.

ΠΟΛ.1178/9.9.2015
ΦΕΚ B'1940/9.9.2015
Τροποποίηση και συμπλήρωση της ΠΟΛ 1006/31−12−2013 (ΦΕΚ 19 Β΄/2014), απόφασης Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων «Διαδικασία και δικαιολογητικά Απόδοσης Αριθμού Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.)/ Μεταβολής Στοιχείων και Έναρξης/Μεταβολής και Διακοπής Επιχειρηματικής Δραστηριότητας».

Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις των άρθρων ,  και  του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας Ν. 4174/2013 (Α΄170), όπως ισχύει.

2. Τις διατάξεις της υποπαραγράφου Ε.2 της παρ. Ε΄ του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012 (ΦΕΚ Α΄ 222) «Έγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013−2016 − Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής του Ν. 4046/2012 και του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013−2016», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.

3. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα, ο οποίος κυρώθηκε με το «άρθρο πρώτο» του Π.δ. 63/2005 (Α΄98) «Κωδικοποίηση της Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα».

4. Τις διατάξεις του Π.δ. 111/2014 (Α΄178) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών» όπως τροποποιήθηκε και ισχύει.

5. Τις διατάξεις της αριθ. Δ6Α 1058824 ΕΞ 8.4.2014 (Β΄865) απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων «Ανακαθορισμός της εσωτερικής διάρθρωσης και των αρμοδιοτήτων οργανικών μονάδων της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών και μετονομασία ορισμένων από αυτές», όπως ισχύει.

6. Τις διατάξεις του Π.δ. 185/2009 (Α΄ 213) «Ανασύσταση του Υπουργείου Οικονομικών, συγχώνευση του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών με τα Υπουργεία Ανάπτυξης και Εμπορικής Ναυτιλίας, Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής και μετονομασία του σε «Υπουργείο Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας...» και του Π.δ. 189/2009 (Α΄ 221) «Καθορισμός και ανακατανομή αρμοδιοτήτων των Υπουργείων».

7. Την υπ’ αριθμ. 20/25.6.2014 Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου (360 ΥΟΔΔ) «Επιλογή και διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών».

8. Τις διατάξεις της απόφασης του Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων ΠΟΛ.1006/31.12.2013 (ΦΕΚ Β΄19/2014) «Διαδικασία και δικαιολογητικά Απόδοσης Αριθμού Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) / Μεταβολής Στοιχείων και Έναρξης/Μεταβολής και Διακοπής Επιχειρηματικής Δραστηριότητας».

9. Τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος Ν. 4172/2013 (ΦΕΚ Α΄167), όπως ισχύει.

10. Τις διατάξεις της παρ. 5 του αρθρ. 3 του Ν. 2676/1999 (ΦΕΚ Α΄1) «Οργανωτική και λειτουργική αναδιάρθρωση των φορέων κοινωνικής ασφάλισης και άλλες διατάξεις» και τις διατάξεις της παρ. 3 του αρθρ. 8 του Π.δ. 258/2005 (Α΄316) «Καταστατικό του Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών (O.A.Ε.Ε.)».

11. Τις διατάξεις του Ν. 4251/2014 (ΦΕΚ 80 Α΄) «Κώδικας Μεταναστευτικής και Κοινωνικής Ένταξης».

12. Τις διατάξεις της αριθ. Δ6Α 1036682 ΕΞ 25.2.2014 (Β΄ 478/201 και Β΄ 558/2014) απόφασης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων και εξουσιοδότησης υπογραφής «Με εντολή Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων» σε όργανα της Φορολογικής Διοίκησης», όπως ισχύει.

13. Τις διατάξεις του Ν. 2690/1999 (ΦΕΚ Α΄45) «Κύρωση του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις», όπως ισχύει.

14. Τις διατάξεις του Ν. 1497/1984 (Α΄108) «Κύρωση Σύμβασης που καταργεί την υποχρέωση επικύρωσης των αλλοδαπών δημοσίων εγγράφων», όπως ισχύει.

15. Την ανάγκη τροποποίησης ορισμένων διατάξεων της ΠΟΛ.1006/31.12.2013 (ΦΕΚ Β΄19/2014) απόφασης του Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων.

