..
ΠΟΛ.1088/17.4.2015 (ΦΕΚ Β 763/30-4-2015)
1. Υποβολή δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων φορολογικού έτους 2014, με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου και καταβολή του φόρου.
2. Τύπος και περιεχόμενο της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, φορολογικού έτους 2014, των λοιπών εντύπων και των δικαιολογητικών εγγράφων που υποβάλλονται με αυτή.
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις της του Ν. 2753/1999 (ΦΕΚ 249 Α΄/17.11.1999) σύμφωνα με τις οποίες,.... «Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δύναται να καθορίζονται οι διαδικασίες, οι λεπτομέρειες και ό,τι άλλο απαιτείται, ώστε οι δηλώσεις οποιουδήποτε φορολογικού αντικειμένου, καθώς και τα τελωνειακά παραστατικά να μπορούν να υποβάλλονται και με τη χρήση σύγχρονων ηλεκτρονικών μεθόδων και δικτυακών υποδομών».
2. Την αριθ. 20/25.06.2014 (ΦΕΚ 360/ΥΟΔΔ) πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου «Επιλογή και Διορισμός Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών».
3. Τις διατάξεις της αριθ. Δ6Α 1015213 ΕΞ2013/28.01.2013 (ΦΕΚ Β΄ 130 και 372) απόφασης του Υπουργού και του Υφυπουργού Οικονομικών σχετικά με τη «Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών», όπως ισχύει.
4. Τις διατάξεις των άρθρων ,,,, , , , , και του Ν. 4174/2013 ( ΦΕΚ 170 Α΄).
5. Την υπουργική απόφαση ΠΟΛ.1008/2011 (ΦΕΚ Β΄136/09−02−2011), που αφορά τον καθορισμό ορίων ακαθαρίστων εσόδων επιχειρήσεων και ελευθέρων επαγγελματιών, πάνω από τα οποία υφίσταται υποχρέωση υπογραφής των δηλώσεων από λογιστή φοροτεχνικό.
6. Τις διατάξεις των άρθρων , , , , , , , , , , , , , , και , , , του Ν.4172/2013 (ΦΕΚ Α΄ 167).
7. Τις διατάξεις των άρθρων , του Ν. 3986/2011 (ΦΕΚ 152 Α).
8. Τις διατάξεις της του Ν.3842/2010 (ΦΕΚ 58 Α΄).
9. Τις διατάξεις της παραγράφου και του Ν.3842/2010 (ΦΕΚ 58 Α΄).
10. Τις διατάξεις των άρθρων και του Ν.1599/1986 (ΦΕΚ 75 Α΄), όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν με τις διατάξεις του Ν.2690/1999 (Α΄ 45).
11. Τις διατάξεις της και της του Ν.3522/2006 (ΦΕΚ 276 Α΄)
12. Τις διατάξεις του Ν.3525/2007 (ΦΕΚ 16 Α΄)
13. Τις διατάξεις της παραγράφου Β2 του άρθρου και της παραγράφου Β2 του άρθρου του Ν. 4030/2011 (ΦΕΚ 249 Α΄).
14. Τις διατάξεις του άρθρου του Ν. 4141/2013 (ΦΕΚ 81 Α΄)
15. Τις διατάξεις του Ν. 1497/1984 (ΦΕΚ 188Α΄) όπως ισχύουν,
16. Τις διατάξεις του άρθρου 1 του κεφαλαίου Α΄ του Ν. 4250/2014 (ΦΕΚ 74 Α΄)
17. Ότι η απόφαση αυτή ρυθμίζει τον τύπο, το περιεχόμενο της δήλωσης φυσικών προσώπων καθώς και τα δικαιολογητικά ή άλλα στοιχεία που συνυποβάλλονται με τη δήλωση, σε περίπτωση που υποβάλλεται σε έγχαρτη μορφή στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., για την ομοιόμορφη εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων από τους υπόχρεους, όπως ορίζονται στην παρ. 1 του άρθρου του Ν.4172/2013 (ΦΕΚ Α΄ 167), γι’ αυτό από τις διατάξεις της δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού.
18. Το γεγονός ότι με την απόφαση αυτή δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού,
αποφασίζουμε:
Άρθρο 1
Υποβολή δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων
1. Οι ετήσιες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2014, των υπόχρεων της του ΚΦΕ (Ν.4172/2013 ΦΕΚ Α΄ 167 23−07−2013), υποβάλλονται υποχρεωτικά, με τη χρήση ηλεκτρονικής μεθόδου επικοινωνίας μέσω διαδικτύου, έως τις 30.06.2015.
Οι ίδιες ημερομηνίες ισχύουν και για τις δηλώσεις που θα υποβληθούν σε εξαιρετικές περιπτώσεις σε χειρόγραφη μορφή στις Δ.Ο.Υ.
2. Τα παραπάνω ισχύουν για δηλώσεις που υποβάλλονται είτε από τους ίδιους τους φορολογούμενους με τους δικούς τους κωδικούς πρόσβασης, είτε από εξουσιοδοτημένο λογιστή-φοροτεχνικό με τους προσωπικούς του κωδικούς πρόσβασης.
Η εξουσιοδότηση προς τον λογιστή - φοροτεχνικό θα αφορά την διαχείριση των εντύπων Ε1, Ε2 (όπως έχουν ενημερωθεί από τα αρχεία της Δ/νσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, εφεξής Δ.ΗΛΕ.Δ.) και το Ε3 ανεξάρτητα αν οι υπόχρεοι είναι εγγεγραμμένοι στις ηλεκτρονικές υπηρεσίες Taxisnet.
Στην περίπτωση αυτή θα βεβαιώνεται το γνήσιο της υπογραφής του φορολογούμενου και της συζύγου του προς το λογιστή, από οποιαδήποτε διοικητική αρχή ή ΚΕΠ ( του Ν. 2690/1999 ΦΕΚ 45 Α΄ όπως ισχύει).
Όλες οι αρχικές και τροποποιητικές, εμπρόθεσμες και εκπρόθεσμες, δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος υποβάλλονται ηλεκτρονικά μέσω διαδικτύου.
3. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει η δυνατότητα ηλεκτρονικής υποβολής λόγω αποδεδειγμένης τεχνικής αδυναμίας που δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ή εφόσον κρίνεται από τον αρμόδιο Προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ότι συντρέχει αντικειμενική και πραγματική αδυναμία υποβολής της δήλωσης με ηλεκτρονικό τρόπο, επιτρέπεται να υποβληθούν αυτές σε χειρόγραφη μορφή στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ.
4. Οι σύζυγοι, κατά τη διάρκεια του γάμου, υποχρεούνται να υποβάλουν κοινή δήλωση για τα εισοδήματά τους. Υπόχρεος υποβολής δήλωσης είναι ο σύζυγος και για τα εισοδήματα της συζύγου του. Ειδικότερα οι σύζυγοι υποβάλλουν χωριστή φορολογική δήλωση, ο καθένας για τα εισοδήματά του, εφόσον έχει διακοπεί η έγγαμη συμβίωση κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης ή ο ένας από τους δύο συζύγους είναι σε κατάσταση πτώχευσης ή έχει υποβληθεί σε δικαστική συμπαράσταση. Το βάρος της απόδειξης για τη διακοπή φέρει ο φορολογούμενος. Απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί η ενημέρωση του Τμήματος−Γραφείου Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης της αρμόδιας Δ.Ο.Υ με τις παραπάνω μεταβολές.
5. Οι δηλώσεις των αποβιωσάντων υποβάλλονται αποκλειστικά σε χειρόγραφη μορφή στην Φορολογική Διοίκηση. Στην περίπτωση αυτή απαιτείται ενημέρωση του Τμήματος ή Γραφείου Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης της Δ.Ο.Υ του αποβιώσαντος πριν από την υποβολή της δήλωσης.
6. Οι δηλώσεις με επιφύλαξη υποβάλλονται ηλεκτρονικά μέσω διαδικτύου και οδηγούνται από τη Δ.ΗΛΕ.Δ για έλεγχο εκκαθάριση στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.
7. Σε περίπτωση υποβολής δήλωσης από τον σύνδικο πτώχευσης υποβάλλονται δύο δηλώσεις, μια από τον σύνδικο πτώχευσης για την πτωχευτική περιουσία σε χειρόγραφη μορφή στη αρμόδια Δ.Ο.Υ. και μια από τον πτωχό για την τυχόν μη πτωχευτική περιουσία και εισοδήματα ηλεκτρονικά.
Άρθρο 2
Ορισμός τύπου και περιεχόμενου της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος και συνυποβαλλόμενων εντύπων
1. Ορίζουμε ότι, για το φορολογικό έτος 2014, ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων (Ε1) (παράρτημα Α), καθώς και των συνυποβαλλόμενων έντυπων
α) της αναλυτικής κατάστασης για τα μισθώματα ακίνητης περιουσίας (Φ−01.002)−(Ε2) (παράρτημα Β),
β) της κατάστασης οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα (Ε3) (παράρτημα) όπως τροποποιήθηκε, καθώς και της κατάστασης φορολογικής αναμόρφωσης που τη συνοδεύει και
γ) της δήλωσης κατοχής μηχανημάτων έργων (Ε16) (παράρτημα Δ) που συμπληρώνεται χειρόγραφα και προσκομίζεται στη Δ.Ο.Υ. εφόσον ζητηθεί, έχουν όπως τα σχετικά υποδείγματα τα οποία επισυνάπτονται στην παρούσα, ως παραρτήματα της Α,Β,Γ και Δ αντιστοίχως.
Άρθρο 3
Εκκαθάριση δήλωσης και καταβολή φόρου
1. Η Δ.ΗΛΕ.Δ της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, πραγματοποιεί την εκκαθάριση των δηλώσεων Φ.Π. που υπεβλήθησαν ηλεκτρονικά, εκδίδει τις Πράξεις Διοικητικού Προσδιορισμού Φόρου, με τις οποίες συνιστάται και βεβαιώνεται η οφειλή ή η απαίτηση των φορολογουμένων και τις κοινοποιεί σε αυτούς, σύμφωνα με τις διατάξεις της του Ν.4174/2013. Οι φορολογούμενοι, θα μπορούν να εκτυπώνουν την πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου από το Taxisnet, χρησιμοποιώντας τους κωδικούς πρόσβασης που διαθέτουν.
2. Στις περιπτώσεις που κριθεί απαραίτητος ο έλεγχος των δικαιολογητικών των αρχικών ή τροποποιητικών δηλώσεων που υποβάλλονται ηλεκτρονικά, θα οδηγούνται για έλεγχο στη Δ.Ο.Υ. και οι πράξεις διοικητικού προσδιορισμού φόρου εκτυπώνονται και αποστέλλονται στους φορολογούμενους από τη Δ.Ο.Υ. εκκαθάρισης της δήλωσης.
3. Κατά την υποβολή των δηλώσεων στις περιπτώσεις που δεν υπάρχει ηλεκτρονική πληροφόρηση των δηλούμενων εισοδημάτων και φόρων, τα δικαιολογητικά αποστέλλονται με συστημένη επιστολή στη Δ.ΗΛΕ.Δ και o έλεγχος των δικαιολογητικών πραγματοποιείται από κλιμάκιο εφοριακών που εδρεύει σε αυτήν. Η πράξη προσδιορισμού φόρου κοινοποιείται σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1.
4. Ο φόρος εισοδήματος θα καταβάλλεται σε τρεις (3) ίσες διμηνιαίες δόσεις, από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία ημέρα του επόμενου μήνα από την προβλεπόμενη προθεσμία υποβολής της δήλωσης και η καθεμία από τις επόμενες την τελευταία ημέρα του τρίτου και πέμπτου μήνα αντίστοιχα από την προθεσμία υποβολής της δήλωσης.
Ειδικά για το φορολογικό έτος 2014 η καταβολή της πρώτης δόσης γίνεται μέχρι τις
31.07.2015 και η καθεμία από τις επόμενες μέχρι τις 30.09.2015 και 30.11.2015. Για τις δηλώσεις που υποβάλλονται εκπρόθεσμα ο φόρος καταβάλλεται σε τρείς ίσες διμηνιαίες δόσεις σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παραπάνω παραγράφου και ως αφετηρία υπολογισμού των τόκων λαμβάνεται η λήξη της προθεσμίας που θα έπρεπε να είχε αρχικά καταβληθεί.
Για τις τροποποιητικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος που η αρχική τους έχει υποβληθεί μέσω διαδικτύου, τα δικαιολογητικά που θα προσκομίζει ο φορολογούμενος θα είναι μόνο αυτά που αφορούν το λόγο που επικαλείται για την τροποποίηση της δήλωσής του και όχι όλα τα δικαιολογητικά που αφορούν το σύνολο της δήλωσης.
Για τις τροποποιητικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος που υποβάλλονται από μισθωτούς ή συνταξιούχους με αναδρομικά μισθών ή συντάξεων προηγουμένων ετών, αυτές θα παραλαμβάνονται χωρίς κυρώσεις μέχρι το τέλος του φορολογικού έτους στο οποίο εκδόθηκαν οι βεβαιώσεις αποδοχών ή συντάξεων.
Στις περιπτώσεις που η δήλωση υποβάλλεται εμπρόθεσμα στη Δ.Ο.Υ. ή οδηγείται στη Δ.Ο.Υ. – Δ.ΗΛΕ.Δ , για έλεγχο δικαιολογητικών , για την καταβολή του φόρου ισχύουν τρείς ίσες διμηνιαίες δόσεις από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία ημέρα του επόμενου μήνα από την εκκαθάριση.
Δεν βεβαιώνεται το ποσό που οφείλεται με βάση την πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου, εφόσον τούτο δεν υπερβαίνει τα τριάντα (30) ευρώ αθροιστικά λαμβανόμενο για τον φορολογούμενο και τη σύζυγό του .(παρ. 1 άρθρου 18 ν.3522/2006 ΦΕΚ 276 Α΄).
Δεν επιστρέφεται ποσό φόρου με βάση την πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου μικρότερο των πέντε (5) ευρώ αθροιστικά λαμβανόμενο για τον φορολογούμενο και τη σύζυγό του (παρ. 2 άρθρο 18 ν.3522/2006 ΦΕΚ A' 276).
5. Ειδικά για το φορολογικό έτος 2014 η καταβολή της πρώτης δόσης γίνεται μέχρι τις 31.07.2015 και η καθεμία από τις επόμενες μέχρι τις 30.09.2015 και 30.11.2015 δεδομένου ότι η προβλεπόμενη προθεσμία υποβολής είναι 30.6.2015.
Για τις δηλώσεις που υποβάλλονται εκπρόθεσμα ο φόρος καταβάλλεται σε τρείς ίσες διμηνιαίες δόσεις σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παραπάνω παραγράφου και ως αφετηρία υπολογισμού των τόκων λαμβάνεται η λήξη της προθεσμίας που θα έπρεπε να είχε αρχικά καταβληθεί.
Στις περιπτώσεις που η δήλωση υποβάλλεται εμπρόθεσμα στη Δ.Ο.Υ. ή οδηγείται στη Δ.Ο.Υ. – Δ.ΗΛΕ.Δ, για έλεγχο δικαιολογητικών, για την καταβολή του φόρου ισχύουν τρείς ίσες διμηνιαίες δόσεις από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία ημέρα του επόμενου μήνα από την εκκαθάριση.
Δεν βεβαιώνεται το ποσό που οφείλεται με βάση την πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου, εφόσον τούτο δεν υπερβαίνει τα τριάντα (30) ευρώ αθροιστικά λαμβανόμενο για τον φορολογούμενο και τη σύζυγό του. ( Ν.3522/2006 ΦΕΚ . 276 Α΄)
Δεν επιστρέφεται ποσό φόρου με βάση την πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου μικρότερο των πέντε (5) ευρώ αθροιστικά λαμβανόμενο για τον φορολογούμενο και τη σύζυγό του ( του Ν. 3522/2006 ΦΕΚ 276 Α΄)
Άρθρο 4
Περιεχόμενο της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος
1. Στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος αναγράφεται υποχρεωτικά ο ΑΜΚΑ του υπόχρεου και της συζύγου με εξαίρεση τις περιπτώσεις που δεν υποχρεούνται σε απόκτηση Α.Μ.Κ.Α. Εξαιρούνται και οι υπόχρεοι, οι οποίοι, για λόγους που άπτονται σε ευαίσθητα προσωπικά τους δεδομένα, δεν επιθυμούν να αποκτήσουν Α.Μ.Κ.Α. ούτε για τους ίδιους ούτε για τα εξαρτώμενα μέλη τους καθώς και οι υπάλληλοι της Τράπεζας Εμπορίου και Ανάπτυξης Ευξείνου Πόντου.
Η αναγραφή του ΑΦΜ είναι υποχρεωτική μόνο για τα εξαρτώμενα μέλη άνω των 18 ετών, ενώ για τα προστατευόμενα τέκνα κάτω των 18 ετών είναι προαιρετική.
Σε περίπτωση που τα ανήλικα προστατευόμενα τέκνα είναι υπόχρεα σε υποβολή δήλωσης θα συμπληρώνεται η σχετική ένδειξη στον πίνακα 8 και υποχρεωτικά ο ΑΦΜ τους.
Επισημαίνουμε ότι τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρο 11 του ν. 4172/13, θεωρείται ότι βαρύνουν τον φορολογούμενο εφόσον συνοικούν με αυτόν και το ετήσιο φορολογητέο εισόδημά τους δεν υπερβαίνει το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ ή το ποσό των έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ αν αυτά παρουσιάζουν αναπηρία εξήντα επτά τοις εκατό (67%) και άνω.
2. Είναι υποχρεωτική η αναγραφή όλων των εισοδημάτων των υπόχρεων ανεξάρτητα από τον τρόπο φορολόγησής τους, καθώς και των απαλλασσόμενων από το φόρο εισοδημάτων. Για τα αυτοτελώς ή με ειδικό τρόπο φορολογούμενα εισοδήματα αναγράφεται και ο παρακρατηθείς ή αποδοθείς κατά περίπτωση φόρος. Με βάση τα ηλεκτρονικά αρχεία βεβαιώσεων (ΠΟΛ. 1051/2015) που αποστέλλονται στη Δ.ΗΛΕ.Δ., προσυμπληρώνονται τα εισοδήματα και οι παρακρατηθέντες φόροι στους αντίστοιχους κωδικούς των πινάκων της δήλωσης. Ο φορολογούμενος ενημερώνεται (μέσω πίνακα) για τα ποσά των εισοδημάτων και των φόρων ανά εργοδότη – ασφαλιστικό φορέα.
Όταν συμπληρώνονται κωδικοί της δήλωσης με εισοδήματα – φόρους που καταβλήθηκαν στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή χωρίς ηλεκτρονική πληροφόρηση, οι φορολογούμενοι δύναται να κληθούν να προσκομίσουν τα απαραίτητα δικαιολογητικά στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή στη Δ.ΗΛΕ.Δ. για έλεγχο, προκειμένου να ολοκληρωθεί η εκκαθάριση της δήλωσης τους.
Στις περιπτώσεις κοινών τραπεζικών λογαριασμών σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (κάθε μορφής στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό) υπάρχει υποχρέωση δήλωσης των ποσών των τόκων καταθέσεων που αναλογούν στους πραγματικούς δικαιούχους οι οποίοι καθορίζονται με βάση τις πραγματικές περιστάσεις. Ο Προϊστάμενος της ΔΟΥ έχει, σε κάθε περίπτωση, την διακριτική ευχέρεια να κρίνει διαφορετικά.
Στην περίπτωση αμοιβών ή φόρων που έχουν καταβληθεί στην αλλοδαπή σε άλλο νόμισμα πέραν του ευρώ (π.χ. σε δολάρια Η.Π.Α.), για τη μετατροπή τους σε ευρώ, λαμβάνεται υπόψη η ισοτιμία ευρώ και του ξένου νομίσματος, όπως αυτή προκύπτει κατά την ημερομηνία καταβολής αυτών στην αλλοδαπή. Σε περίπτωση όμως, αμοιβών ή φόρων που καταβάλλονται περιοδικά, η μετατροπή θα πρέπει να γίνει με βάση τη μέση ετήσια ισοτιμία, όπως αυτή καθορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος.
3. Για την διαπίστωση των πληθυσμιακών εξαιρέσεων από την επιβολή του τέλους επιτηδεύματος ή την επιβολή μειωμένου τέλους, λαμβάνεται υπόψη η τελευταία επίσημη Απογραφή Μόνιμου Πληθυσμού της Χώρας, η οποία είναι αυτή της 9ης Μαΐου 2011, όπως κυρώθηκε με την υπ’ αριθμ. 11247/28−12−2012 απόφαση της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΦΕΚ 3465 Β΄), όπως αυτή τροποποιήθηκε με την υπ΄ αριθμ. 2890/15−03−2013 απόφαση της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΦΕΚ 630 Β΄).
4. Ηλεκτρονική υποβολή αναλυτικής κατάστασης για τα μισθώματα ακίνητης περιουσίας(έντυπο Ε2)
Για την συμπλήρωση της στήλης 4 θα γίνεται επιλογή της κατηγορίας του δηλούμενου ακινήτου σύμφωνα με την ακόλουθη κατηγοριοποίηση των ακινήτων, που ισχύει για τη συμπλήρωση του εντύπου Ε9: Κατοικία, Μονοκατοικία, Επαγγελματική Στέγη, Οικόπεδο, Αποθήκη, Θέση Στάθμευσης, Σταθμός Αυτοκινήτων ΔΧ, Βιομηχανικό Κτίριο, Ξενοδοχείο, Νοσηλευτήριο, Εκπαιδευτήριο, Αθλητική Εγκατάσταση, Άλλο Κτίριο (Θέατρο, Κινηματογράφος, Μουσείο κλπ), Αγροτεμάχιο, Άλλη Χρήση. Αντίστοιχη επιλογή θα γίνεται σε περίπτωση χειρόγραφης υποβολής της δήλωσης.
Οι στήλες 13, 14, 15 και 16, συμπληρώνονται με το ακαθάριστο εισόδημα των ακινήτων που αναλογεί στον υπόχρεο κατά κατηγορία όπως εμφανίζεται στους τίτλους των στηλών.
Κατά τη συμπλήρωση της στήλης 18 «Αριθμός Παροχής Ρεύματος» αναγράφεται υποχρεωτικά ο εννιαψήφιος αριθμός παροχής ρεύματος όλων των ακινήτων, εφόσον υπάρχει παροχή, ανεξάρτητα από τη λειτουργία της ή μη, από την εταιρεία που το παρέχει (ΔΕΗ ή οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση), από το είδος του παρεχόμενου ρεύματος (συμβατικό, εργοταξιακό κλπ) και ανεξάρτητα αν από την ίδια παροχή ηλεκτροδοτούνται περισσότερα ακίνητα (γραφεία, καταστήματα, αποθήκες, χώροι στάθμευσης κ.λπ).
Σε περίπτωση που δεν υπάρχει παροχή ρεύματος (μετρητής) ή πρόκειται για αποθήκη ή χώρο στάθμευσης που ηλεκτροδοτείται από τη κοινόχρηστη παροχή ρεύματος, η στήλη αυτή συμπληρώνεται με τον αριθμό «999999999».
Στη στήλη 17 συμπληρώνεται το είδος μίσθωσης και η χρήση του ακινήτου όπως αυτά προκύπτουν από την κατηγοριοποίηση των στηλών 13, 14 ,15 και 16 .
Στην στήλη 19 συμπληρώνεται ο αριθμός της δήλωσης πληροφοριακών στοιχείων μίσθωσης ακίνητης περιουσίας.
Ως αύξων αριθμός του πίνακα Ι «Εκμισθούμενα κτλ Ακίνητα» των «Συμπληρωματικών Στοιχείων Ακίνητης Περιουσίας» αναγράφεται ο αύξων αριθμός του πίνακα της 1ης σελίδας.
Στην «Αναλυτική Κατάσταση Μισθωμάτων» δηλώνεται και ή ακίνητη περιουσία των εξαρτώμενων ανηλίκων τέκνων από τον υπόχρεο γονέα. Τα ακίνητα αυτά συμπληρώνονται και στον πίνακα Ι της δεύτερης σελίδας του εντύπου.
5. Ηλεκτρονική υποβολή της δήλωσης Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων (έντυπο Ε1)
Πίνακας 4Α (εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις)
α. Όταν συμπληρώνονται οι κωδικοί 307−308 σε συνδυασμό με τους κωδικούς 019−020, απαιτείται η αναγραφή των ΑΦΜ των προσώπων που λαμβάνουν τις υπηρεσίες και σε περίπτωση που αυτοί υπερβαίνουν τους τρεις (3), πρέπει να αναγραφεί οπωσδήποτε ο ΑΦΜ του προσώπου από το οποίο προέρχεται τουλάχιστον το 75% των ακαθαρίστων εσόδων.
β. Όταν συμπληρώνονται εισοδήματα από μισθωτή εργασία και συντάξεις (κωδ. 343−344) χωρίς ηλεκτρονική πληροφόρηση, πρέπει να καταχωρούνται οι Α.Φ.Μ. εργοδοτών – ασφαλιστικών φορέων με τα αντίστοιχα ποσά, βάσει των βεβαιώσεων αποδοχών. Οι κωδικοί 325−326 έχουν συμπληρωθεί από τη Φορολογική Διοίκηση βάσει του αρχείου βεβαιώσεων που αποστέλλουν ηλεκτρονικά οι εκκαθαριστές (ΠΟΛ. 1051/2015) και αφορούν ακαθάριστες αμοιβές μελών Δ.Σ. για παροχή υπηρεσίας που σύμφωνα με την του Ν.4172/2013 αποτελούν εισόδημα από μισθωτή εργασία. Τονίζεται, ότι στους κωδικούς αυτούς δεν αναγράφονται αμοιβές μελών Δ.Σ. που προέρχονται από διανομή κερδών.
Οι κωδικοί 351−352 συμπληρώνονται από το φορολογούμενο και αφορούν ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλονται από μισθωτούς ή συνταξιούχους σε ασφαλιστικούς οργανισμούς υποχρεωτικής ασφάλισης εξαιτίας εξαγοράς χρόνου ασφάλισης όπως χρόνου στρατιωτικής θητείας, και οι οποίες μειώνουν το εισόδημα από μισθωτή εργασία ή συντάξεις. Στους ίδιους κωδικούς συμπληρώνονται και οι εισφορές που αποδίδουν τα ίδια τα μέλη Δ.Σ. εξαιτίας υποχρεωτικής ασφάλισης και οι οποίες μειώνουν το εισόδημα από μισθωτή εργασία που αυτοί αποκτούν ( του Ν.4172/2013). Οι εισφορές αυτές αποδεικνύονται βάσει αποδεικτικών εγγράφων ή σχετικών δικαιολογητικών που οι φορολογούμενοι προσκομίζουν στη Φορολογική Διοίκηση. Δηλώνεται υποχρεωτικά ο ΑΦΜ του φορέα στον οποίο καταβλήθηκαν.
Οι κωδικοί 651−652 συμπληρώνονται από το φορολογούμενο με το ποσό του φόρου που καταβλήθηκε στην αλλοδαπή για εισόδημα από μισθούς−συντάξεις αλλοδαπής προέλευσης στο οποίο η Ελλάδα έχει δικαίωμα φορολόγησης. Δεν συμπληρώνεται τυχόν ποσό φόρου που καταβλήθηκε στην αλλοδαπή για εισόδημα από μισθούς−συντάξεις αλλοδαπής προέλευσης όπου η Ελλάδα, βάσει ΣΑΔΦ, έχει αποκλειστικό δικαίωμα φορολόγησης.
Οι κωδικοί 393−394 έχουν συμπληρωθεί από τη Φορολογική Διοίκηση βάσει του αρχείου βεβαιώσεων που αποστέλλουν ηλεκτρονικά οι εκκαθαριστές (ΠΟΛ.1051/2015) και αφορούν αποδοχές που καταβάλλονται από ημεδαπές εταιρείες για μισθωτές υπηρεσίες που παρέχονται στην αλλοδαπή από φορολογικό κάτοικο Ελλάδας και οι οποίες δεν υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου στην Ελλάδα. Οι κωδικοί αυτοί συμπληρώνονται προκειμένου να συμψηφιστούν ποσά φόρου που εκ παραδρομής παρακρατήθηκαν στην Ελλάδα.
Πίνακας 4Β (εισόδημα αξιωματικών και κατωτέρω πληρώματος Ε.Ν.)
Μέχρι και το οικονομικό έτος 2014 (χρήση 2013) συνυποβάλλεται με τη δήλωση (έντυπο Ε1) Ε.Ε.Δ για τις αποδοχές των αξιωματικών και του κατώτερου πληρώματος του εμπορικού ναυτικού.
Από το φορολογικό έτος 2014 (χρήση 2014), οι κωδικοί του Ε.Ε.Δ. έχουν ενσωματωθεί στο έντυπο της δήλωσης (Ε1) και αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι αυτής (πίνακας 4Β).
Το εισόδημα που αποκτούν οι αξιωματικοί και το κατώτερο πλήρωμα που υπηρετούν σε πλοία του εμπορικού ναυτικού φορολογείται με φορολογικό συντελεστή 15% και 10% αντίστοιχα και εξαντλείται η φορολογική τους υποχρέωση.
Πίνακας 4Γ1 (εισόδημα από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα)
Από 01.01.2014 καταργείται η φορολόγηση του αγροτικού εισοδήματος σύμφωνα με το άρθρο 42 του Ν.2238/1994 (τεκμαρτός προσδιορισμός του αγροτικού εισοδήματος) και το εισόδημα που αποκτάται από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα φορολογείται πλέον σύμφωνα με τις διατάξεις της του Ν.4172/2013, τα δε κέρδη (λογιστικός προσδιορισμός) από ατομική αγροτική επιχείρηση φορολογούνται με συντελεστή δεκατρία τοις εκατό (13%) Ν.4172/2013).
Το εισόδημα από ατομική αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα, προσδιορίζεται με λογιστικό τρόπο (έσοδα−έξοδα) ανεξάρτητα από την υποχρέωση τήρησης βιβλίων του ΚΦΑΣ ή όχι. Οι μη υπόχρεοι σε έκδοση στοιχείων που έχουν πραγματοποιήσει και λιανικές πωλήσεις, προσθέτουν στα ακαθάριστα έσοδά τους και τις πωλήσεις αυτές που αποδεικνύονται είτε με απλές αποδείξεις είσπραξης, είτε με οποιοδήποτε άλλο πρόσφορο μέσο.
Προκειμένου να δηλωθεί εισόδημα από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα για το φορολογικό έτος 2014 είναι απαραίτητη η συμπλήρωση του εντύπου Ε3.
Επιπρόσθετα, για τα εισοδήματα που αποκτούνται από 01.01.2014, έχει γίνει δεκτό ότι ο φορολογικός συντελεστής 13% εφαρμόζεται επί των κερδών από αγροτική δραστηριότητα ανεξάρτητα από τον τόπο και τον τρόπο (λιανικώς ή χονδρικώς) πώλησης των παραγόμενων αγροτικών προϊόντων.
Πίνακας 4Γ2 (εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα)
α. Περιλαμβάνονται και οι πρώην ελεύθεροι επαγγελματίες (πρώην Ζ΄ πηγή). Πλέον θεωρούνται ασκούντες επιχειρηματική δραστηριότητα, αλλά μη έχοντες την εμπορική ιδιότητα
β . Στον υποπίνακα Γ2 του ΠΙΝΑΚΑ 4, δηλώνονται τα ακαθάριστα έσοδα, καθαρά κέρδη/ζημίες και οι παρακρατηθέντες προκαταβλητέοι φόροι των εισοδημάτων από επιχειρηματική δραστηριότητα για τους επιτηδευματίες που είτε τηρούν βιβλία του Κ.Φ.Α.Σ. είτε είναι απαλλασσόμενοι/μη υπόχρεοι σε βιβλία του Κ.Φ.Α.Σ. (κωδ.: 401, 402−425, 426−413, 414−415, 416−601, 602−605−606)
γ. Περιλαμβάνονται τα εισοδήματα ημεδαπής (κωδ. 401, 402) και αλλοδαπής προέλευσης. (κωδ.: 411, 412)
δ. Γίνεται διάκριση του εισοδήματος που δηλώνεται από τους μη επιτηδευματίες και μη υποβάλλοντες Ε3. (κωδ.: 403,404)
ε. Περαιτέρω, προβλέπεται η δήλωση του εισοδήματος όταν ο καταβάλλων τις αμοιβές δεν αποστέλλει ηλεκτρονικά την πληροφορία για το δικαιούχο του ανάλογου εισοδήματος.( κωδ.: 409,410), και του παρακρατηθέντος φόρου (κωδ.: 611,612)
στ . Το καθαρό εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα όσων έχουν την ιδιότητα του επιτηδευματία, ανεξάρτητα της τήρησης απλογραφικών/διπλογραφικών βιβλίων προκύπτει με λογιστικό προσδιορισμό (έντυπο Ε3) ενώ για τους μη επιτηδευματίες φορολογείται εξ’ ολοκλήρου, καθόσον δεν αναγνωρίζονται δαπάνες.
ζ. Επιπλέον προστέθηκαν κωδ. 427,428 για τις περιπτώσεις της του ΚΦΕ .
Πίνακας 4Δ1 (εισόδημα από κεφάλαιο)
Από 01/01/2014 και σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 4172/ 2013 (ΚΦΕ) τα εισοδήματα από μερίσματα, τόκους, δικαιώματα και ακίνητη περιουσία, αποτελούν εισόδημα από κεφάλαιο και από το φορολογικό έτος 2014 και μετά θα δηλώνονται σε ξεχωριστό πίνακα του έντυπου Ε1. Στον Πίνακα Δ1 δηλώνονται τα εισοδήματα αυτής της κατηγορίας που αποκτήθηκαν κατά το φορολογικό έτος 2014, ο φόρος που παρακρατήθηκε στην Ελλάδα όπου προβλεπόταν, ή ο φόρος που αυτοαποδόθηκε, ή ο φόρος που παρακρατήθηκε στην αλλοδαπή εφόσον η αλλοδαπή είχε δικαίωμα φορολόγησης.
Στις περιπτώσεις που η Φορολογική Διοίκηση έχει ηλεκτρονική πληροφόρηση για αυτά τα εισοδήματα, όπως για τους τόκους καταθέσεων ημεδαπών τραπεζών, τα μερίσματα εισηγμένων στο Ελληνικό Χρηματιστήριο, μετοχών κλπ, θα εμφανίζεται σχετικό μήνυμα στους φορολογούμενους.
Στον Πίνακα αυτό θα δηλώνονται τα κέρδη που διανέμουν οι εταιρίες όλων των νομικών μορφών, περιλαμβανομένων και των προσωπικών εταιριών που τηρούν διπλογραφικά βιβλία.
Ομοίως δηλώνονται και οι τόκοι που εισπράττονται, από κάθε αιτία.
Τέλος, για το φορολογικό έτος 2014, τα δικαιώματα δηλώνονται σε ξεχωριστό κωδικό.
Πίνακας 4Δ2 ( Εισόδημα από ακίνητη περιουσία)
Στον υποπίνακα Δ2 του πίνακα 4 δηλώνεται το εισόδημα σε χρήμα ή σε είδος που προκύπτει από την εκμίσθωση ή υπεκμίσθωση ή από ιδιοχρησιμοποίηση ή δωρεάν παραχώρηση χρήσης γης και ακινήτων σε τρίτους, εγκαταστάσεων ή κατασκευών, χώρων τοποθέτησης επιγραφών καθώς επίσης και από εκμίσθωση υπεκμίσθωση, ιδιοχρησιμοποίηση, δωρεάν παραχώρηση κοινοχρήστων χώρων που ανήκουν σε ιδιοκτήτες διηρημένων ιδιοκτησιών (κωδ. 131−132, 133−134), από αποζημιώσεις για επίταξη, εξωσυμβατική χρήση γης και ακινήτων (κωδ. 741−742), λόγω πρόωρης λύσης εμπορικής μίσθωσης από τον μισθωτή (κωδ. 121−122) και το αντάλλαγμα κατά την μεταβίβαση της ενάσκησης επικαρπίας (741-742). Περιλαμβάνονται τα ενοίκια, πραγματικά ή τεκμαρτά, κατά κατηγορίες ακινήτων όπως εμφανίζονται στην δήλωση, μεταφερόμενα στους αντίστοιχους κωδικούς της δήλωσης από τα συνολικά ποσά των στηλών του εντύπου Ε2 κατά κατηγορία ακινήτου.
Αναγνωρίζεται ποσοστό 5% επί του ακαθάριστου εισοδήματος ως δαπάνες επισκευής συντήρησης ανακαίνισης ή άλλες πάγιες και λειτουργικές δαπάνες όσων ακινήτων αποφέρουν φορολογητέο εισόδημα, ανεξάρτητα από το είδος και τη χρήση αυτών. Σημειώνεται ότι οι δαπάνες για αντιπλημμυρικά έργα και έργα αποξήρανσης (κωδ. 159−160), εκπίπτουν σε ποσοστό 10% επί του ακαθάριστου εισοδήματος από εκμίσθωση, υπεκμίσθωση, δωρεάν παραχώρηση και ιδιόχρηση γαιών. Για την απόδειξη του ποσού της αποζημίωσης που καταβάλλει, βάσει νόμου, ο εκμισθωτής στο μισθωτή (κωδ. 163−164) για τη λύση της μισθωτικής σχέσης ακινήτου, καθώς και του ποσού για τις δαπάνες για αντιπλημμυρικά έργα και έργα αποξήρανσης, τα δικαιολογητικά εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΦΑΣ όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά.
Επισημαίνεται το τεκμαρτό εισόδημα από δωρεάν παραχώρηση κατοικίας μέχρι 200 τμ προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως κύρια κατοικία προς ανιόντες ή κατιόντες εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, δεν υπάγεται σε φόρο.
Πίνακας 4Ε (Εισόδημα από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου)
Στον υποπίνακα Ε του πίνακα 4 δηλώνεται το εισόδημα που προκύπτει από υπεραξία μεταβίβασης με επαχθή αιτία ακίνητης περιουσίας ή ιδανικών μεριδίων αυτής, ή εμπράγματου δικαιώματος επί της ακίνητης περιουσίας ή ιδανικού μεριδίου αυτού (κωδ. 825−826), ο φόρος που παρακρατήθηκε από την υπεραξία αυτή (κωδ. 827−828) καθώς και το εισόδημα από ανέγερση ακινήτου σε οικόπεδο του εκμισθωτή με δαπάνες του μισθωτή εφόσον η λήξη ή διακοπή της μισθωτικής σχέσης έγινε το έτος 2014 (κωδ. 123−124).
Στον ίδιο Πίνακα δηλώνονται και οι μεταβιβάσεις τίτλων του άρθρου του ΚΦΕ που πραγματοποιούνται από επαχθή αιτία. Οι μεταβιβάσεις από χαριστική αιτία δεν αποτελούν αντικείμενο του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.
Κωδικοί 825-826: Συμπληρώνεται το σύνολο των εισοδημάτων που προκύπτουν από υπεραξία μεταβίβασης με επαχθή αιτία ακίνητης περιουσίας ή ιδανικών μεριδίων αυτής ή εμπράγματου δικαιώματος επί ακίνητης περιουσίας καθώς και από εισφορά ακίνητης περιουσίας για την κάλυψη ή την αύξηση κεφαλαίου νομικού προσώπου ή οντότητας, από φυσικά πρόσωπα που δεν ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα και για πωλήσεις ακινήτων που έχουν αποκτηθεί από 1/1/1995 και μετά. Σε περίπτωση ελέγχου ή κατά την χειρόγραφη υποβολή, προσκομίζεται φωτοαντίγραφο της υποβληθείσας στη Δ.Ο.Υ δήλωσης φόρου υπεραξίας καθώς και δήλωσης φόρου υπεραξίας που υποβλήθηκε ηλεκτρονικά.
Επίσης συμπληρώνεται το σύνολο των εισοδημάτων από την μεταγραφή δικαστικής απόφασης λόγω μη εκτέλεσης προσυμφώνου μεταβίβασης καθώς και εισοδήματα από μεταβίβαση της πλήρους ή ψιλής κυριότητας, πραγματικής δουλείας ανεξαρτήτως εάν πρόκειται για μεταβίβαση υπό αναβλητική ή διαλυτική αίρεση ή με τον όρο της εξώνησης, εισοδήματα σύστασης επικαρπίας, οίκησης ή άλλης δουλείας και μεταβίβαση του τίτλου μεταφοράς δόμησης, με αυτοσύμβαση.
Κωδικοί 827−828: Συμπληρώνονται τα ποσά των φόρων που καταβλήθηκαν για την ωφέλεια (υπεραξία) από την πώληση ακίνητης περιουσίας φυσικού προσώπου εφόσον τα ποσά αυτά της υπεραξίας συμπεριλήφθηκαν στους κωδικούς 825 και 826.
Κωδικοί 123−124: Συμπληρώνεται το ακαθάριστο εισόδημα των οικοδομών που ανεγέρθηκαν με δαπάνες του μισθωτή σε έδαφος κυριότητας του εκμισθωτή και περιέχεται στην κατοχή του εκμισθωτή με την λήξη ή την διακοπή της μισθωτικής σχέσης που συντελέστηκε το έτος 2014. Στην έννοια της ανέγερσης εμπίπτουν και οι επεκτάσεις ακινήτων κατόπιν έκδοσης άδειας ανέγερσης. Για τον προσδιορισμό της αξίας της ανεγειρόμενης οικοδομής ή της αξίας βελτιώσεων ή επεκτάσεων μισθωμένης οικοδομής, απαιτείται η προσκόμιση σχετικής βεβαίωσης του μισθωτή από την οποία να προκύπτει το ύψος των δαπανών που ανεγέρθηκαν και απορρέουν από τα επίσημα βιβλία του. Σε περίπτωση ελέγχου ή κατά την χειρόγραφη υποβολή, προσκομίζεται φωτοαντίγραφο αποδεικτικού μεταγραφής της δικαστικής απόφασης ή συμβολαίου κατά περίπτωση.
Κωδικοί 829−830: Συμπληρώνεται το κέρδος από την πώληση τίτλων του άρθρου του Ν. 4172/2013 (ΚΦΕ), όταν οι τίτλοι έχουν εκδοθεί από ημεδαπή επιχείρηση.
Κωδικοί 865−866: Συμπληρώνεται το κέρδος από την πώληση τίτλων του άρθρου του Ν. 4172/2013 (ΚΦΕ), όταν οι τίτλοι έχουν εκδοθεί από αλλοδαπή επιχείρηση.
Κωδικοί 867−868: Συμπληρώνεται ο φόρος που τυχόν καταβλήθηκε ή παρακρατήθηκε για μεταβίβαση τίτλων στο εξωτερικό, σε χώρα που είχε δικαίωμα φορολόγησης.
Κωδικοί 871−872: Συμπληρώνεται η ζημιά από την πώληση τίτλων του άρθρου του Ν. 4172/2013 (ΚΦΕ), η οποία δύναται να μεταφέρεται για πέντε (5) έτη προκειμένου να συμψηφιστεί με κέρδη από την ίδια αιτία.
Πίνακας 6 (Πρόσθετα πληροφοριακά στοιχεία)
α. Στους κωδικούς 657−658 και 659−660 συμπληρώνονται τα εισοδήματα που απαλλάσσονται του φόρου ή φορολογούνται με ειδικό τρόπο και εμφανίζεται πίνακας στον οποίο αναλύονται ανάλογα με την προέλευσή τους.
β. Στους κωδικούς 781−782, συμπληρώνονται τα ποσά που δεν αποτελούν εισόδημα και εμφανίζεται ομοίως πίνακας για την ανάλυσή τους.
γ. Κατά την υποβολή των αρχικών δηλώσεων για τα εισοδήματα του φορολογικού έτους 2014 δεν θα συμπληρώνονται οι κωδικοί 655−656. Οι κωδικοί αυτοί θα συμπληρώνονται μόνο με υποβολή τροποποιητικής δήλωσης στον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. εκκαθάρισης της αρχικής δήλωσης.
Άρθρο 5
Δικαιολογητικά που συνυποβάλλονται ή φυλάσσονται για μελλοντικό έλεγχο.
Στις περιπτώσεις που η δήλωση φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων υποβάλλεται χειρόγραφα μέσω Δ.Ο.Υ., συνυποβάλλονται, κατά περίπτωση, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, σε ευκρινή φωτοαντίγραφα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του Κεφαλαίου Α’ του ν. 4250/2014.
1. Τα έντυπα της αναλυτικής κατάστασης για τα μισθώματα ακίνητης περιουσίας (Ε2), της κατάστασης οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα (Ε3), καθώς και της δήλωσης κατοχής μηχανημάτων έργων (Ε16), συνυποβάλλονται με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, ανάλογα με την κατηγορία των δηλούμενων εισοδημάτων, αποτελούν αδιαίρετη ενότητα με αυτήν και πρέπει να συμπληρώνονται σε όλες τις ενδείξεις τους.
2. Η αναλυτική κατάσταση για τα μισθώματα ακινήτων (Ε2) και η κατάσταση οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα (Ε3), σε περίπτωση υποβολής της δήλωσης σε φυσική μορφή, μπορεί να υποβληθούν σε προεκτυπωμένα έντυπα από τους υπόχρεους που έχουν τη δυνατότητα προεκτύπωσής τους με μηχανογραφικά μέσα, τα οποία όμως πρέπει να πληρούν τις τεχνικές προδιαγραφές και να αναφέρουν τα στοιχεία που περιέχονται στα αντίστοιχα έντυπα.
