίας 2011/96/ΕΕ ή σε οποιοδήποτε άλλον φόρο αντικαταστήσει έναν από τους φόρους αυτούς, και
δ) ο λήπτης φορολογούμενος κατέχει ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής τουλάχιστον δέκα τοις εκατό (10%) της αξίας ή του πλήθους του μετοχικού ή βασικού κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου του νομικού προσώπου που διανέμει, και
ε) το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής διακρατείται τουλάχιστον είκοσι τέσσερεις (24) μήνες.
2. Η προηγούμενη παράγραφος ισχύει επίσης για τα ενδοοµιλικά μερίσματα που εισπράττονται από μόνιμες εγκαταστάσεις εταιρειών άλλων κρατών-μελών που βρίσκονται στην Ελλάδα και προέρχονται από τις θυγατρικές τους σε ένα άλλο κράτος - μέλος.
3. Εάν διανέμονται κέρδη από νομικό πρόσωπο σε λήπτη φορολογούμενο που δεν έχει διακρατήσει το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής επί είκοσι τέσσερεις (24) μήνες, αλλά πληρούται η προϋπόθεση γ΄ της παραγράφου 1, ή αυτή της παραγράφου 2, ο λήπτης φορολογούμενος μπορεί προσωρινά να ζητήσει την απαλλαγή που προβλέπεται στις εν λόγω παραγράφους, εφόσον καταθέσει στη Φορολογική Διοίκηση εγγυητική επιστολή υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, ίση με το ποσό του φόρου που θα όφειλε να καταβάλει σε περίπτωση μη χορήγησης της απαλλαγής. Η απαλλαγή καθίσταται οριστική και η εγγύηση λήγει κατά την ημερομηνία που συμπληρώνονται είκοσι τέσσερεις (24) μήνες διακράτησης του ελάχιστου ποσοστού συμμετοχής. Εάν ο φορολογούμενος παύει να διακρατεί το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής πριν τη συμπλήρωση των είκοσι τεσσάρων (24) μηνών, η εγγύηση καταπίπτει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου κατά την ημερομηνία αυτή.
4. Εάν η διανοµή κερδών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και 2 προκύπτει από συµµετοχή σε άλλο νοµικό πρόσωπο, ο φορολογούµενος δεν µπορεί να εκπέσει τις επιχειρηµατικές δαπάνες που συνδέονται µε τη συµµετοχή αυτή.
5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών ορίζονται τα έντυπα εφαρµογής του άρθρου αυτού.
Στην έννοια του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο εμπίπτει και η κεφαλαιοποίηση ή διανομή κερδών για τα οποία δεν έχει καταβληθεί φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων.
2. Ως «εισφορά ενεργητικού» θεωρείται κάθε πράξη µε την οποία µια εταιρεία (εφεξής η «εισφέρουσα εταιρεία»), χωρίς να λυθεί, µεταβιβάζει έναν ή περισσότερους κλάδους δραστηριότητας σε άλλη εταιρεία (εφεξής η «λήπτρια εταιρεία»), έναντι της έκδοσης ή µεταβίβασης τίτλων του κεφαλαίου της λήπτριας εταιρείας. Ως «κλάδος δραστηριότητας» θεωρείται το σύνολο των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού ενός τµήµατος µιας επιχείρησης, τα οποία συνιστούν από οργανωτική άποψη αυτόνοµη εκµετάλλευση, δηλαδή ένα σύνολο ικανό να λειτουργήσει αυτοδύναµα.
Ως εισφορά ενεργητικού νοείται και η μετατροπή υποκαταστήματος σε νεοσυσταθείσα εταιρία που αποτελεί θυγατρική της εισφέρουσας εταιρείας
3. Κατά την εφαρµογή του παρόντος άρθρου, η εισφορά ενεργητικού δεν συνεπάγεται, κατά τον χρόνο της εισφοράς ενεργητικού, καµία φορολογία των υπεραξιών οι οποίες υπολογίζονται βάσει της διαφοράς µεταξύ της αγοραίας αξίας των µεταβιβαζοµένων στοιχείων ενεργητικού και παθητικού και της λογιστικής αξίας τους
4. Κατά την εφαρµογή του παρόντος άρθρου, η λήπτρια εταιρεία πραγµατοποιεί τις αποσβέσεις των στοιχείων του ενεργητικού σύµφωνα µε τους κανόνες που θα ίσχυαν για την εισφέρουσα εταιρεία, εάν δεν είχε γίνει η εισφορά ενεργητικού.
5. Κατά την εφαρµογή του παρόντος άρθρου, η λήπτρια εταιρεία µπορεί να αναλάβει αποθεµατικά και προβλέψεις που σχηµάτισε η εισφέρουσα εταιρεία και τα οποία σχετίζονται µε τον κλάδο ή τους κλάδους δραστηριότητας που µεταβιβάζονται και τα οποία απολάµβαναν φορολογικές απαλλαγές υπό τις προϋποθέσεις που θα ίσχυαν για την εισφέρουσα εταιρεία, εάν δεν είχε γίνει η µεταβίβαση. Η λήπτρια εταιρεία αναλαµβάνει τα δικαιώµατα και τις υποχρεώσεις της εισφέρουσας εταιρείας ως προς τα εν λόγω αποθεµατικά και προβλέψεις.
6. Κατά την εφαρµογή του παρόντος άρθρου, η λήπτρια εταιρεία µπορεί να µεταφέρει τις ζηµίες της εισφέρουσας εταιρείας που σχετίζονται µε τον κλάδο ή τους κλάδους δραστηριότητας που µεταβιβάζονται µε τις ίδιες προϋποθέσεις που θα ίσχυαν για την εισφέρουσα εταιρεία, εάν δεν είχε γίνει η µεταβίβαση.
7. Κατά την εφαρµογή του παρόντος άρθρου, η εισφέρουσα εταιρεία αποτιµά τους τίτλους που λαµβάνει από τη λήπτρια εταιρεία στην αγοραία τους αξία κατά το χρόνο της µεταβίβασης.
8. Το παρόν άρθρο εφαρµόζεται µόνον εφόσον οι εισφέρουσες και οι λήπτριες εταιρείες έχουν τη φορολογική κατοικία τους στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος - µέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
9. Το παρόν άρθρο εφαρµόζεται:
α) στην εισφορά ενεργητικού, εφόσον η εισφέρουσα και η λήπτρια εταιρεία είναι και οι δύο φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδος,
β) στην εισφορά ενεργητικού, εφόσον η εισφέρουσα εταιρεία είναι φορολογικός κάτοικος άλλου κράτους µέλους της Ε.Ε. και η λήπτρια εταιρεία είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδος, και µε την προϋπόθεση ότι µετά τη µεταβίβαση τα στοιχεία του ενεργητικού, οι υποχρεώσεις, τα αποθεµατικά, οι προβλέψεις και οι ζηµίες που µεταβιβάζονται δεν συνδέονται µε µόνιµη εγκατάσταση εκτός Ελλάδας της λήπτριας εταιρείας,
γ) στην εισφορά ενεργητικού, εφόσον η λήπτρια εταιρεία είναι φορολογικός κάτοικος άλλου κράτους - µέλους της Ε.Ε. και η εισφέρουσα εταιρεία είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδος ή άλλου κράτους - µέλους της Ε.Ε. µε µόνιµη εγκατάσταση στην Ελλάδα, και µε την προϋπόθεση ότι µετά τη µεταβίβαση, τα στοιχεία του ενεργητικού, οι υποχρεώσεις, τα αποθεµατικά, οι προβλέψεις και οι ζηµίες που µεταβιβάζονται συνδέονται µε µόνιµη εγκατάσταση που τηρεί στην Ελλάδα η λήπτρια εταιρεία.
10. Το παρόν άρθρο εφαρµόζεται σε µεταβίβαση κλάδου ή κλάδων δραστηριότητας που συνιστούν µία ή περισσότερες µόνιµες εγκαταστάσεις που ευρίσκονται σε άλλο κράτος - µέλος της Ε.Ε., εφόσον η εισφέρουσα εταιρεία είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδος και η λήπτρια εταιρεία είναι κάτοικος άλλου κράτους - µέλους της Ε.Ε., Στην περίπτωση αυτή, δεν εφαρµόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 3, 4, 5 και 6, αλλά η εισφέρουσα εταιρεία δικαιούται πίστωσης έναντι του ποσού του φόρου που προκύπτει συνεπεία της µεταβίβασης σχετικά µε κάθε φόρο που θα επιβάλλονταν σε αυτό το κράτος - µέλος για τη µεταβίβαση, εάν δεν ετύγχαναν εφαρµογής οι διατάξεις της Οδηγίας 2009/133/ΕΚ, όπως ισχύει.
11. Στο πεδίο εφαρµογής του παρόντος άρθρου εµπίπτουν οι εταιρείες που:
α) περιλαµβάνονται στους τύπους που απαριθµούνται στο Παράρτηµα Ι Μέρος Α΄ της Οδηγίας 2009/133/ΕΚ, όπως ισχύει,
β) είναι φορολογικοί κάτοικοι κράτους - µέλους της Ε.Ε. σύµφωνα µε τη νοµοθεσία του κράτους αυτού και δεν θεωρούνται φορολογικοί κάτοικοι τρίτου κράτους εκτός Ε.Ε. κατ’ εφαρµογή όρων σύµβασης αποφυγής διπλής φορολογίας που έχει συναφθεί µε αυτό το τρίτο κράτος,
γ) υπόκεινται, χωρίς τη δυνατότητα επιλογής ή απαλλαγής, σε έναν από τους φόρους που αναφέρονται στο Παράρτηµα Ι Μέρος Β΄ της Οδηγίας 2009/133/ΕΚ ή σε οποιοδήποτε άλλο φόρο ενδεχοµένως στο µέλλον αντικαταστήσει έναν από τους φόρους αυτούς.
12. Η Φορολογική Διοίκηση προκειµένου να αποφευχθεί η καταστρατήγηση των διατάξεων του άρθρου αυτού δύναται να επιβάλλει προϋποθέσεις για την εφαρµογή του. Η εισφέρουσα εταιρεία υποχρεούται να διατηρήσει τους τίτλους που αποκτήθηκαν από την εισφορά ενεργητικού για χρονικό διάστηµα τουλάχιστον τριών (3) ετών, εκτός αν αποδείξει ότι η µεταβίβαση των τίτλων δεν έχει ως σκοπό τη φοροαποφυγή ή φοροδιαφυγή.
13. Η εισφέρουσα εταιρεία και η λήπτρια εταιρεία πρέπει αµφότερες να έχουν το ίδιο φορολογικό καθεστώς.
1. Το παρόν άρθρο εφαρµόζεται σε µέτοχο ή εταίρο που µέσω ανταλλαγής µετοχών ή εταιρικών µεριδίων, αποκτά τίτλους µιας εταιρείας σε αντάλλαγµα τίτλων άλλης εταιρείας όπως ορίζεται στις επόµενες παραγράφους, εφόσον επιλεγεί η υπαγωγή σε αυτό από τον µέτοχο ή εταίρο και πληρούνται οι προϋποθέσεις του παρόντος άρθρου. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ως «τίτλοι» νοούνται οι μετοχές ή τα εταιρικά μερίδια.
2. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «ανταλλαγή τίτλων» θεωρείται κάθε πράξη µε την οποία µία εταιρεία (εφεξής: «η αποκτώσα εταιρεία») αποκτά τίτλους άλλης εταιρείας (εφεξής: «η αποκτώµενη εταιρεία») σε αντάλλαγµα για την έκδοση ή τη µεταβίβαση τίτλων αυτής προς τους µετόχους ή εταίρους της αποκτώµενης εταιρείας, υπό την προϋπόθεση ότι ύστερα από την ανταλλαγή τίτλων η αποκτώσα εταιρεία θα κατέχει τουλάχιστον την πλειοψηφία των δικαιωµάτων ψήφου της αποκτώµενης εταιρείας ή το πενήντα τοις εκατό (50%) και µία µετοχή τουλάχιστον της αξίας του κεφαλαίου της αποκτώµενης εταιρείας. Για το σκοπό αυτόν η εξαγορά που πραγµατοποιείται από την αποκτώσα εταιρεία µέσω αναγνωρισµένου χρηµατιστηρίου αξιών νοείται ως ενιαία συναλλαγή υπό την προϋπόθεση ότι συντελείται εντός περιόδου έξι (6) µηνών.
3. Στην περίπτωση της ανταλλαγή τίτλων, όπως ορίζεται στην παράγραφο 2, η αποκτώσα εταιρεία µπορεί να προβεί σε χρηµατική καταβολή έναντι της έκδοσης ή µεταβίβασης τίτλων, υπό την προϋπόθεση ότι η χρηµατική καταβολή δεν θα υπερβαίνει το δέκα (10%) της ονοµαστικής αξίας, ή, αν δεν υπάρχει ονοµαστική αξία, το δέκα τοις εκατό (10%) της φορολογητέας αξίας τους των τίτλων.
4. Κατά την εφαρµογή του παρόντος άρθρου, ο µέτοχος ή εταίρος της αποκτώµενης εταιρείας δεν υπόκειται, κατά το χρόνο της ανταλλαγής τίτλων, σε φόρο για την υπεραξία που αποκτά λόγω της ανταλλαγής, µε εξαίρεση το τµήµα που αντιστοιχεί, κατ’ αναλογία, σε τυχόν χρηµατική καταβολή.
5. Κατά την εφαρµογή του παρόντος άρθρου, ο µέτοχος ή εταίρος δεν αποδίδει στους τίτλους που λαµβάνει ως αντάλλαγµα, µεγαλύτερη φορολογητέα αξία από την αξία που είχαν οι ανταλλασσόµενοι τίτλοι αµέσως πριν την ανταλλαγή τίτλων. Η αποκτώσα εταιρεία αποτιµά τους τίτλους που λαµβάνει από τον µέτοχο ή εταίρο στην αγοραία τους αξία κατά το χρόνο της ανταλλαγής.
6. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρµόζονται υπό την προϋπόθεση ότι η αποκτώσα και η αποκτώµενη εταιρεία είναι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδος και/ή άλλου κράτους - µέλους της Ε.Ε. και:
α) ο μέτοχος ή εταίρος είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδος, ή
β) ο μέτοχος ή εταίρος δεν είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδος και κατέχει τόσο τους αρχικούς τίτλους όσο και τους νέους τίτλους - µέσω µόνιµης εγκατάστασης που διατηρεί στην Ελλάδα
7. Στο πεδίο εφαρµογής του παρόντος άρθρου εµπίπτουν οι εταιρείες που:
α) περιλαµβάνονται στους τύπους που απαριθµούνται στο Παράρτηµα Ι Μέρος Α΄ της Οδηγίας 2009/133/ΕΚ, όπως ισχύει,
β) είναι φορολογικοί κάτοικοι κράτους - µέλους της Ε.Ε. σύµφωνα µε τη νοµοθεσία του κράτους αυτού και δεν θεωρούνται φορολογικοί κάτοικοι τρίτου κράτους εκτός Ε.Ε. κατ’ εφαρµογή όρων σύµβασης αποφυγής διπλής φορολογίας που έχει συναφθεί µε αυτό το τρίτο κράτος,
γ) υπόκεινται, χωρίς τη δυνατότητα επιλογής ή απαλλαγής, σε έναν από τους φόρους που αναφέρονται στο Παράρτηµα Ι Μέρος Β΄ της Οδηγίας 2009/133/ΕΚ ή σε οποιοδήποτε άλλο φόρο ενδεχοµένως στο µέλλον αντικαταστήσει έναν από τους φόρους αυτούς.
1. Το παρόν άρθρο εφαρµόζεται σε συγχωνεύσεις και διασπάσεις, όπως ορίζονται στις παραγράφους 2, 3 και 4, εφόσον επιλεγεί από την εισφέρουσα και τη λήπτρια εταιρεία ή εταιρείες, και πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στις ακόλουθες παραγράφους.
Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ως “τίτλοι” νοούνται οι μετοχές ή τα εταιρικά μερίδια.
2. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ως «συγχώνευση» θεωρείται κάθε πράξη µε την οποία:
α) µία ή περισσότερες εταιρείες (εφεξής: οι «εισφέρουσες εταιρείες»), κατά τη διάλυσή τους χωρίς να τεθούν υπό καθεστώς εκκαθάρισης, µεταβιβάζουν όλα τα στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού τους σε άλλη υφιστάµενη εταιρεία (εφεξής: η «λήπτρια εταιρεία») µε αντάλλαγµα την έκδοση ή µεταβίβαση στους µετόχους ή εταίρους της εισφέρουσας εταιρείας τίτλων του κεφαλαίου της λήπτριας εταιρείας,
β) δύο ή περισσότερες εταιρείες (εφεξής: οι «εισφέρουσες εταιρείες»), κατά τη διάλυσή τους χωρίς να τεθούν υπό καθεστώς εκκαθάρισης, µεταβιβάζουν όλα τα στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού τους σε εταιρεία που συστήνουν (εφεξής: η «λήπτρια εταιρεία») µε αντάλλαγµα την έκδοση ή τη µεταβίβαση στους µετόχους ή εταίρους της εισφέρουσας εταιρείας τίτλων του κεφαλαίου της λήπτριας εταιρείας.
3. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ως «διάσπαση» θεωρείται κάθε πράξη µε την οποία:
α) µία εταιρεία (εφεξής: η «εισφέρουσα εταιρεία»), κατά τη διάλυσή της χωρίς να τεθεί σε καθεστώς εκκαθάρισης, µεταβιβάζει όλα τα στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού της σε δύο ή περισσότερες υφιστάµενες ή νέες εταιρείες (εφεξής: οι λήπτριες εταιρείες) µε αντάλλαγµα την κατ’ αναλογία (pro-rata) έκδοση ή µεταβίβαση στους µετόχους ή εταίρους της τίτλων του κεφαλαίου των ληπτριών εταιρειών,
β) µία εταιρεία (εφεξής: η «εισφέρουσα εταιρεία») µεταβιβάζει χωρίς να λυθεί έναν ή περισσότερους κλάδους δραστηριότητας σε µία ή περισσότερες υφιστάµενες ή νέες εταιρείες (εφεξής: οι «λήπτριες εταιρείες»), αφήνοντας τουλάχιστον έναν κλάδο δραστηριότητας στην εισφέρουσα εταιρεία, µε αντάλλαγµα την κατ’ αναλογία (pro-rata) έκδοση ή µεταβίβαση στους µετόχους ή εταίρους της ή τίτλων του κεφαλαίου των ληπτριών εταιρειών. Ως κλάδος δραστηριότητας θεωρείται το σύνολο των στοιχείων του ενεργητικού και παθητικού ενός τµήµατος µιας εταιρείας, τα οποία συνιστούν από οργανωτική άποψη αυτόνοµη εκµετάλλευση, δηλαδή ένα σύνολο ικανό να λειτουργήσει αυτοδύναµα.
4. Σε περίπτωση συγχώνευσης ή διάσπασης, σύµφωνα µε τις παραγράφους 2 και 3, µπορεί να λάβει χώρα πρόσθετη χρηµατική καταβολή από τη λήπτρια εταιρεία ή εταιρείες πέραν της έκδοσης ή µεταβίβασης τίτλων, µε την προϋπόθεση ότι η χρηµατική καταβολή δεν υπερβαίνει το δέκα τοις εκατό (10%) της ονοµαστικής αξίας, ή αν δεν υπάρχει ονοµαστική αξία, το δέκα τοις εκατό (10%) της λογιστικής αξίας των τίτλων.
5. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρµόζονται µόνον εφόσον η εισφέρουσα εταιρεία ή εταιρείες και η λήπτρια εταιρεία ή εταιρείες είναι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδος και/ή άλλου κράτους - µέλους της Ε.Ε..
6. Στο πεδίο εφαρµογής του παρόντος άρθρου εµπίπτουν οι εταιρείες που:
α) περιλαµβάνονται στους τύπους που απαριθµούνται στο Παράρτηµα Ι Μέρος Α της Οδηγίας 2009/133/ΕΚ, όπως ισχύει,
β) είναι φορολογικοί κάτοικοι κράτους - µέλους της Ε.Ε. σύµφωνα µε τη νοµοθεσία του κράτους αυτού και δεν θεωρούνται φορολογικοί κάτοικοι τρίτου κράτους εκτός Ε.Ε. κατ’ εφαρµογή όρων σύµβασης αποφυγής διπλής φορολογίας που έχει συναφθεί µε αυτό το τρίτο κράτος,
γ) υπόκεινται, χωρίς τη δυνατότητα επιλογής ή απαλλαγής, σε έναν από τους φόρους που αναφέρονται στο Παράρτηµα Ι Μέρος Β της Οδηγίας 2009/133/ΕΚ ή σε οποιοδήποτε άλλο φόρο ενδεχοµένως στο µέλλον αντικαταστήσει έναν από τους φόρους αυτούς.
7. Όπου στο παρόν άρθρο γίνεται αναφορά σε εισφέρουσα ή σε λήπτρια εταιρεία, αυτή ισχύει και για δύο ή περισσότερες εισφέρουσες ή λήπτριες εταιρείες.
8. Κατά την εφαρµογή του παρόντος άρθρου, η συγχώνευση ή η διάσπαση δεν συνεπάγεται, κατά τον χρόνο της συγχώνευσης ή της διάσπασης, καµία φορολογία των υπεραξιών οι οποίες υπολογίζονται βάσει της διαφοράς µεταξύ της αγοραίας αξίας των µεταβιβαζοµένων στοιχείων ενεργητικού και παθητικού και της φορολογητέας αξίας τους.
9. Η λήπτρια εταιρεία διενεργεί αποσβέσεις των στοιχείων του ενεργητικού σύµφωνα µε τους κανόνες που θα ίσχυαν για την εισφέρουσα εταιρεία, εάν δεν είχε λάβει χώρα η συγχώνευση ή η διάσπαση.
10. Κατά την εφαρµογή του παρόντος άρθρου, η λήπτρια εταιρεία µπορεί να µεταφέρει τα αποθεµατικά και τις προβλέψεις που σχηµατίστηκαν από την εισφέρουσα εταιρεία, µε τις φορολογικές απαλλαγές και τους όρους που θα ίσχυαν για την εισφέρουσα εταιρεία, εάν η µεταβίβαση δεν είχε λάβει χώρα. Η λήπτρια εταιρεία αναλαµβάνει τα δικαιώµατα και τις υποχρεώσεις της εισφέρουσας εταιρείας ως προς τα εν λόγω αποθεµατικά και προβλέψεις.
11. Κατά την εφαρµογή του παρόντος άρθρου, η λήπτρια εταιρεία µπορεί να µεταφέρει τις ζηµίες της εισφέρουσας εταιρείας, υπό τους ίδιους όρους που θα ίσχυαν για την εισφέρουσα εταιρεία, εάν η συγχώνευση ή η διάσπαση δεν είχε λάβει χώρα.
12. Κατά την εφαρµογή του παρόντος άρθρου, αν η λήπτρια εταιρεία συµµετέχει στο κεφάλαιο της εισφέρουσας εταιρείας απαλλάσσεται από το φόρο για κάθε υπεραξία που προκύπτει λόγω της ακύρωσης αυτής της συµµετοχής.
13. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου µπορεί να εφαρµοστούν εφαρμόζονται για τη µεταβίβαση στοιχείων ενεργητικού και παθητικού:
α) στη µεταβίβαση κλάδου ή κλάδων δραστηριότητας που βρίσκονται στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος - µέλος της Ε.Ε., εφόσον η εισφέρουσα και η λήπτρια εταιρεία είναι και οι δύο φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδος,
β) εφόσον η εισφέρουσα εταιρεία είναι φορολογικός κάτοικος άλλου κράτους - µέλους της Ε.Ε., και η λήπτρια εταιρεία είναι κάτοικος Ελλάδος, στο βαθµό που µετά τη συγχώνευση ή τη διάσπαση τα στοιχεία του ενεργητικού, οι υποχρεώσεις, τα αποθεµατικά, οι προβλέψεις και οι ζηµίες που µεταβιβάζονται δεν συνδέονται µε εκτός Ελλάδος µόνιµη εγκατάσταση της λήπτριας εταιρείας,
γ) εφόσον η λήπτρια εταιρεία είναι φορολογικός κάτοικος άλλου κράτους - µέλους της Ε.Ε. και η εισφέρουσα εταιρεία είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδος ή άλλου κράτους - µέλους της Ε.Ε., στο βαθµό που µετά τη συγχώνευση ή τη διάσπαση τα στοιχεία του ενεργητικού, οι υποχρεώσεις, τα αποθεµατικά, οι προβλέψεις και οι ζηµίες που µεταβιβάζονται συνδέονται µε µόνιµη εγκατάσταση στην Ελλάδα της λήπτριας εταιρείας.
14. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου µπορεί να εφαρµοστούν εφαρμόζονται εφόσον η εισφέρουσα εταιρεία είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδος και η λήπτρια εταιρεία είναι κάτοικος άλλου κράτους - µέλους της Ε.Ε., στο βαθµό που η συγχώνευση ή η διάσπαση επιφέρει τη µεταβίβαση κλάδου δραστηριότητας που συνιστά µόνιµη εγκατάσταση σε άλλο κράτος - µέλος της Ε.Ε..
Σε αυτή την περίπτωση, δεν εφαρµόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 5, 6, 7 και 8, αλλά η εισφέρουσα εταιρεία δικαιούται πίστωσης έναντι του ποσού του φόρου που προκύπτει ως αποτέλεσµα της συγχώνευσης ή διάσπασης σε σχέση µε κάθε φόρο που θα επιβαλλόταν στο εν λόγω κράτος - µέλος της Ε.Ε. στο οποίο βρίσκεται η µόνιµη εγκατάσταση ως αποτέλεσµα της συγχώνευσης ή διάσπασης, εάν δεν ετύγχαναν εφαρµογής οι διατάξεις της Οδηγίας 2009/133/ΕΚ όπως ισχύει.
15. Κατά την εφαρµογή του παρόντος άρθρου, ο µέτοχος ή εταίρος της εισφέρουσας εταιρείας δεν υπόκειται σε φόρο για την υπεραξία που αποκτά λόγω της συγχώνευσης ή της διάσπασης, µε εξαίρεση το τµήµα που αντιστοιχεί, κατ’ αναλογία, σε τυχόν χρηµατική καταβολή.
16. Κατά την εφαρµογή του παρόντος άρθρου, ο µέτοχος ή εταίρος δεν αποδίδει στους τίτλους που λαµβάνει ως αντάλλαγµα, µεγαλύτερη φορολογητέα αξία από την αξία που είχαν οι ανταλλασσόμενοι τίτλοι αμέσως πριν τη συγχώνευση ή διάσπαση.
17. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου µπορεί να εφαρμόζονται σε μέτοχο ή εταίρο ο οποίος, σε περίπτωση συγχώνευσης ή διάσπασης, ανταλλάσσει τίτλους της εισφέρουσας εταιρείας µε τίτλους της λήπτριας εταιρείας, υπό την προϋπόθεση ότι:
α) ο μέτοχος ή εταίρος είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδος, ή
β) ο μέτοχος ή εταίρος, ο οποίος δεν είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδος, κατείχε του τίτλους της εισφέρουσας και κατέχει τους τίτλους της λήπτριας εταιρείας μέσω μόνιμης εγκατάστασης που διατηρεί στην Ελλάδα.