16. Το γεγονός ότι με την παρούσα απόφαση δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού Προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:

Ι. Τροποποιούμε και συμπληρώνουμε την ΠΟΛ.1006/ 31.12.2013 (ΦΕΚ Β΄19/2014) απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων «Διαδικασία και δικαιολογητικά Απόδοσης Αριθμού Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.)/ Μεταβολής Στοιχείων και Έναρξης/Μεταβολής και Διακοπής Επιχειρηματικής Δραστηριότητας» ως ακολούθως:

α) Η παράγραφος 1 του άρθρου 1 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Σε κάθε πρόσωπο, φυσικό ή νομικό ή νομική οντότητα όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 3 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Κ.Φ.Δ.) Ν. 4174/2013 (Α΄170) ημεδαπό ή αλλοδαπό, που πρόκειται να ασκήσει δραστηριότητες επιχειρηματικού περιεχομένου ή να καταστεί υπόχρεο σε καταβολή ή παρακράτηση φόρου σύμφωνα με τη φορολογική διαδικασία ή σε υποβολή οποιασδήποτε δήλωσης που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα αυτού, αποδίδεται από τη φορολογική διοίκηση ενιαίος και μοναδικός Αριθμός Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) ανεξάρτητα του αριθμού των εγκαταστάσεων (υποκαταστημάτων, γραφείων, αποθηκών) που διαθέτει εντός και εκτός της Ελληνικής Επικράτειας, προκειμένου να εγγραφεί στο Φορολογικό Μητρώο».

β) Στην παρ. 2 του άρθρου 3 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
Ειδικά σε περίπτωση θανάτου, φυσικού προσώπου μη επιτηδευματία, η δήλωση αυτή υποβάλλεται από οποιοδήποτε πρόσωπο (συγγενή ή μη) με την προσκόμιση μόνο της ληξιαρχικής πράξης θανάτου, το αργότερο μέχρι τη λήξη προθεσμίας υποβολής της δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος.

γ) Η παράγραφος 4 του άρθρου 3 διαγράφεται.

δ) Η παράγραφος 5 του άρθρου 3 αναδιατυπώνεται ως εξής: Στις περιπτώσεις που το έντυπο Μ1 υποβάλλεται από εξουσιοδοτημένο άτομο, κατατίθεται και ευκρινές φωτοαντίγραφο του στοιχείου ταυτότητας του υπόχρεου.

ε) Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής:
Υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του Ν. 1599/1986 (ΦΕΚ Α΄75), στην οποία δηλώνεται η διεύθυνση της έδρας και των λοιπών εγκαταστάσεων της επιχείρησης και αν αυτή είναι ιδιόκτητη, μισθωμένη ή αν πρόκειται περί δωρεάν παραχώρησης χώρου.

στ) Η παρ. 2 του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής:
Βεβαίωση εγγραφής ή απαλλαγής από τον O.A. Ε. Ε. των φυσικών προσώπων για την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας ή για τη συμμετοχή τους ως εταίρων/μελών Ομορρύθμων ή Ετερορρύθμων εταιρειών, Κοινοπραξιών και Κοινωνιών Αστικού Δικαίου, Εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης καθώς και μελών του Δ.Σ. Ανωνύμων Εταιρειών, εφόσον υπάγονται στην υποχρεωτική ασφάλιση του O.A.Ε.Ε., σύμφωνα με την ισχύουσα κάθε φορά νομοθεσία.

ζ) Η παράγραφος 5 του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής:
Στην περίπτωση αλλοδαπών φυσικών προσώπων, υπηκόων τρίτων χωρών, που κατοικούν στο εσωτερικό της χώρας, κατά την υποβολή των δηλώσεων των άρθρων 3, 4, 5 και 7 συνυποβάλλεται άδεια διαμονής ή το στοιχείο που αποδεικνύει ότι έχουν εισέλθει και διαμένουν νόμιμα στη χώρα, σύμφωνα με την ισχύουσα κάθε φορά νομοθεσία.

η) Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 8 αντικαθίσταται ως εξής:
Σε περίπτωση θανάτου και συνέχισης της επιχείρησης λόγω κληρονομικής διαδοχής, η δήλωση διακοπής εργασιών (έντυπο Μ4) υποβάλλεται από τον ή τους κληρονόμους εντός δέκα (10) ημερών από την ενεργό ανάμειξή τους στην κληρονομούμενη επιχείρηση και όχι πέραν των δέκα (10) ημερών από τη λήξη της προθεσμίας αποποίησης που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 1847 του Αστικού Κώδικα (άρθρο 29 παρ. 1 γ΄ Ν. 1642/1986, όπως ισχύει) και συνυποβάλλεται το έντυπο Μ7 προκειμένου να δηλωθεί η σχέση του/των κληρονόμου/ων. Σε περίπτωση μη συνέχισης της επιχείρησης, η δήλωση διακοπής υποβάλλεται από έναν τουλάχιστον εκ των κληρονόμων εντός δέκα (10) ημερών από τη λήξη της προθεσμίας αποποίησης που προβλέπεται από τις διατάξεις του ιδίου άρθρου.

θ) Το άρθρο 10 αντικαθίσταται ως εξής:
1. Οι δηλώσεις της παρούσας, συμπληρώνονται και υποβάλλονται εις απλούν, από το φορολογούμενο ή το νόμιμο εκπρόσωπό του με την επίδειξη του κατά περίπτωση στοιχείου ταυτότητας.

Στην περίπτωση που υποβάλλονται από τρίτο πρόσωπο, προσκομίζεται εξουσιοδότηση, με βεβαιωμένο το γνήσιο της υπογραφής του δηλούντος από οποιαδήποτε διοικητική αρχή ή Κ.Ε.Π. και επιδεικνύεται το στοιχείο ταυτότητας του εξουσιοδοτημένου προσώπου. Για τις περιπτώσεις που η εξουσιοδότηση έχει καταρτιστεί σε χώρα του εξωτερικού, πρέπει να φέρει επισημείωση ή προξενική θεώρηση, κατά περίπτωση, με εξαίρεση την εξουσιοδότηση που έχει καταρτιστεί ενώπιον διπλωματικής αρχής της Ελλάδας στο εξωτερικό.

2. Τα έντυπα των δηλώσεων των άρθρων 3, 4, 5, 7 και 8 της παρούσας που έχουν ορισθεί με την Α.Υ.Ο. 1027319/677/ Β0006/24.2.1998 (ΦΕΚ Β΄ 194), όπως ισχύει, εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του Κ.Φ.Δ. (Ν. 4174/2013) και χρησιμοποιούνται μέχρι να τροποποιηθούν ή καταργηθούν, με νεότερη απόφαση.

3. Με την ολοκλήρωση των διαδικασιών της απόδοσης Α.Φ.Μ, έναρξης, μεταβολής, διακοπής εργασιών και απενεργοποίησης Α.Φ.Μ., χορηγείται η σχετική βεβαίωση, στην οποία αναγράφονται τα στοιχεία των υποβαλλόμενων εντύπων, όπως αυτά καταχωρήθηκαν στο ηλεκτρονικό αρχείο της υπηρεσίας.

Η χορηγούμενη βεβαίωση φυλάσσεται από το φορολογούμενο ή τον νόμιμο εκπρόσωπό του και επιδεικνύεται σε οποιοδήποτε φορολογικό έλεγχο ή σε άλλους δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς, για τις περιπτώσεις που αυτό απαιτείται.

4. Στην περίπτωση μη υποβολής ή εκπρόθεσμης υποβολής των δηλώσεων της παρούσας, με εξαίρεση τη «Δήλωση Απόδοσης Α.Φ.Μ./ Μεταβολής Ατομικών Στοιχείων» (έντυπο Μ1) όταν υποβάλλεται ως μεταβολή των ατομικών στοιχείων των φυσικών προσώπων, επιβάλλονται οι κυρώσεις του άρθρου 54 του Ν. 4174/2013, όπως ισχύει.

Τυχόν πρόστιμο που καταβλήθηκε ή βεβαιώθηκε μέχρι την έναρξη ισχύος της παρούσας, δεν επιστρέφεται, δεν διαγράφεται, δεν συμψηφίζεται ούτε αναζητείται κατ’ άλλο τρόπο.

5. Η Φορολογική Διοίκηση, με οίκοθεν ενέργειες, μπορεί να προβαίνει στην απόδοση Α.Φ.Μ. ή σε ενημέρωση του φορολογικού Μητρώου, στις περιπτώσεις που διαπιστώνει ότι έχουν επέλθει μεταβολές, τις οποίες οι φορολογούμενοι, φυσικά, νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες δεν έχουν δηλώσει ως όφειλαν, εφόσον έχει στη διάθεσή της τα οριζόμενα, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις δικαιολογητικά.