3. Εφόσον κάποια από τα πιο πάνω δικαιολογητικά έχουν ήδη συνυποβληθεί με δηλώσεις προηγούμενων ετών στην ίδια ΔΟΥ ή έχουν διαφυλαχθεί σε περίπτωση ηλεκτρονικής υποβολής και δεν έχει επέλθει κάποια μεταβολή στα στοιχεία που αναγράφονται σ’ αυτά, δεν απαιτείται η έκδοση νέων δικαιολογητικών. Αρκεί να υποβληθεί υπεύθυνη δήλωση του Ν. 1599/1986, στην οποία θα αναγράφεται το οικονομικό έτος που αφορούσε το κάθε συγκεκριμένο δικαιολογητικό που τυχόν υποβλήθηκε, ότι δεν έχει επέλθει μεταβολή στα στοιχεία που αναγράφονται σ’ αυτό και με την προϋπόθεση ότι, αν το συγκεκριμένο δικαιολογητικό είναι ορισμένης χρονικής ισχύος, καλύπτει και το φορολογικό έτος 2014.
4. Οι φορολογούμενοι που ασκούν ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα, με τη δήλωση εισοδήματος υποβάλλουν σε περίπτωση τήρησης διπλογραφικών βιβλίων, αντίγραφο ισολογισμού νόμιμα υπογραμμένο.
5. Η δήλωση φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων συνοδεύεται κατά περίπτωση και από τις εξής βεβαιώσεις:
α) Βεβαίωση για μερίσματα από το νομικό πρόσωπο ή την νομική οντότητα που πραγματοποίησε την διανομή (Α.Ε., Ε.Π.Ε., Ι.Κ.Ε., προσωπική εταιρία κλπ) βεβαίωση για τόκους από χρηματοπιστωτικό ίδρυμα ή χαρτοσημασμένο ιδιωτικό συμφωνητικό αν έγινε ιδιωτικός δανεισμός, βεβαίωση για την καταβολή δικαιωμάτων από το πρόσωπο που τα κατέβαλε, παραστατικά που αποδεικνύουν κέρδη από μεταβίβαση τίτλων όπως πινακίδια ή συμφωνητικά αν πρόκειται για μη διαπραγματεύσιμους τίτλους και για τους φόρους που έχουν παρακρατηθεί για τα εισοδήματα αυτά.. Επίσης απαιτούνται δικαιολογητικά για τις αγροτικές επιδοτήσεις, για τις αμοιβές για τεχνικά έργα, τις αμοιβές διοίκησης ή αμοιβές για συμβουλευτικές ή παρόμοιες υπηρεσίες κ.λπ. που καταβλήθηκαν στο δικαιούχο
β) Βεβαίωση με το ποσό της διατροφής που επιδικάστηκε ή συμφωνήθηκε συμβολαιογραφικά σε σύζυγο ή σε τέκνο, η οποία εκδίδεται από τον υπόχρεο σε καταβολή σύζυγο, για το συνολικό ποσό της διατροφής που κατέβαλε ετησίως και θα συνυποβάλλεται με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος από τον δικαιούχο, προκειμένου να αποδείξει αυτός το ποσό της διατροφής που εισέπραξε.
γ) Βεβαιώσεις των φόρων που έχουν παρακρατηθεί από όλες τις κατηγορίες εισοδήματος.
δ) Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος δηλώνει στο Έντυπο Ε2 κάποιο ακίνητό του ως κενό για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των έξι (6) μηνών μέσα στην κρινόμενη περίοδο, φωτοαντίγραφα των λογαριασμών της ΔΕΗ ή οποιοδήποτε άλλο στοιχείο (π.χ. λογαριασμοί ύδρευσης, κοινόχρηστων κ.λπ.), από το οποίο να αποδεικνύεται ότι το ακίνητο ήταν κενό για το υπόψη χρονικό διάστημα.
6. Για την αναγνώριση δικαιωμάτων (απαλλαγών, εξαιρέσεων κ.λπ.) προσκομίζονται σε περίπτωση φορολογικού ελέγχου τα παρακάτω δικαιολογητικά έγγραφα ή στοιχεία από τα οποία αποδεικνύεται η συνδρομή των απαιτούμενων προϋποθέσεων:
α) Για την απαλλαγή από τη φορολογία εισοδήματος των μισθών, των συντάξεων και της πάγιας αντιμισθίας που χορηγούνται σε πρόσωπα με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 80%, η γνωμάτευση της αρμόδιας υγειονομικής επιτροπής του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α) ή των Ανώτατων Υγειονομικών Επιτροπών, Στρατού (Α.Σ.Υ.Ε), Ναυτικού (Α.Ν.Υ.Ε), Αεροπορίας (Α.Α.Υ.Ε.), Ελληνικής Αστυνομίας.
β) Ληξιαρχική πράξη θανάτου, γέννησης ή διαζευκτήριο, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος επικαλείται ως προστατευόμενα μέλη του τέκνα, αδελφούς και ανήλικους συγγενείς του μέχρι τρίτου βαθμού.
γ) Βεβαίωση της σχολής του εσωτερικού ή εξωτερικού, ή της δημόσιου ή ιδιωτικού ινστιτούτου επαγγελματικής κατάρτισης στο εσωτερικό ή στο εξωτερικό, από την οποία να προκύπτει ότι τα ενήλικα τέκνα του φορολογούμενου σπουδάζουν σ' αυτή, εφόσον έχουν ηλικία μέχρι 25 ετών και θεωρείται ότι αυτά βαρύνουν το φορολογούμενο.
δ) Τα στοιχεία που αποδεικνύουν την ηλικία και το βαθμό συγγένειας των προσώπων τα οποία ο φορολογούμενος επικαλείται ότι τον βαρύνουν, ότι τα πρόσωπα αυτά συνοικούν μ' αυτόν και το φορολογητέο εισόδημα καθενός από αυτά δεν υπερβαίνει το ποσό των 3.000 ευρώ το χρόνο ή, εφόσον έχουν αναπηρία τουλάχιστον 67%, ότι το φορολογητέο εισόδημά τους δεν υπερβαίνει το ποσό των 6.000 ευρώ το χρόνο.
Στη δεύτερη περίπτωση, των ανάπηρων μελών, απαιτείται και γνωμάτευση της αρμόδιας υγειονομικής επιτροπής του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α) ή των Ανώτατων Υγειονομικών Επιτροπών, Στρατού (Α.Σ.Υ.Ε), Ναυτικού (Α.Ν.Υ.Ε), Αεροπορίας (Α.Α.Υ.Ε.), Ελληνικής Αστυνομίας.
ε) Στοιχεία που αποδεικνύουν το ποσό του υπερτιμήματος από πώληση αυτοκινήτου (παρ. 3 του άρθρου 7 του Ν.1160/1981 ΦΕΚ 147/Α΄) και τον καταλογισμό φόρου στο φορολογούμενο.
στ) Κατάσταση, στην οποία να αναφέρονται τα στοιχεία των προσώπων που παρέχουν υπηρεσίες στον υπόχρεο ως οικιακοί βοηθοί, οδηγοί, δάσκαλοι, κηπουροί και λοιπό υπηρετικό προσωπικό, καθώς και το ποσό των ετήσιων αμοιβών που καταβλήθηκαν σε καθένα από αυτά τα πρόσωπα.
ζ) Ναυτολόγιο, στο οποίο να αναφέρονται τα στοιχεία των προσώπων που παρέχουν υπηρεσίες λόγω ναυτολόγησής τους σε σκάφη αναψυχής του υπόχρεου, καθώς και το ποσό των ετήσιων αμοιβών που καταβλήθηκαν σε καθένα από αυτά τα πρόσωπα.
η) Για την απόδειξη της διάστασης των συζύγων, απαιτείται αντίγραφο αγωγής για διαζύγιο ή διατροφή ή πρακτικό κατανομής της κοινής περιουσίας για συναινετικό διαζύγιο, ή σε περίπτωση που δεν υπάρχουν αυτά, οποιοδήποτε στοιχείο που να αποδεικνύει τη χωριστή διαβίωση των συζύγων (π.χ. χωριστή στέγη που θα αποδεικνύεται με την προσκόμιση μισθωτηρίου, λογαριασμών ΔΕΗ κ.τ.λ., φιλοξενούμενος με αποδεικτικό την αναγραφή στην προσωπική του δήλωση φορολογίας εισοδήματος, δωρεάν παραχώρηση,) τα οποία σε κάθε περίπτωση κρίνονται σαν πραγματικά γεγονότα από την αρμόδια Δ.Ο.Υ.
θ) Επικυρωμένο αντίγραφο της οικείας δικαστικής απόφασης, από την οποία να προκύπτει ότι ο γονέας ο οποίος θεωρείται κατ’ αρχήν υπόχρεος για την υποβολή της δήλωσης έχει χάσει τη γονική μέριμνα, σε περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων της του Ν.4172/2013
ι) Επικυρωμένο αντίγραφο της οικείας δικαστικής απόφασης, από την οποία να προκύπτει ότι ο γονέας με το μεγαλύτερο εισόδημα έχει χάσει τη γονική μέριμνα, σε περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων του δέκατου εδαφίου της του Ν.4172/2013 και της αναλογικής εφαρμογής στις περ. στ΄ και ζ΄ της ίδιας παραγράφου.
ια) Σε περίπτωση υποβολής δήλωσης σχολάζουσας κληρονομίας ή επιδικίας ή μεσεγγύησης από τον κηδεμόνα, τον προσωρινό διαχειριστή ή το μεσεγγυούχο, κατά περίπτωση, καθώς και σε περίπτωση υποβολής δήλωσης για λογαριασμό ανηλίκων ή δικαστικώς ή νομίμως απαγορευμένων ή αυτών που βρίσκονται υπό δικαστική αντίληψη από τον επίτροπο ή τον κηδεμόνα ή τον αντιλήπτορα, κατά περίπτωση, το νόμιμο στοιχείο από το οποίο αποδεικνύεται ο ορισμός των πιο πάνω προσώπων.
ιβ) Εάν ο φορολογούμενος δηλώνει ότι κατοικεί μόνιμα σε νησί με πληθυσμό κάτω από 3.100 κατοίκους, προκειμένου να τύχει μείωση του φόρου με βάση την και την του Ν.4172/2013, βεβαίωση μόνιμης κατοικίας, την οποία εκδίδει ο Δήμαρχος και στην οποία πρέπει να αναγράφει ότι ο φορολογούμενος ήταν μόνιμος κάτοικος του νησιού ολόκληρο το έτος απόκτησης του εισοδήματος, από το οποίο ζητείται η απαλλαγή και μέχρι την ημερομηνία χορήγησης της βεβαίωσης. Εξαιρετικά, για τους δημοσίους υπαλλήλους και για τους υπαλλήλους Ν.Π.Δ.Δ. που διορίζονται στα νησιά αυτά κατά το έτος τοποθέτησής τους στο νησί ή κατά το έτος αναχώρησής τους από αυτό θα πρέπει η βεβαίωση να αναφέρεται τουλάχιστον σε χρονικό διάστημα 9 μηνών. Περαιτέρω, για τους επιχειρηματίες – φυσικά πρόσωπα δεν αρκεί η βεβαίωση μόνιμης κατοικίας αλλά θα πρέπει και να αποδεικνύουν ότι η επιχειρηματική τους δραστηριότητα ασκείται κατά κύριο λόγο εντός των συγκεκριμένων νησιών.
ιγ) Σε περίπτωση κατοίκων εξωτερικού που διατηρούν τη φορολογική τους κατοικία σε κράτος−μέλος της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ., και προκειμένου να δικαιούνται τις μειώσεις φόρου στην Ελλάδα για το εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις δυνάμει των διατάξεων του άρθρου του Ν.4172/2013, απαιτείται:
Για την εφαρμογή της του ως άνω άρθρου, βεβαίωση της αλλοδαπής φορολογικής Αρχής για το συνολικό εισόδημά τους και για το εισόδημα που απέκτησαν στην Ελλάδα, για την εφαρμογή της του ως άνω άρθρου, βεβαίωση της αλλοδαπής φορολογικής Αρχής, από την οποία να προκύπτει ότι το φορολογητέο εισόδημα των εν λόγω φυσικών προσώπων στο κράτος κατοικίας τους είναι τόσο χαμηλό που ενώ θα δικαιούνταν της μείωσης του φόρου δυνάμει ,της φορολογικής τους νομοθεσίας, δεν επωφελούνται αυτής (σχετ. οι C−39/2010, C−169/2003 και C−279/1993 απoφάσεις του ΔΕΕ).
ιδ) Ευκρινές φωτοαντίγραφο της οικείας δικαστικής απόφασης από το πρωτότυπο ή από ακριβές αντίγραφο αυτής, από την οποία να προκύπτει ότι ο γονέας ο οποίος θεωρείται κατ’ αρχήν υπόχρεος για την υποβολή της δήλωσης, έχει χάσει την γονική μέριμνα, σε περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 11 του ν. 4172/13.
ιε) Ευκρινές φωτοαντίγραφο της οικείας δικαστικής απόφασης από το πρωτότυπο ή από ακριβές αντίγραφο αυτής, από την οποία να προκύπτει ότι ο γονέας με το μεγαλύτερο εισόδημα έχει χάσει τη γονική μέριμνα, σε περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων του δέκατου εδαφίου της περ. γ της παρ. 1 του άρθρου 31 του ν. 4172/13 και της αναλογικής εφαρμογής στις περιπτώσεις στ’ και ζ’ της ίδιας παραγράφου.
7. Για την απόδειξη της καταβολής του ποσού των ασφαλιστικών εισφορών της του Ν. 4172/2013 σε ταμεία ασφάλισης του υπόχρεου (π.χ. μέλη Δ.Σ., συνταξιούχοι ή μισθωτοί για εξαγορά προϋπηρεσίας που η εξόφληση έγινε από τους ίδιους), απαιτείται η σχετική βεβαίωση ή απόδειξη του ασφαλιστικού φορέα, από την οποία προκύπτει το ποσό των ασφαλιστικών εισφορών που η καταβολή τους είναι υποχρεωτική από το νόμο, καθώς και το ποσό των καταβαλλόμενων εισφορών στις περιπτώσεις προαιρετικής ασφάλισης σε ταμεία που έχουν συσταθεί με νόμο, χωριστά από τυχόν άλλα ποσά για εκπρόθεσμη κ.λπ. καταβολή των εισφορών.
8. Για την απαλλαγή από τη φορολογία εισοδήματος των μισθών, συντάξεων και της πάγιας αντιμισθίας που χορηγούνται σε πρόσωπα που παρουσιάζουν ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον ογδόντα τοις εκατό (80%), οι γνωματεύσεις των οικείων υγειονομικών επιτροπών του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α), το οποίο συστήθηκε και λειτουργεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν.3863/2010, με σκοπό την εξασφάλιση ενιαίας υγειονομικής κρίσης, όσον αφορά στον καθορισμό του βαθμού αναπηρίας, όλων των ασφαλισμένων όλων των ασφαλιστικών φορέων, συμπεριλαμβανομένου του Δημοσίου, καθώς και των ανασφάλιστων για τους οποίους απαιτείται η πιστοποίηση της αναπηρίας.
Περαιτέρω, ο φορολογούμενος για την πιστοποίηση της ύπαρξης αναπηρίας μπορεί να προσκομίσει και γνωματεύσεις των Ανωτάτων Υγειονομικών Επιτροπών του Στρατού (Α.Σ.Υ.Ε), του Ναυτικού (Α.Ν.Υ.Ε), της Αεροπορίας (Α.Α.Υ.Ε.), της Ελληνικής Αστυνομίας και του Πυροσβεστικού Σώματος, δεδομένου ότι σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 3863/2010, οι εν λόγω Υγειονομικές Επιτροπές δεν έχουν καταργηθεί και εξακολουθούν να ασκούν τα καθήκοντά τους και μετά την 01.09.2011.
Περαιτέρω, οι ήδη εκδοθείσες γνωματεύσεις πριν την 01.09.2011 (ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του ΚΕ.Π.Α) από τις υγειονομικές επιτροπές των Νομαρχιών, οι οποίες έχουν δοθεί για οποιαδήποτε χρήση, μπορούν να χρησιμοποιούνται για την αναγνώριση της υπόψη φορολογικής απαλλαγής επ’ αόριστον, αν πρόκειται για επ’ αόριστον κρίση, ή αλλιώς μέχρι την ημερομηνία που λήγει η ισχύς τους, εφόσον είχαν εκδοθεί σύμφωνα με όσα ίσχυαν στο σχετικό φορολογικό πλαίσιο κατά το χρόνο έκδοσής τους.
Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος δεν διαθέτει κάποιες από τις προηγούμενες γνωματεύσεις, μπορεί αν λαμβάνει σύνταξη από ασφαλιστικό φορέα κύριας ασφάλισης, επειδή έχει αναπηρία σε ποσοστό τουλάχιστον 80%, να προσκομίσει βεβαίωση ή απόφαση συνταξιοδότησης του συνταξιοδοτικού φορέα, από την οποία να προκύπτει ότι κατόπιν ιατρικής κρίσης από την αρμόδια υγειονομική επιτροπή συνταξιοδοτήθηκε με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 80% ως και το χρονικό διάστημα που προβλέπεται ότι θα διαρκέσει η αναπηρία αυτή. Τονίζεται ότι εφόσον έχει εκδοθεί γνωμάτευση αναπηρίας από ΚΕΠΑ ή ΑΣΥΕ κ.λπ., τότε λαμβάνονται υπόψη οι γνωματεύσεις αυτές και όχι οι βεβαιώσεις ή αποφάσεις των συνταξιοδοτικών φορέων.
Επισημαίνεται ότι σε όλες τις ανωτέρω γνωματεύσεις, προκειμένου να γίνουν δεκτές θα πρέπει να διαπιστώνεται και βεβαιώνεται ρητά το ποσοστό της αναπηρίας του προσώπου που αφορά, καθώς και το χρονικό διάστημα που προβλέπεται ότι θα διαρκέσει η εν λόγω αναπηρία, ενώ σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να καλύπτουν και το φορολογικό έτος για το οποίο ο ενδιαφερόμενος αιτείται την εφαρμογή των οικείων διατάξεων.
9. Για τη μείωση του φόρου κατά διακόσια (200) ευρώ, απαιτούνται τα ακόλουθα δικαιολογητικά, από τα οποία πιστοποιείται η ιδιότητα του φορολογουμένου ή του εξαρτώμενου μέλους του, ως αναπήρου, θύματος πολέμου κλπ, λόγω της οποίας ο φορολογούμενος δικαιούται την εν λόγω μείωση:
α. Προκειμένου για πρόσωπα με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον εξήντα επτά τοις εκατό (67%) γνωμάτευση των οικείων υγειονομικών επιτροπών του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.) ή της Ανωτάτης του Στρατού Υγειονομικής Επιτροπής (Α.Σ.Υ.Ε), στις οποίες θα πρέπει να διαπιστώνεται και βεβαιώνεται ρητά το ποσοστό της αναπηρίας του προσώπου που αφορά, καθώς και το χρονικό διάστημα που προβλέπεται ότι θα διαρκέσει η εν λόγω αναπηρία.
Περαιτέρω, για την ταυτότητα του νομικού λόγου και λαμβάνοντας υπόψη ότι σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου
Επιπλέον, στο πλαίσιο της χρηστής διοίκησης, και οι ήδη εκδοθείσες γνωματεύσεις πριν την 01.09.2011 (ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του ΚΕ.Π.Α) από τις υγειονομικές επιτροπές των νομαρχιών, μπορούν να χρησιμοποιούνται για την αναγνώριση της υπόψη φορολογικής ελάφρυνσης επ’ αόριστον, αν πρόκειται για επ’ αόριστον κρίση, ή αλλιώς μέχρι την ημερομηνία που λήγει η ισχύς τους.
Δεν λαμβάνεται υπόψη επαγγελματική ή ασφαλιστική αναπηρία.
β) Προκειμένου για ανάπηρους αξιωματικούς ή οπλίτες ή θύματα πολέμου, καθώς και για ανάπηρους ή θύματα εθνικής αντίστασης ή εμφυλίου πολέμου, σχετική βεβαίωση της αρμόδιας Υπηρεσίας του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
Ειδικά για τους ανάπηρους αξιωματικούς και οπλίτες, καθώς και τα θύματα πολέμου αρκούν τα ενημερωτικά σημειώματα πληρωμής της σύνταξής τους, στα οποία αναγράφεται ο δεκαψήφιος αριθμός μητρώου της σύνταξής τους, ο οποίος πρέπει να αρχίζει από 3 ή 4.
Για αξιωματικούς οι οποίοι υπέστησαν τραύμα ή νόσημα που επήλθε λόγω κακουχιών σε πολεμική περίοδο, βεβαίωση της αρμόδιας κρατικής υπηρεσίας που τους χορηγεί τις αποδοχές τους.
Τέλος, για τα θύματα τρομοκρατικών ενεργειών βεβαίωση από τον οικείο συνταξιοδοτικό φορέα ότι ο φορολογούμενος έχει αναγνωριστεί ως θύμα τρομοκρατικής ενέργειας και συνταξιοδοτείται για το λόγο αυτό, βάσει του οικείου νομοθετικού πλαισίου, όπως ισχύει κάθε φορά.
10. Για την απόδειξη της καταβολής του ποσού των εξόδων νοσοκομειακής και ιατρικής περίθαλψης του άρθρου 18, απαιτούνται τα ακόλουθα, κατά περίπτωση, δικαιολογητικά:
α) Έξοδα για ιατρικές επισκέψεις και εξετάσεις:
Απόδειξη λιανικών συναλλαγών η οποία εκδίδεται από τον ιατρό, τον οδοντίατρο ή το πρόσωπο που παρέχει τις ιατρικές υπηρεσίες εν γένει (φυσικοθεραπευτή, λογοθεραπευτή κλπ) κατά την είσπραξη της αμοιβής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του Κώδικα Απεικόνισης Φορολογικών Συναλλαγών, όπως ισχύουν κάθε φορά.
Ειδικά, για την αναγνώριση της δαπάνης για φυσικοθεραπεία, λουτροθεραπεία, λογοθεραπεία, παροχή υπηρεσιών από ψυχολόγο κλπ, απαιτείται και σχετική γνωμοδότηση και παραπομπή από το θεράποντα ιατρό (ή από νοσοκομείο).
β) Έξοδα νοσηλείας
Προκειμένου για νοσήλια σε ιδιωτικές κλινικές:
Απόδειξη λιανικών συναλλαγών της κλινικής, από την οποία να προκύπτει το ποσό της δαπάνης για τη νοσηλεία του ασθενή. Για την έκδοση αυτής της απόδειξης εφαρμόζονται τα οριζόμενα στις διατάξεις του Κώδικα Απεικόνισης Φορολογικών Συναλλαγών, όπως ισχύουν κάθε φορά.
Βεβαίωση του διευθυντή της κλινικής για το χρόνο νοσηλείας του ασθενή και το ποσό των εξόδων αυτής, αναλυτικά κατά είδος εξόδου. Προκειμένου για νοσήλια σε κρατικά νοσηλευτικά ιδρύματα:
Το προβλεπόμενο νόμιμο παραστατικό κατά τις διατάξεις του Κώδικα Απεικόνισης Φορολογικών Συναλλαγών, όπως ισχύουν κάθε φορά, από το οποίο να προκύπτει το ποσό της δαπάνης για τη νοσηλεία του ασθενή.
Βεβαίωση του διευθυντή του νοσηλευτικού ιδρύματος, για το χρόνο νοσηλείας του ασθενή και το ποσό των εξόδων αυτής, αναλυτικά κατά είδος εξόδου. Στις πιο πάνω υποπεριπτώσεις, όταν στα οικεία εκδοθέντα παραστατικά βάσει του Κώδικα Απεικόνισης Φορολογικών Συναλλαγών, αναγράφεται ο χρόνος της νοσηλείας και αναλυτικά τα έξοδα αυτής (κατά είδος εξόδου), δεν απαιτείται η πιο πάνω αναφερθείσα ιδιαίτερη βεβαίωση του διευθυντή του νοσηλευτικού ιδρύματος ή της ιδιωτικής κλινικής.
γ) Έξοδα φαρμακευτικής περίθαλψης
Για την αναγνώριση της δαπάνης για την αγορά φαρμάκων και αναλώσιμου υγειονομικού υλικού απαιτείται απόδειξη λιανικής πώλησης, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Απεικόνισης Φορολογικών Συναλλαγών, όπως ισχύουν κάθε φορά, η οποία εκδίδεται από τα φαρμακεία. Ειδικά, για το αναλώσιμο υγειονομικό υλικό που προμηθεύεται ο φορολογούμενος, απαιτείται και η προσκόμιση αιτιολογημένης ιατρικής γνωμάτευσης.
Στην περίπτωση που η σχετική δαπάνη φαρμακευτικής περίθαλψης αποτελεί μέρος των εξόδων νοσοκομειακής περίθαλψης, απαιτούνται τα δικαιολογητικά που προαναφέρθηκαν στην πιο πάνω περίπτωση β.
δ) Έξοδα για την απασχόληση νοσηλευτή/τριας:
Βεβαίωση του θεράποντα ιατρού, με την οποία να βεβαιώνεται το είδος της νόσου από την οποία πάσχει ο ασθενής, η διάρκειά της, καθώς και η ανάγκη απασχόλησης νοσηλευτή/τριας, λόγω της σοβαρότητας της νόσου.
Απόδειξη είσπραξης της αμοιβής από το πρόσωπο που πρόσφερε υπηρεσίες ως νοσηλευτής/τρια, στην οποία πρέπει να αναφέρεται το ονοματεπώνυμό του, το όνομα του πατέρα του, ο αριθμός φορολογικού μητρώου, η διεύθυνση κατοικίας του και η χρονική διάρκεια παροχής υπηρεσιών του, υπογεγραμμένη από το πρόσωπο που παρέχει τις υπηρεσίες.
ε) Έξοδα σε επιχειρήσεις περίθαλψης ηλικιωμένων οι οποίες εδρεύουν στην Ελλάδα:
Απόδειξη παροχής υπηρεσιών, η οποία εκδίδεται από την επιχείρηση που εισπράττει την αμοιβή σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Απεικόνισης Φορολογικών Συναλλαγών, όπως ισχύουν κάθε φορά.
Βεβαίωση του διευθυντή ή του νόμιμου εκπροσώπου της επιχείρησης για τον ακριβή χρόνο της περίθαλψης του προσώπου που κατέβαλε ή για το οποίο καταβλήθηκε η δαπάνη, καθώς και το ποσό αυτής κατά κατηγορία δαπάνης.
στ) Έξοδα αγοράς και τοποθέτησης οργάνων στο σώμα του ασθενή και αντικατάστασης μελών του σώματός του με τεχνητά:
Στην περίπτωση που η σχετική δαπάνη αποτελεί μέρος των εξόδων νοσοκομειακής περίθαλψης, απαιτούνται τα δικαιολογητικά που προαναφέρθηκαν στην πιο πάνω περίπτωση β.
Σε περίπτωση που ο ίδιος ο ασθενής προμηθεύεται τα όργανα ή τα τεχνητά μέλη από το ελεύθερο εμπόριο, απαιτείται απόδειξη λιανικής, η οποία εκδίδεται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Κώδικα Απεικόνισης Φορολογικών Συναλλαγών και στην οποία θα πρέπει να αναγράφεται το όνομα του αγοραστή, καθώς και το είδος του πωλούμενου αντικειμένου. Εν προκειμένω, απαιτείται και η συνυποβολή βεβαίωσης του θεράποντα ιατρού ή του νοσοκομείου ή της κλινικής όπου έγινε η αντικατάσταση ή η τοποθέτηση του τεχνητού μέλους ή οργάνου στο σώμα του ασθενούς, από την οποία να προκύπτει ότι τα αναφερόμενα στην πιο πάνω απόδειξη λιανικής χρησιμοποιήθηκαν στη συγκεκριμένη θεραπεία.
Επίσης, σε περίπτωση αγοράς γυαλιών οράσεως ή φακών επαφής ή ακουστικών βαρηκοϊας, εκτός από την απόδειξη που προβλέπει ο Κ.Φ.Α.Σ, απαιτείται και σχετική βεβαίωση – συνταγή του θεράποντος ιατρού.
ζ) Ειδικές δαπάνες περίθαλψης τέκνων με αναπηρία:
Το προβλεπόμενο νόμιμο παραστατικό κατά τις διατάξεις του Κώδικα Απεικόνισης Φορολογικών Συναλλαγών, όπως ισχύουν κάθε φορά, από το οποίο να προκύπτει το ποσό της δαπάνης για την περίθαλψη των τέκνων με αναπηρία.
Βεβαίωση του διευθυντή ή του νόμιμου εκπροσώπου της ειδικής σχολής ή του ειδικού ιδρύματος ή του οργανισμού από την οποία να προκύπτει η πάθηση του τέκνου του υπόχρεου, ο ακριβής χρόνος της φοίτησης ή της περίθαλψης του τέκνου με αναπηρία για το οποίο καταβλήθηκε η αμοιβή, καθώς και το ποσό αυτής, αναλυτικά, κατά κατηγορία δαπάνης.
Στοιχεία από τα οποία να αποδεικνύεται ότι το ετήσιο φορολογούμενο και απαλλασσόμενο εισόδημά του τέκνου δεν υπερβαίνει το ποσό των 6.000 €.
η) Νοσήλια που καταβάλλονται στην αλλοδαπή:
Προκειμένου για έξοδα ιατρικής και νοσοκομειακής περίθαλψης που καταβάλλονται στην αλλοδαπή, απαιτούνται οι σχετικές βεβαιώσεις, τα τιμολόγια και τα αποδεικτικά είσπραξης των αλλοδαπών γιατρών ή νοσοκομείων ή κλινικών.
Εάν τα σχετικά αλλοδαπά δικαιολογητικά θεωρούνται, από τη νομοθεσία του κράτους προέλευσης, δημόσια έγγραφα απαιτείται να φέρουν επισημείωση της Σύμβασης της Χάγης (σφραγίδα Apostille για δημόσια έγγραφα των χωρών που υπέγραψαν τη Σύμβαση αυτή) ή προξενική επικύρωση (για τις περιπτώσεις χωρών που δεν έχουν προσχωρήσει στην εν λόγω Σύμβαση) ή θεώρηση από τον αρμόδιο Έλληνα πρόξενο (για τις χώρες για τις οποίες η Ελλάδα έχει εκφράσει αντίρρηση για την προσχώρηση τους στη Σύμβαση της Χάγης) ή κατά τα προβλεπόμενα σε διεθνείς συνθήκες, εφόσον καλύπτουν τέτοιου είδους δικαιολογητικά.
Εάν τα σχετικά δικαιολογητικά συνιστούν ιδιωτικά έγγραφα:
α) εάν τα έξοδα νοσοκομειακής περίθαλψης έχουν καταβληθεί σε κράτη−μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και σε χώρες του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ)/ Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών (ΕΖΕΣ), απαιτείται, πλην της προσκόμισης των δικαιολογητικών αυτών, και υπεύθυνη δήλωση του Ν. 1599/1986 του φορολογουμένου ότι του παρασχέθηκαν οι συγκεκριμένες ιατρικές ή νοσοκομειακές υπηρεσίες από το συγκεκριμένο γιατρό ή νοσοκομείο ή κλινική του συγκεκριμένου κράτους και ότι κατέβαλε σε αυτούς τα ποσά που αναγράφονται στα συνημμένα δικαιολογητικά.
β) εάν τα έξοδα αυτά έχουν καταβληθεί σε άλλες χώρες του εξωτερικού και εφόσον τα σχετικά δικαιολογητικά (βεβαιώσεις, τιμολόγια και αποδεικτικά είσπραξης των αλλοδαπών γιατρών ή νοσοκομείων ή κλινικών) έχουν θεωρηθεί από δημόσια αρχή του κράτους προέλευσης, ακολουθώντας την προβλεπόμενη διαδικασία του συγκεκριμένου κράτους, απαιτείται να φέρουν είτε τη σφραγίδα Apostille, είτε προξενική θεώρηση είτε θεώρηση από τον αρμόδιο Έλληνα πρόξενο, κατά τα οριζόμενα ανωτέρω για τα δημόσια έγγραφα.
Σε περίπτωση που δεν υφίσταται τέτοια διαδικασία ο φορολογούμενος θα πρέπει να συνυποβάλλει, πλην των σχετικών δικαιολογητικών, και υπεύθυνη δήλωση του Ν. 1599/1986 κατά τα οριζόμενα ανωτέρω για τα ιδιωτικά έγγραφα στις χώρες της ΕΕ/ΕΟΧ. Επιπλέον, στην εν λόγω υπεύθυνη δήλωση, θα πρέπει να επιβεβαιώνεται ρητά από το φορολογούμενο ότι δεν υφίσταται σχετική διαδικασία στο αλλοδαπό κράτος για τη θεώρηση των προσκομιζόμενων εγγράφων από δημόσια αρχή. Όλα τα ανωτέρω δικαιολογητικά πρέπει να είναι μεταφρασμένα νόμιμα.
Σε περίπτωση που οι δαπάνες ιατρικής και νοσοκομειακής περίθαλψης καταβάλλονται από τον ίδιο το φορολογούμενο, όμως τα σχετικά δικαιολογητικά υποβάλλονται στον εργοδότη ή σε ασφαλιστικό ταμείο ή σε ασφαλιστική επιχείρηση για την κάλυψη από αυτούς μέρους του ποσού της οικείας δαπάνης, για την απόδειξη του υπόλοιπου ποσού της δαπάνης, με το οποίο επιβαρύνθηκε πραγματικά ο ίδιος ο φορολογούμενος, προκειμένου να είναι δυνατή η παροχή της υπόψη φορολογικής ελάφρυνσης, απαιτείται σχετική βεβαίωση του εργοδότη, του ασφαλιστικού ταμείου ή της ασφαλιστικής επιχείρησης από την οποία να προκύπτουν τα ακόλουθα:
α) Τα στοιχεία του προσώπου για το οποίο καταβλήθηκε η δαπάνη,
β) Το συνολικό ποσό της δαπάνης για το οποίο υποβλήθηκαν δικαιολογητικά,
γ) Ο αριθμός και η ημερομηνία της απόδειξης παροχής υπηρεσιών ή της απόδειξης λιανικής πώλησης στην οποία αναγράφεται το ποσό της δαπάνης,
δ) Το ποσό της δαπάνης που καλύφθηκε από τον εργοδότη ή το ασφαλιστικό ταμείο ή την ασφαλιστική επιχείρηση και
ε) Το υπόλοιπο ποσό της δαπάνης με το οποίο επιβαρύνεται ο φορολογούμενος.
11. Για την απόδειξη της καταβολής του ποσού των δωρεών χρηματικών ποσών του άρθρου ΚΦΕ, απαιτούνται τα ακόλουθα, κατά περίπτωση, δικαιολογητικά :
Γραμμάτιο είσπραξης του ποσού της δωρεάς, το οποίο εκδίδεται από το πιστωτικό ίδρυμα όπου υφίσταται ειδικός λογαριασμός του νομικού προσώπου για το σκοπό αυτό και το οποίο θα πρέπει να αναφέρει τα στοιχεία του δωρητή και δωρεοδόχου, το ποσό της δωρεάς αριθμητικώς και ολογράφως, την ημερομηνία κατάθεσής του και την υπογραφή του δωρητή, κατά περίπτωση.
Βεβαίωση ή αντίγραφο της οικείας πράξης του νόμιμου εκπροσώπου του δωρεοδόχου από την οποία να προκύπτει η αποδοχή της δωρεάς και η καταχώρηση του ποσού αυτής στα επίσημα βιβλία του δωρεοδόχου.
Σε περίπτωση δωρεάς χρηματικών ποσών με όρο, απαιτείται βεβαίωση του νόμιμου εκπροσώπου του δωρεοδόχου από την οποία να προκύπτει το ύψος του καθαρού προϊόντος που περιέρχεται στο δωρεοδόχο. Επισημαίνεται, αναφορικά με τις δωρεές που καταβάλλονται υπέρ των νομικών προσώπων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα της ημεδαπής, ότι η Δ.Ο.Υ. του δωρητή, εφόσον το κρίνει σκόπιμο, δύναται να ζητήσει από το φορολογούμενο δικαιολογητικά, από τα οποία να προκύπτει ότι πληρείται ο μη κερδοσκοπικός – κοινωφελής σκοπός των προσώπων αυτών που ορίζεται στο καταστατικό τους και γενικότερα, μπορεί να προβεί σε οποιαδήποτε, κατά την κρίση της, ενέργεια, κατά τη διάρκεια του ελεγκτικού έργου, π.χ. ενδεχόμενη συνεργασία με τη Δ.Ο.Υ. του δωρεοδόχου.
Αντίστοιχα, για την απόδειξη των δωρεών υπέρ αντίστοιχων νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων με έδρα άλλα κράτη – μέλη της Ε.Ε ή του Ε.Ο.Χ., εάν από τα ως άνω απαιτούμενα δικαιολογητικά δεν προκύπτει ο μη κερδοσκοπικός και κοινωφελής χαρακτήρας τους, απαιτείται βεβαίωση αυτών, στην οποία θα αναγράφεται ότι είναι νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που επιδιώκουν κοινωφελή σκοπό. Όλα τα δικαιολογητικά των ανωτέρω προσώπων πρέπει να είναι μεταφρασμένα νόμιμα.
12. Για να αναγνωριστεί το ποσό της δαπάνης που καταβλήθηκε λόγω δωρεάς για την απόσβεση του δημόσιου χρέους ( του Ν.3842/2010), απαιτείται το αποδεικτικό κατάθεσης του ποσού στην Τράπεζα της Ελλάδος ή σε οποιαδήποτε άλλη τράπεζα στο οποίο πρέπει να αναφέρεται ρητά ότι έγινε η κατάθεση στο «Λογαριασμό Αλληλεγγύης για την απόσβεση του Δημόσιου Χρέους».
Για την απόδειξη του ποσού των δαπανών που καταβάλλει ο εκμισθωτής για αντιπλημμυρικά έργα και έργα αποξήρανσης το δικαιολογητικό που εκδίδεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΦΑΣ όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά και εκπίπτεται ποσοστό 10% των δαπανών επί του ακαθάριστου εισοδήματος που ορίζονται στην του Ν.4172/2013.
Με την δήλωση φορολογίας εισοδήματος προσκομίζονται φωτοαντίγραφα της υποβληθείσας στη Δ.Ο.Υ του συμβολαιογράφου της δήλωσης φόρου υπεραξίας καθώς και δήλωσης φόρου υπεραξίας που υποβλήθηκε ηλεκτρονικά προκειμένου να συμπληρωθεί το καθαρό εισόδημα από μεταβίβαση ακίνητης περιουσίας του άρθρου του Ν.4172/2013. Σε εισόδημα οικοδομών που ανεγέρθηκαν με δαπάνες του μισθωτή σε έδαφος κυριότητας του εκμισθωτή και περιέχεται στην κατοχή του εκμισθωτή με την λήξη ή την διακοπή της μισθωτικής σχέσης που συντελέστηκε το έτος 2014, απαιτείται η προσκόμιση σχετικής βεβαίωσης του μισθωτή από την οποία να προκύπτει το ύψος των δαπανών που ανεγέρθηκαν και απορρέουν από τα επίσημα βιβλία του.
Για την απόδειξη του ποσού της αποζημίωσης που καταβάλλει, βάσει νόμου, ο εκμισθωτής στο μισθωτή για τη λύση της μισθωτικής σχέσης ακινήτου, το δικαιολογητικό που εκδίδεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΒΣ, όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά.
Για την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων , και του Ν.4172/2013, κατά την υποβολή της ετήσιας φορολογικής δήλωσης, προσκομίζονται σε περίπτωση φορολογικού ελέγχου τα παρακάτω δικαιολογητικά έγγραφα ή στοιχεία:
α. Για την απόδειξη ακινησίας του επιβατικού αυτοκινήτου ιδιωτικής χρήσης ή του τρίτροχου ή δίτροχου αυτοκινούμενου οχήματος ιδιωτικής χρήσης, βεβαίωση της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. στην οποία έχει υποβληθεί η δήλωση ακινησίας του άρθρου του Ν.2367/1953.
β. Για τη μείωση της ετήσιας τεκμαρτής δαπάνης διαβίωσης των επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης, τα οποία είναι ειδικά διασκευασμένα για να οδηγούνται από πρόσωπα που παρουσιάζουν αναπηρία 67% και πάνω από φυσική αναπηρία, νοητική καθυστέρηση ή ψυχική πάθηση ή για να μεταφέρουν αυτά τα πρόσωπα, γνωμάτευση της αρμόδιας υγειονομικής επιτροπής του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α) ή των Ανώτατων Υγειονομικών Επιτροπών, Στρατού (Α.Σ.Υ.Ε), Ναυτικού (Α.Ν.Υ.Ε), Αεροπορίας (Α.Α.Υ.Ε.), Ελληνικής Αστυνομίας.
γ. Για τη μη εφαρμογή της ετήσιας αντικειμενικής δαπάνης διαβίωσης αυτοκίνητου αντίκα το πιστοποιητικό αυθεντικότητας το οποίο εκδίδεται από διεθνή ή ημεδαπό φορέα που έχει αρμοδιότητα να εκδίδει τέτοιο πιστοποιητικό και τις χαρακτηριστικές αριθμημένες πινακίδες που εκδίδονται από τα αρμόδια εξουσιοδοτημένα νομικά πρόσωπα σύμφωνα με την υπ. αριθ. Α−οικ. 61041/5235/28−11−2013 απόφαση του Υφυπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Διευκρινίζεται ότι η ανωτέρω απαλλαγή δεν εφαρμόζεται σε αυτοκίνητα που διαθέτουν μεν πιστοποιητικό αυθεντικότητας αλλά φέρουν συμβατικές πινακίδες.
δ. Για την απόδειξη της καταβολής των διδάκτρων σε ιδιωτικά σχολεία στοιχειώδους και μέσης εκπαίδευσης η απόδειξη παροχής υπηρεσιών για το ποσό της αμοιβής.
ε. Για την απόδειξη της ετήσιας αντικειμενικής δαπάνης διαβίωσης με βάση τη δεξαμενή κολύμβησης (πισίνα), φωτοαντίγραφο της άδειας κατασκευής ή του επίσημου σχεδιαγράμματος του γραφείου Πολεοδομίας, από τα οποία να προκύπτει η επιφάνεια της δεξαμενής και αν πρόκειται για εξωτερική ή εσωτερική δεξαμενή κολύμβησης.
στ. Για την απόδειξη της ετήσιας αντικειμενικής δαπάνης για την αγορά μετοχών εισηγμένων σε χρηματιστηριακή αγορά τα πινακίδια αγοράς και για αγορά μετοχών μη εισηγμένων σε χρηματιστηριακή αγορά τα ιδιωτικά συμφωνητικά αγοράς.
17.Για την απόδειξη της ετήσιας αντικειμενικής δαπάνης για ανέγερση οικοδομών ή αγορά ακινήτων:
α) Σε περίπτωση ανέγερσης οικοδομής:
Φωτοαντίγραφα του εντύπου υπολογισμού του ελάχιστου κόστους κατασκευής της οικοδομής και του πίνακα ανάλυσης κόστους κατασκευής στις επιμέρους εργασίες, που έχουν κατατεθεί στην αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία.
Κατάσταση, στην οποία θα περιγράφεται αναλυτικά το ακίνητο που κατασκευάζεται, η επιφάνειά του, η τοποθεσία και τα όριά του, το κατασκευαστικό στάδιο που βρισκόταν στην αρχή του οικείου φορολογικού έτους και οι εργασίες που έγιναν κατά τη διάρκεια του έτους αυτού, ο αριθμός των αποδείξεων δαπανών που διενεργήθηκαν μέσα στο έτος και η συνολική αξία αυτών, ανεξάρτητα από το έτος έκδοσης της οικοδομικής άδειας.
β) Σε περίπτωση κατασκευής δεξαμενής κολύμβησης (πισίνας), φωτοαντίγραφο της άδειας κατασκευής και κατάσταση των αποδείξεων δαπανών κατασκευής που πραγματοποιήθηκαν μέσα στο οικείο φορολογικό έτος.
γ) Σε περίπτωση αγοράς ακινήτου, επικυρωμένα αντίγραφα των σχετικών συμβολαίων είτε βεβαίωση (ή περίληψη του οικείου συμβολαίου) του συμβολαιογράφου, στην οποία θα περιγράφεται αναλυτικά το ακίνητο, η επιφάνειά του, η τοποθεσία και τα όριά του, η αντικειμενική αξία και η αξία που δηλώνουν οι αντισυμβαλλόμενοι ότι συμφωνήθηκε, ο φόρος που καταβλήθηκε για τη μεταβίβαση αυτή, ο τρόπος καταβολής του τιμήματος, τα συμβολαιογραφικά έξοδα, καθώς και τα λοιπά έξοδα και τα στοιχεία των αντισυμβαλλόμενων.
γ) Σε περίπτωση αγοράς ακινήτου, ευκρινή φωτοαντίγραφα των σχετικών συμβολαίων από αντίγραφα αυτών τα οποία έχουν επικυρωθεί από δικηγόρο, είτε βεβαίωση (ή περίληψη του οικείου συμβολαίου) του συμβολαιογράφου, στην οποία θα περιγράφεται αναλυτικά το ακίνητο, η επιφάνειά του, η τοποθεσία και τα όριά του, η αντικειμενική αξία που δηλώνουν οι αντισυμβαλλόμενοι ότι συμφωνήθηκε, ο φόρος που καταβλήθηκε για τη μεταβίβαση αυτή, ο τρόπος καταβολής του τιμήματος, τα συμβολαιογραφικά έξοδα, καθώς και τα λοιπά έξοδα και τα στοιχεία των αντισυμβαλλομένων.
18. Για την απόδειξη της ετήσιας αντικειμενικής δαπάνης για δωρεές ή γονικές παροχές ή χορηγίες χρηματικών ποσών, φωτοαντίγραφο της δήλωσης άτυπης δωρεάς ή γονικής παροχής ή διπλότυπη απόδειξη ή γραμμάτιο είσπραξης του ποσού της δωρεάς ή χορηγίας, η οποία εκδίδεται από το δωρεοδόχο και, σε κάθε περίπτωση, κατάσταση με τα στοιχεία του δωρητή, του δωρολήπτη και το ποσό για κάθε δωρεά ή γονική παροχή ή χορηγία.