Σε περίπτωση διανομής ή κεφαλαιοποίησής τους, φορολογούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κώδικα κατά το χρόνο διανομής ή κεφαλαιοποίησής τους αντίστοιχα.
α) οι φορείς γενικής κυβέρνησης µε εξαίρεση το εισόδηµα που αποκτούν από κεφάλαιο και υπεραξία µεταβίβασης κεφαλαίου.
Για τους σκοπούς του προηγούμενου εδαφίου στους φορείς Γενικής Κυβέρνησης δεν περιλαμβάνονται οι κεφαλαιουχικές εταιρείες, εκτός από αυτές στις οποίες το κράτος ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου συμμετέχει με ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%).
α) οι φορείς γενικής κυβέρνησης µε εξαίρεση το εισόδηµα που αποκτούν από κεφάλαιο και υπεραξία µεταβίβασης κεφαλαίου.
Για τους σκοπούς του προηγούμενου εδαφίου στους φορείς Γενικής Κυβέρνησης δεν περιλαμβάνονται οι κεφαλαιουχικές εταιρείες, εκτός από αυτές στις οποίες το κράτος ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου συμμετέχει με ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%).
β) η Τράπεζα της Ελλάδος,
γ) οι εταιρείες επενδύσεων χαρτοφυλακίου και οι οργανισµοί συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ), που είναι εγκατεστημένοι στην ημεδαπή ή σε άλλο κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου.
δ) οι διεθνείς οργανισµοί, υπό τον όρο ότι η απαλλαγή από το φόρο προβλέπεται βάσει διεθνούς συµβάσεως που έχει κυρωθεί στην ηµεδαπή ή τελεί υπό τον όρο της αµοιβαιότητας,
ε) το Ταµείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δηµοσίου Α.Ε. σύµφωνα µε τη νοµοθεσία που το διέπει.
Η παρεχόμενη κατά τα ανωτέρω άδεια εγκατάστασης έχει πενταετή ισχύ και δεν δύναται να ανακληθεί πριν από την πάροδο του χρόνου αυτού, ο οποίος αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Κατά το χρονικό αυτό διάστημα δεν δύναται να μεταβληθούν οι όροι με τους οποίους χορηγήθηκε άδεια εγκαταστάσεως, χωρίς τη συναίνεση της επιχειρήσεως. Η άδεια εγκατάστασης ανανεώνεται μετά την λήξη της πενταετίας αυτοδίκαια για ίσο χρονικό διάστημα, χωρίς να απαιτείται έκδοση νέας υπουργικής απόφασης, εφόσον κατά το χρόνο λήξης της εξακολουθούν να ισχύουν οι γενικοί και ειδικοί όροι που ισχύουν κατά το χρόνο έκδοσης της αρχικής άδειας εγκατάστασης.
Σε περίπτωση παραβάσεως κάποιου όρου της άδειας εγκαταστάσεως, του α.ν. 378/1968 ή των διατάξεων του παρόντος άρθρου εκ μέρους της επιχειρήσεως στην οποία χορηγήθηκε η άδεια, δύναται αυτή να ανακαλείται με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου. Οι απαλλαγές που προβλέπονται στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 3 αίρονται από το χρόνο που έγινε η παράβαση.
Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Ναυτιλίας και Αιγαίου ρυθμίζονται ειδικότερα ζητήματα που αφορούν στα απαιτούμενα δικαιολογητικά και τη διαδικασία για την εγκατάσταση στην Ελλάδα γραφείων ή υποκαταστημάτων αλλοδαπών ναυτιλιακών επιχειρήσεων, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Τα παραπάνω γραφεία ή υποκαταστήματα απολαμβάνουν των αναφερομένων στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου διευκολύνσεων και απαλλαγών, εφόσον καλύπτουν με εισαγωγή συναλλάγματος ή ευρώ:
α. Τις ετήσιες δαπάνες λειτουργίας τους στην Ελλάδα με ισόποσο τουλάχιστον πενήντα χιλιάδων (50.000) δολλαρίων Η.Π.Α. και
β. Όλες γενικά τις πληρωμές στην Ελλάδα για λογαριασμό τους ή για λογαριασμό τρίτων
Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες της εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου αυτής.
2. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Ναυτιλίας και Αιγαίου δύναται να αυξάνεται το προβλεπόμενο στην προηγούμενη παράγραφο κατώτατο όριο εισαγωγής συναλλάγματος ή ευρώ για κάλυψη δαπανών λειτουργίας γραφείων ή υποκαταστημάτων, τα οποία εγκαθίστανται μετά την έναρξη της ισχύος της απόφασης αυτής.
Το ποσό της τραπεζικής εγγύησης προς το Δημόσιο για τη συμμόρφωση του γραφείου ή υποκαταστήματος προς τους όρους της απόφασης, καθώς και η προβλεπόμενη διαδικασία για την κατάπτωση ή την επιστροφή της, καθορίζονται με αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Ναυτιλίας και Αιγαίου. Η εγγύηση κατατίθεται στο Υπουργείο Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και η κατάπτωση ή η επιστροφή της πραγματοποιείται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, κατόπιν εισηγήσεως της αρμόδιας Διευθύνσεως του Υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Η εκδούσα την εγγύηση Τράπεζα υποχρεούται εντός δέκα (10) ημερών από της κοινοποιήσεως της σχετικής αποφάσεως καταπτώσεως του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, να καταθέσει το προϊόν της εγγύησης στη Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (ΔΟΥ) Εσόδων Αθηνών.
Το ποσό της εγγύησης δεν δύναται να είναι κατώτερο των πέντε χιλιάδων (5.000) δολαρίων ΗΠΑ.
Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Ναυτιλίας και Αιγαίου ρυθμίζονται ειδικότερα ζητήματα που αφορούν στα δικαιολογητικά υποβολής των ετησίων στοιχείων δραστηριότητας των ναυτιλιακών εταιριών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής.
3. Οι απαλλαγές και διευκολύνσεις που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου αυτού είναι :
α. Απαλλαγή από παντός φόρου, τέλους, εισφοράς ή κρατήσεως υπέρ του Δημοσίου ή οποιουδήποτε τρίτου για το εισόδημα αυτών, που αποκτάται από εργασίες ή παροχή υπηρεσιών περί ων η παράγραφος 1 του άρθρου αυτού. Επίσης, παρέχεται απαλλαγή από τον ειδικό φόρο τραπεζικών εργασιών Φ.Κ.Ε. και από κάθε τέλος χαρτοσήμου αντικειμενικώς ή οποιασδήποτε κράτησης ή τέλους υπέρ τρίτου, πλην των ανταποδοτικών, των συμβάσεων, των εισπράξεων και πληρωμών και γενικώς οποιωνδήποτε πράξεων που διενεργούνται υπό τα ως άνω γραφεία ή υποκαταστήματα ή για λογαριασμό των αντιπροσωπευόμενων από αυτά επιχειρήσεων για τις οποίες η παρ. 1 του άρθρου αυτού.
Για την καταβολή φόρου προστιθέμενης αξίας εφαρμογή έχουν οι διατάξεις του ν. 1642/86.
β. Χορηγείται στο πάσης φύσεως αλλοδαπό προσωπικό των επιχειρήσεων τούτων άδεια εργασίας στην Ελλάδα για χρονικό διάστημα μέχρι δύο (2) ετών.
Η άδεια αυτή δύναται να παρατείνεται ανά διετία απεριορίστως και εφόσον ισχύει η υπαγωγή των επιχειρήσεων τούτων στις διατάξεις του παρόντος άρθρου. Η αίτηση για την παροχή άδειας εργασίας και παραμονής ή παρατάσεως της ήδη χορηγηθείσης τοιαύτης αδείας, πρέπει να συνοδεύεται και από υπεύθυνη δήλωση του εκπροσώπου της επιχείρησης ότι ο αιτών αλλοδαπός ανήκει στο προσωπικό αυτής και εργάζεται αποκλειστικά δι' αυτήν.
γ. Επιτρέπεται η ταχυδρόμηση συστημένων επιστολών στο εξωτερικό, χωρίς να προσκομίζονται στο Ταχυδρομείο για έλεγχο, εφόσον στο φάκελο αναγράφεται η επωνυμία του αποστολέα, έχει τεθεί η σφραγίδα της επιχειρήσεων και η μονογραφή του εκπροσώπου του εγκατασταθέντος γραφείου ή υποκαταστήματος.
4. Κάθε διαφορά που ανακύπτει μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της αλλοδαπής επιχειρήσεως, αναγόμενη στην ερμηνεία ή σε κενά της αποφάσεως εγκαταστάσεως ή την ανάκληση της άδειας εγκαταστάσεως, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, λύεται αποκλειστικά με διαιτησία ενώπιον δύο διαιτητών, από τους οποίους ο ένας ορίζεται από το Ελληνικό Δημόσιο, ο δε άλλος από την αλλοδαπή επιχείρηση.
Σαν διαιτητής του Ελληνικού Δημοσίου ορίζεται από την Ολομέλεια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Σύμβουλος ή Πάρεδρος αυτού. Σε περίπτωση που ένα από τα δύο μέρη, αν και προσκλήθηκε από τον επισπεύδοντα τη διενέργεια της διαιτησίας, καθυστερήσει πέραν των τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία της κοινοποίησης της αιτήσεως περί διαιτησίας να προβεί στο διορισμό διαιτητού, αυτός, μετά από αίτηση του επισπεύδοντος, διορίζεται από το Ναυτικό Επιμελητήριο Ελλάδος. Η προς το Δημόσιο πρόσκληση για διαιτησία υποβάλλεται στο Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας και δεν απαιτείται κοινοποίηση σε άλλο υπουργείο.
Σε περίπτωση διαφωνίας των διαιτητών, ορίζεται από αυτούς επιδιαιτητής και σε περίπτωση διαφωνίας των διαιτητών για το πρόσωπο του επιδιαιτητή, αυτό ορίζεται μετά από αίτηση οποιουδήποτε από τα ενδιαφερόμενα μέρη, από τον Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, από τα μέλη του Δικαστηρίου αυτού. Η απόφαση της διαιτησίας είναι αμετάκλητη και εκτελεστή.
Εκτελείται δε χωρίς να είναι ανάγκη να περιαφθεί τον τύπο της εκτέλεσης. Καμιά αναστολή ή αναβολή εκτελέσεως της διαιτητικής αποφάσεως ή της λοιπής διαδικασίας επιτρέπεται.
Τα έξοδα της διαιτησίας προκαταβάλλονται από τον αιτούντα, βαρύνουν όμως τελικά το διάδικο που θα ηττηθεί.
5. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται ανάλογα με τις ίδιες προϋποθέσεις και στις ημεδαπές επιχειρήσεις που έχουν σαν αντικείμενο εργασιών αποκλειστικά τις αναφερόμενες στην παρ. 1 του παρόντος άρθρου εργασίες ή υπηρεσίες. Η διανομή κερδών στους εταίρους ημεδαπών εταιρειών περιορισμένης ευθύνης του ν. 3190/55, που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου, καθώς και όσες έχουν ήδη υπαχθεί στις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 27/75, απαλλάσσεται από παντός φόρου εισοδήματος.
6. Επιχειρήσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 5 του παρόντος άρθρου, οι οποίες διαχειρίζονται πλοία με ελληνική σημαία, δύνανται κατ’ εξαίρεση να συμμετέχουν σε διαγωνισμούς που διενεργούνται από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και να εισπράττουν το ναύλο σε ευρώ. Ο εισπραττόμενος για τις ανωτέρω μεταφορές ναύλος δύναται να χρησιμοποιηθεί για την κάλυψη λοιπών δαπανών εκτός των ετησίων δαπανών λειτουργίας του γραφείου στην Ελλάδα.
7. Οι διατάξεις του ν. 791/78 (ΦΕΚ-109 Α') έχουν εφαρμογή και επί των αλλοδαπών εταιρειών πλοιοκτητριών πλοίων με ξένη σημαία, εφόσον τα πλοία τους διαχειρίζονται ή διεχειρίζονταν γραφεία ή υποκαταστήματα εταιρειών του παρόντος άρθρου.
8. Η ισχύς των κοινών αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Εμπορικής Ναυτιλίας, με τις οποίες έχει χορηγηθεί άδεια εγκατάστασης γραφείου στην Ελλάδα αλλοδαπών ναυτιλιακών εταιρειών, σύμφωνα με τις διατάξεις των α.ν. 89/67, 378/68 και ν. 27/75, 814/78, παρατείνεται μετά τη λήξη της πενταετίας μέχρι τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως όμοιας κοινής υπουργικής απόφασης για χορήγηση νέας άδειας εγκατάστασης γραφείου στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 814/78 η του παρόντος νόμου, εφόσον οι εταιρείες που αναφέρονται σε αυτές έχουν υποβάλει ή θα υποβάλουν τη σχετική αίτησή τους στο Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας πριν τη λήξη της πενταετίας.
Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται ανάλογα και στις κοινές υπουργικές αποφάσεις που αφορούν την υπαγωγή ημεδαπών ναυτιλιακών στις διατάξεις των προαναφερθέντων νόμων
α) περιλαμβάνεται στους τύπους που απαριθμούνται στο Παράρτημα Ι Μέρος Α΄ της Οδηγίας 2011/96/ΕΕ όπως ισχύει και
β) είναι φορολογικός κάτοικος κράτους-μέλους της ΕΕ, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού και δεν θεωρείται κάτοικος τρίτου κράτους εκτός ΕΕ κατ’ εφαρμογή όρων σύμβασης αποφυγής διπλής φορολογίας που έχει συναφθεί με αυτό το τρίτο κράτος, και
γ) υπόκειται, χωρίς τη δυνατότητα επιλογής ή απαλλαγής, σε έναν από τους φόρους που αναφέρονται στοΠαράρτημα Ι Μέρος Β΄ της Οδηγίας 2011/96/ΕΕ ή σε οποιοδήποτε άλλον φόρο αντικαταστήσει έναν από τους φόρους αυτούς, και
δ) ο λήπτης φορολογούμενος κατέχει ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής τουλάχιστον δέκα τοις εκατό (10%) της αξίας ή του πλήθους του μετοχικού ή βασικού κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου του νομικού προσώπου που διανέμει, και
ε) το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής διακρατείται τουλάχιστον είκοσι τέσσερεις (24) μήνες.