Το σχετικό έντυπο στις περιπτώσεις αυτές συμπληρώνεται από την υπηρεσία και φέρει συμπληρωμένη την ένδειξη «Υποβάλλεται από την Υπηρεσία». Η βεβαίωση που παράγεται από την καταχώρηση των στοιχείων της δήλωσης αρχειοθετείται στο φάκελο των υπόχρεων.

6. Σε περίπτωση που, κατά την υποβολή των δηλώσεων της παρούσας διαπιστώνεται ότι, θίγονται θέματα, η επίλυση των οποίων εξαρτάται από την εκτίμηση πραγματικών περιστατικών, αντιμετωπίζονται, μετά από έγκριση του προϊστάμενου της Δ.Ο.Υ., στα πλαίσια άσκησης των ελεγκτικών του αρμοδιοτήτων.

7. Στις περιπτώσεις μετασχηματισμού επιχειρήσεων κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 2166/1993, εφαρμόζεται η Α.Υ.Ο 1063006/2696/0014/ΠΟΛ.1145/25.5.1995.

II. Κατά τα λοιπά ισχύει η αριθ. ΠΟΛ.1006/31.12.2013 (ΦΕΚ Β΄19/2014) απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων.

Η απόφαση αυτή ισχύει από τη δημοσίευση της.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 11 Αυγούστου 2015

Η Γενική Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΣΑΒΒΑΪΔΟΥ

 Νόμος 4174/2013, Άρθρο 10 Εγγραφή στο φορολογικό μητρώο

1. Κάθε πρόσωπο που πρόκειται ασκήσει δραστηριότητες επιχειρηματικού περιεχομένου ή να καταστεί υπόχρεο σε καταβολή ή παρακράτηση φόρου, σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία ή σε υποβολή οποιασδήποτε δήλωσης που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα υποβάλλει δήλωση εγγραφής στο φορολογικό μητρώο κατά τον τρόπο και το χρόνο που ορίζεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα. Με όμοια απόφαση είναι δυνατόν να ορίζονται άλλες κατηγορίες προσώπων, για τις οποίες απαιτείται εγγραφή στο φορολογικό μητρώο.

2. Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να απαιτήσει εγγύηση από οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα υποβάλλει δήλωση εγγραφής στο φορολογικό μητρώο, εάν μέτοχος ή εταίρος του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας που υποβάλλει τη δήλωση υπήρξε κατά τα τελευταία πέντε (5), πριν από την υποβολή της, έτη, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου, ή νόμιμος εκπρόσωπος άλλου νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας ή ήταν «συνδεδεμένο πρόσωπο» κατά το άρθρο 2 του Κ.Φ.Ε. με άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, που πτώχευσαν ή κατέστησαν αφερέγγυα και η πτώχευση ή αφερεγγυότητα είχε ως αποτέλεσμα τη μη είσπραξη ή διακινδύνευση είσπραξης από τη Φορολογική Διοίκηση ληξιπρόθεσμων φορολογικών οφειλών τουλάχιστον δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ.
3. Η εγγύηση, σύμφωνα με την παράγραφο 2, απαιτείται μόνο μετά από αιτιολογημένη έκθεση της Φορολογικής Διοίκησης, από την οποία προκύπτει, ότι οι εργασίες του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας που υποβάλλει τη δήλωση εγγραφής θέτουν άμεσο κίνδυνο πρόκλησης ζημίας από τη μη είσπραξη μελλοντικών φόρων. Η Φορολογική Διοίκηση οφείλει, εντός δεκατεσσάρων (14) ημερών από την παραλαβή της δήλωσης, να κοινοποιεί στο νομικό πρόσωπο ή στη νομική οντότητα που υποβάλλει τη δήλωση, την απαίτηση για παροχή εγγύησης μαζί με τη σχετική έκθεση. Στην περίπτωση αυτή η εγγραφή στο φορολογικό μητρώο ολοκληρώνεται μόνο μετά την παροχή της αιτηθείσας εγγύησης. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα ορίζεται το είδος και το ύψος της εγγύησης και το περιεχόμενο της έκθεσης.