19 Για την ετήσια δαπάνη που καταβάλλεται για την απόσβεση δανείων (στεγαστικών προσωπικών δανείων) ή πιστώσεων, βεβαίωση του δανειοδότη για το συνολικό ετήσιο ποσό των τοκοχρεολυτικών δόσεων που καταβλήθηκαν μέσα στο οικείο φορολογικό έτος.
20. Αναλυτικό πίνακα με τα στοιχεία εσόδων (εισοδήματα, δωρεές κ.λπ.) και των δαπανών, από τον οποίο να προκύπτει το ποσό του αναλωθέντος κεφαλαίου που ο υπόχρεος επικαλείται για την κάλυψη της διαφοράς της δαπάνης.
21. Σε περίπτωση που η δήλωση του υπόχρεου υποβάλλεται από κληρονόμο του, μαζί μ' αυτή πρέπει να υποβάλλονται και τα ακόλουθα δικαιολογητικά:
α) Ληξιαρχική πράξη θανάτου.
β) Πιστοποιητικό εγγυτέρων συγγενών.
γ) Πιστοποιητικό περί μη δημοσίευσης διαθήκης.
Σε περίπτωση υποβολής της δήλωσης από κληρονόμους θανόντος ή από κηδεμόνα σχολάζουσας κληρονομιάς, η δήλωση υποβάλλεται στη Δ.Ο.Υ. στη χωρική αρμοδιότητα της οποίας κατοικούσε ο κληρονομούμενος ή βρισκόταν η έδρα της επιχειρηματικής επαγγελματικής τους εγκατάστασης πριν από το θάνατό του.
22.Στις περιπτώσεις που οι εκδότες των πιο πάνω δικαιολογητικών είναι αλλοδαποί και τα δικαιολογητικά αυτά (αποδείξεις κ.λπ., τα οποία σ' αυτές τις περιπτώσεις εκδίδονται σύμφωνα με τη νομοθεσία του ξένου κράτους) είναι διατυπωμένα σε ξένη γλώσσα, πρέπει μαζί με καθένα από αυτά τα δικαιολογητικά να υποβάλλεται και μετάφρασή του στα ελληνικά. Η μετάφραση αυτή μπορεί να γίνεται από οποιαδήποτε αρχή γενικά ή πρόσωπο που έχει το σχετικό δικαίωμα.
Ειδικά για δημόσια έγγραφα θα πρέπει να φέρουν την επισημείωση της Χάγης [Ν. 1497/1984 (ΦΕΚ Α188/27−11−1984)], εφόσον το αλλοδαπό κράτος εμπίπτει στην κατάσταση των κρατών που έχουν προσχωρήσει στη Σύμβαση της Χάγης, όπως έχει συμπληρωθεί και ισχύει. Για τα κράτη τα οποία δεν έχουν προσχωρήσει στην ανωτέρω Σύμβαση, ισχύει η προξενική θεώρηση. Η σχετική βεβαίωση υποβάλλεται πρωτότυπη και απαιτείται η επίσημη μετάφρασή της στην Ελληνική γλώσσα. (ΠΟΛ 1026/2014)
Οι ασκούντες επιχειρηματική δραστηριότητα, απαιτείται να προσκομίζουν κατά περίπτωση τα εξής δικαιολογητικά έγγραφα και στοιχεία:
α. Για την εφαρμογή του κινήτρου της έκπτωσης του διπλάσιου μισθώματος που καταβάλλεται από το φόρο εισοδήματος των επιχειρήσεων τριτογενούς τομέα που μισθώνουν την εγκατάστασή τους στις περιοχές Γεράνι και Μεταξουργείο του Iστορικού Kέντρου της Αθήνας, με βάση τις διατάξεις της παρ. Β2 του άρθρου και της παραγράφου Β2 του άρθρου του Ν.4030/2011, συνυποβάλλονται τα ακόλουθα δικαιολογητικά, όπως αυτά ορίζονται στην ΠΟΛ.1096/2012 Α.Υ.Ο. (ΦΕΚ Β΄1162):
αα. Βεβαίωση του Τμήματος−Γραφείου Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης της αρμόδιας ΔΟΥ, από την οποία να προκύπτει το είδος της ασκούμενης επαγγελματικής δραστηριότητας της επιχείρησης και η εγκατάστασή της από την 25η Νοεμβρίου 2011 και μετά στις πιο πάνω οριζόμενες περιοχές Γεράνι και Μεταξουργείο του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας.
ββ. Το ιδιωτικό συμφωνητικό μίσθωσης του ακινήτου θεωρημένο από τη ΔΟΥ ή το συμβολαιογραφικό μισθωτήριο (για το οποίο δεν απαιτείται θεώρηση από τη ΔΟΥ), από το οποίο να προκύπτει η έναρξη και η λήξη της οικείας μίσθωσης, η διάρκεια αυτής, το είδος και η θέση του μισθωμένου ακινήτου και το ποσό του συμφωνημένου μισθώματος. Στην περίπτωση υπεκμίσθωσης υποβάλλονται και τα δύο μισθωτήρια των δικαιούχων.
γγ. Τα αποδεικτικά καταβολής του μισθώματος για την περίοδο που αιτείται.
δδ. Βεβαίωση της Υπηρεσίας Δόμησης του Δήμου Αθηναίων, ότι το προς υπαγωγή κτίριο ή χώρος στις διατάξεις της παρούσας υφίσταται νομίμως, σύμφωνα με τις κείμενες πολεοδομικές διατάξεις.
εε. Βεβαίωση της Διεύθυνσης Αρχιτεκτονικής του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, από την οποία να προκύπτει ότι η εγκατάσταση της χρήσης της ασκούμενης δραστηριότητας της επιχείρησης στις πιο πάνω περιοχές, επιτρέπεται από τις ισχύουσες διατάξεις των π. δ/των της 2/13.7.1994 (Δ΄704) και 23.7/19.8.1998 (Δ΄616) και είναι μεταξύ των περιλαμβανομένων στην παράγραφο 3 του άρθρου 1 της παρούσας.
ββ. Για τις μισθώσεις μέχρι την 31-12-2013, ευκρινές φωτοαντίγραφο του ιδιωτικού συμφωνητικού μίσθωσης του ακινήτου από το πρωτότυπο αυτού που έχει θεωρηθεί από τη Δ.Ο.Υ, για τις μισθώσεις μετά την 1-1-2014, το εκτυπωμένο από τη διαδικτυακή εφαρμογή της ΓΓΔΕ ιδιωτικό συμφωνητικό μίσθωσης του ακινήτου το οποίο συνυποβάλλεται με την υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1589/1986 στην οποία ο ενδιαφερόμενος βεβαιώνει την ακρίβεια των δηλούμενων στοιχείων, ή το συμβολαιογραφικό μισθωτήριο (για το οποίο δεν απαιτείται θεώρηση από τη Δ.Ο.Υ. )από το οποίο να προκύπτει η έναρξη και λήξη της οικείας μίσθωσης, η διάρκεια αυτής, το είδος και η θέση του μισθωμένου ακινήτου και το ποσό του συμφωνημένου μισθώματος. Στην περίπτωση υπεκμίσθωσης υποβάλλονται και τα δύο μισθωτήρια των δικαιούχων.
β. Τα φυσικά πρόσωπα που πραγματοποίησαν μέσα στο φορολογικό έτος 2014 δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας, υπεύθυνη δήλωση για την υποβολή των απαραίτητων δικαιολογητικών στη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας του Υπουργείου Πολιτισμού Παιδείας και Θρησκευμάτων για τις δαπάνες έρευνας και τεχνολογίας που πραγματοποίησαν.
γ. Για τις ατομικές επιχειρήσεις που υπάγονται στο άρθρο 71 του ν.3842/2010, περί φορολογικών κινήτρων ευρεσιτεχνιών, απόφαση Υπαγωγής του Υπουργού Πολιτισμού Παιδείας και Θρησκευμάτων, όπως αναφέρεται στην ΠΟΛ.1203/2010 Α.Υ.Ο.
γ. Για τις ατομικές επιχειρήσεις που υπάγονται στο άρθρο 71 του Ν.3842/2010, περί φορολογικών κινήτρων ευρεσιτεχνιών, απόφαση Υπαγωγής του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, όπως αναφέρεται στην ΠΟΛ.1203/2010 Α.Υ.Ο. (ΦΕΚ Β΄2147).
δ. Για τις ατομικές επιχειρήσεις που επιθυμούν να επωφεληθούν των κινήτρων για την ενίσχυση της κινηματογραφικής παραγωγικής, έχουν εφαρμογή οι όροι και οι προϋποθέσεις που ορίζονται με την ΠΟΛ.1132/2011 απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Τουρισμού (ΦΕΚ Β΄1392), η οποία εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση των διατάξεων της του Ν.3842/2010.
ε. Οι ατομικές οικοδομικές επιχειρήσεις, για τα ακίνητα των οποίων η άδεια κατασκευής έχει εκδοθεί πριν από την 1.1.2006 και τα οποία πωλήθηκαν μέσα στο φορολογικό έτος 2014, υποβάλλουν αναλυτική κατάσταση των οικοδομών αυτών, προκειμένου να προσδιοριστεί το φορολογητέο εισόδημά τους, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 13 του άρθρου 26 του Ν.4223/2013 με τις οποίες προστέθηκε παράγραφος στο άρθρο 72 του Ν.4172/2013.
Στην κατάσταση αυτή θα εμφανίζονται τα ακόλουθα:
στοιχεία, ανά διεύθυνση, οικοδομών, των οποίων η ανέγερση άρχισε πριν από την 1.1.2006 και δεν έχει ολοκληρωθεί η ανέγερση ή η πώλησή τους,
τα ακαθάριστα έσοδα όπως προσδιορίσθηκαν με βάση τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 34 του Ν.2238/1994, που προέκυψαν μέσα στο φορολογικό έτος 2014 από την πώληση κάθε μίας χωριστά οριζόντιας ιδιοκτησίας ή άλλου κτιρίου, που ανήκει σε οικοδομή, η άδεια κατασκευής της οποίας έχει εκδοθεί πριν από την 1.1.2006,
Επίσης, υπόχρεοι ως άνω είναι και οι ατομικές οικοδομικές επιχειρήσεις για τα ακίνητα των οποίων η άδεια κατασκευής έχει εκδοθεί μετά την 1.1.2006 αλλά εξαιρούνται των διατάξεων του ΦΠΑ βάση της παραγρ. 3 του άρθρου 1 του Ν. 3487/2005.
στ. Τη δήλωση «ΔΗΛΩΣΗ ΚΑΤΟΧΗΣ ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΩΝ ΕΡΓΩΝ» (Ε16) σε δύο (2) αντίτυπα, όταν το νομικό πρόσωπο έχει στην κυριότητά του τέτοια μηχανήματα, για τα οποία οφείλεται τέλος χρήσης του άρθρου 20 του Ν.2052/1992 (ΦΕΚ Α΄94).
ζ. Τα φυσικά πρόσωπα για κάθε άτομο που απασχόλησαν από 1.1.2014 με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω, σύμφωνα με τις διατάξεις της του Ν.3522/2006 (ΦΕΚ Α΄276), υποβάλλουν τα ακόλουθα δικαιολογητικά:
αα. κατάσταση στην οποία θα εμφανίζονται τα στοιχεία των πιο πάνω ατόμων που απασχόλησαν,
ββ. γνωμάτευση κατά τα οριζόμενα στην περ. α’ της παραγράφου 9 του άρθρου 5 με την οποία διαπιστώνεται και βεβαιώνεται το ποσοστό αναπηρίας των πιο πάνω προσώπων
γγ. υπεύθυνη δήλωση του Ν.1599/1986 με την οποία να δηλώνουν ότι απασχόλησαν τα πιο πάνω πρόσωπα καθώς και το χρονικό διάστημα της απασχόλησής τους.
η. Κατάσταση φορολογικής αναμόρφωσης, η οποία περιλαμβάνει:
α) Κατάσταση με τα ποσά της φορολογικής αναμόρφωσης κατά κατηγορία δαπανών,
β) Κατάσταση στην οποία θα περιλαμβάνονται τα επιβατικά αυτοκίνητα Ι.Χ. της επιχείρησης με τον αριθμό κυκλοφορίας και τον κυβισμό τους, αντίστοιχα, γ) Κατάσταση Αποδοθέντων και Οφειλόμενων Φόρων,
Οι ατομικές επιχειρήσεις που συντάσσουν ετήσιες οικονομικές καταστάσεις με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα (Δ.Λ.Π.) υποβάλλουν, πέραν των ανωτέρω, τα ακόλουθα δικαιολογητικά, κατά περίπτωση:
Α. ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΤΗΡΟΥΝ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΩΝ Δ.Λ.Π.
α. Δημοσιευμένα συνοπτικά οικονομικά στοιχεία και πληροφορίες των ενοποιημένων και μη ενοποιημένων ετήσιων οικονομικών καταστάσεων φορολογικού έτους 2014 (Δ.Λ.Π.), που ορίζονται από την παράγραφο 1 της Κ2−11365/16.12.2008 (ΦΕΚ Β΄27) απόφασης των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης.
β. Πίνακα Συμφωνίας Λογιστικής−Φορολογικής Βάσης (Π.Σ.Λ.Φ.Β.) βάσει του Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών και ανάλυσή του (προέλευση ποσών). γ. Πίνακα σχηματισμού φορολογικών αποθεματικών.
Β. ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΤΗΡΟΥΝ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥΣ ΒΑΣΕΙ ΤΟΥ Κ.Φ.Α.Σ.
α. Δημοσιευμένα συνοπτικά οικονομικά στοιχεία και πληροφορίες των ενοποιημένων και μη ενοποιημένων ετήσιων οικονομικών καταστάσεων φορολογικού έτους 2014 (Δ.Λ.Π.), που ορίζονται από την παράγραφο 1 της Κ2−11365/16.12.2008 (ΦΕΚ Β΄ 27) απόφασης των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης.
β. Αντίγραφο του φορολογικού ισολογισμού και του λογαριασμού φορολογικών αποτελεσμάτων χρήσης.
25. ΔΑΠΑΝΗ ΑΓΟΡΑΣ ΑΓΑΘΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ (κωδ.049 Πίνακα 7)
Το ποσό των αποδείξεων του κωδ.049 που προσκομίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 24 του άρθρου 72 του ν.4172/2013, γίνεται αποδεκτό εφόσον έχει περιληφθεί στην εμπρόθεσμη ή εκπρόθεσμη αρχική ή τροποποιητική δήλωση και λογίζεται συνολικά και για τους δύο συζύγους, επιμερίζεται δε μεταξύ τους ανάλογα με το δηλούμενο και φορολογούμενο σύμφωνα με την κλίμακα ατομικό εισόδημα.
26. ΑΛΛΟΔΑΠΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ α.ν. 89/1967
Τα εισοδήματα του αλλοδαπού προσωπικού των εγκατεστημένων στην Ελλάδα γραφείων σύμφωνα με τις διατάξεις του α.ν. 89/1967(Α΄132), που δεν προκύπτουν στην Ελλάδα και βάσει του άρθρου 3 του ν. 4172/2013 δεν υπόκεινται σε φορολογία, δηλώνονται με δικαιολογητικό το παραστατικό εισαγωγής χρηματικών κεφαλαίων σε λογαριασμό Τράπεζας που εδρεύει στην Ελλάδα , στους κωδ. 781-782 του εντύπου Ε1
Άρθρο 6
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως
Για να κατεβάσετε τα συνημμένα πατήστε ΕΔΩ.
Η Γενική Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων - ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΣΑΒΒΑΪΔΟΥ
2. Εάν η πράξη αφορά φυσικό πρόσωπο, η κοινοποίηση συντελείται εφόσον:
α) κοινοποιηθεί ηλεκτρονικά, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του ν. 3979/2011 ή στο λογαριασμό του εν λόγω προσώπου ή του νόμιμου αντιπροσώπου του ή του φορολογικού εκπροσώπου του στο πληροφοριακό σύστημα της Φορολογικής Διοίκησης, την οποία ακολουθεί ηλεκτρονική ειδοποίηση στη δηλωθείσα διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του,
β) αποσταλεί με συστημένη επιστολή στην τελευταία δηλωθείσα ταχυδρομική διεύθυνση κατοικίας του εν λόγω προσώπου ή
γ) επιδοθεί στο εν λόγω πρόσωπο, κατά τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, μόνο εφόσον δεν είναι δυνατή η επίδοση με άλλον τρόπο. Η κοινοποίηση σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, κατά το προηγούμενο εδάφιο, θεωρείται νόμιμη, εφόσον γίνει στην τελευταία δηλωθείσα στη Φορολογική Διοίκηση διεύθυνση κατοικίας ή επαγγελματικής εγκατάστασης του εν λόγω προσώπου.
3. Εάν η πράξη αφορά νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, η κοινοποίηση συντελείται εφόσον:
α) κοινοποιηθεί ηλεκτρονικά, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του ν. 3979/2011 ή στο λογαριασμό του εν λόγω προσώπου ή του νόμιμου αντιπροσώπου του ή του φορολογικού εκπροσώπου του στο πληροφοριακό σύστημα της Φορολογικής Διοίκησης, την οποία ακολουθεί ηλεκτρονική ειδοποίηση στη δηλωθείσα διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του,
β) παραδοθεί στην έδρα ή εγκατάσταση του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας στην Ελλάδα, με υπογεγραμμένη απόδειξη παραλαβής από υπάλληλο του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας ή
γ) αποσταλεί με συστημένη επιστολή στην τελευταία δηλωθείσα ταχυδρομική διεύθυνση της έδρας ή της εγκατάστασης του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας ή
δ) Επιδοθεί κατά τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, μόνο εφόσον δεν είναι δυνατή η επίδοση με άλλον τρόπο. Η κοινοποίηση σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας κατά το προηγούμενο εδάφιο θεωρείται νόμιμη, εφόσον γίνει στην τελευταία δηλωθείσα στη Φορολογική Διοίκηση διεύθυνση της έδρας ή της εγκατάστασης του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας ή της κατοικίας του τελευταίου δηλωθέντα στη Φορολογική Διοίκηση νόμιμου ή φορολογικού εκπροσώπου.
Η νομιμότητα της κοινοποίησης δεν θίγεται στην περίπτωση παραίτησης των προσώπων του προηγούμενου εδαφίου, εφόσον κατά το χρόνο της κοινοποίησης, δεν είχε γνωστοποιηθεί στη φορολογική διοίκηση ο διορισμός νέου νόμιμου ή φορολογικού εκπροσώπου.
4. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα έγγραφα που έχουν πληροφοριακό χαρακτήρα ή πράξεις προσδιορισμού φόρου του άρθρου 32 του παρόντος Κώδικα μπορούν να κοινοποιούνται με απλή επιστολή.
5. Πράξη που αποστέλλεται με συστημένη επιστολή θεωρείται ότι έχει νομίμως κοινοποιηθεί μετά την παρέλευση δεκαπέντε (15) ημερών από την ημέρα αποστολής, εάν η ταχυδρομική διεύθυνση του παραλήπτη κατά τα ανωτέρω βρίσκεται στην Ελλάδα. Σε περίπτωση που η ταχυδρομική διεύθυνση είναι εκτός Ελλάδας, η πράξη θεωρείται ότι έχει κοινοποιηθεί νομίμως μετά την παρέλευση τριάντα (30) ημερών από την ημέρα αποστολής της συστημένης επιστολής. Σε περίπτωση που η επιστολή δεν παραδοθεί και δεν κοινοποιηθεί στον φορολογούμενο ή στον εκπρόσωπό του για οποιονδήποτε λόγο, η Φορολογική Διοίκηση ζητά από την ταχυδρομική υπηρεσία την επιστροφή αυτής με συνοδευτικό κείμενο, στο οποίο περιλαμβάνονται οι ακόλουθες πληροφορίες: α) η ημερομηνία, κατά την οποία η συστημένη επιστολή προσκομίσθηκε και παρουσιάστηκε στην ως άνω διεύθυνση και β) ο λόγος για τη μη κοινοποίηση ή τη μη βεβαίωση της κοινοποίησης. Η Φορολογική Διοίκηση μεριμνά, προκειμένου αντίγραφο της συστημένης επιστολής να βρίσκεται στη διάθεση της αρμόδιας υπηρεσίας της Φορολογικής Διοίκησης και να μπορεί αυτή να παραδοθεί στον φορολογούμενο ή εκπρόσωπό του οποιαδήποτε στιγμή και αδαπάνως.
6. Στις περιπτώσεις της ηλεκτρονικής κοινοποίησης στο λογαριασμό φυσικού, νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση α΄ των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος, η πράξη θεωρείται ότι έχει νομίμως κοινοποιηθεί μετά την παρέλευση δέκα ημερών από την ανάρτησή της στο λογαριασμό του προσώπου το οποίο αφορά η επίδοση και την ηλεκτρονική ειδοποίησή του στη δηλωθείσα διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του, εφόσον δεν προκύπτει προγενέστερος χρόνος παραλαβής της. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα καθορίζονται όλες οι αναγκαίες προϋποθέσεις για την εφαρμογή της ηλεκτρονικής κοινοποίησης και ιδίως τα σχετικά με την επικαιροποίηση των στοιχείων ηλεκτρονικής επικοινωνίας των φορολογουμένων, το σημείο ανάρτησης στο λογαριασμό της κοινοποιούμενης πράξης, ο τρόπος πιστοποίησης των ηλεκτρονικών ιχνών παραλαβής, η δημιουργία πιστοποιητικού παραλαβής και τα στοιχεία της ηλεκτρονικής ειδοποίησης.
7. Εάν κανένας από τους τρόπους κοινοποίησης που ορίζονται στις παραγράφους 2 και 3 δεν μπορεί να λάβει χώρα, τότε κοινοποίηση πράξης η οποία αφορά τη φορολογία ακινήτων, είναι δυνατόν να συντελεσθεί με επίδοση στον ίδιο ή σε οποιοδήποτε ενήλικο φυσικό πρόσωπο που έχει έννομη σχέση με τον κύριο ή επικαρπωτή του ακινήτου και είναι παρόν στο ακίνητο ή με θυροκόλληση της πράξης στο ακίνητο.
2. Η Φορολογική Διοίκηση θέτει τα έγγραφα που προβλέπονται στην παράγραφο 1, στη διάθεση του κοινού, δωρεάν, ηλεκτρονικά, ταχυδρομικά ή στις κατά τόπους υπηρεσίες της.
2. Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να απαιτήσει εγγύηση από οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα υποβάλλει δήλωση εγγραφής στο φορολογικό μητρώο, εάν μέτοχος ή εταίρος του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας που υποβάλλει τη δήλωση υπήρξε κατά τα τελευταία πέντε (5), πριν από την υποβολή της, έτη, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου, ή νόμιμος εκπρόσωπος άλλου νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας ή ήταν «συνδεδεμένο πρόσωπο» κατά το άρθρο 2 του Κ.Φ.Ε. με άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, που πτώχευσαν ή κατέστησαν αφερέγγυα και η πτώχευση ή αφερεγγυότητα είχε ως αποτέλεσμα τη μη είσπραξη ή διακινδύνευση είσπραξης από τη Φορολογική Διοίκηση ληξιπρόθεσμων φορολογικών οφειλών τουλάχιστον δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ.
3. Η εγγύηση, σύμφωνα με την παράγραφο 2, απαιτείται μόνο μετά από αιτιολογημένη έκθεση της Φορολογικής Διοίκησης, από την οποία προκύπτει, ότι οι εργασίες του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας που υποβάλλει τη δήλωση εγγραφής θέτουν άμεσο κίνδυνο πρόκλησης ζημίας από τη μη είσπραξη μελλοντικών φόρων. Η Φορολογική Διοίκηση οφείλει, εντός δεκατεσσάρων (14) ημερών από την παραλαβή της δήλωσης, να κοινοποιεί στο νομικό πρόσωπο ή στη νομική οντότητα που υποβάλλει τη δήλωση, την απαίτηση για παροχή εγγύησης μαζί με τη σχετική έκθεση. Στην περίπτωση αυτή η εγγραφή στο φορολογικό μητρώο ολοκληρώνεται μόνο μετά την παροχή της αιτηθείσας εγγύησης. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα ορίζεται το είδος και το ύψος της εγγύησης και το περιεχόμενο της έκθεσης.
4. Ο φορολογούμενος, φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, υποχρεούται να ενημερώνει εγγράφως τη Φορολογική Διοίκηση εντός δέκα (10) ημερών για μεταβολές στην επωνυμία, το διακριτικό τίτλο, τη διεύθυνση κατοικίας ή τη διεύθυνση των επαγγελματικών εγκαταστάσεων, την έδρα, το αντικείμενο της δραστηριότητας, τη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, καθώς και τις λοιπές πληροφορίες που παρασχέθηκαν κατά το χρόνο της εγγραφής. Ο φορολογούμενος δεν μπορεί να επικαλείται έναντι της Φορολογικής Διοίκησης τις μεταβολές του προηγούμενου εδαφίου, μέχρι το χρόνο ενημέρωσής της. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα καθορίζονται ο τρόπος ενημέρωσης και οι λεπτομέρειες εφαρμογής της παρούσας παραγράφου.
5. Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος ή ο υπόχρεος του άρθρου αυτού, παραλείψει να εγγραφεί, σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους δεν απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής και παρακράτησης των φόρων και από τις λοιπές φορολογικές υποχρεώσεις.
2. Ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου, ο οποίος δύναται να επεκτείνεται κατά ένα πρόθεμα, χρησιμοποιείται σε όλες τις φορολογίες στις οποίες εφαρμόζεται ο Κώδικας και σε όσες άλλες περιπτώσεις προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία.
3. Η Φορολογική Διοίκηση αποδίδει Αριθμό Φορολογικού Μητρώου σε πρόσωπο που δεν τυγχάνει φορολογούμενος, εφόσον τούτο απαιτείται από άλλες διατάξεις νόμου. Ειδικότερα, η Φορολογική Διοίκηση αποδίδει Αριθμό Φορολογικού Μητρώου κατόπιν αιτήσεως οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας, προκειμένου να πραγματοποιηθεί οποιαδήποτε οικονομική συναλλαγή με τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης και τα πιστωτικά ιδρύματα και τα ιδρύματα πληρωμών της ημεδαπής. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα μπορεί να καθορίζονται τα σχετικά με την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου θέματα, εξαιρέσεις σε περιπτώσεις συναλλαγών με πιστωτικά ιδρύματα πληρωμών και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
4. Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να αναστέλλει τη χρήση Αριθμού Φορολογικού Μητρώου ή να προβαίνει σε απενεργοποίηση αυτού εάν υφίστανται αντικειμενικά στοιχεία από τα οποία υποδηλώνουν ότι ο φορολογούμενος έχει παύσει να ασκεί οικονομική δραστηριότητα ή ότι διαπράττει φοροδιαφυγή ή ότι έχει δηλώσει ψευδή ή ανακριβή στοιχεία για την απόκτησή του. Ο φορολογούμενος έχει σε κάθε περίπτωση το δικαίωμα να αποδείξει ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου
5. Ο Γενικός Γραμματέας, με απόφασή του, ορίζει:
α) το περιεχόμενο και τον τρόπο χορήγησης του Αριθμού Φορολογικού Μητρώου,
β) τις περιπτώσεις αναφοράς του Αριθμού Φορολογικού Μητρώου στις δηλώσεις, ή τα άλλα έγγραφα που προβλέπονται κατά την εφαρμογή του Κώδικα, και
γ) τις περιπτώσεις γνωστοποίησης του Αριθμού Φορολογικού Μητρώου για σκοπούς πληροφόρησης κατά την εκπλήρωση φορολογικών υποχρεώσεων.
δ) περιπτώσεις αναστολής ή απενεργοποίησης Αριθμού Φορολογικού Μητρώου, τις συνέπειες της αναστολής και της απενεργοποίησης, και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παραγράφου 4.
5. Η Φορολογική Διοίκηση χρησιμοποιεί τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου σε κάθε μορφή επικοινωνίας με τον φορολογούμενο σχετικά με τις φορολογικές υποχρεώσεις του.
Εκπρόθεσμη φορολογική δήλωση υποβάλλεται οποτεδήποτε μέχρι την έκδοση εντολής ελέγχου από τη Φορολογική Διοίκηση ή μέχρι την παραγραφή του δικαιώματος της Φορολογικής Διοίκησης για έλεγχο της αρχικής δήλωσης με όλες τις συνέπειες περί εκπρόθεσμης δήλωσης.
2. Με αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα ορίζονται:
α) η μορφή των φορολογικών δηλώσεων,
β) οι πληροφορίες και τα στοιχεία που πρέπει να αναγράφονται στη φορολογική δήλωση και τα τυχόν συνοδευτικά έγγραφα αυτής,
γ) ο τρόπος υποβολής.
δ) ο τρόπος με τον οποίο αυτή θα υπογράφεται
ε) ο τύπος και το περιεχόμενο (πληροφορίες και στοιχεία) του εκκαθαριστικού ΕΝ.Φ.Ι.Α., η διαδικασία και τα δικαιολογητικά χορήγησης των απαλλαγών, η διαδικασία σύνθεσης και διόρθωσης της δήλωσης του ΕΝ.Φ.Ι.Α., καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
3. Ο φορολογούμενος ή, σε περίπτωση δικαιοπρακτικά ανίκανου ο νόμιμος εκπρόσωπος αυτού, και σε περίπτωση νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας ο νόμιμος ή φορολογικός εκπρόσωπος, βεβαιώνει την ακρίβεια και πληρότητα της φορολογικής δήλωσης με την υπογραφή του. Η βεβαίωση παρέχεται και μέσω ηλεκτρονικής υπογραφής.
4. Εάν μία φορολογική δήλωση ή μέρος αυτής συντάχθηκε από τρίτο πρόσωπο έναντι αμοιβής, η φορολογική δήλωση συνυπογράφεται και από το πρόσωπο αυτό.
2. Αν ο φορολογούμενος υποβάλει τροποποιητική φορολογική δήλωση εντός της προθεσμίας υποβολής της αρχικής φορολογικής δήλωσης, τότε και η τροποποιητική φορολογική δήλωση επέχει θέση αρχικής δήλωσης και θεωρείται ότι και οι δύο, αρχική και τροποποιητική έχουν υποβληθεί εμπρόθεσμα.
3. Τροποποιητική φορολογική δήλωση υποβάλλεται οποτεδήποτε μέχρι την έκδοση εντολής ελέγχου από τη Φορολογική Διοίκηση ή μέχρι την παραγραφή του δικαιώματος της Φορολογικής Διοίκησης για έλεγχο της αρχικής δήλωσης με όλες τις συνέπειες περί εκπρόθεσμης δήλωσης.
2. Η πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου εκδίδεται με βάση στοιχεία που έχουν τυχόν παρασχεθεί από τον φορολογούμενο σε φορολογική δήλωση ή κάθε άλλο στοιχείο που έχει στη διάθεσή της η Φορολογική Διοίκηση.
3. Εάν η Φορολογική Διοίκηση προσδιορίσει το φόρο ολικά ή μερικά με βάση στοιχεία διαφορετικά από αυτά που περιέχονται σε φορολογική δήλωση του φορολογούμενου, οφείλει να αναφέρει ειδικά τα στοιχεία αυτά στα οποία βασίστηκε ο προσδιορισμός του φόρου.
α) το ονοματεπώνυμο ή την επωνυμία του φορολογούμενου,
β) τον αριθμό φορολογικού μητρώου του φορολογούμενου, εφόσον έχει αποδοθεί στον φορολογούμενο,
γ) την ημερομηνία έκδοσης της πράξης,
δ) το είδος προσδιορισμού του φόρου και το θέμα στο οποίο αφορά η πράξη,
ε) το ποσό της φορολογικής οφειλής,
στ) την ημερομηνία μέχρι την οποία πρέπει να εξοφληθεί ο φόρος,
ζ) τους λόγους για τους οποίους η Φορολογική Διοίκηση προέβη στον προσδιορισμό φόρου και τον τρόπο με τον οποίο υπολογίστηκε το ποσό του φόρου,
η) το χρόνο, τον τόπο και τον τρόπο αμφισβήτησης του προσδιορισμού φόρου, και
θ) τυχόν αλληλεγγύως υπεύθυνα πρόσωπα
ι) λοιπές πληροφορίες.
Η πράξη προσδιορισμού φόρου κοινοποιείται στο πρόσωπο στο οποίο αφορά ο προσδιορισμός φόρου.
Με την πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου κοινοποιείται ταυτόχρονα και η οικεία έκθεση ελέγχου, εκτός από την περίπτωση του τέταρτου εδαφίου του άρθρου 34.
Ο τύπος των πράξεων προσδιορισμού του φόρου και της οικείας έκθεσης καθορίζεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα.
2. Ο φόρος καταβάλλεται με τον τρόπο που καθορίζεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα.
3. Σε περίπτωση διορθωτικού ή εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου, ο οφειλόμενος φόρος καταβάλλεται εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της πράξης του προσδιορισμού φόρου στον φορολογούμενο.
Σε περίπτωση προληπτικού προσδιορισμού του φόρου, ο οφειλόμενος φόρος καταβάλλεται εντός τριών (3) ημερών από την κοινοποίηση της αντίστοιχης πράξης προσδιορισμού του φόρου.
4. Σε περίπτωση έκδοσης οριστικής απόφασης διοικητικού δικαστηρίου, ο οφειλόμενος φόρος καταβάλλεται σε δύο (2) ίσες μηνιαίες δόσεις. Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα του επόμενου από την κοινοποίηση στον φορολογούμενο της πράξης εκκαθάρισης του φόρου που προκύπτει με βάση το διατακτικό της απόφασης μήνα και η δεύτερη δόση μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μήνα που ακολουθεί.
2. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1 ένα νοµικό πρόσωπο ή μια νοµική οντότητα που είναι φορολογικός κάτοικος στην ηµεδαπή και ανήκει κατά ποσοστό που υπερβαίνει το πενήντα τοις εκατό (50%) σε αλλοδαπό νοµικό πρόσωπο ή νοµική οντότητα μπορεί να χρησιµοποιήσει ως φορολογικό έτος το φορολογικό έτος του αλλοδαπού νοµικού προσώπου ή νοµικής οντότητας.
3. Ο φόρος που επιβάλλεται, σύµφωνα µε τις διατάξεις του παρόντος αφορά σε εισόδηµα που αποκτήθηκε το αµέσως προηγούµενο φορολογικό έτος.
4. Χρόνος κτήσης του εισοδήµατος θεωρείται ο χρόνος που ο δικαιούχος απέκτησε το δικαίωµα είσπραξής του. Κατ’ εξαίρεση, για τις ανείσπρακτες δεδουλευµένες αποδοχές που εισπράττει καθυστερηµένα ο δικαιούχος εισοδήµατος από μισθωτή εργασία και συντάξεις σε φορολογικό έτος μεταγενέστερο, χρόνος απόκτησης του εν λόγω εισοδήµατος θεωρείται ο χρόνος που εισπράττονται, εφόσον αναγράφονται διακεκριµένα στην ετήσια βεβαίωση αποδοχών που χορηγείται στον δικαιούχο.
5. Σε περίπτωση που ο φορολογούµενος προβαίνει σε έναρξη ή παύση εργασιών ή δραστηριοτήτων στη διάρκεια του φορολογικού έτους, το πρώτο φορολογικό έτος λήγει στις 31 Δεκεμβρίου και το τελευταίο φορολογικό έτος αρχίζει την 1η Ιανουαρίου, µε την επιφύλαξη του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 1.
2. Η μείωση του φόρου εισοδήµατος που προβλέπεται στην προηγούμενη παράγραφο δεν δύναται να υπερβαίνει το ποσό του φόρου που αναλογεί για το εισόδηµα αυτό στην Ελλάδα.
2. Για φορολογητέο εισόδηµα το οποίο υπερβαίνει το ποσό των είκοσι ενός χιλιάδων (21.000) ευρώ, το ποσό της μείωσης μειώνεται κατά εκατό (100) ευρώ ανά χίλια (1.000) ευρώ του φορολογητέου εισοδήµατος.
3. Όταν το φορολογητέο εισόδηµα υπερβαίνει το ποσό των σαράντα δύο χιλιάδων (42.000) ευρώ δεν χορηγείται μείωση φόρου.
α) πρόσωπα µε τουλάχιστον εξήντα επτά τοις εκατό (67%) αναπηρία βάσει γνωµάτευσης του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.) ή της Ανώτατης του Στρατού Υγειονοµικής Υπηρεσίας (Α.Σ.Υ.Ε.) για την πιστοποίηση αναπηρίας. Δεν λαµβάνεται υπόψη επαγγελµατική ή ασφαλιστική αναπηρία,
β) ανάπηροι αξιωµατικοί και οπλίτες, οι οποίοι έχουν αποστρατευτεί ή/και αξιωµατικοί, οι οποίοι υπέστησαν τραύµα ή νόσηµα που επήλθε λόγω κακουχιών σε πολεµική περίοδο,
γ) θύµατα πολέµου ή τροµοκρατικών ενεργειών που δικαιούνται να λαµβάνουν σύνταξη από πολεµική αιτία, συµπεριλαµβανοµένων µελών των οικογενειών αξιωµατικών και οπλιτών που απεβίωσαν κατά την εκτέλεση διατεταγµένης υπηρεσίας, τα οποία δικαιούνται να λαµβάνουν σύνταξη από τον Κρατικό Προϋπολογισµό
δ) πρόσωπα που δικαιούνται σύνταξη από το δηµόσιο ταµείο ως ανάπηροι ή θύµατα εθνικής αντίστασης ή εµφυλίου πολέµου.
2. Ως έξοδα ιατρικής και νοσοκοµειακής περίθαλψης θεωρούνται οι παρακάτω δαπάνες, κατά το μέρος που δεν καλύπτονται από ασφαλιστικά ταµεία ή/και ασφαλιστικές εταιρείες:
α) οι αµοιβές που καταβάλλονται σε ιατρούς και ιατρικά κέντρα, όλων των ειδικοτήτων για ιατρικές επισκέψεις, εξετάσεις και θεραπείες,
β) τα έξοδα νοσηλείας που καταβάλλονται σε νοσηλευτικά ιδρύµατα ή ιδιωτικές κλινικές, καθώς και οι δαπάνες που καταβάλλονται για διαρκή κάλυψη ιατρικών αναγκών,
γ) τα έξοδα για ιατρική και φαρµακευτική περίθαλψη γενικά,
δ) οι αµοιβές που καταβάλλονται σε νοσηλευτές για την παροχή υπηρεσιών σε ασθενή κατά τη νοσηλεία του σε νοσοκοµείο ή κλινική ή κατ’ οίκον,
ε) η δαπάνη για την αντικατάσταση µελών του σώµατος µε τεχνητά µέλη, καθώς και η δαπάνη για την αγορά ή τοποθέτηση στο σώµα του ασθενούς οργάνων, τα οποία είναι αναγκαία για τη φυσιολογική λειτουργία του ανθρώπινου οργανισµού,
στ) τα έξοδα νοσοκοµειακής περίθαλψης των τέκνων µε ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον σαράντα τοις εκατό (40%) βάσει γνωµάτευσης του ΚΕ.Π.Α. ή της Α.Σ.Υ.Ε., εφόσον το ετήσιο φορολογούµενο και απαλλασσόµενο εισόδηµα των τέκνων δεν υπερβαίνει το ποσό των έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ,
ζ) η δαπάνη για δίδακτρα ή τροφεία σε ειδικές για την πάθησή τους σχολές ή σε ειδικά ιδρύµατα ή οργανισµούς που καταβάλλονται για τέκνα µε ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον σαράντα τοις εκατό (40%) βάσει γνωµάτευσης του ΚΕ.Π.Α. ή της Α.Σ.Υ.Ε, εφόσον το ετήσιο φορολογούµενο και απαλλασσόµενο εισόδηµα των τέκνων δεν υπερβαίνει το ποσό των έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ και
η) ποσό ίσο µε το πενήντα τοις εκατό (50%) της δαπάνης που καταβάλλεται σε επιχειρήσεις περίθαλψης ηλικιωµένων.
3. Οι ιατρικές δαπάνες που πραγµατοποιούνται για τα εξαρτώµενα µέλη του φορολογούµενου συνυπολογίζονται για τον προσδιορισµό του ποσού της μείωσης " height="300" width="700"]φόρου, σύµφωνα µε τα οριζόµενα στην παράγραφο 1.
α) τουλάχιστον το ενενήντα τοις εκατό (90%) του παγκόσµιου εισοδήµατός τους αποκτάται στην Ελλάδα ή
β) αποδεικνύουν ότι το φορολογητέο εισόδηµά τους είναι τόσο χαµηλό ώστε θα δικαιούνταν της μείωσης του φόρου δυνάµει της φορολογικής νοµοθεσίας του κράτους της κατοικίας τους.
Φορολογητέο εισόδημα (€) Φορολογικός συντελεστής
≤25.000 22%
25.000,01 μέχρι και 42.000 32%
> 42.000 42%
2. Η παράγραφος 1 δεν εφαρµόζεται για το εισόδηµα από μισθωτή εργασία που αποκτούν:
α) οι αξιωµατικοί που υπηρετούν σε πλοία του εµπορικού ναυτικού και το οποίο φορολογείται µε φορολογικό συντελεστή 15% και
β) το κατώτερο πλήρωµα που υπηρετεί σε πλοία του εµπορικού ναυτικού και το οποίο φορολογείται µε φορολογικό συντελεστή 10%.
3. Με την επιφύλαξη της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 14, φορολογείται αυτοτελώς µε εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης, κάθε εφάπαξ αποζημίωση που παρέχεται από οποιονδήποτε φορέα και για οποιονδήποτε λόγο διακοπής της σχέσεως εργασίας ή άλλης σύµβασης, η οποία συνδέει το φορέα µε τον δικαιούχο της αποζηµίωσης.
Ο φόρος υπολογίζεται, σύµφωνα µε την ακόλουθη κλίµακα:
Κλιμάκιο αποζημίωσης (€) Φορολογικός συντελεστής
≤60.000 0%
60.000,01 – 100.000 10%
100.000,01 – 150.000 20%
>150.000 30%
4. Το ασφάλισµα που καταβάλλεται στο πλαίσιο οµαδικών ασφαλιστήριων συνταξιοδοτικών συµβολαίων φορολογείται αυτοτελώς:
α) Με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) για κάθε περιοδικά καταβαλλόµενη παροχή.
β) Με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%) για εφάπαξ καταβαλλόµενη παροχή μέχρι σαράντα χιλιάδες (40.000) ευρώ και µε συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%) για εφάπαξ καταβαλλόµενη παροχή κατά μέρος που υπερβαίνει τις σαράντα χιλιάδες (40.000) ευρώ.
Οι συντελεστές των ανωτέρω περιπτώσεων αυξάνονται κατά πενήντα τοις εκατό (50%) σε περίπτωση είσπραξης από τον δικαιούχο ποσού πρόωρης εξαγοράς.
Δεν θεωρείται πρόωρη εξαγορά κάθε καταβολή που πραγµατοποιείται σε εργαζόµενο ο οποίος έχει θεµελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωµα ή έχει υπερβεί το 60ό έτος της ηλικίας του, καθώς και κάθε καταβολή που γίνεται χωρίς τη βούληση του εργαζοµένου, όπως σε περίπτωση απόλυσης του εργαζοµένου ή πτώχευσης του εργοδότη.
5. Για του φορολογούμενους που κατοικούν μόνιμα σε νησιά με πληθυσμό, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή, κάτω από τρεις χιλιάδες εκτατό (3.100) κατοίκους, το φορολογητέο εισόδημα του πρώτου κλιμακίου της κλίμακας της παραγράφου 1 αυξάνεται κατά πενήντα τοις εκατό (50%), προκειμένου να υπολογιστεί το ποσό του φόρου που αναλογεί στο εισόδημα τους.
Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου ισχύει μέχρι την 31 Δεκέμβρη 2015
Φορολογητέο εισόδημα (€) Συντελεστής (%)
≤50.000 26%
≥50.000 33%
2. Για τα φυσικά πρόσωπα µε πρώτη δήλωση έναρξης επιτηδεύµατος από 1ης Ιανουαρίου 2013 και για τα τρία (3) πρώτα έτη άσκησης της δραστηριότητάς τους ο φορολογικός συντελεστής του πρώτου κλιµακίου της κλίµακας της παραγράφου 1 μειώνεται κατά πενήντα τοις εκατό (50%), εφόσον το ετήσιο ακαθάριστο εισόδηµά τους από επιχειρηµατική δραστηριότητα δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ.
3. Τα κέρδη από ατοµική αγροτική επιχείρηση φορολογούνται µε συντελεστή δεκατρία τοις εκατό (13%).
4. Το εισόδηµα από προσαύξηση περιουσίας της παραγράφου 4 του άρθρου 21 φορολογείται µε συντελεστή τριάντα τρία τοις εκατό (33%).
5. Για τους φορολογούμενους που κατοικούν μόνιμα σε νησιά με πληθυσμό σύμφωνα με την τελευταία απο¬γραφή κάτω από τρεις χιλιάδες εκατό (3.100) κατοίκους, το φορολογητέο εισόδημα του πρώτου κλιμακίου της κλίμακας της παραγράφου 1 αυξάνεται κατά πενήντα τοις εκατό (50%), προκειμένου να υπολογιστεί το ποσό του φόρου που αναλογεί στο εισόδημά τους.
Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου ισχύει μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2015.