2. Η προηγούμενη παράγραφος ισχύει επίσης για τα ενδοοµιλικά μερίσματα που εισπράττονται από μόνιμες εγκαταστάσεις εταιρειών άλλων κρατών-μελών που βρίσκονται στην Ελλάδα και προέρχονται από τις θυγατρικές τους σε ένα άλλο κράτος - μέλος.
3. Εάν διανέμονται κέρδη από νομικό πρόσωπο σε λήπτη φορολογούμενο που δεν έχει διακρατήσει το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής επί είκοσι τέσσερεις (24) μήνες, αλλά πληρούται η προϋπόθεση γ΄ της παραγράφου 1, ή αυτή της παραγράφου 2, ο λήπτης φορολογούμενος μπορεί προσωρινά να ζητήσει την απαλλαγή που προβλέπεται στις εν λόγω παραγράφους, εφόσον καταθέσει στη Φορολογική Διοίκηση εγγυητική επιστολή υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, ίση με το ποσό του φόρου που θα όφειλε να καταβάλει σε περίπτωση μη χορήγησης της απαλλαγής. Η απαλλαγή καθίσταται οριστική και η εγγύηση λήγει κατά την ημερομηνία που συμπληρώνονται είκοσι τέσσερεις (24) μήνες διακράτησης του ελάχιστου ποσοστού συμμετοχής. Εάν ο φορολογούμενος παύει να διακρατεί το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής πριν τη συμπλήρωση των είκοσι τεσσάρων (24) μηνών, η εγγύηση καταπίπτει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου κατά την ημερομηνία αυτή.
4. Εάν η διανοµή κερδών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και 2 προκύπτει από συµµετοχή σε άλλο νοµικό πρόσωπο, ο φορολογούµενος δεν µπορεί να εκπέσει τις επιχειρηµατικές δαπάνες που συνδέονται µε τη συµµετοχή αυτή.
5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών ορίζονται τα έντυπα εφαρµογής του άρθρου αυτού.
Στην έννοια του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο εμπίπτει και η κεφαλαιοποίηση ή διανομή κερδών για τα οποία δεν έχει καταβληθεί φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων
Για τους σκοπούς του προηγούμενου εδάφιου ως συμψηφισμός νοείται το αλγεβρικό άθροισμα και το οποίο αυξομειώνει το φορολογικό αποτέλεσμα (κέρδη ή ζημίες) της επιχείρησης.
Με την καταβολή του φόρου αυτού εξαντλείται κάθε φορολογική υποχρέωση του νοµικού προσώπου και των µετόχων ή εταίρων αυτού.
Η καταβολή του φόρου της παραγράφου αυτής γίνεται μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα από την απόφαση διανομής από τη γενική συνέλευση των μετόχων.
Στην έννοια του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο εμπίπτει και η κεφαλαιοποίηση ή διανομή κερδών για τα οποία δεν έχει καταβληθεί φόρος εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων
α) το 40% του ποσού που επένδυσε, εφόσον το φυσικό ή νομικό πρόσωπο δεν δραστηριοποιείται επαγγελματικά στον οπτικοακουστικό τομέα, δεν είναι μέτοχος ανώνυμης Α.Ε. ή Ε.Π.Ε. ή μέλος Ο.Ε., Ε.Ε. ή κοινοπραξίας που δραστηριοποιείται στον οπτικοακουστικό τομέα,
β) το 20% του ποσού που επένδυσε, εφόσον το φυσικό ή νομικό πρόσωπο δραστηριοποιείται επαγγελματικά στον οπτικοακουστικό τομέα, ή είναι μέτοχος ανώνυμης Α.Ε. ή Ε.Π.Ε., ή μέλος Ο.Ε., Ε.Ε. ή κοινοπραξίας που δραστηριοποιείται στον οπτικοακουστικό τομέα.
10. Σε κάθε περίπτωση το συνολικό ποσό της επένδυσης στην παραγωγή κινηματογραφικών έργων δεν μπορεί να υπερβαίνει το 20% του συνολικού φορολογητέου εισοδήματος.
11. Το ποσό της επένδυσης των προηγούμενων δύο παραγράφων πρέπει να χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την εξόφληση δαπανών που διενεργούνται στην Ελλάδα.
12. Για την εφαρμογή των παραγράφων 9, 10 και 11 του άρθρου αυτού το φυσικό ή νομικό πρόσωπο καταβάλλει το χρηματικό ποσό με το οποίο επιθυμεί να ενισχύσει την παραγωγή κινηματογραφικού έργου, στο Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου Α.Ε. (Ε.Κ.Κ.), σε ειδικό λογιστικό κωδικό επ’ ονόματι της ταινίας που επιθυμεί να ενισχύσει.
1. Στο φόρο υπόκεινται :
α. Οι ημεδαπές ανώνυμες εταιρίες.
β) Οι δημόσιες και δημοτικές επιχειρήσεις και εκμεταλλεύσεις κερδοσκοπικού χαρακτήρα.
γ. Οι συνεταιρισμοί που έχουν συσταθεί νόμιμα και οι ενώσεις τους.
δ. Οι αλλοδαπές επιχειρήσεις που λειτουργούν με οποιονδήποτε τύπο εταιρία, καθώς και οι κάθε είδους αλλοδαποί οργανισμοί που αποβλέπουν στην απόκτηση οικονομικών ωφελημάτων.
ε. Οι ημεδαπές εταιρίες περιορισμένης ευθύνης.
στ) Οι ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρίες
2. Επίσης, στο φόρο αυτόν υπόκεινται και τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ημεδαπά ή αλλοδαπά νομικά πρόσωπα δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου, στα οποία περιλαμβάνονται και τα κάθε είδους ιδρύματα.
2. Οι διατάξεις των άρθρων 22 και 23 ισχύουν για δαπάνες που αφορούν φορολογικές περιόδους που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου του 2014 και μετά
3. Οι διατάξεις των άρθρων 24, 25 ισχύουν για φορολογικές περιόδους που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2014 και εξής.
4. Οι διατάξεις του άρθρου 26 ισχύουν για προβλέψεις που σχηµατίζονται στα φορολογικά έτη που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2014 και µετά. Για τις προβλέψεις επισφαλών απαιτήσεων που έχουν σχηµατισθεί στα φορολογικά έτη 2010, 2011, 2012 και 2013 θα έχουν εφαρµογή οι διατάξεις της περίπτωσης θ΄ της παρ. 1 του άρθρου 31 του ν. 2238/1994 (Βλ. ΠΟΛ 1056/2015)
5. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 27 ισχύουν από την έναρξη ισχύος του ν. 4046/2012 (Α΄ 28).
6. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 11 του άρθρου 41 ισχύουν για υπεραξία από µεταβιβάσεις ακίνητης περιουσίας που θα πραγµατοποιηθούν από την 1η Ιανουαρίου 2014 και µετά.
7. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 5 του άρθρου 42 ισχύουν για υπεραξία από µεταβιβάσεις µετοχών, µεριδίων, οµολόγων, παραγώγων και ολόκληρης επιχείρησης που θα πραγµατοποιηθούν από την 1η Ιανουαρίου 2014 και µετά.
8. Οι διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 42 ισχύουν από την 29η Φεβρουαρίου 2012.
9. α. Η διάταξη του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 49 τίθεται σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2017. Κατά τη μεταβατική αυτή περίοδο οι δαπάνες τόκων δεν αναγνωρίζονται ως εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες στο βαθμό που οι πλεονάζουσες δαπάνες τόκων υπερβαίνουν τα ακόλουθα ποσοστά των φορολογητέων κερδών προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων (ΕBITDA):
- το εξήντα τοις εκατό (60%) από την 1η Ιανουαρίου 2014,
- το πενήντα τοις εκατό (50%) από την 1η Ιανουαρίου 2015,
- το σαράντα τοις εκατό (40%) από την 1η Ιανουαρίου 2016.
β. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 49 τίθενται σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2016. Κατά τη μεταβατική αυτή περίοδο οι δαπάνες τόκων αναγνωρίζονται πλήρως ως εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δα¬πάνες εφόσον το ποσό των εγγεγραμμένων στα βιβλία καθαρών δαπανών τόκων δεν υπερβαίνει το ποσό των πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) ευρώ το χρόνο.
γ. Οι διατάξεις του άρθρου 49 δεν εφαρμόζονται στις επιχειρήσεις ειδικού σκοπού, μόνο κατά το μέρος που αφορά στην εκτέλεση δημοσίου έργου ή την παροχή δημόσιας υπηρεσίας μέσω σύμβασης παραχώρησης, κατά την έννοια των προεδρικών διαταγμάτων 59/2007 και 60/2007, η οποία έχει κυρωθεί με νόμο, ή μέσω σύμβασης Σύμπραξης Δημοσίου Ιδιωτικού Τομέα (Σ.Δ.Ι.Τ.) κατά τις διατάξεις του ν. 3389/2005, οι οποίες συνάπτονται μέχρι και τις 31.12.2014.
Για καλύτερη κατανόηση της παραγράφου βλ. ΠΟΛ 1037/2-2-2015 «Οδηγίες για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 49 και της παρ. 9 του άρθρου 72 του ν.4172/2013, αναφορικά με την υποκεφαλαιοδότηση»
10. Οι διατάξεις των άρθρων 52 έως και 56 ισχύουν για µετασχηµατισµούς που πραγµατοποιούνται από την 1η Ιανουαρίου 2014 και µετά.
11. Οι διατάξεις των άρθρων 61 έως και 64 ισχύουν για πληρωµές των οποίων η διαδικασία αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου 2014 και µετά.
12. Τα µη διανεµηθέντα ή κεφαλαιοποιηθέντα αποθεµατικά των νοµικών προσώπων του άρθρου 45 του Κ.Φ.Ε, όπως αυτά σχηματίστηκαν μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2013, και τα οποία προέρχονται από κέρδη που δεν φορολογήθηκαν κατά το χρόνο που προέκυψαν λόγω απαλλαγής αυτών κατ’ εφαρµογή διατάξεων του ν. 2238/1994, όπως ισχύει µετά τη δηµοσίευση του Κ.Φ.Ε. ή εγκυκλίων ή αποφάσεων που έχουν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση αυτού, σε περίπτωση διανοµής ή κεφαλαιοποίησής τους - µέχρι την 31η Δεκεµβρίου 2013, φορολογούνται αυτοτελώς µε συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%). Με την καταβολή του φόρου αυτού εξαντλείται κάθε φορολογική υποχρέωση του νοµικού προσώπου και των µετόχων ή εταίρων αυτού. Από την 1η Ιανουαρίου 2014 και εξής, τα µη διανεµηθέντα ή κεφαλαιοποιηθέντα αποθεµατικά του πρώτου εδαφίου συµψηφίζονται υποχρεωτικά στο τέλος κάθε φορολογικού έτους µε δηλωθείσες φορολογικές ζημίες της επιχείρησης από οποιαδήποτε αιτία που προέκυψαν κατά τα τελευταία πέντε (5) έτη µέχρι εξαντλήσεώς τους, εκτός αν διανεµηθούν ή κεφαλαιοποιηθούν οπότε υπόκεινται σε αυτοτελή φορολόγηση µε συντελεστή δεκαεννέα τοις εκατό (19%).
Για τους σκοπούς του προηγούμενου εδάφιου ως συμψηφισμός νοείται το αλγεβρικό άθροισμα και το οποίο αυξομειώνει το φορολογικό αποτέλεσμα (κέρδη ή ζημίες) της επιχείρησης.
Με την καταβολή του φόρου αυτού εξαντλείται κάθε φορολογική υποχρέωση του νοµικού προσώπου και των µετόχων ή εταίρων αυτού.
Η καταβολή του φόρου της παραγράφου αυτής γίνεται μέχρι το τέλος του δεύτερου μήνα από την απόφαση διανομής από τη γενική συνέλευση των μετόχων.
13. Για ισολογισμούς που κλείνουν με ημερομηνία 31.12.2014 και μετά δεν επιτρέπεται η τήρηση λογαριασμών αφορολόγητου αποθεματικού, πλην των επενδυτικών ή αναπτυξιακών νόμων, καθώς και ειδικών διατάξεων νόμων, του αφορολόγητου αποθεματικού της περίπτωσης ζ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 28 του ν. 2238/1994 , όπως ισχύει μετά τη δημοσίευση του Κ.Φ.Ε. καθώς και ειδικών διατάξεων νόμων.
14. Οι διατάξεις που διέπουν τη φορολογία των ναυτιλιακών επιχειρήσεων και των συνδεοµένων φυσικών προσώπων µόνο σε σχέση µε το εισόδηµα που απορρέει από τις επιχειρήσεις αυτές δεν θίγονται από τις διατάξεις του παρόντος Κώδικα.
15. Οι διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 4 του παρόντος Κώδικα δεν εφαρµόζονται για τις εταιρείες που έχουν συσταθεί σύµφωνα µε το ν. 27/1975 και το ν.δ. 2687/1953.
16. Συσσωρευθέντα κεφάλαια που αντιστοιχούν σε καταβαλλόµενα έως 31.12.2013 ασφάλιστρα του εργαζοµένου εξαιρούνται από την οριζόµενη στην παράγραφο 4 του άρθρου 15 φορολόγηση.