4. Ο φορολογούμενος, φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, υποχρεούται να ενημερώνει εγγράφως τη Φορολογική Διοίκηση εντός δέκα (10) ημερών για μεταβολές στην επωνυμία, το διακριτικό τίτλο, τη διεύθυνση κατοικίας ή τη διεύθυνση των επαγγελματικών εγκαταστάσεων, την έδρα, το αντικείμενο της δραστηριότητας, τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, καθώς και τις λοιπές πληροφορίες που παρασχέθηκαν κατά το χρόνο της εγγραφής. Ο φορολογούμενος δεν μπορεί να επικαλείται έναντι της Φορολογικής Διοίκησης τις μεταβολές του προηγούμενου εδαφίου, μέχρι το χρόνο ενημέρωσής της. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα καθορίζονται ο τρόπος ενημέρωσης και οι λεπτομέρειες εφαρμογής της παρούσας παραγράφου.

5. Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος ή ο υπόχρεος του άρθρου αυτού, παραλείψει να εγγραφεί, σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους δεν απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής και παρακράτησης των φόρων και από τις λοιπές φορολογικές υποχρεώσεις.

 Νόμος 4174/2013, Άρθρο 11 Αριθμός φορολογικού μητρώου

1. Η Φορολογική Διοίκηση αποδίδει μοναδικό αριθμό φορολογικού μητρώου (Α.Φ.Μ.) σε κάθε φορολογούμενο.
2. Ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου, ο οποίος δύναται να επεκτείνεται κατά ένα πρόθεμα, χρησιμοποιείται σε όλες τις φορολογίες στις οποίες εφαρμόζεται ο Κώδικας και σε όσες άλλες περιπτώσεις προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία.
3. Η Φορολογική Διοίκηση αποδίδει Αριθμό Φορολογικού Μητρώου σε πρόσωπο που δεν τυγχάνει φορολογούμενος, εφόσον τούτο απαιτείται από άλλες διατάξεις νόμου. Ειδικότερα, η Φορολογική Διοίκηση αποδίδει Αριθμό Φορολογικού Μητρώου κατόπιν αιτήσεως οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας, προκειμένου να πραγματοποιηθεί οποιαδήποτε οικονομική συναλλαγή με τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης και τα πιστωτικά ιδρύματα και τα ιδρύματα πληρωμών της ημεδαπής. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα μπορεί να καθορίζονται τα σχετικά με την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου θέματα, εξαιρέσεις σε περιπτώσεις συναλλαγών με πιστωτικά ιδρύματα πληρωμών και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

4. Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να αναστέλλει τη χρήση Αριθμού Φορολογικού Μητρώου ή να προβαίνει σε απενεργοποίηση αυτού εάν υφίστανται αντικειμενικά στοιχεία από τα οποία υποδηλώνουν ότι ο φορολογούμενος έχει παύσει να ασκεί οικονομική δραστηριότητα ή ότι διαπράττει φοροδιαφυγή ή ότι έχει δηλώσει ψευδή ή ανακριβή στοιχεία για την απόκτησή του. Ο φορολογούμενος έχει σε κάθε περίπτωση το δικαίωμα να αποδείξει ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου

5. Ο Γενικός Γραμματέας, με απόφασή του, ορίζει:
α) το περιεχόμενο και τον τρόπο χορήγησης του Αριθμού Φορολογικού Μητρώου,
β) τις περιπτώσεις αναφοράς του Αριθμού Φορολογικού Μητρώου στις δηλώσεις, ή τα άλλα έγγραφα που προβλέπονται κατά την εφαρμογή του Κώδικα, και
γ) τις περιπτώσεις γνωστοποίησης του Αριθμού Φορολογικού Μητρώου για σκοπούς πληροφόρησης κατά την εκπλήρωση φορολογικών υποχρεώσεων.
δ) περιπτώσεις αναστολής ή απενεργοποίησης Αριθμού Φορολογικού Μητρώου, τις συνέπειες της αναστολής και της απενεργοποίησης, και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παραγράφου 4.

5. Η Φορολογική Διοίκηση χρησιμοποιεί τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου σε κάθε μορφή επικοινωνίας με τον φορολογούμενο σχετικά με τις φορολογικές υποχρεώσεις του.