6. Τα κέρδη των φυσικών προσώπων και των ατο¬μικών επιχειρήσεων που εμπίπτουν στην έννοια των πολύ μικρών επιχειρήσεων, όπως ορίζονται στη Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής της 6ης Μαΐου 2003, από τη διάθεση παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας προς την εταιρεία «Δ.Ε.Η. Α.Ε». ή άλλο προμηθευτή, μετά από την ένταξή τους στο «Ειδικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης Φωτοβολταϊκών Συστημάτων μέχρι δέκα (10) kw», κατό¬πιν απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, η οποία εκδίδεται σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 14 του ν. 3468/2006 (Α΄ 8), απαλλάσσονται του φόρου.
2. Το τεκµαρτό εισόδηµα υπολογίζεται µε βάση τις δαπάνες διαβίωσης του φορολογούµενου και των εξαρτώµενων µελών του, σύµφωνα µε τα άρθρα 31 έως και 34.
3. Το «συνολικό εισόδηµα» προσδιορίζεται ως το συνολικό ποσό του φορολογητέου εισοδήµατος κατά την έννοια του άρθρου 7 που αποκτά ο φορολογούµενος και τα εξαρτώµενα µέλη του από τις τέσσερις κατηγορίες ακαθάριστων εσόδων που αναγνωρίζονται στο άρθρο 7 του Κ.Φ.Ε..
4. Οι διατάξεις του Κεφαλαίου αυτού δεν εφαρµόζονται για τον αλλοδαπό διπλωµατικό ή προξενικό εκπρόσωπο, κάθε φυσικό πρόσωπο που εργάζεται σε πρεσβεία, διπλωµατική αποστολή, προξενείο ή αποστολή αλλοδαπού κράτους για τη διεκπεραίωση κρατικών υποθέσεων που είναι πολίτης του εν λόγω κράτους και κάτοχος διπλωµατικού διαβατηρίου, καθώς και για κάθε φυσικό πρόσωπο που εργάζεται σε θεσµικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή Διεθνούς Οργανισµού που έχει εγκατασταθεί βάσει διεθνούς συνθήκης την οποία εφαρµόζει η Ελλάδα.
α) Η ετήσια αντικειµενική δαπάνη, µε βάση τα τετραγωνικά μέτρα της ιδιοκατοικούµενης ή μισθωμένης ή της δωρεάν παραχωρούµενης κύριας κατοικίας ορίζεται κλιµακωτά, για τα ογδόντα (80) πρώτα τετραγωνικά μέτρα κύριων χώρων αυτής, µε σαράντα (40) ευρώ το τετραγωνικό μέτρο, για τα επόµενα από ογδόντα ένα (81) μέχρι και εκατόν είκοσι (120) τετραγωνικά μέτρα κύριων χώρων αυτής, µε εξήντα πέντε (65) ευρώ το τετραγωνικό μέτρο, για τα επόµενα από εκατόν είκοσι ένα (121) μέχρι και διακόσια (200) τετραγωνικά μέτρα κύριων χώρων αυτής, µε εκατόν δέκα (110) ευρώ το τετραγωνικό μέτρο, για τα διακόσια ένα (201) έως τριακόσια (300) τετραγωνικά μέτρα κύριων χώρων αυτής, µε διακόσια (200) ευρώ το τετραγωνικό μέτρο και για τα πλέον των τριακοσίων (300) τετραγωνικών μέτρων κύριων χώρων αυτής, µε τετρακόσια (400) ευρώ το τετραγωνικό μέτρο. Για τον υπολογισµό της ετήσιας αντικειµενικής δαπάνης των βοηθητικών χώρων της κύριας κατοικίας ορίζεται ποσό σαράντα (40) ευρώ το τετραγωνικό μέτρο. Τα παραπάνω ποσά προσαυξάνονται, προκειµένου για κατοικίες που βρίσκονται σε περιοχές µε τιµή ζώνης, σύµφωνα µε τον αντικειµενικό προσδιορισµό των ακινήτων, από 2.800 ευρώ έως 4.999 ευρώ το τετραγωνικό μέτρο, κατά ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%) και για περιοχές µε τιµή ζώνης από 5.000 ευρώ και άνω το τετραγωνικό μέτρο, κατά ποσοστό εβδοµήντα τοις εκατό (70%). Όλα τα παραπάνω ποσά προσαυξάνονται, προκειµένου για μονοκατοικίες, κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%).
β) Η ετήσια αντικειµενική δαπάνη, που εκτιµάται µε βάση τα τετραγωνικά μέτρα μίας ή περισσοτέρων ιδιοκατοικούµενων ή μισθωμένων δευτερευουσών κατοικιών, καθώς και των βοηθητικών χώρων αυτών, ορίζεται στο ένα δεύτερο (1/2) της ετήσιας αντικειµενικής δαπάνης όπως αυτή ορίζεται στην περίπτωση α΄.
γ) Η ετήσια αντικειµενική δαπάνη επιβατικού αυτοκινήτου ιδιωτικής χρήσης ορίζεται ως εξής:
αα) για τα αυτοκίνητα μέχρι χίλια διακόσια (1.200) κυβικά εκατοστά σε τέσσερις χιλιάδες (4.000) ευρώ,
ββ) για αυτοκίνητα μεγαλύτερα των χιλίων διακοσίων (1.200) κυβικών εκατοστών προστίθενται εξακόσια (600) ευρώ ανά εκατό (100) κυβικά εκατοστά μέχρι τα δύο χιλιάδες (2.000) κυβικά εκατοστά,
γγ) για αυτοκίνητα μεγαλύτερα των δύο χιλιάδων (2.000) κυβικών εκατοστών προστίθενται εννιακόσια (900) ευρώ ανά εκατό (100) κυβικά εκατοστά και μέχρι τρεις χιλιάδες (3.000) κυβικά εκατοστά και
δδ) για αυτοκίνητα μεγαλύτερα από τρεις χιλιάδες (3.000) κυβικά εκατοστά προστίθενται χίλια διακόσια (1.200) ευρώ ανά εκατό (100) κυβικά εκατοστά.
Τα παραπάνω ποσά ετήσιας αντικειµενικής δαπάνης από κάθε αυτοκίνητο μειώνονται ανάλογα µε την παλαιότητά του, η οποία υπολογίζεται από το έτος πρώτης κυκλοφορίας του στην Ελλάδα, ή σε χώρα της Ε.Ε/ΕΟΧ κατά ποσοστό ως εξής:
αα) Τριάντα τοις εκατό (30%) για χρονικό διάστηµα πάνω από πέντε (5) και μέχρι δέκα (10) έτη.
ββ) Πενήντα τοις εκατό (50%) για χρονικό διάστηµα πάνω από δέκα (10) έτη. Η ετήσια αντικειµενική δαπάνη δεν εφαρµόζεται για επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης που διαθέτουν πιστοποιητικό αυθεντικότητας το οποίο εκδίδεται από διεθνή ή ηµεδαπό φορέα που έχει αρµοδιότητα να εκδίδει τέτοιο πιστοποιητικό, καθώς και για επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης τα οποία είναι ειδικά διασκευασµένα για κινητικά αναπήρους.
Ως επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης ειδικά διασκευασµένα για κινητικά αναπήρους θεωρούνται εκείνα που διασκευάσθηκαν ύστερα από άδεια της αρµόδιας αρχής για να οδηγούνται από πρόσωπα που παρουσιάζουν κινητική αναπηρία σε ποσοστό τουλάχιστον εξήντα επτά τοις εκατό (67%) ή για να µεταφέρουν αυτά τα πρόσωπα μαζί µε τα αντικείµενα που είναι απαραίτητα για τη μετακίνησή τους. Στις περιπτώσεις εταιρειών οµόρρυθµων ή ετερόρρυθµων ή περιορισµένης ευθύνης ή ιδιωτικών κεφαλαιουχικών εταιρειών ή ανωνύµων ή αστικών, καθώς και των κοινωνιών και κοινοπραξιών που ασκούν επιχείρηση ή επάγγελµα, οι οποίες έχουν στην κυριότητα ή στην κατοχή τους επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης, η αντικειµενική δαπάνη που αναλογεί σε αυτά λογίζεται ως αντικειµενική δαπάνη των:
1. οµόρρυθµων ή απλών, εκτός των ετερόρρυθµων, εταίρων ή κοινωνών ή µελών της κοινοπραξίας φυσικών προσώπων, επιµεριζόµενη μεταξύ αυτών κατά το ποσοστό συμμετοχής τους στην εταιρεία, προκειµένου περί οµόρρυθµων ή ετερόρρυθµων ή αστικών εταιρειών ή στην κοινωνία ή στην κοινοπραξία
2. των φυσικών προσώπων, µελών της εταιρείας περιορισµένης ευθύνης, επιµεριζόµενη μεταξύ αυτών, κατά το ποσοστό συμμετοχής του καθενός στην εταιρεία περιορισµένης ευθύνης, όταν οι διαχειριστές αυτής δεν είναι εταίροι της,
3. των διαχειριστών της εταιρίας περιορισµένης ευθύνης που είναι και εταίροι της, επιµεριζόµενη μεταξύ αυτών κατά το ποσοστό συμμετοχής τους στην εταιρία περιορισµένης ευθύνης και
4. των διευθυνόντων και εντεταλµένων συµβούλων, διοικητών ανωνύµων εταιριών και προέδρων των διοικητικών συµβουλίων τους, επιµεριζόµενη ισοµερώς μεταξύ τους.
Αν στις πιο πάνω περιπτώσεις οι εταίροι των οµόρρυθµων ή ετερόρρυθµων ή περιορισµένης ευθύνης ή αστικών εταιριών, καθώς και των κοινωνιών ή κοινοπραξιών είναι νοµικά πρόσωπα, η αντικειµενική δαπάνη που προκύπτει µε βάση τα επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης που έχουν στην κυριότητα ή την κατοχή τους λογίζεται ως αντικειµενική δαπάνη των φυσικών προσώπων, που μετέχουν σε αυτά τα νοµικά πρόσωπα, σύµφωνα µε όσα ορίζονται στο προηγούµενο εδάφιο.
Για τα αλλοδαπά νοµικά πρόσωπα που δεν έχουν εγκατάσταση στην Ελλάδα, αλλά υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης, καθώς και για τις αλλοδαπές επιχειρήσεις, το ποσό της ετήσιας αντικειµενικής δαπάνης που προκύπτει µε βάση αυτοκίνητα αυτής της περίπτωσης, ιδιοκτησίας του αλλοδαπού νοµικού προσώπου ή ιδιοκτησίας ή κατοχής γραφείου, υποκαταστήµατος ή πρακτορείου της αλλοδαπής επιχείρησης εγκατεστηµένου στην Ελλάδα, βαρύνει το πρόσωπο που εκπροσωπεί στην Ελλάδα το αλλοδαπό νοµικό πρόσωπο ή την αλλοδαπή επιχείρηση ή προΐσταται του γραφείου ή υποκαταστήµατος ή πρακτορείου.
Η αντικειµενική αυτή δαπάνη βαρύνει καθένα από τα φυσικά πρόσωπα που ορίζονται από τις διατάξεις αυτής της παραγράφου ανεξάρτητα από τον τόπο διαµονής ή κατοικίας τους και δεν μπορεί για καθένα από αυτά τα πρόσωπα και για κάθε εταιρία να είναι ανώτερη από τη μεγαλύτερη αντικειµενική δαπάνη που προκύπτει από αυτοκίνητο της εταιρίας.
Αν ο φορολογούµενος και τα εξαρτώµενα µέλη του είναι κύριοι ή κάτοχοι και άλλων επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης, η αντικειµενική δαπάνη που προκύπτει για τα αυτοκίνητα αυτά λαµβάνεται υπόψη για τον υπολογισµό της συνολικής αντικειµενικής δαπάνης.
Η αντικειµενική δαπάνη που προκύπτει βάσει επιβατικού αυτοκινήτου ιδιωτικής χρήσης, του οποίου κύριος ή κάτοχος είναι ανήλικο τέκνο, λογίζεται ως αντικειµενική δαπάνη του γονέα που έχει το μεγαλύτερο εισόδηµα και αν αυτός έχασε τη γονική μέριμνα, του άλλου γονέα. Αν αποκτηθεί ή μεταβιβασθεί µε οποιονδήποτε τρόπο επιβατικό αυτοκίνητο ιδιωτικής χρήσης κατά τη διάρκεια του έτους, η αντικειµενική δαπάνη περιορίζεται σε τόσα δωδέκατα όσοι και οι μήνες κυριότητας ή κατοχής του αυτοκινήτου. Διάστηµα μεγαλύτερο από δεκαπέντε (15) ημέρες λογίζεται ως ολόκληρος μήνας. Τα ίδια εφαρµόζονται και σε περίπτωση ακινησίας ή ολοκληρωτικής καταστροφής του αυτοκινήτου από οποιαδήποτε αιτία.
Αν μεταβιβασθεί ή αποκτηθεί εικονικά αυτοκίνητο από περισσότερα πρόσωπα, η ετήσια αντικειµενική δαπάνη του ισχύει αυτοτελώς στο σύνολό της για καθέναν από τους συμβαλλομένους. Εικονική θεωρείται η μεταβίβαση ή η κτήση που πραγµατοποιείται ιδίως μεταξύ συγγενών εξ αίματος ή εξ αγχιστείας κατ’ ευθεία γραμμή ή εκ πλαγίου μέχρι και τον τρίτο βαθμό, επιτρέπεται όµως η ανταπόδειξη. Όταν η συγκυριότητα είναι πραγµατική, η ετήσια αντικειµενική δαπάνη επιµερίζεται κατά το λόγο των ιδανικών μεριδίων καθενός συγκυρίου.
Προκειµένου για εκπαιδευτές οδηγών αυτοκινήτων, καθώς και για τις επιχειρήσεις ενοικίασης αυτοκινήτων, που χρησιµοποιούν για το σκοπό αυτόν περισσότερα επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης, για τον υπολογισµό της ετήσιας αντικειµενικής δαπάνης λαµβάνεται υπόψη το αυτοκίνητο που δίνει τη μεγαλύτερη αντικειµενική δαπάνη. Στις περιπτώσεις ενοικίασης ή χρηµατοδοτικής μίσθωσης αυτοκινήτων επιβατικών ιδιωτικής ή μικτής χρήσης, η ετήσια αντικειµενική δαπάνη, που αντιστοιχεί στο χρόνο χρησιµοποίησης αυτών, βαρύνει τον μισθωτή τους.
Οι διατάξεις της περίπτωσης γ΄ εφαρµόζονται ανάλογα και για τον προσδιορισµό της ετήσιας αντικειµενικής δαπάνης των αυτοκινήτων μικτής χρήσης και των αυτοκινήτων τύπου JEEP.
δ) Η ετήσια αντικειµενική δαπάνη που καταβάλλεται για ιδιωτικά σχολεία στοιχειώδους και μέσης εκπαίδευσης, µε εξαίρεση τα εσπερινά γυµνάσια και λύκεια, καθώς και τα ειδικά σχολεία ατόµων µε ειδικές ανάγκες, όπως προκύπτει από τις σχετικές αποδείξεις παροχής υπηρεσιών.
ε) Η ετήσια αντικειµενική δαπάνη που καταβάλλεται για οικιακούς βοηθούς, οδηγούς αυτοκινήτων, δασκάλους και λοιπό προσωπικό, η οποία ορίζεται στο εκάστοτε κατώτατο όριο αµοιβών όπως αυτό προσδιορίζεται από τις ισχύουσες διατάξεις για την αντίστοιχη κατηγορία εργαζοµένων. Η διάταξη αυτή δεν εφαρµόζεται όταν ο φορολογούµενος απασχολεί έναν µόνο οικιακό βοηθό ή όταν ο ίδιος ή πρόσωπο που συνοικεί µε αυτόν και τον βαρύνει έχει αναπηρία εξήντα επτά τοις εκατό και πάνω (67%) από διανοητική καθυστέρηση ή φυσική αναπηρία ή είναι ηλικίας άνω των εξήντα πέντε (65) ετών και απασχολεί έναν νοσοκόµο.
στ) Η ετήσια αντικειµενική δαπάνη µε βάση σκάφη αναψυχής ιδιωτικής χρήσης, κυριότητας ή κατοχής του φορολογουµένου, της συζύγου του ή των προσώπων που τους βαρύνουν εκτιµάται µε βάση το κόστος τελών ελλιµενισµού, ασφαλίστρων, καυσίµων, συντήρησης και πρακτόρευσης και ορίζεται, ανάλογα µε τα μέτρα ολικού μήκους του σκάφους, ως εξής:
αα) Για µηχανοκίνητα σκάφη ανοικτού τύπου, ταχύπλοα και µη, ολικού μήκους μέχρι πέντε (5) μέτρα, στο ποσό των τεσσάρων χιλιάδων (4.000) ευρώ, ενώ για τα πάνω από πέντε (5) μέτρα το πόσο αυτό αυξάνεται κατά δύο χιλιάδες (2.000) ευρώ το μέτρο.
ββ) Για ιστιοφόρα ή µηχανοκίνητα ή μικτά σκάφη µε χώρο ενδιαίτησης, ολικού μήκους μέχρι και επτά (7) μέτρα, δώδεκα χιλιάδες (12.000) ευρώ, πάνω από επτά (7) και μέχρι δέκα (10) μέτρα προστίθενται τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ ανά επιπλέον μέτρο μήκους, πάνω από δέκα (10) και μέχρι δώδεκα (12) μέτρα προστίθενται επτά χιλιάδες πεντακόσια (7.500) ευρώ ανά επιπλέον μέτρο μήκους, πάνω από δώδεκα (12) και µέχρι δεκαπέντε (15) µέτρα δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ ανά επιπλέον µέτρο µήκους, πάνω από δεκαπέντε (15) και µέχρι δεκαοκτώ (18) µέτρα είκοσι δύο χιλιάδες πεντακόσια (22.500) ευρώ ανά επιπλέον µέτρο µήκους, πάνω από δεκαοκτώ (18) και µέχρι είκοσι δύο (22) µέτρα τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ ανά επιπλέον µέτρο µήκους και πάνω από είκοσι δύο (22) µέτρα προστίθενται πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ ανά επιπλέον µέτρο µήκους.
Τα ποσά της ετήσιας τεκµαρτής δαπάνης αυτής της υποπερίπτωσης µειώνονται κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) προκειµένου για ιστιοφόρα σκάφη. Κατά το ίδιο ποσοστό µειώνονται και για πλοία αναψυχής που έχουν κατασκευασθεί ή κατασκευάζονται στην Ελλάδα εξ ολοκλήρου από ξύλο, τύπων «τρεχαντήρι», «βαρκαλάς», «πέραµα», «τσερνίκι» και «λίµπερτυ», που προέρχονται από την ελληνική ναυτική παράδοση. Η τεκµαρτή δαπάνη από κάθε σκάφος µειώνεται ανάλογα µε την παλαιότητά του κατά ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%) αν έχει περάσει χρονικό διάστηµα πάνω από πέντε (5) έτη και µέχρι δέκα (10) έτη από το έτος που νηολογήθηκε για πρώτη φορά και τριάντα τοις εκατό (30%) αν έχει περάσει χρονικό διάστηµα πάνω από δέκα (10) έτη. Για σκάφη µε µόνιµο πλήρωµα ναυτολογηµένο για ολόκληρο ή µέρος του έτους, στην παραπάνω δαπάνη προστίθεται και η αµοιβή του πληρώµατος. Τα σκάφη επαγγελµατικής χρήσης δεν λαµβάνονται υπόψη για την αντικειµενική δαπάνη. Οι διατάξεις της περίπτωσης γ΄, εκτός αυτών που αναφέρονται στην παλαιότητα των αυτοκινήτων, εφαρµόζονται ανάλογα και στην περίπτωση αυτή.
ζ) Η ετήσια αντικειµενική δαπάνη για αεροσκάφη, ελικόπτερα και ανεµόπτερα κυριότητας ή κατοχής του φορολογουµένου και των εξαρτώµενων µελών του και τους βαρύνουν, η οποία ορίζεται ως εξής:
αα) Για ανεµόπτερα στο ποσό των οκτώ χιλιάδων (8.000) ευρώ.
ββ) Για αεροσκάφη µε κινητήρα κοινό, εσωτερικής καύσης και στροβιλοελικοφόρα, καθώς και ελικόπτερα, στο ποσό των εξήντα πέντε χιλιάδων (65.000) ευρώ για τους εκατόν πενήντα (150) πρώτους ίππους ισχύος του κινητήρα τους που προσαυξάνεται µε το ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ για κάθε ίππο πάνω από τους εκατόν πενήντα (150) ίππους.
γγ) Για αεροσκάφη αεριοπροωθούµενα (JET) στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ για κάθε λίµπρα ώθησης. Οι διατάξεις της περίπτωσης γ΄, εκτός της ακινησίας και παλαιότητας, εφαρµόζονται αναλόγως και στην περίπτωση αυτή.
δδ) Για τις υπερελαφρές πτητικές αθλητικές µηχανές (Υ.Π.Α.Μ.) που υπάγονται στην παρ. 1 του άρθρου 4 του υπ’ αριθµ. Δ2/26314/8802/ 27.7.2010 Κανονισµού υπερελαφρών πτητικών αθλητικών µηχανών (Β΄ 1360), στο ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ. Η διάταξη του προηγούµενου εδαφίου ισχύει από 1.1.2011 και µετά.
η) Η ετήσια αντικειµενική δαπάνη, εξωτερικής δεξαµενής κολύµβησης που προκύπτει για τον κύριο ή κάτοχο αυτής, ορίζεται, ανάλογα µε την επιφάνειά της, ανά κλίµακα, σε εκατόν εξήντα (160) ευρώ το τετραγωνικό µέτρο µέχρι τα εξήντα (60) τετραγωνικά µέτρα και σε τριακόσια είκοσι (320) ευρώ το τετραγωνικό µέτρο για επιφάνεια άνω των εξήντα (60) τετραγωνικών µέτρων.
Προκειµένου για εσωτερική δεξαµενή κολύµβησης τα παραπάνω ποσά διπλασιάζονται.
θ) Η ελάχιστη ετήσια αντικειµενική δαπάνη του φορολογούµενου ορίζεται σε τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ προκειµένου για τον άγαµο και σε πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ για τους συζύγους που υποβάλλουν κοινή δήλωση, εφόσον δηλώνεται πραγµατικό ή τεκµαρτό εισόδηµα.
2. Το ετήσιο συνολικό ποσό της αντικειµενικής δαπάνης, που προσδιορίζεται σύµφωνα µε τις διατάξεις της προηγούµενης παραγράφου, µπορεί να αµφισβητηθεί από τον φορολογούµενο όταν αυτό είναι µεγαλύτερο από την πραγµατική δαπάνη του φορολογουµένου και των εξαρτώµενων µελών που τον βαρύνουν, εφόσον αυτό αποδεικνύεται από τον υπόχρεο µε βάση πραγµατικά περιστατικά ή στοιχεία. Τέτοια περιστατικά συντρέχουν ιδίως στο πρόσωπο των υπόχρεων, οι οποίοι:
α) υπηρετούν τη στρατιωτική θητεία τους στις Ένοπλες Δυνάµεις,
β) είναι φυλακισµένοι,
γ) νοσηλεύονται σε νοσοκοµείο ή κλινική,
δ) είναι άνεργοι και δικαιούνται βοήθηµα ανεργίας,
ε) συγκατοικούν µε συγγενείς πρώτου βαθµού και έχουν µειωµένες δαπάνες διαβίωσης, λόγω αποδεδειγµένης συµβολής στις δαπάνες αυτές των συγγενών τους µε την προϋπόθεση ότι οι τελευταίοι αυτοί έχουν εισόδηµα από εµφανείς πηγές,
στ) είναι ορφανοί ανήλικοι οι οποίοι έχουν στην κυριότητά τους επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης από κληρονοµιά του πατέρα ή της µητέρας τους και
ζ) προσκοµίζουν στοιχεία από τα οποία αποδεικνύεται ότι για λόγους ανώτερης βίας πραγµατοποίησαν δαπάνη µικρότερη από την αντικειµενική.
Όταν συντρέχει µία ή περισσότερες από τις περιπτώσεις αυτές, ο φορολογούµενος υποχρεούται να υποβάλει τα αναγκαία δικαιολογητικά για την απόδειξη των ισχυρισµών του. Η Φορολογική Διοίκηση ελέγχει την αλήθεια των ισχυρισµών και την ακρίβεια των αποδεικτικών στοιχείων του φορολογουµένου και µειώνει ανάλογα την ετήσια αντικειµενική δαπάνη, στην οποία αναφέρονται οι ισχυρισµοί και τα αποδεικτικά στοιχεία.
Στις πιο πάνω α΄ και ε΄ περιπτώσεις, η διαφορά µεταξύ της αντικειµενικής δαπάνης και της πραγµατικής δαπάνης λαµβάνεται υπόψη για τον υπολογισµό της συνολικής αντικειµενικής δαπάνης του γονέα ή του τέκνου που συµβάλλει στις δαπάνες διαβίωσης του υπόχρεου.
Αν πρόκειται για τους γονείς, η διαφορά αντικειµενικής δαπάνης καταλογίζεται σε εκείνον που έχει το µεγαλύτερο εισόδηµα.
α) Αγορά ή χρηµατοδοτική µίσθωση αυτοκινήτων, δίτροχων ή τρίτροχων αυτοκινούµενων οχηµάτων, πλοίων αναψυχής και λοιπών σκαφών αναψυχής, αεροσκαφών και κινητών πραγµάτων µεγάλης αξίας.
Ως κινητά πράγµατα µεγάλης αξίας νοούνται εκείνα που η αξία τους υπερβαίνει το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ. Αν η αξία κάθε πράγµατος είναι µικρότερη του ποσού αυτού, τα αγορασθέντα όµως πράγµατα αποτελούν κατά τις συναλλακτικές αντιλήψεις ενιαίο σύνολο, τότε για τον υπολογισµό της αξίας λαµβάνεται υπόψη η αξία όλων αυτών των πραγµάτων, εφόσον υπερβαίνει το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ.
Οι διατάξεις της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 δεν εφαρµόζονται για τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 12 της Συµφωνίας Έδρας µεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δηµοκρατίας και της Τράπεζας Εµπορίου και Ανάπτυξης του Ευξείνου Πόντου, που κυρώθηκε µε το ν. 2707/1999 (Α΄ 78).
β) Αγορά επιχειρήσεων ή σύσταση ή αύξηση του κεφαλαίου επιχειρήσεων που λειτουργούν ατοµικώς ή µε τη µορφή οµόρρυθµης ή ετερόρρυθµης ή ανώνυµης εταιρείας ή περιορισµένης ευθύνης εταιρίας ή ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρίας ή κοινωνίας ή κοινοπραξίας ή αστικής εταιρίας ή αγορά εταιρικών µερίδων και χρεογράφων γενικώς.
γ) Αγορά ή χρονοµεριστική ή χρηµατοδοτική µίσθωση ακινήτων ή ανέγερση οικοδοµών ή κατασκευή δεξαµενής κολύµβησης.
Ως τίμημα αγοράς λαμβάνεται το ποσό της συνολικής επιβάρυνσης, όπως προκύπτει από τα οικεία πωλητήρια συμβόλαια, εκτός εάν από έλεγχο προκύπτει μεγαλύτερο ποσό, οπότε λαμβάνεται υπόψη αυτό.
δ) Χορήγηση δανείων προς οποιονδήποτε.
ε) Η ετήσια δαπάνη για δωρεές, γονικές παροχές ή χορηγίες χρηµατικών ποσών, εφόσον αυτά υπερβαίνουν ετησίως τα τριακόσια (300) ευρώ, εκτός από τις δωρεές προς το Δηµόσιο, τους δήµους και τις κοινότητες του κράτους, τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύµατα, τα κρατικά και δηµοτικά νοσηλευτικά ιδρύµατα και τα νοσοκοµεία, που αποτελούν νοµικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και επιχορηγούνται από τον Κρατικό Προϋπολογισµό, καθώς και τα προνοιακά ιδρύµατα του ευρύτερου δηµόσιου τοµέα (κρατικά νοµικά πρόσωπα δηµοσίου δικαίου), ως και τα προνοιακά ιδρύµατα ιδιωτικού δικαίου των οποίων οι εν γένει δαπάνες λειτουργίας καλύπτονται τουλάχιστον κατά εβδοµήντα τοις εκατό (70%) µε επιχορηγήσεις από τον Κρατικό Προϋπολογισµό.
Ομοίως, εξαιρούνται οι δωρεές ή χορηγίες προς τα κοινωφελή ιδρύματα, τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που έχουν συσταθεί νόμιμα και τα οποία επιδιώκουν κοινωφελείς σκοπούς, καθώς, και τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που έχουν συσταθεί νόμιμα, εφόσον επιδιώκουν σκοπούς πολιτιστικούς
στ) Απόσβεση δανείων ή πιστώσεων οποιασδήποτε µορφής. Στο ποσό της δαπάνης αυτής περιλαµβάνεται και το ποσό των οικείων τόκων, στους οποίους περιλαµβάνονται και οι τυχόν τόκοι υπερηµερίας.
α) Προκειµένου για αντικειµενική δαπάνη, η οποία προκύπτει βάσει επιβατικού αυτοκινήτου ιδιωτικής χρήσης αναπήρου, το οποίο απαλλάσσεται από τα τέλη κυκλοφορίας.
β) Προκειµένου για αλλοδαπό προσωπικό που δεν διαµένει µόνιµα στην Ελλάδα ή ηµεδαπό προσωπικό που διαµένει µόνιµα στο εξωτερικό και απασχολείται αποκλειστικά σε επιχειρήσεις που υπάγονται στις διατάξεις του α.ν. 89/1967 (Α΄ 132), του α.ν. 378/1968 (Α΄ 82) και του άρθρου 25 του ν. 27/1975 (Α΄ 77), για το ποσό της ετήσιας αντικειµενικής δαπάνης, η οποία προκύπτει βάσει του επιβατικού αυτοκινήτου ιδιωτικής χρήσης ή της κατοικίας.
γ) Προκειµένου για επιχειρήσεις µεταπώλησης αυτοκινήτων που έχουν υπαχθεί στο ειδικό καθεστώς φορολογίας του άρθρου 45 του ν. 2859/2000, για την αντικειµενική δαπάνη που προκύπτει βάσει των επιβατικών αυτοκινήτων που έχουν αγορασθεί για µεταπώληση µε βάση τις διατάξεις του άρθρου 45 του ν. 2859/2000, εφόσον η άδεια και οι πινακίδες κυκλοφορίας του µεταβιβαζόµενου αυτοκινήτου οχήµατος έχουν παραµείνει στη Δ.Ο.Υ., στην οποία έγινε η µεταβίβαση του αυτοκινήτου προς την επιχείρηση µεταπώλησης µέχρι και την ηµεροµηνία µεταπώλησης από αυτή σε τρίτο και το αυτοκίνητο κατά το χρονικό αυτό διάστηµα δεν κυκλοφόρησε παράνοµα. Οι µεταπωλήτριες επιχειρήσεις έχουν υποχρέωση µαζί µε την ετήσια δήλωση φορολογίας εισοδήµατος να συνυποβάλουν υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986, στην οποία να αναγράφουν τα πιο πάνω αυτοκίνητα που αγόρασαν ή πώλησαν στο οικείο έτος.
Προκειµένου για ατοµικές επιχειρήσεις µεταπώλησης αυτοκινήτων της περίπτωσης αυτής, η ετήσια αντικειµενική δαπάνη που προκύπτει από τα προς πώληση οχήµατα, όταν δεν κατατεθούν η άδεια και οι πινακίδες κυκλοφορίας τους στη Δ.Ο.Υ., σύµφωνα µε τα ανωτέρω, δεν µπορεί να υπερβαίνει τη µεγαλύτερη αντικειµενική δαπάνη που προκύπτει από αυτοκίνητο της επιχείρησης. Οι διατάξεις του προηγούµενου εδαφίου έχουν εφαρµογή για δαπάνες που προκύπτουν από 1.1.2010 και µετά.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών ορίζεται κάθε άλλο θέµα για την εφαρµογή αυτής της περίπτωσης.
δ) Προκειµένου για αντικειµενική δαπάνη που προκύπτει µε βάση σκάφη αναψυχής ιδιωτικής χρήσης, κυριότητας ή κατοχής µονίµων κατοίκων εξωτερικού.
ε) Προκειµένου για αγορά πάγιου εξοπλισµού επαγγελµατικής χρήσης από πρόσωπα που ασκούν επιχειρηµατική δραστηριότητα.
στ) Προκειµένου για αγορά επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης, ειδικά διασκευασµένων για πρόσωπα που παρουσιάζουν κινητικές αναπηρίες που υπερβαίνουν σε ποσοστό το εξήντα επτά τοις εκατό (67%).
Ως επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης ειδικά διασκευασµένα για κινητικά αναπήρους θεωρούνται εκείνα που διασκευάστηκαν ύστερα από άδεια της αρµόδιας αρχής για να οδηγούνται από πρόσωπα που παρουσιάζουν κινητική αναπηρία µε ποσοστό πάνω από εξήντα επτά τοις εκατό (67%) ή για να µεταφέρουν αυτά τα πρόσωπα µαζί µε τα αντικείµενα που είναι απαραίτητα για τη µετακίνησή τους.
ζ) Οι ετήσιες αντικειµενικές δαπάνες που υπολογίζονται σύµφωνα µε το άρθρο 31 προκειµένου για συνταξιούχους, οι οποίοι έχουν υπερβεί το 65ο έτος της ηλικίας τους, εφαρµόζονται µειωµένες κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) των όσων προκύπτουν σύµφωνα µε τις προηγούµενες διατάξεις.
η) Προκειµένου για φυσικό πρόσωπο που έχει τη φορολογική κατοικία του στην αλλοδαπή, εφόσον δεν αποκτά εισόδηµα στην Ελλάδα.
α) σύµφωνα µε την παράγραφο 1 του άρθρου 15 εφόσον ο φορολογούµενος έχει εισόδηµα µόνο από µισθωτή εργασία ή/και συντάξεις ή εφόσον το µεγαλύτερο µέρος των εισοδηµάτων του προκύπτει από µισθωτή εργασία και συντάξεις ή δεν υπάρχει εισόδημα από καμία κατηγορία ή
β) σύµφωνα µε την παράγραφο 1 του άρθρου 29, εφόσον ο φορολογούµενος έχει εισόδηµα µόνο από επιχειρηµατική δραστηριότητα ή εφόσον το µεγαλύτερο µέρος των εισοδηµάτων του δεν προκύπτει από µισθωτή εργασία και συντάξεις.
γ) σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 29, εφόσον ο φορολογούμενος έχει εισόδημα μόνο από ατομική αγροτική επιχείρηση ή εφόσον το μεγαλύτερο μέρος των εισοδημάτων του προκύπτει από ατομική αγροτική επιχείρηση
δ) σύμφωνα με την κλίμακα της παραγράφου 1 του άρθρου 15, εφόσον ο φορολογούμενος είναι εγγεγραμμένος στο μητρώο ανέργων του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ)
ε. Δεν εφαρμόζεται η ελάχιστη ετήσια αντικειμενική δαπάνη εφόσον ο φορολογούμενος ή τα εξαρτώμενα μέλη αποκτούν εισόδημα μόνο από τόκους και ακίνητα.
2. Η Φορολογική Διοίκηση κατά τον προσδιορισµό της διαφοράς της προηγούµενης παραγράφου υποχρεούται να λάβει υπόψη τα αναγραφόµενα στη δήλωση χρηµατικά ποσά, τα οποία αποδεικνύονται από νόµιµα παραστατικά στοιχεία. Ο φορολογούµενος φέρει το βάρος της απόδειξης για τα ποσά που ιδίως είναι:
α) Πραγµατικά εισοδήµατα τα οποία αποκτήθηκαν από τον φορολογούµενο, τη σύζυγό του και τα εξαρτώµενα µέλη του και τα οποία απαλλάσσονται από το φόρο ή φορολογούνται µε ειδικό τρόπο σύµφωνα µε τις ισχύουσες διατάξεις. Αν τα εισοδήµατα αυτά αποκτήθηκαν στην αλλοδαπή, αναγνωρίζονται, εφόσον υπόκεινται σε φόρο εισοδήµατος στην Ελλάδα ή απαλλάσσονται νοµίµως από αυτόν.
β) Χρηµατικά ποσά που δεν θεωρούνται εισόδηµα κατά τις ισχύουσες διατάξεις.
γ) Χρηµατικά ποσά που προέρχονται από τη διάθεση περιουσιακών στοιχείων.
δ) Εισαγωγή συναλλάγµατος που δεν εκχωρείται υποχρεωτικά στην Τράπεζα της Ελλάδος, εφόσον δικαιολογείται η απόκτησή του στην αλλοδαπή.
Δεν απαιτείται η δικαιολόγηση της απόκτησης αυτού του συναλλάγµατος για τα πρόσωπα:
αα) Που είναι φορολογικοί κάτοικοι άλλου κράτους.
ββ) Που είχαν διαµείνει τρία (3) τουλάχιστον χρόνια στην αλλοδαπή και η εισαγωγή του συναλλάγµατος γίνεται µέσα σε δύο (2) χρόνια από τη µετοικεσία τους.
γγ) Που είχαν διαµείνει πέντε (5) τουλάχιστον συνεχή χρόνια στην αλλοδαπή και το επικαλούµενο ποσό συναλλάγµατος προέρχεται από καταθέσεις στο όνοµά τους ή στο όνοµα του άλλου συζύγου σε τραπεζικό λογαριασµό ανοιγµένο σε χώρα της Ε.Ε./ΕΟΧ ή σε υποκατάστηµα ελληνικής τράπεζας στο εξωτερικό κατά το χρόνο που διέµεναν στην αλλοδαπή ή από καταθέσεις τους - µέσα σε έναν (1) χρόνο από τη µετοικεσία τους στην Ελλάδα χωρίς το συνάλλαγµα αυτό να έχει επανεξαχθεί στην αλλοδαπή. Η προϋπόθεση της µη επανεξαγωγής του συναλλάγµατος δεν απαιτείται για το ποσό εκείνο του συναλλάγµατος που έχει επανεξαχθεί στην αλλοδαπή για την απόκτηση περιουσιακού στοιχείου από εκείνα που αναφέρονται στο άρθρο 32, εφόσον η δαπάνη για την απόκτηση αυτού του στοιχείου έχει ληφθεί υπόψη κατά την εφαρµογή του άρθρου 32, ή του άρθρου 34
ε) Δάνεια, τα οποία έχουν ληφθεί και αποδεικνύονται µε έγγραφα στοιχεία που φέρουν βέβαιη χρονολογία. Ειδικώς, όταν πρόκειται για την κάλυψη διαφοράς δαπάνης της προηγούµενης παραγράφου, κατά το ποσό που προέρχεται από δαπάνη του άρθρου 32, το ποσό του δανείου λαµβάνεται υπόψη εφόσον από το οικείο έγγραφο αποδεικνύεται ότι έχει ληφθεί πριν από την πραγµατοποίηση της σχετικής δαπάνης.
στ) Δωρεά ή γονική παροχή χρηµατικών ποσών για την οποία η οικεία φορολογική δήλωση έχει υποβληθεί µέχρι τη λήξη του έτους στο οποίο πραγµατοποιήθηκε η σχετική δαπάνη.
ζ) Ανάλωση κεφαλαίου που αποδεδειγµένα έχει φορολογηθεί κατά τα προηγούµενα έτη ή νόµιµα έχει απαλλαγεί από το φόρο.
Για τον προσδιορισµό του κεφαλαίου αυτού ανά έτος, από τα πραγµατικά εισοδήµατα που έχουν φορολογηθεί ή νόµιµα απαλλαγεί από το φόρο, τα οποία προκύπτουν από συµψηφισµό των θετικών και αρνητικών στοιχείων αυτών, από τα χρηµατικά ποσά που ορίζονται στις περιπτώσεις β΄, γ΄, δ΄, ε΄ και στ΄ της παραγράφου αυτής και από οποιοδήποτε άλλο ποσό το οποίο αποδεδειγµένα έχει εισπραχθεί, εκπίπτουν οι δαπάνες που προσδιορίζονται στα άρθρα 31 και 32, ανεξάρτητα αν απαλλάσσονται της εφαρµογής των άρθρων αυτών. Αν δεν υπάρχουν δαπάνες µε βάση το άρθρο 31 ή αν το ποσό τους είναι µικρότερο από τις τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ προκειµένου για άγαµο και πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ προκειµένου για συζύγους, το ποσό που πρέπει να εκπέσει προσδιορίζεται µε βάση την κοινωνική, οικονοµική και οικογενειακή κατάσταση των φορολογουµένων και τις αποδεδειγµένες δαπάνες διαβίωσής τους και σε καµιά περίπτωση δεν µπορεί να είναι κατώτερο των τριών χιλιάδων (3.000) και πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, αντίστοιχα.
Κάθε ποσό που καταβλήθηκε για την απόκτηση των εσόδων των παραπάνω περιπτώσεων τα µειώνει και η διαφορά που προκύπτει λαµβάνεται υπόψη για την κάλυψη ή τον περιορισµό της συνολικής ετήσιας δαπάνης, εκτός αν τα ποσά αυτά έχουν ληφθεί υπόψη κατά τον προσδιορισµό του εισοδήµατος του έτους που καταβλήθηκαν και ο φορολογούµενος επικαλείται ανάλωση κεφαλαίου του έτους αυτού.
Για την κάλυψη ή περιορισµό της διαφοράς που προκύπτει κατά την εφαρµογή των διατάξεων αυτής της περίπτωσης δεν έχουν εφαρµογή οι διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 2019/1992 (Α΄ 34) για τα ποσά των πραγµατικών ή τεκµαρτών δαπανών που πραγµατοποιούνται από 1.1.1994. Χρηµατικά ποσά που έχουν ληφθεί υπόψη από τη δήλωση που, τυχόν, υποβλήθηκε κατά τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του ν. 2019/1992, για την κάλυψη ή τον περιορισµό διαφοράς δαπάνης, αφαιρούνται από το κεφάλαιο που σχηµατίζεται από προηγούµενα έτη, όπως αυτό προσδιορίζεται µε βάση όσα ορίζονται στα εδάφια δεύτερο, τρίτο και τέταρτο αυτής της περίπτωσης.
3. Για τον προσδιορισµό των κερδών από επιχειρηµατική δραστηριότητα σύµφωνα µε τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, η ζηµία του ίδιου φορολογικού έτους ή και των προηγούµενων δεν εκπίπτει και δεν µεταφέρεται για συµψηφισµό στα επόµενα φορολογικά έτη.
4. Οι φορολογούµενοι που δεν αναγράφουν ή ανακριβώς αναφέρουν στη δήλωση τα στοιχεία, τα σχετικά µε τις δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων (δαπάνη αγοράς ή ανέγερσης ακινήτων) και τον προσδιορισµό της ετήσιας συνολικής δαπάνης διαβίωσης, υπόκεινται στις κυρώσεις και τα πρόστιµα σύµφωνα µε τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας
α) Εκµίσθωση ή υπεκµίσθωση ή παραχώρηση χρήσης γης ή ακινήτων συµπεριλαµβανοµένων των κτιρίων, κατασκευών και κάθε είδους εγκαταστάσεων και εξοπλισµού τους.
β) Εκµίσθωση ή υπεκµίσθωση ή παραχώρηση χρήσης µεταλλείων, λατοµείων, δασικών και αγροτικών εκτάσεων στις οποίες περιλαµβάνονται λιβάδια, καλλιεργήσιµες γαίες, βοσκήσιµες γαίες, καθώς και κάθε είδους κατασκευές ή εγκαταστάσεις που είναι στην επιφάνεια του εδάφους ή κάτω από αυτή, όπως τα ιχθυοτροφεία, οι λίµνες, οι δεξαµενές, οι πηγές και τα φρέατα.
γ) Εκµίσθωση ή υπεκµίσθωση ή παραχώρηση χρήσης από την παραχώρηση χώρου για την τοποθέτηση κάθε είδους διαφηµιστικών επιγραφών.
δ) Εκµίσθωση ή υπεκµίσθωση ή παραχώρηση χρήσης κοινόχρηστων χώρων σε ακίνητα.
2. Το εισόδηµα σε είδος αποτιµάται στην αγοραία αξία. Το εισόδηµα από ιδιοχρησιµοποίηση ή δωρεάν παραχώρηση τεκµαίρεται ότι συνίσταται στο τρία τοις εκατό (3%) της αντικειµενικής αξίας του ακινήτου. Κατ’ εξαίρεση το τεκµαρτό εισόδηµα του προηγούµενου εδαφίου που αφορά δωρεάν παραχώρηση κατοικίας µέχρι διακόσια τετραγωνικά µέτρα (200 τ.µ.) προκειµένου να χρησιµοποιηθεί ως κύρια κατοικία προς ανιόντες ή κατιόντες απαλλάσσεται από το φόρο.
3. Οι ακόλουθες δαπάνες εκπίπτουν µε τις παρακάτω προϋποθέσεις:
α) Αν ο εκµισθωτής ή ο παραχωρών είναι φυσικό πρόσωπο εκπίπτει ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%) για δαπάνες επισκευής, συντήρησης, ανακαίνισης ή άλλες πάγιες και λειτουργικές δαπάνες του ακινήτου.
β) Αν ο εκµισθωτής ή ο παραχωρών είναι νοµικό πρόσωπο δηµοσίου δικαίου και τα κάθε είδους ιδρύµατα οι κάθε είδους δαπάνες εκπίπτουν σε ποσοστό εβδοµήντα πέντε τοις εκατό (75%). Ειδικά για το Άγιο Όρος το ποσοστό της έκπτωσης για τις δαπάνες του προηγούµενου εδαφίου ανέρχεται σε ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%).
γ) Αν ο εκµισθωτής ή ο παραχωρών είναι νοµικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου µη κερδοσκοπικού χαρακτήρα εκπίπτουν σε ποσοστό εβδοµήντα πέντε τοις εκατό (75%), οι δαπάνες επισκευής, συντήρησης, ανακαίνισης, καθώς και οι πάγιες και λειτουργικές δαπάνες.