17. Οι διατάξεις του ν. 2778/1999 (Α΄295) που διέπουν τη φορολογία των εταιρειών επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία και των θυγατρικών τους δεν θίγονται από τις διατάξεις του παρόντος Κώδικα.
18. Οι διατάξεις του νόμου 2367/95 και του ν. 2992/2002 (Α΄54), που διέπουν τη φορολογία των Εταιρειών Κεφαλαίου Επιχειρηµατικών Συµµετοχών (ΕΚΕΣ) και των Αµοιβαίων Κεφαλαίων Επιχειρηµατικών Συµµετοχών (ΑΚΕΣ) αντίστοιχα, δεν θίγονται από τις διατάξεις του παρόντος Κώδικα.
18.Για τις συμβάσεις που έχουν συναφθεί πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος Κώδικα η παράγραφος 2 του άρθρου 24 τίθεται σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2019
19. Από την έναρξη ισχύος του ν. 4172/2013 καταργείται η παρ. 3 του άρθρου 6 του ν.1905/1990 (Α΄ 147).
20. Από την έναρξη ισχύος του ν. 4172/2013 παύουν να ισχύουν η παρ. 1 του άρθρου 31 του ν. 2682/1999 (Α΄16) και η παρ. 8 του άρθρου 26 του ν. 2789/2000 (Α΄ 21).
21. Για τις παροχές σε είδος, όπως ορίζονται στο άρθρο 13 του Κώδικα , η παράγραφος 1 του άρθρου 60 τίθεται σε ισχύ από την 1.1.2015.
22. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 67 τίθεται σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2015. Ειδικά για το φορολογικό έτος 2014 η δήλωση υποβάλλεται κατά το χρονικό διάστημα από την 1η Φεβρουαρίου μέχρι και την 30ή Ιουνίου.
23. Οι διατάξεις του Κώδικα για τον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα των οικοδομικών επιχειρήσεων εφαρμόζονται για ακίνητα για τα οποία η άδεια κατασκευής έχει εκδοθεί από την 1.1.2006 και μετά.
24. Κατά τον υπολογισμό του φόρου σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 15 και προκειμένου να διατηρηθεί ακέραιο το ποσό της μείωσης του φόρου, σύμφωνα με το άρθρο 16, ο φορολογούμενος απαιτείται να προσκομίσει αποδείξεις σε ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) του φορολογητέου εισοδήματός του.
Το ποσό των αποδείξεων που προσκομίζονται δεν απαιτείται να υπερβαίνει το ποσό των δέκα χιλιάδων πεντακοσίων (10.500) ευρώ. Σε περίπτωση που δεν προσκομίζεται το απαιτούμενο ποσό αποδείξεων, ο φόρος προσαυξάνεται κατά τη θετική διαφορά μεταξύ του απαιτούμενου ποσού αποδείξεων, με ανώτατο όριο τις δέκα χιλιάδες πεντακόσια (10.500) ευρώ και του προσκομισθέντος ποσού αποδείξεων, η οποία πολλαπλασιάζεται με συντελεστή 22%. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι δαπάνες για τις οποίες απαιτείται η προσκόμιση αποδείξεων, ο τρόπος επιμερισμού των δαπανών μεταξύ των συζύγων, οι κατηγορίες των φορολογουμένων που εξαιρούνται από την υποχρέωση αυτή, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται αποκλειστικά για το φορολογικό έτος 2014.
25. Από την έναρξη ισχύος του ν. 4172/2013 παύουν να ισχύουν οι διατάξεις του νόμου 2238/1994 (Α΄ 151), συμπεριλαμβανομένων και όλων των κανονιστικών πράξεων και εγκυκλίων που έχουν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση αυτού του νόμου.
26. Σε περίπτωση κατά την οποία η μεταβίβαση του άρθρου 41 Κ.Φ.Ε. αφορά δικαίωμα το οποίο αποκτήθηκε μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 1994, η υπεραξία θεωρείται μηδενική.
Ειδικά στην περίπτωση της χρησικτησίας, εφόσον ο σχετικός χρόνος συμπληρώθηκε πριν από την 31η Δεκεμβρίου 1994, ως χρόνος κτήσης θεωρείται η 1η Ιανουαρίου 1995.
27. Στην περίπτωση ακινήτου που εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 41 και έχει αποκτηθεί, σύμφωνα με τα οριζόμενα σε αυτό, από 1ης Ιανουαρίου 1995 έως και την 31η Δεκεμβρίου 2002, ο συντελεστής απομείωσης της παραγράφου 5 πολλαπλασιάζεται με το συντελεστή 0,8.
28. Για την περίοδο μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2015 η υπεραξία που αποκτά ένα νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα από πώληση και επαναμίσθωση (lease back) ακινήτου αναγνωρίζεται ως έσοδο σύμφωνα με τα οριζόμενα στο Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο 17, όπως αυτό υιοθετείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
29. Ειδικά ο χρόνος υποβολής της δήλωσης και απόδοσης του παρακρατούμενου φόρου που καταβάλλεται τον Ιανουάριο του 2014, παρατείνεται μέχρι τις 30 Απριλίου 2014.
30. Οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 15, της παραγράφου 5 του άρθρου 29 και της παραγράφου 4 του άρθρου 58 του Κώδικα εφαρμόζονται και για το νησί της Κεφαλονιάς για εισοδήματα που αποκτώνται ή κέρδη που προκύπτουν από την 1η Ιανουαρίου 2014 μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2015.
31. Ειδικά, για τα εισοδήματα που αποκτήθηκαν από 1.1.2013 έως 31.12.2013 εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 4 του νόμου 2238/1994 και οι εκδοθείσες κατ΄ εξουσιοδότηση αυτού υπουργικές αποφάσεις.
32. Ειδικά οι επιχειρήσεις που τηρούν απλογραφικά βιβλία και οι οποίες για τον προσδιορισμό των αποτελεσμάτων τους του οικονομικού έτους 2014 (χρήση 2013) εφάρμοσαν τις διατάξεις του δευτέρου εδαφίου της περίπτωσης γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 31 του ν. 2238/1994 (Α΄ 151), δύνανται, αποκλειστικά για τον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος του φορολογικού έτους 2014, ως απογραφή έναρξης να λάβουν ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) των αγορών της διαχειριστικής χρήσης του 2013 και ως απογραφή λήξης το δέκα τοις εκατό (10%) των αγορών του φορολογικού έτους 2014, ανεξαρτήτως υποχρέωσης σύνταξης απογραφής εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται αναλόγως για τους αγρότες που πριν την 1.1.2014 τηρούσαν βιβλία και εξέδιδαν στοιχεία του Κ.Φ.Α.Σ.
Οι αγρότες και λοιποί επιτηδευματίες που δεν έχουν υποχρέωση τήρησης βιβλίων, δύνανται να εξάγουν το λογιστικό αποτέλεσμα του φορολογικού έτους 2014, είτε χωρίς απογραφές έναρξης και λήξης είτε να προβούν σε αποτίμηση των εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων τους της 1.1.2014 με οποιονδήποτε αξιόπιστο τρόπο και σε σύνταξη απογραφής λήξης της 31.12.2014 με τον ίδιο τρόπο, όπως και της απογραφής έναρξης σε καταστάσεις τις οποίες διαφυλάσσουν έως το χρόνο παραγραφής.
33. α. Η ισχύς του άρθρου 41 του παρόντος Κώδικα αναστέλλεται μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2016.
β. Η διάταξη της παρούσας παραγράφου τίθεται σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2015
α. Οι ημεδαπές ανώνυμες εταιρίες.
β) Οι δημόσιες και δημοτικές επιχειρήσεις και εκμεταλλεύσεις κερδοσκοπικού χαρακτήρα.
γ. Οι συνεταιρισμοί που έχουν συσταθεί νόμιμα και οι ενώσεις τους.
δ. Οι αλλοδαπές επιχειρήσεις που λειτουργούν με οποιονδήποτε τύπο εταιρία, καθώς και οι κάθε είδους αλλοδαποί οργανισμοί που αποβλέπουν στην απόκτηση οικονομικών ωφελημάτων.
ε. Οι ημεδαπές εταιρίες περιορισμένης ευθύνης.
στ) Οι ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρίες
Αν όμως η αξία που προκύπτει από άλλα επίσημα ή ανεπίσημα στοιχεία είναι μεγαλύτερη από την αξία που αναφέρεται παραπάνω, ως ακαθάριστο έσοδο λαμβάνεται η μεγαλύτερη αυτή αξία.
Χρόνος απόκτησης του ακαθάριστου εσόδου, ο οποίος λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό του ύψους αυτού, θεωρείται η ημέρα σύνταξης του οριστικού συμβολαίου. Στην περίπτωση όμως που έχει συνταχθεί συμβολαιογραφικό προσύμφωνο και το οριστικό συμβόλαιο δεν έχει συνταχθεί μέσα σε διάστημα δύο (2) ετών από την ημέρα σύνταξης του συμβολαιογραφικού προσυμφώνου, ως χρόνος απόκτησης του ακαθάριστου εσόδου θεωρείται η ημέρα κατά την οποία συμπληρώνονται δύο (2) έτη από την ημέρα σύνταξης του συμβολαιογραφικού προσυμφώνου. Ειδικά, όταν το προσύμφωνο υπογράφεται με τον όρο της αυτοσύμβασης, που προβλέπεται από το άρθρο 235 του Αστικού Κώδικα και εφόσον καταβάλλεται ολόκληρο το τίμημα και παραδίδεται η νομή του ακινήτου, χρόνος απόκτησης του ακαθάριστου εσόδου θεωρείται η ημέρα υπογραφής του προσύμφωνου αυτού.
Ως πωλήσεις θεωρούνται και αυτές που έγιναν απευθείας από τον οικοπεδούχο για λογαριασμό του εργολήπτη.
Η αντικειμενική ή η πραγματική αξία, κατά περίπτωση, των αυτοτελών οικοδομών, διαμερισμάτων, καταστημάτων, γραφείων, αποθηκών και λοιπών χώρων που περιέρχονται κατά το χρόνο της διάλυσης στα μέλη των υπόχρεων, που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 2, θεωρείται ως ακαθάριστο έσοδο των υπόχρεων αυτών κατά το χρόνο της διάλυσής τους. Το καθαρό κέρδος που προκύπτει με βάση τα έσοδα αυτά φορολογείται στο όνομα των υπόχρεων, που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 2, με το συντελεστή που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 10 κατά το έτος που διαλύεται η εταιρία, κοινωνία ή κοινοπραξία.
2. Τα καθαρά κέρδη των επιχειρήσεων που ασχολούνται με την πώληση ανεγειρόμενων οικοδομών εξευρίσκονται με τη χρήση συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%) στα ακαθάριστα έσοδά τους
Όταν δεν επιδεικνύονται στον έλεγχο ή δεν τηρούνται βιβλία και στοιχεία ή τηρούνται βιβλία κατώτερης κατηγορίας του Κ.Β.Σ. ή τηρούνται ανεπαρκή ή της παραγράφου 2 του άρθρου 30 και ο συντελεστής καθαρού κέρδους του πρώτου εδαφίου διπλασιάζεται. Επίσης, σε περίπτωση εξωλογιστικού προσδιορισμού των καθαρών κερδών, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των τριών τελευταίων εδαφίων της παραγράφου 2 του άρθρου 32.
Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζονται στις επιχειρήσεις που ασχολούνται με την ανέγερση κτιριακών εγκαταστάσεων με λυόμενα ή προκατασκευασμένα στοιχεία.
3. Προκειμένου για τον προσδιορισμό των φορολογητέων καθαρών κερδών ατομικών επιχειρήσεων και προσώπων της παραγράφου 4 του άρθρου 2 στα οποία δεν συμμετέχει νομικό πρόσωπο της παραγράφου 1 του άρθρου 101 και τηρούν βιβλία Γ΄ κατηγορίας του Κ.Β.Σ., όταν τα καθαρά κέρδη τα οποία προκύπτουν από την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 31 είναι μεγαλύτερα των τεκμαρτών, που προκύπτουν σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2, ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%) της διαφοράς προστίθεται στα τεκμαρτά καθαρά κέρδη και το απομένον υπόλοιπο αυτής μεταφέρεται και εμφανίζεται στο λογαριασμό «Αφορολόγητα κέρδη οικοδομικών επιχειρήσεων». Κατά τη διανομή ή κεφαλαιοποίηση του αποθεματικού αυτού εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 106. Ειδικά, για ατομική επιχείρηση, το αφορολόγητο αποθεματικό που αναλαμβάνεται ή κεφαλαιοποιείται προστίθεται στα λοιπά εισοδήματα του φυσικού προσώπου του οικείου οικονομικού έτους και φορολογείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9. Τυχόν επιπλέον κέρδη που προσδιορίζονται από το φορολογικό έλεγχο προστίθενται στα δηλωθέντα κέρδη και φορολογούνται στο σύνολό τους με τους ισχύοντες συντελεστές φορολογίας φυσικών ή νομικών προσώπων.
Όταν κατά τις διαχειριστικές περιόδους μέσα στις οποίες κτώνται έσοδα από την πώληση ανεγειρόμενων οικοδομών, δεν έχει ολοκληρωθεί η ανέγερση της οικοδομής, ο προσδιορισμός των φορολογητέων καθαρών κερδών των χρήσεων αυτών ενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 και στη συνέχεια, για τον προσδιορισμό των φορολογητέων καθαρών κερδών της χρήσης εντός της οποίας ολοκληρώνεται η ανέγερση της οικοδομής, εφαρμόζονται οι διατάξεις των τριών πρώτων εδαφίων της παραγράφου αυτής. Από τον αναλογούντα φόρο εισοδήματος της τελευταίας δήλωσης, εκπίπτει ο φόρος που έχει καταβληθεί με βάση τις προηγούμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και ο οποίος προκύπτει από την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 2.
4. Τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, των εργολάβων και υπεργολάβων που ασχολούνται με την εργοληπτική κατασκευή δημόσιων ή ιδιωτικών τεχνικών έργων, γενικώς, καθώς και των επιχειρήσεων που ασχολούνται με την εκτέλεση μηχανολογικών και ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων, εξευρίσκονται ως εξής:
α) Για τις επιχειρήσεις που ασχολούνται με την εργολαβική κατασκευή τεχνικών έργων ή την εκτέλεση μηχανολογικών και ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων του Δημοσίου, δήμων και κοινοτήτων, δημόσιων επιχειρήσεων ή εκμεταλλεύσεων, οργανισμών ή επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας, καθώς και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, γενικώς, ως ακαθάριστα έσοδα λαμβάνονται τα εργολαβικά ανταλλάγματα που πιστοποιούνται με τους οικείους λογαριασμούς κατά τη διάρκεια της χρήσης, τα οποία μειώνονται με τα ποσά των εγγυήσεων καλής εκτέλεσης που αντιστοιχούν σε αυτά και τα οποία θεωρούνται έσοδα της χρήσης μέσα στην οποία αποδίδονται.
β) Για επιχειρήσεις που ασχολούνται με την εργολαβική κατασκευή ιδιωτικών τεχνικών έργων ή οικοδομών ή την εκτέλεση μηχανολογικών και ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων σε ιδιώτες, ως ακαθάριστο έσοδο λαμβάνεται η αξία του έργου που εκτελέστηκε κατά τη διάρκεια της χρήσης.
γ) Για την εκτέλεση έργου χωρίς τη χρησιμοποίηση ίδιων υλικών, ως ακαθάριστο έσοδο λαμβάνεται η αξία του έργου που έχει εκτελεστεί κατά τη διάρκεια της χρήσης χωρίς να υπολογιστεί η αξία των υλικών.
5. Τα καθαρά κέρδη των επιχειρήσεων, που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, προσδιορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 31, εφόσον τηρούνται επαρκή και ακριβή βιβλία και στοιχεία δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ.. Σε περίπτωση εξωλογιστικού προσδιορισμού των καθαρών κερδών ισχύουν οι πιο κάτω συντελεστές καθαρού κέρδους, οι οποίοι εφαρμόζονται στα αντίστοιχα, κατά περίπτωση, ακαθάριστα έσοδα:
α) Για τα δημόσια τεχνικά έργα των περιπτώσεων α΄ και γ΄ της προηγούμενης παραγράφου, δέκα τοις εκατό (10%) στα ακαθάριστα έσοδα που ορίζονται στην παράγραφο αυτή.
β) Για τα ιδιωτικά τεχνικά έργα της περίπτωσης β΄ της προηγούμενης παραγράφου, δώδεκα τοις εκατό (12%) στα ακαθάριστα έσοδα που προσδιορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 30.
γ) Για τα ιδιωτικά έργα της περίπτωσης γ΄ της προηγούμενης παραγράφου, είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) στα ακαθάριστα έσοδα που προσδιορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 30.
Σε περίπτωση μη επίδειξης στον έλεγχο ή μη τήρησης βιβλίων και στοιχείων ή τήρησης βιβλίων κατώτερης κατηγορίας του Κ.Β.Σ. ή ανακρίβειας των τηρούμενων βιβλίων, οι πιο πάνω συντελεστές καθαρού κέρδους διπλασιάζονται, ενώ σε περίπτωση ανεπάρκειας των βιβλίων προσαυξάνονται κατά ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%).
Επίσης, όταν τα βιβλία κρίνονται ανεπαρκή ή ανακριβή, εφαρμόζονται οι διατάξεις των τριών τελευταίων εδαφίων της παραγράφου 2 του άρθρου 32
Αν όμως η αξία που προκύπτει από άλλα επίσημα ή ανεπίσημα στοιχεία είναι μεγαλύτερη από την αξία που αναφέρεται παραπάνω, ως ακαθάριστο έσοδο λαμβάνεται η μεγαλύτερη αυτή αξία.
Χρόνος απόκτησης του ακαθάριστου εσόδου, ο οποίος λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό του ύψους αυτού, θεωρείται η ημέρα σύνταξης του οριστικού συμβολαίου. Στην περίπτωση όμως που έχει συνταχθεί συμβολαιογραφικό προσύμφωνο και το οριστικό συμβόλαιο δεν έχει συνταχθεί μέσα σε διάστημα δύο (2) ετών από την ημέρα σύνταξης του συμβολαιογραφικού προσυμφώνου, ως χρόνος απόκτησης του ακαθάριστου εσόδου θεωρείται η ημέρα κατά την οποία συμπληρώνονται δύο (2) έτη από την ημέρα σύνταξης του συμβολαιογραφικού προσυμφώνου. Ειδικά, όταν το προσύμφωνο υπογράφεται με τον όρο της αυτοσύμβασης, που προβλέπεται από το άρθρο 235 του Αστικού Κώδικα και εφόσον καταβάλλεται ολόκληρο το τίμημα και παραδίδεται η νομή του ακινήτου, χρόνος απόκτησης του ακαθάριστου εσόδου θεωρείται η ημέρα υπογραφής του προσύμφωνου αυτού.
Ως πωλήσεις θεωρούνται και αυτές που έγιναν απευθείας από τον οικοπεδούχο για λογαριασμό του εργολήπτη.
Η αντικειμενική ή η πραγματική αξία, κατά περίπτωση, των αυτοτελών οικοδομών, διαμερισμάτων, καταστημάτων, γραφείων, αποθηκών και λοιπών χώρων που περιέρχονται κατά το χρόνο της διάλυσης στα μέλη των υπόχρεων, που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 2, θεωρείται ως ακαθάριστο έσοδο των υπόχρεων αυτών κατά το χρόνο της διάλυσής τους. Το καθαρό κέρδος που προκύπτει με βάση τα έσοδα αυτά φορολογείται στο όνομα των υπόχρεων, που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 2, με το συντελεστή που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 10 κατά το έτος που διαλύεται η εταιρία, κοινωνία ή κοινοπραξία.
2. Τα καθαρά κέρδη των επιχειρήσεων που ασχολούνται με την πώληση ανεγειρόμενων οικοδομών εξευρίσκονται με τη χρήση συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%) στα ακαθάριστα έσοδά τους
Όταν δεν επιδεικνύονται στον έλεγχο ή δεν τηρούνται βιβλία και στοιχεία ή τηρούνται βιβλία κατώτερης κατηγορίας του Κ.Β.Σ. ή τηρούνται ανεπαρκή ή της παραγράφου 2 του άρθρου 30 και ο συντελεστής καθαρού κέρδους του πρώτου εδαφίου διπλασιάζεται. Επίσης, σε περίπτωση εξωλογιστικού προσδιορισμού των καθαρών κερδών, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των τριών τελευταίων εδαφίων της παραγράφου 2 του άρθρου 32.
Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζονται στις επιχειρήσεις που ασχολούνται με την ανέγερση κτιριακών εγκαταστάσεων με λυόμενα ή προκατασκευασμένα στοιχεία.
3. Προκειμένου για τον προσδιορισμό των φορολογητέων καθαρών κερδών ατομικών επιχειρήσεων και προσώπων της παραγράφου 4 του άρθρου 2 στα οποία δεν συμμετέχει νομικό πρόσωπο της παραγράφου 1 του άρθρου 101 και τηρούν βιβλία Γ΄ κατηγορίας του Κ.Β.Σ., όταν τα καθαρά κέρδη τα οποία προκύπτουν από την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 31 είναι μεγαλύτερα των τεκμαρτών, που προκύπτουν σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2, ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%) της διαφοράς προστίθεται στα τεκμαρτά καθαρά κέρδη και το απομένον υπόλοιπο αυτής μεταφέρεται και εμφανίζεται στο λογαριασμό «Αφορολόγητα κέρδη οικοδομικών επιχειρήσεων». Κατά τη διανομή ή κεφαλαιοποίηση του αποθεματικού αυτού εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 106. Ειδικά, για ατομική επιχείρηση, το αφορολόγητο αποθεματικό που αναλαμβάνεται ή κεφαλαιοποιείται προστίθεται στα λοιπά εισοδήματα του φυσικού προσώπου του οικείου οικονομικού έτους και φορολογείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9. Τυχόν επιπλέον κέρδη που προσδιορίζονται από το φορολογικό έλεγχο προστίθενται στα δηλωθέντα κέρδη και φορολογούνται στο σύνολό τους με τους ισχύοντες συντελεστές φορολογίας φυσικών ή νομικών προσώπων.
Όταν κατά τις διαχειριστικές περιόδους μέσα στις οποίες κτώνται έσοδα από την πώληση ανεγειρόμενων οικοδομών, δεν έχει ολοκληρωθεί η ανέγερση της οικοδομής, ο προσδιορισμός των φορολογητέων καθαρών κερδών των χρήσεων αυτών ενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 και στη συνέχεια, για τον προσδιορισμό των φορολογητέων καθαρών κερδών της χρήσης εντός της οποίας ολοκληρώνεται η ανέγερση της οικοδομής, εφαρμόζονται οι διατάξεις των τριών πρώτων εδαφίων της παραγράφου αυτής. Από τον αναλογούντα φόρο εισοδήματος της τελευταίας δήλωσης, εκπίπτει ο φόρος που έχει καταβληθεί με βάση τις προηγούμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και ο οποίος προκύπτει από την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 2.
4. Τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, των εργολάβων και υπεργολάβων που ασχολούνται με την εργοληπτική κατασκευή δημόσιων ή ιδιωτικών τεχνικών έργων, γενικώς, καθώς και των επιχειρήσεων που ασχολούνται με την εκτέλεση μηχανολογικών και ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων, εξευρίσκονται ως εξής:
α) Για τις επιχειρήσεις που ασχολούνται με την εργολαβική κατασκευή τεχνικών έργων ή την εκτέλεση μηχανολογικών και ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων του Δημοσίου, δήμων και κοινοτήτων, δημόσιων επιχειρήσεων ή εκμεταλλεύσεων, οργανισμών ή επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας, καθώς και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, γενικώς, ως ακαθάριστα έσοδα λαμβάνονται τα εργολαβικά ανταλλάγματα που πιστοποιούνται με τους οικείους λογαριασμούς κατά τη διάρκεια της χρήσης, τα οποία μειώνονται με τα ποσά των εγγυήσεων καλής εκτέλεσης που αντιστοιχούν σε αυτά και τα οποία θεωρούνται έσοδα της χρήσης μέσα στην οποία αποδίδονται.
β) Για επιχειρήσεις που ασχολούνται με την εργολαβική κατασκευή ιδιωτικών τεχνικών έργων ή οικοδομών ή την εκτέλεση μηχανολογικών και ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων σε ιδιώτες, ως ακαθάριστο έσοδο λαμβάνεται η αξία του έργου που εκτελέστηκε κατά τη διάρκεια της χρήσης.
γ) Για την εκτέλεση έργου χωρίς τη χρησιμοποίηση ίδιων υλικών, ως ακαθάριστο έσοδο λαμβάνεται η αξία του έργου που έχει εκτελεστεί κατά τη διάρκεια της χρήσης χωρίς να υπολογιστεί η αξία των υλικών.
5. Τα καθαρά κέρδη των επιχειρήσεων, που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, προσδιορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 31, εφόσον τηρούνται επαρκή και ακριβή βιβλία και στοιχεία δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ.. Σε περίπτωση εξωλογιστικού προσδιορισμού των καθαρών κερδών ισχύουν οι πιο κάτω συντελεστές καθαρού κέρδους, οι οποίοι εφαρμόζονται στα αντίστοιχα, κατά περίπτωση, ακαθάριστα έσοδα:
α) Για τα δημόσια τεχνικά έργα των περιπτώσεων α΄ και γ΄ της προηγούμενης παραγράφου, δέκα τοις εκατό (10%) στα ακαθάριστα έσοδα που ορίζονται στην παράγραφο αυτή.
β) Για τα ιδιωτικά τεχνικά έργα της περίπτωσης β΄ της προηγούμενης παραγράφου, δώδεκα τοις εκατό (12%) στα ακαθάριστα έσοδα που προσδιορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 30.
γ) Για τα ιδιωτικά έργα της περίπτωσης γ΄ της προηγούμενης παραγράφου, είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) στα ακαθάριστα έσοδα που προσδιορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 30.
Σε περίπτωση μη επίδειξης στον έλεγχο ή μη τήρησης βιβλίων και στοιχείων ή τήρησης βιβλίων κατώτερης κατηγορίας του Κ.Β.Σ. ή ανακρίβειας των τηρούμενων βιβλίων, οι πιο πάνω συντελεστές καθαρού κέρδους διπλασιάζονται, ενώ σε περίπτωση ανεπάρκειας των βιβλίων προσαυξάνονται κατά ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%).
Επίσης, όταν τα βιβλία κρίνονται ανεπαρκή ή ανακριβή, εφαρμόζονται οι διατάξεις των τριών τελευταίων εδαφίων της παραγράφου 2 του άρθρου 32
Αν όμως η αξία που προκύπτει από άλλα επίσημα ή ανεπίσημα στοιχεία είναι μεγαλύτερη από την αξία που αναφέρεται παραπάνω, ως ακαθάριστο έσοδο λαμβάνεται η μεγαλύτερη αυτή αξία.
Χρόνος απόκτησης του ακαθάριστου εσόδου, ο οποίος λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό του ύψους αυτού, θεωρείται η ημέρα σύνταξης του οριστικού συμβολαίου. Στην περίπτωση όμως που έχει συνταχθεί συμβολαιογραφικό προσύμφωνο και το οριστικό συμβόλαιο δεν έχει συνταχθεί μέσα σε διάστημα δύο (2) ετών από την ημέρα σύνταξης του συμβολαιογραφικού προσυμφώνου, ως χρόνος απόκτησης του ακαθάριστου εσόδου θεωρείται η ημέρα κατά την οποία συμπληρώνονται δύο (2) έτη από την ημέρα σύνταξης του συμβολαιογραφικού προσυμφώνου. Ειδικά, όταν το προσύμφωνο υπογράφεται με τον όρο της αυτοσύμβασης, που προβλέπεται από το άρθρο 235 του Αστικού Κώδικα και εφόσον καταβάλλεται ολόκληρο το τίμημα και παραδίδεται η νομή του ακινήτου, χρόνος απόκτησης του ακαθάριστου εσόδου θεωρείται η ημέρα υπογραφής του προσύμφωνου αυτού.
Ως πωλήσεις θεωρούνται και αυτές που έγιναν απευθείας από τον οικοπεδούχο για λογαριασμό του εργολήπτη.
Η αντικειμενική ή η πραγματική αξία, κατά περίπτωση, των αυτοτελών οικοδομών, διαμερισμάτων, καταστημάτων, γραφείων, αποθηκών και λοιπών χώρων που περιέρχονται κατά το χρόνο της διάλυσης στα μέλη των υπόχρεων, που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 2, θεωρείται ως ακαθάριστο έσοδο των υπόχρεων αυτών κατά το χρόνο της διάλυσής τους. Το καθαρό κέρδος που προκύπτει με βάση τα έσοδα αυτά φορολογείται στο όνομα των υπόχρεων, που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 2, με το συντελεστή που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 10 κατά το έτος που διαλύεται η εταιρία, κοινωνία ή κοινοπραξία.
2. Τα καθαρά κέρδη των επιχειρήσεων που ασχολούνται με την πώληση ανεγειρόμενων οικοδομών εξευρίσκονται με τη χρήση συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%) στα ακαθάριστα έσοδά τους
Όταν δεν επιδεικνύονται στον έλεγχο ή δεν τηρούνται βιβλία και στοιχεία ή τηρούνται βιβλία κατώτερης κατηγορίας του Κ.Β.Σ. ή τηρούνται ανεπαρκή ή της παραγράφου 2 του άρθρου 30 και ο συντελεστής καθαρού κέρδους του πρώτου εδαφίου διπλασιάζεται. Επίσης, σε περίπτωση εξωλογιστικού προσδιορισμού των καθαρών κερδών, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των τριών τελευταίων εδαφίων της παραγράφου 2 του άρθρου 32.
Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζονται στις επιχειρήσεις που ασχολούνται με την ανέγερση κτιριακών εγκαταστάσεων με λυόμενα ή προκατασκευασμένα στοιχεία.
3. Προκειμένου για τον προσδιορισμό των φορολογητέων καθαρών κερδών ατομικών επιχειρήσεων και προσώπων της παραγράφου 4 του άρθρου 2 στα οποία δεν συμμετέχει νομικό πρόσωπο της παραγράφου 1 του άρθρου 101 και τηρούν βιβλία Γ΄ κατηγορίας του Κ.Β.Σ., όταν τα καθαρά κέρδη τα οποία προκύπτουν από την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 31 είναι μεγαλύτερα των τεκμαρτών, που προκύπτουν σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2, ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%) της διαφοράς προστίθεται στα τεκμαρτά καθαρά κέρδη και το απομένον υπόλοιπο αυτής μεταφέρεται και εμφανίζεται στο λογαριασμό «Αφορολόγητα κέρδη οικοδομικών επιχειρήσεων». Κατά τη διανομή ή κεφαλαιοποίηση του αποθεματικού αυτού εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 106. Ειδικά, για ατομική επιχείρηση, το αφορολόγητο αποθεματικό που αναλαμβάνεται ή κεφαλαιοποιείται προστίθεται στα λοιπά εισοδήματα του φυσικού προσώπου του οικείου οικονομικού έτους και φορολογείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9. Τυχόν επιπλέον κέρδη που προσδιορίζονται από το φορολογικό έλεγχο προστίθενται στα δηλωθέντα κέρδη και φορολογούνται στο σύνολό τους με τους ισχύοντες συντελεστές φορολογίας φυσικών ή νομικών προσώπων.
Όταν κατά τις διαχειριστικές περιόδους μέσα στις οποίες κτώνται έσοδα από την πώληση ανεγειρόμενων οικοδομών, δεν έχει ολοκληρωθεί η ανέγερση της οικοδομής, ο προσδιορισμός των φορολογητέων καθαρών κερδών των χρήσεων αυτών ενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 και στη συνέχεια, για τον προσδιορισμό των φορολογητέων καθαρών κερδών της χρήσης εντός της οποίας ολοκληρώνεται η ανέγερση της οικοδομής, εφαρμόζονται οι διατάξεις των τριών πρώτων εδαφίων της παραγράφου αυτής. Από τον αναλογούντα φόρο εισοδήματος της τελευταίας δήλωσης, εκπίπτει ο φόρος που έχει καταβληθεί με βάση τις προηγούμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και ο οποίος προκύπτει από την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 2.
4. Τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, των εργολάβων και υπεργολάβων που ασχολούνται με την εργοληπτική κατασκευή δημόσιων ή ιδιωτικών τεχνικών έργων, γενικώς, καθώς και των επιχειρήσεων που ασχολούνται με την εκτέλεση μηχανολογικών και ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων, εξευρίσκονται ως εξής:
α) Για τις επιχειρήσεις που ασχολούνται με την εργολαβική κατασκευή τεχνικών έργων ή την εκτέλεση μηχανολογικών και ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων του Δημοσίου, δήμων και κοινοτήτων, δημόσιων επιχειρήσεων ή εκμεταλλεύσεων, οργανισμών ή επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας, καθώς και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, γενικώς, ως ακαθάριστα έσοδα λαμβάνονται τα εργολαβικά ανταλλάγματα που πιστοποιούνται με τους οικείους λογαριασμούς κατά τη διάρκεια της χρήσης, τα οποία μειώνονται με τα ποσά των εγγυήσεων καλής εκτέλεσης που αντιστοιχούν σε αυτά και τα οποία θεωρούνται έσοδα της χρήσης μέσα στην οποία αποδίδονται.
β) Για επιχειρήσεις που ασχολούνται με την εργολαβική κατασκευή ιδιωτικών τεχνικών έργων ή οικοδομών ή την εκτέλεση μηχανολογικών και ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων σε ιδιώτες, ως ακαθάριστο έσοδο λαμβάνεται η αξία του έργου που εκτελέστηκε κατά τη διάρκεια της χρήσης.
γ) Για την εκτέλεση έργου χωρίς τη χρησιμοποίηση ίδιων υλικών, ως ακαθάριστο έσοδο λαμβάνεται η αξία του έργου που έχει εκτελεστεί κατά τη διάρκεια της χρήσης χωρίς να υπολογιστεί η αξία των υλικών.
5. Τα καθαρά κέρδη των επιχειρήσεων, που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, προσδιορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 31, εφόσον τηρούνται επαρκή και ακριβή βιβλία και στοιχεία δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ.. Σε περίπτωση εξωλογιστικού προσδιορισμού των καθαρών κερδών ισχύουν οι πιο κάτω συντελεστές καθαρού κέρδους, οι οποίοι εφαρμόζονται στα αντίστοιχα, κατά περίπτωση, ακαθάριστα έσοδα:
α) Για τα δημόσια τεχνικά έργα των περιπτώσεων α΄ και γ΄ της προηγούμενης παραγράφου, δέκα τοις εκατό (10%) στα ακαθάριστα έσοδα που ορίζονται στην παράγραφο αυτή.
β) Για τα ιδιωτικά τεχνικά έργα της περίπτωσης β΄ της προηγούμενης παραγράφου, δώδεκα τοις εκατό (12%) στα ακαθάριστα έσοδα που προσδιορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 30.
γ) Για τα ιδιωτικά έργα της περίπτωσης γ΄ της προηγούμενης παραγράφου, είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) στα ακαθάριστα έσοδα που προσδιορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 30.
Σε περίπτωση μη επίδειξης στον έλεγχο ή μη τήρησης βιβλίων και στοιχείων ή τήρησης βιβλίων κατώτερης κατηγορίας του Κ.Β.Σ. ή ανακρίβειας των τηρούμενων βιβλίων, οι πιο πάνω συντελεστές καθαρού κέρδους διπλασιάζονται, ενώ σε περίπτωση ανεπάρκειας των βιβλίων προσαυξάνονται κατά ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%).
Επίσης, όταν τα βιβλία κρίνονται ανεπαρκή ή ανακριβή, εφαρμόζονται οι διατάξεις των τριών τελευταίων εδαφίων της παραγράφου 2 του άρθρου 32
(...) β) οι προσωπικές εταιρείες που συστήθηκαν στην ηµεδαπή ή την αλλοδαπή (...),
(...),γ) τα µη κερδοσκοπικού χαρακτήρα νοµικά πρόσωπα δηµοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που συστήθηκαν στην ηµεδαπή ή την αλλοδαπή και στα οποία περιλαµβάνονται και τα κάθε είδους σωµατεία και ιδρύµατα, µε εξαίρεση µόνο τα κάθε είδους έσοδα που πραγµατοποιούνται κατά την επιδίωξη της εκπλήρωσης του σκοπού τους, τα οποία δεν αποτελούν αντικείµενο φόρου,
1. Από το φόρο εισοδήματος φυσικών ή νομικών προσώπων που είναι κύριοι ή συγκύριοι ακινήτων στην περιοχή «Γεράνι», η οποία ορίζεται από τις οδούς Πειραιώς, Επικούρου, Ευρυπίδου, Αθηνάς του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας εκπίπτει κατά περίπτωση:
α) Ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού ακινήτου με χρήση κατοικίας και κόστους έργων ύψους έως 600 ευρώ/τ.μ.. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και κατ’ ανώτατο όριο για χρονικό διάστημα δέκα ετών.
β) Ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού ακινήτου με χρήση γραφείου σε όροφο κτιρίου εκτός του ισογείου και κόστους έργων ύψους μέχρι 500 ευρώ/τ.μ.. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και για χρονικό διάστημα δέκα ετών. Η μείωση αυτή διενεργείται με την προϋπόθεση ότι δεν εφαρμόζονται συγχρόνως οι μειώσεις της παραγράφου Β1.
γ) Ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού του ισογείου ακινήτου με χρήση του τριτογενούς τομέα (σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο Δ) και κόστους έργων έως 300 ευρώ/τ.μ.. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και για χρονικό διάστημα δέκα ετών.
δ) Ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης των όψεων και των κοινόχρηστων χώρων οικοδομής στην οποία συστάθηκε οριζόντια ιδιοκτησία και κόστους έργων ύψους έως 100 ευρώ/τ.μ. το οποίο επιμερίζεται ανάλογα με τα ποσοστά συνιδιοκτησίας της κάθε οριζόντιας ιδιοκτησίας. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και για χρονικό διάστημα δέκα ετών.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή των πιο πάνω μειώσεων είναι η αποκατάσταση και ο εκσυγχρονισμός του ακινήτου να υλοποιηθεί μέχρι 31.12.2015.
2. Από το φόρο εισοδήματος φυσικών ή νομικών προσώπων που είναι ιδιοκτήτες διατηρητέων ακινήτων σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του ν. 1577/1985 και της παρ. 1 του ν. 3028/2002 στην περιοχή του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας ανεξαρτήτως της χρήσεώς τους, εκπίπτει ποσό ίσο με τη δαπάνη αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού αυτού και κόστους έργων ύψους μέχρι 2.000 ευρώ/τ.μ.. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και για χρονικό διάστημα δέκα ετών. Σε περίπτωση συνιδιοκτησίας το ποσό της μείωσης αυτής επιμερίζεται ανάλογα με τα ποσοστά συνιδιοκτησίας. Επίσης, δικαιούχος της μείωσης αυτής εκτός από τον ιδιοκτήτη του ακινήτου, με τις πιο πάνω προϋποθέσεις, μπορεί να είναι ο μισθωτής, ο οποίος, με σύμφωνη γνώμη του ιδιοκτήτη, προβαίνει στη δαπάνη των έργων αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού, καθώς και στις τεχνικές, αρχιτεκτονικές και λειτουργικές διαμορφώσεις του κτιρίου. Το δικαίωμα έκπτωσης του μισθωτή διατηρείται ακόμη και μετά την πιθανή εγκατάλειψη του ακινήτου από αυτόν.
Οι διατάξεις του παρόντος ισχύουν στις περιπτώσεις για κτίρια στα οποία έχουν κηρυχθεί διατηρητέα οι όψεις τους ή τα κελύφη τους μέχρι προσαύξησης 15% επί του αρχικού όγκου τους. H όποια νόμιμη υπέρβαση δεν εμπίπτει στη διάταξη.
Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση που έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου Α1 και των παραγράφων Β1 και Β2.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή των πιο πάνω μειώσεων είναι:
α) για την αποκατάσταση των έργων να τηρούνται όλες οι διατάξεις και διαδικασίες των διατηρητέων κτιρίων,
β) οι αιτήσεις για την έκδοση της άδειας αποκατάστασης να έχουν κατατεθεί στις αρμόδιες υπηρεσίες από τη δημοσίευση του παρόντος μέχρι 31.12.2014 και η αποκατάσταση του ακινήτου να υλοποιηθεί μέσα σε τρία έτη από την έκδοση των σχετικών αδειών.
Τα πρόσωπα της παραγράφου αυτής μπορούν να επιλέξουν την εφαρμογή των πιο πάνω κινήτρων ή των κινήτρων της παραγράφου 1 του άρθρου 23 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994, Α΄ 151).
3. Αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται τα οριζόμενα κίνητρα για το αντίστοιχο έτος.