Νόμος 4174/2013, Άρθρο 54 Διαδικαστικές παραβάσεις

1. Για καθεμία από τις παρακάτω παραβάσεις επιβάλλεται πρόστιμο στον φορολογούμενο ή οποιοδήποτε πρόσωπο, εφόσον υπέχει αντίστοιχη υποχρέωση από τον Κώδικα ή τη φορολογική νομοθεσία που αναφέρεται στο πεδίο εφαρμογής του:
α) δεν υποβάλλει ή υποβάλλει εκπρόθεσμα ή υποβάλει ελλιπή δήλωση πληροφοριακού χαρακτήρα ή φορολογική δήλωση από την οποία δεν προκύπτει φορολογική υποχρέωση καταβολής φόρου,
β) δεν υποβάλλει ή υποβάλλει εκπρόθεσμα φορολογική δήλωση,
γ) δεν υποβάλλει ή υποβάλει εκπρόθεσμα δήλωση παρακράτησης φόρου,
δ) δεν ανταποκριθεί σε αίτημα της Φορολογικής Διοίκησης για παροχή πληροφοριών ή στοιχείων,
ε) δεν συνεργαστεί στη διάρκεια φορολογικού ελέγχου,
στ) δεν γνωστοποιήσει στη Φορολογική Διοίκηση το διορισμό του φορολογικού εκπροσώπου του,
ζ) δεν προβαίνει σε εγγραφή στο φορολογικό μητρώο ή εγγράφεται στο φορολογικό μητρώο περισσότερες φορές
η) δεν συμμορφώνεται με κάθε υποχρέωση σχετική με την τήρηση βιβλίων, όπως ορίζονται στο άρθρο 13 του Κώδικα.
θ) δεν εκδίδει ή εκδίδει ανακριβώς αποδείξεις λιανικής πώλησης ή επαγγελματικά στοιχεία.

2. Τα πρόστιμα για τις παραβάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καθορίζονται ως εξής:
α) εκατό (100) ευρώ, σε περίπτωση μη υποβολής ή εκπρόθεσμης υποβολής σχετικά με την περίπτωση α΄ της παραγράφου 1,
β) εκατό (100) ευρώ, για κάθε παράβαση των περιπτώσεων β’, γ’, δ’ της παραγράφου 1 που ο φορολογούμενος δεν είναι υπόχρεος τήρησης λογιστικών βιβλίων,
γ) διακόσια πενήντα (250) ευρώ, για κάθε παράβαση των περιπτώσεων β΄, γ΄, δ΄, στ΄ και θ΄ της παραγράφου 1, με ανώτατο όριο το ποσό ύψους τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ ανά φορολογικό έλεγχο, στην περίπτωση της μη έκδοσης ή έκδοσης ανακριβών φορολογικών στοιχείων, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης βιβλίων και στοιχείων με βάση απλοποιημένα λογιστικά πρότυπα και
δ) πεντακόσια (500) ευρώ, για κάθε παράβαση των περιπτώσεων β΄, γ΄, δ΄, στ΄ και θ΄ της παραγράφου 1, με ανώτατο όριο το ποσό ύψους τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ ανά φορολογικό έλεγχο, στην περίπτωση της μη έκδοσης ή έκδοσης ανακριβών φορολογικών στοιχείων, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης βιβλίων και στοιχείων με βάση πλήρη λογιστικά πρότυπα.
ε) δύο χιλιάδες πεντακόσια (2.500) ευρώ στις περιπτώσεις ε΄ και ζ΄ και η΄ της παραγράφου 1
Δεν επιβάλλονται τα πρόστιμα του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση υποβολής εκπρόθεσμης τροποποιητικής δήλωσης ΦΠΑ ή δήλωσης παρακρατούμενου φόρου, εφόσον η σχετική αρχική δήλωση έχει υποβληθεί εμπρόθεσμα.

3. Σε περίπτωση διαπίστωσης, στο πλαίσιο ελέγχου, εκ νέου διάπραξης της ίδιας παράβασης, εντός πενταετίας από την έκδοση της αρχικής πράξης, τα σύμφωνα με τον Κώδικα πρόστιμα επιβάλλονται στο διπλάσιο και, στην περίπτωση κάθε επόμενης ίδιας παράβασης, στο τετραπλάσιο του αρχικώς επιβληθέντος προστίμου.