δ) Το µίσθωµα που καταβάλλεται στις περιπτώσεις υπεκµίσθωσης.
ε) Οι δαπάνες αντιπληµµυρικών έργων και έργων αποξήρανσης ελών σε ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%).
στ) Το ποσό της αποζηµίωσης που καταβάλλει, βάσει νόµου, ο εκµισθωτής στο µισθωτή για τη λύση της µισθωτικής σχέσης του ακινήτου
2. Οι τόκοι φορολογούνται µε συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%).
3. Τα δικαιώµατα φορολογούνται µε συντελεστή είκοσι (20%).
4. Το εισόδηµα από ακίνητη περιουσία φορολογείται σύµφωνα µε την ακόλουθη κλίµακα:
Εισόδημα από ακίνητη περιουσία Συντελεστής (%)
≤ 12.000 11%
> 12.000 33%
Δεν υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης οι κεκαρμένοι μοναχοί για το καθαρό ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται σε αυτούς κατά το χρονικό διάστημα που διατηρούν την ανωτέρω ιδιότητα εφόσον αυτό δεν υπερβαίνει το ποσό των εννέα χιλιάδων πεντακοσίων (9.500) ευρώ. Στην περίπτωση αυτή δεν εφαρμόζεται η παράγραφος 24 του άρθρου 72 του ανωτέρω νόμου.
2. Για όλα τα αυτοτελώς φορολογούμενα εισοδήµατα της παραγράφου 1 δηλώνεται και ο παρακρατηθείς ή αποδοθείς, κατά περίπτωση, φόρος.
3. Η δήλωση υποβάλλεται μέχρι και την 30η Απριλίου του αµέσως επόµενου φορολογικού έτους. Σε περίπτωση που ο φορολογούµενος αποβιώσει ή µεταφέρει την κατοικία του στο εξωτερικό, η δήλωση υποβάλλεται από τους κατά περίπτωση υπόχρεους, καθ’ όλη τη διάρκεια του φορολογικού έτους και συνοδεύεται από δικαιολογητικά και στοιχεία που καθορίζονται µε απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών.
4. Οι σύζυγοι, κατά τη διάρκεια του γάµου, υποχρεούνται να υποβάλουν κοινή δήλωση για τα εισοδήµατά τους στα οποία ο φόρος, τα τέλη και οι εισφορές που αναλογούν υπολογίζονται χωριστά στο εισόδηµα καθενός συζύγου. Οι
τυχόν ζηµίες του εισοδήµατος του ενός συζύγου δεν συµψηφίζονται µε τα εισοδήµατα του άλλου συζύγου. Υπόχρεος υποβολής δήλωσης είναι ο σύζυγος και για τα εισοδήµατα της συζύγου του.
Ειδικότερα οι σύζυγοι υποβάλλουν χωριστή φορολογική δήλωση, ο καθένας για τα εισοδήµατά του, εφόσον:
α. Έχει διακοπεί η έγγαµη συµβίωση κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης. Το βάρος της απόδειξης για τη διακοπή φέρει ο φορολογούµενος.
β. Ο ένας από τους δύο συζύγους είναι σε κατάσταση πτώχευσης ή έχει υποβληθεί σε δικαστική συµπαράσταση.
Για τα εισοδήµατα των ανήλικων τέκνων, υπόχρεος για την υποβολή της δήλωσης είναι ο γονέας που ασκεί τη γονική µέριµνα σύµφωνα µε την παράγραφο 4 του άρθρου 11.
5. Υπόχρεος σε υποβολή δήλωσης είναι:
α) στις περιπτώσεις πτώχευσης ή σχολάζουσας κληρονοµίας ή επιδικίας ή µεσεγγύησης, κατά περίπτωση, ο σύνδικος πτώχευσης ή ο κηδεµόνας ή ο προσωρινός διαχειριστής ή ο µεσεγγυούχος,
β) για τους ανήλικους ή αυτούς που έχουν υποβληθεί σε δικαστική συµπαράσταση, κατά περίπτωση, ο επίτροπος ή ο κηδεµόνας ή ο δικαστικός συµπαραστάτης,
γ) σε περίπτωση θανάτου του φορολογούµενου, οι κληρονόµοι του για τα εισοδήµατά του µέχρι τη χρονολογία του θανάτου του.
6. Ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων υπολογίζεται με βάση την ετήσια φορολογική δήλωση του φορολογούμενου και το ποσό της φορολογικής οφειλής καθορίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 31 και 32 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, κατόπιν έκπτωσης:
α) του φόρου που παρακρατήθηκε,
β) του φόρου που προκαταβλήθηκε,
γ) του φόρου που καταβλήθηκε στην αλλοδαπή σύμφωνα με το άρθρο 9.
Σε περίπτωση που το ποσό του φόρου που προκαταβλήθηκε ή παρακρατήθηκε είναι μεγαλύτερο από τον οφειλόμενο φόρο, η επιπλέον διαφορά επιστρέφεται.
Η καταβολή του φόρου γίνεται σε τρεις (3) ίσες διμηνιαίες δόσεις από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία ημέρα του επόμενου μήνα από την προβλεπόμενη προθεσμία υποβολής της δήλωσης και η καθεμία από τις επόμενες την τελευταία ημέρα του τρίτου και πέμπτου μήνα αντίστοιχα από την υποβολή της δήλωσης, η οποία δεν μπορεί να εκτείνεται πέραν του ίδιου φορολογικού έτους.
7. Με απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών καθορίζονται ειδικότερα ο τρόπος και ο χρόνος υποβολής, ο τύπος και το περιεχόµενο της δήλωσης φορολογίας εισοδήµατος, οι εξαιρετικές περιπτώσεις για τις οποίες επιτρέπεται η µη ηλεκτρονική υποβολή της δήλωσης, καθώς και τα δικαιολογητικά ή άλλα στοιχεία τα οποία συνυποβάλλονται µε αυτήν.
Αν στη δήλωση περιλαµβάνονται και εισοδήµατα για τα οποία ο φόρος παρακρατείται ή καταβάλλεται κατά τις διατάξεις των επόµενων παραγράφων, ο φόρος που παρακρατήθηκε ή καταβλήθηκε για τα εισοδήµατα αυτά εκπίπτει από το φόρο που πρέπει να βεβαιωθεί κατά το προηγούµενο εδάφιο. Αν το εισόδηµα µε βάση το οποίο ενεργείται η βεβαίωση του φόρου προσδιορίζεται κατά τρόπο τεκµαρτό, ο φόρος που αναλογεί στο τεκµαρτό αυτό εισόδηµα λαµβάνεται υπόψη για τον προσδιορισµό του ποσού που πρέπει να βεβαιωθεί κατά το άρθρο αυτό. Όταν υποβάλλεται δήλωση για πρώτη φορά το προς βεβαίωση ποσό της παραγράφου αυτής περιορίζεται στο µισό.
2. Οι διατάξεις του πρώτου και του τέταρτου εδαφίου της προηγούµενης παραγράφου δεν εφαρµόζονται όταν:
Το ποσό που πρέπει να βεβαιωθεί δεν υπερβαίνει τα τριάντα (30) ευρώ
3. Αν δεν υποβληθεί δήλωση, η Φορολογική Διοίκηση προβαίνει στη βεβαίωση του προκαταβλητέου ποσού φόρου, µε βάση την υπάρχουσα εγγραφή για το εγγύτερο, πριν από την παράλειψη υποβολής της δήλωσης οικονοµικό έτος, εφόσον διαπιστώνεται ότι ο υπόχρεος εξακολουθεί να αποκτά το εισόδηµα.
4. Ειδικά, για τους αρχιτέκτονες και τους µηχανικούς ο προκαταβλητέος φόρος υπολογίζεται ως εξής:
α) Σε τέσσερα τοις εκατό (4%) της συµβατικής αµοιβής για εκπόνηση µελετών και σχεδίων
β) Σε δέκα τοις εκατό (10%) της συµβατικής αµοιβής για εκπόνηση µελετών και σχεδίων που αφορούν οποιασδήποτε άλλης φύσης έργα και για την επίβλεψη της εκτέλεσης αυτών, καθώς και των έργων της προηγούµενης περίπτωσης και της ενέργειας πραγµατογνωµοσύνης κ.λπ. για τα έργα αυτά.
Κατ’ εξαίρεση, για αµοιβές αρχιτεκτόνων και µηχανικών για την επίβλεψη της εκτέλεσης κάθε είδους τεχνικών έργων που ορίζονται στις προηγούµενες περιπτώσεις, ο προκαταβλητέος φόρος επιβάλλεται πριν από τη θεώρηση των οικείων εργασιών από την αρµόδια αρχή στο ποσό της αµοιβής επίβλεψης του δικαιούχου, και προκειµένου για εκπόνηση µελετών ή σχεδίων και επίβλεψη έργων του Δηµοσίου, νοµικών προσώπων δηµοσίου δικαίου και των κοινωφελών ή θρησκευτικών ιδρυµάτων, ο προκαταβλητέος φόρος κατά τα ποσοστά της παραγράφου αυτής υπολογίζεται στο ποσό της συµβατικής αµοιβής.
5. α) Στις αµοιβές που λαµβάνουν δικηγόροι οφείλεται προκαταβολή φόρου δεκαπέντε τοις εκατό (15%)
Δεν υπολογίζεται προκαταβλητέος φόρος επί των αµοιβών για παραστάσεις, καθώς και για κάθε άλλη νοµική υπηρεσία που παρέχουν δικηγόροι οι οποίοι συνδέονται µε τον εντολέα τους µε σύµβαση έµµισθης εντολής και αµείβονται µε πάγια αντιµισθία.
β) Οµοίως, δεν υπολογίζεται και δεν αποδίδεται προκαταβλητέος φόρος στις περιπτώσεις που ενεργείται παρακράτηση φόρου, σύµφωνα µε τις διατάξεις της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 64.
γ) Κάθε δικηγορικός σύλλογος ή ταµείο συνεργασίας ή διανεµητικός λογαριασµός οποιασδήποτε νοµικής µορφής υποχρεούται να παρακρατεί φόρο εισοδήµατος µε συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) επί οποιουδήποτε ποσού καταβάλλει ως µέρισµα σε δικηγόρο.
δ) Αν µε την έγγραφη συµφωνία περί αµοιβής για την παροχή των δικηγορικών υπηρεσιών η αµοιβή ή το ύψος της συναρτάται µε το αποτέλεσµα των δικηγορικών υπηρεσιών ή της δίκης, κατά την απόδοση του προκαταβλητέου φόρου υποβάλλονται και τα στοιχεία που αποδεικνύουν το ύψος της αµοιβής, όπως ειδικότερα καθορίζεται µε την απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών.
ε) Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονοµικών, καθορίζεται ο τύπος, το περιεχόµενο, ο τρόπος υποβολής της δήλωσης και καταβολής του φόρου και ο τρόπος και ο χρόνος υποβολής των καταστάσεων και το περιεχόµενο αυτών, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτοµέρεια για την εφαρµογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής.
6. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονοµικών µπορεί να ορίζεται ότι η προκαταβολή υπολογίζεται µε άλλο τρόπο, καθώς και κάθε άλλη λεπτοµέρεια αναγκαία για την εφαρµογή του άρθρου αυτού.
α) Το ποσό των ακαθάριστων εσόδων της επιχείρησης στο τρέχον φορολογικό έτος, συγκρινόµενο µε τα ακαθάριστα έσοδα της αντίστοιχης περιόδου του προηγούµενου φορολογικού έτους.
β) Το ποσοστό των δαπανών και εξόδων διαχείρισης επί των ακαθάριστων εσόδων του τρέχοντος φορολογικού έτους σε σύγκριση µε το αντίστοιχο ποσοστό του προηγούµενου φορολογικού έτους.
γ) Οι ουσιώδεις µεταβολές που τυχόν επήλθαν στους παράγοντες διαµόρφωσης του µικτού κέρδους της επιχείρησης κατά το τρέχον φορολογικό έτος σε σχέση µε το προηγούµενο.
δ) Κάθε άλλο στοιχείο από το οποίο πιθανολογείται µείωση του κέρδους του τρέχοντος φορολογικού έτους.
2. Η Φορολογική Διοίκηση προβαίνει στην επαλήθευση της αίτησης που υποβλήθηκε και υποχρεούται, µέσα σε προθεσµία τριών (3) µηνών από την υποβολή της, να ανακοινώνει στον φορολογούµενο τα αποτελέσµατα του ελέγχου. Αν διαπιστώσει ότι το εισόδηµα µειώθηκε πραγµατικά κατά το ποσοστό της προηγούµενης παραγράφου, η Φορολογική Διοίκηση προβαίνει στην έκπτωση ανάλογου, µε τη µείωση που επήλθε, ποσού φόρου από τις επόµενες δόσεις που οφείλονται.
3. Αν περάσει άπρακτη η προθεσµία της προηγούµενης παραγράφου, ο φορολογούµενος µπορεί να καταβάλλει τις, από τη λήξη της προθεσµίας και µετά, απαιτητές δόσεις του φόρου µειωµένες κατά το ποσοστό της µείωσης των εισοδηµάτων του, όπως αυτόν αναφέρεται στην αίτησή του που υπέβαλε για το σκοπό αυτόν, µε επιφύλαξη να καταβάλει τον τυχόν επιπλέον οφειλόµενο φόρο κατά τον έλεγχο της δήλωσης και την οριστική εκκαθάρισή του.
4. Αν γίνει νέα εκκαθάριση λόγω υποβολής τροποποιητικής δήλωσης, εφόσον µειωθεί ο φόρος µειώνεται αναλόγως και η προκαταβολή του φόρου.
2. Για την επιβολή της εισφοράς, λαμβάνεται υπόψη το ετήσιο συνολικό καθαρό ατομικό εισόδημα, πραγματικό ή τεκμαρτό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο του φυσικού προσώπου ή σχολάζουσας κληρονομιάς. Tο τεκμαρτό εισόδημα λαμβάνεται υπόψη πριν από τις μειώσεις του άρθρου 19 του Κ.Φ.Ε.. Εξαιρούνται και δεν προσμετρώνται τα εισοδήματα των προσώπων που είναι ολικώς τυφλοί, καθώς και των προσώπων που παρουσιάζουν βαριές κινητικές αναπηρίες σε ποσοστό από ογδόντα τοις εκατό (80%) και άνω, τα εισοδήματα της παρ. 1 του άρθρου 14 και της περίπτωσης γ'της παραγράφου 4 του άρθρου 45 του Κ.Φ.Ε. Επίσης, εξαιρούνται από την υποχρέωση καταβολής ειδικής εισφοράς οι μακροχρόνια άνεργοι που είναι εγγεγραμμένοι στα μητρώα ανέργων του ΟΑΕΔ, καθώς και όσοι λαμβάνουν επίδομα ανεργίας από τον εν λόγω οργανισμό, εφόσον κατά το χρόνο της βεβαίωσης δεν έχουν πραγματικά εισοδήματα.
Από την υποχρέωση καταβολής ειδικής εισφοράς εξαιρούνται, επίσης, οι μακροχρόνια άνεργοι ναυτικοί που είναι εγγεγραμμένοι στους καταλόγους προσφερομένων προς ναυτολόγηση του Γραφείου Ευρέσεως Ναυτικής Εργασίας (Γ.Ε.Ν.Ε.), στους οποίους συμπεριλαμβάνονται και οι σχετικοί κατάλογοι των Λιμενικών Αρχών που λειτουργούν ως παραρτήματά του, καθώς και όσοι λαμβάνουν επίδομα ανεργίας από τον εν λόγω Φορέα, εφόσον κατά το χρόνο βεβαίωσης δεν έχουν πραγματικά εισοδήματα.
3. Η ειδική εισφορά αλληλεγγύης, που επιβάλλεται στο συνολικό καθαρό εισόδημα της προηγούμενης παραγράφου, υπολογίζεται ως εξής:
α) Για συνολικό καθαρό εισόδημα από δώδεκα χιλιάδες ένα (12.001) ευρώ έως είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ, η ειδική εισφορά υπολογίζεται με συντελεστή ένα τοις εκατό (1%) επί ολόκληρου του ποσού.
β) Για συνολικό καθαρό εισόδημα από είκοσι χιλιάδες ένα (20.001) ευρώ έως και πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ, η ειδική εισφορά υπολογίζεται με συντελεστή δύο τοις εκατό (2%) επί ολόκληρου του ποσού.
γ) Για συνολικό καθαρό εισόδημα από πενήντα χιλιάδες ένα (50.001) έως και εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ, η ειδική εισφορά υπολογίζεται με συντελεστή τρία τοις εκατό (3%) επί ολόκληρου του ποσού.
δ) Για συνολικό καθαρό εισόδημα από εκατό χιλιάδες ένα (100.001) ευρώ και άνω, η ειδική εισφορά υπολογίζεται με συντελεστή τέσσερα τοις εκατό (4%) επί ολόκληρου του ποσού.
ε) Για το συνολικό καθαρό εισόδημα, όπως αυτό ορίζεται στην παράγραφο 2, του Προέδρου της Δημοκρατίας, του Προέδρου και των Αντιπροέδρων της Βουλής, των Βουλευτών, του Προέδρου και των Αντιπροέδρων της Κυβέρνησης, των Υπουργών, των Αναπληρωτών Υπουργών και Υφυπουργών, των Γενικών και Ειδικών Γραμματέων Υπουργείων, των Γενικών Γραμματέων των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, των Περιφερειαρχών, των Ευρωβουλευτών, των Δημάρχων και των προσώπων των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παρ. 3 του άρθρου 56 του Συντάγματος, εφόσον οι πάσης φύσεως αποδοχές και πρόσθετες αμοιβές ή απολαβές τους είναι τουλάχιστον ίσες με τις αποδοχές Γενικού Γραμματέα Υπουργείου, όπως ορίζεται στην παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3833/2010 (Α΄40), η ειδική εισφορά υπολογίζεται με συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%) επί ολόκληρου του ποσού.
Το ποσό της έκτακτης εισφοράς περιορίζεται αναλόγως, σε κάθε περίπτωση ώστε το συνολικό καθαρό εισόδημα που προκύπτει μετά την αφαίρεση της ειδικής εισφοράς να μην υπολείπεται του καθαρού εισοδήματος που απομένει μετά την αφαίρεση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, η οποία υπολογίστηκε με την εφαρμογή του αμέσως προηγούμενου συντελεστή.
4.α) Η εισφορά του παρόντος βεβαιώνεται οίκοθεν από τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας που είναι αρμόδιος για τη φορολογία του φυσικού προσώπου ή της σχολάζουσας κληρονομιάς με βάση τους τίτλους βεβαίωσης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 74 του Κ.Φ.Ε..
β) Για τον υπολογισμό της εισφοράς εκδίδεται εκκαθαριστικό σημείωμα, αντίγραφο του οποίου αποστέλλεται στον υπόχρεο.
γ) Η προθεσμία άσκησης της προσφυγής ή υποβολής αίτησης για διοικητική επίλυση της διαφοράς, καθώς και η άσκηση της προσφυγής ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού πρωτοδικείου, δεν αναστέλλει τη βεβαίωση και την είσπραξη της οφειλής που προκύπτει από την εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων.
5. α) Για την καταβολή του ποσού της εισφοράς του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 11 του άρθρου 9 του Κ.Φ.Ε. (ν. 2238/1994).
β) Υπόχρεος σε καταβολή της εισφοράς είναι το φυσικό πρόσωπο στο όνομα του οποίου βεβαιώνεται αυτή. Για τους έγγαμους, εφόσον συντρέχει περίπτωση της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του Κ.Φ.Ε., η οφειλή για εισφορά που αναλογεί στα εισοδήματά τους βεβαιώνεται χωριστά και η ευθύνη της καταβολής βαρύνει κάθε σύζυγο. Σε περίπτωση θανάτου του υπόχρεου, οι κληρονόμοι του ευθύνονται για την καταβολή της εισφοράς, ανάλογα με το ποσοστό της κληρονομικής τους μερίδας.
γ) Με απόφαση του Υπουργού Οικο νομικών μπορεί να ρυθμίζεται η ειδικότερη διαδικασία για τη βεβαίωση και είσπραξη των εισφορών και κάθε αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.
6. Στο εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες που αποκτούν οι αμειβόμενοι με μηνιαίο μισθό, οι συνταξιούχοι από φορείς κύριας ασφάλισης, οι αμειβόμενοι με ημερομίσθιο οι οποίοι παρέχουν υπηρεσίες με σχέση μίσθωσης εργασίας πάνω από ένα έτος στον ίδιο εργοδότη ή με σχέση μίσθωσης εργασίας αορίστου χρόνου, οι αξιωματικοί και το κατώτερο πλήρωμα του εμπορικού ναυτικού που παρέχουν υπηρεσίες σε εμπορικά πλοία και με εξαίρεση το εισόδημα της περίπτωσης θ' της παραγράφου 5 του άρθρου 6 του ΚΦΕ, διενεργείται παρακράτηση από τους εργοδότες ή από τους φορείς που καταβάλλουν κύριες συντάξεις έναντι της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης του ίδιου άρθρου. Η παρακράτηση διενεργείται κατά την καταβολή και υπολογίζεται με συντελεστή μετά από προηγούμενη αναγωγή του μισθού ή της σύνταξης ή του ημερομισθίου ή της αμοιβής που ορίζεται με άλλη βάση, σε ετήσιο καθαρό εισόδημα που ορίζεται από την παράγραφο 3 του άρθρου 29 του ν. 3986/2011. Για την απόδοση των ποσών αυτών που παρακρατήθηκαν εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 4 του άρθρου 59 του ΚΦΕ, όπως ισχύουν. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως καθορίζεται ο τρόπος παρακράτησης και ο τρόπος αναγωγής των αμοιβών αυτών σε ετήσιο εισόδημα και γενικά ρυθμίζεται κάθε άλλο σχετικό θέμα που αφορά την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας, καθώς και κάθε σχετική λεπτομέρεια.
7. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται για εισοδήματα που αποκτώνται από 1.1.2012 μέχρι και 31.12.2014.
8. Οι διατάξεις της περίπτωσης β' της παραγράφου 4 και των περιπτώσεων α ' και γ ' της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται για την ειδική εισφορά αλληλεγγύης φυσικών προσώπων που επιβάλλεται και βεβαιώνεται στο οικονομικό έτος 2011. Για τα οικονομικά έτη 2012-2015 η ειδική εισφορά αλληλεγγύης του παρόντος άρθρου βεβαιώνεται με βάση τους τίτλους βεβαίωσης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 74 του ΚΦΕ και εμφανίζεται στο εκκαθαριστικό σημείωμα υπολογισμού του φόρου εισοδήματος κάθε οικονομικού έτους. Στα ανωτέρω εκκαθαριστικά σημειώματα οικονομικών ετών 2013-2015 εμφανίζονται και τα παρακρατούμενα ποσά της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να καθορίζεται ο ειδικότερος τρόπος αποτύπωσης της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης για τη χρήση 2011 στο εκκαθαριστικό σημείωμα και ο ειδικότερος τρόπος καταβολής αυτής.
9. Η ειδική εισφορά αλληλεγγύης φυσικών προσώπων του παρόντος άρθρου δεν αφαιρείται από το συνολικό εισόδημα ή από το φόρο της κλίμακας του άρθρου 9 του ΚΦΕ.
α) Για νομικά πρόσωπα που ασκούν εμπορική επιχείρηση και έχουν την έδρα τους σε τουριστικούς τόπους και σε πόλεις ή χωριά με πληθυσμό έως διακόσιες χιλιάδες (200.000) κατοίκους, σε οκτακόσια (800) ευρώ ετησίως.
β) Για νομικά πρόσωπα που ασκούν εμπορική επιχείρηση και έχουν την έδρα τους σε πόλεις με πληθυσμό πάνω από διακόσιες χιλιάδες (200.000) κατοίκους, σε χίλια (1.000) ευρώ ετησίως.
γ) Για ατομικές εμπορικές επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες, σε εξακόσια πενήντα (650) ευρώ ετησίως.
δ) Για κάθε υποκατάστημα σε εξακόσια (600) ευρώ ετησίως.
Ειδικά για τις Αστικές μη Κερδοσκοπικές Εταιρίες της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του Κ.Φ.Ε., καθώς και για τα φυσικά πρόσωπα που το εισόδημά τους προέρχεται από ατομική επιχείρηση παροχής υπηρεσιών ή ελευθέριο επάγγελμα και έχουν έγγραφη σύμβαση με μέχρι τρία (3) φυσικά ή/ και νομικά πρόσωπα, ή το εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) των ακαθάριστων εσόδων τους προέρχεται από ένα (1) φυσικό ή/ και νομικό πρόσωπο, τα ποσά του τέλους επιτηδεύματος, εξακολουθούν να ισχύουν όπως επιβλήθηκαν κατά το οικονομικό έτος 2012.
Από το οικονομικό έτος 2013 και εφεξής, εξαιρούνται από την επιβολή του τέλους επιτηδεύματος τα πρόσωπα που ασκούν ατομική εμπορική επιχείρηση ή ελευθέριο επάγγελμα και παρουσιάζουν αναπηρία ίση ή μεγαλύτερη του ογδόντα τοις εκατό (80%).
2.Σε περίπτωση διακοπής της δραστηριότητας μέσα στη χρήση, το τέλος επιτηδεύματος περιορίζεται ανάλογα με τους μήνες λειτουργίας της επιχείρησης ή της άσκησης του επαγγέλματος. Χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δεκαπέντε (15) ημερών λογίζεται ως μήνας.
3. Εξαιρούνται από τις υποχρεώσεις καταβολής του τέλους, εκτός εάν πρόκειται για τουριστικούς τόπους, οι εμπορικές επιχειρήσεις και ελεύθεροι επαγγελματίες που ασκούν τη δραστηριότητά τους σε χωριά με πληθυσμό έως πεντακόσιους (500) κατοίκους και σε νησιά κάτω από τρεις χιλιάδες εκατό (3.100) κατοίκους. Επίσης εξαιρούνται ατομικές εμπορικές επιχειρήσεις και η ατομική άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος, εφόσον δεν έχουν παρέλθει πέντε (5) έτη από την πρώτη έναρξη εργασιών, καθώς και οι περιπτώσεις ατομικών επιχειρήσεων εφόσον για τον επιτηδευματία υπολείπονται τρία (3) έτη από το έτος της συνταξιοδότησής του. Ως έτος συνταξιοδότησης νοείται το 65ο έτος της ηλικίας.
4. Για την εν γένει διαδικασία επιβολής και βεβαίωσης του τέλους επιτηδεύματος εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κ.Φ.Ε. (ν. 2238/1994).
5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η ειδικότερη διαδικασία για την επιβολή του τέλους επιτηδεύματος, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά που υποβάλλονται και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
6. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται για τους επιτηδευματίες και ελεύθερους επαγγελματίες που ασκούν επιτήδευμα ή ελεύθερο επάγγελμα, αντίστοιχα, κατά την 1.1.2011 και μετά.
7. Ειδικά για το οικονομικό έτος 2011, το τέλος επιτηδεύματος ορίζεται σε τριακόσια (300) ευρώ και για τις δύο κατηγορίες επιτηδευματιών και ελεύθερων επαγγελματιών της παραγράφου 1. Για το ανωτέρω έτος, το τέλος επιτηδεύματος συμβεβαιώνεται και καταβάλλεται με την ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 29 του παρόντος νόμου. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται οι παράγραφοι 2 έως 5 του παρόντος άρθρου. Με την κανονιστική απόφαση της παραγράφου 5 καθορίζεται και η ειδικότερη διαδικασία για τη διαπίστωση των εξαιρέσεων της παραγράφου 3 από την καταβολή του τέλους επιτηδεύματος για το οικονομικό έτος 2011, καθώς και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.
8. Ειδικά για τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχείρηση ή επάγγελμα και για το οικονομικό έτος 2012 και επόμενα, το τέλος επιτηδεύματος βεβαιώνεται με βάση τους τίτλους βεβαίωσης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 74 του ΚΦΕ και εμφανίζεται στο εκκαθαριστικό σημείωμα υπολογισμού του φόρου εισοδήματος κάθε οικονομικού έτους. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η διαδικασία για την επιβολή και βεβαίωση του τέλους επιτηδεύματος στα νομικά πρόσωπα του άρθρου 101 και της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του ΚΦΕ για τα ανωτέρω έτη, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας.
9. Το τέλος επιτηδεύματος του παρόντος άρθρου δεν αφαιρείται από το συνολικό εισόδημα ή από το φόρο της κλίμακας του άρθρου 9 του ΚΦΕ των φυσικών προσώπων που ασκούν επιχείρηση ή επάγγελμα και δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα των νομικών προσώπων του άρθρου 101 και της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του ΚΦΕ.
«3. Ο λογιστής φοροτεχνικός είναι υπεύθυνος για την ορθή μεταφορά των οικονομικών δεδομένων από τα στοιχεία στα βιβλία, για την ακρίβεια των δηλώσεων ως προς τη συμφωνία αυτών με τα φορολογικά και οικονομικά δεδομένα που προκύπτουν από τα τηρούμενα βιβλία. Επίσης, είναι υπεύθυνος για την ορθή φορολογική αναμόρφωση των αποτελεσμάτων με τις δαπάνες που δεν αναγνωρίζονται και τις οποίες παραθέτει αναλυτικά σε κατάσταση που συνυποβάλλεται με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος. Το περιεχόμενο της κατάστασης αυτής υπόκειται σε έλεγχο σύμφωνα με το άρθρο 66 του Κ.Φ.Ε. Τέλος, με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος δηλώνεται ότι κατά τη διαρρεύσασα διαχειριστική περίοδο έχουν υποβληθεί ορθά όλες οι δηλώσεις παρακρατούμενου φόρου εισοδήματος και απόδοσης των έμμεσων φόρων.
Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής, ο λογιστής φοροτεχνικός υπογράφει τις δηλώσεις της παραγράφου 2, καθώς και τα συνυποβαλλόμενα έντυπα ή καταστάσεις, όπως αυτά καθορίζονται κάθε φορά με τις οικείες αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών. Επίσης, κατά την υποβολή των δηλώσεων οι λογιστές φοροτεχνικοί αναγράφουν υποχρεωτικά το ονοματεπώνυμο, τη διεύθυνση κατοικίας τους ή της έδρας του επαγγέλματός τους, κατά περίπτωση, τον Α.Φ.Μ., την αρμόδια Δ.Ο.Υ για τη φορολογία τους, τον αριθμό μητρώου της άδειας άσκησης επαγγέλματός τους και την κατηγορία της άδειάς τους.»
2. Υπάλληλος που απαιτεί πρόσθετα δικαιολογητικά για την απόδειξη των στοιχείων που αναφέρονται στην ταυτότητα ή στα αντίστοιχα έγγραφα του άρθρου 6 τιμωρείται πειθαρχικώς για παράβαση καθήκοντος και ποινικώς σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 22.
1. Γεγονότα ή στοιχεία που δεν αποδεικνύονται με το δελτίο ταυτότητας ή τα αντίστοιχα έγγραφα του άρθρου 6, μπορεί ν' αποδεικνύονται ενώπιον κάθε αρχής ή υπηρεσίας του δημόσιου τομέα με υπεύθυνη δήλωση του ενδιαφερομένου που συντάσσεται σε ειδικό σφραγιστό χαρτί αξίας 100 δραχμών.
2. Ο τύπος και το περιεχόμενο της υπεύθυνης δήλωσης, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Προεδρίας της Κυβέρνησης και Οικονομικών.
3. Στοιχεία του δελτίου ταυτότητας που τυχόν έχουν μεταβληθεί δηλώνονται υποχρεωτικά με υπεύθυνη δήλωση της παρ. 2 του άρθρου αυτού. Με ίδια δήλωση μπορεί να αποδεικνύονται τα νέα στοιχεία, καθώς και το επάγγελμα και η διεύθυνση κατοικίας.
4. Οι υπηρεσίες του δημόσιου τομέα στις οποίες υποβάλλεται υπεύθυνη δήλωση μπορούν να ελέγξουν την ακρίβειά της με διασταύρωσή της με το αρχείο άλλων υπηρεσιών.
5. Ειδικές διατάξεις που καθορίζουν υποχρεωτική απόδειξη με ορισμένο τρόπο εξακολουθούν να ισχύουν μέχρις ότου εκδοθούν οι αποφάσεις κατά την παρ. 1 του άρθρου 10
Δεν απαιτείται η καταβολή παραβόλου όταν η αίτηση αφορά:
α) στη διαγραφή χρεών προς το Δημόσιο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 82 του ν.δ. 356/1974 (ΦΕΚ 90 A΄) (Κ.Ε.Δ.Ε.),
β) στην απαλλαγή από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 6 του ν.δ. 356/1974,
γ) στην επανεξέταση αιτήματος διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής, κατά τα οριζόμενα στην περίπτωση γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 14, με εξαίρεση την οφειλή για την οποία χορηγείται διευκόλυνση για πρώτη φορά.
1. Από το φόρο εισοδήματος φυσικών ή νομικών προσώπων που είναι κύριοι ή συγκύριοι ακινήτων στην περιοχή «Γεράνι», η οποία ορίζεται από τις οδούς Πειραιώς, Επικούρου, Ευρυπίδου, Αθηνάς του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας εκπίπτει κατά περίπτωση:
α) Ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού ακινήτου με χρήση κατοικίας και κόστους έργων ύψους έως 600 ευρώ/τ.μ.. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και κατ’ ανώτατο όριο για χρονικό διάστημα δέκα ετών.
β) Ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού ακινήτου με χρήση γραφείου σε όροφο κτιρίου εκτός του ισογείου και κόστους έργων ύψους μέχρι 500 ευρώ/τ.μ.. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και για χρονικό διάστημα δέκα ετών. Η μείωση αυτή διενεργείται με την προϋπόθεση ότι δεν εφαρμόζονται συγχρόνως οι μειώσεις της παραγράφου Β1.
γ) Ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού του ισογείου ακινήτου με χρήση του τριτογενούς τομέα (σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο Δ) και κόστους έργων έως 300 ευρώ/τ.μ.. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και για χρονικό διάστημα δέκα ετών.
δ) Ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης των όψεων και των κοινόχρηστων χώρων οικοδομής στην οποία συστάθηκε οριζόντια ιδιοκτησία και κόστους έργων ύψους έως 100 ευρώ/τ.μ. το οποίο επιμερίζεται ανάλογα με τα ποσοστά συνιδιοκτησίας της κάθε οριζόντιας ιδιοκτησίας. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και για χρονικό διάστημα δέκα ετών.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή των πιο πάνω μειώσεων είναι η αποκατάσταση και ο εκσυγχρονισμός του ακινήτου να υλοποιηθεί μέχρι 31.12.2015.
2. Από το φόρο εισοδήματος φυσικών ή νομικών προσώπων που είναι ιδιοκτήτες διατηρητέων ακινήτων σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του ν. 1577/1985 και της παρ. 1 του ν. 3028/2002 στην περιοχή του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας ανεξαρτήτως της χρήσεώς τους, εκπίπτει ποσό ίσο με τη δαπάνη αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού αυτού και κόστους έργων ύψους μέχρι 2.000 ευρώ/τ.μ.. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και για χρονικό διάστημα δέκα ετών. Σε περίπτωση συνιδιοκτησίας το ποσό της μείωσης αυτής επιμερίζεται ανάλογα με τα ποσοστά συνιδιοκτησίας. Επίσης, δικαιούχος της μείωσης αυτής εκτός από τον ιδιοκτήτη του ακινήτου, με τις πιο πάνω προϋποθέσεις, μπορεί να είναι ο μισθωτής, ο οποίος, με σύμφωνη γνώμη του ιδιοκτήτη, προβαίνει στη δαπάνη των έργων αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού, καθώς και στις τεχνικές, αρχιτεκτονικές και λειτουργικές διαμορφώσεις του κτιρίου. Το δικαίωμα έκπτωσης του μισθωτή διατηρείται ακόμη και μετά την πιθανή εγκατάλειψη του ακινήτου από αυτόν.
Οι διατάξεις του παρόντος ισχύουν στις περιπτώσεις για κτίρια στα οποία έχουν κηρυχθεί διατηρητέα οι όψεις τους ή τα κελύφη τους μέχρι προσαύξησης 15% επί του αρχικού όγκου τους. H όποια νόμιμη υπέρβαση δεν εμπίπτει στη διάταξη.
Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση που έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου Α1 και των παραγράφων Β1 και Β2.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή των πιο πάνω μειώσεων είναι:
α) για την αποκατάσταση των έργων να τηρούνται όλες οι διατάξεις και διαδικασίες των διατηρητέων κτιρίων,
β) οι αιτήσεις για την έκδοση της άδειας αποκατάστασης να έχουν κατατεθεί στις αρμόδιες υπηρεσίες από τη δημοσίευση του παρόντος μέχρι 31.12.2014 και η αποκατάσταση του ακινήτου να υλοποιηθεί μέσα σε τρία έτη από την έκδοση των σχετικών αδειών.
Τα πρόσωπα της παραγράφου αυτής μπορούν να επιλέξουν την εφαρμογή των πιο πάνω κινήτρων ή των κινήτρων της παραγράφου 1 του άρθρου 23 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994, Α΄ 151).
3. Αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται τα οριζόμενα κίνητρα για το αντίστοιχο έτος.
4. Αν μεταβιβαστεί η κυριότητα του ακινήτου δικαιούχος των εκπτώσεων και μειώσεων της παραγράφου Α΄ καθίσταται ο νέος κύριος.
Β. Μισθωτές Ακινήτων
1. Από το φόρο εισοδήματος φυσικών ή νομικών προσώπων που μισθώνουν ακίνητα για χρήση κατοικιών και γραφείων σε όροφο οικοδομής στην περιοχή της παραγράφου Α1 του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας εκπίπτει ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού αυτού και κόστους έργων ύψους έως 500 ευρώ/τ.μ. για δέκα έτη, εφόσον η δαπάνη αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού υλοποιηθεί μέχρι 31.12.2014. Η παρούσα διάταξη δεν εφαρμόζεται συγχρόνως με τις διατάξεις των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου Α1.
Για τους μισθωτές ακινήτων ισχύουν ως έχουν τα οριζόμενα στην παράγραφο Α2.
2. Για μία πενταετία από το φόρο εισοδήματος των επιχειρήσεων τριτογενούς τομέα (σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο Δ΄ που εγκαθίστανται σε κτίρια στην περιοχή της παραγράφου Α1 του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας εκπίπτει ετησίως ποσό ίσο με το διπλάσιο του μισθώματος που καταβάλλεται για τη χρήση του ακινήτου.
Γ. Επιπλέον κίνητρα
1. Σε συμβάσεις αγοράς ακινήτων ή εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων που βρίσκονται στην περιοχή της παραγράφου Α1, επιβάλλεται φόρος μεταβίβασης ακινήτων με συντελεστή 3% επί της αντικειμενικής τους αξίας ή επί του τυχόν δηλωθέντος τιμήματος, αν αυτό είναι μεγαλύτερο της αντικειμενικής αξίας, για χρονικό διάστημα δύο ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
2. Για την περιοχή «Γεράνι» που ορίζεται στο άρθρο αυτό, με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών οι τιμές ζώνης που καθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 41 και 41Α του ν. 1249/1982 (Α΄ 43), μπορούν να ορίζονται μειώσεις για το χρονικό διάστημα μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2014.
Δ. Τα ανωτέρω φορολογικά κίνητρα αφορούν σε κτίρια και χώρους νομίμως υφιστάμενους, στους οποίους επιτρέπεται από τις ισχύουσες διατάξεις η εγκατάσταση χρήσεων που προβλέπονται στο π.δ. της 2/13.7.1994 (Δ΄ 704), με την εξαίρεση των χρήσεων εστιατορίων, αναψυκτηρίων, κέντρων διασκεδάσεων, αναψυχής, χώρων συναθροίσεων κοινού και καταστημάτων παροχής προσωπικών υπηρεσιών.
Σε περίπτωση αλλαγής χρήσης και εφόσον η νέα χρήση δεν περιλαμβάνεται στις επιδοτούμενες, παύει η απόδοση του κινήτρου προς τον δικαιούχο.
Ε. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής καθορίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες, οι διαδικασίες, τα δικαιολογητικά και ο χρόνος υλοποίησης που απαιτούνται, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος.
1. Από το φόρο εισοδήματος φυσικών ή νομικών προσώπων που είναι κύριοι ή συγκύριοι ακινήτων σε τμήμα της περιοχής «Μεταξουργείο» το οποίο ορίζεται από τους οδικούς άξονες Κωνσταντινουπόλεως, Αχιλλέως, Αγίου Κωνσταντίνου, Πειραιώς, Ιερά Οδός εκπίπτει κατά περίπτωση:
α) Ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού ακινήτου με χρήση κατοικίας και κόστους έργων ύψους έως 300 ευρώ/τ.μ.. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και κατ’ ανώτατο όριο για χρονικό διάστημα δέκα ετών.
β) Ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού ακινήτου με χρήση γραφείου σε όροφο κτιρίου εκτός του ισογείου και κόστους έργων ύψους μέχρι 300 ευρώ/τ.μ.. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και για χρονικό διάστημα δέκα ετών. Η μείωση αυτή διενεργείται με την προϋπόθεση ότι δεν εφαρμόζεται συγχρόνως η μείωση της παραγράφου Β1.
γ) Ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού του ισογείου ακινήτου με χρήση του τριτογενούς τομέα (σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο Δ΄ και κόστους έργων έως 300 ευρώ/τ.μ.. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και για χρονικό διάστημα δέκα ετών.
δ) Ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης των όψεων και των κοινοχρήστων χώρων οικοδομής, στην οποία συστάθηκε οριζόντια ιδιοκτησία και
κόστους έργων ύψους έως 100 ευρώ/τ.μ. το οποίο επιμερίζεται ανάλογα με τα ποσοστά συνιδιοκτησίας κάθε οριζόντιας ιδιοκτησίας. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και για χρονικό διάστημα δέκα ετών.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή των πιο πάνω μειώσεων είναι η αποκατάσταση και ο εκσυγχρονισμός του ακινήτου να υλοποιηθεί μέχρι 31.12.2015.
2. Από το φόρο εισοδήματος φυσικών ή νομικών προσώπων που είναι ιδιοκτήτες διατηρητέων ακινήτων σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του ν. 1577/1985 και του ν. 3028/2002 στην περιοχή της παραγράφου Α1 του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας ανεξαρτήτως της χρήσεώς τους, εκπίπτει ποσό ίσο με τη δαπάνη αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού αυτού και κόστους έργων ύψους μέχρι 2.000 ευρώ/τ.μ.. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και για χρονικό διάστημα δέκα ετών. Σε περίπτωση συνιδιοκτησίας το ποσό της μείωσης αυτής επιμερίζεται ανάλογα με τα ποσοστά συνιδιοκτησίας. Επίσης, δικαιούχος της μείωσης αυτής εκτός από τον ιδιοκτήτη του ακινήτου, με τις πιο πάνω προϋποθέσεις, μπορεί να είναι ο μισθωτής, ο οποίος, με σύμφωνη γνώμη του ιδιοκτήτη, προβαίνει στη δαπάνη των έργων αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού, καθώς και στις τεχνικές, αρχιτεκτονικές και λειτουργικές διαμορφώσεις του κτιρίου. Το δικαίωμα έκπτωσης του μισθωτή διατηρείται ακόμη και μετά την πιθανή εγκατάλειψη του ακινήτου από αυτόν.
Οι διατάξεις του παρόντος ισχύουν στις περιπτώσεις για κτίρια στα οποία έχουν κηρυχθεί διατηρητέα οι όψεις τους ή τα κελύφη τους μέχρι προσαύξησης 15% επί του αρχικού όγκου τους. Η όποια νόμιμη υπέρβαση δεν εμπίπτει στη διάταξη.
Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση που έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των παραγράφων Α1 και Β1.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή των πιο πάνω μειώσεων είναι:
α) για την αποκατάσταση των έργων να τηρούνται όλες οι διατάξεις και διαδικασίες των διατηρητέων κτιρίων,
β) οι αιτήσεις για την έκδοση της άδειας αποκατάστασης να έχουν κατατεθεί στις αρμόδιες υπηρεσίες από τη δημοσίευση του παρόντος μέχρι 31.12.2014 και η αποκατάσταση του ακινήτου να υλοποιηθεί μέσα σε τρία έτη από την έκδοση των σχετικών αδειών.
Τα πρόσωπα της παραγράφου αυτής μπορούν να επιλέξουν την εφαρμογή των πιο πάνω κινήτρων ή των κινήτρων της παραγράφου 1 του άρθρου 23 του Κ.Φ.Ε..
3. Αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται τα οριζόμενα κίνητρα για το αντίστοιχο έτος.
4. Αν μεταβιβαστεί η κυριότητα του ακινήτου δικαιούχος των εκπτώσεων και μειώσεων της παραγράφου Α΄ καθίσταται ο νέος κύριος.
Β. Μισθωτές Ακινήτων
1. Από το φόρο εισοδήματος φυσικών ή νομικών προσώπων που μισθώνουν ακίνητα για χρήση κατοικιών και γραφείων σε όροφο οικοδομής στην περιοχή της παραγράφου Α1 του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας εκπίπτει ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού αυτού και κόστους έργων ύψους έως 300 ευρώ/τ.μ. για δέκα έτη, εφόσον η δαπάνη αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού υλοποιηθεί μέχρι 31.12.2014. Η παρούσα διάταξη δεν εφαρμόζεται συγχρόνως με τη μείωση των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου Α1.
2. Για μία πενταετία από το φόρο εισοδήματος των επιχειρήσεων τριτογενούς τομέα (σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο Δ΄) που εγκαθίστανται σε κτίρια εντός της περιοχής της παραγράφου Α1 του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας εκπίπτει ετησίως ποσό ίσο με το διπλάσιο του μισθώματος που καταβάλλεται για τη χρήση του ακινήτου.