4. Αν μεταβιβαστεί η κυριότητα του ακινήτου δικαιούχος των εκπτώσεων και μειώσεων της παραγράφου Α΄ καθίσταται ο νέος κύριος.
Β. Μισθωτές Ακινήτων
1. Από το φόρο εισοδήματος φυσικών ή νομικών προσώπων που μισθώνουν ακίνητα για χρήση κατοικιών και γραφείων σε όροφο οικοδομής στην περιοχή της παραγράφου Α1 του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας εκπίπτει ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού αυτού και κόστους έργων ύψους έως 500 ευρώ/τ.μ. για δέκα έτη, εφόσον η δαπάνη αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού υλοποιηθεί μέχρι 31.12.2014. Η παρούσα διάταξη δεν εφαρμόζεται συγχρόνως με τις διατάξεις των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου Α1.
Για τους μισθωτές ακινήτων ισχύουν ως έχουν τα οριζόμενα στην παράγραφο Α2.
2. Για μία πενταετία από το φόρο εισοδήματος των επιχειρήσεων τριτογενούς τομέα (σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο Δ΄ που εγκαθίστανται σε κτίρια στην περιοχή της παραγράφου Α1 του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας εκπίπτει ετησίως ποσό ίσο με το διπλάσιο του μισθώματος που καταβάλλεται για τη χρήση του ακινήτου.
Γ. Επιπλέον κίνητρα
1. Σε συμβάσεις αγοράς ακινήτων ή εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων που βρίσκονται στην περιοχή της παραγράφου Α1, επιβάλλεται φόρος μεταβίβασης ακινήτων με συντελεστή 3% επί της αντικειμενικής τους αξίας ή επί του τυχόν δηλωθέντος τιμήματος, αν αυτό είναι μεγαλύτερο της αντικειμενικής αξίας, για χρονικό διάστημα δύο ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
2. Για την περιοχή «Γεράνι» που ορίζεται στο άρθρο αυτό, με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών οι τιμές ζώνης που καθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 41 και 41Α του ν. 1249/1982 (Α΄ 43), μπορούν να ορίζονται μειώσεις για το χρονικό διάστημα μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2014.
Δ. Τα ανωτέρω φορολογικά κίνητρα αφορούν σε κτίρια και χώρους νομίμως υφιστάμενους, στους οποίους επιτρέπεται από τις ισχύουσες διατάξεις η εγκατάσταση χρήσεων που προβλέπονται στο π.δ. της 2/13.7.1994 (Δ΄ 704), με την εξαίρεση των χρήσεων εστιατορίων, αναψυκτηρίων, κέντρων διασκεδάσεων, αναψυχής, χώρων συναθροίσεων κοινού και καταστημάτων παροχής προσωπικών υπηρεσιών.
Σε περίπτωση αλλαγής χρήσης και εφόσον η νέα χρήση δεν περιλαμβάνεται στις επιδοτούμενες, παύει η απόδοση του κινήτρου προς τον δικαιούχο.
Ε. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής καθορίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες, οι διαδικασίες, τα δικαιολογητικά και ο χρόνος υλοποίησης που απαιτούνται, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος.
1. Από το φόρο εισοδήματος φυσικών ή νομικών προσώπων που είναι κύριοι ή συγκύριοι ακινήτων σε τμήμα της περιοχής «Μεταξουργείο» το οποίο ορίζεται από τους οδικούς άξονες Κωνσταντινουπόλεως, Αχιλλέως, Αγίου Κωνσταντίνου, Πειραιώς, Ιερά Οδός εκπίπτει κατά περίπτωση:
α) Ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού ακινήτου με χρήση κατοικίας και κόστους έργων ύψους έως 300 ευρώ/τ.μ.. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και κατ’ ανώτατο όριο για χρονικό διάστημα δέκα ετών.
β) Ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού ακινήτου με χρήση γραφείου σε όροφο κτιρίου εκτός του ισογείου και κόστους έργων ύψους μέχρι 300 ευρώ/τ.μ.. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και για χρονικό διάστημα δέκα ετών. Η μείωση αυτή διενεργείται με την προϋπόθεση ότι δεν εφαρμόζεται συγχρόνως η μείωση της παραγράφου Β1.
γ) Ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού του ισογείου ακινήτου με χρήση του τριτογενούς τομέα (σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο Δ΄ και κόστους έργων έως 300 ευρώ/τ.μ.. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και για χρονικό διάστημα δέκα ετών.
δ) Ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης των όψεων και των κοινοχρήστων χώρων οικοδομής, στην οποία συστάθηκε οριζόντια ιδιοκτησία και
κόστους έργων ύψους έως 100 ευρώ/τ.μ. το οποίο επιμερίζεται ανάλογα με τα ποσοστά συνιδιοκτησίας κάθε οριζόντιας ιδιοκτησίας. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και για χρονικό διάστημα δέκα ετών.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή των πιο πάνω μειώσεων είναι η αποκατάσταση και ο εκσυγχρονισμός του ακινήτου να υλοποιηθεί μέχρι 31.12.2015.
2. Από το φόρο εισοδήματος φυσικών ή νομικών προσώπων που είναι ιδιοκτήτες διατηρητέων ακινήτων σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του ν. 1577/1985 και του ν. 3028/2002 στην περιοχή της παραγράφου Α1 του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας ανεξαρτήτως της χρήσεώς τους, εκπίπτει ποσό ίσο με τη δαπάνη αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού αυτού και κόστους έργων ύψους μέχρι 2.000 ευρώ/τ.μ.. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και για χρονικό διάστημα δέκα ετών. Σε περίπτωση συνιδιοκτησίας το ποσό της μείωσης αυτής επιμερίζεται ανάλογα με τα ποσοστά συνιδιοκτησίας. Επίσης, δικαιούχος της μείωσης αυτής εκτός από τον ιδιοκτήτη του ακινήτου, με τις πιο πάνω προϋποθέσεις, μπορεί να είναι ο μισθωτής, ο οποίος, με σύμφωνη γνώμη του ιδιοκτήτη, προβαίνει στη δαπάνη των έργων αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού, καθώς και στις τεχνικές, αρχιτεκτονικές και λειτουργικές διαμορφώσεις του κτιρίου. Το δικαίωμα έκπτωσης του μισθωτή διατηρείται ακόμη και μετά την πιθανή εγκατάλειψη του ακινήτου από αυτόν.
Οι διατάξεις του παρόντος ισχύουν στις περιπτώσεις για κτίρια στα οποία έχουν κηρυχθεί διατηρητέα οι όψεις τους ή τα κελύφη τους μέχρι προσαύξησης 15% επί του αρχικού όγκου τους. Η όποια νόμιμη υπέρβαση δεν εμπίπτει στη διάταξη.
Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση που έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των παραγράφων Α1 και Β1.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή των πιο πάνω μειώσεων είναι:
α) για την αποκατάσταση των έργων να τηρούνται όλες οι διατάξεις και διαδικασίες των διατηρητέων κτιρίων,
β) οι αιτήσεις για την έκδοση της άδειας αποκατάστασης να έχουν κατατεθεί στις αρμόδιες υπηρεσίες από τη δημοσίευση του παρόντος μέχρι 31.12.2014 και η αποκατάσταση του ακινήτου να υλοποιηθεί μέσα σε τρία έτη από την έκδοση των σχετικών αδειών.
Τα πρόσωπα της παραγράφου αυτής μπορούν να επιλέξουν την εφαρμογή των πιο πάνω κινήτρων ή των κινήτρων της παραγράφου 1 του άρθρου 23 του Κ.Φ.Ε..
3. Αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται τα οριζόμενα κίνητρα για το αντίστοιχο έτος.
4. Αν μεταβιβαστεί η κυριότητα του ακινήτου δικαιούχος των εκπτώσεων και μειώσεων της παραγράφου Α΄ καθίσταται ο νέος κύριος.
Β. Μισθωτές Ακινήτων
1. Από το φόρο εισοδήματος φυσικών ή νομικών προσώπων που μισθώνουν ακίνητα για χρήση κατοικιών και γραφείων σε όροφο οικοδομής στην περιοχή της παραγράφου Α1 του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας εκπίπτει ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού αυτού και κόστους έργων ύψους έως 300 ευρώ/τ.μ. για δέκα έτη, εφόσον η δαπάνη αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού υλοποιηθεί μέχρι 31.12.2014. Η παρούσα διάταξη δεν εφαρμόζεται συγχρόνως με τη μείωση των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου Α1.
2. Για μία πενταετία από το φόρο εισοδήματος των επιχειρήσεων τριτογενούς τομέα (σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο Δ΄) που εγκαθίστανται σε κτίρια εντός της περιοχής της παραγράφου Α1 του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας εκπίπτει ετησίως ποσό ίσο με το διπλάσιο του μισθώματος που καταβάλλεται για τη χρήση του ακινήτου.
3. Για τους μισθωτές ακινήτων ισχύουν ως έχουν τα οριζόμενα στην ως άνω παράγραφο Α2.
Γ. Επιπλέον κίνητρα
Σε συμβάσεις αγοράς ακινήτων ή εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων που βρίσκονται στην περιοχή της παραγράφου Α1 του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας, επιβάλλεται φόρος μεταβίβασης ακινήτων με συντελεστή 3% επί της αντικειμενικής τους αξίας ή επί του τυχόν δηλωθέντος τιμήματος, αν αυτό είναι μεγαλύτερο της αντικειμενικής αξίας, για χρονικό διάστημα δύο ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
Δ. Τα ανωτέρω φορολογικά κίνητρα αφορούν σε κτίρια και χώρους νομίμως υφιστάμενους, στους οποίους επιτρέπεται από τις ισχύουσες διατάξεις η εγκατάσταση χρήσεων που προβλέπονται στο π.δ. της 13.7/19.8.1998 (Δ΄ 616), με την εξαίρεση των χρήσεων εστιατορίων, αναψυκτηρίων, κέντρων διασκεδάσεων αναψυχής, χώρων συναθροίσεων κοινού και καταστημάτων παροχής προσωπικών υπηρεσιών.
Σε περίπτωση αλλαγής χρήσης και εφόσον η νέα χρήση δεν περιλαμβάνεται στις επιδοτούμενες, παύει η απόδοση του κινήτρου προς τον δικαιούχο.
Ε. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής καθορίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες, οι διαδικασίες, τα δικαιολογητικά και ο χρόνος υλοποίησης που απαιτούνται, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος.
1. Τα ενδοοµιλικά µερίσµατα που εισπράττει ένα νοµικό πρόσωπο ή που είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας απαλλάσσονται από το φόρο, εφόσον εάν το νομικό πρόσωπο που προβαίνει στη διανομή :
α) περιλαμβάνεται στους τύπους που απαριθμούνται στο Παράρτημα Ι Μέρος Α΄ της Οδηγίας 2011/96/ΕΕ όπως ισχύει και
β) είναι φορολογικός κάτοικος κράτους-μέλους της ΕΕ, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού και δεν θεωρείται κάτοικος τρίτου κράτους εκτός ΕΕ κατ’ εφαρμογή όρων σύμβασης αποφυγής διπλής φορολογίας που έχει συναφθεί με αυτό το τρίτο κράτος, και
γ) υπόκειται, χωρίς τη δυνατότητα επιλογής ή απαλλαγής, σε έναν από τους φόρους που αναφέρονται στοΠαράρτημα Ι Μέρος Β΄ της Οδηγίας 2011/96/ΕΕ ή σε οποιοδήποτε άλλον φόρο αντικαταστήσει έναν από τους φόρους αυτούς, και
δ) ο λήπτης φορολογούμενος κατέχει ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής τουλάχιστον δέκα τοις εκατό (10%) της αξίας ή του πλήθους του μετοχικού ή βασικού κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου του νομικού προσώπου που διανέμει, και
ε) το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής διακρατείται τουλάχιστον είκοσι τέσσερεις (24) μήνες.
2. Η προηγούμενη παράγραφος ισχύει επίσης για τα ενδοοµιλικά μερίσματα που εισπράττονται από μόνιμες εγκαταστάσεις εταιρειών άλλων κρατών-μελών που βρίσκονται στην Ελλάδα και προέρχονται από τις θυγατρικές τους σε ένα άλλο κράτος - μέλος.
3. Εάν διανέμονται κέρδη από νομικό πρόσωπο σε λήπτη φορολογούμενο που δεν έχει διακρατήσει το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής επί είκοσι τέσσερεις (24) μήνες, αλλά πληρούται η προϋπόθεση γ΄ της παραγράφου 1, ή αυτή της παραγράφου 2, ο λήπτης φορολογούμενος μπορεί προσωρινά να ζητήσει την απαλλαγή που προβλέπεται στις εν λόγω παραγράφους, εφόσον καταθέσει στη Φορολογική Διοίκηση εγγυητική επιστολή υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, ίση με το ποσό του φόρου που θα όφειλε να καταβάλει σε περίπτωση μη χορήγησης της απαλλαγής. Η απαλλαγή καθίσταται οριστική και η εγγύηση λήγει κατά την ημερομηνία που συμπληρώνονται είκοσι τέσσερεις (24) μήνες διακράτησης του ελάχιστου ποσοστού συμμετοχής. Εάν ο φορολογούμενος παύει να διακρατεί το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής πριν τη συμπλήρωση των είκοσι τεσσάρων (24) μηνών, η εγγύηση καταπίπτει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου κατά την ημερομηνία αυτή.
4. Εάν η διανοµή κερδών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και 2 προκύπτει από συµµετοχή σε άλλο νοµικό πρόσωπο, ο φορολογούµενος δεν µπορεί να εκπέσει τις επιχειρηµατικές δαπάνες που συνδέονται µε τη συµµετοχή αυτή.
5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών ορίζονται τα έντυπα εφαρµογής του άρθρου αυτού.