3. Για τους μισθωτές ακινήτων ισχύουν ως έχουν τα οριζόμενα στην ως άνω παράγραφο Α2.
Γ. Επιπλέον κίνητρα
Σε συμβάσεις αγοράς ακινήτων ή εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων που βρίσκονται στην περιοχή της παραγράφου Α1 του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας, επιβάλλεται φόρος μεταβίβασης ακινήτων με συντελεστή 3% επί της αντικειμενικής τους αξίας ή επί του τυχόν δηλωθέντος τιμήματος, αν αυτό είναι μεγαλύτερο της αντικειμενικής αξίας, για χρονικό διάστημα δύο ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
Δ. Τα ανωτέρω φορολογικά κίνητρα αφορούν σε κτίρια και χώρους νομίμως υφιστάμενους, στους οποίους επιτρέπεται από τις ισχύουσες διατάξεις η εγκατάσταση χρήσεων που προβλέπονται στο π.δ. της 13.7/19.8.1998 (Δ΄ 616), με την εξαίρεση των χρήσεων εστιατορίων, αναψυκτηρίων, κέντρων διασκεδάσεων αναψυχής, χώρων συναθροίσεων κοινού και καταστημάτων παροχής προσωπικών υπηρεσιών.
Σε περίπτωση αλλαγής χρήσης και εφόσον η νέα χρήση δεν περιλαμβάνεται στις επιδοτούμενες, παύει η απόδοση του κινήτρου προς τον δικαιούχο.
Ε. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής καθορίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες, οι διαδικασίες, τα δικαιολογητικά και ο χρόνος υλοποίησης που απαιτούνται, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος.
(α) Βεβαίωση είτε της ελληνικής ή αλλοδαπής πλοιοκτήτριας εταιρείας πλοίου υπό ελληνική ή ξένη σημαία
είτε της εταιρείας χαρτοφυλακίου (holding company) που κατέχει άμεσα ή έμμεσα τις μετοχές της πλοιοκτήτριας και διανέμει το μέρισμα από την οποία θα προκύπτουν τα στοιχεία του φορολογούμενου ως μετόχου της εταιρείας, το καταβληθέν σε αυτόν μέρισμα και το όνομα του πλοίου (αριθμός και λιμένας νηολόγησης, αριθμ. ΙΜΟ) από την εκμετάλλευση του οποίου προκύπτει το σχετικό μέρισμα.
(β) Στην περίπτωση που το μέρισμα καταβάλλεται από αλλοδαπή πλοιοκτήτρια πλοίου με ξένη σημαία αντίγραφο της σχετικής άδειας εγκατάστασης στην Ελλάδα της διαχειρίστριας εταιρείας που, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 27/1975, ασχολείται αποκλειστικά με τη διαχείριση, εκμετάλλευση ή ναύλωση πλοίων και βεβαίωση της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου ότι έχει δηλωθεί και αναληφθεί από αυτήν η διαχείριση του συγκεκριμένου πλοίου.
(γ) Αντίγραφο της μοναδικής βεβαίωσης εισαγωγής συναλλάγματος (ΒΑΣ) των αντιστοίχων ποσών ή βεβαίωση εκχώρησης συναλλάγματος. Τα σχετικά πρωτότυπα αναζητούνται από την αρμόδια αρχή.
2. Η καταβολή του μερίσματος μπορεί να γίνεται και μέσω της διαχειρίστριας εταιρείας, η οποία μπορεί να βεβαιώνει και τη λήψη του μερίσματος. Στην περίπτωση αυτή η διαχειρίστρια δεν υποχρεούται σε εγγραφή του ποσού του μερίσματος στα βιβλία τα οποία τηρεί. Τα εκ της εισαγωγής του συναλλάγματος ποσά επιτρέπεται να καταβάλλονται σε νομικά πρόσωπα συμφερόντων του δικαιούχου του ποσού που εισάγεται.
3. Οι ανωτέρω προϋποθέσεις εφαρμόζονται και επί των εκκρεμών υποθέσεων ελέγχου.
4. Τα δικαιολογητικά της παραγράφου 1, με την εξαίρεση του δικαιολογητικού υπό το στοιχείο γ΄, υποβάλλονται και σε κάθε άλλη περίπτωση που ελέγχεται κατά νόμο η προέλευση του εισοδήματος που αναφέρεται σε μερίσματα πλοιοκτητριών εταιρειών ή εταιρειών χαρτοφυλακίου.
Δεν υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης οι κεκαρμένοι μοναχοί για το καθαρό ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται σε αυτούς κατά το χρονικό διάστημα που διατηρούν την ανωτέρω ιδιότητα εφόσον αυτό δεν υπερβαίνει το ποσό των εννέα χιλιάδων πεντακοσίων (9.500) ευρώ. Στην περίπτωση αυτή δεν εφαρμόζεται η παράγραφος 24 του άρθρου 72του ανωτέρω νόμου.
2. Για όλα τα αυτοτελώς φορολογούμενα εισοδήµατα της παραγράφου 1 δηλώνεται και ο παρακρατηθείς ή αποδοθείς, κατά περίπτωση, φόρος.
3. Η δήλωση υποβάλλεται μέχρι και την 30η Απριλίου του αµέσως επόµενου φορολογικού έτους. Σε περίπτωση που ο φορολογούµενος αποβιώσει ή µεταφέρει την κατοικία του στο εξωτερικό, η δήλωση υποβάλλεται από τους κατά περίπτωση υπόχρεους, καθ’ όλη τη διάρκεια του φορολογικού έτους και συνοδεύεται από δικαιολογητικά και στοιχεία που καθορίζονται µε απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών.
4. Οι σύζυγοι, κατά τη διάρκεια του γάµου, υποχρεούνται να υποβάλουν κοινή δήλωση για τα εισοδήµατά τους στα οποία ο φόρος, τα τέλη και οι εισφορές που αναλογούν υπολογίζονται χωριστά στο εισόδηµα καθενός συζύγου. Οι τυχόν ζηµίες του εισοδήµατος του ενός συζύγου δεν συµψηφίζονται µε τα εισοδήµατα του άλλου συζύγου. Υπόχρεος υποβολής δήλωσης είναι ο σύζυγος και για τα εισοδήµατα της συζύγου του.
Ειδικότερα οι σύζυγοι υποβάλλουν χωριστή φορολογική δήλωση, ο καθένας για τα εισοδήµατά του, εφόσον:
α. Έχει διακοπεί η έγγαµη συµβίωση κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης. Το βάρος της απόδειξης για τη διακοπή φέρει ο φορολογούµενος.
β. Ο ένας από τους δύο συζύγους είναι σε κατάσταση πτώχευσης ή έχει υποβληθεί σε δικαστική συµπαράσταση.
Για τα εισοδήµατα των ανήλικων τέκνων, υπόχρεος για την υποβολή της δήλωσης είναι ο γονέας που ασκεί τη γονική µέριµνα σύµφωνα µε την παράγραφο 4 του άρθρου 11.
5. Υπόχρεος σε υποβολή δήλωσης είναι:
α) στις περιπτώσεις πτώχευσης ή σχολάζουσας κληρονοµίας ή επιδικίας ή µεσεγγύησης, κατά περίπτωση, ο σύνδικος πτώχευσης ή ο κηδεµόνας ή ο προσωρινός διαχειριστής ή ο µεσεγγυούχος,
β) για τους ανήλικους ή αυτούς που έχουν υποβληθεί σε δικαστική συµπαράσταση, κατά περίπτωση, ο επίτροπος ή ο κηδεµόνας ή ο δικαστικός συµπαραστάτης,
γ) σε περίπτωση θανάτου του φορολογούµενου, οι κληρονόµοι του για τα εισοδήµατά του µέχρι τη χρονολογία του θανάτου του.
6. Ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων υπολογίζεται με βάση την ετήσια φορολογική δήλωση του φορολογούμενου και το ποσό της φορολογικής οφειλής καθορίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 31 και 32 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, κατόπιν έκπτωσης:
α) του φόρου που παρακρατήθηκε,
β) του φόρου που προκαταβλήθηκε,
γ) του φόρου που καταβλήθηκε στην αλλοδαπή σύμφωνα με το άρθρο 9 Σε περίπτωση που το ποσό του φόρου που προκαταβλήθηκε ή παρακρατήθηκε είναι μεγαλύτερο από τον οφειλόμενο φόρο, η επιπλέον διαφορά επιστρέφεται.
Η καταβολή του φόρου γίνεται σε τρεις (3) ίσες διμηνιαίες δόσεις από τις οποίες η πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία ημέρα του επόμενου μήνα από την προβλεπόμενη προθεσμία υποβολής της δήλωσης και η καθεμία από τις επόμενες την τελευταία ημέρα του τρίτου και πέμπτου μήνα αντίστοιχα από την υποβολή της δήλωσης, η οποία δεν μπορεί να εκτείνεται πέραν του ίδιου φορολογικού έτους.
7. Με απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών καθορίζονται ειδικότερα ο τρόπος και ο χρόνος υποβολής, ο τύπος και το περιεχόµενο της δήλωσης φορολογίας εισοδήµατος, οι εξαιρετικές περιπτώσεις για τις οποίες επιτρέπεται η µη ηλεκτρονική υποβολή της δήλωσης, καθώς και τα δικαιολογητικά ή άλλα στοιχεία τα οποία συνυποβάλλονται µε αυτήν.
Δεν υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης οι κεκαρμένοι μοναχοί για το καθαρό ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται σε αυτούς κατά το χρονικό διάστημα που διατηρούν την ανωτέρω ιδιότητα εφόσον αυτό δεν υπερβαίνει το ποσό των εννέα χιλιάδων πεντακοσίων (9.500) ευρώ. Στην περίπτωση αυτή δεν εφαρμόζεται η παράγραφος 24 του άρθρου 72 του ανωτέρω νόμου.
Δεν απαιτείται βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του ενδιαφερομένου, όταν προσέρχεται αυτοπροσώπως για υποθέσεις του στις υπηρεσίες του δημόσιου τομέα ή τα Κ.Ε.Π., προσκομίζοντας το δελτίο ταυτότητας ή τα αντίστοιχα πρωτότυπα έγγραφα
α) κοινοποιηθεί ηλεκτρονικά, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του ν. 3979/2011 ή στο λογαριασμό του εν λόγω προσώπου ή του νόμιμου αντιπροσώπου του ή του φορολογικού εκπροσώπου του στο πληροφοριακό σύστημα της Φορολογικής Διοίκησης, την οποία ακολουθεί ηλεκτρονική ειδοποίηση στη δηλωθείσα διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του,
β) αποσταλεί με συστημένη επιστολή στην τελευταία δηλωθείσα ταχυδρομική διεύθυνση κατοικίας του εν λόγω προσώπου ή
γ) επιδοθεί στο εν λόγω πρόσωπο, κατά τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, μόνο εφόσον δεν είναι δυνατή η επίδοση με άλλον τρόπο. Η κοινοποίηση σύμφωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, κατά το προηγούμενο εδάφιο, θεωρείται νόμιμη, εφόσον γίνει στην τελευταία δηλωθείσα στη Φορολογική Διοίκηση διεύθυνση κατοικίας ή επαγγελματικής εγκατάστασης του εν λόγω προσώπου.
α) στο πλαίσιο σύµβασης εργασίας, σύµφωνα µε το εργατικό δίκαιο,
β) βάσει σύµβασης, προφορικής ή έγγραφης, µε την οποία το φυσικό πρόσωπο αποκτά σχέση εξαρτηµένης εργασίας µε άλλο πρόσωπο, το οποίο έχει το δικαίωµα να ορίζει και να ελέγχει τον τρόπο, το χρόνο και τον τόπο εκτέλεσης των υπηρεσιών,
γ) οι οποίες ρυθµίζονται από τη νοµοθεσία περί μισθολογίου και ειδικών μισθολογίων των υπαλλήλων και λειτουργών του Δηµοσίου,
δ) ως διευθυντής ή µέλος του ΔΣ εταιρείας ή κάθε άλλου νοµικού προσώπου ή νοµικής οντότητας,
ε) ως δικηγόρος έναντι πάγιας αντιµισθίας για την παροχή νοµικών υπηρεσιών,
στ) βάσει έγγραφων συµβάσεων παροχής υπηρεσιών ή συµβάσεων έργου, µε φυσικά ή νοµικά πρόσωπα ή νοµικές οντότητες τα οποία δεν υπερβαίνουν τα τρία (3) ή, εφόσον υπερβαίνουν τον αριθµό αυτόν, ποσοστό εβδοµήντα πέντε τοις εκατό (75%) του ακαθάριστου εισοδήµατος από επιχειρηµατική δραστηριότητα προέρχεται από ένα (1) από τα φυσικά ή νοµικά πρόσωπα ή νοµικές οντότητες που λαµβάνουν τις εν λόγω υπηρεσίες και εφόσον δεν έχει την εμπορική ιδιότητα, ούτε διατηρεί επαγγελματική εγκατάσταση που είναι διαφορετική από τη κατοικία του.
Η διάταξη του προηγούµενου εδαφίου δεν εφαρµόζεται στην περίπτωση που ο φορολογούµενος αποκτά εισόδηµα από μισθωτή εργασία, σύµφωνα µε µία από τις περιπτώσεις α΄ έως ε΄ του παρόντος άρθρου.
Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα μπορούν να προβλέπονται περαιτέρω προϋποθέσεις και να καθορίζονται όλες οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή αυτής της περίπτωσης.
α) στο πλαίσιο σύµβασης εργασίας, σύµφωνα µε το εργατικό δίκαιο,
β) βάσει σύµβασης, προφορικής ή έγγραφης, µε την οποία το φυσικό πρόσωπο αποκτά σχέση εξαρτηµένης εργασίας µε άλλο πρόσωπο, το οποίο έχει το δικαίωµα να ορίζει και να ελέγχει τον τρόπο, το χρόνο και τον τόπο εκτέλεσης των υπηρεσιών,
γ) οι οποίες ρυθµίζονται από τη νοµοθεσία περί μισθολογίου και ειδικών μισθολογίων των υπαλλήλων και λειτουργών του Δηµοσίου,
δ) ως διευθυντής ή µέλος του ΔΣ εταιρείας ή κάθε άλλου νοµικού προσώπου ή νοµικής οντότητας,
ε) ως δικηγόρος έναντι πάγιας αντιµισθίας για την παροχή νοµικών υπηρεσιών,
στ) βάσει έγγραφων συµβάσεων παροχής υπηρεσιών ή συµβάσεων έργου, µε φυσικά ή νοµικά πρόσωπα ή νοµικές οντότητες τα οποία δεν υπερβαίνουν τα τρία (3) ή, εφόσον υπερβαίνουν τον αριθµό αυτόν, ποσοστό εβδοµήντα πέντε τοις εκατό (75%) του ακαθάριστου εισοδήµατος από επιχειρηµατική δραστηριότητα προέρχεται από ένα (1) από τα φυσικά ή νοµικά πρόσωπα ή νοµικές οντότητες που λαµβάνουν τις εν λόγω υπηρεσίες και εφόσον δεν έχει την εμπορική ιδιότητα, ούτε διατηρεί επαγγελματική εγκατάσταση που είναι διαφορετική από τη κατοικία του.
Η διάταξη του προηγούµενου εδαφίου δεν εφαρµόζεται στην περίπτωση που ο φορολογούµενος αποκτά εισόδηµα από μισθωτή εργασία, σύµφωνα µε µία από τις περιπτώσεις α΄ έως ε΄ του παρόντος άρθρου.
Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα μπορούν να προβλέπονται περαιτέρω προϋποθέσεις και να καθορίζονται όλες οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή αυτής της περίπτωσης.
Ειδικά, για τον προσδιορισµό του εισοδήµατος από αγροτική επιχειρηµατική δραστηριότητα στα έσοδα από επιχειρηµατικές συναλλαγές περιλαµβάνονται τα έσοδα από την παραγωγή γεωργικών, πτηνοτροφικών, κτηνοτροφικών, δασοκοµικών, υλοτοµικών και αλιευτικών προϊόντων.
Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζεται για τους τίτλους του άρθρου 42 που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, συμπεριλαμβανομένης και της Εναλλακτικής Αγοράς του Χρηματιστηρίου για τα κρατικά ομόλογα.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να προβλέπεται η εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου και σε κάθε άλλη ρυθμιζόμενη αγορά ή άλλου τίτλους.
Σε περίπτωση συναλλαγών που αφορούν ακίνητα, η περίοδος του δεύτερου εδαφίου είναι δύο (2) έτη.
α) µετοχές σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά,
β) μετοχές και άλλες κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά, εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό τουλάχιστον μισό τοις εκατό (0,5%)
γ) µερίδια ή µερίδες σε προσωπικές εταιρείες,
δ) κρατικά οµόλογα και έντοκα γραµµάτια ή εταιρικά οµόλογα,
ε) παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα.
Ως μεταβίβαση σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο νοείται και η εισφορά των ανωτέρω τίτλων για την κάλυψη ή αύξηση κεφαλαίου εταιρείας
Ειδικά για τίτλους που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή, εφόσον οι τίτλοι αυτοί έχουν αποκτηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2009 και εξής.
2. Ως παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα σύµφωνα µε την περίπτωση ε’ της παραγράφου 1 νοούνται:
α) Τα συµβόλαια δικαιωµάτων προαίρεσης, τα συµβόλαια µελλοντικής εκπλήρωσης, οι συµβάσεις ανταλλαγής (swaps), και οι προθεσµιακές συµβάσεις (forwards) που σχετίζονται µε υποκείµενους τίτλους και ιδίως µε:
1. κινητές αξίες ή άλλα περιουσιακά στοιχεία,
2. συναλλαγµατικές ισοτιµίες,
3. επιτόκια ή αποδόσεις,
4. χρηµατοπιστωτικούς δείκτες ή άλλα χρηµατοπιστωτικά µεγέθη,
5. εµπορεύµατα,
6. ναύλους,
7. πιστωτική διαβάθµιση ή γεγονός,
8. ποσοστά πληθωρισµού ή άλλες επίσηµες οικονοµικές στατιστικές,
9. κλιµατικές µεταβλητές,
10. εκποµπές ρύπων,
11. µεταβολές στην τιµή οποιουδήποτε οικονοµικού, φυσικού, περιβαλλοντολογικού, στατιστικού ή άλλου µεγέθους ή γεγονότος (πλην αθλητικών γεγονότων), ή
12. άλλα παράγωγα µέσα.
β) Κάθε άλλη σύµβαση που προσιδιάζει στις ανωτέρω, όσον αφορά, µεταξύ άλλων, στο κατά πόσον προσδιορίζεται µε αναφορά σε άλλους υποκείµενους τίτλους, είναι διαπραγµατεύσιµη σε οργανωµένη αγορά ή πολυµερή µηχανισµό διαπραγµάτευσης (ΠΜΔ), υπόκειται σε εκκαθάριση µε µετρητά διαθέσιµα ή φυσική παράδοση (πλην παραδόσεων λόγω αδυναµίας πληρωµής ή άλλου γεγονότος που επιφέρει τη λύση της σύµβασης, καθώς και παραδόσεων που προορίζονται για εµπορικούς σκοπούς) ή διακανονισµό µέσω αναγνωρισµένων γραφείων συµψηφισµού ή σε τακτικές κλήσεις για κάλυψη περιθωρίων.
3. Ως υπεραξία νοείται η διαφορά µεταξύ της τιµής κτήσης που κατέβαλε ο φορολογούµενος και της τιµής πώλησης που εισέπραξε. Τυχόν δαπάνες που συνδέονται άµεσα µε την αγορά ή την πώληση των τίτλων συµπεριλαµβάνονται στην τιµή κτήσης και την τιµή πώλησης
4. Σε περίπτωση που οι µεταβιβαζόµενοι τίτλοι είναι εισηγµένοι σε χρηµατιστηριακή αγορά, η τιµή κτήσης και η τιµή πώλησης καθορίζονται από τα δικαιολογητικά έγγραφα συναλλαγών, τα οποία εκδίδει η χρηµατιστηριακή εταιρεία ή το πιστωτικό ίδρυµα ή οποιοδήποτε φορέας που διενεργεί συναλλαγές.
Σε περίπτωση µεταβίβασης µη εισηγµένων τίτλων, η τιµή πώλησης προσδιορίζεται µε βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που εκδίδει τους µεταβιβαζόµενους τίτλους κατά το χρόνο της µεταβίβασης ή το τίµηµα ή αγοραία αξία που αναγράφεται στη σύµβαση µεταβίβασης, εφόσον αυτό είναι υψηλότερο. Η τιµή κτήσης προσδιορίζεται µε βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που εκδίδει τους µεταβιβαζόµενους τίτλους κατά το χρόνο απόκτησης ή το τίµηµα που αναγράφεται στη σύµβαση απόκτησης κατά τον χρόνο απόκτησης των τίτλων, εφόσον οποιοδήποτε από τα ανωτέρω είναι χαμηλότερο.
Αν η τιµή κτήσης δεν µπορεί να προσδιοριστεί θεωρείται ότι είναι µηδενική.
Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής, για τον προσδιορισμό της τιμής κτήσης λαμβάνονται υπόψη οι εταιρικές πράξεις που έχουν λάβει χώρα μέχρι το χρόνο της μεταβίβασης. Σε περίπτωση διαδοχικών αποκτήσεων τίτλων, ως τιμή κτήσης λαμβάνεται η μέση τιμή κτήσης που προκύπτει από τη συνολική αξία κτήσης των τίτλων δια της συνολικής ποσότητας αυτών.
5. Σε περίπτωση κατά την οποία ο προσδιορισμός της υπεραξίας σύμφωνα με τις ανωτέρω παραγράφους καταλήγει σε αρνητικό ποσό, η εν λόγω ζημία μεταφέρεται για τα επόμενα πέντε (5) έτη και συμψηφίζεται μόνο με μελλοντικά κέρδη υπεραξίας, τα οποία υπολογίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου και τα οποία προκύπτουν από συναλλαγές σε τίτλους της παραγράφου 1.
6. Τα κεφαλαιακά κέρδη που προκύπτουν από την ανταλλαγή οµολόγων του Ελληνικού Δηµοσίου ή εταιρικών οµολόγων µε εγγύηση του Ελληνικού Δηµοσίου µε άλλους τίτλους κατ’ εφαρµογή του προγράµµατος συµµετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους απαλλάσσονται από το φόρο.
7. Για την υπεραξία που προκύπτει από εισφορά ενεργητικού, ανταλλαγή µετοχών, συγχώνευση ή διάσπαση κατ’ έφαρµογή των άρθρων 52, 53 και 54 ισχύουν οι ειδικές διατάξεις αυτών των άρθρων.
8. Απαλλάσσεται από το φόρο το εισόδημα που αποκτούν φυσικά πρόσωπα που είναι φορολογικοί κάτοικοι σε κράτη με τα οποία η Ελλάδα έχει συνάψει σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας (ΣΑΔΦ) και το οποίο προκύπτει από υπεραξία μεταβίβασης των τίτλων σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους υπό την προϋπόθεση ότι υποβάλλουν στη Φορολογική Διοίκηση δικαιολογητικά που αποδεικνύουν τη φορολογική τους κατοικία.
α) µετοχές σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά,
β) μετοχές και άλλες κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά, εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό τουλάχιστον μισό τοις εκατό (0,5%)
γ) µερίδια ή µερίδες σε προσωπικές εταιρείες,
δ) κρατικά οµόλογα και έντοκα γραµµάτια ή εταιρικά οµόλογα,
ε) παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα.
Ως μεταβίβαση σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο νοείται και η εισφορά των ανωτέρω τίτλων για την κάλυψη ή αύξηση κεφαλαίου εταιρείας
Ειδικά για τίτλους που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή, εφόσον οι τίτλοι αυτοί έχουν αποκτηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2009 και εξής.
2. Ως παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα σύµφωνα µε την περίπτωση ε’ της παραγράφου 1 νοούνται:
α) Τα συµβόλαια δικαιωµάτων προαίρεσης, τα συµβόλαια µελλοντικής εκπλήρωσης, οι συµβάσεις ανταλλαγής (swaps), και οι προθεσµιακές συµβάσεις (forwards) που σχετίζονται µε υποκείµενους τίτλους και ιδίως µε:
1. κινητές αξίες ή άλλα περιουσιακά στοιχεία,
2. συναλλαγµατικές ισοτιµίες,
3. επιτόκια ή αποδόσεις,
4. χρηµατοπιστωτικούς δείκτες ή άλλα χρηµατοπιστωτικά µεγέθη,
5. εµπορεύµατα,
6. ναύλους,
7. πιστωτική διαβάθµιση ή γεγονός,
8. ποσοστά πληθωρισµού ή άλλες επίσηµες οικονοµικές στατιστικές,
9. κλιµατικές µεταβλητές,
10. εκποµπές ρύπων,
11. µεταβολές στην τιµή οποιουδήποτε οικονοµικού, φυσικού, περιβαλλοντολογικού, στατιστικού ή άλλου µεγέθους ή γεγονότος (πλην αθλητικών γεγονότων), ή
12. άλλα παράγωγα µέσα.
β) Κάθε άλλη σύµβαση που προσιδιάζει στις ανωτέρω, όσον αφορά, µεταξύ άλλων, στο κατά πόσον προσδιορίζεται µε αναφορά σε άλλους υποκείµενους τίτλους, είναι διαπραγµατεύσιµη σε οργανωµένη αγορά ή πολυµερή µηχανισµό διαπραγµάτευσης (ΠΜΔ), υπόκειται σε εκκαθάριση µε µετρητά διαθέσιµα ή φυσική παράδοση (πλην παραδόσεων λόγω αδυναµίας πληρωµής ή άλλου γεγονότος που επιφέρει τη λύση της σύµβασης, καθώς και παραδόσεων που προορίζονται για εµπορικούς σκοπούς) ή διακανονισµό µέσω αναγνωρισµένων γραφείων συµψηφισµού ή σε τακτικές κλήσεις για κάλυψη περιθωρίων.
3. Ως υπεραξία νοείται η διαφορά µεταξύ της τιµής κτήσης που κατέβαλε ο φορολογούµενος και της τιµής πώλησης που εισέπραξε. Τυχόν δαπάνες που συνδέονται άµεσα µε την αγορά ή την πώληση των τίτλων συµπεριλαµβάνονται στην τιµή κτήσης και την τιµή πώλησης
4. Σε περίπτωση που οι µεταβιβαζόµενοι τίτλοι είναι εισηγµένοι σε χρηµατιστηριακή αγορά, η τιµή κτήσης και η τιµή πώλησης καθορίζονται από τα δικαιολογητικά έγγραφα συναλλαγών, τα οποία εκδίδει η χρηµατιστηριακή εταιρεία ή το πιστωτικό ίδρυµα ή οποιοδήποτε φορέας που διενεργεί συναλλαγές.
Σε περίπτωση µεταβίβασης µη εισηγµένων τίτλων, η τιµή πώλησης προσδιορίζεται µε βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που εκδίδει τους µεταβιβαζόµενους τίτλους κατά το χρόνο της µεταβίβασης ή το τίµηµα ή αγοραία αξία που αναγράφεται στη σύµβαση µεταβίβασης, εφόσον αυτό είναι υψηλότερο. Η τιµή κτήσης προσδιορίζεται µε βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που εκδίδει τους µεταβιβαζόµενους τίτλους κατά το χρόνο απόκτησης ή το τίµηµα που αναγράφεται στη σύµβαση απόκτησης κατά τον χρόνο απόκτησης των τίτλων, εφόσον οποιοδήποτε από τα ανωτέρω είναι χαμηλότερο.
Αν η τιµή κτήσης δεν µπορεί να προσδιοριστεί θεωρείται ότι είναι µηδενική.
Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής, για τον προσδιορισμό της τιμής κτήσης λαμβάνονται υπόψη οι εταιρικές πράξεις που έχουν λάβει χώρα μέχρι το χρόνο της μεταβίβασης. Σε περίπτωση διαδοχικών αποκτήσεων τίτλων, ως τιμή κτήσης λαμβάνεται η μέση τιμή κτήσης που προκύπτει από τη συνολική αξία κτήσης των τίτλων δια της συνολικής ποσότητας αυτών.
5. Σε περίπτωση κατά την οποία ο προσδιορισμός της υπεραξίας σύμφωνα με τις ανωτέρω παραγράφους καταλήγει σε αρνητικό ποσό, η εν λόγω ζημία μεταφέρεται για τα επόμενα πέντε (5) έτη και συμψηφίζεται μόνο με μελλοντικά κέρδη υπεραξίας, τα οποία υπολογίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου και τα οποία προκύπτουν από συναλλαγές σε τίτλους της παραγράφου 1.
6. Τα κεφαλαιακά κέρδη που προκύπτουν από την ανταλλαγή οµολόγων του Ελληνικού Δηµοσίου ή εταιρικών οµολόγων µε εγγύηση του Ελληνικού Δηµοσίου µε άλλους τίτλους κατ’ εφαρµογή του προγράµµατος συµµετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους απαλλάσσονται από το φόρο.
7. Για την υπεραξία που προκύπτει από εισφορά ενεργητικού, ανταλλαγή µετοχών, συγχώνευση ή διάσπαση κατ’ έφαρµογή των άρθρων 52, 53 και 54 ισχύουν οι ειδικές διατάξεις αυτών των άρθρων.
8. Απαλλάσσεται από το φόρο το εισόδημα που αποκτούν φυσικά πρόσωπα που είναι φορολογικοί κάτοικοι σε κράτη με τα οποία η Ελλάδα έχει συνάψει σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας (ΣΑΔΦ) και το οποίο προκύπτει από υπεραξία μεταβίβασης των τίτλων σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους υπό την προϋπόθεση ότι υποβάλλουν στη Φορολογική Διοίκηση δικαιολογητικά που αποδεικνύουν τη φορολογική τους κατοικία.
α) µετοχές σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά,
β) μετοχές και άλλες κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά, εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό τουλάχιστον μισό τοις εκατό (0,5%)
γ) µερίδια ή µερίδες σε προσωπικές εταιρείες,
δ) κρατικά οµόλογα και έντοκα γραµµάτια ή εταιρικά οµόλογα,
ε) παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα.
Ως μεταβίβαση σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο νοείται και η εισφορά των ανωτέρω τίτλων για την κάλυψη ή αύξηση κεφαλαίου εταιρείας
Ειδικά για τίτλους που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή, εφόσον οι τίτλοι αυτοί έχουν αποκτηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2009 και εξής.
2. Ως παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα σύµφωνα µε την περίπτωση ε’ της παραγράφου 1 νοούνται:
α) Τα συµβόλαια δικαιωµάτων προαίρεσης, τα συµβόλαια µελλοντικής εκπλήρωσης, οι συµβάσεις ανταλλαγής (swaps), και οι προθεσµιακές συµβάσεις (forwards) που σχετίζονται µε υποκείµενους τίτλους και ιδίως µε:
1. κινητές αξίες ή άλλα περιουσιακά στοιχεία,
2. συναλλαγµατικές ισοτιµίες,
3. επιτόκια ή αποδόσεις,
4. χρηµατοπιστωτικούς δείκτες ή άλλα χρηµατοπιστωτικά µεγέθη,
5. εµπορεύµατα,
6. ναύλους,
7. πιστωτική διαβάθµιση ή γεγονός,
8. ποσοστά πληθωρισµού ή άλλες επίσηµες οικονοµικές στατιστικές,
9. κλιµατικές µεταβλητές,
10. εκποµπές ρύπων,
11. µεταβολές στην τιµή οποιουδήποτε οικονοµικού, φυσικού, περιβαλλοντολογικού, στατιστικού ή άλλου µεγέθους ή γεγονότος (πλην αθλητικών γεγονότων), ή
12. άλλα παράγωγα µέσα.
β) Κάθε άλλη σύµβαση που προσιδιάζει στις ανωτέρω, όσον αφορά, µεταξύ άλλων, στο κατά πόσον προσδιορίζεται µε αναφορά σε άλλους υποκείµενους τίτλους, είναι διαπραγµατεύσιµη σε οργανωµένη αγορά ή πολυµερή µηχανισµό διαπραγµάτευσης (ΠΜΔ), υπόκειται σε εκκαθάριση µε µετρητά διαθέσιµα ή φυσική παράδοση (πλην παραδόσεων λόγω αδυναµίας πληρωµής ή άλλου γεγονότος που επιφέρει τη λύση της σύµβασης, καθώς και παραδόσεων που προορίζονται για εµπορικούς σκοπούς) ή διακανονισµό µέσω αναγνωρισµένων γραφείων συµψηφισµού ή σε τακτικές κλήσεις για κάλυψη περιθωρίων.
3. Ως υπεραξία νοείται η διαφορά µεταξύ της τιµής κτήσης που κατέβαλε ο φορολογούµενος και της τιµής πώλησης που εισέπραξε. Τυχόν δαπάνες που συνδέονται άµεσα µε την αγορά ή την πώληση των τίτλων συµπεριλαµβάνονται στην τιµή κτήσης και την τιµή πώλησης
4. Σε περίπτωση που οι µεταβιβαζόµενοι τίτλοι είναι εισηγµένοι σε χρηµατιστηριακή αγορά, η τιµή κτήσης και η τιµή πώλησης καθορίζονται από τα δικαιολογητικά έγγραφα συναλλαγών, τα οποία εκδίδει η χρηµατιστηριακή εταιρεία ή το πιστωτικό ίδρυµα ή οποιοδήποτε φορέας που διενεργεί συναλλαγές.
Σε περίπτωση µεταβίβασης µη εισηγµένων τίτλων, η τιµή πώλησης προσδιορίζεται µε βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που εκδίδει τους µεταβιβαζόµενους τίτλους κατά το χρόνο της µεταβίβασης ή το τίµηµα ή αγοραία αξία που αναγράφεται στη σύµβαση µεταβίβασης, εφόσον αυτό είναι υψηλότερο. Η τιµή κτήσης προσδιορίζεται µε βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που εκδίδει τους µεταβιβαζόµενους τίτλους κατά το χρόνο απόκτησης ή το τίµηµα που αναγράφεται στη σύµβαση απόκτησης κατά τον χρόνο απόκτησης των τίτλων, εφόσον οποιοδήποτε από τα ανωτέρω είναι χαμηλότερο.
Αν η τιµή κτήσης δεν µπορεί να προσδιοριστεί θεωρείται ότι είναι µηδενική.
Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής, για τον προσδιορισμό της τιμής κτήσης λαμβάνονται υπόψη οι εταιρικές πράξεις που έχουν λάβει χώρα μέχρι το χρόνο της μεταβίβασης. Σε περίπτωση διαδοχικών αποκτήσεων τίτλων, ως τιμή κτήσης λαμβάνεται η μέση τιμή κτήσης που προκύπτει από τη συνολική αξία κτήσης των τίτλων δια της συνολικής ποσότητας αυτών.
5. Σε περίπτωση κατά την οποία ο προσδιορισμός της υπεραξίας σύμφωνα με τις ανωτέρω παραγράφους καταλήγει σε αρνητικό ποσό, η εν λόγω ζημία μεταφέρεται για τα επόμενα πέντε (5) έτη και συμψηφίζεται μόνο με μελλοντικά κέρδη υπεραξίας, τα οποία υπολογίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου και τα οποία προκύπτουν από συναλλαγές σε τίτλους της παραγράφου 1.
6. Τα κεφαλαιακά κέρδη που προκύπτουν από την ανταλλαγή οµολόγων του Ελληνικού Δηµοσίου ή εταιρικών οµολόγων µε εγγύηση του Ελληνικού Δηµοσίου µε άλλους τίτλους κατ’ εφαρµογή του προγράµµατος συµµετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους απαλλάσσονται από το φόρο.
7. Για την υπεραξία που προκύπτει από εισφορά ενεργητικού, ανταλλαγή µετοχών, συγχώνευση ή διάσπαση κατ’ έφαρµογή των άρθρων 52, 53 και 54 ισχύουν οι ειδικές διατάξεις αυτών των άρθρων.
8. Απαλλάσσεται από το φόρο το εισόδημα που αποκτούν φυσικά πρόσωπα που είναι φορολογικοί κάτοικοι σε κράτη με τα οποία η Ελλάδα έχει συνάψει σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας (ΣΑΔΦ) και το οποίο προκύπτει από υπεραξία μεταβίβασης των τίτλων σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους υπό την προϋπόθεση ότι υποβάλλουν στη Φορολογική Διοίκηση δικαιολογητικά που αποδεικνύουν τη φορολογική τους κατοικία.
α) µετοχές σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά,
β) μετοχές και άλλες κινητές αξίες εισηγμένες σε χρηματιστηριακή αγορά, εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό τουλάχιστον μισό τοις εκατό (0,5%)
γ) µερίδια ή µερίδες σε προσωπικές εταιρείες,
δ) κρατικά οµόλογα και έντοκα γραµµάτια ή εταιρικά οµόλογα,
ε) παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα.
Ως μεταβίβαση σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο νοείται και η εισφορά των ανωτέρω τίτλων για την κάλυψη ή αύξηση κεφαλαίου εταιρείας
Ειδικά για τίτλους που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης, οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή, εφόσον οι τίτλοι αυτοί έχουν αποκτηθεί από την 1η Ιανουαρίου 2009 και εξής.
2. Ως παράγωγα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα σύµφωνα µε την περίπτωση ε’ της παραγράφου 1 νοούνται:
α) Τα συµβόλαια δικαιωµάτων προαίρεσης, τα συµβόλαια µελλοντικής εκπλήρωσης, οι συµβάσεις ανταλλαγής (swaps), και οι προθεσµιακές συµβάσεις (forwards) που σχετίζονται µε υποκείµενους τίτλους και ιδίως µε:
1. κινητές αξίες ή άλλα περιουσιακά στοιχεία,
2. συναλλαγµατικές ισοτιµίες,
3. επιτόκια ή αποδόσεις,
4. χρηµατοπιστωτικούς δείκτες ή άλλα χρηµατοπιστωτικά µεγέθη,
5. εµπορεύµατα,
6. ναύλους,
7. πιστωτική διαβάθµιση ή γεγονός,
8. ποσοστά πληθωρισµού ή άλλες επίσηµες οικονοµικές στατιστικές,
9. κλιµατικές µεταβλητές,
10. εκποµπές ρύπων,
11. µεταβολές στην τιµή οποιουδήποτε οικονοµικού, φυσικού, περιβαλλοντολογικού, στατιστικού ή άλλου µεγέθους ή γεγονότος (πλην αθλητικών γεγονότων), ή
12. άλλα παράγωγα µέσα.
β) Κάθε άλλη σύµβαση που προσιδιάζει στις ανωτέρω, όσον αφορά, µεταξύ άλλων, στο κατά πόσον προσδιορίζεται µε αναφορά σε άλλους υποκείµενους τίτλους, είναι διαπραγµατεύσιµη σε οργανωµένη αγορά ή πολυµερή µηχανισµό διαπραγµάτευσης (ΠΜΔ), υπόκειται σε εκκαθάριση µε µετρητά διαθέσιµα ή φυσική παράδοση (πλην παραδόσεων λόγω αδυναµίας πληρωµής ή άλλου γεγονότος που επιφέρει τη λύση της σύµβασης, καθώς και παραδόσεων που προορίζονται για εµπορικούς σκοπούς) ή διακανονισµό µέσω αναγνωρισµένων γραφείων συµψηφισµού ή σε τακτικές κλήσεις για κάλυψη περιθωρίων.
3. Ως υπεραξία νοείται η διαφορά µεταξύ της τιµής κτήσης που κατέβαλε ο φορολογούµενος και της τιµής πώλησης που εισέπραξε. Τυχόν δαπάνες που συνδέονται άµεσα µε την αγορά ή την πώληση των τίτλων συµπεριλαµβάνονται στην τιµή κτήσης και την τιµή πώλησης
4. Σε περίπτωση που οι µεταβιβαζόµενοι τίτλοι είναι εισηγµένοι σε χρηµατιστηριακή αγορά, η τιµή κτήσης και η τιµή πώλησης καθορίζονται από τα δικαιολογητικά έγγραφα συναλλαγών, τα οποία εκδίδει η χρηµατιστηριακή εταιρεία ή το πιστωτικό ίδρυµα ή οποιοδήποτε φορέας που διενεργεί συναλλαγές.
Σε περίπτωση µεταβίβασης µη εισηγµένων τίτλων, η τιµή πώλησης προσδιορίζεται µε βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που εκδίδει τους µεταβιβαζόµενους τίτλους κατά το χρόνο της µεταβίβασης ή το τίµηµα ή αγοραία αξία που αναγράφεται στη σύµβαση µεταβίβασης, εφόσον αυτό είναι υψηλότερο. Η τιµή κτήσης προσδιορίζεται µε βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που εκδίδει τους µεταβιβαζόµενους τίτλους κατά το χρόνο απόκτησης ή το τίµηµα που αναγράφεται στη σύµβαση απόκτησης κατά τον χρόνο απόκτησης των τίτλων, εφόσον οποιοδήποτε από τα ανωτέρω είναι χαμηλότερο.
Αν η τιµή κτήσης δεν µπορεί να προσδιοριστεί θεωρείται ότι είναι µηδενική.
Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής, για τον προσδιορισμό της τιμής κτήσης λαμβάνονται υπόψη οι εταιρικές πράξεις που έχουν λάβει χώρα μέχρι το χρόνο της μεταβίβασης. Σε περίπτωση διαδοχικών αποκτήσεων τίτλων, ως τιμή κτήσης λαμβάνεται η μέση τιμή κτήσης που προκύπτει από τη συνολική αξία κτήσης των τίτλων δια της συνολικής ποσότητας αυτών.
5. Σε περίπτωση κατά την οποία ο προσδιορισμός της υπεραξίας σύμφωνα με τις ανωτέρω παραγράφους καταλήγει σε αρνητικό ποσό, η εν λόγω ζημία μεταφέρεται για τα επόμενα πέντε (5) έτη και συμψηφίζεται μόνο με μελλοντικά κέρδη υπεραξίας, τα οποία υπολογίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου και τα οποία προκύπτουν από συναλλαγές σε τίτλους της παραγράφου 1.
6. Τα κεφαλαιακά κέρδη που προκύπτουν από την ανταλλαγή οµολόγων του Ελληνικού Δηµοσίου ή εταιρικών οµολόγων µε εγγύηση του Ελληνικού Δηµοσίου µε άλλους τίτλους κατ’ εφαρµογή του προγράµµατος συµµετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους απαλλάσσονται από το φόρο.
7. Για την υπεραξία που προκύπτει από εισφορά ενεργητικού, ανταλλαγή µετοχών, συγχώνευση ή διάσπαση κατ’ έφαρµογή των άρθρων 52, 53 και 54 ισχύουν οι ειδικές διατάξεις αυτών των άρθρων.
8. Απαλλάσσεται από το φόρο το εισόδημα που αποκτούν φυσικά πρόσωπα που είναι φορολογικοί κάτοικοι σε κράτη με τα οποία η Ελλάδα έχει συνάψει σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας (ΣΑΔΦ) και το οποίο προκύπτει από υπεραξία μεταβίβασης των τίτλων σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους υπό την προϋπόθεση ότι υποβάλλουν στη Φορολογική Διοίκηση δικαιολογητικά που αποδεικνύουν τη φορολογική τους κατοικία.
α) το εισόδηµα που αποκτά το ανήλικο από εργασιακή σχέση, σύµφωνα µε την παράγραφο 2 του άρθρου 12 β) συντάξεις που περιήλθαν στο ανήλικο τέκνο, λόγω θανάτου του πατέρα ή της μητέρας του.
αα) για τα αυτοκίνητα μέχρι χίλια διακόσια (1.200) κυβικά εκατοστά σε τέσσερις χιλιάδες (4.000) ευρώ,
ββ) για αυτοκίνητα μεγαλύτερα των χιλίων διακοσίων (1.200) κυβικών εκατοστών προστίθενται εξακόσια (600) ευρώ ανά εκατό (100) κυβικά εκατοστά μέχρι τα δύο χιλιάδες (2.000) κυβικά εκατοστά,
γγ) για αυτοκίνητα μεγαλύτερα των δύο χιλιάδων (2.000) κυβικών εκατοστών προστίθενται εννιακόσια (900) ευρώ ανά εκατό (100) κυβικά εκατοστά και μέχρι τρεις χιλιάδες (3.000) κυβικά εκατοστά και
δδ) για αυτοκίνητα μεγαλύτερα από τρεις χιλιάδες (3.000) κυβικά εκατοστά προστίθενται χίλια διακόσια (1.200) ευρώ ανά εκατό (100) κυβικά εκατοστά.
Τα παραπάνω ποσά ετήσιας αντικειµενικής δαπάνης από κάθε αυτοκίνητο μειώνονται ανάλογα µε την παλαιότητά του, η οποία υπολογίζεται από το έτος πρώτης κυκλοφορίας του στην Ελλάδα, ή σε χώρα της Ε.Ε/ΕΟΧ κατά ποσοστό ως εξής:
αα) Τριάντα τοις εκατό (30%) για χρονικό διάστηµα πάνω από πέντε (5) και μέχρι δέκα (10) έτη.
ββ) Πενήντα τοις εκατό (50%) για χρονικό διάστηµα πάνω από δέκα (10) έτη. Η ετήσια αντικειµενική δαπάνη δεν εφαρµόζεται για επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης που διαθέτουν πιστοποιητικό αυθεντικότητας το οποίο εκδίδεται από διεθνή ή ηµεδαπό φορέα που έχει αρµοδιότητα να εκδίδει τέτοιο πιστοποιητικό, καθώς και για επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης τα οποία είναι ειδικά διασκευασµένα για κινητικά αναπήρους.
Ως επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης ειδικά διασκευασµένα για κινητικά αναπήρους θεωρούνται εκείνα που διασκευάσθηκαν ύστερα από άδεια της αρµόδιας αρχής για να οδηγούνται από πρόσωπα που παρουσιάζουν κινητική αναπηρία σε ποσοστό τουλάχιστον εξήντα επτά τοις εκατό (67%) ή για να µεταφέρουν αυτά τα πρόσωπα μαζί µε τα αντικείµενα που είναι απαραίτητα για τη μετακίνησή τους. Στις περιπτώσεις εταιρειών οµόρρυθµων ή ετερόρρυθµων ή περιορισµένης ευθύνης ή ιδιωτικών κεφαλαιουχικών εταιρειών ή ανωνύµων ή αστικών, καθώς και των κοινωνιών και κοινοπραξιών που ασκούν επιχείρηση ή επάγγελµα, οι οποίες έχουν στην κυριότητα ή στην κατοχή τους επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης, η αντικειµενική δαπάνη που αναλογεί σε αυτά λογίζεται ως αντικειµενική δαπάνη των:
1. οµόρρυθµων ή απλών, εκτός των ετερόρρυθµων, εταίρων ή κοινωνών ή µελών της κοινοπραξίας φυσικών προσώπων, επιµεριζόµενη μεταξύ αυτών κατά το ποσοστό συμμετοχής τους στην εταιρεία, προκειµένου περί οµόρρυθµων ή ετερόρρυθµων ή αστικών εταιρειών ή στην κοινωνία ή στην κοινοπραξία
2. των φυσικών προσώπων, µελών της εταιρείας περιορισµένης ευθύνης, επιµεριζόµενη μεταξύ αυτών, κατά το ποσοστό συμμετοχής του καθενός στην εταιρεία περιορισµένης ευθύνης, όταν οι διαχειριστές αυτής δεν είναι εταίροι της,
3. των διαχειριστών της εταιρίας περιορισµένης ευθύνης που είναι και εταίροι της, επιµεριζόµενη μεταξύ αυτών κατά το ποσοστό συμμετοχής τους στην εταιρία περιορισµένης ευθύνης και
4. των διευθυνόντων και εντεταλµένων συµβούλων, διοικητών ανωνύµων εταιριών και προέδρων των διοικητικών συµβουλίων τους, επιµεριζόµενη ισοµερώς μεταξύ τους.
Αν στις πιο πάνω περιπτώσεις οι εταίροι των οµόρρυθµων ή ετερόρρυθµων ή περιορισµένης ευθύνης ή αστικών εταιριών, καθώς και των κοινωνιών ή κοινοπραξιών είναι νοµικά πρόσωπα, η αντικειµενική δαπάνη που προκύπτει µε βάση τα επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης που έχουν στην κυριότητα ή την κατοχή τους λογίζεται ως αντικειµενική δαπάνη των φυσικών προσώπων, που μετέχουν σε αυτά τα νοµικά πρόσωπα, σύµφωνα µε όσα ορίζονται στο προηγούµενο εδάφιο.
Για τα αλλοδαπά νοµικά πρόσωπα που δεν έχουν εγκατάσταση στην Ελλάδα, αλλά υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης, καθώς και για τις αλλοδαπές επιχειρήσεις, το ποσό της ετήσιας αντικειµενικής δαπάνης που προκύπτει µε βάση αυτοκίνητα αυτής της περίπτωσης, ιδιοκτησίας του αλλοδαπού νοµικού προσώπου ή ιδιοκτησίας ή κατοχής γραφείου, υποκαταστήµατος ή πρακτορείου της αλλοδαπής επιχείρησης εγκατεστηµένου στην Ελλάδα, βαρύνει το πρόσωπο που εκπροσωπεί στην Ελλάδα το αλλοδαπό νοµικό πρόσωπο ή την αλλοδαπή επιχείρηση ή προΐσταται του γραφείου ή υποκαταστήµατος ή πρακτορείου.
Η αντικειµενική αυτή δαπάνη βαρύνει καθένα από τα φυσικά πρόσωπα που ορίζονται από τις διατάξεις αυτής της παραγράφου ανεξάρτητα από τον τόπο διαµονής ή κατοικίας τους και δεν μπορεί για καθένα από αυτά τα πρόσωπα και για κάθε εταιρία να είναι ανώτερη από τη μεγαλύτερη αντικειµενική δαπάνη που προκύπτει από αυτοκίνητο της εταιρίας.
Αν ο φορολογούµενος και τα εξαρτώµενα µέλη του είναι κύριοι ή κάτοχοι και άλλων επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης, η αντικειµενική δαπάνη που προκύπτει για τα αυτοκίνητα αυτά λαµβάνεται υπόψη για τον υπολογισµό της συνολικής αντικειµενικής δαπάνης.
Η αντικειµενική δαπάνη που προκύπτει βάσει επιβατικού αυτοκινήτου ιδιωτικής χρήσης, του οποίου κύριος ή κάτοχος είναι ανήλικο τέκνο, λογίζεται ως αντικειµενική δαπάνη του γονέα που έχει το μεγαλύτερο εισόδηµα και αν αυτός έχασε τη γονική μέριμνα, του άλλου γονέα. Αν αποκτηθεί ή μεταβιβασθεί µε οποιονδήποτε τρόπο επιβατικό αυτοκίνητο ιδιωτικής χρήσης κατά τη διάρκεια του έτους, η αντικειµενική δαπάνη περιορίζεται σε τόσα δωδέκατα όσοι και οι μήνες κυριότητας ή κατοχής του αυτοκινήτου. Διάστηµα μεγαλύτερο από δεκαπέντε (15) ημέρες λογίζεται ως ολόκληρος μήνας. Τα ίδια εφαρµόζονται και σε περίπτωση ακινησίας ή ολοκληρωτικής καταστροφής του αυτοκινήτου από οποιαδήποτε αιτία.
Αν μεταβιβασθεί ή αποκτηθεί εικονικά αυτοκίνητο από περισσότερα πρόσωπα, η ετήσια αντικειµενική δαπάνη του ισχύει αυτοτελώς στο σύνολό της για καθέναν από τους συμβαλλομένους. Εικονική θεωρείται η μεταβίβαση ή η κτήση που πραγµατοποιείται ιδίως μεταξύ συγγενών εξ αίματος ή εξ αγχιστείας κατ’ ευθεία γραμμή ή εκ πλαγίου μέχρι και τον τρίτο βαθμό, επιτρέπεται όµως η ανταπόδειξη. Όταν η συγκυριότητα είναι πραγµατική, η ετήσια αντικειµενική δαπάνη επιµερίζεται κατά το λόγο των ιδανικών μεριδίων καθενός συγκυρίου.
Προκειµένου για εκπαιδευτές οδηγών αυτοκινήτων, καθώς και για τις επιχειρήσεις ενοικίασης αυτοκινήτων, που χρησιµοποιούν για το σκοπό αυτόν περισσότερα επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης, για τον υπολογισµό της ετήσιας αντικειµενικής δαπάνης λαµβάνεται υπόψη το αυτοκίνητο που δίνει τη μεγαλύτερη αντικειµενική δαπάνη. Στις περιπτώσεις ενοικίασης ή χρηµατοδοτικής μίσθωσης αυτοκινήτων επιβατικών ιδιωτικής ή μικτής χρήσης, η ετήσια αντικειµενική δαπάνη, που αντιστοιχεί στο χρόνο χρησιµοποίησης αυτών, βαρύνει τον μισθωτή τους.
Οι διατάξεις της περίπτωσης γ΄ εφαρµόζονται ανάλογα και για τον προσδιορισµό της ετήσιας αντικειµενικής δαπάνης των αυτοκινήτων μικτής χρήσης και των αυτοκινήτων τύπου JEEP.
Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου ισχύει μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2015.
α) τουλάχιστον το ενενήντα τοις εκατό (90%) του παγκόσµιου εισοδήµατός τους αποκτάται στην Ελλάδα ή
β) αποδεικνύουν ότι το φορολογητέο εισόδηµά τους είναι τόσο χαµηλό ώστε θα δικαιούνταν της μείωσης του φόρου δυνάµει της φορολογικής νοµοθεσίας του κράτους της κατοικίας τους
α) τουλάχιστον το ενενήντα τοις εκατό (90%) του παγκόσµιου εισοδήµατός τους αποκτάται στην Ελλάδα ή
(....)
β) αποδεικνύουν ότι το φορολογητέο εισόδηµά τους είναι τόσο χαµηλό ώστε θα δικαιούνταν της μείωσης του φόρου δυνάµει της φορολογικής νοµοθεσίας του κράτους της κατοικίας τους
α) η αποζηµίωση εξόδων διαµονής και σίτισης και η ηµερήσια αποζηµίωση που έχουν καταβληθεί από τον εργαζόµενο αποκλειστικά για σκοπούς της επιχειρηµατικής δραστηριότητας του εργοδότη,
β) η αποζηµίωση για έξοδα κίνησης που καταβάλλονται από τον εργοδότη για υπηρεσιακούς λόγους, εφόσον αφορούν έξοδα κίνησης που πραγµατοποιήθηκαν από τον εργαζόµενο κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του και αποδεικνύονται από νόμιμα παραστατικά,
γ) το επίδοµα αλλοδαπής που χορηγείται σε υπαλλήλους του Υπουργείου Εξωτερικών και των λοιπών δηµόσιων πολιτικών υπηρεσιών,
δ) οι κρατήσεις υπέρ των ασφαλιστικών ταµείων, οι οποίες επιβάλλονται µε νόµο,
ε) οι ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλει ο εργαζόµενος περιλαµβανοµένων των εισφορών εργοδότη και εργαζοµένου υπερ των επαγγελµατικών ταµείων που έχουν συσταθεί µε νόµο,
στ) η εφάπαξ καταβαλλόµενη παροχή από ταµεία πρόνοιας και ασφαλιστικούς οργανισµούς του Δηµοσίου, καθώς και επαγγελµατικά ταµεία που έχουν συσταθεί µε νόµο στους ασφαλισµένους και τα εξαρτώµενα µέλη του ασφαλισµένου,
ζ) η αξία των διατακτικών σίτισης αξίας έως έξι (6) ευρώ ανά εργάσιµη ηµέρα,
η) οι παροχές ασήµαντης αξίας μέχρι του ποσού των είκοσι επτά (27) ευρώ ετησίως,
ι) τα ασφάλιστρα που καταβάλλονται από τον εργαζόµενο ή τον εργοδότη για λογαριασµό του εργαζοµένου στο πλαίσιο οµαδικών ασφαλιστηρίων συνταξιοδοτικών συµβολαίων και
ια) τα ασφάλιστρα που καταβάλλονται από τον εργοδότη για την ιατροφαρµακευτική και νοσοκοµειακή κάλυψη του υπαλληλικού του προσωπικού ή για την κάλυψη του κινδύνου ζωής ή ανικανότητάς του στο πλαίσιο ασφαλιστηρίου συµβολαίου, μέχρι του ποσού των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ ετησίως ανά εργαζόµενο.
2. Στο ΚΕ.Π.Α. υπάγεται το Ειδικό Σώμα Ιατρών Υγειονομικών Επιτροπών Αναπηρίας του άρθρου 6 του ν. 2556/1997 (ΦΕΚ 270 Α΄), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 152 του ν. 3655/2008 (ΦΕΚ 58 Α΄). Στο Ειδικό Σώμα Ιατρών Υγειονομικών Επιτροπών εντάσσονται και ιατροί που υπηρετούν με οποιαδήποτε σχέση εργασίας στον ΕΟΠΥΥ και το ΕΣΥ. Ο Πίνακας των συμμετεχόντων ιατρών του ΕΣΥ καταρτίζεται από τον Διοικητή της οικείας Δ.Υ.ΠΕ.. Αντίστοιχοι Πίνακες των συμμετεχόντων ιατρών των ΦΚΑ αποστέλλονται από τους Διοικητές ή Προέδρους των φορέων στη Διεύθυνση Αναπηρίας και Ιατρικής της Εργασίας της Διοίκησης ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. Οι πίνακες των συμμετεχόντων ιατρών του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. αποστέλλονται από τον Πρόεδρο του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.. Οι ιατροί του Ειδικού Σώματος υποβάλλονται σε ειδική εκπαίδευση στο έργο των Υγειονομικών Επιτροπών σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2556/1997 (ΦΕΚ 270 Α΄). Τα προγράμματα της ειδικής εκπαίδευσης εκπονούνται από τη Διεύθυνση Αναπηρίας και Ιατρικής της Εργασίας του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και εγκρίνονται με απόφαση του Διοικητή του Ιδρύματος. Οι ιατροί, μετά την ειδική εκπαίδευση, αξιολογούνται από επταμελή επιτροπή, αποτελούμενη από:
α) τον προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Ασφαλιστικών Υπηρεσιών ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, ως Πρόεδρο, με αναπληρωτή του τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης Αναπηρίας και Ιατρικής της Εργασίας ΙΚΑ-ΕΤΑΜ,
β) τον προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Σχεδιασμού και Ανάπτυξης Υπηρεσιών Υγείας Ε.Ο.Π.Υ.Υ., με αναπληρωτή του τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης Διοίκησης Ανθρώπινου Δυναμικού Ε.Ο.Π.Υ.Υ.,
γ) έναν εκπρόσωπο του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου (Π.Ι.Σ.), που υποδεικνύεται με τον αναπληρωτή του,
δ) έναν εκπρόσωπο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ιατρών Ε.Ο.Π.Υ.Υ., που υποδεικνύεται με τον αναπληρωτή του από την Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Επιστημονικού Υγειονομικού Προσωπικού (ΠΟΣΕΥΠ-ΕΟΠΥΥ),
ε) έναν εκπρόσωπο που υποδεικνύεται από την Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία (ΕΣΑΜεΑ), με τον αναπληρωτή του,
στ) τον προϊστάμενο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, με τον αναπληρωτή του από την ίδια Υπηρεσία,
ζ) έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Υγείας, ο οποίος προτείνεται από τον Υπουργό Υγείας, με τον αναπληρωτή του.
3. Από το σύνολο των επιλεγμένων ιατρών καθορίζονται με δημόσια κλήρωση, ανά εξάμηνο, οι ιατροί που απαιτούνται για τη λειτουργία των Υγειονομικών Επιτροπών, ο αριθμός των οποίων ορίζεται με απόφαση του Διοικητή του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και σύμφωνα με
τις ανάγκες των Υγειονομικών Επιτροπών σε ιατρούς συγκεκριμένων ειδικοτήτων για τη λειτουργία των παραπάνω επιτροπών.
Έργο των Υγειονομικών Επιτροπών είναι: α) Ο καθορισμός του ποσοστού αναπηρίας για σύνταξη αναπηρίας. β) Ο χαρακτηρισμός ατόμων ως ΑΜεΑ. γ) Ο καθορισμός ποσοστού αναπηρίας για όλες τις κοινωνικές και οικονομικές παροχές ή διευκολύνσεις, για τις οποίες απαιτείται γνωμάτευση αναπηρίας και τις οποίες δικαιούνται από την πολιτεία τα άτομα με αναπηρία.
4. Οι Υγειονομικές Επιτροπές προσδιορίζουν τα ποσοστά αναπηρίας σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κανονισμό Εκτίμησης Βαθμού Αναπηρίας (Κ.Ε.Β.Α.), όπως ισχύει κάθε φορά. Γραμματείς των Υγειονομικών Επιτροπών ορίζονται υπάλληλοι του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, των λοιπών Φ.Κ.Α. και του Δημοσίου. Για τη συγκρότηση των Υγειονομικών Επιτροπών Αναπηρίας των Επαρχιών, τη θέση του Προέδρου και των μελών καλύπτουν ιατροί του Ειδικού Σώματος, που μετακινούνται από Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Πειραιά. Σε περίπτωση που δεν καθίσταται δυνατή η συμμετοχή ιατρών του Ειδικού Σώματος ως μελών των Υγειονομικών Επιτροπών των Επαρχιών, μέλη ορίζονται, ύστερα από δημόσια κλήρωση, ιατροί που υπηρετούν σε κάθε υγειονομική μονάδα ή υποκατάστημα, ιατροί του ΕΣΥ και των ΦΚΑ από όμορους νομούς, εξαιρουμένων των παιδιάτρων, ακτινολόγων, μικροβιολόγων και οδοντιάτρων. Η κλήρωση διεξάγεται την ίδια ημέρα της συνεδρίασης της Υγειονομικής Επιτροπής. Για τη διαδικασία συγκρότησης και κάθε άλλη λεπτομέρεια σχετικά με τη λειτουργία των Υγειονομικών Επιτροπών Αθήνας, Θεσσαλονίκης και Επαρχιών, ισχύουν τα οριζόμενα στο άρθρο 6 του ν. 2556/1997 (ΦΕΚ 270 Α΄) όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 152 του ν. 3655/2008 (ΦΕΚ 58 Α΄).
5α. Η ειδική αποζημίωση που προβλέπεται από τις διατάξεις της παρ. 10 του άρθρου 6 του ν. 2556/1997, όπως ισχύει, καθορίζεται ως εξής: α) Για τους ιατρούς των υγειονομικών επιτροπών, για κάθε κρινόμενο περιστατικό για το οποίο εκδίδεται γνωμάτευση, σε δέκα (10) ευρώ για τον Πρόεδρο και επτά (7) ευρώ για κάθε μέλος. Για την κατ’ οίκον εξέταση περιστατικών αναπηρίας, η ειδική αποζημίωση ανέρχεται σε ποσό ίσο με το τριπλάσιο της ως άνω αμοιβής. Τα ανωτέρω ποσά προσαυξάνονται κατά τρία (3) ευρώ ανά περιστατικό που εξετάζεται εκτός έδρας του εξετάζοντος ιατρού. β) Για τους εισηγητές ιατρούς των κατ’ οίκον περιστατικών, καθώς και για τους ιατρούς των Μονάδων Υγείας Ε.Ο.Π.Υ.Υ. που συμμετέχουν στις υγειονομικές επιτροπές, σε αντικατάσταση των ιατρών του Ειδικού Σώματος, καταβάλλεται η προβλεπόμενη από την ως άνω διάταξη (παράγραφος α΄) αμοιβή για τα μέλη των υγειονομικών επιτροπών. Η ως άνω ειδική αποζημίωση των περιπτώσεων α΄ και β΄ καταβάλλεται, κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 21 του ν. 4024/2011 (Α΄ 226) και μέχρι του ποσού των χιλίων τετρακοσίων (1.400) ευρώ μηνιαίως για τον Πρόεδρο και χιλίων διακοσίων (1.200) ευρώ μηνιαίως για κάθε μέλος. γ) Για τους γραμματείς των υγειονομικών επιτροπών καταβάλλεται αποζημίωση δύο (2) ευρώ για κάθε κρινόμενο περιστατικό για το οποίο εκδίδεται γνωμάτευση, κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παρ.1 του άρθρου 21 του ν. 4024/2011 (Α΄ 226) και η οποία δεν υπερβαίνει τα προβλεπόμενα στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 21 του ίδιου νόμου. Η ως άνω αποζημίωση και με τους αυτούς περιορισμούς καταβάλλεται και στους γραμματείς των κατ’ οίκον περιστατικών, ανά συνταχθείσα Εισηγητική Έκθεση.
5β. Για κάθε εξεταζόμενη περίπτωση από την Πρωτοβάθμια ή Δευτεροβάθμια Υγειονομική Επιτροπή ΚΕ.Π.Α., αποδίδεται στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ από τους παραπέμποντες Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ή τα λοιπά Ν.Π.Δ.Δ., ή το Δημόσιο, το ποσό των 46,14 ευρώ, όπως αυτό καθορίζεται στη με αρ. Φ40021/26407/2051/2006 (Β΄1829) υπουργική απόφαση. Το ποσό αυτό καταβάλλεται από τους υπόχρεους, για το σύνολο των ανά μήνα εξεταζόμενων περιστατικών, μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα, σε ειδικό λογαριασμό του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ βάσει συγκεντρωτικών καταστάσεων που αποστέλλονται από τις κατά τόπους Γραμματείες ΚΕ.Π.Α.. Το ως άνω ποσό αποδίδεται στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και όταν οι ΦΚΑ, το Δημόσιο ή τα Ν.Π.Δ.Δ. αιτούνται τον επανέλεγχο της υγειονομικής κρίσης για περιστατικά που είχαν εξεταστεί πριν από τη λειτουργία των υγειονομικών επιτροπών ΚΕ.Π.Α., αναζητείται δε αναδρομικά και στις περιπτώσεις που ήδη έχει ολοκληρωθεί ο σχετικός επανέλεγχος. Στις περιπτώσεις αιτημάτων πολιτών για χρήση των υπηρεσιών ΚΕ.Π.Α. χωρίς παραπεμπτικό, το ανωτέρω ποσό καταβάλλεται από τους ίδιους κατά την υποβολή της σχετικής αίτησης ή προσφυγής (Πρωτοβάθμια ή Δευτεροβάθμια Υγειονομική Επιτροπή), με εξαίρεση τους κατόχους βιβλιαρίου υγείας απόρου σε ισχύ.
5γ. Το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, για τις ανάγκες του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας, μπορεί να συμβάλλεται με ιδιώτες ιατρούς, ύστερα από εκδήλωση ενδιαφέροντος και βάσει κριτηρίων επιλογής που καθορίζονται με απόφαση του Δ.Σ. του Ιδρύματος, για τη συμμετοχή τους ως μέλη στις Υγειονομικές Επιτροπές Αναπηρίας. Η αμοιβή των συμβαλλόμενων ιδιωτών ιατρών καθορίζεται, για κάθε κρινόμενο περιστατικό για το οποίο εκδίδεται γνωμάτευση, σε επτά (7) ευρώ. Για την κατ’ οίκον εξέταση περιστατικών αναπηρίας, η ειδική αποζημίωση ανέρχεται σε ποσό ίσο με το τριπλάσιο της ως άνω αμοιβής. Οι ως άνω αμοιβές καταβάλλονται μέχρι του ποσού των χιλίων (1.000) ευρώ μηνιαίως.
5δ. Οι αποζημιώσεις και οι αμοιβές των παραγράφων 5β και 5γ αντίστοιχα του άρθρου αυτού καταβάλλονται από το αποδιδόμενο στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ποσό της παραγράφου 5β του παρόντος και σε περίπτωση που αυτό δεν επαρκεί από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ
6. Καταρτίζεται μητρώο Ατόμων με Αναπηρία το οποίο τηρείται στη Διεύθυνση Αναπηρίας και Ιατρικής της Εργασίας του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης καθορίζεται ο τρόπος και τα κριτήρια κατάρτισης του μητρώου.
7. Από 1.9.2011 καταργούνται όλες οι άλλες Επιτροπές πιστοποίησης αναπηρίας που λειτουργούν σήμερα στους ΦΚΑ, στις νομαρχίες και το Δημόσιο, με εξαίρεση τις Ανώτατες Υγειονομικές Επιτροπές, Στρατού (Α.Σ.Υ.Ε.), Ναυτικού (Α.Ν.Υ.Ε.), Αεροπορίας (Α.Α.Υ.Ε.), την Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή της Ελληνικής Αστυνομίας, την Ανώτατη Υγειονομική Επιτροπή του Πυροσβεστικού Σώματος, καθώς και τις Επιτροπές Απαλλαγών και τις Τριμελείς εξ ιατρών Επιτροπές, οι οποίες εξακολουθούν να ασκούν τις αρμοδιότητές τους.
8. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, μετά από γνώμη του Δ.Σ. του ΙΚΑ -ΕΤΑΜ, ρυθμίζεται το κανονιστικό πλαίσιο της σύστασης, λειτουργίας και ασφαλιστικής αρμοδιότητας του ΚΕ.Π.Α., καθώς και κάθε άλλο θέμα που δεν ρυθμίζεται από τις διατάξεις του άρθρου αυτού.
Για τα θέματα που αφορούν ευθύνες, ρόλους και υποχρεώσεις των ιατρών που απαρτίζουν το Ειδικό Σώμα για τη συγκρότηση των Υγειονομικών Επιτροπών Αναπηρίας, εκδίδεται κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
Μέχρι την έκδοση του ανωτέρω Κανονισμού οι υπηρεσίες των ΚΕ.Π.Α. (Γραμματείες, Υγειονομικές Επιτροπές) συστήνονται και λειτουργούν σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις των άρθρων 27, 28, 29, 30, 33, 34, 35, 36, 37 του ΚΑΑ του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ.
9. Στις περιπτώσεις που δεν προβλέπεται από τη νομοθεσία των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης των λοιπών Ν.Π.Δ.Δ. και του Δημοσίου η άσκηση προσφυγής ενώπιον των Δευτεροβάθμιων Υγειονομικών Επιτροπών ΚΕ.Π.Α., δύναται να ασκείται και από τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης Αναπηρίας και Ιατρικής της Εργασίας του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ εντός σαράντα (40) ημερών από την ημερομηνία οριστικοποίησης των γνωματεύσεων των Πρωτοβάθμιων Υγειονομικών Επιτροπών Αναπηρίας.
2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών ορίζονται οι φορείς µε έδρα την ηµεδαπή ή άλλα κράτη - µέλη της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ. που αναγνωρίζονται για το σκοπό του προσδιορισµού της μείωσης φόρου επί του ποσού των χορηγούµενων σε αυτούς δωρεών, σύµφωνα µε την προηγούµενη παράγραφο, εφόσον τα ποσά των δωρεών κατατίθενται σε ειδικούς για το σκοπό αυτόν λογαριασµούς τραπεζών που λειτουργούν νόµιµα σε κράτος µέλος της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ..
α) Αν ο εκµισθωτής ή ο παραχωρών είναι φυσικό πρόσωπο εκπίπτει ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%) για δαπάνες επισκευής, συντήρησης, ανακαίνισης ή άλλες πάγιες και λειτουργικές δαπάνες του ακινήτου.
β) Αν ο εκµισθωτής ή ο παραχωρών είναι νοµικό πρόσωπο δηµοσίου δικαίου και τα κάθε είδους ιδρύµατα οι κάθε είδους δαπάνες εκπίπτουν σε ποσοστό εβδοµήντα πέντε τοις εκατό (75%). Ειδικά για το Άγιο Όρος το ποσοστό της έκπτωσης για τις δαπάνες του προηγούµενου εδαφίου ανέρχεται σε ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%).
γ) Αν ο εκµισθωτής ή ο παραχωρών είναι νοµικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου µη κερδοσκοπικού χαρακτήρα εκπίπτουν σε ποσοστό εβδοµήντα πέντε τοις εκατό (75%), οι δαπάνες επισκευής, συντήρησης, ανακαίνισης, καθώς και οι πάγιες και λειτουργικές δαπάνες.
δ) Το µίσθωµα που καταβάλλεται στις περιπτώσεις υπεκµίσθωσης.
ε) Οι δαπάνες αντιπληµµυρικών έργων και έργων αποξήρανσης ελών σε ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%).
στ) Το ποσό της αποζηµίωσης που καταβάλλει, βάσει νόµου, ο εκµισθωτής στο µισθωτή για τη λύση της µισθωτικής σχέσης του ακινήτου.
1. Κάθε εισόδηµα που προκύπτει από υπεραξία µεταβίβασης µε επαχθή αιτία ακίνητης περιουσίας ή ιδανικών µεριδίων αυτής ή εµπραγµάτου δικαιώµατος επί ακίνητης περιουσίας ή ιδανικού µεριδίου αυτού ή συµµετοχών οι οποίες έλκουν άνω του 50% της αξίας τους άµεσα ή έµµεσα από ακίνητη περιουσία και δεν συνιστά επιχειρηµατική δραστηριότητα, υπόκειται σε φόρο εισοδήµατος φυσικών προσώπων.
Στην έννοια του εισοδήµατος του προηγούµενου εδαφίου εµπίπτει και η αγοραία αξία του κτίσµατος που έχει ανεγερθεί σε έδαφος κυριότητας τρίτου µε δαπάνες του µισθωτή και περιέρχεται στην κατοχή του τρίτου µε τη λήξη ή διακοπή της µισθωτικής σχέσης.
Ως μεταβίβαση σύμφωνα με την παράγραφο αυτή νοείται και η εισφορά ακίνητης περιουσίας για την κάλυψη ή την αύξηση κεφαλαίου νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας.
2. Ως υπεραξία νοείται η διαφορά µεταξύ της τιµής κτήσης που κατέβαλε ο φορολογούµενος και της τιµής πώλησης ή της αξίας του ανταλλάγματος που καταβάλλεται σε αυτόν και λαµβάνεται αποπληθωρισµένη σύμφωνα με την παράγραφο 5.
Η τιµή κτήσης προσδιορίζεται ως εξής: α) Στην περίπτωση κτήσης λόγω μεταβίβασης με επαχθή αιτία, είναι το τίμημα ή η αξία του ανταλλάγματος, όπως προκύπτει από το οικείο συμβόλαιο, β) Στην περίπτωση κτήσης λόγω κληρονομικής διαδοχής ή μεταβίβασης με χαριστική αιτία, είναι η αξία βάσει της οποίας υπολογίστηκε ο φόρος κληρονομιάς, δωρεάς ή γονικής παροχής ή χορηγήθηκε απαλλαγή από αυτόν, όπως η αξία αυτή προκύπτει από το οικείο συμβόλαιο ή οποιοδήποτε άλλο δημόσιο έγγραφο, γ) σε κάθε άλλη περίπτωση, υπολογίζεται ως εξής: Τιμή κτήσης ίσον τιμή μεταβίβασης επί τον Δείκτη Τιμών Κατοικιών (ΔΤΚατ) του έτους κτήσης δια του ΔΤΚατ του προηγούμενου της μεταβίβασης έτους. Ως ΔΤΚατ νοείται ο μέσος Δείκτης Τιμών Περιοχών τη περιόδου Ιανουαρίου – Δεκεμβρίου κάθε έτους, όπως ανακοινώνεται από την Τράπεζα της Ελλάδος. Αν κατά το χρόνο της μεταβίβασης δεν έχει δημοσιευθεί μέσος ΔΤΚατ, λαμβάνεται υπ’ όψιν ο σχετικός δείκτης του αμέσως προηγούμενου έτους.
Η τιµή πώλησης είναι το αναγραφόµενο στο συµβόλαιο τίµηµα κατά το χρόνο της µεταβίβασης ή στην περίπτωση της ανταλλαγής, η αντικειμενική αξία της ακίνητης περιουσίας που αποτελεί το αντάλλαγμα για κάθε συμβαλλόμενο και εφόσον αυτή δεν υφίσταται, η φορολογητέα αξία.
Τυχόν δαπάνες που συνδέονται άµεσα µε την αγορά ή την πώληση του ακινήτου δεν συµπεριλαµβάνονται στην τιµή κτήσης και την τιµή πώλησης και δεν προστίθενται ή αφαιρούνται, αντίστοιχα.
Στην περίπτωση που περιέρχεται στην κατοχή τρίτου κτίσµα που έχει ανεγερθεί στο έδαφός του µε δαπάνες του µισθωτή σύµφωνα µε το δεύτερο εδάφιο της προηγούµενης παραγράφου, ως υπεραξία θεωρείται η αγοραία αντικειμενική αξία του κτίσµατος.
Αν η τιµή κτήσης δεν µπορεί να προσδιοριστεί θεωρείται ότι είναι µηδενική.
3. Ο χρόνος κτήσης είναι ο χρόνος απόκτησης ποσοστού τουλάχιστον εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) του μεταβιβαζόμενου δικαιώματος επί της ακίνητης περιουσίας. Σε περίπτωση που δεν προκύπτει χρόνος κτήσης σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, ισχύουν τα εξής: α) Επί μεταβίβασης κτίσματος που ανεγέρθηκε, με αυτεπιστασία ή με βάση το σύστημα της αντιπαροχής, ως χρόνος κτήσης θεωρείται ο χρόνος μετά την παρέλευση πέντε (5) ετών από την ημερομηνία έκδοσης ή δύο (2) ετών από την ημερομηνία ανανέωσης της οικοδομικής άδειας ανέγερσης, εκτός εάν η μεταβίβαση γίνεται εντός των παραπάνω προθεσμιών. β) Επί πολεοδομικής τακτοποίησης εξ ολοκλήρου αυθαίρετης κατασκευής, ως χρόνος κτήσης θεωρείται ο χρόνος που δηλώνεται ως χρόνος ανέγερσης και πιστοποιείται από το μηχανικό στη σχετική αίτηση τακτοποίησης και αν αυτός δεν προκύπτει, η λήξη των χρονικών περιόδων που ορίζονται στο ν. 4178/2013. γ) Επί πολεοδομικής τακτοποίησης μερικώς αυθαίρετης κατασκευής, ως χρόνος κτήσης θεωρείται ο χρόνος κτήσης του νόμιμου κτίσματος.
Επί χρησικτησίας, ως χρόνος κτήσης θεωρείται η αντίστοιχη ημερομηνία του εικοστού πρώτου έτους, πριν από το χρόνο της μεταβίβασης.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να καθορίζεται χρόνος κτήσης και σε κάθε άλλη περίπτωση, καθώς και να ρυθμίζεται κάθε άλλο αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής
4. Σε περίπτωση κατά την οποία ο προσδιορισµός της υπεραξίας σύµφωνα µε τις ανωτέρω παραγράφους καταλήγει σε αρνητικό ποσό, η εν λόγω υπεραξία θεωρείται μηδενική.
5. Η υπεραξία που προκύπτει σύµφωνα µε τις ανωτέρω παραγράφους λαµβάνεται αποµειούµενη µε την εφαρµογή των ακόλουθων συντελεστών αποµείωσης:
Έτη διακράτησης | Συντελεστής απομείωσης | Έτη διακράτησης | Συντελεστής απομείωσης |
1 | 100,0% | 14 | 77,9% |
2 | 98,2% | 15 | 76,4% |
3 | 96,4% | 16 | 74,8% |
4 | 94,7% | 17 | 73,2% |
5 | 93,0% | 18 | 71,7% |
6 | 91,2% | 19 | 70,2% |
7 | 89,5% | 20 | 68,7% |
8 | 87,8% | 21 | 67,2% |
9 | 86,1% | 22 | 65,7% |
10 | 84,5% | 23 | 64,2% |
11 | 82,8% | 24 | 62,8% |
12 | 81,1% | 25 | 61,5% |
13 | 79,5% | 26+ | 60% |
6. Στην έννοια του όρου µεταβίβαση για την εφαρµογή του παρόντος περιλαµβάνονται τα εξής:
α) η µεταβίβαση της πλήρους ή ψιλής κυριότητας, συµπεριλαµβανοµένης της πραγµατικής δουλείας, ανεξαρτήτως εάν πρόκειται για µεταβίβαση υπό αναβλητική ή διαλυτική αίρεση ή µε τον όρο της εξώνησης,
β) η σύσταση επικαρπίας, οίκησης ή άλλης δουλείας,
γ) η παραίτηση από την κυριότητα ακινήτου ή από εµπράγµατο δικαίωµα επί ακινήτου,
δ) η µεταβίβαση του τίτλου µεταφοράς συντελεστή δόµησης,
ε) η μεταγραφή δικαστικής απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 949 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, λόγω μη εκτέλεσης προσυμφώνου μεταβίβασης ή η απόκτηση οποιουδήποτε δικαιώματος των περιπτώσεων α΄, β΄ και δ΄ της παρούσας παραγράφου με αυτοσύμβαση,
στ) η εκποίηση ακινήτου συνεπεία εκούσιου
7. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, οι ακόλουθες περιπτώσεις δεν θεωρούνται µεταβιβάσεις ακίνητης περιουσίας:
α) η µεταγραφή δικαστικής απόφασης σύµφωνα µε το άρθρο 882 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας λόγω µη εκτέλεσης προσυµφώνου µεταβίβασης, (Καταργήθηκε σύμφωνα με την περίπτωση 7ζ της υποπαραγράφου Δ1 του άρθρου 1 του νόμου 4254/2014, και ακολουθεί αναρίθμηση των επόμενων περιπτώσεων)
α) η µεταγραφή τελεσίδικης δικαστικής απόφασης µε την οποία αναγνωρίζεται δικαίωµα κυριότητας επί ακινήτου στον εντολέα λόγω υπερβάσεως της εντολής από τον εντολοδόχο,
β) η µεταγραφή δικαστικής απόφασης µε την οποία ακυρώνεται λόγω εικονικότητας σύµβαση µεταβίβασης ακινήτου,
γ) η επικύρωση ανώµαλων δικαιοπραξιών, οι οποίες έχουν ήδη συµπεριληφθεί στις φορολογητέες µεταβιβάσεις της παραγράφου 1,
δ) η αυτούσια διανοµή ή συνένωση ακινήτων ή πράξη σύστασης οριζόντιας ή κάθετης ιδιοκτησίας, εφόσον δεν μεταβάλλονται τα ποσοστά συνιδιοκτησίας ανά συνιδιοκτήτη.
8. Σε περιπτώσεις κτήσης ακίνητης περιουσίας αιτία θανάτου, δωρεάς ή γονικής παροχής, η τιµή κτήσης προσδιορίζεται κατά το χρόνο επαγωγής της κληρονοµιάς ή κατά το χρόνο κατάρτισης του συµβολαίου δωρεάς ή γονικής παροχής.
(Καταργήθηκε η παράγραφος 8 σύμφωνα με την περίπτωση 7η της υποπαραγράφου Δ1 του άρθρου 1 του νόμου 4254/2014 και γίνεται αναρίθμηση στις παρακάτω παραγράφους)
8. Για τον καθορισµό της αξίας της ψιλής κυριότητας, της επικαρπίας, της χρησικτησίας, της προσωπικής δουλείας ή άλλης δουλείας επί του ακινήτου, εφαρµόζονται οι διατάξεις των άρθρων 15, 16 και της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 40 του Κώδικα Φορολογίας Κληρονοµιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών, Προικών και Κερδών από Τυχερά Παίγνια
9. Από την υπεραξία, όπως αυτή προκύπτει μετά την απομείωσή της σύμφωνα με την παρ. 5, αφαιρείται ποσό μέχρι είκοσι πέντε χιλιάδες (25.000) ευρώ, εφόσον ο φορολογούμενος διακράτησε το ακίνητο για πέντε (5) τουλάχιστον έτη και επιβάλλεται φόρος υπεραξίας στο τυχόν υπόλοιπο ποσό.
10. Με απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών καθορίζονται οι τιµές κτήσης σε ειδικές περιπτώσεις όπου δεν είναι δυνατό να προσδιοριστούν σύµφωνα µε την παράγραφο 2, καθώς και κάθε άλλο θέµα για την εφαρµογή του άρθρου αυτού.
α) Η ετήσια αντικειµενική δαπάνη, µε βάση τα τετραγωνικά μέτρα της ιδιοκατοικούµενης ή μισθωμένης ή της δωρεάν παραχωρούµενης κύριας κατοικίας ορίζεται κλιµακωτά, για τα ογδόντα (80) πρώτα τετραγωνικά μέτρα κύριων χώρων αυτής, µε σαράντα (40) ευρώ το τετραγωνικό μέτρο, για τα επόµενα από ογδόντα ένα (81) μέχρι και εκατόν είκοσι (120) τετραγωνικά μέτρα κύριων χώρων αυτής, µε εξήντα πέντε (65) ευρώ το τετραγωνικό μέτρο, για τα επόµενα από εκατόν είκοσι ένα (121) μέχρι και διακόσια (200) τετραγωνικά μέτρα κύριων χώρων αυτής, µε εκατόν δέκα (110) ευρώ το τετραγωνικό μέτρο, για τα διακόσια ένα (201) έως τριακόσια (300) τετραγωνικά μέτρα κύριων χώρων αυτής, µε διακόσια (200) ευρώ το τετραγωνικό μέτρο και για τα πλέον των τριακοσίων (300) τετραγωνικών μέτρων κύριων χώρων αυτής, µε τετρακόσια (400) ευρώ το τετραγωνικό μέτρο. Για τον υπολογισµό της ετήσιας αντικειµενικής δαπάνης των βοηθητικών χώρων της κύριας κατοικίας ορίζεται ποσό σαράντα (40) ευρώ το τετραγωνικό μέτρο. Τα παραπάνω ποσά προσαυξάνονται, προκειµένου για κατοικίες που βρίσκονται σε περιοχές µε τιµή ζώνης, σύµφωνα µε τον αντικειµενικό προσδιορισµό των ακινήτων, από 2.800 ευρώ έως 4.999 ευρώ το τετραγωνικό μέτρο, κατά ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%) και για περιοχές µε τιµή ζώνης από 5.000 ευρώ και άνω το τετραγωνικό μέτρο, κατά ποσοστό εβδοµήντα τοις εκατό (70%). Όλα τα παραπάνω ποσά προσαυξάνονται, προκειµένου για μονοκατοικίες, κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%).
β) Η ετήσια αντικειµενική δαπάνη, που εκτιµάται µε βάση τα τετραγωνικά μέτρα μίας ή περισσοτέρων ιδιοκατοικούµενων ή μισθωμένων δευτερευουσών κατοικιών, καθώς και των βοηθητικών χώρων αυτών, ορίζεται στο ένα δεύτερο (1/2) της ετήσιας αντικειµενικής δαπάνης όπως αυτή ορίζεται στην περίπτωση α΄.
γ) Η ετήσια αντικειµενική δαπάνη επιβατικού αυτοκινήτου ιδιωτικής χρήσης ορίζεται ως εξής:
αα) για τα αυτοκίνητα μέχρι χίλια διακόσια (1.200) κυβικά εκατοστά σε τέσσερις χιλιάδες (4.000) ευρώ,
ββ) για αυτοκίνητα μεγαλύτερα των χιλίων διακοσίων (1.200) κυβικών εκατοστών προστίθενται εξακόσια (600) ευρώ ανά εκατό (100) κυβικά εκατοστά μέχρι τα δύο χιλιάδες (2.000) κυβικά εκατοστά,
γγ) για αυτοκίνητα μεγαλύτερα των δύο χιλιάδων (2.000) κυβικών εκατοστών προστίθενται εννιακόσια (900) ευρώ ανά εκατό (100) κυβικά εκατοστά και μέχρι τρεις χιλιάδες (3.000) κυβικά εκατοστά και
δδ) για αυτοκίνητα μεγαλύτερα από τρεις χιλιάδες (3.000) κυβικά εκατοστά προστίθενται χίλια διακόσια (1.200) ευρώ ανά εκατό (100) κυβικά εκατοστά.
Τα παραπάνω ποσά ετήσιας αντικειµενικής δαπάνης από κάθε αυτοκίνητο μειώνονται ανάλογα µε την παλαιότητά του, η οποία υπολογίζεται από το έτος πρώτης κυκλοφορίας του στην Ελλάδα, ή σε χώρα της Ε.Ε/ΕΟΧ κατά ποσοστό ως εξής:
αα) Τριάντα τοις εκατό (30%) για χρονικό διάστηµα πάνω από πέντε (5) και μέχρι δέκα (10) έτη.
ββ) Πενήντα τοις εκατό (50%) για χρονικό διάστηµα πάνω από δέκα (10) έτη. Η ετήσια αντικειµενική δαπάνη δεν εφαρµόζεται για επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης που διαθέτουν πιστοποιητικό αυθεντικότητας το οποίο εκδίδεται από διεθνή ή ηµεδαπό φορέα που έχει αρµοδιότητα να εκδίδει τέτοιο πιστοποιητικό, καθώς και για επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης τα οποία είναι ειδικά διασκευασµένα για κινητικά αναπήρους.
Ως επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης ειδικά διασκευασµένα για κινητικά αναπήρους θεωρούνται εκείνα που διασκευάσθηκαν ύστερα από άδεια της αρµόδιας αρχής για να οδηγούνται από πρόσωπα που παρουσιάζουν κινητική αναπηρία σε ποσοστό τουλάχιστον εξήντα επτά τοις εκατό (67%) ή για να µεταφέρουν αυτά τα πρόσωπα μαζί µε τα αντικείµενα που είναι απαραίτητα για τη μετακίνησή τους. Στις περιπτώσεις εταιρειών οµόρρυθµων ή ετερόρρυθµων ή περιορισµένης ευθύνης ή ιδιωτικών κεφαλαιουχικών εταιρειών ή ανωνύµων ή αστικών, καθώς και των κοινωνιών και κοινοπραξιών που ασκούν επιχείρηση ή επάγγελµα, οι οποίες έχουν στην κυριότητα ή στην κατοχή τους επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης, η αντικειµενική δαπάνη που αναλογεί σε αυτά λογίζεται ως αντικειµενική δαπάνη των:
1. οµόρρυθµων ή απλών, εκτός των ετερόρρυθµων, εταίρων ή κοινωνών ή µελών της κοινοπραξίας φυσικών προσώπων, επιµεριζόµενη μεταξύ αυτών κατά το ποσοστό συμμετοχής τους στην εταιρεία, προκειµένου περί οµόρρυθµων ή ετερόρρυθµων ή αστικών εταιρειών ή στην κοινωνία ή στην κοινοπραξία
2. των φυσικών προσώπων, µελών της εταιρείας περιορισµένης ευθύνης, επιµεριζόµενη μεταξύ αυτών, κατά το ποσοστό συμμετοχής του καθενός στην εταιρεία περιορισµένης ευθύνης, όταν οι διαχειριστές αυτής δεν είναι εταίροι της,
3. των διαχειριστών της εταιρίας περιορισµένης ευθύνης που είναι και εταίροι της, επιµεριζόµενη μεταξύ αυτών κατά το ποσοστό συμμετοχής τους στην εταιρία περιορισµένης ευθύνης και
4. των διευθυνόντων και εντεταλµένων συµβούλων, διοικητών ανωνύµων εταιριών και προέδρων των διοικητικών συµβουλίων τους, επιµεριζόµενη ισοµερώς μεταξύ τους.
Αν στις πιο πάνω περιπτώσεις οι εταίροι των οµόρρυθµων ή ετερόρρυθµων ή περιορισµένης ευθύνης ή αστικών εταιριών, καθώς και των κοινωνιών ή κοινοπραξιών είναι νοµικά πρόσωπα, η αντικειµενική δαπάνη που προκύπτει µε βάση τα επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης που έχουν στην κυριότητα ή την κατοχή τους λογίζεται ως αντικειµενική δαπάνη των φυσικών προσώπων, που μετέχουν σε αυτά τα νοµικά πρόσωπα, σύµφωνα µε όσα ορίζονται στο προηγούµενο εδάφιο.
Για τα αλλοδαπά νοµικά πρόσωπα που δεν έχουν εγκατάσταση στην Ελλάδα, αλλά υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης, καθώς και για τις αλλοδαπές επιχειρήσεις, το ποσό της ετήσιας αντικειµενικής δαπάνης που προκύπτει µε βάση αυτοκίνητα αυτής της περίπτωσης, ιδιοκτησίας του αλλοδαπού νοµικού προσώπου ή ιδιοκτησίας ή κατοχής γραφείου, υποκαταστήµατος ή πρακτορείου της αλλοδαπής επιχείρησης εγκατεστηµένου στην Ελλάδα, βαρύνει το πρόσωπο που εκπροσωπεί στην Ελλάδα το αλλοδαπό νοµικό πρόσωπο ή την αλλοδαπή επιχείρηση ή προΐσταται του γραφείου ή υποκαταστήµατος ή πρακτορείου.
Η αντικειµενική αυτή δαπάνη βαρύνει καθένα από τα φυσικά πρόσωπα που ορίζονται από τις διατάξεις αυτής της παραγράφου ανεξάρτητα από τον τόπο διαµονής ή κατοικίας τους και δεν μπορεί για καθένα από αυτά τα πρόσωπα και για κάθε εταιρία να είναι ανώτερη από τη μεγαλύτερη αντικειµενική δαπάνη που προκύπτει από αυτοκίνητο της εταιρίας.
Αν ο φορολογούµενος και τα εξαρτώµενα µέλη του είναι κύριοι ή κάτοχοι και άλλων επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης, η αντικειµενική δαπάνη που προκύπτει για τα αυτοκίνητα αυτά λαµβάνεται υπόψη για τον υπολογισµό της συνολικής αντικειµενικής δαπάνης.
Η αντικειµενική δαπάνη που προκύπτει βάσει επιβατικού αυτοκινήτου ιδιωτικής χρήσης, του οποίου κύριος ή κάτοχος είναι ανήλικο τέκνο, λογίζεται ως αντικειµενική δαπάνη του γονέα που έχει το μεγαλύτερο εισόδηµα και αν αυτός έχασε τη γονική μέριμνα, του άλλου γονέα. Αν αποκτηθεί ή μεταβιβασθεί µε οποιονδήποτε τρόπο επιβατικό αυτοκίνητο ιδιωτικής χρήσης κατά τη διάρκεια του έτους, η αντικειµενική δαπάνη περιορίζεται σε τόσα δωδέκατα όσοι και οι μήνες κυριότητας ή κατοχής του αυτοκινήτου. Διάστηµα μεγαλύτερο από δεκαπέντε (15) ημέρες λογίζεται ως ολόκληρος μήνας. Τα ίδια εφαρµόζονται και σε περίπτωση ακινησίας ή ολοκληρωτικής καταστροφής του αυτοκινήτου από οποιαδήποτε αιτία.
Αν μεταβιβασθεί ή αποκτηθεί εικονικά αυτοκίνητο από περισσότερα πρόσωπα, η ετήσια αντικειµενική δαπάνη του ισχύει αυτοτελώς στο σύνολό της για καθέναν από τους συμβαλλομένους. Εικονική θεωρείται η μεταβίβαση ή η κτήση που πραγµατοποιείται ιδίως μεταξύ συγγενών εξ αίματος ή εξ αγχιστείας κατ’ ευθεία γραμμή ή εκ πλαγίου μέχρι και τον τρίτο βαθμό, επιτρέπεται όµως η ανταπόδειξη. Όταν η συγκυριότητα είναι πραγµατική, η ετήσια αντικειµενική δαπάνη επιµερίζεται κατά το λόγο των ιδανικών μεριδίων καθενός συγκυρίου.
Προκειµένου για εκπαιδευτές οδηγών αυτοκινήτων, καθώς και για τις επιχειρήσεις ενοικίασης αυτοκινήτων, που χρησιµοποιούν για το σκοπό αυτόν περισσότερα επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης, για τον υπολογισµό της ετήσιας αντικειµενικής δαπάνης λαµβάνεται υπόψη το αυτοκίνητο που δίνει τη μεγαλύτερη αντικειµενική δαπάνη. Στις περιπτώσεις ενοικίασης ή χρηµατοδοτικής μίσθωσης αυτοκινήτων επιβατικών ιδιωτικής ή μικτής χρήσης, η ετήσια αντικειµενική δαπάνη, που αντιστοιχεί στο χρόνο χρησιµοποίησης αυτών, βαρύνει τον μισθωτή τους.
Οι διατάξεις της περίπτωσης γ΄ εφαρµόζονται ανάλογα και για τον προσδιορισµό της ετήσιας αντικειµενικής δαπάνης των αυτοκινήτων μικτής χρήσης και των αυτοκινήτων τύπου JEEP.
δ) Η ετήσια αντικειµενική δαπάνη που καταβάλλεται για ιδιωτικά σχολεία στοιχειώδους και μέσης εκπαίδευσης, µε εξαίρεση τα εσπερινά γυµνάσια και λύκεια, καθώς και τα ειδικά σχολεία ατόµων µε ειδικές ανάγκες, όπως προκύπτει από τις σχετικές αποδείξεις παροχής υπηρεσιών.
ε) Η ετήσια αντικειµενική δαπάνη που καταβάλλεται για οικιακούς βοηθούς, οδηγούς αυτοκινήτων, δασκάλους και λοιπό προσωπικό, η οποία ορίζεται στο εκάστοτε κατώτατο όριο αµοιβών όπως αυτό προσδιορίζεται από τις ισχύουσες διατάξεις για την αντίστοιχη κατηγορία εργαζοµένων. Η διάταξη αυτή δεν εφαρµόζεται όταν ο φορολογούµενος απασχολεί έναν µόνο οικιακό βοηθό ή όταν ο ίδιος ή πρόσωπο που συνοικεί µε αυτόν και τον βαρύνει έχει αναπηρία εξήντα επτά τοις εκατό και πάνω (67%) από διανοητική καθυστέρηση ή φυσική αναπηρία ή είναι ηλικίας άνω των εξήντα πέντε (65) ετών και απασχολεί έναν νοσοκόµο.
στ) Η ετήσια αντικειµενική δαπάνη µε βάση σκάφη αναψυχής ιδιωτικής χρήσης, κυριότητας ή κατοχής του φορολογουµένου, της συζύγου του ή των προσώπων που τους βαρύνουν εκτιµάται µε βάση το κόστος τελών ελλιµενισµού, ασφαλίστρων, καυσίµων, συντήρησης και πρακτόρευσης και ορίζεται, ανάλογα µε τα μέτρα ολικού μήκους του σκάφους, ως εξής:
αα) Για µηχανοκίνητα σκάφη ανοικτού τύπου, ταχύπλοα και µη, ολικού μήκους μέχρι πέντε (5) μέτρα, στο ποσό των τεσσάρων χιλιάδων (4.000) ευρώ, ενώ για τα πάνω από πέντε (5) μέτρα το πόσο αυτό αυξάνεται κατά δύο χιλιάδες (2.000) ευρώ το μέτρο.
ββ) Για ιστιοφόρα ή µηχανοκίνητα ή μικτά σκάφη µε χώρο ενδιαίτησης, ολικού μήκους μέχρι και επτά (7) μέτρα, δώδεκα χιλιάδες (12.000) ευρώ, πάνω από επτά (7) και μέχρι δέκα (10) μέτρα προστίθενται τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ ανά επιπλέον μέτρο μήκους, πάνω από δέκα (10) και μέχρι δώδεκα (12) μέτρα προστίθενται επτά χιλιάδες πεντακόσια (7.500) ευρώ ανά επιπλέον μέτρο μήκους, πάνω από δώδεκα (12) και µέχρι δεκαπέντε (15) µέτρα δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ ανά επιπλέον µέτρο µήκους, πάνω από δεκαπέντε (15) και µέχρι δεκαοκτώ (18) µέτρα είκοσι δύο χιλιάδες πεντακόσια (22.500) ευρώ ανά επιπλέον µέτρο µήκους, πάνω από δεκαοκτώ (18) και µέχρι είκοσι δύο (22) µέτρα τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ ανά επιπλέον µέτρο µήκους και πάνω από είκοσι δύο (22) µέτρα προστίθενται πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ ανά επιπλέον µέτρο µήκους.
Τα ποσά της ετήσιας τεκµαρτής δαπάνης αυτής της υποπερίπτωσης µειώνονται κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) προκειµένου για ιστιοφόρα σκάφη. Κατά το ίδιο ποσοστό µειώνονται και για πλοία αναψυχής που έχουν κατασκευασθεί ή κατασκευάζονται στην Ελλάδα εξ ολοκλήρου από ξύλο, τύπων «τρεχαντήρι», «βαρκαλάς», «πέραµα», «τσερνίκι» και «λίµπερτυ», που προέρχονται από την ελληνική ναυτική παράδοση. Η τεκµαρτή δαπάνη από κάθε σκάφος µειώνεται ανάλογα µε την παλαιότητά του κατά ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%) αν έχει περάσει χρονικό διάστηµα πάνω από πέντε (5) έτη και µέχρι δέκα (10) έτη από το έτος που νηολογήθηκε για πρώτη φορά και τριάντα τοις εκατό (30%) αν έχει περάσει χρονικό διάστηµα πάνω από δέκα (10) έτη. Για σκάφη µε µόνιµο πλήρωµα ναυτολογηµένο για ολόκληρο ή µέρος του έτους, στην παραπάνω δαπάνη προστίθεται και η αµοιβή του πληρώµατος. Τα σκάφη επαγγελµατικής χρήσης δεν λαµβάνονται υπόψη για την αντικειµενική δαπάνη. Οι διατάξεις της περίπτωσης γ΄, εκτός αυτών που αναφέρονται στην παλαιότητα των αυτοκινήτων, εφαρµόζονται ανάλογα και στην περίπτωση αυτή.
ζ) Η ετήσια αντικειµενική δαπάνη για αεροσκάφη, ελικόπτερα και ανεµόπτερα κυριότητας ή κατοχής του φορολογουµένου και των εξαρτώµενων µελών του και τους βαρύνουν, η οποία ορίζεται ως εξής:
αα) Για ανεµόπτερα στο ποσό των οκτώ χιλιάδων (8.000) ευρώ.
ββ) Για αεροσκάφη µε κινητήρα κοινό, εσωτερικής καύσης και στροβιλοελικοφόρα, καθώς και ελικόπτερα, στο ποσό των εξήντα πέντε χιλιάδων (65.000) ευρώ για τους εκατόν πενήντα (150) πρώτους ίππους ισχύος του κινητήρα τους που προσαυξάνεται µε το ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ για κάθε ίππο πάνω από τους εκατόν πενήντα (150) ίππους.
γγ) Για αεροσκάφη αεριοπροωθούµενα (JET) στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ για κάθε λίµπρα ώθησης. Οι διατάξεις της περίπτωσης γ΄, εκτός της ακινησίας και παλαιότητας, εφαρµόζονται αναλόγως και στην περίπτωση αυτή.
δδ) Για τις υπερελαφρές πτητικές αθλητικές µηχανές (Υ.Π.Α.Μ.) που υπάγονται στην παρ. 1 του άρθρου 4 του υπ’ αριθµ. Δ2/26314/8802/ 27.7.2010 Κανονισµού υπερελαφρών πτητικών αθλητικών µηχανών (Β΄ 1360), στο ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ. Η διάταξη του προηγούµενου εδαφίου ισχύει από 1.1.2011 και µετά.
η) Η ετήσια αντικειµενική δαπάνη, εξωτερικής δεξαµενής κολύµβησης που προκύπτει για τον κύριο ή κάτοχο αυτής, ορίζεται, ανάλογα µε την επιφάνειά της, ανά κλίµακα, σε εκατόν εξήντα (160) ευρώ το τετραγωνικό µέτρο µέχρι τα εξήντα (60) τετραγωνικά µέτρα και σε τριακόσια είκοσι (320) ευρώ το τετραγωνικό µέτρο για επιφάνεια άνω των εξήντα (60) τετραγωνικών µέτρων.
Προκειµένου για εσωτερική δεξαµενή κολύµβησης τα παραπάνω ποσά διπλασιάζονται.
θ) Η ελάχιστη ετήσια αντικειµενική δαπάνη του φορολογούµενου ορίζεται σε τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ προκειµένου για τον άγαµο και σε πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ για τους συζύγους που υποβάλλουν κοινή δήλωση, εφόσον δηλώνεται πραγµατικό ή τεκµαρτό εισόδηµα.
2. Το ετήσιο συνολικό ποσό της αντικειµενικής δαπάνης, που προσδιορίζεται σύµφωνα µε τις διατάξεις της προηγούµενης παραγράφου, µπορεί να αµφισβητηθεί από τον φορολογούµενο όταν αυτό είναι µεγαλύτερο από την πραγµατική δαπάνη του φορολογουµένου και των εξαρτώµενων µελών που τον βαρύνουν, εφόσον αυτό αποδεικνύεται από τον υπόχρεο µε βάση πραγµατικά περιστατικά ή στοιχεία. Τέτοια περιστατικά συντρέχουν ιδίως στο πρόσωπο των υπόχρεων, οι οποίοι:
α) υπηρετούν τη στρατιωτική θητεία τους στις Ένοπλες Δυνάµεις,
β) είναι φυλακισµένοι,
γ) νοσηλεύονται σε νοσοκοµείο ή κλινική,
δ) είναι άνεργοι και δικαιούνται βοήθηµα ανεργίας,
ε) συγκατοικούν µε συγγενείς πρώτου βαθµού και έχουν µειωµένες δαπάνες διαβίωσης, λόγω αποδεδειγµένης συµβολής στις δαπάνες αυτές των συγγενών τους µε την προϋπόθεση ότι οι τελευταίοι αυτοί έχουν εισόδηµα από εµφανείς πηγές,
στ) είναι ορφανοί ανήλικοι οι οποίοι έχουν στην κυριότητά τους επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης από κληρονοµιά του πατέρα ή της µητέρας τους και
ζ) προσκοµίζουν στοιχεία από τα οποία αποδεικνύεται ότι για λόγους ανώτερης βίας πραγµατοποίησαν δαπάνη µικρότερη από την αντικειµενική.
Όταν συντρέχει µία ή περισσότερες από τις περιπτώσεις αυτές, ο φορολογούµενος υποχρεούται να υποβάλει τα αναγκαία δικαιολογητικά για την απόδειξη των ισχυρισµών του. Η Φορολογική Διοίκηση ελέγχει την αλήθεια των ισχυρισµών και την ακρίβεια των αποδεικτικών στοιχείων του φορολογουµένου και µειώνει ανάλογα την ετήσια αντικειµενική δαπάνη, στην οποία αναφέρονται οι ισχυρισµοί και τα αποδεικτικά στοιχεία.
Στις πιο πάνω α΄ και ε΄ περιπτώσεις, η διαφορά µεταξύ της αντικειµενικής δαπάνης και της πραγµατικής δαπάνης λαµβάνεται υπόψη για τον υπολογισµό της συνολικής αντικειµενικής δαπάνης του γονέα ή του τέκνου που συµβάλλει στις δαπάνες διαβίωσης του υπόχρεου.
Αν πρόκειται για τους γονείς, η διαφορά αντικειµενικής δαπάνης καταλογίζεται σε εκείνον που έχει το µεγαλύτερο εισόδηµα.
α) Αγορά ή χρηµατοδοτική µίσθωση αυτοκινήτων, δίτροχων ή τρίτροχων αυτοκινούµενων οχηµάτων, πλοίων αναψυχής και λοιπών σκαφών αναψυχής, αεροσκαφών και κινητών πραγµάτων µεγάλης αξίας.
Ως κινητά πράγµατα µεγάλης αξίας νοούνται εκείνα που η αξία τους υπερβαίνει το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ. Αν η αξία κάθε πράγµατος είναι µικρότερη του ποσού αυτού, τα αγορασθέντα όµως πράγµατα αποτελούν κατά τις συναλλακτικές αντιλήψεις ενιαίο σύνολο, τότε για τον υπολογισµό της αξίας λαµβάνεται υπόψη η αξία όλων αυτών των πραγµάτων, εφόσον υπερβαίνει το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ.
Οι διατάξεις της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 δεν εφαρµόζονται για τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 12 της Συµφωνίας Έδρας µεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δηµοκρατίας και της Τράπεζας Εµπορίου και Ανάπτυξης του Ευξείνου Πόντου, που κυρώθηκε µε το ν. 2707/1999 (Α΄ 78).
β) Αγορά επιχειρήσεων ή σύσταση ή αύξηση του κεφαλαίου επιχειρήσεων που λειτουργούν ατοµικώς ή µε τη µορφή οµόρρυθµης ή ετερόρρυθµης ή ανώνυµης εταιρείας ή περιορισµένης ευθύνης εταιρίας ή ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρίας ή κοινωνίας ή κοινοπραξίας ή αστικής εταιρίας ή αγορά εταιρικών µερίδων και χρεογράφων γενικώς.
γ) Αγορά ή χρονοµεριστική ή χρηµατοδοτική µίσθωση ακινήτων ή ανέγερση οικοδοµών ή κατασκευή δεξαµενής κολύµβησης.
Ως τίμημα αγοράς λαμβάνεται το ποσό της συνολικής επιβάρυνσης, όπως προκύπτει από τα οικεία πωλητήρια συμβόλαια, εκτός εάν από έλεγχο προκύπτει μεγαλύτερο ποσό, οπότε λαμβάνεται υπόψη αυτό.
δ) Χορήγηση δανείων προς οποιονδήποτε.
ε) Η ετήσια δαπάνη για δωρεές, γονικές παροχές ή χορηγίες χρηµατικών ποσών, εφόσον αυτά υπερβαίνουν ετησίως τα τριακόσια (300) ευρώ, εκτός από τις δωρεές προς το Δηµόσιο, τους δήµους και τις κοινότητες του κράτους, τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύµατα, τα κρατικά και δηµοτικά νοσηλευτικά ιδρύµατα και τα νοσοκοµεία, που αποτελούν νοµικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και επιχορηγούνται από τον Κρατικό Προϋπολογισµό, καθώς και τα προνοιακά ιδρύµατα του ευρύτερου δηµόσιου τοµέα (κρατικά νοµικά πρόσωπα δηµοσίου δικαίου), ως και τα προνοιακά ιδρύµατα ιδιωτικού δικαίου των οποίων οι εν γένει δαπάνες λειτουργίας καλύπτονται τουλάχιστον κατά εβδοµήντα τοις εκατό (70%) µε επιχορηγήσεις από τον Κρατικό Προϋπολογισµό.
Ομοίως, εξαιρούνται οι δωρεές ή χορηγίες προς τα κοινωφελή ιδρύματα, τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που έχουν συσταθεί νόμιμα και τα οποία επιδιώκουν κοινωφελείς σκοπούς, καθώς, και τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που έχουν συσταθεί νόμιμα, εφόσον επιδιώκουν σκοπούς πολιτιστικούς
στ) Απόσβεση δανείων ή πιστώσεων οποιασδήποτε µορφής. Στο ποσό της δαπάνης αυτής περιλαµβάνεται και το ποσό των οικείων τόκων, στους οποίους περιλαµβάνονται και οι τυχόν τόκοι υπερηµερίας.
α) Προκειµένου για αντικειµενική δαπάνη, η οποία προκύπτει βάσει επιβατικού αυτοκινήτου ιδιωτικής χρήσης αναπήρου, το οποίο απαλλάσσεται από τα τέλη κυκλοφορίας.
β) Προκειµένου για αλλοδαπό προσωπικό που δεν διαµένει µόνιµα στην Ελλάδα ή ηµεδαπό προσωπικό που διαµένει µόνιµα στο εξωτερικό και απασχολείται αποκλειστικά σε επιχειρήσεις που υπάγονται στις διατάξεις του α.ν. 89/1967 (Α΄ 132), του α.ν. 378/1968 (Α΄ 82) και του άρθρου 25 του ν. 27/1975 (Α΄ 77), για το ποσό της ετήσιας αντικειµενικής δαπάνης, η οποία προκύπτει βάσει του επιβατικού αυτοκινήτου ιδιωτικής χρήσης ή της κατοικίας.
γ) Προκειµένου για επιχειρήσεις µεταπώλησης αυτοκινήτων που έχουν υπαχθεί στο ειδικό καθεστώς φορολογίας του άρθρου 45 του ν. 2859/2000 , για την αντικειµενική δαπάνη που προκύπτει βάσει των επιβατικών αυτοκινήτων που έχουν αγορασθεί για µεταπώληση µε βάση τις διατάξεις του άρθρου 45 του ν. 2859/2000 , εφόσον η άδεια και οι πινακίδες κυκλοφορίας του µεταβιβαζόµενου αυτοκινήτου οχήµατος έχουν παραµείνει στη Δ.Ο.Υ., στην οποία έγινε η µεταβίβαση του αυτοκινήτου προς την επιχείρηση µεταπώλησης µέχρι και την ηµεροµηνία µεταπώλησης από αυτή σε τρίτο και το αυτοκίνητο κατά το χρονικό αυτό διάστηµα δεν κυκλοφόρησε παράνοµα. Οι µεταπωλήτριες επιχειρήσεις έχουν υποχρέωση µαζί µε την ετήσια δήλωση φορολογίας εισοδήµατος να συνυποβάλουν υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986, στην οποία να αναγράφουν τα πιο πάνω αυτοκίνητα που αγόρασαν ή πώλησαν στο οικείο έτος.
Προκειµένου για ατοµικές επιχειρήσεις µεταπώλησης αυτοκινήτων της περίπτωσης αυτής, η ετήσια αντικειµενική δαπάνη που προκύπτει από τα προς πώληση οχήµατα, όταν δεν κατατεθούν η άδεια και οι πινακίδες κυκλοφορίας τους στη Δ.Ο.Υ., σύµφωνα µε τα ανωτέρω, δεν µπορεί να υπερβαίνει τη µεγαλύτερη αντικειµενική δαπάνη που προκύπτει από αυτοκίνητο της επιχείρησης. Οι διατάξεις του προηγούµενου εδαφίου έχουν εφαρµογή για δαπάνες που προκύπτουν από 1.1.2010 και µετά.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών ορίζεται κάθε άλλο θέµα για την εφαρµογή αυτής της περίπτωσης.
δ) Προκειµένου για αντικειµενική δαπάνη που προκύπτει µε βάση σκάφη αναψυχής ιδιωτικής χρήσης, κυριότητας ή κατοχής µονίµων κατοίκων εξωτερικού.
ε) Προκειµένου για αγορά πάγιου εξοπλισµού επαγγελµατικής χρήσης από πρόσωπα που ασκούν επιχειρηµατική δραστηριότητα.
στ) Προκειµένου για αγορά επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης, ειδικά διασκευασµένων για πρόσωπα που παρουσιάζουν κινητικές αναπηρίες που υπερβαίνουν σε ποσοστό το εξήντα επτά τοις εκατό (67%).
Ως επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης ειδικά διασκευασµένα για κινητικά αναπήρους θεωρούνται εκείνα που διασκευάστηκαν ύστερα από άδεια της αρµόδιας αρχής για να οδηγούνται από πρόσωπα που παρουσιάζουν κινητική αναπηρία µε ποσοστό πάνω από εξήντα επτά τοις εκατό (67%) ή για να µεταφέρουν αυτά τα πρόσωπα µαζί µε τα αντικείµενα που είναι απαραίτητα για τη µετακίνησή τους.
ζ) Οι ετήσιες αντικειµενικές δαπάνες που υπολογίζονται σύµφωνα µε το άρθρο 31 προκειµένου για συνταξιούχους, οι οποίοι έχουν υπερβεί το 65ο έτος της ηλικίας τους, εφαρµόζονται µειωµένες κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) των όσων προκύπτουν σύµφωνα µε τις προηγούµενες διατάξεις.
η) Προκειµένου για φυσικό πρόσωπο που έχει τη φορολογική κατοικία του στην αλλοδαπή, εφόσον δεν αποκτά εισόδηµα στην Ελλάδα.
Η δήλωσις ακινησίας δεν λαμβάνεται υπ'όψιν εάν δεν παραδοθώσιν συγχρόνως η άδεια κυκλοφορίας και οι πινακίδες αριθμού κυκλοφορίας του αυτοκινήτου.
Αμα τη υποβολή δηλώσεως ακινησίας ο Οικονομικός Εφορος προβαίνει εις την κατάλληλον σφράγισιν του εν ακινησία δηλουμένου αυτοκινήτου προς τον σκοπό της μηχανικής ακινητοποιήσεως αυτού, συντάσσων περί τούτου πρωτόκολλον.
Βάσει της δηλώσεως ακινησίας και του κατά τ'ανωτέρω πρωτοκόλλου σφραγίσεως ο Οικονομικός Εφορος προβαίνει οίκοθεν εις την έκπτωσιν των τελών του εξαμήνου, δι'ό δηλούται ότι το αυτοκίνητον θέλει παραμένει εις ακινησίαν.
2.Δήλωσις ακινησίας υποβαλλομένη μετά την έναρξιν του φορολογικού εξαμήνου δεν λαμβάνεται υπ'όψιν δια την έκπτωσιν των τελών του εξαμήνου τούτου.
3. Αυτοκίνητον όχημα, δι'ό υπεβλήθη δήλωσις ακινησίας, απαγορεύεται απολύτως να κυκλοφορήση δι'οιανδήποτε αιτίαν.
Σε περίπτωση που πρόκειται να διαγραφεί αυτοκίνητο όχημα ευρισκόμενο σε κατάσταση ακινησίας, από το Μητρώο οχημάτων του Υπουργείου Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων λόγω παράδοσής του για ολική καταστροφή με ανακύκλωση στα ειδικώς προς τούτο εξουσιοδοτημένα κέντρα ή με σκοπό την εξαγωγή του, δεν αίρεται η ακινησία, τα δε στοιχεία κυκλοφορίας του, άδεια και πινακίδες αριθμού κυκλοφορίας, διαβιβάζονται από την αρμόδια υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης, μετά από αίτηση του κατόχου ή ιδιοκτήτη αυτού, στην αρμόδια Διεύθυνση Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων της οικείας Περιφέρειας.
Σε κάθε περίπτωση, δεν επέρχεται διαγραφή αυτοκινήτου οχήματος από το Μητρώο οχημάτων, λόγω εξαγωγής του, επανεξαγωγής του ή μεταφοράς του εκτός της χώρας, εφόσον δεν καταβληθούν προηγουμένως τα τυχόν οφειλόμενα τέλη κυκλοφορίας και πρόστιμα από τον τελευταίο κάτοχο ή ιδιοκτήτη του και δεν βεβαιωθεί η εξαγωγή του, επανεξαγωγή του ή μεταφορά του εκτός της χώρας.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων των δύο προηγούμενων εδαφίων.
4. Εις περίπτωσιν διακοπής ακινησίας επί σκοπώ θέσεως του αυτοκινήτου εις κυκλοφορίαν ο ιδιοκτήτης ή κάτοχος αυτού υποχρεούται προηγουμένως να δηλώση τούτο εις τον Οικονομικόν Εφορον.
Βάσει της δηλώσεως ταύτης ο Οικονομικός Εφορος προβαίνει εις την βεβαίωσιν των τελών του εξαμήνου, καθ΄ό το αυτοκίνητον τίθεται εκ νέου εις κυκλοφορίαν.
5.Εις απάσας τας κατά τας ανωτέρω παραγράφους περιπτώσεις ακινησίας αυτοκινήτου οχήματος, ειδοποιείται σχετικώς η κατά περιφέρειαν αρμοδία υπηρεσία αυτοκινήτων του Υπουργείου Συγκοινωνιών.
6. Εξαιρετικώς διαφυλαττομένης της ισχύος των διατάξεων της παρ. 2 του άρθ. 6 του Ν.Δ. 3829/1958, χωρεί έκπτωσιν των τελών κυκλοφορίας εν περιπτώσει αναγκαστικής ακινησίας του αυτοκινήτου εκ λόγων ανωτέρας βίας, κλοπής ή υπεξαιρέσεως αυτού.
Ως λόγοι ανωτέρας βίας εν προκειμένω νοούνται αι περιπτώσεις, δι΄άς δεν καθίσταται εφικτή η τήρησις της κατά τ'ανωτέρω οριζομένης διαδικασίας, είτε εκ λόγων αναγομένων εις την προσωπικήν κατάστασιν του κατόχου του αυτοκινήτου είτε εκ τοιούτων αναγομένων εις την πραγματικήν κατάστασιν του αυτοκινήτου και των στοιχείων κυκλοφορίας αυτού
7. Εξαιρετικά και μέχρι δύο φορές ετησίως επιτρέπεται η κυκλοφορία ενάριθμων ασφαλισμένων αυτοκινήτων ή μοτοσυκλετών ιδιωτικής χρήσης, για τα οποία έχει υποβληθεί δήλωση ακινησίας, προσωρινή άδεια διάρκειας μέχρι τριών (3) ημερών κατ΄ έτος αποκλειστικά και μόνο για την παράδοσή τους σε σημεία συλλογής οχημάτων Τέλους Κύκλου Ζωής (ΟΤΚΖ), με τη σχετική ένδειξη επί του εντύπου αυτής ή για την επισκευή και έλεγχο από ΚΤΕΟ. Άπαξ ετησίως μπορεί να χορηγείται προσωρινή άδεια κυκλοφορίας και για τα ανάριθ-μα ασφαλισμένα αυτοκίνητα ή τις μοτοσυκλέτες, με την ίδια ως άνω συνολική διάρκεια, αποκλειστικά και μόνο για τη μετάβασή τους από τον τόπο αγοράς ή τελωνισμού τους στον τόπο ταξινόμησης και για την επισκευή ή έλεγχο από ΚΤΕΟ. Η προσωρινή άδεια χορηγείται αποκλειστικά και μόνο από τον προϊστάμενο της αρμόδιας υπηρεσίας της Φορολογικής Διοίκησης, αφού καταβληθεί για κάθε ημέρα, και ανεξάρτητα από το είδος του αυτοκινήτου ή μοτοσυκλέτας, το ποσό των δέκα (10) ευρώ ή τριών (3) ευρώ αντίστοιχα για τα αυτοκίνητα ή τις μοτοσυκλέτες. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζεται η παράγραφος 5 του παρόντος. Για την ενημέρωση των αρμοδίων υπηρεσιών των Υπουργείων Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη τίθεται σε εφαρμογή σχετική ηλεκτρονική εφαρμογή της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων και παρέχεται πρόσβαση σε αυτήν σε όλες τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες άλλων υπουργείων κατά το λόγο της αρμοδιότητάς τους μέσω της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού μπορεί να ορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής των τριών προηγούμενων εδαφίων της παρούσας.
1. Από το φόρο εισοδήματος φυσικών ή νομικών προσώπων που είναι κύριοι ή συγκύριοι ακινήτων στην περιοχή «Γεράνι», η οποία ορίζεται από τις οδούς Πειραιώς, Επικούρου, Ευρυπίδου, Αθηνάς του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας εκπίπτει κατά περίπτωση:
α) Ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού ακινήτου με χρήση κατοικίας και κόστους έργων ύψους έως 600 ευρώ/τ.μ.. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και κατ’ ανώτατο όριο για χρονικό διάστημα δέκα ετών.
β) Ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού ακινήτου με χρήση γραφείου σε όροφο κτιρίου εκτός του ισογείου και κόστους έργων ύψους μέχρι 500 ευρώ/τ.μ.. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και για χρονικό διάστημα δέκα ετών. Η μείωση αυτή διενεργείται με την προϋπόθεση ότι δεν εφαρμόζονται συγχρόνως οι μειώσεις της παραγράφου Β1.
γ) Ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού του ισογείου ακινήτου με χρήση του τριτογενούς τομέα (σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο Δ) και κόστους έργων έως 300 ευρώ/τ.μ.. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και για χρονικό διάστημα δέκα ετών.
δ) Ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης των όψεων και των κοινόχρηστων χώρων οικοδομής στην οποία συστάθηκε οριζόντια ιδιοκτησία και κόστους έργων ύψους έως 100 ευρώ/τ.μ. το οποίο επιμερίζεται ανάλογα με τα ποσοστά συνιδιοκτησίας της κάθε οριζόντιας ιδιοκτησίας. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και για χρονικό διάστημα δέκα ετών.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή των πιο πάνω μειώσεων είναι η αποκατάσταση και ο εκσυγχρονισμός του ακινήτου να υλοποιηθεί μέχρι 31.12.2015.
2. Από το φόρο εισοδήματος φυσικών ή νομικών προσώπων που είναι ιδιοκτήτες διατηρητέων ακινήτων σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του ν. 1577/1985 και της παρ. 1 του ν. 3028/2002 στην περιοχή του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας ανεξαρτήτως της χρήσεώς τους, εκπίπτει ποσό ίσο με τη δαπάνη αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού αυτού και κόστους έργων ύψους μέχρι 2.000 ευρώ/τ.μ.. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και για χρονικό διάστημα δέκα ετών. Σε περίπτωση συνιδιοκτησίας το ποσό της μείωσης αυτής επιμερίζεται ανάλογα με τα ποσοστά συνιδιοκτησίας. Επίσης, δικαιούχος της μείωσης αυτής εκτός από τον ιδιοκτήτη του ακινήτου, με τις πιο πάνω προϋποθέσεις, μπορεί να είναι ο μισθωτής, ο οποίος, με σύμφωνη γνώμη του ιδιοκτήτη, προβαίνει στη δαπάνη των έργων αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού, καθώς και στις τεχνικές, αρχιτεκτονικές και λειτουργικές διαμορφώσεις του κτιρίου. Το δικαίωμα έκπτωσης του μισθωτή διατηρείται ακόμη και μετά την πιθανή εγκατάλειψη του ακινήτου από αυτόν.
Οι διατάξεις του παρόντος ισχύουν στις περιπτώσεις για κτίρια στα οποία έχουν κηρυχθεί διατηρητέα οι όψεις τους ή τα κελύφη τους μέχρι προσαύξησης 15% επί του αρχικού όγκου τους. H όποια νόμιμη υπέρβαση δεν εμπίπτει στη διάταξη.
Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση που έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου Α1 και των παραγράφων Β1 και Β2.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή των πιο πάνω μειώσεων είναι:
α) για την αποκατάσταση των έργων να τηρούνται όλες οι διατάξεις και διαδικασίες των διατηρητέων κτιρίων,
β) οι αιτήσεις για την έκδοση της άδειας αποκατάστασης να έχουν κατατεθεί στις αρμόδιες υπηρεσίες από τη δημοσίευση του παρόντος μέχρι 31.12.2014 και η αποκατάσταση του ακινήτου να υλοποιηθεί μέσα σε τρία έτη από την έκδοση των σχετικών αδειών.
Τα πρόσωπα της παραγράφου αυτής μπορούν να επιλέξουν την εφαρμογή των πιο πάνω κινήτρων ή των κινήτρων της παραγράφου 1 του άρθρου 23 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994, Α΄ 151).
3. Αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται τα οριζόμενα κίνητρα για το αντίστοιχο έτος.
4. Αν μεταβιβαστεί η κυριότητα του ακινήτου δικαιούχος των εκπτώσεων και μειώσεων της παραγράφου Α΄ καθίσταται ο νέος κύριος.
Β. Μισθωτές Ακινήτων
1. Από το φόρο εισοδήματος φυσικών ή νομικών προσώπων που μισθώνουν ακίνητα για χρήση κατοικιών και γραφείων σε όροφο οικοδομής στην περιοχή της παραγράφου Α1 του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας εκπίπτει ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού αυτού και κόστους έργων ύψους έως 500 ευρώ/τ.μ. για δέκα έτη, εφόσον η δαπάνη αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού υλοποιηθεί μέχρι 31.12.2014. Η παρούσα διάταξη δεν εφαρμόζεται συγχρόνως με τις διατάξεις των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου Α1.
Για τους μισθωτές ακινήτων ισχύουν ως έχουν τα οριζόμενα στην παράγραφο Α2.
2. Για μία πενταετία από το φόρο εισοδήματος των επιχειρήσεων τριτογενούς τομέα (σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο Δ΄ που εγκαθίστανται σε κτίρια στην περιοχή της παραγράφου Α1 του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας εκπίπτει ετησίως ποσό ίσο με το διπλάσιο του μισθώματος που καταβάλλεται για τη χρήση του ακινήτου.
Γ. Επιπλέον κίνητρα
1. Σε συμβάσεις αγοράς ακινήτων ή εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων που βρίσκονται στην περιοχή της παραγράφου Α1, επιβάλλεται φόρος μεταβίβασης ακινήτων με συντελεστή 3% επί της αντικειμενικής τους αξίας ή επί του τυχόν δηλωθέντος τιμήματος, αν αυτό είναι μεγαλύτερο της αντικειμενικής αξίας, για χρονικό διάστημα δύο ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
2. Για την περιοχή «Γεράνι» που ορίζεται στο άρθρο αυτό, με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών οι τιμές ζώνης που καθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 41 και 41Α του ν. 1249/1982 (Α΄ 43), μπορούν να ορίζονται μειώσεις για το χρονικό διάστημα μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2014.
Δ. Τα ανωτέρω φορολογικά κίνητρα αφορούν σε κτίρια και χώρους νομίμως υφιστάμενους, στους οποίους επιτρέπεται από τις ισχύουσες διατάξεις η εγκατάσταση χρήσεων που προβλέπονται στο π.δ. της 2/13.7.1994 (Δ΄ 704), με την εξαίρεση των χρήσεων εστιατορίων, αναψυκτηρίων, κέντρων διασκεδάσεων, αναψυχής, χώρων συναθροίσεων κοινού και καταστημάτων παροχής προσωπικών υπηρεσιών.
Σε περίπτωση αλλαγής χρήσης και εφόσον η νέα χρήση δεν περιλαμβάνεται στις επιδοτούμενες, παύει η απόδοση του κινήτρου προς τον δικαιούχο.
Ε. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής καθορίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες, οι διαδικασίες, τα δικαιολογητικά και ο χρόνος υλοποίησης που απαιτούνται, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος.
1. Από το φόρο εισοδήματος φυσικών ή νομικών προσώπων που είναι κύριοι ή συγκύριοι ακινήτων σε τμήμα της περιοχής «Μεταξουργείο» το οποίο ορίζεται από τους οδικούς άξονες Κωνσταντινουπόλεως, Αχιλλέως, Αγίου Κωνσταντίνου, Πειραιώς, Ιερά Οδός εκπίπτει κατά περίπτωση:
α) Ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού ακινήτου με χρήση κατοικίας και κόστους έργων ύψους έως 300 ευρώ/τ.μ.. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και κατ’ ανώτατο όριο για χρονικό διάστημα δέκα ετών.
β) Ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού ακινήτου με χρήση γραφείου σε όροφο κτιρίου εκτός του ισογείου και κόστους έργων ύψους μέχρι 300 ευρώ/τ.μ.. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και για χρονικό διάστημα δέκα ετών. Η μείωση αυτή διενεργείται με την προϋπόθεση ότι δεν εφαρμόζεται συγχρόνως η μείωση της παραγράφου Β1.
γ) Ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού του ισογείου ακινήτου με χρήση του τριτογενούς τομέα (σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο Δ΄ και κόστους έργων έως 300 ευρώ/τ.μ.. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και για χρονικό διάστημα δέκα ετών.
δ) Ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης των όψεων και των κοινοχρήστων χώρων οικοδομής, στην οποία συστάθηκε οριζόντια ιδιοκτησία και
κόστους έργων ύψους έως 100 ευρώ/τ.μ. το οποίο επιμερίζεται ανάλογα με τα ποσοστά συνιδιοκτησίας κάθε οριζόντιας ιδιοκτησίας. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και για χρονικό διάστημα δέκα ετών.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή των πιο πάνω μειώσεων είναι η αποκατάσταση και ο εκσυγχρονισμός του ακινήτου να υλοποιηθεί μέχρι 31.12.2015.
2. Από το φόρο εισοδήματος φυσικών ή νομικών προσώπων που είναι ιδιοκτήτες διατηρητέων ακινήτων σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του ν. 1577/1985 και του ν. 3028/2002 στην περιοχή της παραγράφου Α1 του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας ανεξαρτήτως της χρήσεώς τους, εκπίπτει ποσό ίσο με τη δαπάνη αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού αυτού και κόστους έργων ύψους μέχρι 2.000 ευρώ/τ.μ.. Η έκπτωση φόρου ισχύει έως την απόσβεση της συνολικής δαπάνης και για χρονικό διάστημα δέκα ετών. Σε περίπτωση συνιδιοκτησίας το ποσό της μείωσης αυτής επιμερίζεται ανάλογα με τα ποσοστά συνιδιοκτησίας. Επίσης, δικαιούχος της μείωσης αυτής εκτός από τον ιδιοκτήτη του ακινήτου, με τις πιο πάνω προϋποθέσεις, μπορεί να είναι ο μισθωτής, ο οποίος, με σύμφωνη γνώμη του ιδιοκτήτη, προβαίνει στη δαπάνη των έργων αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού, καθώς και στις τεχνικές, αρχιτεκτονικές και λειτουργικές διαμορφώσεις του κτιρίου. Το δικαίωμα έκπτωσης του μισθωτή διατηρείται ακόμη και μετά την πιθανή εγκατάλειψη του ακινήτου από αυτόν.
Οι διατάξεις του παρόντος ισχύουν στις περιπτώσεις για κτίρια στα οποία έχουν κηρυχθεί διατηρητέα οι όψεις τους ή τα κελύφη τους μέχρι προσαύξησης 15% επί του αρχικού όγκου τους. Η όποια νόμιμη υπέρβαση δεν εμπίπτει στη διάταξη.
Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση που έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των παραγράφων Α1 και Β1.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή των πιο πάνω μειώσεων είναι:
α) για την αποκατάσταση των έργων να τηρούνται όλες οι διατάξεις και διαδικασίες των διατηρητέων κτιρίων,
β) οι αιτήσεις για την έκδοση της άδειας αποκατάστασης να έχουν κατατεθεί στις αρμόδιες υπηρεσίες από τη δημοσίευση του παρόντος μέχρι 31.12.2014 και η αποκατάσταση του ακινήτου να υλοποιηθεί μέσα σε τρία έτη από την έκδοση των σχετικών αδειών.
Τα πρόσωπα της παραγράφου αυτής μπορούν να επιλέξουν την εφαρμογή των πιο πάνω κινήτρων ή των κινήτρων της παραγράφου 1 του άρθρου 23 του Κ.Φ.Ε..
3. Αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται τα οριζόμενα κίνητρα για το αντίστοιχο έτος.
4. Αν μεταβιβαστεί η κυριότητα του ακινήτου δικαιούχος των εκπτώσεων και μειώσεων της παραγράφου Α΄ καθίσταται ο νέος κύριος.
Β. Μισθωτές Ακινήτων
1. Από το φόρο εισοδήματος φυσικών ή νομικών προσώπων που μισθώνουν ακίνητα για χρήση κατοικιών και γραφείων σε όροφο οικοδομής στην περιοχή της παραγράφου Α1 του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας εκπίπτει ποσό ίσο με το 80% της συνολικής δαπάνης αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού αυτού και κόστους έργων ύψους έως 300 ευρώ/τ.μ. για δέκα έτη, εφόσον η δαπάνη αποκατάστασης και εκσυγχρονισμού υλοποιηθεί μέχρι 31.12.2014. Η παρούσα διάταξη δεν εφαρμόζεται συγχρόνως με τη μείωση των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου Α1.
2. Για μία πενταετία από το φόρο εισοδήματος των επιχειρήσεων τριτογενούς τομέα (σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο Δ΄) που εγκαθίστανται σε κτίρια εντός της περιοχής της παραγράφου Α1 του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας εκπίπτει ετησίως ποσό ίσο με το διπλάσιο του μισθώματος που καταβάλλεται για τη χρήση του ακινήτου.
3. Για τους μισθωτές ακινήτων ισχύουν ως έχουν τα οριζόμενα στην ως άνω παράγραφο Α2.
Γ. Επιπλέον κίνητρα
Σε συμβάσεις αγοράς ακινήτων ή εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων που βρίσκονται στην περιοχή της παραγράφου Α1 του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας, επιβάλλεται φόρος μεταβίβασης ακινήτων με συντελεστή 3% επί της αντικειμενικής τους αξίας ή επί του τυχόν δηλωθέντος τιμήματος, αν αυτό είναι μεγαλύτερο της αντικειμενικής αξίας, για χρονικό διάστημα δύο ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
Δ. Τα ανωτέρω φορολογικά κίνητρα αφορούν σε κτίρια και χώρους νομίμως υφιστάμενους, στους οποίους επιτρέπεται από τις ισχύουσες διατάξεις η εγκατάσταση χρήσεων που προβλέπονται στο π.δ. της 13.7/19.8.1998 (Δ΄ 616), με την εξαίρεση των χρήσεων εστιατορίων, αναψυκτηρίων, κέντρων διασκεδάσεων αναψυχής, χώρων συναθροίσεων κοινού και καταστημάτων παροχής προσωπικών υπηρεσιών.
Σε περίπτωση αλλαγής χρήσης και εφόσον η νέα χρήση δεν περιλαμβάνεται στις επιδοτούμενες, παύει η απόδοση του κινήτρου προς τον δικαιούχο.
Ε. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής καθορίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες, οι διαδικασίες, τα δικαιολογητικά και ο χρόνος υλοποίησης που απαιτούνται, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος.